28 Οκτωβρίου 2015

Η ανατομία μιας υπουργικής ατάκας


Η κυβερνητική αλήθεια είναι απαραίτητη συνθήκη για την επιβίωση του ΣΥΡΙΖΑ. Αρκεί να μην είναι αλήθεια… ετεροχρονισμένη 

Αν υπήρχε βραβείο κυβερνητικής αλήθειας, θα το διεκδικούσε δικαιωματικά ο υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης, ειδικά μετά την ακομπλεξάριστη αναφορά του στην οικονομική κατάσταση του πρωθυπουργού, την ώρα που απαντούσε στην προκλητική ερώτηση του προκλητικού, τέως mega – δημοσιογράφου: «Φτωχός είναι; Ο πρωθυπουργός της χώρας δεν είναι εύπορος; Τι ερώτηση είναι αυτή που μου κάνετε; Με μία έννοια, είναι στους προνομιούχους οικονομικά. Έχει εισόδημα 70 – 80.000 ευρώ τον χρόνο. Δουλεύει και η γυναίκα του. Ένας που έχει 60.000 και 70.000 εισόδημα τον χρόνο, δεν είναι φτωχός. Μπορεί να δίνει 7.000, 10.000-17.000 ευρώ τον χρόνο στα ιδιωτικά….» 

Αναμφισβήτητα, αυτή είναι μία απάντηση πρωτοφανούς πολιτικής ειλικρίνειας, αποκαλυπτική της ρεαλιστικής ιδιοσυγκρασίας του υπουργού Παιδείας. Όμως το θέμα μας εδώ δεν είναι ο Νίκος και η ιδιοσυγκρασία του, μα η ουσία της τολμηρής απάντησής του, η κοινωνιολογική της «ανάγνωση»: «ο πρωθυπουργός της χώρας είναι εύπορος». Και αμέσως μετά, «με μια έννοια ανήκει στους οικονομικά προνομιούχους»… 

Με αυτές τις δυό προτάσεις, ο υπουργός τοποθετεί, κατά κάποιον τρόπο, ταξικά τον πρωθυπουργό. Και τον «τοποθετεί» στη μεσαία τάξη. Κατά πάσα πιθανότητα, βέβαια, και δια της μεθόδου της «εις άτοπον υπαγωγής», το συμπέρασμα• υπό την έννοια ότι θα ήταν απίθανο ένας τόσο «διαβασμένος» αριστερός, όπως ο εν λόγω υπουργός, να τοποθετούσε τον Αλέξη Τσίπρα στην τάξη των μεγαλοαστών. Την οικονομική ελίτ, όπως την λέμε σήμερα… 

Μια απούσα προϋπόθεση 

 Συνεχίζοντας την ανάλυση, παρατηρούμε ότι ο υπουργός, στη συνέχεια της απάντησής του, προσδιορίζει το ετήσιο εισόδημα του πρωθυπουργού (60 – 70 – 80. 000 το χρόνο), κάτι που ενισχύει την βεβαιότητα του αναλυτή ότι η τάξη στην οποία ο υπουργός «τοποθετεί» τον πρωθυπουργό είναι, πράγματι, η μεσαία τάξη. Και ότι αυτό το κάνει για να καταλήξει στην αριστερή, υπό τη έννοια της κοινωνικά δίκαιης, θέση, ότι αυτοί που, κυρίως, στέλνουν τα παιδιά τους στα ιδιωτικά σχολεία είναι – ναι, όπως και ο πρωθυπουργός! – εύποροι, οικονομικά προνομιούχοι, μέλη της μεσαίας τάξης: παίρνουν 60 – 70 – 80.000 ευρώ το χρόνο και γι’ αυτό μπορούν να ανταποκριθούν στην αύξηση των διδάκτρων που επιφέρει η επιβολή ΦΠΑ 23% στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια. 

 Όλα αυτά θα ήσαν υπέροχα, κοινωνικά δίκαια και επομένως «αριστερά», με μια προϋπόθεση: να λέγονταν και να πράττονταν σε παρελθόντα χρόνο. Και μάλιστα, προ εξαετίας, τουλάχιστον: στον παρόντα χρόνο, το γεγονός ότι ένας Έλληνας της μεσαίας τάξης καταφέρνει να έχει ετήσιο εισόδημα «60 – 70 – 80.000», μοιάζει απορίας άξιον, ακόμα και αν αυτός είναι ο πρωθυπουργός. Κατά την ίδια, δε, υπερβολή, είναι απορίας άξιον το ότι εξακολουθεί να «τοποθετείται», ένα έστω, άτομο, στη μεσαία τάξη. Μια τάξη που, άλλωστε, είναι αμφίβολο αν υπάρχει πια. 

Δεν υπάρχει! Και δεν μας χρειάζεται πια ούτε ο Βαλερστάϊν, ούτε ο Τσόμσκι, ούτε ο… Τσουκαλάς για να το τεκμηριώσουμε: πέρα από την επιστημονικά ομολογημένη «επίθεση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού κατά της παγκόσμιας μεσαίας τάξης με στόχο τη συρρίκνωσή της - τη συρρίκνωση της καταναλωτικής της δυναμικής», η οικονομική κρίση και οι μνημονιακές εφαρμογές διέλυσαν στην κυριολεξία τη μεσαία τάξη της χώρας μας, επαναφέροντας την κοινωνική διαστρωμάτωση στο θλιβερό προπολεμικό δίπολο «πλούσιοι και φτωχοί»*… 

Ο αφανισμός της μεσαίας τάξης 

 Αποκαλυπτική για τη συντριβή της ελληνικής μεσαίας τάξης στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, είναι η φρέσκια έκθεση, (Οκτώβρης 2015) του ελβετικού χρηματοπιστωτικού οίκου Credit Suisse: η σημερινή αξία των περιουσιακών στοιχείων της μεσαίας τάξης στην Ελλάδα αγγίζει τα 678 δισ. δολάρια, τη στιγμή που στο pick του 2007 άγγιζε τα 1,2 τρισεκατομμύρια. Μιλάμε για μείωση της τάξεως του 43% και άνω, σημειώνει εμφατικά ο…οίκος. Και εξηγεί: αιτίες του αφανισμού της ελληνικής μεσαίας τάξης είναι η κατάρρευση της αξίας των ακινήτων, η βουτιά του χρηματιστηρίου και η κεφαλαιοποίηση των μετοχών, καθώς και το σημαντικό έδαφος που έχασε το ευρώ. Καμιά αναφορά βέβαια σε μνημόνια, PSI, περικοπές δαπανών, και μισθών και συντάξεων ο… οίκος. 

Ωστόσο, ο αφανισμός της μεσαίας τάξης είναι μια καταγεγραμμένη πραγματικότητα. Και είναι απορίας άξιον πως ο «διαβασμένος» υπουργός Φίλης δεν την υπολόγισε, όταν τοποθέτησε τον πρωθυπουργό εντός της, χρίζοντάς τον μέλος μιας ανύπαρκτης εισοδηματικά, (επομένως και κοινωνικά) τάξης. Από την οποία δεν απέμειναν παρά ελάχιστες χιλιάδες προνομιούχων μελών με μέσο εισόδημα… πρωθυπουργικής τάξεως. Ενώ οι υπόλοιποι, οι εκατοντάδες χιλιάδες των Ελλήνων της πάλαι ποτέ «μεγάλης μεσαίας τάξης», βιώνουν τον εφιάλτη μιας ακραία άδικης και βασανιστικής επαγγελματικής, περιουσιακής και εισοδηματικής απαξίωσης. Και ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ, γιατί δεν βρίσκουν τίποτε άλλο να ακουμπήσουν την ανάπηρη ελπίδα τους…

Νίκος Τσαγκρής

21 Οκτωβρίου 2015

Το μιντιακό χάος είναι συστημικό…


Ο νόμος για την αδειοδότηση των ΜΜΕ δεν αρκεί για την άλωση του συστήματος των διαπλεκομένων 

Ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχτηκε, έγινε συστημικό κόμμα, ψήφισε και εφαρμόζει μνημόνιο, αλλά τα αδελφά συστημικά κόμματα, η ΝΔ, η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, δεν το κατάλαβαν, συνεχίζουν να τον υπονομεύουν να τον πολεμούν και να τον βρίζουν. Το ίδιο ακριβώς κάνουν και τα συστημικά Μέσα Ενημέρωσης, πράγμα που σημαίνει ότι κι αυτά δεν κατάλαβαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχτηκε, έγινε συστημικό κόμμα, ψήφισε και εφαρμόζει μνημόνιο. Έτσι, η μεγάλη πολιτική εικόνα της χώρας μοιάζει με ρωμαϊκή αρένα, στην οποία δεν υπάρχει θήραμα και τα συστημικά λιοντάρια τρώγονται μεταξύ τους. 

 Από την άλλη, μπορεί να πει κανείς, δικαιούται να το πει, ότι «ποια συστημικά κόμματα και ποια συστημικά Μέσα Ενημέρωσης, το σύστημα τώρα πια είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και τα συστημικά Μέσα τον υποστ…» Εντάξει, ως εδώ και μη παρέκει: κανένας δεν μπορεί να πει, δεν δικαιούται να πει, ότι στην παρούσα κατάσταση τα συστημικά Μέσα Ενημέρωσης υποστηρίζουν ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό σημαίνει δυό πράγματα. Ή τα Μέσα Ενημέρωσης δεν είναι συστημικά ή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι το «σύστημα». Και ότι παρ’ όλο που ψήφισε και εφαρμόζει μνημόνιο, δεν μεταλλάχτηκε, δεν έγινε συστημικό κόμμα, πράγμα που γνωρίζουν τα συστημικά κόμματα, η ΝΔ, η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, γι’ αυτό και συνεχίζουν να τον υπονομεύουν και να τον βρίζουν. Ακριβώς το ίδιο, άλλωστε, κάνουν και τα συστημικά Μέσα Ενημέρωσης, πράγμα που σημαίνει πως κι αυτά γνωρίζουν ότι, παρ’ όλο που ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε και εφαρμόζει μνημόνιο, ούτε μεταλλάχτηκε, ούτε συστημικό κόμμα έγινε… 

Το πληροφοριακό χάος 

 Ω άνδρες… συριζαίοι, (και οι γυναίκες βέβαια) ως ένας από τους πλέον έμπειρους σε ζητήματα σημειολογίας της διαπλοκής αριστερούς δημοσιογράφους, σας εμπιστεύομαι ένα αδιάψευστο σημάδι: αν δείτε αγάπες και λουλούδια στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και στα τηλεοπτικά δελτία ανησυχείτε! Ήγγικεν γαρ η… μετάλλαξη. Η αλλοτρίωση, η απαλλοτρίωση, η διαπλοκή. 

Προς το παρόν, πάμε… περίφημα: το 70% των ειδήσεων που παρακολουθούμε στα τηλεοπτικά δελτία και διαβάζουμε στα πρωτοσέλιδα των ηλεκτρονικών, αλλά και των εντύπων εκδόσεων των πολιτικών εφημερίδων και των ειδησεογραφικών sites και blogs είναι… μούφες: κατασκευασμένα απολύτως, είτε μερικώς (δια της μεθόδου του διαστρεβλωτικού editing) «ρεπορτάζ», με στόχο, κυρίως, την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά. Στο υπόλοιπο 30% συνωστίζονται τα λίγα ΜΜΕ που προσπαθούν να είναι αντικειμενικά, μαζί με τα ούτως ή άλλως υποκειμενικά και προπαγανδιστικά κομματικά αντίστοιχα, καθώς και τα ακραία Μέσα κάθε ιδεολογίας, ιδεοληψίας ή διαστροφής. 

Αυτή είναι μια εμπεδωμένη πραγματικότητα που τη γνωρίζουν - οφείλουν να την γνωρίζουν, θαρρώ, όχι μόνο οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι που διατηρούν «προφίλ» στα social media, αλλά και οι διανοούμενοι, και οι επιστήμονες, και οι καλλιτέχνες της… «μεγάλης διαδικτυακής παρέας μας» που λέει κι ο Ουμπέρτο Έκο. Ωστόσο πολλοί, πάρα πολλοί, εξ υμών αναπαράγουν και κοινοποιούν καθημερινά δεκάδες απ’ αυτές τις δημοσιογραφικές μούφες και τις σχολιάζουν κι από πάνω. Συμβάλλοντας, με την υποτιθέμενη αυθεντία τους, στον καθαγιασμό, την ευδοκίμηση και την εμπέδωση της «μούφα δημοσιογραφίας» ως κυρίαρχης… 

Δεν αρκεί το νομοσχέδιο 

Μιλάμε για ένα απίστευτα χαώδες και αναξιόπιστο πληροφοριακό κομφούζιο μέσα σε ένα απίστευτα χαώδες και ανεξέλεγκτο μιντιακό τοπίο: ένα εφιαλτικό σύστημα επικοινωνίας και πληροφόρησης που, αντί να ενημερώνει και να διαμορφώνει κοινή γνώμη, παραπληροφορεί και διαμορφώνει κοινή άγνοια. 

Τον σκληρό πυρήνα αυτού του συστήματος (τους καναλάρχες) επιχειρεί να «τιθασεύσει» η κυβέρνηση με την κατάθεση, την ψήφιση και την εφαρμογή του νομοσχεδίου για τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Οι δε αναταράξεις που προκάλεσε η συζήτησή του στη Βουλή, τα συντονισμένα ουρλιαχτά, οι κατάρες, και τα αναθέματα από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι κατά του… εισαγωγέα του νομοσχεδίου και του σύμπαντος ΣΥΡΙΖΑ, αποτελούν τεκμήριο επιτυχίας του εγχειρήματος. Και, σε συνδυασμό με τις πανομοιότυπες αντιδράσεις που εκφράστηκαν στα πρωτοσέλιδα των ηλεκτρονικών και εντύπων ιδιοκτησιών των μιντιαρχών (ίδια ουρλιαχτά, ίδιες κατάρες, ίδια αναθέματα) , αποδεικνύουν του λόγου το αληθές: «ΣΥΣΤΗΜΑ» είναι οι μιντιάρχες, οι ολιγάρχες χορηγοί τους και τα διαπλεκόμενα με αυτούς και… αλλήλους κόμματα, η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι… 

Ωστόσο, οφείλουμε να τονίσουμε ότι ο νόμος για την αδειοδότηση των ΜΜΕ, κάθε άλλο παρά αρκεί για την… τιθάσευση του συστήματος των διαπλεκομένων. Πόσο μάλλον για τον έλεγχο του χαοτικού τοπίου των μίντια και τον περιορισμό της «μούφα δημοσιογραφίας»: κανείς δεν ξέρει αν θα ξαναδούμε τις πραγματικές ειδήσεις τυπωμένες στις εφημερίδες. Και στα δελτία δημοσιογράφους που θα δίνουν χώρο στην κοινωνική αλήθεια. Κι όχι στην αλήθεια των αφεντικών τους…

Νίκος Τσαγκρής

14 Οκτωβρίου 2015

Ο Ιονέσκο στην πλατεία Κουμουνδούρου


Μια παραβολή από τη δεκαετία του ’70 που προβάλει στο παρόν το πιθανό μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ   

Γύρω στο 1978, ίσως λίγο αργότερα, στον καιρό της εξέγερσης και της φυλάκιση των Πολωνών εργατών (ένα – δυό χρόνια πριν την ίδρυση της «Αλληλεγγύης» του Λεχ Βαλέσα), ο Ζαν Ντανιέλ* βρισκόταν στην Ιταλία και απηύθυνε μια παράξενη έκκληση στους Ιταλούς κομμουνιστές: «Βιασθείτε να υπερασπιστείτε τους Πολωνούς εργάτες, διαφορετικά θα τους υπερασπισθεί η Δεξιά». 

«Οι αριστεροί προσπαθούν να ανακτήσουν τα πάντα, μεταξύ άλλων και τους σοβιετικούς αντιφρονούντες», σχολίαζε τότε ο Παριζιάνος πια, Ευγένιος Ιονέσκο στο περιοδικό Nouvelle Revue Française. 

 «Ο Ιονέσκο ήταν αντικομμουνιστής τότε», θα μπορούσε να πει κανείς και, πράγματι, κατά κάποιο τρόπο, ήταν: κατά τον τρόπο των κομμουνιστών και των σοσιαλιστών της Δυτικής Ευρώπης, των ευρωκομμουνιστών, όλων όσων απέρριπταν και καταδίκαζαν ήδη ως βάρβαρο και απάνθρωπο το «σοβιετικό μοντέλο». Όμως ακριβώς αυτούς, τους «αντισοβιετικούς» Ευρωπαίους αριστερούς, σάρκαζε ο μεγάλος Ρουμάνος: «οι αριστεροί προσπαθούν να ανακτήσουν τα πάντα, μεταξύ άλλων και τους σοβιετικούς αντιφρονούντες: τα κίνητρα τους είναι κομματικά, πολιτικά, απάνθρωπα, ευτελή. Δεν μισούν τη δεξιά, μισούν τους δεξιούς. Αν έπρεπε, για να σώσουν την ανθρωπότητα μαζί με τον εαυτό τους, να δώσουν το χέρι στους φύσει και θέσει εχθρούς τους, θα άφηναν την ανθρωπότητα να χαθεί…»!.. 

Είναι σαφές ότι πρόκειται περί ενός θυμικού αντικομματικού και αντιπολιτικού «παραληρήματος», μπορείς να το δεις όμως και σαν απογοητευμένη από τα κόμματα και τους πολιτικούς θέση, παντός καιρού: «Όσο προχωρώ τόσο δεν καταλαβαίνω», έλεγε καθώς γερνούσε ο Ιονέσκο, εκδηλώνοντας τον έντονο πολιτικό σκεπτικισμό του• που ξεπερνούσε ενίοτε, τα όρια του πεσιμισμού… 

 Το «πελατειακό» ήθος 

 «Βιασθείτε να υπερασπιστείτε τους αγρότες, διαφορετικά θα τους υπερασπιστεί η δεξιά», με εγκαλούσε τις προάλλες γνωστός δημοσιογράφος και συγγραφέας, θυμίζοντάς μου τον Ιονέσκο και το περιστατικό με τον Ζαν Ντανιέλ και τους Ιταλούς ευρωκομμουνιστές που σας διηγήθηκα. Και όχι μόνο η δεξιά, αλλά «και ο Ποτάμης, και η Φώφη και οι άλλοι», πρόσθεσε απειλητικά ο δικός μου... Ζαν Ντανιέλ. Υπάρχει η παρεξήγηση, βλέπετε, που μας «εγγράφει» στην χορεία των κομματικών και των κυβερνητικών παραγόντων, επειδή γράφουμε ένα άρθρο στην Εποχή. 

 Εν πάση περιπτώσει, του εξήγησα ότι το μόνο που μπορώ να κάνω για την περίπτωσή του είναι να γράψω. Να μεταφέρω, δηλαδή την έκκλησή του προς το κόμμα και την κυβέρνηση μέσω του εβδομαδιαίου άρθρου μου στην Εποχή. Κι αυτό κάνω: λοιπόν, ακούτε εσείς εκεί στο κόμμα και στην κυβέρνηση; «Βιασθείτε να υπερασπιστείτε τους αγρότες, (και τους συνταξιούχους – προπαντός τους συνταξιούχους!..) διαφορετικά θα τους υπερασπιστεί η δεξιά»!.. 

 Μήπως όχι; Καμιά διάθεση να υποστηρίξω τις αντιπολιτικές και αντικομματικές αιτιάσεις τού, ούτως ή άλλως, αντιφατικού και «παράλογου» Ιονέσκο. Είμαι υποχρεωμένος όμως να δεχτώ ότι τα κίνητρα της έκκλησης «Βιασθείτε να υπερασπιστείτε τους αγρότες διαφορετικά θα τους υπερασπιστεί η δεξιά», είναι «κομματικά», «πολιτικά, «απάνθρωπα» και ευτελή. Αν όχι με την ηθική σήμανση των χαρακτηρισμών του Ιονέσκο (στην περίπτωση της Έκκλησης του Ζαν Ντανιέλ προς την Ιταλική αριστερά του ’78), με την τρέχουσα πελατειακή πολιτική ηθική: Βιασθείτε να υπερασπιστείτε τούς αγρότες, ώστε να μην φορολογούνται με τον τρόπο που φορολογούνται οι υπόλοιποι εργαζόμενοι, διαφορετικά θα τους υπερασπιστεί η δεξιά και θα χάσετε τις ψήφους τους!.. 

 Επανάκτηση του κόμματος 

 Αυτή η αντίληψη των πολιτικών πραγμάτων, που δεν είναι αντίληψη αλλά νοοτροπία που γίνεται ήθος, και διαβρώνει και σαπίζει το πολιτικό σύστημα, δεν έχει – δεν πρέπει να έχει, την παραμικρή σχέση με τη σύγχρονη αριστερά, και μάλιστα την κυβερνώσα αριστερά, τον ΣΥΡΙΖΑ: δεν είμαστε «οι αριστεροί που προσπαθούν να ανακτήσουν τα πάντα», όπως θα ‘λεγε ο Ιονέσκο – άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το πρώτο ευρωπαϊκό κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς που έχει… ανακτήσει τα πάντα. Αυτό που απομένει είναι να ανακτήσει το ίδιο του το κόμμα, και να είναι αυτό ένα κόμμα η σκέψη του οποίου δεν θα είναι δογματική – ιδεοληπτική. Και τα κίνητρά του δεν θα γίνονται «κομματικά», «απάνθρωπα» και «ευτελή», ούτε καν με τη σήμανση του Ευγένιου Ιονέσκο: 

 «Μιλάμε για ένα κόμμα που δεν επαναπαύεται στις εκλογικές δάφνες ούτε αρκείται στο να στελεχώσει τον κυβερνητικό μηχανισμό ή να ακολουθεί το ρυθμό του κυβερνητικού έργου, αλλά για ένα κόμμα που έχει πλήρη συνείδηση ης σχετικής αυτοτέλειας του ρόλου του ως μετασχηματιστή της κοινωνίας»** 

 Και μιλάμε για μια κυβέρνηση τα μέλη της οποίας θα λειτουργούν απαρέγκλιτα στο πλαίσιο ενός θεσμοθετημένου αναδιανεμητικού στάτους, που θα μετασχηματίζει την ισχύουσα συστημική βαρβαρότητα σε κοινωνικό κράτος Δικαίου. 

 *Γάλλοαλγερινός μαρξιστής συγγραφέας και δημοσιογράφος, της παρέας των Καμύ και Σάρτρ 

**Από το άρθρο του Χ. Γεωργούλα με τον τίτλο «Για την κυβέρνηση λέμε πολλά, για το κόμμα θα πούμε τίποτα;» (ΕΠΟΧΗ, Κυριακή 04 Οκτωβρίου 2015)

Νίκος Τσαγκρής

7 Οκτωβρίου 2015

«Πρώτη φορά αριστερά της αγοράς»!


Κάποιες σκέψεις με αφορμή έναν πρωτοσέλιδο τίτλο για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ  

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015. Στη Βουλή των Ελλήνων συζητούνται οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, τις οποίες, την προηγουμένη, είχε παρουσιάσει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Με πρωτοσέλιδο τίτλο «Πρώτη φορά αριστερά της αγοράς», η εφημερίδα «Τα Νέα» επιχειρεί να σαρκάσει τις εμποτισμένες με μνημονιακές εφαρμογές προγραμματικές δηλώσεις: «Νυν υπέρ πάντων η αξιολόγηση και μετά επενδύσεις και χρέος», σχολιάζει τον τίτλο ο υπότιτλος. Στον ίδιο χρόνο, μια άλλη εφημερίδα, η «Εφημερίδα των Συντακτών», βλέπει διαφορετικά τις προγραμματικές δηλώσεις στον πρωτοσέλιδο τίτλο της: Δέκα ισοδύναμα για πιο ήπιο μνημόνιο. Ενώ στον υπέρτιτλο της εξηγεί ότι «η κυβέρνηση σχεδιάζει να ρίξει τα βάρη της φορολογίας στους κατέχοντες». Ακολούθως, δίνει ένα – δυό παραδείγματα φορολογίας «κατεχόντων»: φόροι στις εταιρίες τζόγου και αυτοκινητοδρόμων… 

Η αναφορά μου στους τίτλους των συγκεκριμένων εφημερίδων της συγκεκριμένης ημέρας δεν είναι διόλου τυχαία: η συγκεκριμένη ημέρα είναι η ημέρα εκκίνησης της πραγματικής διακυβέρνησης μιας ευρωπαϊκής χώρας από αριστερή κυβέρνηση (η προηγούμενη περισσότερο διαπραγματευόταν παρά κυβερνούσε), ενώ οι συγκεκριμένοι τίτλοι, σε κοινή ανάγνωση και ανάλυση, συνοψίζουν το ακανθώδες πολιτικό -ιδεολογικό περίγραμμα αυτής της «πρώτης φοράς αριστερής διακυβέρνησης». Της κυβέρνησης Τσίπρα και του κόμματος πίσω της: του «εναπομείναντος» ΣΥΡΙΖΑ… 

Ποιάς αγοράς; 

Υπάρχει κάτι που, στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου, συνομολογήθηκε από τον Αλέξη Τσίπρα, τον «εναπομείναντα» ΣΥΡΙΖΑ και την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος: μετά τη νύχτα του μεγάλου εκβιασμού (13η Ιουλίου) και τον συμβιβασμό Τσίπρα προκειμένου να αποτρέψει το Grexit και την οριστική χρεοκοπία της χώρας, η έξοδος από το μνημόνιο μόνο μέσω της εφαρμογής του μπορεί να επιτευχθεί. 

Με βάση αυτή τη συνομολογημένη «συνθήκη», ο υπότιτλος «Νυν υπέρ πάντων η αξιολόγηση και μετά επενδύσεις και χρέος» στο πρωτοσέλιδο των «ΝΕΩΝ» της περασμένης Τρίτης καθρεφτίζει σωστά τις κυβερνητικές προτεραιότητες που είναι και εθνικές προτεραιότητες. Ενώ ο σαρκάζων τίτλος «Πρώτη φορά αριστερά της αγοράς», άθελά του, περιγράφει το πεδίο πολιτικής θεωρίας και πράξης, εντός του οποίου οφείλει να κινείται ο ΣΥΡΙΖΑ (ως κυβερνώσα ή μη Αριστερά) τώρα και μετά: ναι, «πρώτη φορά αριστερά της αγοράς», μα ποιάς αγοράς; Της αγοράς της αυτορρύθμισης, της πολιτικά ελεγχόμενης αγοράς, ή μιας κρατικοποιημένης «αγοράς»; 

 Εντάξει, οι απαντήσεις της σύγχρονης Αριστεράς στο συγκεκριμένο ζήτημα έχουν δοθεί προ πολλού: «Το επείγον είναι να εξαλείψουμε μια για πάντα την αυταπάτη ότι οι αγορές αυτορρυθμίζονται» και «μόνο ο πολιτικός έλεγχος μπορεί να καταπολεμήσει την ασυδοσία των αγορών και να αποκαταστήσει το κοινωνικό – δημοκρατικό τους προφίλ». Αλλά αυτές είναι απαντήσεις σε θεωρητικό επίπεδο. Στην πράξη, οφείλει μιαν απάντηση ο λεγόμενος «ευρωπαϊκός αριστερισμός» στην πρωτοπορία του οποίου βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας: «…αυτό που θέλω να υπογραμμίσω περισσότερο από ποτέ, υπερασπιζόμενος τον «αριστερό ευρωπαϊσμό», είναι πως, σήμερα, υπάρχουν δύο δρόμοι στην Ευρώπη και για την Ευρώπη». Αυτή είναι και η θέση που υπερασπίστηκε με περισσή ευφράδεια ο Αλέξης Τσίπρας, στο άρθρο του που δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 2017 στη Le Monde…», επιβεβαιώνει ο Ετιέν Μπαλιμπάρ στο περίφημο άρθρο του υπό τον τίτλο «Πως θα αλλάξουμε την Ευρώπη»*… 

 Ενέσεις αυτοπεποίθησης 

Φυσικά ο Ετιέν Μπαλιμπάρ εννοεί την αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στη «σύγκρουση δυό εκ διαμέτρου αντίθετων στρατηγικών (σ. σ: με επίκεντρο την Ελλάδα) όσον αφορά το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης: απ’ τη μια τη στρατηγική εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε ένα πλαίσιο ισότητας και αλληλεγγύης και, απ’ την άλλη, τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης, και συνακόλουθα της Ε.Ε., με πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση τη δημιουργία μιας Ευρωζώνης δύο ταχυτήτων»… 

Το βλέπω, ξεφύγαμε θεωρητικολογώντας εν ευτελεία, αλλά εμείς οι… εναπομείναντες, βιώνουμε μια συγκυρία που απαιτεί… ενέσεις ιδεολογικής αυτοπεποίθησης. Οι οποίες θα γίνουν έως και θεραπευτικές αν επαληθευτεί ο τίτλος του δεύτερου πρωτοσέλιδου που, προλογικά, αναφέρω, του πρωτοσέλιδου της Εφημερίδας των Συντακτών: Δέκα ισοδύναμα για πιο ήπιο μνημόνιο. Και, βέβαια, ο υπέρτιτλος, («η κυβέρνηση σχεδιάζει να ρίξει τα βάρη της φορολογίας στους κατέχοντες») τα παραδείγματα που παρατίθενται, («φόροι στις εταιρίες τζόγου και αυτοκινητοδρόμων») καθώς και το ρεπορτάζ που ακολουθεί: το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης καταρτίζει λίστα με αντίρροπα μέτρα σε αντικατάσταση του ΦΠΑ 23%. Στις προτάσεις που θα παρουσιαστούν στους δανειστές περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων μέτρα για έκτακτη εισφορά σε κερδοφόρες επιχειρήσεις, σε ενδοομιλικές συναλλαγές, σε ακίνητα στο εξωτερικό κλπ, κλπ… 

Αυτά τα ολίγα… θεραπευτικά, με την ελπίδα ότι θα μεταβληθούν σύντομα σε κυβερνητικές εφαρμογές και δεν θα απομείνουν ξεθωριασμένα αποτυπώματα αριστερόστροφων προθέσεων στην πρώτη σελίδα μιας φίλιας εφημερίδας

 *Εφημερίδα Εποχή, 20/9/ 2015 και 27/9/2015

Νίκος Τσαγκρής