2 Νοεμβρίου 2016

Στη διαδρομή Μαξίμου - Βύρωνας


Γράφει ο
 Νίκος Τσαγκρής

Από μια άποψη, το εξάμηνο του κυβερνητικού «πολέμου» με τους διαπλεκόμενους καναλάρχες (μιλάμε για την περίοδο πριν, κατά και μετά τον διαγωνισμό για την αδειοδότηση) μοιάζει με το πρώτο εξάμηνο της «πρώτη φορά Αριστεράς», τον «πόλεμο» του Αλέξη Τσίπρα και των βασικών υπουργών της κυβέρνησής του κατά του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου: και στις δύο περιπτώσεις, η τακτική που ακολουθήθηκε για τη διεκδίκηση των στρατηγικών στόχων ήταν γενναία μεν, ανατρεπτική δε, σαν γέννημα νεανικού ενθουσιασμού: και στις δύο περιπτώσεις, οι «στρατηγοί» έμοιαζαν με ανθρώπους που χτυπούν το κεφάλι τους στον τοίχο για να τον σπάσουν, αντί να σκάψουν σ’ αυτόν μια πόρτα και να τον διασχίσουν… 

Από μια άποψη (πάντα από μια άποψη!), η ομοιότητα αυτή είναι μια ομοιότητα που αρέσει και μια ομοιότητα που πληγώνει: 

- Αρέσει, διότι εντελώς ανέξοδα, αναίμακτα ας πούμε καλύτερα, σε συνθήκες καπιταλισμού, κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, ζωντανεύει και απελευθερώνει τα στοιβαγμένα στις αποθήκες απωθημένων των αριστερών, συγκρουσιακά - ανατρεπτικά αισθήματα… 

- Πληγώνει γιατί, αναπόφευκτα, οδηγεί στην «ήττα» για ορισμένους - για άλλους στη «συνθηκολόγηση». Που δεν είναι ούτε ήττα ούτε συνθηκολόγηση, αλλά επιστροφή στην πραγματικότητα. Την πολιτική και οικονομική πραγματικότητα μιας πτωχευμένης πολιτικά και οικονομικά χώρας. Την οποία, από τη θέση του κυβερνώντος κόμματος, με εντολή του ελληνικού λαού, οφείλεις να αναστρέψεις - όχι να ανατρέψεις… 

 Ασυνείδητοι ρόλοι 

 Από μια άποψη, παρά την ομοιότητα που προαναφέραμε, η κυβερνητική αντίδραση στην απόφαση του ΣτΕ (που έβγαλε εκτός παιδιάς την κυβερνητική τακτική για την αδειοδότηση των καναλιών) απείχε παρασάγγας από την πολιτικά και θεσμικά ορθή αντίδραση του Αλέξη Τσίπρα και των συνεργατών του μετά τη «συνθηκολόγηση» εκείνης της νύχτας του Ιούλη του 2015: όσο απέχει η Κουμουνδούρου απ’ τον… Βύρωνα… 

Θέλω να πω (εξαρχής αυτό θέλω να πω), ότι σπασμωδικές κυβερνητικές αντιδράσεις μετά την απόφαση του ΣτΕ, από τις δηλώσεις των αρμοδίων κυβερνητικών στελεχών ως την πρόταση Πολύδωρα, έδειξαν ότι κάποιοι εκεί, στο Μέγαρο Μαξίμου, εξακολουθούν να συμπεριφέρονται σαν να μην έχουν συνείδηση ότι έχουν συνείδηση της πολιτικής πραγματικότητάς τους. Του ρόλου και της αποστολής που, στον παρόντα χρόνο, εντέλλονται από τον ελληνικό λαό (απ’ τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, αν θέλετε) να υπηρετήσουν: «αυτό που προέχει δεν είναι να βγούμε από τον καπιταλισμό, αλλά από τον οικονομισμό. Από την θεοποίηση ενός συστήματος που θέλει να μας μεταμορφώσει σε φιλόπονα χάμστερ, περιορισμένα στον ρόλο του καταναλωτή… 

 Αυτά στο γενικό, πολιτικό – κοσμοθεωρητικό επίπεδο. Στο δικό μας χρονικό – πολιτικό επίπεδο, στο επίπεδο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή, οφείλουμε να βγούμε το συντομότερο δυνατόν από τη μιζέρια της φτώχειας, την φτωχοποίηση αν θέλετε, τον βραχνά των μνημονίων. Να βγούμε (το ξέρουμε, το έχουμε εμπεδώσει μετά την «ήττα» που δεν ήταν ήττα ούτε συνθηκολόγηση, αλλά επιστροφή στην πραγματικότητα) απ’ τα μνημόνια μέσα από το δικό μας, το… αριστερό μας μνημόνιο… 

Στην… εξοχή 

 Αλλά ότι θα βγούμε από τον φαύλο κύκλο της 27χρονης διαπλεκόμενης ανομίας των μιντιαρχών (μετά την απόφαση του ΣτΕ ) μέσω… Βύρωνα, έλεος: «κάποιοι στην κυβέρνηση προσπαθούν να διορθώσουν τα λάθη με λάθη!.. Εφοδιάστε με κοινό νου την περιοχή των συμβούλων σας», ήταν η αντίδρασή μου και έμοιαζε ήπια και λίγη μέσα στο πλήθος των κριτικών αντιδράσεων που πλημμύρισαν τα social media. Για μένα ήταν απλό, η «ήττα του νόμου Παππά στο ΣτΕ» δεν ήταν ήττα, αλλά αναγκαστική επιστροφή των… επαναστατικών δυνάμεων στην πολιτική και θεσμική πραγματικότητα. Ακριβώς όπως, σκωπτικά, τα λέει μέσω Facebook η διαδικτυακή φίλη και συντρόφισσα Μαρία Μπαλάφα: 

«Μετά το ωραίο τριήμερο στην εξοχή,
 α) Οι θεσμοί δεν είναι κομματικά όργανα ή αμφιθέατρα. Απαιτούν τον προσήκοντα σεβασμό (και αυτό δεν είναι υποχρέωση μόνο της αντιπολίτευσης). 
β) Οι λεονταρισμοί δεν πήγαν ποτέ κανέναν και πουθενά, ειδικά όταν θα πρέπει να τους πάρεις πίσω πριν μάλιστα λαλήσουν τα κοκόρια. 
γ) Η ιεράρχηση της κυβερνητικής ατζέντας θα πρέπει να γίνεται με βάση την κοινωνική αναγκαιότητα και όχι την επικοινωνία ή άλλες επιδιώξεις. 
δ) Και όταν κάτι επιλέγεται ως μητέρα των μαχών κάποιοι θα πρέπει να παρακολουθούν το πεδίο της σύγκρουσης γιατί στις καθυστερήσεις κοιμάσαι αγκαλιά με τον Κοέλιο και συνωμοτείς με το σύμπαν ώστε να κάνεις όλα τα πιθανά λάθη. Και μετά να σου αλλάζει το ρόστερ ο Λοβέρδος που χειρότερο δεν έχω…» 

Στο φινάλε, για εμάς τους απ’ έξω, η διακομματική προσυνεννόηση για την συγκρότηση του ΕΡΣ ήταν μονόδρομος. Αλλά γι’ αυτούς… Πολύδωρας!..

26 Οκτωβρίου 2016

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν χωράει στο τρίγωνο...




Παρά τους αδέξιους κυβερνητικούς χειρισμούς και την αρνητική απόφαση του ΣτΕ η αλλαγή του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας είναι μονόδρομος… 



Γράφει ο
Νίκος Τσαγκρής
Καμιά ορμέμφυτη διάθεση να υπερασπιστώ τους πολιτικά και νομικά αδέξιους κυβερνητικούς χειρισμούς στον τομέα της ρύθμισης του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας, ωστόσο δύο βασικές μου ιδιότητες μού επιβάλλουν να το κάνω. Πρώτη, η ιδιότητα του Έλληνα πολίτη και, δεύτερη, αυτή του δημοσιογράφου: ως Έλληνας πολίτης δικαιούμαι να διεκδικώ ενημέρωση στο πλαίσιο μιας ευνομούμενης πολιτείας που υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και, σύμφωνα με ρητή απόφαση του ΣτΕ (2010), «η μη ρύθμισή του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας δεν συνάδει με τις αρχές μιας ευνομούμενης Πολιτείας και ζημιώνει το δημόσιο συμφέρον». 

Έξι χρόνια μετά, με τον νόμο Παππά, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ επιχειρεί την αδειοδότηση των καναλιών πανελλαδικής εμβέλειας με στόχο τη ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας ώστε «να συνάδει με τις αρχές μιας ευνομούμενης Πολιτείας, προάγοντας το δημόσιο συμφέρον»: να βάλουμε τέλος στην 27χρονη “αεροπειρατεία” των τηλεοπτικών συχνοτήτων από ένα κλειστό κλαμπ επιχειρηματιών, όπως ο υπουργός Επικρατείας, στην κοινοβουλευτική καθομιλουμένη, διαρκώς επαναλάμβανε. Και να ο διαγωνισμός, και το μιντιακό πραξικόπημα και τα «χτυπήματα», πάνω, κάτω και… πλαγίως απ’ τις ζώνες των υποψηφίων υπερθεματιστών. Και, βροχή τα γκολ (και τα αυτογκόλ) και τα… εκατομμύρια: 254,9 εκατομμύρια ευρώ στον δημόσιο κορβανά κι ένα βήμα προς την αποκατάσταση της νομιμότητας στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο της χώρας. Με τα διαπλεκόμενα σκυλιά να γαυγίζουν ένα γύρω, αλλά με το καραβάνι, κουτσά – στραβά, να προχωρά. Και με μόνο τρείς ψήφους του ΣτΕ να φράζουν το μονόδρομο προς την αλλαγή του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας… 

Τα «καρέ» που κάηκαν 

Με την ιδιότητα του δημοσιογράφου τώρα, οφείλω να διερευνήσω την αξιοπιστία των γαυγισμάτων των – αδειούχων ή μη – σκυλιών (συγνώμη, καναλαρχών ήθελα να πω), που συνεχίζονται και, εντελώς… τυχαία, συμπίπτουν με τα γαυγίσματα των ηγετών των κομμάτων της αντιπολίτευσης περί περί απόπειρας αντικατάστασης της δικής τους… πολυφωνικής διαπλοκής με την μονοφωνική με 4 τυριά (συγνώμη, με 4 κανάλια ήθελα να πω) «ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ» διαπλοκή. 

Διερεύνησα λοιπόν, και ναι, βρήκα ότι το κυβερνητικό φιλμάκι για τη ρύθμισης του τηλεοπτικού τοπίου της χώρας, («να βάλουμε τέλος στην 27χρονη “αεροπειρατεία” των τηλεοπτικών συχνοτήτων από ένα κλειστό κλαμπ επιχειρηματιών») περιείχε και συμφεροντολογικά καρέ (του τύπου «να κοιτάξουμε μήπως με την ευκαιρία φτιάξουμε και κάνα δικό μας κανάλι»), αλλά η επεξεργασία τους ήταν τόσο αδέξια που το φιλμ πήρε φως: τα καρέ της «ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ διαπλοκής» κάηκαν, δεν εμφανίστηκαν ποτέ… 

Ας μιλήσουμε δημοσιογραφικά, όχι κομματικά. Ειλικρινά, έξω απ’ τα δόντια… Κάθε κυβέρνηση με εξουσιαστική συνείδηση, είτε «αριστερή» είτε «δεξιά», την επομένη της εκλογής της δεν θα επεδίωκε τη νομοθετική ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας (την αδειοδότηση των καναλιών κλπ, κλπ., αλλά τον έλεγχό του, την συνήθη (απ’ το 1989 μέχρι σήμερα) αλλαγή φρουράς στην πολιτική γωνία του τριγώνου της διαπλοκής: ένα απ’ τα πρώτα μελήματα κάθε κυβέρνησης από συστάσεως του «ελεύθερου» ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας είναι το deal με τους καναλάρχες, αυτό που δεν έκανε ποτέ η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. 

Θα μπορούσε να… 

Με την ιδιότητα του δημοσιογράφου – αυτόπτη μάρτυρα αλλαγών φρουράς στην μιντιακή γωνία του τριγώνου της διαπλοκής, είμαι σε θέση να σας διαβεβαιώσω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε άνετα να εξασφαλίσει τον έλεγχο (την υποστήριξη) των καναλιών και των μίντια, εν γένει, αν έκανε ό,τι οι προηγούμενοι και κάτι παραπάνω. Αν, δηλαδή, σε συναντήσεις… καλής θέλησης με τους μιντιάρχες έμπαινε στην κενή θέση της πολιτικής γωνίας του τριγώνου της διαπλοκής (τη θέση της απερχόμενης κυβέρνησης Σαμαρά) με αντάλλαγμα τη διασφάλιση των κεκτημένων(!) προνομίων τους: θαλασσοδάνεια, χαριστικές αναθέσεις έργων και προμηθειών του δημοσίου, κλπ. κλπ. 

 Όσο για το «κάτι παραπάνω», αναφέρομαι στο άλλοθι μιας κάποιας – για τα μάτια του κόσμου – κυβερνητικής αριστεροσύνης που, άνετα, θα μπορούσε να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο του… deal. Με μια συμφωνημένη ρύθμιση – μαϊμού, ας πούμε, όπως η χορήγηση άδειας με ετήσια ανανέωση μόνο στους υπαρκτούς πανελλαδικάριους καναλάρχες∙ με μοναδική υποχρέωση την καταβολή τού αξιοσέβαστο ποσού των τριών εκατομμυρίων ευρώ ετησίως, ας πούμε. Εύκολα… Και με τη βούλα του ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου… Της «ανεξάρτητης αρχής»!.. 

 Όμως όχι, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν το έκανε και δεν το κάνει ούτε μετά την οπισθοδρομική (απόφαση του ΣτΕ. Αντίθετα επιμένει στη νομοθετική ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας με νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες: «να βάλουμε τέλος στην 27χρονη “αεροπειρατεία” των τηλεοπτικών συχνοτήτων από ένα κλειστό κλαμπ επιχειρηματιών». Με νέους, πιο επιδέξιους ελπίζω, πολιτικά και νομικά επαρκείς χειρισμούς. Λοιπόν τι λέτε, να μην τους υπερασπιστώ;

25 Οκτωβρίου 2016

Υπάρχει τεχνοκρατική και Open βαρεμάρα;


Ο μόνος λόγος για να δει κανείς τις ειδήσεις στην ΕΡΤ μετά το «μαύρο», ήταν (και είναι) ο ενημερωτικός χαρακτήρας του δελτίου και ο πολιτικός του πλουραλισμός, στοιχεία που έλειπαν (και λείπουν) απελπιστικά από τα δελτία των ιδιωτικών καναλιών στα χρόνια της μιντιακής χολέρας. Κατά τα λοιπά, και κατά γενική ομολογία, (και των συριζαίων τηλεθεατών) ήταν (και είναι) ένα από τα πλέον βαρετά δελτία ειδήσεων όλων των εποχών της δημόσιας τηλεόρασης. 

Λοιπόν, προς τί το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός των βασικών συντελεστών (φωτογραφία) αυτής της δημόσιας τηλεοπτικής βαρεμάρας; Και προς τί οι κραυγές υποστήριξης προς τη μία ή την άλλη πλευρά των σπαρασσομένων πολιτικών υπαλλήλων της ΕΡΤ; 

Υπάρχει αλήθεια αριστερή και δεξιά βαρεμάρα, βαρεμάρα Open και βαρεμάρα Μαξίμου, βαρεμάρα Αυγής και βαρεμάρα αστικού Τύπου ή βαρεμάρα τεχνοκρατική και βαρεμάρα ιδεολογική; Ίσως ναι, αλλά στην προκειμένη περίπτωση, οι σπαρασσόμενοι συντελεστές της βαρεμάρας ΕΡΤ καθώς και οι… αλληλέγγυοι ακόλουθοί τους στον αλληλοσπαραγμό είναι παιδιά μιας αβάσταχτης κυβερνοκομματικής ελαφρότητας. Και αυτογελοιοποιούνται, γελοιοποιώντας και την αριστερή δημοσιογραφική κουλτούρα την οποία ασμένως επικαλούνται... 

Νίκος Τσαγκρής.

19 Οκτωβρίου 2016

«Ρε φίλε, τρώγεται ο μετασχηματισμός;»


Ένα τραγικά σκωπτικό ερώτημα και η απάντησή του: όχι, δεν τρώγεται με τίποτα, ειδικά όταν επιχειρείται μηχανιστικά… 

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής
Δεν είχα συνειδητοποιήσει την αβυσσαλέα θεωρητικότητα του πράγματος, μέχρι που άκουσα την ανατρεπτική ατάκα ενός πτωχευμένου μικρομεσαίου φίλου – θύματος της μνημονιακής λαίλαπας: «ρε φίλε, τι είναι αυτός ο κοινωνικός μετασχηματισμός που τσαμπουνάτε; Τρώγεται;». 

Αλήθεια, «τρώγεται» ο κοινωνικός μετασχηματισμός, έχει ενεργειακή αξία, δηλαδή παραγωγική και οικονομική αξία και υπεραξία, μπορεί να οδηγήσει άμεσα μια κοινωνία του σύγχρονου καπιταλιστικού κόσμου από την ανέχεια στην ευημερία, από την φτώχεια στον πλούτο; Και αν όχι, γιατί «φοριέται» τόσο πολύ από την σύγχρονη Αριστερά, γιατί ο όρος «κοινωνικός μετασχηματισμός» υπήρχε σε κάθε ομιλία κάθε συνέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί «φορέθηκε» τόσο πολύ από τον Πρόεδρο, τον Γραμματέα και τα στελέχη του κόμματος; 

Γνωρίζουν, άραγε, όλοι όσοι χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν τον συγκεκριμένο όρο ως σοσιαλιστική πανάκεια, την απόσταση της θεωρίας του απ’ την πράξη του; Τις δυνατότητες, δηλαδή, πρακτικής εφαρμογής ενός κοινωνικού μετασχηματισμού στις «συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες», με τους «συγκεκριμένους συσχετισμούς δυνάμεων» και τη «συγκεκριμένη κοινωνική διαστρωμάτωση», σε έναν χρόνο που ούτε οι κοινωνικές συνθήκες, ούτε οι συσχετισμοί των δυνάμεων, ούτε η κοινωνική διαστρωμάτωση είναι συγκεκριμένες; Υπάρχει, τέλος, σχέδιο του κυβερνώντος κόμματος για έναν – κάποιο κοινωνικό μετασχηματισμό, προς μια – κάποια συστημική κατεύθυνση, και ποιο είναι αυτό; 

Στις συνεδριακές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ διακρίνονται θραύσματα ενός θολού οράματος για τον «κοινωνικό μετασχηματισμό προς έναν σοσιαλισμό με δημοκρατία, ελευθερία και κοινωνική αλληλεγγύη, μέσα από συνεχείς ρήξεις και επίγνωση του εκάστοτε υπάρχοντος συσχετισμού δυνάμεων στις σύγχρονες συνθήκες κυριαρχίας του παγκοσμιοποιημένου νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού». Αλλά είναι αυτό το σχέδιο, η στρατηγική του μοναδικού κυβερνώντος κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ευρώπη για τον κοινωνικό μετασχηματισμό; 

Αυτοψία στην κοινωνία 

Το να υπόσχεσαι έναν σοσιαλισμό με δημοκρατία, ελευθερία και κοινωνική αλληλεγγύη είναι πανεύκολο. Όμως, ακόμα και στην σημερινή πολιτική πραγματικότητα αποτελεί ζητούμενο ένας θετικός ορισμός του σοσιαλισμού, καθώς εκκρεμεί διαρκώς η αποσαφήνιση των κύριων εννοιών του. Ενώ, τα ερωτήματα για την ποιότητα της δημοκρατίας και της ελευθερίας που προϋποτίθενται ώστε ο «σοσιαλισμός» να είναι ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ, παραμένουν εκκρεμή. Αλλά αυτό είναι το λιγότερο: για να μετασχηματίσεις μια κοινωνία πρέπει να την γνωρίζεις ποσοτικά και ποιοτικά, να γνωρίζεις την ταξική – οικονομική – πολιτιστική διαστρωμάτωσή της και τα πολιτικά «θέλω» της. Τα γνωρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ; 

Έγραφα στο προηγούμενο άρθρο μου ότι το συνέδριο θα έπρεπε να εστιάσει το βλέμμα στην μετασχηματισμένη από τα μνημόνια ελληνική κοινωνία: «και δεν εννοώ τον μειονοτικό κόσμο της κοινωνίας των καταφρονεμένων, που ο ΣΥΡΙΖΑ (κυβέρνηση και κόμμα) ονομάζει «χαμηλά εισοδήματα» και τον εξαντλεί σε μισθωτούς και συνταξιούχους των εξακοσίων -επτακοσίων ευρώ. Εννοώ τον πλειοψηφικό κόσμο της ρημαγμένης μεσαίας τάξης. Της οποίας το πλαφόν εισοδηματικού μεγέθους ορίζεται από τον (αυτοπροσδιοριζόμενο ως κομμουνιστή) υπουργό Κατρούγκαλο στο… ιλιγγιώδες ποσό των 1300 ευρώ*, όταν ο μέσος όρος των άμεσων και έμμεσων φόρων που τους χρεώνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνά τα 600 ευρώ. Με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος της πάλαι – ποτέ «μεγάλης – μεσαίας τάξης» να εκπίπτει στην κατηγορία «χαμηλά εισοδήματα»: άνθρωποι που λυγίζουν υπό το κράτος της απογοήτευσής τους από την «πρώτη φορά Αριστερά», υπό το κράτος της άγονης προσμονής τους για μια κάποια βελτίωση της βίαια απαξιωμένης καθημερινής τους ζωής…»

Η φτωχοποίηση 

Εδώ επανέρχεται το τραγικά σκωπτικό ερώτημα του πτωχευμένου μικρομεσαίου φίλου μου: Αλήθεια, «τρώγεται» ο κοινωνικός μετασχηματισμός; Φυσικά, η απάντηση είναι ότι δεν τρώγεται με τίποτα, ειδικά όταν επιχειρείται μηχανιστικά, με βάση τις θεωρητικές προσεγγίσεις των μαρξιστικών και μεταμαρξιστικών δοκιμίων. Ωστόσο, ο κοινωνικός μετασχηματισμός ως αναζήτηση του «καλύτερου κόσμου» παραμένει το μεγάλο ζητούμενο της πολιτικής φιλοσοφίας. Και μπορεί ή να επιβάλλεται, με προϋπόθεση την αριθμητική, οικονομική, πολιτική, στρατιωτική ισχύ του επιβολέα ή του (επαναστατικού, κινηματικού, κυβερνητικού) φορέα του, ή να προκύπτει ως κάτι «νομοτελειακό» και «αναπότρεπτο», υπό το κράτος βίαιων πολιτικών, οικονομικών, πολιτισμικών κρίσεων.  

Στην προκειμένη περίπτωση (στο ελληνικό παρόν) συμβαίνει το δεύτερο: βιώνουμε έναν αρνητικό κοινωνικό μετασχηματισμό – με βασικό χαρακτηριστικό τη φτωχοποίηση των μεσαίων στρωμάτων, τον υποβιβασμό τους στην κατηγορία «ασθενέστερες οικονομικές τάξεις» – υπό το κράτος «βίαιων πολιτικών, οικονομικών και πολιτισμικών κρίσεων». Υπό το κράτος της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων. Μπορούμε, μάλιστα, να υποστηρίξουμε την άποψη ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι απότοκο προϊόν του εν λόγω «ταξικού ανασχηματισμού». Με λαϊκή εντολή να τον «γλυκάνει», επιχειρώντας έναν κοινωνικό μετασχηματισμό που να… τρώγεται, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ. 

Βασική προϋπόθεση μια προγραμματική ανακατεύθυνση επικεντρωμένη στην εισοδηματική ανάκαμψη των εκατομμυρίων νεόπτωχων της «μεσαίας τάξης». Που φυτοζωούν στην κατηγορία «ασθενέστερα λαϊκά στρώματα», χωρίς να το «βλέπει» ο ΣΥΡΙΖΑ.

17 Οκτωβρίου 2016

Εσύ είσαι δημοσιογράφος;


Αν είσαι δημοσιογράφος και αρχίσεις τα κολλητιλίκια με τους πολιτικούς και τους εκδότες, να συχνάζεις στα στέκια τους, να ζυμώνεσαι μαζί τους, το πιθανότερο είναι να προσεγγίζεις τα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα με τον τρόπο που τα προσεγγίζουν εκείνοι, με την ελαφρότητα, δηλαδή, και την αλαζονεία, και τον συμφεροντολογικό κυνισμό, την ανηθικότητα εν τέλει, του επαγγελματία πολιτικού και του εκδότη – που δεν είναι εκδότης, εργολάβος ή προμηθευτής του Δημοσίου είναι– τότε… 

Τότε, θα χάσεις την επαφή σου με την πεμπτουσία της Πολιτικής, (την αέναη ανθρώπινη δράση για την αριστοτελική «αγαθή κοινωνία» στην εξέλιξή της) και της δημοσιογραφίας, (την συνείδηση ότι η ενημέρωση είναι η ψυχή της δικαιοσύνης) και θα αρχίσεις να μοιάζεις με τους επαγγελματίες πολιτικούς: να ασκείσαι κι εσύ, όπως εκείνοι, στην κατεργασία παραπολιτικών στοιχείων που συνθέτουν μικροπολιτικά σενάρια τόνωσης και επιβίωσης του συστήματός που τους βολεύει. Σενάρια που καταλήγουν στα ηλεκτρονικά και έντυπα πρωτοσέλιδα καθώς και στα δελτία των οκτώ ως πολιτικές εξελίξεις. Να κάνεις, εν τέλει, ό,τι κάνουν οι πολιτικοί και οι εκδότες ενώ εξακολουθείς να δηλώνεις «δημοσιογράφος, μέλος της ΕΣΗΕΑ»...

Νίκος Τσαγκρής

12 Οκτωβρίου 2016

Για μιαν αριστερή διακυβέρνηση...


 «Τι να κάνουμε ώστε να «γοητεύσουμε» και πάλι τον κόσμο που μας εμπιστεύτηκε για δεύτερη φορά τη διακυβέρνηση της χώρας»  

Κάποιοι αισιοδοξούν ότι το 2ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ θα λειτουργήσει «προωθητικά» (!) για το κόμμα και την κυβέρνηση, άλλοι ελπίζουν ότι η «αποσαφήνιση του πολιτικού – ιδεολογικού σχεδίου θα συμβάλλει στην… κοινωνικοποίησή του κόμματος – το περίφημο «άνοιγμα στην κοινωνία» – κι άλλοι ευελπιστούν να επιδράσει τρόπον τινά θεραπευτικά, ως «Συνέδριο αναστοχασμού και υπέρβασης υστερήσεων και λαθών». 

Υπάρχουν και αρκετοί (σίγουρα περισσότεροι απ’ τους συνέδρους και τα μέλη του κόμματος – σίγουρα λιγότεροι από τους ψηφοφόρους του στις εκλογές της 20 / 9 / 2015), που λένε πως ελάχιστα είναι αυτά που περιμένουν πια από την κυβέρνηση, πόσο μάλλον απ’ το κόμμα και το Συνέδριό του. Μιλώ για τους δεκάδες χιλιάδες ψηφοφόρους, ανένταχτους κομμουνιστές, σοσιαλιστές και κεντρώους, που έδωσαν και πάλι, στον ΣΥΡΙΖΑ, τη «νίκη μετά το συμβιβασμό», με την ελπίδα να βγάλει τη χώρα απ’ τα μνημόνια με την «κοινωνία όρθια». Γι’ αυτούς που σήμερα, ένα χρόνο μετά, αποδέκτες των κυβερνητικών στερήσεων και λαθών, έχουν μπει στον ντορβά της απογοήτευσης. Και αποσύρονται από το κοινωνικό προσκήνιο, οχυρωμένοι στο δημοσκοπικό τείχος της κοινωνικής ήττας που αποκαλείται «δεν ξέρω – δεν απαντώ»… 

Δεν είναι αριθμοί. Είναι άνθρωποι που λυγίζουν υπό το κράτος της απογοήτευσής τους από την «πρώτη φορά Αριστερά». Υπό την κόπωση της άγονης προσμονής τους για μια κάποια βελτίωση της βίαια απαξιωμένης καθημερινής τους ζωής… 

Η ρημαγμένη «μεσαία τάξη» 

Με το βλέμμα σ’ αυτόν τον ρημαγμένο κόσμο θα έπρεπε να γίνει το συνέδριο. Και δεν εννοώ τον μειονοτικό κόσμο της κοινωνίας των καταφρονεμένων, που ο ΣΥΡΙΖΑ (κυβέρνηση και κόμμα) ονομάζει «χαμηλά εισοδήματα» και τον εξαντλεί σε μισθωτούς και συνταξιούχους των εξακοσίων -επτακοσίων ευρώ. Εννοώ τον πλειοψηφικό κόσμο της ρημαγμένης μεσαίας τάξης. Της οποίας το πλαφόν εισοδηματικού μεγέθους ορίζεται από τον (αυτοπροσδιοριζόμενο ως κομμουνιστή) υπουργό Κατρούγκαλο στο… ιλιγγιώδες ποσό των 1300 ευρώ*, όταν ο μέσος όρος των άμεσων και έμμεσων φόρων που τους χρεώνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνά τα 600 ευρώ. Με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος της πάλαι – ποτέ «μεγάλης – μεσαίας τάξης» να εκπίπτει στην κατηγορία «χαμηλά εισοδήματα»: άνθρωποι που λυγίζουν υπό το κράτος της απογοήτευσής τους από την «πρώτη φορά Αριστερά», υπό το κράτος της άγονης προσμονής τους για μια κάποια βελτίωση της βίαια απαξιωμένης καθημερινής τους ζωής… 

«Τι να κάνουμε ώστε να γοητεύσουμε και πάλι τον κόσμο που μας εμπιστεύτηκε για δεύτερη φορά την διακυβέρνησή του, τη διακυβέρνηση της χώρας;» είναι το ερώτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ (κόμμα και κυβέρνηση), και αυτό είναι ένα ερώτημα – μέλημα που υπερβαίνει το συνέδριο∙ υπό την έννοια ότι εκκρεμούσε πριν και εκκρεμεί και τώρα, μετά το συνέδριο… 

 Μια απάντηση 

Βλέπω πολλούς που ψιθυρίζουν ήδη ότι αυτό είναι ένα λαϊκίστικο ερώτημα – μέλημα, αλλά θα τους απαντήσω πως ζουν στον κόσμο του «ποτέ – ποτέ». Γιατί ποτέ δεν κατάλαβαν ότι ο τωρινός ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ο δικός τους (και δικός μου, αν θέλετε) ρομαντικός τόπος του 3 – 5%, αλλά μετεξέλιξή του, ένα κόμμα – γέννημα της οργής κατά του σάπιου πολιτικού συστήματος και της ανάγκης για απαλλαγή από τον φαύλο κύκλο της λιτότητας: ένα «αυτοδημιούργητο» δημοκρατικό – σοσιαλιστικό κίνημα με βασικό εκφραστή τον Αλέξη Τσίπρα και την παρέα του που, κυκλωμένο από παντού, το πάλεψε γενναία, συμβιβάστηκε (επίσης γενναία!) και, χάρις σ’ αυτή τη γενναιότητα ίσως, κέρδισε τρείς εκλογικές αναμετρήσεις μέσα σε δύο χρόνια - την τρίτη μετά το συμβιβασμό.** 

Λοιπόν, στον παρόντα χρόνο, στο «μετά το συνέδριο» οφείλουμε να απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα – μέλημα που υπερέβη το συνέδριο και εκκρεμεί ακόμα αναπάντητο: «τι να κάνουμε ώστε να γοητεύσουμε και πάλι τον κόσμο που μας εμπιστεύτηκε για δεύτερη φορά την διακυβέρνησή του, τη διακυβέρνηση της χώρας;» 

Προσωπικά εδώ και καιρό γράφω και ξαναγράφω ότι το βασικό κυβερνητικό - κομματικό μέλημά οφείλει να στραφεί από την παρένθεση (τη μνημονιακή παρένθεση της "πρώτη φορά Αριστεράς") στο "αφήγημα" (το καθ' εαυτού αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ). Το άμεσο πέρασμα στον περίφημο «δεύτερο κυβερνητικό χρονισμό»: τον μεσοπρόθεσμο κύκλο κατά τη διάρκεια του οποίου ο ΣΥΡΙΖΑ (κυβέρνηση και κόμμα) θα επιχειρήσει πια την αριστερή διακυβέρνηση. Με ένα πρόγραμμα εφικτών μεταρρυθμίσεων, επικεντρωμένο στην εισοδηματική ανάκαμψη των εκατομμυρίων νεόπτωχων της «μεσαίας τάξης»∙ με τους… ιλιγγιώδεις μισθούς και τις συντάξεις των 1300 ευρώ: αυτούς που έχουν μπει στον ντορβά της απογοήτευσης, αποσύρονται από το κοινωνικό προσκήνιο και χάνονται πίσω απ’ το δημοσκοπικό πέπλο της κοινωνικής ήττας που αποκαλείται «δεν ξέρω – δεν απαντώ».

*Το πλαφόν – κριτήριο για την περικοπή των επικουρικών συντάξεων 
** Υπήρξε διαπραγμάτευση και υπήρξε συμβιβασμός. Ούτε ήττα ούτε νίκη...

Νίκος Τσαγκρής

6 Οκτωβρίου 2016

Το μίσος για τον Τσίπρα τους ενώνει


Νεοκομμουνιστής ο ένας, κεντρώος ο άλλος-τους χωρίζει ιδεολογική άβυσσος δηλαδή- ωστόσο συμφωνούν ότι έχουμε μια κυβέρνηση που αντιγράφει τη χούντα.

Του Τάσου Παππά 
(Εφημερίδσ των Συντσκτών)

• «Σε μερικά σημεία, στην οικονομική της πολιτική για παράδειγμα, η κυβέρνηση ξεπέρασε τη χούντα» (Αλέκος Αλαβάνος, πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ).

• «Η συγκρότηση της επιτροπής αναθεώρησης του Συντάγματος είναι παράνομη. Μόνο η χούντα έκανε επιτροπές δήθεν κοινωνικού διαλόγου. Δεν έχουν γίνει τέτοιου είδους θεσμικές αθλιότητες ποτέ στα χρόνια της μεταπολίτευσης» (Ευάγγελος Βενιζέλος πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ). 

Να τι μπορούν να πάθουν έξυπνοι άνθρωποι και ικανοί πολιτικοί όταν τους τυφλώνει το μίσος. Χάνουν το μέτρο. 

Μισούν τον Τσίπρα, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους. 

Νεοκομμουνιστής ο ένας, κεντρώος ο άλλος-τους χωρίζει ιδεολογική άβυσσος δηλαδή- ωστόσο συμφωνούν ότι έχουμε μια κυβέρνηση που αντιγράφει τη χούντα. 

Τα τανκς μόνο λείπουν από το αφήγημα, αλλά κάντε λίγη υπομονή, θα εμφανιστούν κι αυτά κάποιο βροχερό πρωινό (για το μήνα δεν ξέρω, πάντως πρωί θα είναι και θα βρέχει για να γλιστράνε καλύτερα οι ερπύστριες στην άσφαλτο). 

Στη συνέχεια όλα θα πάρουν το δρόμο τους. 

Μαζικές συλλήψεις πολιτικών, συνδικαλιστών και γενικώς αντισυριζαίων. Στη ΓΑΔΑ θα πέφτει το ξύλο της αρκούδας. 

Η Γυάρος και η Μακρόνησος θα γνωρίσουν ξανά μέρες εθνικού μεγαλείου. 

Θα επιστρέψει στους δέκτες μας η ΥΕΝΕΔ-ένα κανάλι αντί για τέσσερα. 

Οι εφημερίδες θα κλείσουν, εκτός αν δεχθούν να συνεργαστούν με το στρατιωτικό καθεστώς (μερικές γνωρίζουν το κόλπο από την κατοχή και την εποχή της προηγούμενης χούντας). 

Ο Τσίπρας θα κυκλοφορεί με στολή συνταγματάρχη, θα εκφωνεί ακατάληπτους λόγους δολοφονώντας την ελληνική γλώσσα, θα χορεύει τσάμικους στα στρατόπεδα το Πάσχα, θα ακούμε Deutsche Welle και BBC σε χαμηλή ένταση για να μην εντοπιστούμε από τους χαφιέδες που θα υπάρχουν παντού, ενώ Αλαβάνος και Βενιζέλος θα βγουν στην ένοπλη παρανομία, αν και φαντάζομαι πώς θα έχουν συλληφθεί από τους πρώτους. 

Πάντως κουράγιο πατριώτες χούντα είναι, θα περάσε

5 Οκτωβρίου 2016

Ο ψεκασμός και το όργιο υποκρισίας


Ένα όργιο υποκριτικών αντιδράσεων που δηλοί (σκοπίμως ή μη) άγνοια της έννοιας «κράτος» και της ουσίας της ύπαρξης και λειτουργίας του 

 Γράφει ο
 Νίκος Τσαγκρής
Είδα τη γηραιά κυρία να ψεκάζεται με χημικά από τους άνδρες των ΜΑΤ, στις αστυνομικές επιχειρήσεις κατά των συνταξιούχων, στην Ηρώδου του Αττικού. Καλοστεκούμενη, κομψή, αξιοπρεπής, βρισκόταν στην πρώτη γραμμή του μπλοκ των συνταξιούχων, καθώς δέχτηκε έκπληκτη μια ριπή χημικών στο πρόσωπο. Σήκωσε με ολύμπια ψυχραιμία το φυλλάδιο που κρατούσε στο χέρι της για να προφυλαχτεί απ’ τα τοξικά σταγονίδια και, στο πρόσωπό της, σχηματίστηκε μια γκριμάτσα επιτίμησης των ασπιδοφόρων φρουρών του κράτους: είδα από τη μια τη βαρβαρότητα, τον πρωτογονισμό. Κι από την άλλη, τον πολιτισμό, την κουλτούρα. Από τη μια το κακό, από την άλλη το καλό... 

Υποτίθεται ότι η Αστυνομία είναι ένας μηχανισμός κατά του κακού, αλλά δεν είναι παρά ένας μηχανισμός στην υπηρεσία του κράτους: «υπάρχει περίσσεια κακού στον κόσμο, και μία από τις όψεις της είναι το Κράτος», λέει ο Ευγένιος Ιονέσκο σ' ένα σημείωμα για την κουλτούρα και την πολιτική: «...το Κράτος έχει γίνει παντού, και αλλού ακόμη περισσότερο, μια τεράστια μηχανή που συντρίβει τα άτομα. Το Κράτος είναι ο θάνατος... Δεν είναι δυνατή μια δίκαιη τάξη χωρίς την αλληλεγγύη και την αγάπη». 

Για να μειωθούν οι ιδεολογικές παρερμηνείες, διευκρινίζω ότι ο Ιονέσκο δεν αναφέρεται «στο φιλελεύθερο» ή «στο σοσιαλιστικό» ή «στο κομμουνιστικό» κράτος, αλλά στο οριστικό Κράτος: το κράτος ως επιβεβλημένο κοινωνικό «θεσμό», πέρα από την Αριστερά και τη Δεξιά, πέρα και πάνω από κοινωνικά συστήματα. 

Το κράτος είναι… 

Ο διαλεκτικός θόρυβος που ξεσηκώθηκε γύρω από το «αποτρόπαιο γεγονός» (που πράγματι ήταν αποτρόπαιο γεγονός) της επίθεσης των ΜΑΤ με χημικά κατά των συνταξιούχων ήταν ξετσίπωτα υποκριτικός από την πλευρά της αντιπολίτευσης, ενοχικά υποκριτικός από την πλευρά της κυβέρνησης και θυμικός, ανακλαστικός, ενστικτώδης, από τα αγριεμένα πλήθη των σχολιαστών της κοινωνίας των media. 

Εν πολλοίς δε, σε όλα τα επίπεδα, θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ο ασύγγνωστος θόρυβος, καθώς δηλοί (σκοπίμως ή όχι) άγνοια της έννοιας «κράτος» και της ουσίας της: το Κράτος είναι μια τεθωρακισμένη (από το στρατό και τα σώματα ασφαλείας) πολιτική οντότητα που κατέχει «το μονοπώλιο της χρήσης νόμιμης εξουσίας». Δουλειά του είναι να προστατεύει τα προνόμια και την εξουσία της εκάστοτε άρχουσας τάξης και να επιβάλλει την «κοινωνική ειρήνη» ώστε να διευκολύνει την αναπαραγωγή του εκάστοτε κατεστημένου ταξικού κοινωνικού συστήματος. 

Επιμένοντας μαρξιστικά, το κράτος είναι «προϊόν της κοινωνίας, σε ορισμένη βαθμίδα εξέλιξης: είναι η "...ομολογία ότι η κοινωνία αυτή μπερδεύτηκε σε μια αξεδιάλυτη αντίφαση με τον ίδιο τον εαυτό της, ότι διασπάστηκε σε ασυμφιλίωτες αντιθέσεις που είναι ανήμπορη να παραμερίσει. Και για να μη φθείρουν αυτές οι αντιθέσεις, οι τάξεις και τα αντιμαχόμενα οικονομικά συμφέροντα τον εαυτό τους και την κοινωνία σε έναν άκαρπο αγώνα, έγινε αναγκαία μια δύναμη που φαινομενικά στέκεται πάνω από την κοινωνία, για να μετριάζει τη σύγκρουση, για να την κρατάει μέσα στα όρια της «τάξης»… 

Ρωτήστε τη Φωτίου… 

Έ, λοιπόν, η δύναμη αυτή «που βγήκε από την κοινωνία, αλλά που τοποθετήθηκε πάνω απ’ αυτήν», που όλο και περισσότερο αποξενώνεται, και αποξενώνεται, απ’ αυτήν, και (δικαίως!) ταυτοποιείται απ’ αυτήν ως το κακό, είναι το κράτος. Και η αστυνομία, που υποτίθεται πως είναι ένας μηχανισμός κατά του κακού, δεν είναι παρά ένας μηχανισμός στην υπηρεσία του κακού, στην υπηρεσία του κράτους. Ένας μηχανισμός που, όπως έλεγε ο Ιονέσκο, «εφαρμόζεται στους ζωντανούς, αλλά με τέτοια δύναμη, ώστε καταλήγει στην ισοπέδωση, στην οπισθοδρόμηση, στον θάνατο»… 

Στον ψεκασμό των συνταξιούχων με χημικά, στην περίπτωση μας. Και το όργιο πολιτικής και μιντιακής υποκρισίας που, εκ δεξιών και εξ ευωνύμων, ακολούθησε το «αποτρόπαιο γεγονός». Που πράγματι ήταν αποτρόπαιο, όπως και κάθε προηγούμενο, τώρα και πάντα: οι ψεκασμοί, ή οι ξυλοδαρμοί, ή οι ένοπλες επιθέσεις των κρατικών δυνάμεων καταστολής (του «μηχανισμού κατά του κακού» που δεν είναι παρά ένας μηχανισμός στην υπηρεσία του κακού – στην υπηρεσία του κράτους) κατά συνταξιούχων ή μη διαδηλωτών κάθε εποχής, κάθε κοινωνικού συστήματος, με κάθε κυβέρνηση… 

Ας μην κοροϊδευόμαστε. Οι μπάτσοι έκαναν τη δουλειά τους, ως όφειλαν, ως συνεπής μηχανισμός στην υπηρεσία του κράτους – προκειμένου («επιβάλλοντας την κοινωνική ειρήνη») να προστατεύσουν τα προνόμια και την εξουσία της άρχουσας τάξης. Το μόνο που μπορεί να προσθέσει ή να αφαιρέσει σ΄αυτό μια αριστερή κυβέρνηση του παρόντος πολιτικού συστήματος, έχει να κάνει με ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά της καταστολής. Αλλά ακόμα κι αυτό, για να το κάνει, πρέπει να ελέγχει το κράτος. Το ελέγχει ο ΣΥΡΙΖΑ; Ρωτήστε την καλλίστη συντρόφισσα Φωτίου…

28 Σεπτεμβρίου 2016

"Μα τι κόμμα είναι αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ;"



Μια ερώτηση που περιμένουν να απαντηθεί (από το Συνέδριο του κόμματος) δεκάδες χιλιάδες 
αριστεροί που κατοικούν «απ’ έξω»  

Μια ανάρτηση 100 λέξεων στο facebook μπορεί να αξίζει περισσότερο από εκατό χιλιάδες λέξεις εσωκομματικού προσυνεδριακού διαλόγου. Διαβάζουμε:

“Είναι αδήριτη ανάγκη ο ΣΥΡΙΖΑ στο επικείμενο Συνέδριο του να επαναπροσδιορίσει το πολιτικοϊδεολογικό του στίγμα. 
Το εμπεδώσαμε , "...εσείς γι αλλού κινήσατε γι’ αλλού , κι αλλού η ζωή σας πήγε ..." 
Πού, λοιπόν, σας πήγε η ζωή ; Γιατί δεν μπορεί να είστε ολίγον αριστεροί , ολίγον σοσιαλδημοκράτες , ολίγον νεοφιλελεύθεροι … 
Αποφασίστε και υποστηρίξτε το με Κυβερνητικό ανασχηματισμό, από τον οποίο καλό θα ήταν να λείπουν οι κλαψιάρηδες , οι κουζουλοί και εντελώς ευήθεις ... 
Ό,τι είναι να γίνει , ας γίνει με συντονισμένα βήματα ,και , όσο είναι δυνατόν, πιο κουρδισμένη ορχήστρα .” 

Η αξία της συγκεκριμένης δημόσιας παρέμβασης έγκειται στο γεγονός ότι είναι μια παρέμβαση πρακτική (κριτική μεν, αλλά υποδεικτικά – παραινετική) και όχι θεωρητική, ιδεολογική – φιλοσοφική. Η υπεραξία της, στο γεγονός ότι προέρχεται «απ’ έξω», από μια αριστερή συμπολίτισσα* – ψηφοφόρο του ΣΥΡΙΖΑ και όχι «από μέσα», από κάποιο στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος… 

Απ’ έξω, βλέπεις τα κομματικά και τα κυβερνητικά δρώμενα από απόσταση, όπως έβλεπε ο Αντονέν Αρτώ το θέατρο: το αληθινό θέατρο μοιάζει με την πανούκλα, όχι γιατί είναι μεταδοτικό, αλλά επειδή, όπως ακριβώς και η πανούκλα, είναι η αποκάλυψη, το ξεμπρόστιασμα, η εξωτερίκευση ενός βάθους λανθάνουσας σκληρότητας, με τη βοήθεια της οποίας εντοπίζονται όλες οι διεστραμμένες δυνατότητες του νου, ατόμων ή ομάδων… 

Υπό το άγος της «ήττας»;

Έτσι βλέπεις ατόφια, καθαρά, σαν να βλέπεις την πολιτική ψυχή σου στον καθρέφτη του ήλιου. Και βλέπεις πως “Είναι αδήριτη ανάγκη ο ΣΥΡΙΖΑ στο επικείμενο Συνέδριο του να επαναπροσδιορίσει το πολιτικοϊδεολογικό του στίγμα… 

Μετά την επάνοδό του στην κυβερνητική εξουσία, το Σεπτέμβρης του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα (υπό την έννοια της κομματικής κανονικότητας) «δεν υπάρχει»! Το πολιτικό – ιδεολογικό του στίγμα κλονίζεται, διαταράσσεται, τίθεται εν αμφιβόλω, υπό το βάρος της «συνθηκολόγησης Τσίπρα»∙ του ιστορικού συμβιβασμού της Ελληνικής Αριστεράς, δηλαδή. Που από τον όλο – ή τον σχεδόν όλο – εναπομείναντα ΣΥΡΙΖΑ (κυβέρνηση και κόμμα) εισπράχτηκε ως ήττα. Και εν πολλοίς ως ήττα βαραίνει και σήμερα την ιδεοπολιτική φυσιογνωμία του κυβερνώντος κόμματος. 

«Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε μια μεταβατική περίοδο» και, «πράγματι, εκφράζονται διαφορετικές προσεγγίσεις – όχι ακριβώς απόψεις – εντός του ΣΥΡΙΖΑ ως προς τη διαχείριση της ήττας της συμφωνίας του Ιουλίου», ομολογεί ένα απ’ τα πλέον αξιόπιστα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ (ο υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης Χρ. Βερναρδάκης) στη συνέντευξή του στην ΕΠΟΧΗ της προηγούμενης Κυριακής: από τη μία είναι η άποψη πως η κυβέρνηση υπέστη μια ήττα που πρέπει να διαχειριστεί και από την άλλη είναι η άποψη πως ενδεχομένως να αναδεικνύονται ευκαιρίες μέσα από αυτή την κακή συμφωνία. Και κάπου στη μέση βρίσκεται η πραγματικότητα…». 

 Αριστερός πραγματισμός 

Το εμπεδώσαμε , "...εσείς γι’ αλλού κινήσατε κι αλλού η ζωή σας πήγε ...", μοιάζει να απαντάει (αν όχι στον υπουργό, στον μέσο συριζαίο) η φωνή «απ’ έξω». Που πάει να πει, «ξεκινήσατε για ανατροπή, για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό και, εισπράττοντας τον πολιτικό συμβιβασμό Τσίπρα ως ήττα, καταντήσατε μοιραίοι απολογητές της, ως θύματα ενός εκβιαστικού καταναγκασμού: «εμείς κινήσαμε γι’ αλλού. Κι αλλού η ζωή μάς πάει…». «Πού, λοιπόν, σας πήγε η ζωή ; Γιατί. δεν μπορεί να είστε ολίγον αριστεροί , ολίγον σοσιαλδημοκράτες , ολίγον νεοφιλελεύθεροι...», συνεχίζει η «φωνή απ’ έξω»… 

Αλήθεια, που μας… πήγε η ζωή: «μια κομματικά αποστασιοποιημένη οπτική δεν μπορεί παρά να βλέπει το κυβερνών κόμμα σαν ένα κεντροαριστερό κόμμα», έγραφα από τους πρώτους μήνες της δεύτερης διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ένα κεντροαριστερό κόμμα που, «ενώ έχει επιτύχει –και μάλιστα χωρίς να τον επιδιώξει– τον “κεντρισμό”, προσπαθεί με νύχια και με δόντια να διατηρήσει την αριστερή – σοσιαλιστική φυσιογνωμία του…» 

 Και καλά κάνει. Αρκεί να το κάνει σωστά, συνειδητά, συλλογικά, χωρίς το άγος της «ήττας»: ας αναζητηθεί το σύγχρονο ιδεολογικό – πολιτικό στίγμα του ΣΥΡΙΖΑ, όχι σε καιροσκοπικές – επικοινωνιακές προσμίξεις (ολίγον αριστεροί , ολίγον σοσιαλδημοκράτες , ολίγον φιλελεύθεροι) αλλά στον αριστερό πραγματισμό που προέβαλλε (και εξακολουθεί να προβάλλει) στην Ευρώπη και στον κόσμο το «Ελληνικό παράδειγμα», δηλαδή η κυβέρνηση Τσίπρα. Γιατί «αυτό που διακυβεύεται τώρα είναι η ίδια η επιβίωση μιας δημοκρατίας αντάξιας του ονόματός της». Και διότι «οι διαφορές σχετικά με το τι σημαίνει αυτή (η Δημοκρατία), είναι τώρα λιγότερο πιεστικές από την ανάγκη να διασωθεί ό,τι δεν έχει καταφέρει ακόμα να καταστρέψει η Δεξιά»… 

*Διαδικτυακή φίλη, φιλόλογος, που διατηρεί προφίλ στο facebook με το όνομα Kelly Pahi,


Νίκος Τσαγκρής

21 Σεπτεμβρίου 2016

Το μιντιακό πραξικόπημα με τις περούκες ..................και τα βοσκοτόπια..................


Στο επικοινωνιακό τοπίο του παρόντος, «αυτοί που η δουλειά τους είναι μόνο να πληροφορούν» δεν υπάρχουν!.. Άγονται και φέρονται απ’ τα διαπλεκόμενα αφεντικά τους. 


Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής
Η ιστορία των ρεπόρτερ με τις περούκες περιέβαλλε με το ένδυμα της γραφικότητας το δόλιο σώμα της στημένης δημοσιογραφίας: «ήσαν δυο μεταμφιεσμένοι δημοσιογράφοι ή μήπως δυο κακομαθημένα κ@λόπαιδα μεταμφιεσμένα σε δημοσιογράφους;», αναρωτιέσαι. «Κατά τη γνώμη μου το δεύτερο», καταλήγεις και, ως περιώνυμο ρετάλι του διαπομπευμένου λειτουργήματος, αισθάνεσαι την ανάγκη να επαναλάβεις την ανεπίδοτη δεοντολογική παρακαταθήκη του Λέοντα Καραπαναγιώτη: οι δημοσιογράφοι δεν μπορεί να είναι οι πρωταγωνιστές των γεγονότων, δεν μπορεί να είναι τα πρόσωπα - κλειδιά στις εξελίξεις, δεν είναι η δουλειά τους να δημιουργούν τα γεγονότα, αλλά να τα καταγράφουν… 

 ● Όταν τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά, με τους δημοσιογράφους να στρέφουν πάνω τους τούς προβολείς, να επιτίθενται, να καταγγέλλουν, να εξηγούν και να απολογούνται, τότε έχει.. χάσει η δημοσιογραφία, που αυτό σημαίνει ότι έχει χάσει η κοινωνία…. 

● Ποιος έχει κερδίσει; Η πολιτική εξουσία, βέβαια, που βρίσκει δρόμο διαφυγής, καθώς με ευκολία μπορεί να αμφισβητήσει την αξιοπιστία των ΜΜΕ και να υποδείξει ως φαύλους, παραμυθάδες και αργυρώνητους αυτούς που η δουλειά τους είναι μόνο να πληροφορούν… 

Προφανώς (ως προς την τελευταία παράγραφο της «παρακαταθήκης», τη διδακτική της ουσία), εις μάτην: στην προκειμένη περίπτωσή, η πολιτική εξουσία, (αν πολιτική εξουσία είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνησή του) προσπαθεί να βρει «δρόμο διαφυγής» αμφισβητώντας (εύκολα!) την αξιοπιστία των ΜΜΕ και υποδεικνύοντας ως φαύλους, παραμυθάδες και αργυρώνητους αυτούς «που η δουλειά τους είναι μόνο να πληροφορούν», αλλά δεν την ακούει κανείς… 

Τα… βοσκοτόπια 

Στο μιντιακό τοπίο του παρόντος, «αυτοί που η δουλειά τους είναι μόνο να πληροφορούν» δεν υπάρχουν!.. Άγονται και φέρονται απ’ τα διαπλεκόμενα αφεντικά τους. Τα οποία, καθώς βιώνουν την απώλεια των αυτοκρατορικών προνομίων που τους χάριζε η εξουσιαστική τους θέση στο τρίγωνο της διαπλοκής, (ΜΜΕ – Τραπεζικό σύστημα – Πολιτική εξουσία) συνασπίζονται σε ένα μιντιακό πραξικόπημα για την ανατροπή της κυβέρνησης: ΣΚΑΪ, STAR, ALPHA, ANT1, ΒΗΜΑ, ΝΕΑ, ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, Καθημερινή, Ελεύθερος Τύπος. Κι από κοντά ο Κυριάκος με τα τσεκουροφόρα πρωτοπαλίκαρά του, η Φώφη με τον δεκανέα της (τον Λοβέρδο της, θέλω να πω) και οι λοιπές αντικυβερνητικές δυνάμεις του μιντιακού βουνού και του κοινοβουλευτικού λόγγου, ένα σώμα – μια ψυχή, στα έσχατα χαρακώματα της διαπλοκής. Με πολιορκητικό κριό τον… υπερθεματιστή Καλογρίτσα!.. 

Και να τα… βοσκοτόπια, και να τα Αττικά χαλκεύματα: από το πρωί της Δευτέρας ως το μεσημέρι της Τετάρτης έπαιξαν και προβλήθηκαν στις συνασπισμένες εφημερίδες και τα κανάλια της διαπλοκής (αυτή την ιδιότυπη ενημερωτική χούντα) εκατοντάδες παραδημοσιογραφικές μυθοπλασίες για τα «βοσκοτόπια» (που αποδείχτηκαν «φιλέτα γης με πέντε χιλιόμετρα παραλιακής πρόσοψης ) και άλλες τόσες για το «σκάνδαλο της Τράπεζας Αττικής», πάντα προσωποποιημένο στον… «κόκκινο υπερθεματιστή» και την δανειοδότησή του: «τα δάνεια στις εταιρείες του ομίλου Καλογρίτσα, εντός των εγκεκριμένων ορίων της τράπεζας, είναι ενήμερα, εξυπηρετούνται κανονικά και έχουν δοθεί με συγκεκριμένα καλύμματα με τους πιο αυστηρούς όρους», πληροφόρησε τους αρμόδιους συντάκτες η νέα Διοίκηση της Τράπεζας Αττικής… 

Μα οι πραξικοπηματίες μιντιάρχες δεν είδαν – δεν άκουσαν. Και «αυτοί που η δουλειά τους είναι μόνο να πληροφορούν», δεν έγραψαν, δεν είπαν, δεν πληροφόρησαν: Δεν υπάρχουν… 

Κλονίστηκαν συνθέμελα 

Φόρεσαν τις περούκες της διαπλοκής και ψωνίζονται στα καφέ του κιτρινισμού και στα λόμπι της παραπληροφόρησης. Άλλοι προτάσσουν τα γραβατωμένα στήθη τους, υπερασπιζόμενοι με ξετσίπωτη γενναιότητα τα τηλεπαράθυρα των διαπλεκομένων συμφερόντων των καναλαρχών. Που είναι και δικά τους συμφέροντα. Και άλλοι, οι πολλοί, χρησιμοποιούνται, εκόντες – άκοντες, ως ανθρώπινες ασπίδες των πραξικοπηματιών της ενημέρωσης, αφεντικών τους. 

Ξεκάθαρα: δεν είναι ο νόμος Παππά. Δεν είναι ο Μαρινάκης και ο Καλογρίτσας. Είναι ο Τσίπρας και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που το έβαλαν αμέτι – μωχαμέτι να καθαρίσουν τη διαπλοκή. Και εκείνη αντιστέκεται λυσσαλέα, και με τις τρείς αιχμές του τριγώνου της: Κυριάκος – Στουρνάρας – Αλαφούζος, αν το προσωποποιήσουμε κι εμείς σε μια μυθοπλασία που ελάχιστα απέχει απ’ την αλήθεια… 

Έχω ξαναγράψει ότι η ο νόμος Παππά δεν φτάνει ούτε για αρχή, ότι οφείλουμε να κατανοήσουμε πως η αδειοδότηση των τεσσάρων μόνο χρήμα και νομιμότητα αποδίδει – διόλου δεν σημαίνει απαλλαγή απ’ τη διαπλοκή. Ωστόσο, (κι αυτό εκ του αποτελέσματος) ο νόμος Παππά, η εφαρμογή του, ο διαγωνισμός και ό,τι αυτός απέδωσε, κλονίζει συθέμελα το τρίγωνο της υπαρκτής διαπλοκής∙ που, επί 23 συναπτά έτη, εξουσίαζε, στην κυριολεξία, τον τόπο: το αντικυβερνητικό μιντιακό πραξικόπημα – οπερέτα με τις περούκες και τα βοσκοτόπια καταγράφεται ήδη ως η τελευταία πράξη του δράματος. Μακάρι…

Νίκος Τσαγκρής

14 Σεπτεμβρίου 2016

Το σόου της συμπαθούς Ευαγγελίας Τ.








 Γράφει ο 

Νίκος Τσαγκρής
Η πολιτική κατεύθυνση (η «γραμμή», που λέμε εμείς οι αριστεροί) στα Μέσα Ενημέρωσης είναι περιρρέουσα. Οι δημοσιογράφοι την «πιάνουν στον αέρα», την οσμίζονται όπως τα λαγωνικά. Και την υπηρετούν πλαγίως ή καθέτως. Άλλοι την αποφεύγουν, ή την υπερβαίνουν «υπονομεύοντάς» την∙ πάντα πλαγίως σ’ αυτές τις περιπτώσεις: στην ΑΥΓΗ, στο ΒΗΜΑ, στα ΝΕΑ, στην ΠΡΩΤΗ, στο ΕΘΝΟΣ, είχα τον τρόπο να «περνάω» τη δική μου οπτική των πολιτικών πραγμάτων, να υποβάλλω τη δική μου απόσταση από την περιρρέουσα ή την δοσμένη γραμμή…
Είναι θέμα γραφής – θέμα τεχνικής της γραφής. Θέμα αισθητικής του γραπτού λόγου, θέμα κουλτούρας: ο δημοσιογράφος οφείλει να διεισδύει στα γεγονότα, να τα ξεδιπλώνει, να τα φωτίζει τις σκοτεινές πτυχές τους, να τα προβάλλει στο παρόν και το μέλλον. Δεν μπορεί να το κάνει (ή το κάνει βάρβαρα, απολίτιστα, λαϊκίστικα, «κίτρινα», στρεβλά) αν δεν είναι βαθειά καλλιεργημένος, αν η προσωπικότητά του δεν έχει διαμορφωθεί από τη σχέση του με το βιβλίο, τη μουσική, το θέατρο, τις καλές τέχνες, δηλαδή την κουλτούρα… 

«Οι δημοσιογράφοι δεν μπορεί να είναι οι πρωταγωνιστές των γεγονότων, δεν μπορεί να είναι τα πρόσωπα - κλειδιά στις εξελίξεις και πολύ περισσότερο δεν μπορεί να είναι μέρος του προβλήματος», δίδασκε ένας σπουδαίος Έλληνας δημοσιογράφος, ο Λέων Καραπαναγιώτης: «Δεν είναι η δουλειά τους να δημιουργούν τα γεγονότα, αλλά να καταγράφουν τα γεγονότα…» 

 Έγινε… πρωταγωνίστρια 

Η συμπαθής δημοσιογράφος Ευαγγελία Τσικρίκα θέλησε να γίνει πρωταγωνίστρια στο γεγονός (τη συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ), και έγινε. Θέλησε να δημιουργήσει γεγονός μέσα στο γεγονός, και δημιούργησε. Και θέλησε να γίνει πρόσωπο – κλειδί στις εξελίξεις του γεγονότος που η ίδια δημιούργησε μέσα στο γεγονός («κ. πρόεδρε, εσείς και η κυβέρνησή σας με απολύετε από τη δουλειά μου...»), και έγινε… 

Και τότε συνέβη αυτό που ο Λέων Καραπαναγιώτης και πάλι, προφητικά, περιέγραφε τότε που ζούσε: όταν τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά, με τους δημοσιογράφους να στρέφουν πάνω τους τούς προβολείς, να επιτίθενται, να καταγγέλλουν, να εξηγούν και να απολογούνται, τότε έχει χάσει η δημοσιογραφία, που αυτό σημαίνει ότι έχει χάσει η κοινωνία…. 

Ποιος έχει κερδίσει; Η πολιτική εξουσία, βέβαια, «που βρίσκει δρόμο διαφυγής, καθώς με ευκολία μπορεί να αμφισβητήσει την αξιοπιστία των ΜΜΕ και να υποδείξει ως φαύλους, παραμυθάδες και αργυρώνητους αυτούς που η δουλειά τους είναι μόνο να πληροφορούν…»

Όπως και να ‘χει, η επί προσωπικού δημόσια ερώτηση της συμπαθούς δημοσιογράφου προς τον Έλληνα πρωθυπουργό στη ΔΕΘ (είτε υπηρετούσε την πολιτική κατεύθυνση του Μέσου στο οποίο εργάζεται, είτε εξέφραζε την προσωπική της αγωνία και την αγωνία των συναδέλφων της για το εργασιακό της / τους μέλλον), συνιστά κατάχρηση δημοσιογραφικής ιδιότητας – σαν να λέμε κατάχρηση εξουσίας, αν δεχτούμε ότι η δημοσιογραφία είναι η τέταρτη εξουσία... 

Ο πραγματικός αίτιος 

«Εσείς και η κυβέρνησή σας με απολύετε απ’ τη δουλειά μου»!.. Μόνο σε μια προσωπική συνάντηση με τον πρωθυπουργό θα μπορούσες να το πεις. Of the record και υπό τύπον αστεϊσμού: ο ALFA δεν έκλεισε ούτε υπάρχουν ενδείξεις ότι θα κλείσει, αλλά και να κλείσει θα κλείσει εξαιτίας του ιδιοκτήτη του που δεν πλειοδότησε για να πάρει άδεια λειτουργίας, να νομιμοποιηθεί. Εκείνος, ώ μη γένοιτο, θα απολύσει την συμπαθή δημοσιογράφο, εάν κλείσει ο ALFA και γίνουν απολύσεις. Και όχι ο Τσίπρας, ούτε ο Παππάς, ούτε ο… Πολάκης… 

Λοιπόν, μόνο σαν αστείο!.. Αλλά ένα αστείο, ένα δημόσιο αστείο μάλιστα, ενός δημοσιογράφου με έναν πολιτικό; Και δη με τον πρωθυπουργό; Ας δούμε τι γράφει για αυτό το… αστείο ο μαιτρ της δημοσιογραφίας Λέων Καραπαναγιώτης: «η σχέση του δημοσιογράφου με τον πολιτικό, τον μεγάλο επιχειρηματία και τον τραπεζίτη, αυτούς δηλαδή που αποκαλούμε πηγές της ενημέρωσης, είναι εξαιρετικά δύσκολη. Δεν βρίσκονται στην ίδια πλευρά του λόφου και, εάν βρεθούν, τότε οι δημοσιογράφοι έχουν προδώσει τους αναγνώστες, τους τηλεθεατές τους και τους ακροατές τους… 

»Ο δημοσιογράφος με τον πολιτικό και τον οικονομικό παράγοντα δεν μπορεί να είναι «κολλητοί». Οι σχέσεις τους πρέπει να είναι, κοινωνικά ευπρεπείς και οι αποστάσεις ασφαλείας να τηρούνται συστηματικά και συνειδητά. Όσες φορές ο κανόνας παραβιάζεται, χάνουν οι πολίτες καθώς γίνονται θεατές ενός στημένου παιχνιδιού»… Όπως αυτό που παρακολουθούμε και θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε το τρίμηνο των φουρτουνιασμένων καναλιών. Ώσπου να μπει το νερό στ’ αυλάκι…

Νίκος Τσαγκρής

8 Σεπτεμβρίου 2016

Υπέρ Άκη Πάνου, δολοφόνου...



Είδα το κείμενο που ακολουθεί, αναρτημένο στο «προφίλ» ενός φίλου (Γιάννης Σύρπας) στο facebook υπό τον τίτλο «Υπέρ Άκη Πάνου, δολοφόνου». Υπογραφή, Βασίλης Ραφαηλίδης… Τρελάθηκα!.. Είχε γράψει ο Ραφαηλίδης για τον Άκη Πάνου και δεν είχα ιδέα! Όμως πότε; και πού; 

Στις 19 Μαρτίου του 1998, τις μέρες που το θέμα έπαιζε χοντρά στον Τύπο και στα κανάλια. το κείμενο είχε δημοσιευτεί στην προσωπική του στήλη, στο Έθνος. Κι εγώ, ο φίλος του και θαυμαστής του, και φίλος του Άκη Πάνου μέχρι τέλους, δεν είχα πάρει χαμπάρι! 

Το κείμενο του Βασίλη για τον Άκη είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Και πράγματι γενναίο, όπως το αποτιμούσε, στην ανάρτησή του στο f.b. ο Γιάννης Σύρπας

Λεπτομέρεια: στην κατακλείδα του κειμένου του Β.Ρ. για τον Άκη Πάνου υπάρχει μια τιμητική αναφορά στο πρόσωπό μου.Νοιώθω τύψεις που την «ανακάλυψα» 16 χρόνια μετά τον θάνατό του και δεν μπόρεσα, εν ζωή, να τον ευχαριστήσω… 



Υπέρ Άκη Πάνου, δολοφόνου 

Δεν έχω καθόλου καλές σχέσεις με το είδος μουσικής που υπηρετεί ο Άκης Πάνου. Άλλοι που έχουν ισχυρίζονται πως ο συνθέτης – δολοφόνος είναι μια μουσική ιδιοφυία στο είδος της μουσικής που υπηρετεί. Δεν έχω την πρόθεση να αμφισβητήσω ούτε τα γούστα των θαυμαστών του, ούτε τη θετική υπέρ του Άκη Πάνου άποψη των ειδικών στη λαική μουσική. 

Θέλω μόνο να επισημάνω τον βαθιά αναρχικό (αντιεξουσιαστικό) χαρακτήρα αυτής της μουσικής αλλά και την παγίδα που μπορεί να στήσει στους αστούς ηθικολόγους, τους κατ ουσίαν άσχετους με τούτη την ευπρεπισμένη τώρα πλέον μουσική των παλιών περιθωριακών, που κάποιοι τους στρίμωξαν πονηρά «εντός κάδρου» πετώντας τους δίφραγκα για να τους μετατρέψουν σε διασκεδαστές (διασκορπιστές) της αστικής ή της μικροαστικής ανίας.

Έτσι, σαν διασκεδαστές, αντιλαμβάνονται τους καλλιτέχνες οι κάθε είδους ηθικολόγοι, που συνέχεια τα μπερδεύουν τόσο, όσο χρειάζεται αφενός για να γίνονται κάθε τόσο γελοίοι και αφετέρου για να δείχνουν πως αντιμετωπίζουν την τέχνη είτε σαν δυνατότητα για κατήχηση προκειμένου «να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι», είτε σαν μια ευχάριστη ή ευτράπελη ή έστω ελεγχόμενα οδυνηρή κατάσταση και οπωσδήποτε όχι σαν πάθος και πάθημα, που μπορεί να οδηγήσει στην καταστροφή τον δημιουργό, αυτό το «τέρας», τον βαθιά και ουσιαστικά απροσάρμοστο άνθρωπο, που αναλαμβάνει να θεραπεύσει ή να εκτονώσει τη δική μας λανθάνουσα ψυχική αρρώστια με την κάθαρση. 

Για τον ίδιο όμως δεν υπάρχει κάθαρση, υπάρχει μόνο προσωρινή εκτόνωση. Όσοι είδαν πρόσφατα στην κρατική τηλεόραση το εντελώς συναρπαστικό ντοκιμαντέρ της Εύας Στεφανή στην εκπομπή «Παρασκήνιο» για τον ποιητή Επαμεινώνδα Γονατά θα καταλάβουν καλύτερα τι θέλω να πω. Θέλω να πω πως ο γνήσιος καλλιτέχνης, και ο Πάνου είναι απ τους πιο γνήσιους, είναι ένα τέρας εγωισμού και πως μόνο οι ανόητοι θα ήταν δυνατό να τον εκλάβουν σαν «παιδαγωγό», σαν προασπιστή των λαικών συμφερόντων ή δεν ξέρω τι άλλο το ίδιο πομπώδες και άκριτο. Μπορεί να είναι και όλα αυτά ο καλλιτέχνης, αλλά μόνο παρεμπιπτόντως. 

Ο γνήσιος καλλιτέχνης, πάντως, το μόνο που επιχειρεί είναι να πιαστεί απ τα μαλλιά του για να σωθεί και δεν έχει την παραμικρή πρόθεση να σώσει κανέναν, ούτε καν τον εαυτό του, αφού ξέρει πως το να πιάνεις τα μαλλιά σου είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να πας φούντο.

Ο ντε Σαντ, ο Μποντλέρ, ο Πόε, ο ντε Κουίνσi, ο Ζενέ, ο Σελίν, όλοι οι «καταραμένοι» είναι μεγάλοι γιατί είναι τόσο ανιδιοτελείς και αδιάφοροι για την προκοπή τους, που τελικά διδάσκουν ήθος μέσα απ αυτό που συμβατικά ονομάζουμε ανηθικότητα. Ο Άκης Πάνου μπορεί να μην είναι ηθικός, άλλωστε είναι αυταπόδεικτα και ομολογημένα δολοφόνος, έχει όμως ήθος που θα έπρεπε να το ζηλεύει ο κάθε δικαστής. Οι θαυμαστές του, αστείοι ηθικολόγοι , αλλά και παλιοί του φίλοι είτε είναι βλακωδώς αμήχανοι, είτε «φοβούνται το κακό» και κρατούν τις αποστάσεις. Ο συνάδελφος Νίκος Τσαγκρής, φίλος στενός του Πάνου δεν τις κράτησε. Του αξίζει κάθε έπαινος. 

Βασίλης Ραφαηλίδης, Έθνος, 19 Μαρτίου 1998

7 Σεπτεμβρίου 2016

39 εκθέσεις ιδεών και μια αυταπάτη


 Η διαχρονική ελαφρότητα που προσδιορίζει τη ΔΕΘ, ως πολιτικό τόπο και πεδίο πολιτικών μαχών…  


“Στην πορεία προς τη ΔΕΘ, η Νέα Δημοκρατία ανεβάζει τους τόνους κατά της κυβέρνησης. Κεντρική θέση του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είναι το αίτημα-προτροπή για παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα που θα εκφραστεί με δήλωση του αρχηγού του Κυριάκου Μητσοτάκη…”, μας ενημερώνει έγκριτη πολιτική ρεπόρτερ έγκυρης εφημερίδας: στην… πορεία του Κυριάκου προς την ΔΕΘ!.. Όπως στην πορεία του Μάο προς το Πεκίνο!.. 

Για την ανατροπή του Τσιανγκ Κάι Σεκ ο δεύτερος, για την ανατροπή του Τσίπρα ο πρώτος. Με τη διαφορά ότι ο δεύτερος διέθετε εκατοντάδες χιλιάδες… followers (τον «Κόκκινο Στρατό»), ενώ ο πρώτος δεν διαθέτει παρά τον follower Κουμουτσάκο. Και τον ξεθωριασμένο κόκκινο σύμβουλο. Ο οποίος, σύμφωνα με την έγκριτη πολιτική ρεπόρτερ της έγκυρης εφημερίδας, συμβουλεύει τον Κυριάκο να ανεβάσει τους τόνους κατά της κυβέρνησης στην …πορεία προς τη ΔΕΘ ως εξής: να εκφράσει με δήλωσή του το «αίτημα – προτροπή για παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα». Το οποίο, όπως αποκαλύπτει η εν λόγω έγκριτη ρεπόρτερ, αποτελεί την «κεντρική θέση του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης». Για την … ανατροπή του Τσίπρα και της κυβέρνησής του… 

Η γελοιότητα της πολιτικής του Κυριάκου Μητσοτάκη στην… πορεία προς την ΔΕΘ, ξεπερνά τη γελοιότητα της γενικότερης πολιτικής του κόμματος του (που δεν είναι παρά η διαρκής και με κάθε μέσον υπονόμευση του Αλέξη Τσίπρα και της κυβέρνησής του) και δεν απέχει από την γελοιότητα της ΔΕΘ, ως πολιτικού τόπου ή ως πεδίου πολιτικών μαχών… 

Βαρετές πρόζες 

Θυμάστε εκείνη την παλαιά διαφήμιση στην οποία ο αρτοποιός έλεγε με έπαρση «σαράντα χρόνια φούρναρης, έχω ψήσει!...»; Ε, λοιπόν, σαράντα χρόνια δημοσιογράφος, έχω παρακολουθήσει, (έχω «καλύψει», έχω διαχειριστεί) τις πολιτικές ρητορείες όλων των πρωθυπουργών της μεταπολίτευσης, καθώς και τις διαμάχες τους με τους αρχηγούς της μείζονος και ελάσσονος αντιπολίτευσης. Βαρετές και ανούσιες και αναξιόπιστες πρόζες: οι ετήσιες εκθέσεις … ιδεών των πολιτικών αρχηγών, όπως λέγαμε μεταξύ μας οι δημοσιογράφοι – πολλοί το γράφαμε κιόλας. Μόνο το περίφημο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» του ΣΥΡΙΖΑ (ΔΕΘ 2014) αποδείχτηκε πολιτικά ενδιαφέρον. Και κοινωνικά διαδραστικό, αφού, κατά κάποιο τρόπο, «έβγαλε κυβέρνηση». Κι ας αποδείχτηκε, εκ του αποτελέσματος, ότι δεν ήταν παρά μια προγραμματική αυταπάτη… 

Για φέτος, το ρεπορτάζ έλεγε ότι η ετήσια κυβερνητική έκθεση… ιδεών που θα εκφωνήσει ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ θα παρουσιάζει τα επόμενα βήματα προς την ανάκαμψη της οικονομίας και την πραγματική ανάπτυξη, με δύο σταθμούς: την έξοδο από το πρόγραμμα επιτήρησης και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας: «εκείνες δηλαδή τις πολιτικές που, όχι μόνο θα μεγαλώνουν την οικονομική πίτα, αλλά θα την μοιράζουν με δίκαιο τρόπο στους πολίτες»… 

Οι πολίτες… Είμαστε αριστεροί και η κυβέρνηση αυτή είναι η κυβέρνηση της Αριστεράς, και τη στηρίζουμε. Μα σημασία έχει τι λένε οι πολίτες. Οι άνθρωποι, ο κόσμος… 

Θολά οράματα 

Ο κόσμος ουρλιάζει τη βία, την αγωνία, τον πόνο που βιώνει: 
«Η ζωή μας είναι κόλαση. Τα παιδιά μας πεθαίνουν από την πείνα. Και αντί να δώσουν ψωμί στους πεινασμένους τους τουφεκίζουν*»!.. Από πού έρχεται αλήθεια αυτό το φαιό παράπονο, τούτη η φρικτή καταγγελία; Από τα ματωμένα ερείπια της Γάζας, από τους φουσκωμένους ποταμούς της Ιρακινής, της Σύριας της Αφγανικής προσφυγιάς που εκβάλλουν στη Μεσόγειο και χύνονται στην Ελλάδα και στην Ευρώπη; Ή μήπως απ’ τις γειτονιές των νεόπτωχων «μισθωτών», «συνταξιούχων» και ανέργων της Αθήνας, της Μαδρίτης και της Λισαβόνας; 

Μάταια ο δημοσιογράφος φαντάζεται ότι κρατάει το σφυρί, μάταια χτυπά. Ξέρει ότι δεν έχει συμμάχους σε μια χώρα – σ’ έναν κόσμο, όπου δεσπόζει η φροντίδα της αποσιώπησης κάθε ενοχλητικής ένδειξης∙ όπου τα κοινωνικά οράματα σκιάζονται και θολώνουν από τους κατ΄ επάγγελμα φρουρούς του δημόσιου και του ιδιωτικού ύπνου: «Διαρκώς αυξάνονται και πληθύνονται οι πολίτες του κόσμου που κλείνονται στον εαυτό τους και κλειδώνουν από μέσα την ευαισθησία τους, θα πω, παραφράζοντας έναν αφορισμό του André_Glucksmann. 

«Τώρα δεν υπάρχουν κοινά οράματα, μόνο Μνημόνια. Υπάρχει μια κατάσταση που αναγκάζει τους ανθρώπους να κλείνονται στον εαυτό τους. Ο κόσμος κάνει μεγάλη υπομονή. Δεν ξέρω αν είναι δείγμα ωριμότητας ή ένα δείγμα βουβής απόγνωσης. Με ανησυχεί πολύ», αποφάνθηκε προ ημερών ο παλιός μας φίλος Διονύσης Σαββόπουλος 

Ωραία και η παρατήρηση και η ανησυχία, ωστόσο υπάρχει και η εκδοχή ότι "ο κόσμος" κάνει μεγάλη υπομονή χάρις σε ένα ευτελές μεν, άκρως αναγκαίο δε, ως υπαρξιακό, κοινό "όραμα": την έξοδο της χώρας απ' τα Μνημόνια. Την οποία, με αρκετές πιθανότητες επιτυχίας, επιχειρεί ο Αλέξης Τσίπρας και η κυβέρνησή του.

Νίκος Τσαγκρής