Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής
Στις αρχές της εβδομάδας που πέρασε, η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρούσε μια ακόμα σκανδαλώδη διανομή εκατομμυρίων ευρώ τύπου Πέτσα στα… αγαπημένα της ΜΜΕ, με πρόφαση μια καμπάνια, λέει, «για διαφήμιση της επιστολικής ψήφου». Δεν νομίζω ότι χρειάζονται εξηγήσεις για να καταλάβει κανείς το γελοίον του πράγματος…
Την γελοιότητα της πρόφασης για τον συνεχιζόμενο, για δεύτερη τετραετία, εκμαυλισμό (σ σ: διάβαζε προαγωγή στη διαφθορά) των media και της δημοσιογραφίας εκ μέρους του Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβέρνησής του, εννοώ. Με αντάλλαγμα την αποσιώπηση ή την συγκάλυψη της διάχυτης, σε όλα τα επίπεδα της κυβερνητικής διαχείρισης, διαφθοράς: τον εξοστρακισμό έως εξαφανίσεως της ερευνητικής δημοσιογραφίας και των εσχάτων λειτουργών της.
«Η διαφθορά
είναι σήμερα στη χώρα μας προστατευόμενο είδος. Κι εκείνοι που καταδιώκονται
μέχρις εξαφάνισης είναι οι αντίπαλοί της, με πρώτη τη δημοσιογραφία που
επιμένει να βάζει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων, αντί για το μέλι»,
δήλωνε προ διετίας (16/1/22) ο Αλέξης Τσίπρας με αφορμή τις διώξεις κατά
των δημοσιογράφων Γιάννας Παπαδάκου και Κώστα Βαξεβάνη για τα
αποκαλυπτικά ρεπορτάζ τους, που αφορούσαν εμπλοκές κυβερνητικών αξιωματούχων
στο σκάνδαλο της Novartis και άλλες υποθέσεις πολιτικής διαφθοράς…
Σε λίγους
μήνες (30/6/22) οι συγκεκριμένοι ερευνητές – δημοσιογράφοι αθωώθηκαν, τα
αποκαλυπτικά ρεπορτάζ τους ωστόσο πήγαν στον βρόντο: οι εμπλεκόμενοι, σύμφωνα
με αυτά, στο σκάνδαλο Novartis
κυβερνητικοί αξιωματούχοι ουδέποτε διώχτηκαν – ουδέποτε τιμωρήθηκαν…
*******
Στις αρχές της
εβδομάδας που πέρασε και ενώ η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρούσε μια ακόμα
σκανδαλώδη διανομή εκατομμυρίων ευρώ τύπου Πέτσα στα… αγαπημένα της
ΜΜΕ, η «Εφημερίδα των Συντακτών», οι
«Reporters United» και ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης που είχαν
αποκαλύψει εμπλοκή κυβερνητικών παραγόντων στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων,
αντιμετώπιζαν την αγωγή τύπου SLAPP που είχε εκτοξεύσει εναντίον τους ο Γρηγόρης
Δημητριάδης, ανιψιός και πρώην διευθυντής του γραφείου του πρωθυπουργού Κυριάκου
Μητσοτάκη.
Σύμφωνα
με το δικαστικό ρεπορτάζ, «αφοπλιστικές ήταν οι καταθέσεις του
συνταγματολόγου Νίκου Αλιβιζάτου
και του ερευνητή δημοσιογράφου Τάσου Τέλλογλου που, με τις ιδιότητες τους,
έθιξαν τη μεγάλη σημασία της Ελευθερίας του Τύπου και την τεράστια διάσταση του
σκανδάλου των υποκλοπών, που εξέθεσε την Ελλάδα διεθνώς».
Ο συνταγματολόγος
αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, και στο ορισμό των SLAPP (Strategic Lawsuits Against
Public Participation). Ότι πρόκειται για παραπλανητικές μηνύσεις και αγωγές
εξοντωτικού χαρακτήρα που, ως επί το πλείστον, στερούνται βασιμότητας και
κατατίθενται από ισχυρά πρόσωπα κατά ΜΜΕ και δημοσιογράφων με στόχο τον
εκφοβισμό τους, επειδή ασκούν κριτική για ζητήματα δημοσίου συμφέροντος… «Σας
παρακαλώ. Αν θέλετε να μιλήσουμε γενικά για την Ελευθεροτυπία...», τον διέκοψε
ο πρόεδρος της έδρας…
Ωστόσο γι’
αυτήν (σ. σ: για την Ελευθεροτυπία) μίλησε ο δημοσιογράφος: «Καμία εφημερίδα
δεν έγραφε για την παρακολούθηση του Κουκάκη», είπε χαρακτηριστικά. «Και
όταν τελειώσει αυτή η δίκη, μπορώ να σας πω γιατί δεν έγραφαν και ποιος έπαιρνε
στα γραφεία τους για να μη γράφουν» πρόσθεσε. Συμπληρώνοντας ότι ο Κουκάκης
δεν μπήκε στο κάδρο των παρακολουθήσεων παρά μόνο μετά την αποκάλυψη της
παρακολούθησης Ανδρουλάκη.
*******
Στις
αρχές της εβδομάδας που πέρασε και ενώ η «Εφημερίδα των Συντακτών», οι
«Reporters United» και ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης βρίσκονταν στο
εδώλιο του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, αντιμέτωποι με την αγωγή τύπου SLAPP
που είχε εκτοξεύσει εναντίον τους ο ανιψιός του πρωθυπουργού Γρηγόρης
Δημητριάδης, η Ελλάδα του Κυριάκου Μητσοτάκη βρισκόταν στο «εδώλιο» του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πλάι στην Ουγγαρία του Βίκτορ Όρμπαν, βαλλόμενη για
συστηματικές παραβιάσεις του κράτους δικαίου και των διακηρυσσόμενων αξιών της
ΕΕ: «Στην Ουγγαρία του Όρμπαν, ο Τύπος είναι υπό διωγμό και λογοκρισία, αλλά
πόσο διαφορετική είναι η κατάσταση στην Ελλάδα του
Μητσοτάκη, όπου δημοσιογράφοι και ΜΜΕ πνίγονται στις «στρατηγικές αγωγές»
με στόχο τη λογοκρισία και την εξαναγκαστική αυτολογοκρισία;» αναρωτιόταν με
κύριο άρθρο της η «Εφημερίδα των Συντακτών».
Αλήθεια, πόσο διαφορετική είναι η κατάσταση στην Ελλάδα του Μητσοτάκη από την κατάσταση στην Ουγγαρία του Όρμπαν όσον αφορά το τοπίο των media; Στο κεφάλαιο του βιβλίου υπό τον τίτλο «Spin Dictators» (Οι δικτάτορες της Ενημέρωσης), όπου οι συγγραφείς του Guriyev και Treisman ιστορούν τη συγκρότηση της «πληροφοριακής αυτοκρατορίας Όρμπαν», προκύπτουν κάποιες ανατριχιαστικές ομοιότητες με τον τρόπο που στήθηκε η «πληροφοριακή απολυταρχία» Μητσοτάκη στη χώρα μας, όπως αυτές:
● Το 2011, οι φιλοκυβερνητικοί ολιγάρχες απέκτησαν απεριόριστο δικαίωμα εξαγοράς ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης είτε για να τα κλείσουν είτε για να τα μετατρέψουν σε μέσα κυβερνητικής προπαγάνδας, δημιουργώντας τεράστιες αυτοκρατορίες χειραγωγούμενων μέσων ενημέρωσης.
● Μεγάλο μέρος των διαφημίσεων του δημόσιου τομέα διατέθηκε σε μέσα που ήταν πιστά στην κυβέρνηση. Επιπλέον, η κυβέρνηση αποθάρρυνε ενεργά τους παράγοντες της αγοράς από διαφημιστικές χορηγίες μη συνδεδεμένων με την κυβέρνηση ΜΜΕ.
●
Επιβλήθηκε φόρος διαφήμισης που δυσκόλευε αφόρητα την οικονομική επιβίωση των
ανεξάρτητων Μέσων…
Υ.Γ: Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Mérték, από το 2019 και εντεύθεν, το 79% των ουγγρικών ΜΜΕ «συγκεντρώθηκαν σε χέρια που δουλεύουν για τον Βίκτορ Όρμπαν και το κόμμα του, το Fidesz». Δυστυχώς δεν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία για το ακριβές ποσοστό των ελληνικών ΜΜΕ που δουλεύουν για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και το κόμμα του. Ωστόσο, υπάρχουν μελετητές που υποστηρίζουν ότι το ποσοστό των Μέσων Ενημέρωσης που ελέγχει συναγωνίζεται με… αξιώσεις το 79% του Όρμπαν.