14 Σεπτεμβρίου 2019

Ο νέος ΣΥΡΙΖΑ και η αβάσταχτη ελαφρότητα του «Εμείς»




 «Εγώ είμαι άραγε Εμείς;», αναρωτιέμαι κάθε φορά που ακούω –από φίλους και συντρόφους, κυρίως όμως από κομματικούς αξιωματούχους–  αυτή την αλαζονική και ναρκισσιστική προσωπική αντωνυμία


Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής
Από την ΑΥΓΗ της Κυριακής (15/9/20190 

Καθώς καλπάζει ο χρόνος, τα γραπτά μού επιβάλλονται. Έτσι γράφω – έχω την αίσθηση , εάν θέλετε, πως γράφω, πράγματα ανάρμοστα∙ όλο και πιο ανάρμοστα, ακόμα και για πρόσωπα και πράγματα δικά μου, πολιτικούς κυρίως, μα και δημοσιογράφους που υπήρξανε συνάδελφοι ή και φίλοι. Για βασικές αρχές επίσης, και ιδέες και πολιτικές επιλογές που στήριξα και υπερασπίστηκα με αυτοθυσία κάποτε, κι ακόμα τώρα υπερασπίζομαι, στηρίζω… Εκ των υστέρων, σχεδόν πάντοτε, μετανοώ για κάτι τέτοιες αιχμηρές και ανάρμοστες γραφές, όμως στο τέλος καταλήγω: «ακριβώς αυτές είναι οι αρμόζουσες»!..  Κι έτσι επιτρέπω στα γραπτά να μού επιβάλλονται…

Υπ’ αυτή τη διάθεση, μου επιβάλλεται να γράψω ότι είναι καιρός να απαλειφθεί από την αριστερή κουλτούρα η αβάσταχτη ελαφρότητα της βεβαιότητας ότι "Εμείς" είμαστε καλύτεροι απ' τους "Άλλους": «Εγώ είμαι άραγε Εμείς;», αναρωτιέμαι κάθε φορά που ακούω – από φίλους και συντρόφους, κυρίως όμως από κομματικούς αξιωματούχους –  αυτό το αλαζονικό και ναρκισσιστικό «Εμείς».

Και να που, αίφνης τώρα, καθώς γράφω, μου επιβάλλεται να γράψω ότι αυτό ακριβώς το «Εμείς» (το αλαζονικό, το ναρκισσιστικό) είναι που σφράγισε και τη ρητορική του βουλευτή Επικρατείας και Γραμματέα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Πάνου Σκουρλέτη (συγγνώμη,  Πάνο), σε μια απ’ τις αναφορές του στον επιθυμητό ΣΥΡΙΖΑ: «Εμείς δεν πιστεύουμε σε ένα κόμμα οπαδών. Δεν θέλουμε followers , θέλουμε μέλη που να έχουν μία ουσιαστική σχέση με την πολιτική, να συνδιαμορφώνουν τα πράγματα»…

*******
Ρητορική που, ενώ σε πρώτη ανάγνωση μοιάζει σωστή, καθώς κινείται  στο πλαίσιο των χρηστών κομματικών ηθών της ανανεωτικής αριστεράς, αδειάζει ωστόσο, αν όχι το κόμμα του οποίου ο ίδιος ηγείται (τον υπαρκτό ΣΥΡΙΖΑ), τη συντριπτική πλειονότητα των εκατομμυρίων δημοκρατών, σοσιαλδημοκρατών και ανένταχτων αριστερών κάθε κομματικής προέλευσης που τον ψήφισαν και τον στήριξαν, χαρίζοντάς του αυτό το (ζωογόνο για μια κυβερνώσα Αριστερά) 32%. Και εξακολουθούν να τον στηρίζουν, με την επιθυμία να τον ξαναψηφίσουν…

Κατά το μάλλον ή ήττον, ως οπαδοί, ως ψηφοφόροι ή ως  followers!..  Και όχι απαραίτητα ως μέλη «που να έχουν μία πιο ουσιαστική (!) σχέση με την πολιτική» απ’ αυτή που ήδη έχουν…  Ούτε να «συνδιαμορφώνουν» (!) τα πράγματα περισσότερο απ’ όσο ήδη τα συνδιαμορφώνουν με την αυτόνομη κοινωνική τους δράση, την κριτική τους, την ψήφο τους.

Τώρα, αν θέλετε  την γνώμη μου για τον νέο ΣΥΡΙΖΑ (έναν κυβερνητικά βιώσιμο ΣΥΡΙΖΑ – ηγεμονικό πόλο της δημοκρατικής παράταξης, εννοώ), μου επιβάλλεται να γράψω ότι, στις σημερινές εγχώριες και ευρωπαϊκές κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, δεν μπορεί παρά να είναι αντιστρόφως ανάλογος της, εν λόγω, ρητορικής Σκουρλέτη:

Ένα κόμμα ελεύθερων και ωραίων μελών και οπαδών και followers και απλών ψηφοφόρων, βεβαίως∙  που θα έχουν οποιαδήποτε σχέση επιθυμούν με την πολιτική (σ. σ: πως ορίζεται αλήθεια «μια ουσιαστική σχέση με την πολιτική» κι από ποιόν;) και θα «συνδιαμορφώνουν» τα πράγματα με τον τρόπο που αυτοί επιλέγουν, είτε ως ενεργά μέλη του κόμματος, είτε με την αυτόνομη  κοινωνική τους δράση και με την ψήφο τους…

*******
Ας δούμε τη μεγάλη εικόνα: Υπάρχουν οι φανατικοί ΣΥΡΙΖΑ και οι φανατικοί Αντί-ΣΥΡΙΖΑ και υπάρχουν και οι δημοκρατικοί Έλληνες πολίτες που, είτε είναι ΣΥΡΙΖΑ είτε Αντί –ΣΥΡΙΖΑ, είναι δημοκρατικοί Έλληνες πολίτες∙ και γι’ αυτούς ο πολιτισμός είναι αναπόσπαστος από την πολιτική, η αριστερή – προοδευτική κουλτούρα τους είναι η ζωή τους, και οι τέχνες, οι επιστήμες, η φιλοσοφία και η μεταφυσική, κάθε μορφή πνευματικής ζωής, συνιστούν την κουλτούρα τους.

Ανήκω στους τρίτους, φανατικά∙ σ’ αυτούς ανήκει, θαρρώ, και η πλειονότητα του 32% που στηρίζουν ΣΥΡΙΖΑ. Εξ αυτού μου επιβάλλεται να γράψω ότι, σε έναν κόσμο κυκλωμένο  ασφυκτικά από τη νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα, η ιδεολογική επένδυση σε μια δογματική ριζοσπαστική Αριστερά δεν είναι παρά μια μεταμοντέρνα εκδοχή της κομμουνιστικής ουτοπίας:

Κατά τη γνώμη μου, η μόνη Αριστερά που «δουλεύει» σήμερα είναι η Αριστερά του ελληνικού παραδείγματος, (η ευρωπαϊκή Αριστερά της κυβερνητικής τετραετίας του Αλέξη Τσίπρα). Που δεν είναι – δεν μπορεί να είναι - παρά μια χρονισμένη, τίμια σοσιαλδημοκρατική Αριστερά με διακριτό το κοινωνικό της πρόσημο. Και να εκφράζεται εφεξής από ένα κόμμα όπως το «διάβασε» ο Αλέξης Τσίπρας στο εκλογικό αποτέλεσμα: ως εντολή άμεσου μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ σε μια μεγάλη παράταξη, σε ένα σύγχρονο και μαζικό, αριστερό, προοδευτικό κίνημα...



6 Σεπτεμβρίου 2019

Και… φιλοσοφικό bullying με θύμα την 16χρονη ακτιβίστρια Γκρέτα Τούμπεργκ


Μια εξαιρετικά εύστοχη κριτική αντίδραση στο νοσηρό άρθρο του φιλόσοφου Μισέλ Ονφρέ για τη 16χρονη Σουηδή ακτιβίστρια υπό τον τίτλο «Γκρέτα Τούμπεργκ, το σουηδικό σάιμποργκ» 

 Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής 

Από την ΑΥΓΗ της Κυριακής 8/9/2019

Υπάρχει ο εφιάλτης της υπερθέρμανσης του πλανήτη (που ήδη βιώνουμε), υπάρχουν οι επιμένοντες χορηγοί του (ο Ντόναλντ Τράμπ, οι G7 και οι άλλοι ταγοί του κόσμου τούτου), και υπάρχει και η μικρή Γκρέτα (η 16χρονη Σουηδή ακτιβίστρια Γκρέτα Τούμπεργκ), σημαιοφόρος, λέω εγώ, των (νεολαιίστικων κυρίως) κινημάτων κατά της κλιματικής αλλαγής… 

«Το πρόσωπο αυτού του παιδιού αποτελεί το νέο πρότυπο για χιλιάδες νέους ανθρώπους σε όλον τον κόσμο, αλλά και αντικείμενο μίσους των αρνητών της κλιματικής αλλαγής», έγραψε για την Γκρέτα Τούμπεργκ το γερμανικό περιοδικό Spiegel… Ανάμεσα στους δεύτερους, κάτι παληκάρια τύπου «νεοφιλελέ διανοούμενοι», όπως ο «Η κόρη που δεν θα ‘θελα να έχω»*, Τάκης Θεοδωρόπουλος. 

Και τώρα ο «αποδομητής φιλοσόφων»… φιλόσοφος Μισέλ Ονφρέ. Ο οποίος μετά την αποδόμηση του Ντε Σαντ, του Νίτσε και του Ρολάν Μπάρτ, βάλθηκε να αποδομήσει και την Γκρέτα, με ένα αρθρογραφικό κοκτέιλ ρατσισμού, σεξισμού, σαδισμού και οικολογικής αναισθησίας – ένα υποδειγματικό πόνημα δολοφονίας χαρακτήρων, υπό τον τίτλο «Γκρέτα Τούμπεργκ, το σουηδικό σάιμποργκ»**

Πάρτε μια ιδέα: «… Η Γκρέτα είναι βέγκαν και πίνει μόνο νερό από το κόκκινο οικολογικό θερμός της που δεν εγκαταλείπει ποτέ… Αυτή η κοπέλα έχει ένα πρόσωπο που αγνοεί κάθε συναίσθημα: ούτε γέλιο, ούτε χαμόγελο, ούτε έκπληξη, ούτε χαρά ή πόνο… Έχει το πρόσωπο, την ηλικία, το φύλο και το σώμα ενός σάιμποργκ της τρίτης χιλιετίας: όλα ουδέτερα… Τί άλλο λοιπόν είναι αυτή η κοπέλα παρά ένα σάιμποργκ, δηλαδή ένα υποχείριο κάποιων που παραμένουν στη σκιά;». Ούπς!.. Νάτη και η θεωρία συνωμοσίας.


 ******* 


«Όταν διάβασα το άρθρο, η οργή που αισθάνθηκα ήταν ασυνήθιστη για έναν ευκαιριακό μεν αλλά επί μακρόν αναγνώστη άρθρων σχετικών με την πολιτική επικαιρότητα», γράφει ο Γιάννης Αλμυράντης***, σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα κριτική αντίδρασή του (την οποία υιοθετώ και προσυπογράφω) στο νοσηρό άρθρο του Μισέλ Ονφρέ για τη 16χρονη Σουηδή ακτιβίστρια: «Κάθε παράγραφος αυτού του άρθρου, γραμμένου από έναν φιλόσοφο, βρίθει ολισθημάτων πολιτικών, ανθρώπινων, πραγματολογικών»… Ο κος Ονφρέ θα έπρεπε να γνωρίζει ότι τότε που, όπως λέει σαρκάζοντας την Τούνμπεργκ , ‘οι δεκαεξάρηδες απάγγελναν Ρεμπώ και Βερλέν’, τούτο ήταν εξέγερση. Ας αφήσει λοιπόν ο εικονοκλάστης διανοούμενος τους σημερινούς δεκαεξάρηδες να κάνουν όπως αυτοί νομίζουν τη δική τους εξέγερση... 

 Και συνεχίζει, τοποθετώντας δίπλα στον Μισέλ Ονφρέ, τον καθ’ υμάς («Η κόρη που δεν θα ‘θελα να έχω») Τάκη Θεοδωρόπουλο, που λέγαμε: «…οι κονδυλοφόροι που, από την πιθανότατη τραγωδία της κλιματικής αλλαγής που επίκειται, αφορμώνται να γράψουν τέτοια δηλητηριώδη κείμενα γι ‘αυτήν την έφηβη, που για τον ένα ή τον άλλο λόγο, ιδιοσυγκρασιακή κλίση ή ό,τι άλλο (όπως όλοι μας, δηλαδή), ‘πήρε πάνω της’ ένα τέτοιο εγχείρημα, είναι η ενσάρκωση του καταντήματος της πολιτικής αρθρογραφίας. Το ότι είναι αυτιστική τους σοκάρει; Ή το ότι δεν το λένε (οι ‘υποστηρικτές’ της); Ή ότι το λένε; Δεν κατάλαβα!».

 ******* 


Ακολούθως, ο Γιάννης Αλμυράντης ιχνηλατεί την θεωρία συνωμοσίας που υποφώσκει κατά… μήκος και πλάτος του άρθρου του Μ.Ο: «Δεν ξέρω αν και η Γκρέτα Τούνμπεργκ έχει μπει σε ατζέντες προτεραιοτήτων των ‘ισχυρών της ημέρας’ και αν κάποιοι θα προσπαθήσουν να την χρησιμοποιήσουν, αλλά αυτό το γκαιμπελικό άρθρο μόνο τέτοια ανησυχία δεν δείχνει, απλώς για να την ‘αποδομήσει’ λέει ότι εξαρχής ήταν υποκινούμενη: ‘Το σάιμποργκ διαφημίζει την επανάσταση που ετοιμάζει ο πράσινος καπιταλισμός’ μάς λέει ο κος Ονφρέ∙ θεωρώντας ότι ‘δείχνει’ αυτούς που υποκινούν την Γκρέτα Τούνμπεργκ, σε ένα άρθρο που την διασύρει σαν προσωπικότητα με τρόπο που σπανίως έχω δει σε άρθρα που στοχοποιούν έναν ενήλικα. Δεν θα αρκούσε στον Μ.Ο. να κριτικάρει τις απόψεις που θεωρεί ύποπτες;». 

 «Δεν καταλαβαίνω πού ακριβώς το πάνε αρθρογράφοι όπως ο κος Ονφρέ, ούτε τον τύπο πολιτικής και οικολογικής ανευθυνότητας που ενδεχομένως χαρακτηρίζει τα γραπτά τους», κλείνει την κριτική αντίδρασή του ο Γιάννης Αλμυράντης: (…..) Όμως όποιες κι αν είναι οι ‘ευαισθησίες’ τους, δεν δικαιολογούν την επιλεκτική αναισθησία τους προς τίποτα, και κυρίως προς την κλιματική αλλαγή. Ο Τσόμσκι, προ των αμερικανικών εκλογών, είχε πει ότι ο Τραμπ είναι πρωτίστως επικίνδυνος λόγω των θέσεων του στο θέμα αυτό. Ομολογώ, η άποψη μου είχε φανεί υπερβολική. Τώρα καταλαβαίνω πόσο δεν ήταν».
Έχετε μήπως ακούσει να λένε ότι και ο Τσόμσκι είναι όργανο του Σόρος;... 

 * https://www.kathimerini.gr/1039182/opinion/epikairothta/politikh/h-korh-poy-den-8a-8ela-na-exw 
** https://www.hereticalideas.gr/2019/08/greta_thunberg-michel_onfray.html 

*** «Ο Γιάννης Αλμυράντης είναι ερευνητής στο ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος» (Ολόκληρο το κείμενο του δημοσιεύεται εδώ: https://restaro.blogspot.com/)

4 Σεπτεμβρίου 2019

Γιατί πυροβολούν τη μικρή Γκρέτα;


  
 Σκέψεις ενός ευκαιριακού αναγνώστη
εντύπων του διαδικτύου για την πολεμική στην δεκαεξάχρονη ακτιβίστρια Γκρέτα Τούμπεργκ...


 Του Γιάννη Αλμυράντη (1)

Όταν διαβασα το άρθρο του Μισέλ Ονφρέ (2) υπό τον τίτλο "Γκρέτα Τούνμπεργκ το σουηδικό σάιμποργκ" (μετάφραση Αλέξανδρος Μπριασούλης) η οργή που αισθάνθηκα ήταν ασυνήθιστη για έναν ευκαιριακό μεν αλλά επί μακρόν αναγνώστη άρθρων σχετικών με την πολιτική επικαιρότητα. Τη μοιράζομαι εδώ, μ’ εσάς (πράγμα που επίσης δεν το συνηθίζω) γιατί φοβάμαι τις συνέπειες της αδράνειας και της ‘κόπωσης’ που μπορεί να μας έχει ήδη προκαλέσει η υπερέκθεση σε αμφίβολη πληροφόρηση και σε απόψεις που ενδεχομένως να μην εκτιμάμε διόλου αλλά απλώς τις ‘συνηθίζουμε’.

Τον συγγραφέα αυτού του άρθρου λίγο τον ξέρω και συνήθως δεν μοιραζόμουν τις πρωτεραιότητές του και τις απόψεις του, αν και σε επιμέρους θέματα μπορεί να είναι και αλλιώς – εδώ όμως μιλάμε για το συγκεκριμένο άρθρο.  Τον μεταφραστή – που φαίνεται να το υιοθετεί, καθώς και το site δημοσίευσης –  δεν τον γνωρίζω. Οι ιδεολογικές τους αναφορές σε θέματα πολιτικής δεν ξέρω αν χαρακτηρίζονται έτσι ή αλλιώς και δεν νομίζω ότι αν ήμουν πιο ενήμερος θα άλλαζε η αποστροφή που μου προκαλεί η ανάγνωσή του άρθρου. Παλαιοί αριστεροί σήμερα μοιάζουν όλο και περισσότερο με ‘εναλλακτικούς δεξιούς’, και μου φαίνεται ασφαλέστερο κατά το δυνατόν να παραμένουμε στην αποτίμηση συγκεκριμένων απόψεων.

Γνωρίζω ότι οι γράφοντες και προσυπογράφοντες το πνεύμα του παραπάνω άρθρου δεν είναι λίγοι. (…)  Στα καθ’ ημάς,  ο Τάκης Θεοδωρόπουλος έγραψε στην Καθημερινή για την Γκρέτα Τούνμπεργκ άρθρο με τίτλο η κόρη που δεν θα ‘θελα να έχω’ (*)… Εν τούτοις, θα συνεχίσω να πιστεύω ότι οι κονδυλοφόροι που από την πιθανότατη τραγωδία της κλιματικής αλλαγής που επίκειται αφορμώνται να γράψουν τέτοια δηλητηριώδη κείμενα γι αυτήν την έφηβη, που για τον ένα ή τον άλλο λόγο, ιδιοσυγκρασιακή κλίση, ή ότι άλλο (όπως όλοι μας δηλαδή), πήρε πάνω της’ ένα τέτοιο εγχείρημα, είναι η ενσάρκωση του καταντήματος της πολιτικής αρθρογραφίας. Το ότι είναι αυτιστική τους σοκάρει; Ή το ότι δεν το λένε (οι υποστηρικτές της’); ή ότι το λένε; δεν κατάλαβα!

Ο Χαίντελ ήταν διπολικός. Ας μην αρχίσουμε να απαριθμούμε τους σημαντικούς ανθρώπους που είχαν 'κουσούρια'. Δεν δικαιούνταν να ομιλούν; Να δημιουργούν; Τι; Από την άλλη, 'παιδιά θαύματα' μόνο στην μουσική μπορούν να υπάρχουν; ποιοι είναι οι gatekeepers τής (ο Θεός ξέρει ποιας) ορθότητας;;;


Ο κος Ονφρέ θα έπρεπε να γνωρίζει ότι τότε που όπως λέει σαρκάζοντας την Τούνμπεργκ : ‘οι δεκαεξάρηδες απάγγελναν Ρεμπώ και Βερλέν’ τούτο ήταν εξέγερση. Ας αφήσει λοιπόν ο εικονοκλάστης διανοούμενος τους σημερινούς δεκαεξάρηδες να κάνουν όπως αυτοί νομίζουν τη δική τους εξέγερση...  Κάθε παράγραφος αυτού του άρθρου, γραμμένου από ένα φιλόσοφο, βρίθει ολισθημάτων πολιτικών, ανθρώπινων, πραγματολογικών. Αλλά το θέμα πιστεύω είναι πως τέτοια άρθρα εξασφαλίζουν ακροατήριο! Αν πρέπει να είμαστε άκρως προσεκτικοί στις πολιτικές μόδες, στα 'χαιδεμένα παιδιά' (κυριολεκτικά και μη) του συστήματος, πόσο θα πρέπει να είμαστε επίσης προσεκτικοί σε μορφές αντισυμβατικότητας που είναι ξεκαπίστρωτα fake; Η υπαγωγή για δεκαετίες της δυτικής νεολαίας (μαζί με τη σωστή κριτική που άσκησαν σε πολλά εντός των χωρών τους) στην επιλεκτική τύφλα προς την εγκληματικότητα σταλινικών και μαοϊκών 'παραδείσων' δεν μας έμαθε τίποτα; Μετά τις αριστερές μπανανόφλουδες θα γίνουν τώρα της μόδας οι alt-right (ή όπως αλλιώς λέγονται) χοντράδες; Και μέχρι που;

Φυσικά, κάθε προσπάθεια να δει κανείς πίσω από κινήσεις που γίνονται μαζικές - ακόμα κι αν ξεκίνησαν από ατομικές πρωτοβουλίες - είναι θεμιτή! Φυσικό είναι ο καθένας από μας να μην βρίσκεται στο κλίμα της ή και να μη συμφωνεί με κάθε κίνηση της Γκρέτας Τούνμπεργκ. Έχουν μιλήσει για ‘στεγνό’ και προτεστάντικο τρόπο / βλέμα στον κόσμο. Διόλου μη αναμενόμενο, καθείς και οι προσλαμβάνουσες που έχει, και εδώ μιλάμε για μια ιδιαίτερη προσωπικότητα.  Δεν ξέρω αν και η Γκρέτα Τούνμπεργκ έχει μπει σε ατζέντες προτεραιοτήτων τωνισχυρών της ημέρας και αν κάποιοι θα προσπαθήσουν να την χρησιμοποιήσουν. Θεωρώ δεδομένο και φυσικό αυτό να συμβεί. Αλλά αυτό το γκαιμπελικό άρθρο μόνο τέτοια ανησυχία δεν δείχνει, απλώς για να την ‘αποδομήσει’ λέει ότι εξ αρχής ήταν υποκινούμενη! (**) ‘Το σάιμποργκ διαφημίζει την επανάσταση που ετοιμάζει ο πράσινος καπιταλισμός’ μας λέει ο κος Ονφρέ θεωρώντας ότι ‘δείχνει’ αυτούς που υποκινούν την Γκρέτα Τούνμπεργκ, σε ένα άρθρο που την διασύρει σαν προσωπικότητα με τρόπο που σπανίως έχω δει σε άρθρα που στοχοποιούν έναν ενήλικα. Δεν θα αρκούσε στον Μ.Ο. να κριτικάρει τις απόψεις που θεωρεί ύποπτες; Ο υπερασπιστής της έφηβης που αποπλάνησε ο Πολάνσκυ, πού έχασε την ευαισθησία του (***);


Δεν καταλαβαίνω πού ακριβώς το πάνε αρθρογράφοι όπως ο κος Ονφρέ, ούτε τον τύπο πολιτικής και οικολογικής ανευθυνότητας που ενδεχομένως χαρακτηρίζει τα γραπτά τους. Ίσως γι αυτό θα χρειαζόταν να κάνει κανείς σχεδόν κύρια απασχόλησή του την συνεχή σε βάθος ενημέρωση. Όμως, απ΄ ότι επιφανειακά καταλαβαίνω, η όποια, σωστή κατά περίπτωση, επιφύλαξη / επιφυλάξεις προς την εμμονή στην παγκοσμιοποίηση, τον νεοφιλελευθερισμό και τις συνέπειές τους καθώς και σε συμφέροντα συγκεκριμένων λόμπυ, αν υποθέσουμε ότι αυτά είναι τα σημεία αναφοράς και οι ευαισθησίες του συγγραφέα, δεν δικαιολογούν την επιλεκτική αναισθησία προς τίποτα, και κυρίως προς την κλιματική αλλαγή. Ο Τσόμσκυ προ των Αμερικανικών εκλογών είχε πει ότι ο Τραμπ είναι πρωτίστως επικίνδυνος λόγω θέσεων στο θέμα αυτό. Ομολογώ, μου είχε φανεί άποψη υπερβολική. Τώρα καταλαβαίνω πόσο δεν ήταν.
Έχετε μήπως ακούσει να λένε ότι και ο Τσόμσκυ είναι όργανο του Σόρος;...

                                                                                 

(**) Διευκρινίζω. Ο Μ.Ο. για να μας πεισει ότι η Τούνμπεργκ είναι υποκινούμενη γράφει: “Αυτά που μας διαβάζει δεν είναι γραμμένα από μια κοπέλα της ηλικίας της, «μυρίζουν» πολύ τεχνολογικό ίδρυμα. Με τη φωνή της ηχεί ένα κείμενο που έχουν γράψει κάποιοι άλλοι, κάποιοι που δεν εμφανίζονται στο προσκήνιο”. Ο ίδιος μερικές γραμμές πιο πριν γράφει για να δείξει τι απερίγραπτο ‘φρικιό’ (έστω, ‘φρικιό’ υψηλής ευφυίας) είναι η  Γκρέτα Τούνμπεργκ: “Με το στυλό ανά χείρας, κάθε βράδυ στο κρεββάτι της, η Γκρέτα μελετά με αυταπάρνηση τις ογκώδεις εκθέσεις της Διακυβερνητικής Επιτροπής Ειδικών για το Περιβάλλον (GIEC)”. Η αντίφαση μεταξύ των δύο εικόνων για την φτωχή Τούνμπεργκ είναι προφανής. Ο φιλόσοφος αρθρογράφος μας λέει ταυτοχρόνως ότι είναι υποχείριο (σάιμποργκ) και υπερευφυής – βλαμμένη. Τι να πιστέψουμε; Πέραν βέβαια από τον προφανή ναρκισσισμό του αρθρογράφου που μπροστά στον πειρασμό ενός (ακόμα) άρθρου του ‘που θα συζητηθεί’, δεν διστάζει ‘προ ουδενός’...


(1) Ο Γιάννης Αλμυράντης είναι ερευνητής στο ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»
  
(2) Διαβάστε το άρθρο του Μισέλ Ονφρέ εδώ:
http://www.enallaktikos.gr/ar49610el-gkreta-toynmpergk-to-soyidiko-saimporgk-misel-onfre.html

31 Αυγούστου 2019

Τα Εξάρχεια ως ρατσιστικό πεδίο βολής


Η «επιχείρηση – σκούπα κατά κακοποιών στοιχείων» που κατέληξε σε ρατσιστικό πογκρόμ κατά ανύποπτων προσφύγων σήμανε την επιστροφή της ΕΛ.ΑΣ. στην υπηρεσία του κακού υπό το κράτος της Δεξιάς

 Γράφει ο
Νίκος Τσαγκρής
     
Η καλή μέρα απ’ το πρωί φαίνεται, συνηθίζουμε να λέμε οι Έλληνες. «Αλλά και η κακή επίσης», ακολουθεί η αναπόφευκτη περίσκεψη… Έ, λοιπόν, δεν πρόλαβε να ξημερώσει της Νέας Δημοκρατίας και μας χτύπησε την πόρτα ο… γαλατάς Χρυσοχοΐδης: κατάργηση ασύλου, απαγόρευση καπνίσματος, ενίσχυση των ΜΑΤ – αναδιοργάνωση της ομάδας ΔΙΑΣ, επανίδρυση της ομάδας ΔΕΛΤΑ!
«Μα αυτή δεν είναι πολιτική κυβέρνηση,  κυβέρνηση μπάτσων είναι», σιχτίρισα και… έφυγα διακοπές…  

Για να έρθει να με δικαιώσει – που να μην έσωνε – εκείνη η «επιχείρηση – σκούπα κατά κακοποιών στοιχείων» στα Εξάρχεια, που κατέληξε σε ρατσιστικό πογκρόμ κατά ανύποπτων προσφύγων . Κι εκείνο το post στο διαδικτυακό «προφίλ» της ξεχωριστής Έλενας Ακρίτα, που έδινε το μέτρο της απανθρωπιάς της συγκεκριμένης αστυνομικής πράξης και της κρατικής βαρβαρότητας πίσω της: «Όταν κάνουν κουμάντο οι χρυσοχοΐδηδες αυτού του κόσμου: η ΕΛΑΣ εκκενώνει τέσσερα κτίρια στα Εξάρχεια και διώχνει τα κακοποιά στοιχεία που βλέπουμε στη φωτογραφία*. Μπορούμε και απόψε να κοιμηθούμε με ανοιχτά παράθυρα».

«Καμιά έκπληξη...», ήταν η δική μου αντίδραση: απλά τα Εξάρχεια βίωσαν την επιστροφή της Αστυνομίας στην υπηρεσία του κακού υπό το κράτος της Δεξιάς, (κυβέρνηση Μητσοτάκη), μετά την τετραετή εγκλωβισμό της στο αμήχανο «κράτος της Αριστεράς» (κυβέρνηση Τσίπρα»).

«Το Κράτος είναι η εκτελεστική επιτροπή της άρχουσας τάξης», όριζε ο Κάρολος Μάρξ: «Μια δύναμη που «τοποθετήθηκε  πάνω απ’ την κοινωνία για να μετριάζει τη σύγκρουση (σ. σ.: την πάλη των τάξεων), να την κρατάει μέσα στα όρια της ‘τάξης’», συμπλήρωνε ο Φρ. Ένγκελς  

*******

Ο Στάλιν το είχε… εμπεδώσει πιο εμπειρικά: «το Κράτος με τους μηχανισμούς του (Σώματα Ασφαλείας, Αστυνομία πόλεων, κλπ.) είναι ένα όργανο στα χέρια της άρχουσας τάξης, που σκοπός του είναι να καταπολεμήσει την αντίσταση αυτών που είναι αντίθετοι σε αυτήν την τάξη».

«Αστυνομία είναι, πρώτα απ’ όλα, ένας μηχανισμός κατά του κακού», είναι ο αστικός αντίλογος. Ωστόσο το πρόβλημα είναι ότι η φύση του κακού επαφίεται στην πολιτική φιλοσοφία της εκάστοτε κρατικής – κυβερνητικής εξουσίας˙ στη διάθεση της οποίας, ωστόσο, βρίσκεται και ο «μηχανισμός κατά του κακού», η Αστυνομία! Έτσι, μοιραία, ο «μηχανισμός κατά του κακού» (η Αστυνομία) τίθεται στην υπηρεσία ενός κακού! Του κράτους…

Αλλά ποια είναι (κάθε φορά) η άρχουσα τάξη, ποια η κυβέρνηση που «δουλεύει» για λογαριασμό της και ποια η «φύση του κακού» που καλείται να αποτρέψει, να καταστείλει, να καταστρέψει, χρησιμοποιώντας το «όργανο της άρχουσας τάξης», το Κράτος και τους μηχανισμούς του, τα Σώματα Ασφαλείας και «τάξης», την Αστυνομία;  

Το ερώτημα αυτό, αποσπασμένο από την ιστορία, οφείλει να απασχολεί (ως ζήτημα θεμελιακό) τον «κυβερνητικό» ΣΥΡΙΖΑ, (την σύγχρονη Αριστερά, εν γένει) δίπλα και παράλληλα με το σχετικό, άκρως δραματικό ερώτημα - απάντηση του Νόαμ Τσόμσκι: "Ξέρετε εσείς να υπάρχει κάποιο κράτος που να είναι κράτος δικαίου; Τα κράτη δεν είναι οργανισμοί ήθους και ηθικής, είναι οργανισμοί ισχύος".

*******

 Πολλά χρόνια πριν, το κράτος της νεοκαραμανλικής δεξιάς εντόπισε τη φύση του κακού στα Εξάρχεια. Και διέταξε τον «μηχανισμό κατά του κακού» να περιπολεί μέρα – νύχτα στην περιοχή, προκειμένου να το αποκαλύψει και να το αποτρέψει. Μια νύχτα, ο «μηχανισμός» είδε το «κακό» στο πρόσωπο ενός δεκαεξάχρονου και επιχείρησε να το αποτρέψει πυροβολώντας στο ψαχνό!..

Φυσικός αυτουργός, βέβαια, ήταν ένας στρατιώτης του «μηχανισμού κατά του κακού», ένας αστυνομικός: Οι αστυνομικοί, ακόμα και όταν γνωρίζουν καλά τις αρμοδιότητές τους, δεν διστάζουν να τις ξεπερνούν από υπερβάλλοντα ζήλο, προκειμένου να πετύχουν, με κάθε μέσο, τον υποδεδειγμένο σκοπό: ενθαρρυμένοι, φυσικά, από μια διοίκηση που τους καλύπτει, από μια Δικαιοσύνη που δεν θέλει ποτέ να τους στενοχωρεί και, κυρίως, από την εκάστοτε κυβερνητική εξουσία που τους «καθοδηγεί», υποδεικνύοντάς τους το «κακό» που την… βολεύει…

Από τότε, τα Εξάρχεια (με εξαίρεση την τετραετή αμήχανη παρένθεση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ) εξακολουθούν να υποδεικνύονται ως o «τόπος του κακού» από κάθε κυβερνητική εξουσία, τώρα απ’ την ακραία αυταρχική και αντιδημοκρατική κυβερνητική εξουσία της ΝΔ, το… «επιτελικό κράτος» Μητσοτάκη. Που, για λογαριασμό της άρχουσας τάξης την οποία υπηρετεί, ανακάλυψε τη φύση του κακού στους πρόσφυγες των Εξαρχείων∙  και διά των μηχανισμών ασφαλείας του, το… κατέστειλε!...

Είπαμε, καμιά έκπληξη. Απλά τα Εξάρχεια βίωσαν την επιστροφή της Αστυνομίας στην υπηρεσία του κακού, υπό το κράτος της Δεξιάς,

*Η γνωστή φωτογραφία με την προσφυγοπούλα μωρομάνα (το μωρό αγκαλιά) να «προσάγεται»…



24 Αυγούστου 2019

Εσείς τι λέτε, είναι ωραίος ο Κούλης;




Μια μανία (η απαλλαγή του απ’ το παρωνύμιο  «Κούλης») και μια ψύχωση (η επιθυμία του για μια δημόσια εικόνα με στοιχεία ηγετικής λάμψης και ωραιότητας… «τύπου Τσίπρα») στοιχειώνουν τον πρόεδρο της ΝΔ


Γράφει ο 
Νίκος Τσαγκρής

Το ωραίο δεν είναι παρά η υπόσχεση της ευτυχίας, αποφαίνεται ο Σταντάλ. Όμως, τι είναι το ωραίο; Είναι ωραίος, ας πούμε, ο τραγουδιστής Αργυρός; Η δεκαεξάχρονη ανιψιά μου τον βλέπει σαν θεό! Θα ήταν ευτυχισμένη αν, απλώς, τον έβλεπε από κοντά να τραγουδάει «Λιώμα θα ’μαι λιώμα / Μα θα σκέφτομαι εσένα ακόμα / Το πρωί σε κώμα / θα γυρεύω το δικό σου στόμα»… 

Απ’ αυτήν την άποψη, ο Σταντάλ έχει δίκιο, το ωραίο δεν είναι παρά η υπόσχεση της ευτυχίας: ένας πίνακας του Άντυ Γουώρχολ, ένα κόσμημα του Καρτιέ, ο Ντάνος του Survivor, ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση (χθες), η ΝΔ στην... εξουσία (σήμερα), ένα ζευγάρι γόβες Louboutin,  μια βίλλα στην Εκάλη, ο Ολυμπιακός Πειραιώς, ο Μάρλον Μπράντο (κάποτε) ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο (τώρα) η… γυναίκα του γείτονα, μια Φεράρι, ένα πλυντήριο πιάτων, ο Γιάννης Αντετοκούμπο, μια θέση στο Δημόσιο, η Μόνικα Μπελούτσι (κάποτε), η Σκάρλετ Γιόχανσον (τώρα), ο Αλέξης Τσίπρας (χθές), ο Κυριάκος Μητσοτάκης (σήμερα), δεν είναι παρά υποσχέσεις ευτυχίας για εκείνους που βλέπουν «ωραία» αυτά τα υποκείμενα ή τα αντικείμενα…

Πολλοί βρίσκουν ωραία, έως και… φεγγαρόφωτη, την υπουργό της ΝΔ Δόμνα Μιχαηλίδου – άλλοι την τοποθετούν στο επίπεδο της γραφικής θρησκόληπτης κ. Ελένης Λουκά. Αλλά είναι ωραία η κ. Μιχαηλίδου; Και είναι ωραίο το πολιτικό τοπίο της χώρας μετά την αλλαγή κυβερνόντος κόμματος, κυβέρνησης, πρωθυπουργού;

*******
Λοιπόν, τι λέτε, είναι ωραίος ο… Κούλης; Μη γελάτε, κυρίες μου, κύριοι αφήστε κατά μέρος τα αμήχανα χαμόγελα∙ ναι, είμαι ένας σοβαρός, υποτίθεται, δημοσιογράφος, και πάντως όχι ένας απ’ αυτούς τους γιαλατζί σημερινούς, τους μισθοφόρους πληκτρολογίων τεχνητής νοημοσύνης - αν καταλαβαίνετε τι εννοώ. Και ναι, παρά το εγνωσμένο  του δεοντολογικού ύφους και ήθους μου, αποκαλώ τον «Κούλη», Κούλη!.. Με το αυτοκόλλητο κοινωνικό παρατσούκλι του δηλαδή, και ας είναι πια πρωθυπουργός.

Είναι; Προσωπικά αμφιβάλω, όσο και ο ίδιος υποθέτω∙ αφού, σύμφωνα με πληροφορίες προερχόμενες από πρόσωπα του… μετακλητού δημοσιογραφικού περιβάλλοντός του, «το γεγονός ότι ενάμιση μήνα μετά την ορκωμοσία του, το διεθνοποιημένο πια παρατσούκλι «Κούλης» («le petit «Koulis» est appelé au pouvoir») τον ακολουθεί ακατάπαυστα και ως πρωθυπουργό, τον στοιχειώνει…»

Εξηγούμαι… Πέρα από τα δεξιά μερεμέτια επικοινωνιακού χαρακτήρα σε βασικές φιλολαϊκές ρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης Τσίπρα καθώς και τα copy paste… ιδιοκτησιακού χαρακτήρα σε άλλες, πέρα από τις απολυταρχικές παρεμβάσεις στα Δημόσια ΜΜΕ και τις επείγουσες ρουσφετολογικές, υπέρ βιομηχάνων και μιντιαρχών φίλων και χορηγών, παρανομοθετικές διευθετήσεις, ο πρόεδρος της κυβέρνησης της ΝΔ τα δίνει όλα για να ξεφορτωθεί το παρατσούκλι του: «Η απαλλαγή του από το ταπεινωτικό παρωνύμιο  Κούλης παραμένει πρώτο θέμα στην πολιτική ατζέντα του Κυριάκου», με ενημερώνουν οι πηγές μου…

*******
Και με διαβεβαιώνουν πως ό,τι είδαμε, ό,τι ακούσαμε, ό,τι διαβάσαμε για Κυριάκο Μητσοτάκη τις πρώτες 50 μέρες της  πρωθυπουργίας του (● γαλάζιο πουκάμισο χωρίς γραβάτα, τα μανίκια  σηκωμένα, τα χέρια τεταμένα καθοδηγητικά προς τις χαμηλοβλεπούσες, μπρος στη σοφία του αρχηγού, ενάρετες υπουργίνες ● ανέμελες ημίγυμνες πόζες σε λαϊκές πλαζ ● αξύριστη θλίψη πίσω από γυαλιά – καθρέφτες με φόντο τα αποκαΐδια της Εύβοιας, κλπ, κλπ, κλπ…) δεν είναι παρά επί μέρους στοιχεία μιας υπερπαραγωγής του επικοινωνιακού επιτελείου του (ενός πραγματικού στρατού μισθοφόρων δημοσιογράφων, συμβούλων επικοινωνίας και μιντιακών εξαπτέρυγων), με στόχο την άμεση απαλλαγή του πρωθυπουργικού προφίλ του από το μειωτικό παρωνύμιο «Κούλης»: «Ο πρόεδρος επιθυμεί να αποκτήσει, το συντομότερο δυνατόν ένα επικοινωνιακό, έστω, αμπαλάζ, ηγετικής λάμψης   και ωραιότητας εφάμιλλης αυτής του Τσίπρα», καταλήγει ένας απ’ τους συνομιλητές μου…

 Αν θέλετε τη γνώμη μου, η επιθυμία του Κούλη  να απαλλαγεί από το παρατσούκλι του και να αποκτήσει ένα… περιτύλιγμα «ηγετικής λάμψης και ωραιότητας εφάμιλλης αυτής του Τσίπρα», δεν είναι παρά μια ψύχωση που «περιγράφει» τον φορέα της να συμπεριφέρεται περισσότερο σαν «Κούλης», («le petit «Koulis» est appelé au pouvoir») παρά σαν πρωθυπουργός, που υποτίθεται πως έγινε: να παραμένει εγκλωβισμένος στο παρατσούκλι του, για πάντα Κούλης!

ΥΓ: Παρατσούκλι, σύμφωνα με τον Νίκο Σαραντάκο  (sarantakos.wordpress.com) «λέμε το πρόσθετο όνομα που δίνεται σε κάποιον, συνήθως (αλλά όχι πάντοτε) σκωπτικό ή ειρωνικό, από τον κοινωνικό του περίγυρο: το χωριό, το σχολείο, τον επαγγελματικό χώρο, την πιάτσα. Και εκφράζει μιαν ιδιότητα του παρονομαζόμενου, σωματική, πνευματική ή ηθική, ή κάποιο χαρακτηριστικό του…».






  

12 Ιουλίου 2019

Ο Αλέξης, φυσικός ηγέτης της παράταξης




Και βέβαια, ο θεματοφύλακας της λαϊκής εντολής για  μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα σύγχρονο, μαζικό, αριστερό, προοδευτικό κίνημα…
  
Γράφει ο
Νίκος Τσαγκρής
Στις εκλογές της 7ης Ιουλίου, η λαϊκή ετυμηγορία όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν τόσο καθαρή και διαφανής που καθρέφτιζε και αντανακλούσε το σκεπτικό της – ένα σκεπτικό υπέρβασης   του σημερινού κομματικού σχήματος: μετάθεση από την κυβέρνηση στην αξιωματική αντιπολίτευση, με εντολή (31,5%) άμεσου μετασχηματισμού σε αντιπροσωπευτικό κόμμα – κίνημα της Δημοκρατικής Παράταξης…  

Αυτή ήταν, κατά τη γνώμη μου, η λαϊκή ετυμηγορία. Kαι ήταν μια ετυμηγορία θετικής ανταπόκρισης στις προεκλογικά εκπεφρασμένες προθέσεις του Αλέξη Τσίπρα για ποιοτική και ποσοτική μετεξέλιξη του κόμματος μέσα από μια δήλωσή του στο Star Channel∙ την οποία είχα επισημάνει τότε ως την πλέον αισιόδοξη και πολιτικά γοητευτική δήλωσή του κατά την προεκλογική περίοδο: «Δεν είναι ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ του 2019 με τον ΣΥΡΙΖΑ του 2012, δεν είναι ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ του 2019 με το ΣΥΡΙΖΑ του 2015. Στη ζωή, όταν δεν αλλάζεις, γίνεσαι μνημείο του εαυτού σου. Εμείς θέλουμε να αλλάζουμε πηγαίνοντας προς τα μπρος και φιλοδοξούμε να αποτελέσουμε τη ραχοκοκαλιά της μεγάλης και πλειοψηφικής, πιστεύω, δημοκρατικής και προοδευτικής Παράταξης του τόπου. Αυτή είναι η φιλοδοξία μας»

Τις επόμενες των εκλογών ώρες και μέρες, διάβασα δεκάδες αναλύσεις και ερμηνείες σε δεκάδες ελληνικά και ξένα ΜΜΕ για αυτό το ευδόκιμο και, κατά κοινή ομολογία, απρόβλεπτο πολιτικό κεφάλαιο της τάξεως του 31,5% που κατάφερε, εν τέλει, να αποκομίσει ο Αλέξης Τσίπρας. Πώς προέκυψε, τι σημαίνει, πώς αξιοποιείται…

*******         
Ανάμεσά τους, ξεχώρισα ως εξαιρετικά έξυπνη και πολιτικά  φωτισμένη (αλλά και… συμφεροντολογική, αφού με εκφράζει απολύτως) την «ανάλυση» που περιέχεται – αν πάνω στην μετεκλογική σύγχυση δεν το προσέξατε – στη δήλωση του απερχόμενου πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα για το εκλογικό αποτέλεσμα, τη νύχτα της 7ης Ιουλίου. Και σας καλώ να την  διαβάσετε ή να την ξαναδιαβάσετε μαζί μου:  

«Ο ΣΥΡΙΖΑ, πριν 4,5 χρόνια, από ένα κόμμα διαμαρτυρίας του 4% ανέλαβε κυβερνητικές ευθύνες, στην πιο δύσκολη στιγμή της μεταπολιτευτικής ιστορίας του τόπου μας. Έχουμε πλήρη επίγνωση ότι το 2015 λάβαμε ένα δάνειο από τους δημοκρατικούς και προοδευτικούς πολίτες της πατρίδας μας, που μας έδωσαν ένα ποσοστό 35%, και μας έφεραν στη κυβέρνηση, με εντολή να σταματήσουμε την καταστροφική πορεία της λιτότητας και των μνημονίων.

»Πιστεύω ότι αξιοποιήσαμε αυτό το δάνειο (…..) ωστόσο, οφείλω να παραδεχτώ ότι (…..), απορροφημένοι εξολοκλήρου στα κυβερνητικά μας καθήκοντα και στις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζαμε, δεν μπορέσαμε ταυτόχρονα να αλλάξουμε και να μεγαλώσουμε το κόμμα μας. Να κάνουμε τους εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που μας εμπιστεύθηκαν με την ψήφο τους, από συνοδοιπόρους, συμμέτοχους στην προσπάθειά μας. Και ίσως αυτό να είναι μια από τις βασικές αιτίες του σημερινού εκλογικού αποτελέσματος.

*******
»Σήμερα, ένα μεγάλο μέρος αυτών των πολιτών, πολύ πιο συνειδητά αυτή τη φορά, μας έδειξε εκ νέου την εμπιστοσύνη του, και ένα μεγάλο ποσοστό, μόλις 4 μονάδες κάτω από το ποσοστό του εκλογικού μας θριάμβου του 2015, κοντά στο 32%,  μάς καθιστά την μεγάλη δύναμη της δημοκρατικής και προοδευτικής παράταξης στον τόπο μας. 
Αυτή τη φορά, όμως, δεν είναι δάνειο, αλλά εντολή μετασχηματισμού μας με γοργά βήματα, από ένα κόμμα με τεράστια αναντιστοιχία μελών και ψηφοφόρων, σε μια μεγάλη παράταξη, σε ένα σύγχρονο και μαζικό, αριστερό, προοδευτικό κίνημα, με βαθιές ρίζες και ισχυρούς δεσμούς στον εργαζόμενο λαό και την κοινωνία. Αυτούς τους δεσμούς θα σφυρηλατήσουμε το επόμενο διάστημα από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης…»

Συμφωνείτε;  Προσωπικά συμφωνώ απολύτως, όπως σημείωσα ήδη, ταυτίζομαι σχεδόν, και το μόνο που έχω, ως τρίτος, να προσθέσω, είναι αυτό: κατά την εκτίμηση μου, το 31,5%  των εκλογών της 7ης Ιουλίου είναι προσωπικός θρίαμβος του Τσίπρα – τίποτα  παραπάνω ή παρακάτω. Και ότι αυτός ακριβώς ο προσωπικός θρίαμβος τον καθιστά φυσικό ηγέτη της Δημοκρατικής Παράταξης. Και βέβαια θεματοφύλακα της λαϊκής εντολής μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ, «από ένα κόμμα με τεράστια αναντιστοιχία μελών και ψηφοφόρων, σε μια μεγάλη παράταξη, σε ένα σύγχρονο και μαζικό, αριστερό, προοδευτικό κίνημα»…   

Y.Γ.: Όπως είπε ο οργανωτικός expert Αντώνης Κοτσακάς, «υπάρχει  το προηγούμενο του Κόρμπιν και του Σάντερς, που επεχείρησαν να εφαρμόσουν διαφορετικό, πιο ανοιχτό μοντέλο (…….) ο Κόρμπιν μέσα από αυτή την ιστορία κατάφερε να εγγράψει 400.000 νέους ανθρώπους μέλη του κόμματος για να αντιμετωπίσει την βαρονία…»

(Από την ΑΥΓΗ της Κυριακής 14/7/2019)



 



5 Ιουλίου 2019

Πρωθυπουργός με DNA αναξιοπιστίας;


   


Σε αντίθεση με τον αποδεδειγμένα αξιόπιστο και υπεύθυνο πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα ο επίδοξος αντικαταστάτης του φέρει το στίγμα μιας ομολογημένης αναξιοπιστίας


Γράφει ο
Νίκος Τσαγκρής
Ήρθε η ώρα της κάλπης, κατά το βιβλικό… «ήρθε η ώρα της κρίσεως». Υπό την έννοια ότι το πλέον καθοριστικό στοιχείο όσον αφορά την έκβαση της κομβικής –για το παρόν και το μέλλον της χώρας– αναμέτρησης, που ολοκληρώνεται στις κάλπες της 7ης Ιουλίου, επαφίεται στην κρίση του εκλογικού σώματος: με ποιά κριτήρια επιλέγει ο ψηφοφόρος –κάθε ψηφοφόρος ξεχωριστά– το ψηφοδέλτιο που θα ρίξει στην κάλπη;

«Με συμφεροντολογικά κριτήρια», απαντά χωρίς ίχνος δισταγμού ο φίλος μου ο εκλογολόγος… «Ένας πλειστηριασμός είναι οι εκλογές στην ουσία, μια διαδικασία πλειοδοσίας: βγάζουν οι υποψήφιοι κυβερνήτες τα αγαθά τους (τα προγράμματά τους, τις υποσχέσεις τους, τα «θα» τους, εάν θέλεις) στο εκλογικό παζάρι, και ο πελάτης – πολίτης κρίνει, συγκρίνει και, με κριτήριο το ατομικό –άντε το οικογενειακό του συμφέρον– αγοράζει τα «θα» της αρεσκείας του»...  

- Ναι, ξέρω, με αντίτιμο την ψήφο του αγοράζει τις αυταπάτες της… αρεσκείας του, παρεμβαίνω σαρκάζοντας τον πολιτικό κυνισμό του εκλογολόγου…

- Ακριβώς, συνεχίζει ακάθεκτος: και αυτό συμβαίνει διότι η ψήφος του πολίτη είναι υλικό αγαθό (εξασφαλίζει χρήμα και δόξα στον αποδέκτη της), ενώ το «θα» του πολιτικού (του υποψηφίου κυβερνήτη, στην περίπτωσή μας) είναι άυλο∙ η υπόστασή του συναρτάται με την αξιοπιστία του υποσχόμενου – εξαρτάται δε, απολύτως απ’ αυτήν…
Απ’ αυτήν, άλλωστε, εξαρτάται και η αποχή. Το ποσοστό της οποίας κυμαίνεται, συνήθως, στο μέγεθος της αξιοπιστίας των πολιτικών…

*******   
Μάλιστα!.. Υπ’ αυτές τις συνθήκες (αν, δηλαδή, η αξιοπιστία έβγαζε κυβέρνηση), ο Αλέξης Τσίπρας θα ήταν αδιαμφισβήτητος νικητής των εκλογών, δεδομένου ότι η αξιοπιστία του είναι αντικειμενική. Δοκιμασμένη στην ελληνική και την ευρωπαϊκή κυβερνητική πραγματικότητα.
Σε αντίθεση με τον βασικό του αντίπαλο  Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος φέρει στο DNA του την αναξιοπιστία του σάπιου μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος.

Και, καθώς φαίνεται, το γνωρίζει: «Πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε ένα καλύτερο αύριο για τη χώρα μας», είπε σε μια απ’ τις πρώτες ομιλίες του σε ακροατήριο, αμέσως όταν κληρονόμησε την προεδρία της Νέας Δημοκρατίας.  

Προσέξτε…  Δεν είπε «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους εξασφαλίσουμε ένα καλύτερο αύριο», είπε «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε ένα καλύτερο αύριο»∙ και αυτό συνιστά μια δραματική ομολογία πολιτικής  αναξιοπιστίας: είμαι τόσο αναξιόπιστος που δεν μπορώ ούτε καν να πείσω ότι μπορώ (ότι διαθέτω την αξιοπιστία) να υποσχεθώ…

Αυτή ακριβώς η ομολογία –αυτή η επίγνωση αναξιοπιστίας του «αρχηγού»– είναι που γέννησε τη στρατηγική αποδόμησης του Αλέξη Τσίπρα. Αυτή την πρωτοφανή, στα παγκόσμια πολιτικά χρονικά, επιχείρηση «δολοφονίας χαρακτήρων», που σχεδιάστηκε από τους γκεμπελικούς μηχανισμούς του μητσοτακικού πολιτικού και μιντιακού συστήματος και εκτυλίχθηκε κλιμακούμενη  καθ’ όλη τη διάρκεια της  κυβερνητικής θητείας ΣΥΡΙΖΑ, με τον κωδικό «Για όλα φταίει ο Τσίπρας».  Για να φτάσουμε στην προδοσία του δημοκρατικού λόγου στη σύγχυση των φωνών, στο εγκατεστημένο, σήμερα, εικονικό χάος.   

*******
Στην πραγματικότητα, στις 20 Σεπτέμβρη του 2015, ένας νεαρός πολιτικός ηγέτης ονόματι Αλέξης Τσίπρας, με βασικό όπλο το ηθικό πλεονέκτημα της Ελληνικής Αριστεράς άρχισε να γράφει ιστορία ως πρωθυπουργός όλων των Ελλήνων που είχαν εκφράσει μια γενναία διάθεση υπέρβασης του σάπιου   ελληνικού και ευρωπαϊκού περιβάλλοντος των μνημονίων και της λιτότητας: «Στις επιλογές μου βάρυνε περισσότερο η ιστορική ευθύνη απέναντι στον Ελληνικό  λαό και στις κοινωνικές τάξεις που η Αριστερά εκπροσωπεί. Όχι ο φόβος απέναντι στην ευθύνη», επαναλαμβάνει έκτοτε ο Έλληνας πρωθυπουργός. Και είναι αυτή μια εξήγηση που προσθέτει πόντους αξιοπιστίας στην ηγετικό προφίλ του…

Ακριβώς εδώ ήθελα να καταλήξω: στο δρόμο προς τις κάλπες της 7ης Ιουλίου οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι ο Αλέξης Τσίπρας (παρά τον αναγκαστικό συμβιβασμό του, ή και χάρις σ’ αυτόν) παραμένει ο πλέον αξιόπιστος πολιτικός ηγέτης της χώρας και ένας απ τους πλέον αξιόπιστους στην Ευρώπη και στον κόσμο. Διότι την όποια αξιοπιστία του την έχει θεμελιώσει όχι στα «Θα», αλλά στα «Δεν»: ● Δεν θα νομοθετήσω ούτε ένα ευρώ επιπλέον μέτρα από όσα προβλέπει η συμφωνία… ● Δεν θα επιτρέψω τη μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου… ● Δεν θα χάσω την ευκαιρία για την επίλυση του «Μακεδονικού»…  ● Δεν θα δεχτώ πιστοληπτική  γραμμή στήριξης, η έξοδος θα είναι καθαρή… ● Δεν πάω για να χάσω στις εκλογές, αλλά για να νικήσω…