Δυό αδέρφια αγκαλιασμένα
Καθώς παρακολουθούσα την τηλεοπτική επιθεώρηση με τον τίτλο «καυγάς στ’ αποκαΐδια», μέσα μου έπαιζε εκείνο το σμυρναίικο τραγούδι που κάποτε το πήρε ο Μουφλουζέλης, το μεταποίησε λιγάκι και το έκανε ολοδικό του σουξέ:
Από μιαν απροσεξία κάηκε μια συνοικία κάηκε ένα σταυροδρόμι που ανταμώνανε οι δρόμοι Κάηκε κι ένα σχολείο που 'ταν ορφανοτροφείο κάηκε και μια δασκάλα που 'ταν άσπρη σαν το γάλα
Δεν ξέρω πως μού ‘ρθε, η θλίψη πιστεύω πως το ‘φερε, που νοιώθει ένας κανονικός άνθρωπος όταν βλέπει τους συγγενείς του νεκρού να καυγαδίζουν κατά τη διάρκεια της κηδείας.
Η εικόνα άλλαξε, όταν «έπαιζαν» οι ακροτελεύτιοι στίχοι. Τότε ήρθε στο νου μου ο θλιβερός καυγάς του πρωθυπουργού με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στη Βουλή:
Δυο αδέρφια τα καημένα στη φωτιά αγκαλιασμένααπό μια λογομαχία μια μεγάλη αδικία…
Η λογομαχία, στη δικιά μας περίπτωση, είχε να κάνει με τις ποιοτικές και ποσοτικές εμπρηστικές επιδόσεις των καυγατζήδων :
-Εσείς καίτε περισσότερο!
-Όχι, εσείς καίτε περισσότερο!
-Εσείς καίτε καλύτερα!
-Όχι, εσείς καίτε καλύτερα!
Στο τέλος κάηκαν και οι δυο: δυο αδέρφια τα καημένα στη φωτιά αγκαλιασμένα… Κάηκαν πολιτικά, εννοώ, στις συνειδήσεις των τηλεθεατών που τους έβλεπαν να ασχημονούν πάνω στα αποκαΐδια της δόλιας Πάρνηθας.
Αλλά μπορεί και όχι. Μάλλον όχι. Ίσως, στιγμιαία, να τσουρουφλίστηκαν λιγάκι, ο ένας σίγουρα περισσότερο απ’ τον άλλο. Ο άλλος αρκετά, αλλά με περισσή πονηριά, την κατάλληλη στιγμή, άνοιξε την ομπρέλα των ομολόγων και απέδρασε από το φλέγον ζήτημα με ελαφρά πηδηματάκια. Αφήνοντας τον Γιώργο να καίγεται, μαζί με την κατακαημένη την Πάρνηθα και ό,τι απέμεινε απ’ την χλωρίδα της πολιτικής.
Έτσι το είδα εγώ, εσείς το είδατε διαφορετικά ίσως, μπορεί και εντελώς αντίθετα, ο κάθε άνθρωπος βλέπει τα πράγματα με τα δικά του «γυαλιά». Το βέβαιο είναι ότι τις επόμενες μέρες αρχίσαμε, λίγο-πολύ, όλοι να ξεχνάμε την Πάρνηθα! Τη δικιά μας την Πάρνηθα, το μαγικό βουνό των παιδικών μας χρόνων, το ερωτικό κρησφύγετο της εφηβείας μας, τον τόπο αναψυχής της ωριμότητάς μας. Τώρα, όπως τα ελάχιστα πουλιά και ζωάκια της που γλύτωσαν από τις φλόγες, έτσι κι εμείς, ψαχνόμαστε για άλλους τόπους επιβίωσης κι αναψυχής. Μέχρι να βάλουνε μπουρλότο, και σ’ αυτούς και… Τέλος.
Μα η Πάρνηθα δεν γίνεται να ξεχάσει. Ακόμα κι αν το θέλει, δεν μπορεί παρά να εκδικηθεί. Αρκεί να πιάσουνε οι πρώτες δυνατές νεροποντές και τότε…
Τότε, θα μας θυμηθεί. Και θα την θυμηθούμε, θέλουμε δεν θέλουμε, κι εμείς. Οι Θρακομακεδόνες πρώτα, το Μενίδι, ο Ασπρόπυργος, η Ελευσίνα, η Μάντρα, το Χαλκούτσι, ο Ωρωπός. Και έπονται φυσικές αυτοδικίες άπειρες. Εμείς τις λέμε ακόμα φυσικές καταστροφές.
Νίκος Τσαγκρής (Από το ΕΘΝΟΣ της Κυριακής 8-7-07)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου