29 Νοεμβρίου 2007

Δυσμαθείς και ανάλγητοι

Να το πάμε ακόμη μια φορά από την αρχή: μας κυβερνούν (και δεν εννοώ μονάχα την κυβέρνηση) άνθρωποι χυδαίοι, αμόρφωτοι, ταπεινότατων αισθημάτων άνθρωποι, ανδράρια και γύναια χθαμαλής ποιότητας. Μας κυβερνούν όντα που είναι αποκυήματα της πολλαπλής δυσπλασίας (η οποία συνιστά και τη δυστυχία της) από την οποία προέκυψε το ελληνικό κράτος και ο καινοφανής (ου μην αλλά και κενός) ελληνικός λαός. Ένας λαός όχι μόνο ή κυρίως όχι μόνο χωρίς ιστορικό περιεχόμενο πλην εκείνου του εμβαλωματικού για να συμπληρωθεί όπως - όπως το κενό στην ιστορία των εθνικών κρατών του 19ου αιώνα, με τα αιμοσταγή συμπαρομαρτούντα κατά τη διάρκεια του 20ού, αλλά κυρίως ένας λαός χωρίς ιστορικό αντικείμενο μέσα στην τερατωδώς πολύπλοκη πλημμυρίδα ενός κόσμου που άλλαξε άρδην πολλές φορές κατά τη διάρκεια αυτών των δύο τελευταίων αιώνων πριν από τον 21ο.

Και η Ελλάς επί δύο αιώνες αποτυγχάνει. Διαρκώς. Μια υπόθεση που πίστεψαν έντιμα μυαλά και επίκαιρα έως θανάτου σώματα, απέτυχε. Διά της σπατάλης. Ιστορικής, κοινωνικής και οποιαδήποτε άλλης. Διότι η Ελλάδα κατασκευάσθηκε (πράγμα διόλου κακό, συμβαίνει σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη με διάφορους τρόπους κατά περίπτωση, σε ένα πλέγμα που μπροστά του ο γόρδιος δεσμός μοιάζει με παιδικό παιχνίδι), και αντί να προχωρήσει ώστε να αποκτήσει περιεχόμενο, σπατάλησε ακόμη και την ιδεοληπτική σκευή της, αγριεύτηκε από ανθρώπους ανάξιους και άξεστους που αντί να εισχωρήσουν στο άγνωστο κατέφυγαν στο επίπλαστα γνωστό και έτσι από κατάντια σε κατάντια, από τραγωδία σε τραγωδία φτάσαμε στο σημερινό χυδαίο τίποτα που αν το αναλογιστεί κανείς είναι για αυτοκτονία (τρόπος του λέγειν).

Η Ελλάδα δεν υφίσταται. Δεν υπάρχει. Και δεν είναι πια εφεύρημα της φαντασίας της. Είναι αποκύημα της ιστορικής της χυδαιότητας απ' όπου ο καθένας (σύστημα, ομάδα, οικονομική διάσταση, ατομική οντότητα) άρπαξε ό,τι πρόλαβε, το εγκατέστησε στον τόπο και αυτό το συνονθύλευμα το προβάλλει ως συντεταγμένη κρατική υπόσταση, διαθέτουσα λαό, έδαφος, εξουσία. Ψέματα. Τίποτα δεν υπάρχει. Χυδαίοι ομνύουν για τη σημαία, χυδαίοι ομνύουν για τον τόπο, χυδαίοι ομνύουν για τη θρησκεία. Δυσμαθείς και ανάλγητοι ομιλούν. Θρασύστομοι επιτίθενται και αργυρώνητοι εξηγούν τα θέσφατα. Και τα εξηγούν σε έναν λαό πρόθυμο να πιστέψει τους θρασύστομους, τους αργυρώνητους, τους χυδαίους, τους τιποτένιους, τα ανδράρια και τα γύναια της κάθε λογής εξουσίας. Και είναι πρόθυμος ο λαός να τους πιστέψει γιατί είναι σάρκα από τη σάρκα του. Αληθώς. Τομάρια που πρόδωσαν, κτήνη που έβγαλαν κέρδη από την προδοσία, μαυροφορεμένα γουρούνια που πούλησαν τη θεία κοινωνία σε κάθε κατακτητή και απάνθρωπες γραβάτες που ξέσκισαν και ξεσκίζουν κάθε έννοια κοινού κτήματος της δημοκρατίας προς ίδιον όφελος, όλοι αυτοί λατρεύτηκαν.

Αλλά για να λατρευτούν όλοι αυτοί, σημαίνει, ότι τους λατρεύουν δούλοι. Η παινεμένη, αποενοχοποιημένη λατρευτή πλειοψηφία. Αυτή η χρυσοτόκος όρνις που γεννάει τα χρυσά αυγά του τίποτα. Τα χρυσά αυγά ενός χρήματος που δεν είναι των ανθρώπων αλλά ωστόσο μέσα στο στρεβλό μπορεί να καταβάλει τους ανθρώπους. Ζωοδούν, φρικωδούν, ανασκολοπίζουν, κλέβουν, σκοτώνουν ζωές και όμως! Όλα είναι φυσιολογικά. Φτύνουν και λέμε ότι βρέχει. Κλέβουν και λέμε ότι ο θόρυβος της κλοπής είναι ψαλμωδία. Λοιδορούν και ξεσκίζουν (κάποτε την έστησαν και στον τοίχο του εκτελεστικού αποσπάσματος) όποια ελπίδα πάει να γεννηθεί κι εμείς ψάχνουμε να βρούμε το ποσοστό της αλήθειας τους. Το ποσοστό της αλήθειας τους. Το ποσοστό των τεράτων. Που όπως είπαμε προέκυψαν από την πολλαπλή τερατογένεση που λέγεται Ελλάδα.

Καθαρά πράγματα: δεν υπάρχει σήμερα επώνυμη οικογένεια στην Ελλάδα με οποιασδήποτε μορφής εξουσία (κυβερνητική ή άλλη) που να μην είναι προϊόν τερατουργίας. Προϊόν τερατώδους νομιμότητας η οποία οδήγησε και οδηγεί τον τόπο Ελλάδα στον χαμό. Οι άνθρωποι λοιπόν που συμμετέχουν στην άσκηση αυτής της πολυπλόκαμης εξουσίας, μαζί με τον ακατάσχετο και πολυπλόκαμο εσμό που τους υποστηρίζει είναι τέρατα ασημαντότητας και αρπαγής. Και να εξηγούμαστε: το πράγμα δεν τελειώνει με τα δύο κόμματα εξουσίας, ούτε με τους βαρείς υποστηρικτές τους. Έχει διαχυθεί παντού, σε μια κραυγαλέα ομερτά της απάτης. Καθαρά πράγματα: τα πάντα είναι προδομένα. Όλοι οι θεσμοί είναι μη αντιστρέψιμα διαβρωμένοι, και η συζήτηση, δείγματος χάριν, επί του ασφαλιστικού, ένα απλό σφαγείο.

Εδώ ο πρωθυπουργός είναι γιος του πατέρα του και ανιψιός του θείου του εν θριάμβω κι εσύ μου λες... Ο Ρουσόπουλος και ο Μαγγίνας μας μάρανε. Σαν να λέμε ο Ρέππας και ο Πρωτόπαπας. Σαν να λέμε ο "Ακτωρ" της ΔΟΛιας Ελλάδας. Και στην επιφάνεια το Μητσοτακέικο. Και στην ακτή η θάλασσα να ξεβράζει πτώματα αγαλμάτων. Υπάρχει κανένας για να τα δει; Υπάρχει. Οι αρχαιοκάπηλοι. Επειδή η Ελλάδα είναι απλώς εμπόρευμα. Φτηνό. Που εμπορεύεται το ίδιο της το άγαλμα. Το μόνο σταθερό της σημείο.


Κώστας Καναβούρης

25 Νοεμβρίου 2007

Από την Θάτσερ στον Κωστάκη

Η έκφραση «θα γίνει της Γαλλίας» γεμίζει τον ελληνικό κοινωνικοπολιτικό “αέρα” αυτές τις μέρες. «Θα γίνει της Γαλλίας», που σημαίνει θα βγει στους δρόμους το πόπολο, έρχεται κοινωνική αναταραχή, έρχονται απεργίες, διαδηλώσεις, εξεγέρσεις. Όπως στη Γαλλία.
-Και γιατί στην Ελλάδα όπως στην Γαλλία, παρακαλώ;
-Διότι, όπως στη Γαλλία έχουν τον Σαρκοζί, έτσι κι εμείς έχουμε τον Κωστάκη: Κωστάκης α λα Σαρκοζί. Αποφασισμένος να επιβάλλει τις μεταρρυθμίσεις ο Γάλλος, κολλημένος με τις “μεταρρυθμίσεις” και ο δικός μας… Κάπως έτσι τα βλέπει ο κοσμάκης. Και, «θα γίνει της Γαλλίας»…

Φυσικά και θα …γίνει της Γαλλίας. Και της Γαλλίας και της Αργεντινής θα γίνει. Το θέμα είναι να μη γίνει της Αγγλίας. Θα μου πείτε, τι δουλειά έχει η Αγγλία; Θα σας πω: αυτή η ιστορία με τους δικούς μας… μεταρρυθμιστές, μου θυμίζει την πιλοτική εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη. Είκοσι χρόνια πριν, στα μέσα της δεκαετίας του ’80, τότε που γινόταν «της Αγγλίας». Από τη μια η Αγγλίδα ιέρεια του νεοφιλελευθερισμού, η «σιδηρά κυρία», η Μάργκαρετ Θάτσερ. Και από την άλλη οι Βρετανοί ανθρακωρύχοι με την χαλύβδινη συνδικαλιστική ηγεσία τους. Η σύγκρουση μετωπική, αδυσώπητη, αλλά στο τέλος τα οδοφράγματα των ανθρακωρύχων έπεσαν, η «σιδηρά κυρία»… μεταρρύθμισε (εξόντωσε, στην κυριολεξία) τους ανθρακωρύχους.

Ήταν η εποχή που η… μεταρρυθμίστρια Θάτσερ έκανε ένα εξαιρετικό δίδυμο με τον διαπλανητικό… μεταρρυθμιστή Ρόναλντ Ρήγκαν. Εμείς είχαμε τον «σοσιαλισμό» του Ανδρέα, μα (για ιστορικούς μόνο λόγους) θυμίζω ότι τότε ακριβώς ξετσούμισε ο… μεταρρυθμιστής Σημίτης. Ο οποίος, θυμάστε, από τότε ήθελε να μεταρρυθμίσει την οικονομία (και την σοσιαλδημοκρατία, εν γένει) κατά τα πρότυπα της Θάτσερ. Το έκανε δέκα χρόνια αργότερα, σε ένα εξαιρετικό δίδυμο με τον Γάλλο ομοϊδεάτη του, τον (πώς να τους πούμε τώρα αυτούς; σοσιαλφιλελεύθερους;) Λιονέλ Ζοσπέν. Τώρα έχουμε ένα ακόμα ελληνογαλλικό δίδυμο… μεταρρυθμιστών. Πιο straight αυτή τη φορά, πιο κανονικά φιλελεύθερο: το δίδυμο των Σαρκοζί-Κωστάκη.

Αλλά γιατί πιο straight, γιατί πιο δεξιοί, γιατί πιο κανονικοί φιλελεύθεροι οι Σαρκοζί και Κωστάκης από τους Ζοσπέν και Σημίτη; Όχι, αν αφαιρέσουμε τις ιδεολογικές σφραγίδες, αυτό που προκύπτει είναι μια απλή αλλαγή φρουράς στο στρατόπεδο των ευρωπαίων… μεταρρυθμιστών: Από την Θάτσερ ως τον Μπλερ, από τον Ζοσπέν ως τον Σαρκοζί, από τον Σημίτη ως τον Κωστάκη, μια διαρκής σταυροφορία ρυθμίσεων και μεταρρυθμίσεων στην ίδια, νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Υπέρ της οικονομικής ολιγαρχίας, κατά της κοινωνίας των εργαζομένων.

«Ποια κοινωνία; Ποιοι εργαζόμενοι; Δεν υπάρχουν τέτοια πράγματα…», μοιάζουν να λένε Σαρκοζί και Κώστας, όπως έλεγε τριάντα χρόνια πριν η Θάτσερ. Ε, δεν είναι φυσικό να γίνει «της Γαλλίας»;

Νίκος Τσαγκρής

21 Νοεμβρίου 2007

Οι χορευτές της απογνώσεως


Ίσως να μιλούσαμε για τη χορογραφία της απόγνωσης στο κέντρο της πόλης; Να μιλούσαμε μήπως για μια performance της απελπισίας που φεύγει κι έρχεται μπροστά στα μάτια του ανώνυμου πλήθους, αν βέβαια η μάζα έχει μάτια ώστε συνακολούθως θα έπρεπε ως αποτέλεσμα να έχει και ψυχή, πράγμα το οποίον δεν φαίνεται να συμβαίνει; Να μιλούσαμε επίσης για μια συντεταγμένη και σαφώς ευδιάκριτη (άρα και η σημασία της ευδιάκριτη) κίνηση της ανωνυμίας μέσα στην ανωνυμία, να μιλούσαμε δηλαδή για την απόδειξη του αναπόδεικτου μέσα από την αγωνία των ανθρώπων; Να μιλούσαμε για τον παφλασμό της σιωπής μέσα στην άγρια κίνηση του δρόμου, εκείνο τον παφλασμό μιας ματαιωμένης επανάστασης που δεν ξεκίνησε ποτέ διότι το πένθος ήταν μεγαλύτερο από την ανάγκη της; Να μιλούσαμε. Και να σιωπούσαμε επίσης. Και να βλέπαμε το ξαφνικό να αναδύεται, να αναμένει, να αναμέλπει και να αναμέλπεται, να έρχεται τρέχοντας να στέκεται χαμογελώντας όπως ο χρησμός του Ηνίοχου στο Μαντείο των Δελφών κι ύστερα πάλι βιαστικά να εξατμίζεται χωρίς κραυγή αλλά όπως μαχαιριά, στο ασήμι του πεζοδρομίου, στο ασήμι μια παλαιότατης βροχής που κι αυτή δεν ήξερε τον εαυτό της.

Αν ήμουν χορογράφος θα μελετούσα τις κινήσεις τους. Αν ήμουν χορευτής θα ακολουθούσα τα βήματά τους μέχρι να τα μάθω. Αν ήμουν ενδυματολόγος θα κρατούσα το κάθε στοιχείο και στοιχειό της ένδυσής τους και προπαντός εκείνους τους μεγάλους λευκούς μπόγους που τους φορτώνονται στην πλάτη και τρέχουν όταν τους κυνηγάει -όποτε της καπνίσει- η αστυνομία λες και τους κυνηγάει το μεγάλο ανήμερο θηρίο του εφιάλτη τους. Αν ήμουν γλύπτης θα μελετούσα την ακινησία τους στις παρόδους και στους παράδρομους των κεντρικών δρόμων, μια ακινησία κλασικής ποιότητας που μόνο η απόγνωση και η απελπισία προκαλούν: μια ακινησία Ερμή, φτιαγμένη από τον Πραξιτέλη, δηλαδή ακαριαία ακινησία~ ακινησία που αφουγκράζεται τον κίνδυνο: Έχουν ήδη κυνηγηθεί. Για αιώνες. Για χρόνια. Για εποχές. Για μήνες. Για ώρες. Για λεπτά. Για δευτερόλεπτα. Αυτό το δευτερόλεπτο. Τώρα. Δεν υπάρχει αργότερα. Τώρα. Μόνο τώρα. Ένα δευτερόλεπτο ή το κλάσμα του πριν ο σκληρός αφέτης δώσει και πάλι το σύνθημα του κυνηγιού. Κι όμως τώρα, ελάχιστα πριν, ο θίασος των κυνηγημένων ξεκουράζεται. Θα κινηθεί ακαρεί. Όμως τώρα ξεκουράζεται και σκέπτεται ο θίασος της απελπισίας και της απόγνωσης, ακαρεί. Ένας ανώνυμος πόλεμος με τους πολεμιστές του γεμάτους από πολεμοφόδια. Ξέρουν ότι ο εχθρός είναι ταπεινός. Ξέρουν ότι θα νικήσουν. Αλλά με νόημα της νίκης εντελώς διαφορετικό απ' ό,τι ο ταπεινός εχθρός τους δίνει στη νίκη.

Μιμήσεις πολυτελούς ψευδότητας. Μιμήσεις άγνοιας. Ήθος της απογνώσεως. Ρήμα πάντοτε στον ενεστώτα, αφού κι η κάθε παράσταση στον ενεστώτα συμβαίνει. Τα υπόλοιπα του παρελθόντος και του μέλλοντος, απλώς να διηγείται. Γι' αυτή την παράσταση μιλώ. Που αν ήμουνα ο σκηνογράφος της θα έπρεπε να ξαναβαπτισθώ στο χάος ώσπου να μπορέσω να ξαναβρώ το μέγεθος της πόλης ώστε να ξαναβρώ το μέγεθος των ανθρώπων της. Και στο μεταξύ ο θίασος κινείται. Συντεταγμένος πάντοτε. Όλοι μαζί. Χορός. Στο πιο αμίλητο τραγούδι που άκουσα ποτέ. Στην πιο παγκόσμια γλώσσα: εκείνη της ανεπίδοτης ανθρωπιάς που γίνεται γάγγραινα και πάει την εξέγερση είτε από την υποταγή στο έγκλημα, είτε από το πουθενά στο τίποτα. Σε σπάνιες μόνο περιπτώσεις -κι αυτό για λίγο- σε άνθη της Κρονστάνδης και της Καρχηδόνας. Απλά μαθηματικά της ύπαρξης είναι αυτά. Μουσικές αγαλμάτων, σημαίες του χαμόγελου μιας Αφροδίτης που έμειναν χρόνια στον βυθό κι απέκτησε τη σημασία της.

Ένα πένθος χορού είναι αυτοί οι άνθρωποι στο κέντρο της Αθήνας. Γιατί χορεύουνε τα μαθηματικά τους με μια μουσική που μόνο οι ίδιοι ακούνε. Αυτοί και κάτι παραπεταμένοι και ασήμαντοι (ανώνυμοι) της εργασίας που οι άλλοι τους περιφρονούν. Ένα απόβραδο -δεν πάει πολύς καιρός- ένα περιφρονημένο, βρεγμένο, τυχαίο, ανεμάρτιστο φαινομενικά απόβραδο του Νοεμβρίου, ένα καυτό απόβραδο, έχει σταματήσει μέσα στην Ερμού αυτοκίνητο της Δημοτικής Αστυνομίας, ο δρόμος κενός, έχει κατέβει ο μπάτσος της δημοτικής αστυνομίας και ουρλιάζει προς τον θίασο εκείνου του απόβραδου: Τώωωωρα τα πήραααα, τώωωρα τα πήρααα θα σας αυτό... θα σας εκείνο.... Κι εκείνοι γελώντας καμώνονται πως τρέχουν, βράδυ, οι άσπροι μπόγοι, πλάτες, καθημαγμένη πολυτέλεια, θίασος χορευτών που δεν θα πάρει μέρος σε καμιά τελετή έναρξης Ολυμπιάδας. Η κίνησίς του δεν θα αναλυθεί αισθητικώς. Κι όμως. Αυτός ο μπάτσος που ερμήνευε την χάριν... Αυτά τα χαμόγελα. Το τρέξιμο. Το άφημα. Τα λεπτά μαύρα δάκτυλα στο λευκό πανί μιας ανεκλάλητης αποκαθηλώσεως του κόσμου. Αυτά όλα. Ο χορός. Αυτή η τελετή της εξαγνίσεως. Τρέχει αίμα. Λάλον ύδωρ. Πίνουνε οι χορευτές της απογνώσεως και της απελπισίας και χορεύουνε τα μαθηματικά της μουσικής τους σιωπής. Συμβαίνει. Κάθε μέρα. Δεν θα το βρείτε στο Διαδίκτυο. Γιατί όπως λέει και ο φίλος μου ο μαθηματικός (εκ των κορυφαίων διεθνώς) Δημήτρης Θηλυκός, "μεγάλα μαθηματικά χωρίς απόγνωση και χωρίς απελπισία, δεν γίνονται". Και δεν ξέρω πως, αλλά αυτή του η φράση μου ταίριαζε με μια φράση - τίτλο του Νίκου Καρούζου καθώς έβλεπε τον ακίνητο θίασο των μαύρων πωλητών να αναμένει τον αφέντη, με τους άσπρους μπόγους έτοιμους στην οδό Βουκουρεστίου: "Λογική μεγάλου σχήματος".

Κώστας Καναβούρης

16 Νοεμβρίου 2007

Η ελευθερία των εξεγερμένων

"Σε αστυνομικό κλοιό με 7500 αστυνομικούς, 11
εισαγγελείς και τις πρυτανικές αρχές επί ποδός
πολέμου θα βρίσκεται το Σάββατο η πρωτεύουσα για τον
εορτασμό του Πολυτεχνείου …" (ΤΑ ΝΕΑ, Τρίτη, 13/11/2007)

Κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες, μια παρόμοια είδηση παίρνει τη θέση της στον Τύπο. Η«είδηση» είναι, πια, τόσο συνηθισμένη που δεν αποτελεί είδηση. Ωστόσο, από μια ψυχαναλυτική, τρόπον τινά, θεώρηση της κοινωνίας μας είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είδηση: Γιατί σε «αστυνομικό κλοιό»; Προς τι τα δρακόντεια μέτρα; Γιατί χρειάζεται περιφρούρηση η στοιχειώδης πολιτική ελευθερία μερικών χιλιάδων πολιτών που θεωρούν (ακόμα!) ως υποχρέωσή τους τη συμμετοχή στις εκδηλώσεις μνήμης του Πολυτεχνείου; Πόσο ελεύθερη είναι μια πολιτική ελευθερία που χρειάζεται, αστυνομική περιφρούρηση; Ποιά είναι η ποιότητα της πολιτικής ελευθερίας που βιώνουμε σήμερα σε σχέση με την ελευθερία που διεκδικούσαμε τότε, στο Πολυτεχνείο;

Όσοι έζησαν από μέσα την εξέγερση του Πολυτεχνείου μόνο γνωρίζουν ότι η ελευθερία που διεκδικούσαν ήταν μια ελευθερία δίχως όρια! Στην ουσία, τα «παιδιά του Πολυτεχνείου» γνώριζαν ότι η ελευθερία που διεκδικούσαν δεν υπήρχε πουθενά, παρά μόνο εντός του Πολυτεχνείου! Ήταν η ελευθερία που βίωναν, από στιγμή σε στιγμή, από ώρα σε ώρα, από μέρα σε νύχτα και από νύχτα σε μέρα, τα λίγα εικοσιτετράωρα που κράτησε η εξέγερσή τους: ήταν η ελευθερία της εξέγερσης! Η ελευθερία του εξεγερμένου!..

Κατά τα λοιπά, συνειδητά ή υποσυνείδητα, τα «παιδιά του Πολυτεχνείου», όπως και όλα τα παιδιά που εξεγείρονται διεκδικώντας ελευθερία, γνωρίζουν ότι δεν είναι κανείς, δεν μπορεί πια κανείς να είναι, σκέτα ελεύθερος. Είναι ελεύθερος από… Ελεύθερος από κάτι. Ελεύθερος από κάτι, από κάποια, απ' όλα εκείνα τα χιλιάδες καταναγκαστικά που συναντά ο άνθρωπος από τη στιγμή που γεννιέται και καλείται να ζήσει.
Στην πραγματικότητα ο άνθρωπος γεννιέται σε συνθήκες δουλείας και καλείται από τη στιγμή της γέννησής του να επιδίδεται σε διαδοχικές «εξεγέρσεις», προκειμένου να νοιώσει ελεύθερος από κάτι και από κάτι άλλο, κι από κάτι άλλο ...

Στο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, η ελευθερία ήταν και είναι μια παραδρομή της εξουσίας. Εκεί όπου υπάρχει, υπάρχει χάρη σε ένα κενό εξουσίας. Εν τέλει, στις μέρες μας, η πολιτική ελευθερία είναι μια μακρά, συγκινητική μεν, άτυχη δε περιπέτεια, που συντελεί στη διαμόρφωση καταναλωτών και μακάριων θεατών της τηλεόρασης. Πολίτες που τους διαμορφώνουν τα μονοπώλια της πληροφορίας και οι νόμοι της «ανάπτυξης». Σε ορισμένους απ' αυτούς η πραγματική ελευθερία φυτοζωεί στην κατάσταση της νοσταλγίας. Σε άλλους υπάρχει σαν είδος ενός τρελού σχεδίου, που το υπερασπίζονται άγρια ενάντια στην πραγματικότητα.
Νίκος Τσαγκρής

13 Νοεμβρίου 2007

"Θυμίζει μυστικές στοές"...

Την αίθουσα της Βουλής την έχουµε όλοι δει στην τηλεόραση. Αλλά αυτοί που έχουν δικαίωµα να καθίσουν στα έδρανα είναι µόνο βουλευτές. Και η οπτική γωνία αλλάζει. Βρίσκεσαι σε ένα χώρο που έχεις µάθει να παρατηρείς απ’ έξω, και τώρα µε τα παιχνίδια των καιρών γίνεσαι κι εσύ µέρος του ντεκόρ. Αυτό που εντυπωσιάζει ένα νέο βουλευτή είναι µια βαριά τελετουργία που θυµίζει µυστικές στοές, που δεν έχει κανένα πολιτικό περιεχόµενο.

Στη Βουλή η πολιτική κρύβεται πίσω από ένα ψευδεπίγραφο πολιτικό λόγο που θέλει να είναι ναρκισσιστικός. Κάθε βουλευτής ή βουλευτίνα, ακόµα και από τα κόµµατα της Αριστεράς, θέλει να γοητεύσει. Ο κυβερνητικός λόγος θα είναι σοβαροφανής, επιτιδευµένος, τονισµένος µε ένα ποζάτο κύρος. Η µείζων Αντιπολίτευση θα είναι πάντα µια µίµηση της κυβέρνησης και θα διαφοροποιείται από µια γενικόλογη καταγγελία. Είναι µια αντικυβέρνηση στη θέση της κυβέρνησης.

Το ΚΚΕ δεν µπορεί να εκφέρει πολιτικό λόγο για τον απλούστατο λόγο πως δεν θέλει ή δεν µπορεί να κάνει πολιτική. Είναι λόγος αυτοδιαφηµιστικός, είναι το µόνο και µοναδικό πολιτικό προϊόν που µπορεί να εγγυηθεί µε συνέπεια ένα κάποιο µακρινό και ευτυχές αύριο, µε την προϋπόθεση πάντα ενός ισχυρού ΚΚΕ, που θα είναι και η αποκλειστική φωνή του λαού. Κιά του µετατρέπεται σε µαρξιστική-λενινιστική ιδεολογία, πράγµα που της δίνει ένα παράξενο µονοθεϊσµό. «Ένα είναι το κόµµα, όπως ένας είναι και ο Θεός».

Η παρουσία του ΛΑΟΣ στη Βουλή δεν επέφερε έναν πλουραλισµό στη Βουλή, όπως υποστήριξαν κάποιοι δηµοσιογράφοι, αλλά αποσαφήνισε µια βαθειά Δεξιά που εµπνέεται από τον Μεταξά και τη Χούντα, µε κάποια επικάλυψη Ζαχαριάδη και άλλα ηχηρά και αρεστά παρόµοια, φέρνοντας την πολιτική στους Βαλκανικούς Πολέµους, τότε που η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας ήταν ο πόλεµος, µε κορύφωση αυτής της πολιτικής τη Μικρασιατική Καταστροφή. Και έπρεπε να φθάσουµε σε αυτή την τραγωδία του Ελληνισµού για να καταλάβουµε πως ο πόλεµος δεν είναι εξωτερική πολιτική. Και ξέρουµε πως ο κάθε εθνικισµός έχει µέσα του τον µιλιταρισµό. Και είναι αυτό που θέλει να κρύψει το ΛΑΟΣ µε ένα λαϊκισµό που δεν έχει συνοχή και κινείται µε άλογα στοιχεία.

Μένει τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ: για λόγους δεοντολογίας δεν µπορώ να µιλήσω, παρά µόνο προσωπικά. Βρίσκω την κοινοβουλευτική του οµάδα εξαίρετη, πολιτισµένη, µε συνεκτικό πολιτικό λόγο. Και αυτό σηµαίνει πως µπορεί και επιλύει τα προβλήµατα που ανακύπτουν. Δεν νοµίζω πως τα προβλήµατα του ΣΥΡΙΖΑ είναι εδώ. Είναι στον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, που από τις «συνιστώσες» πρέπει να περάσει σε έναν ενιαίο οργανισµό, από το «εγώ» της οργάνωσης να περάσουµε στο «εµείς» των κινηµάτων. *Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Α΄ Αθηνών

Περικλής Κοροβέσης, Βουλευτής Α' Αθήνας

9 Νοεμβρίου 2007

Η ομολογία που πήγε στράφι

Αν το πολιτικό σύστημα λειτουργούσε ως σύστημα παραγωγής και εφαρμογής πολιτικών και ιδεολογικών αξιών και όχι ως σύστημα νομής της κυβερνητικής εξουσίας, ίσως αποκτούσε αξία η ομολογία του Γιώργου Παπανδρέου στην Εθνική Συνδιάσκεψη του ΠΑΣΟΚ. Η παραδοχή «κυβερνούσαμε με πλαστή σοσιαλιστική ταυτότητα». Και η γενικότερη, εν τέλει, παραδοχή ότι το «εκσυγχρονιστικό» ΠΑΣΟΚ δυσφήμισε τον σοσιαλισμό και την Αριστερά.
Σε μια υγιή πολιτική πραγματικότητα η ομολογία αυτή (από τον πρόεδρο του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος, που είναι και Πρόεδρο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς) θα έπαιρνε την μορφή καταλυτικής μαρτυρίας για τα αίτια της παρακμής και της ήττας, όχι μόνο του ΠΑΣΟΚ αλλά και της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας εν γένει, που ολοκληρώθηκε με την πτώση του… τελευταίου των εκσυγχρονιστών, Τόνι Μπλερ. Μπορεί και τη μορφή μιας διδακτικής αναδρομής…


«Είμαστε η υπεύθυνη αριστερά, η αριστερά που προσπαθεί να κάνει τα ιδανικά της πράξη», επέμενε λίγο πριν την πρωθυπουργική εκπνοή του ο Κώστας Σημίτης, ως ο αίρων… τις αμαρτίες του δικού του κυβερνητικού κόσμου, αλλά και των κυβερνήσεων Μπλερ και Σρέντερ. Και της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας εν γένει: «Είμαστε η υπεύθυνη αριστερά»! Καμιά αντίρρηση εάν δεχτούμε ότι αριστερή υπευθυνότητα είναι η τέχνη της πολιτικής προσαρμογής. Έτσι ναι, μπορούμε να δεχτούμε ως αριστερή υπευθυνότητα την προσαρμογή των κυβερνητικών επιλογών των Μπλερ - Σρέντερ - Σημίτη, στο νεοφιλελεύθερο πολιτικό περιβάλλον. Συνεχίζοντας τις στρεβλώσεις, πρέπει να δεχτούμε ότι υπεύθυνη αριστερά είναι η αριστερά που προσαρμόζεται τέλεια στις, όποιες, δοσμένες πολιτικοοικονομικές συνθήκες, προκειμένου να επιβιώσει κυβερνητικά. Να δεχτούμε, δηλαδή ότι ο οπορτουνισμός είναι το Α και το Ω μιας υπεύθυνης Αριστεράς. Και να δεχτούμε ότι η κυβερνητική «αριστερά» των Μπλερ - Σρέντερ – Σημίτη, και η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία εν γένει, υπήρξε η «υπεύθυνη ευρωπαϊκή Αριστερά», επειδή επέδειξε αξιοθαύμαστη προσαρμοστικότητα, μεταλλασσόμενη κατά συνθήκη, ακόμα και σε νεοφιλελεύθερη δεξιά, προκειμένου να επιβιώσει κυβερνητικά στο δεσπόζον διεθνές περιβάλλον του καπιταλιστικού ολοκληρωτισμού!

Αρκεί. Έχουμε ήδη το πλέον εύγλωττο σχόλιο για την αριστερή υπευθυνότητα ή τα εκσυγχρονιστικά ψεύδη. Διαλέξτε και πάρτε. Ο νυν και όπως φαίνεται …αεί πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και της Σοσιαλιστικής Διεθνούς Γιώργος Παπανδρέου διάλεξε: «Κυβερνούσαμε με πλαστή σοσιαλιστική ταυτότητα» και, «Δυσφημίσαμε τη σοσιαλδημοκρατία»… Αν το ΠΑΣΟΚ λειτουργούσε ως σύστημα παραγωγής και εφαρμογής πολιτικών και ιδεολογικών αξιών, και όχι ως σύστημα νομής της κυβερνητικής εξουσίας, η ομολογία αυτή θα το συγκλόνιζε. Και θα αποκτούσε, ίσως, κάποια διδακτική ή και αναγεννητική, για το πολιτικό παρόν και μέλλον του, αξία. Κάτι αντίστοιχο, άλλωστε, θα συνέβαινε και στο…όλον πολιτικό σύστημα. Όμως σιωπή! Πολιτική σιωπή! Η ομολογία του Γιώργου πήγε στράφι…

Νίκος Τσαγκρής

5 Νοεμβρίου 2007

Υπερβολική Χρήση Καρατζαφέρη!

Είναι καιρός να τα πούμε για αυτή την -πολιτικά επικίνδυνη- ελαφρότητα με την οποία , το τελευταίο διάστημα, περιβάλλεται ο Γιώργος Καρατζαφέρης και το κόμμα του, ο ΛΑ.Ο.Σ. Απροκάλυπτα, μιλάμε για ένα επικίνδυνο σπορ των καιρών, που εδώ θα το ονομάσουμε «υπερβολική χρήση Καρατζαφέρη». Από τη Νέα Δημοκρατία, αλλά περισσότερο από το ΠΑΣΟΚ και ακόμα περισσότερο από τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Μιλάμε, εντέλει, για το οφθαλμοφανές γεγονός ότι (και πριν και μετά τις εκλογές) και τα τρία αυτά κόμματα πολλάκις χρησιμοποίησαν ή αποπειράθηκαν να χρησιμοποιήσουν - και ακόμα χρησιμοποιούν- τον Καρατζαφέρη και το κόμμα του ως απειλή ή ως φόβητρο για το πολιτικό σύστημα, για το κοινοβούλιο, για τη Δημοκρατία: ως αίτιο και ως αιτιατό προκειμένου να επιτύχουν ψηφοθηρικούς εκβιασμούς και να στήσουν επικοινωνιακού χαρακτήρα ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα.

Το ίδιο αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι, σε όλο αυτό το διάστημα, ο τηλεοπτικός χρόνος τον οποίο απολαμβάνει ο Καρατζαφέρης και τα πρωτοπαλίκαρά του (κυρίως από κανάλια, η πολιτική σπέκουλα των οποίων είναι μια εκλεκτή… υπαρξιακή τροφή) είναι, ποσοτικά και ποιοτικά, πολλαπλάσιος απ’ αυτόν που διατίθεται στην Παπαρήγα, στον Αλαβάνο και στο σύνολο των στελεχών του ΚΚΕ και του ΣΥ.ΡΙΖ.Α μαζί.


Σε μια ισόρροπη, υγιή και αξιοκρατική πολιτική πραγματικότητα, ο Καρατζαφέρης δεν θα ήταν παρά αυτό που πραγματικά είναι: μια αμελητέα πολιτική ποσότητα। Κι ακόμα παρακάτω: μια αμελητέα εξωκοινοβουλευτική πολιτική ποσότητα. Σ’ αυτήν την πραγματικότητα, ο Καρατζαφέρης θα παρέμενε ο γραφικός κύριος «Χέρι-χέρι με τον Καρατζαφέρη», ένα από τα πολλά λούμπεν στοιχεία που εξέθρεψε η Ν.Δ. στα πέτρινα χρόνια της: ένας αριβίστας της ζωής (που πούλαγε ακόμα και γυμνές φωτογραφίες της Μιμής για να επιβιώσει), ο οποίος μετεξελίχθηκε σε έναν αριβίστα της πολιτικής, που πουλάει εθνικιστικά φύκια για πατριωτικές κορδέλες.

Ωστόσο, στην πολιτικά ισοπεδωμένη και ιδεολογικά απονευρωμένη προεκλογική πραγματικότητα, η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α, ανακάλυψαν επιτέλους έναν… επικίνδυνο αντίπαλο: τον «ακραίο», τον «εθνικιστή» τον «ξενοφοβικό» Καρατζαφέρη και το… «επικίνδυνο» κόμμα του! Ό, τι πρέπει για ψηφοθηρική σπέκουλα Και, με την επικούρηση των media άρχισαν την «υπερβολική χρήση Καρατζαφέρη». Προσφέροντας απλόχερα την υπόσταση του θεσμικού πολιτικού ηγέτη στον Καρατζαφέρη και έναν εικονικό γιγαντισμό στον ΛΑ.Ο.Σ.

Στην πραγματικότητα και ο μετεκλογικός ΛΑ.Ο.Σ παραμένει μια αμελητέα πολιτική ποσότητα που συντίθεται κατά το ένα τρίτο από δυσαρεστημένους πασόκους και νεοδημοκράτες και, κατά τα υπόλοιπα δυο τρίτα, από αντιαμερικανούς «εθνιστές» (όχι εθνικιστές) και άλλους πολιτικά συγχυσμένους πατριώτες. Όμως η «υπερβολική χρήση Καρατζαφέρη» συνεχίζεται και μετεκλογικά. Ειδικά από τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α, που αντιμετωπίζει τον ΛΑ.Ο.Σ λες και είναι ο μεγάλος του κομματικός αντίπαλος. Ή μια κυβερνητικής διάστασης εθνικιστική απειλή! Καλά, ντιπ μυαλό σύντροφοι;
Νίκος Τσαγκρής