28 Μαΐου 2014

Ένα ζευγάρι πάνινα παπούτσια


Η ιστορία είναι αληθινή. Μου συνέβη πριν αρκετό καιρό, μα τη θυμάμαι ακόμα. Καλοκαίρι, βράδυ, ώρα 10.30. Επιστροφή απ' τη δουλειά στο σπίτι, μια μονοκατοικία με μικρό κήπο στο μπροστινό μέρος. Δύο παράθυρα, το ένα ανοιχτό με τις κουρτίνες τραβηγμένες, το άλλο με γερμένα τα παντζούρια.

Ανοίγω τη σιδερένια πόρτα της εισόδου και ύστερα την ξύλινη του σπιτιού μου, φωνάζω ένα «γεια» και κατευθύνομαι στην κρεβατοκάμαρα, στο βάθος ενός αρκετά μεγάλου διαδρόμου.
Φτάνω στην πόρτα, κάνω ένα βήμα μέσα και βλέπω κάτι που με αναγκάζει να σκεφτώ τι είναι. Ένα ζευγάρι πάνινα παπούτσια είναι. Όμως δεν τα γνωρίζω, είναι ξένα. Προεξέχουν, κολλητά στο πάτωμα, από το πίσω μέρος του κρεβατιού. Αλλά, με τέτοιο τρόπο, πλάγια το ένα πάνω στο άλλο, ώστε υποδηλώνουν ότι κάποιος τα φοράει. Κάποιος, το σώμα του οποίου είναι κρυμμένο πίσω απ' το κρεβάτι. Ή κάποιο πτώμα πρέπει να 'ναι ή κάποιος άνθρωπος που κρύβεται, για κάποιο λόγο.

Παγώνω. Τι κάνουμε τώρα; Βήχω ασυναίσθητα, και φαίνεται αυτό έπρεπε να κάνω. Πετάγεται όρθιος πίσω απ' το κρεβάτι και κατευθύνεται σαν φοβισμένο ζώο προς το μέρος μου με μάτια απελπισμένα.
-Τι θες εδώ, ψελλίζω.
- Εγκό καλό παιντί, μονολογεί,
Φτάνει κοντά μου και καθώς το σώμα μου τον εμποδίζει να περάσει απ' την πόρτα, με σπρώχνει και καλπάζει, στο διάδρομο σαν αιλουροειδές αφηνιασμένο. Περνάει σαν σίφουνας απ' το καθιστικό, κάνει ένα άλμα στα κλειστά παντζούρια, τα σπάει, και προσγειώνεται με πάταγο έξω στον κήπο.

Μέχρι να φτάσω στο παράθυρο να δω, ο Αλβανός, ένα ξανθό δεκαεξάχρονο παιδί, είχε εξαφανιστεί στους δρόμους της Αθήνας. Το μόνο που έμενε να κάνω ήταν να περιμαζέψω κάτι ψευτοκοσμήματα που είχε κλέψει και του 'πεσαν πάνω στο άλμα στα κλειστά παντζούρια...

Χτες ένας γεροκτηνοτρόφος στην Παραμυθιά σκότωσε ένα δεκατριάχρονο Αλβανάκι. Πανικοβλήθηκε, υποστηρίζει τώρα, όταν το είδε μ' άλλα δύο παιδιά μέσα στο κτήμα του, ο μπαγάσας. Και βούτηξε την καραμπίνα και πυροβόλησε εν ψυχρώ το πιτσιρίκι, όπως πυροβολούν οι ασυνείδητοι αυτού του είδους διάφορα ζώα και πουλιά ανύποπτα, στο δάσος. Ακόμα κι αλεπούδες και τσακάλια.

'Όταν η είδηση έφτασε στην εφημερίδα, θυμήθηκα αυτή την ιστορία που σας είπα και σκέφτηκα πως κι ο δικός μου Αλβανός έμοιαζε με τσακάλι φοβισμένο, καθώς τον έπιασα στα πράσα.

Μήπως κι εγώ έπρεπε να πυροβολήσω; Εσείς τι λέτε; Μόνο που εγώ δεν έχω όπλο. Κι εκτός αυτού, θυμάμαι, τότε που τον είδα μες στο σπίτι, σκέφτηκα μήπως πρέπει να του δώσω κάνα φράγκο να τη βγάλει, έτσι που ήτανε σκελετωμένος, πεινασμένος, Όμως δεν πρόλαβα, γιατί ήταν τόσο φοβισμένος, που εξαφανίστηκε σαν ζώο τρομαγμένο. Άλλωστε αυτή είναι η μόνη εικόνα που «έγραψε» στη μνήμη μου απ' αυτή την ιστορία...

Νίκος Τσαγκρής

Δεν υπάρχουν σχόλια: