30 Οκτωβρίου 2007

Από το μέτρον στο μέτριον...

Μες στον διάχυτο πρωινό εκνευρισμό της πόλης (μέγα μέρος του οποίου εκδηλώνεται για μια χούφτα... παρκάρισμα ή για δυο δάχτυλα προτεραιότητα...), η δροσιά της λαϊκής αγοράς. Ορεξη να 'χεις ν' ακούς και μυαλό ν' απομνημονεύεις κουβέντες, που πηγάζουν απ' αυτά τα αδιάκοπα «εκτροφεία» και «αναψυκτήρια» της γλώσσας μας, που μπορεί να μας ρίχνουν στις τιμές, όμως μας μαθαίνουν γράμματα ζωντανά και μας δείχνουν (αυτό δυστυχώς δεν μαθαίνεται...) τι θα πει πλάκα, καλαμπούρι, αλλά και πιο εκλεπτυσμένο σκώμμα: χιούμορ...

Ο μανάβης, νεαρός, ευδιάθετος, σπιρτόζος, διαλαλεί τη φτήνια -υπαρκτή είτε υποτιθέμενη...- του προϊόντος που πουλάει: «Μέτρον άριστον!» Ο πελάτης, σεβάσμιος, περιποιημένος, περιωπής φιλολογικής, χαμηλόφωνα: «Οχι "παν μέτρον"...» Ο μανάβης, πάντα ευδιάθετος, αλλά με προσποιητή ευθιξία -δικαίως, εδώ που τα λέμε- τονίζοντας τις λέξεις: «Είπα εγώ "παν";» Η ευθυμία μου απογειώθηκε. Πού να φανταστείς ότι συνηθέστατο σφάλμα κατά τη νεοελληνική απόδοση του -δημοφιλέστερου ίσως- αρχαίου γνωμικού, που το κάνουμε οι περισσότεροι, δεν το κάνει νεαρός μανάβης λαϊκής αγοράς, του οποίου -έχω παρατηρήσει- αιχμηροί υπαινιγμοί για αρχάριες, δεν φαίνεται να... παρενοχλούν... διατηρητέες της μεσαίας -ηλικιακής- τάξεως...

Φαίνεται ότι στις αγορές κάτι ανθρώπινο, κάτι ζεστό και οικείο σαλεύει ακόμα· δεν το 'χει πάρει κι αυτό -όπως τόσα άλλα- ο διάολος. Υπάρχει μαγιά στην ανθρώπινη επαφή, όταν δεν την παγιδεύουν η πονηριά, η απάτη και η ύπουλη... συμπάθεια. Τώρα, αν τα ψωμιά βγαίνουν -και βγαίνουν συχνά- μπατάλικα, είναι γιατί, σιγά σιγά, πέσαμε από το μέτρον στο... μέτριον άριστον, επειδή, με τον καιρό, σηκώσανε κεφάλι και μας διαφεντεύουν οι (επίχρυσες) μετριότητες...

Πέτρος Μανταίος

27 Οκτωβρίου 2007

Διάσπαση σε ζωντανή σύνδεση!



Είχα την τύχη (ή την ατυχία;) να παρακολουθήσω… live, όπως το λέμε τώρα, τη διάσπαση του ΚΚΕ. Ήταν μια χειμωνιάτικη νύχτα του ’68 στις φυλακές της Αίγινας, στην αχτίνα των πολιτικών κρατουμένων. Στον «θάλαμο των στελεχών», όπως τον λέγαμε, επειδή φιλοξενούσε τα υψηλότερα, μεταξύ όλων των κρατουμένων, στελέχη της ΕΔΑ και του ΚΚΕ.
Πώς βρέθηκα εκεί; Με είχαν περιμαζέψει τα γερόντια (έτσι αποκαλούσαμε τότε τα κομματικά στελέχη) ανάμεσα από τους δεκάδες νεολαίους κρατούμενους (που ήσαν έγκλειστοι σε πλαϊνή αχτίνα), για λόγους που ουδέποτε κατάφερα να διευκρινίσω. Ίσως επειδή ήμουν ο μικρότερος κρατούμενος (για κάτι μήνες γλύτωσα τις φυλακές ανηλίκων), ίσως επειδή με έβλεπαν ως… εύελπι κομμουνιστή. Το γεγονός είναι ότι βρέθηκα στον «θάλαμο των στελεχών». Να με φροντίζουν τα «γερόντια» σαν παιδί τους.

Λοιπόν, εκείνη τη νύχτα του Φλεβάρη οι «γέροντες» ήσαν εξαιρετικά ανήσυχοι. Η ώρα ήταν περασμένη, αλλά ο ύπνος δεν ερχόταν. Με τα πολλά, τους είδα να σηκώνονται ένας-ένας, με τις πιζάμες, και να μαζεύονται κολλητά σε έναν τοίχο, ντυμένο με μια πολύχρωμη πάντα. Ένας απ’ αυτούς, ανασήκωσε την πάντα και αποκάλυψε ένα τρανζιστοράκι κρυμμένο σε μια εσοχή του τοίχου. Γύρισε το κουμπί, έψαξε για λίγο τις συχνότητες και συντονίστηκε στην «Φωνή της Αλήθειας», τον παράνομο ραδιοφωνικό σταθμό του ΚΚΕ. Και τότε συνέβη αυτό που, στην αρχή, σας είπα: βρέθηκα να παρακολουθώ… live (μαζί με κορυφαία στελέχη του κόμματος, παρακαλώ) τη διάσπαση του ΚΚΕ. Την είδηση της διάσπασης εννοώ, βέβαια, συνοδευόμενη από το αυστηρά κατευθυνόμενο, όπως καταλαβαίνετε, ρεπορτάζ της περίφημης 12ης Ολομέλειας.

Περιττό να σας πω ότι αυτό το ιστορικό «ρεπορτάζ» δεν ήταν παρά ένας λίβελος διάσπαρτος ακραίων πολιτικών ύβρεων (του τύπου «οι προδότες», «οι φραξιονιστές», «οι ρεφορμιστές», «οι αντικομμουνιστές» «οι υπονομευτές»), εκτοξευμένος από τη μισή ηγεσία του ΚΚΕ (το «γραφείο εξωτερικού») κατά της άλλης μισής (του «γραφείου εσωτερικού»)। Ακόμα πιο περιττό, να σας θυμίσω το τείχος της μισαλλοδοξίας που ορθώθηκε μετά τη διάσπαση μεταξύ των πάλαι ποτέ συντρόφων (στη ζωή και στο θάνατο!) του ΚΚΕ «εσωτερικού» και του ΚΚΕ «εξωτερικού». Που, ακόμα και σήμερα, χωρίζει το ΚΚΕ από την ανανεωτική αριστερά.

Στο προκείμενο τώρα: Οι ύβρεις, οι συκοφαντίες, οι ρετσινιές, που εκτοξεύονται αυτές τις μέρες από την πλευρά του Γιώργου (πώς να την πω αλλιώς, παράταξη; πτέρυγα;) κατά της πλευράς του Ευάγγελου και τούμπαλιν, αρχίζουν να… υπερβαίνουν το επίπεδο πολιτικού πολιτισμού (!) που επικρατούσε κατά την διάσπαση του ΚΚΕ। Αλλά, πέραν αυτού, υψώνεται ένα τείχος μισαλλοδοξίας (σαν κι αυτό που χώρισε τους κομμουνιστές μετά τη διάσπαση) που χωρίζει ήδη στα δύο τον πυρήνα των μελών και στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Δεν λέω τίποτα. Απλά, βλέπω σφαγές…

Νίκος Τσαγκρής

21 Οκτωβρίου 2007

Σε στιλ Χίλαρι Κλίντον

«Έξι νέα όργανα πρότεινε ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Να δούμε τώρα πόσα θα προτείνει ο Γιώργος για να τον ταπώσει…» Είναι ένα σχόλιο που αλίευσα στο διαδίκτυο, ανάμεσα στα εκατοντάδες σχόλια των blogers για το πολιτικό σόου που, εντελώς δωρεάν, προσφέρει η διασπασμένη ηγεσία του μετεκλογικού ΠΑΣΟΚ στις Ελληνίδες και τους Έλληνες.

Το παραθέτω επειδή το θεωρώ αντιπροσωπευτικό δείγμα της πολιτικής ποιότητας που εκπέμπει αυτό το σόου, αυτή η δημόσια αντιπαράθεση (για να το πούμε πιο ευγενικά) των τριών υποψηφίων προέδρων και των εξαπτέρυγών τους: μια πολιτική ποιότητα με περίσσευμα ποσοτικών και έλλειμμα ποιοτικών χαρακτηριστικών। Πιο… σουρεαλιστικά, μια ποιότητα ποσοτική…


Αυτή η εικόνα, αυτή η προβολή πολιτικών ποσοτήτων (και όχι πολιτικών ποιοτήτων) είναι πρωτοφανής για τα ελληνικά πολιτικά δεδομένα. Επειδή δεν περιγράφει (μόνο) κάποια συμπτωματική ποιότητα πολιτικών πραγμάτων, μια παρακμιακή, ας πούμε, κομματική κατάσταση με φθαρμένες ιδέες και πρόσωπα. Αλλά, μια πρωτόγνωρη για την ελληνική κουλτούρα (και για την ευρωπαϊκή, αν εξαιρέσουμε την πρόσφατη διαδικασία εκλογής προέδρου του ιταλικού Δημοκρατικού Κόμματος) πολιτική λειτουργία. Που μεταβάλλει την, παραδοσιακά, εσωκομματική διαδικασία εκλογής προέδρου ενός ευρωπαϊκού κόμματος (εκλογή με πολιτικά και ιδεολογικά κριτήρια, μέσα από ένα συνέδριο αντιπροσώπων των πιστοποιημένων μελών του κόμματος) σε ένα δημόσιο σόου κατά τα αμερικανικά πρότυπα.

Έτσι, παρακολουθούμε κατάπληκτοι, εμείς οι… παραδοσιακοί, τους τρεις υποψήφιους προέδρους του ΠΑΣΟΚ να συμπεριφέρονται σαν Αμερικανοί γερουσιαστές που διεκδικούν το χρίσμα του δημοκρατικού, να πούμε, κόμματος: να έχουν στήσει προσωπικούς εκλογικούς μηχανισμούς πλήρεις, επαγγελματικούς. Με τους πολιτικούς και επικοινωνιακούς συμβούλους τους, με τις εταιρείες δημοσκοπήσεών τους, με τα όλα τους. Και να παίρνουν σβάρνα τις επαρχιακές περιφέρειες, όπως οι Αμερικανοί γερουσιαστές τις πολιτείες των ΗΠΑ: με την συνοδεία οπαδικών «στρατών», να τα ρίχνουν άγρια ο ένας στον άλλο, σε ταρατατζούμ εκδηλώσεις και συγκεντρώσεις από πόλη σε πόλη. Τα μόνα που λείπουν είναι οι φιλαρμονικές, οι τσιρ-λίντερς, οι σημαίες με τις φωτογραφίες του Γιώργου, του Ευάγγελου και του Κώστα (γιατί, άραγε, τους βάζουμε όλοι μ’ αυτή τη σειρά;) και αυτές οι τεράστιες κονκάρδες με τον φιόγκο να κρέμεται από κάτω.

Ασφαλώς πολλοί θα μιλήσουν για έξαρση δημοκρατικότητας, για πολιτική εξωστρέφεια, ακόμα και για…άμεση Δημοκρατία. Ένας άλλος μπορεί να ξανααρθρώσει εκείνο το… «συμμετοχική Δημοκρατία». Προσωπικά, μίλησα ήδη για μια παρακμιακή πολιτική κατάσταση που τοποθετεί την πολιτική ποσότητα στη θέση της παραδοσιακής ευρωπαϊκής πολιτικής ποιότητας: ένα σόου στη θέση μιας πολιτικής διαδικασίας. Σαν τα σόου που γεννούν πρόεδρους και πολιτικές τύπου Νίξον και Κάρτερ και Ρέιγκαν και Μπους.

Νίκος Τσαγκρής

16 Οκτωβρίου 2007

Η αυτοκριτική του Γιώργου

Να λοιπόν που η περίφημη αυτοκριτική του Γιώργου Παπανδρέου έγινε! Κατόπιν εορτής αλλά, έγινε! Και, απ’ ότι φάνηκε και στα γκάλοπ, έπιασε τόπο: τώρα, για ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ (και όχι μόνον αυτών) ο Γιώργος υπήρξε εξιλαστήριο θύμα του Σημιτικού εκσυγχρονισμού και, δέχτηκε το δαχτυλίδι του μαρτυρίου (!) θυσιαζόμενος υπέρ κομματικών βωμών και εστιών! Για να αποδειχτεί κάτι που, εδώ και χρόνια, έχω γράψει: η αυτοκριτική των πολιτικών μοιάζει με την εξομολόγηση στη Θρησκεία. Όπως η εξομολόγηση εξασφαλίζει την παραμονή του θρησκευόμενου στους κόλπους της Εκκλησίας, έτσι και η αυτοκριτική εξασφαλίζει την παραμονή του πολιτικού στους κόλπους της πολιτικής...

Αρκεί όμως η αυτοκριτική για να εξασφαλίσει την παραμονή του Γιώργου, όχι απλώς στους κόλπους της πολιτικής αλλά, στους κόλπους της προεδρίας του ΠΑΣΟΚ; Ελπίζω όχι. Γενικότερα, ένας πολιτικός ηγέτης, ένα καθεστώς, δεν μπορούν να «κλείνουν» τους λογαριασμούς τους με μια αυτοκριτική. Δεν πάνε έτσι μπροστά, σε περίπτωση δυστυχίας. Μεταφέρουν τη δυστυχία τους στον μαυροπίνακα. Δεν συντελούν στο να προληφθεί κανένα κατοπινό ατύχημα. Γιατί; Διότι, όπως και η κακολογία, έτσι και η αυτοκριτική θρέφεται από το παρελθόν και, προπαντός, δεν της γυρεύει κανείς να περιγράψει το μέλλον…

Νίκος Τσαγκρής

10 Οκτωβρίου 2007

Ο αξεθώριαστος επαναστάτης


Ξυριζόσουν στους «λουτήρες» (ένα υπόστεγο μπαζανέμι ελεεινό και τρισάθλιο) του παραρτήματος των φυλακών Αβέρωφ. Μπήκε και σε πλησίασε, βαρύς και κάτωχρος, ο Ανέστης Σουβατζόγλου, φίλος γκαρδιακός από τους Λαμπράκηδες. «Τι συμβαίνει;», ρώτησες ανήσυχος. «Δεν το πιστεύω...», προλόγισε και συνέχισε: «Είπαν στις ειδήσεις ότι φάγανε τον Τσε. Αλλά σίγουρα είναι αμερικάνικη προπαγάνδα!» -10 Οκτωβρίου 1967...

Τέσσερα χρόνια μετά, χειμώνας του '71, νιόπαντρος σε δυαράκι του Παγκρατίου, εισέβαλαν, περασμένα μεσάνυχτα και τσακιρωμένοι, οι άλλοι δύο της αξεχώριστης τριάδας, ο Αλέκος Αργυροκαστρίτης και ο Αντώνης Ταβάνης- μονίμως παρόντες πια στο ανθεστήριο της μνήμης. Είχαν μαζί τους -πιο σωστά, έσερναν...- έναν προπολεμικό ρεμπέτη, τον Βασίλη Ξενάκη, ταπωμένο ίσαμε τα μπατζάκια του τριμμένου παντελονιού του. Κουβαλούσε ένα αρχαίο τρίχορδο που το έφερνε γύρα -ζητιανόξυλο- στα κουτούκια των Αμπελοκήπων και το έγδερνε βγάζοντας μια περίληψη -δεν χρειαζόταν περισσότερο- από τραγούδι και χαρτζιλίκι. «Τι ωραίος Χριστός είν' αυτός, ρε μόρτες!», αναφώνησε, μόλις κάθησε και αντίκρισε στον τοίχο το πορτραίτο του νεκρού Τσε, όπως το είχε ανατυπώσει και μεγεθύνει στο φωτογραφείο του ο Αλέκος. Σκηνή αξεθώριαστη: να φεύγουν οι τρεις ξημερώματα, με τον Ξενάκη στη μέση να βαστά στη μία μασχάλη το μπουζούκι και στην άλλη, το πορτραίτο του Τσε...

Ετσι τους θέλαμε τότε -τους φυλάμε ακόμα- τους επαναστάτες: αδιάψευστους, ονειρώδεις, αξεθώριαστους, να παίρνουν κάτι από το φόβο, τη δειλία μας και να το κάνουν θάρρος, γενναιότητα. Σε μια στιγμή κρίνονται όλα: εκεί που ελκόμενος από μαγνήτες ανεξιχνίαστους -δεν μπορείς, σκύβεις και λες «ναι» ή που μπορείς, ορθώνεσαι και λες «όχι»- 9 Οκτωβρίου 1967-2007...

Πέτρος Μανταίος

6 Οκτωβρίου 2007

Κοροιδεύουν την κοινωνία

«Ποιος είναι ο καταλληλότερος ηγέτης για το ΠΑΣΟΚ;» Το ερώτημα που, μετά τις εκλογές, απασχολεί καθημερινά το ελληνικό πολιτικό σύμπαν είναι ένα ερώτημα περιττό, αφού από την πλειονότητα των μελών και ψηφοφόρων του κόμματος έχει απαντηθεί: καταλληλότερος ηγέτης για το ΠΑΣΟΚ θα ήταν ο «αριστερότερος», αυτός που θα ταίριαζε περισσότερο στο ΣΟ (σοσιαλιστικό) του ΠΑΣΟΚ.

Αλλά το ΠΑΣΟΚ, εδώ και πολλά χρόνια, δεν ενδιαφέρεται να είναι σοσιαλιστικό. Πρώτα απ’ όλα, είναι κόμμα εξουσίας και αυτή η προτεραιότητα περιορίζει τα όρια της πολιτικής και ιδεολογικής αυτονομίας του. Και καθορίζει τα βασικά χαρακτηριστικά του. Την πολιτική φυσιογνωμία του, τις πολιτικές επιλογές και το κυβερνητικό του πρόγραμμα, το προφίλ του ηγέτη. Που πρέπει να είναι συμβατά με το – νεοφιλελεύθερου χαρακτήρα– ευρωπαϊκό και διεθνές, οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον, προκειμένου να διατηρείται ανοιχτή η πρόσβαση στην κυβερνητική εξουσία.

Από την εποχή του Σημίτη και εντεύθεν, αυτή η ανάγκη εγκλωβίζει το κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ και την ηγεσία του σε μια εκούσια κεντροδεξιά πολιτική «ομηρία», που συνιστά απαγορευτική κάθε αριστερή στροφή. Αυτή την «ομηρία», εθελουσίως υφίστανται (προκειμένου να κυβερνήσουν) τα περισσότερα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Και βέβαια, οι τρεις μνηστήρες της προεδρίας και φερέλπιδες πρωθυπουργοί, ο Γιώργος, ο Ευάγγελος και ο Κώστας. Οι οποίοι κοροϊδεύουν την κοινωνία του ΠΑΣΟΚ και την κοινωνία εν γένει, όταν επαγγέλλονται (και οι τρεις το κάνουν) αριστερή στροφή.

Ε, λοιπόν, καταλληλότερος για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ είναι όποιος… το κάνει λιγότερο. Όποιος, δηλαδή, παίζει λιγότερο τον αριστερό. Μόνο και μόνο, επειδή κοροϊδεύει λιγότερο την κοινωνία του ΠΑΣΟΚ. Και την κοινωνία εν γένει.
Νίκος Τσαγκρής