11 Νοεμβρίου 2015

Σενάριο - σκηνοθεσία, Γιάννης Πανούσης


Ένα ρεπορτάζ για την «Πανουσιάδα» και τη φιλοξενία της στη ναυαρχίδα της μούφα – δημοσιογραφίας 

 Ένα σενάριο θέλει τον τέως υπουργό να γράφει ο ίδιος το σενάριο, μετά τη συγγραφή του αστυνομικού θρίλερ. Ή παράλληλα μ’ αυτήν, πράγμα που κανένας δεν μπορεί να γνωρίζει. Προς το παρόν. Διότι δεν είναι καθόλου απίθανο να ενημερωθούμε σύντομα, και μάλιστα απ’ τον ίδιο τον σεναριογράφο – τέως υπουργό. Ο οποίος, είναι γνωστό, όταν πρόκειται για δημοσιότητα τα δίνει όλα, αρκεί να πάρει κάτι. Σε δημοσιότητα εννοούμε, και αφήστε τα υπονοούμενα. 

Λοιπόν, το σενάριο θέλει τον εγκληματολόγο – τέως υπουργό, μαζί με τη συγγραφή του υπό έκδοσιν βιβλίου του, να δουλεύει και το σενάριο της διαφημιστικής καμπάνιας που θα το προωθεί• με βασική στρατηγική, τη διαρκή συνύπαρξη – αλληλοσύνδεση της μυθοπλασίας του βιβλίου με τον «μύθο» του συγγραφέα του, «ενός υπουργού του οποίου η ζωή απειλείται από πολιτικούς που έχουν σχέση με τρομοκράτες». 

«Πολιτικοί που έχουν σχέση με τρομοκράτες απειλούν τη ζωή μου» ήταν, σύμφωνα με το σενάριο, το βασικό σλόγκαν της διαφημιστικής καμπάνιας που ο ίδιος ο συγγραφέας έγραψε για το βιβλίο του. Με έναν υπέρτιτλο γραμμένο για να υπακούει στη διαφημιστική στρατηγική της αλληλοσύνδεσης του βιβλίου με το μυθικό δράμα του συγγραφέα του: «ΣΥΓΚΛΟΝΙΖΕΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ. Και κολλητά, Έγραψε «διήγημα θανάτου» με όσα έζησε ως υπουργός». Ακολουθεί επεξηγηματικός υπότιτλος, στη στρατηγική της «αλληλοσύνδεσης» επίσης: «Το πόσο ψηλά και ως πού μπορούν να φτάσουν εναντίον μου, τα έχω γράψει σε "βιβλίο" με ονόματα και είναι κατατεθειμένα σε συμβολαιογράφο μήπως μου συμβεί κάτι»… 

Είναι ολοφάνερο: από την προηγούμενη Κυριακή, το υπό έκδοσιν αστυνομικό θρίλερ του εγκληματολόγου συνυπάρχει, διαρκώς αλληλοσυνδεόμενο, με τις «συγκλονιστικές» πολιτικές καταγγελίες του τέως υπουργού• όχι πια ως σενάριο αλλά ως τυπωμένη καμπάνια μιας βιβλιογραφικής και ταυτόχρονα δημοσιογραφικής μυθοπλασίας, στην πρώτη σελίδα μιας εφημερίδας μεγάλης κυκλοφορίας, της εφημερίδας Πρώτο Θέμα… 

Πως συνέβη αυτό; 

 Με τίτλο πανομοιότυπο με το σλόγκαν της διαφημιστικής καμπάνιας, το σενάριο της οποίας – σύμφωνα… με ένα σενάριο – έγραψε ο τέως υπουργός, παράλληλα με τη συγγραφή του βιβλίου του: «Πολιτικοί που έχουν σχέση με τρομοκράτες απειλούν τη ζωή μου». Και επίσης πανομοιότυπο με εκείνον της «καμπάνιας» υπέρτιτλο: ΣΥΓΚΛΟΝΙΖΕΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ. Έγραψε «διήγημα θανάτου» με όσα έζησε ως υπουργός». 

Βλέπετε, και εδώ ο υπέρτιτλος είναι γραμμένος για να υπηρετεί τη διαφημιστική στρατηγική της «αλληλοσύνδεσης». Όπως, άλλωστε, και ο επεξηγηματικός υπότιτλος: «Το πόσο ψηλά και ως πού μπορούν να φτάσουν εναντίον μου, τα έχω γράψει σε "βιβλίο" με ονόματα και είναι κατατεθειμένα σε συμβολαιογράφο μήπως μου συμβεί κάτι»… 

Αλήθεια, πώς συνέβη αυτό; Πως είναι δυνατόν μια μυθοπλασία – που δεν είναι ακριβώς μυθοπλασία, αλλά η μυθιστορηματοποίηση της ιδεολογικής αντιπαλότητας με την οποία, κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, αντιμετώπιζαν, τον υπουργό Πανούση – να τυπωθεί στην πρώτη σελίδα μιας εφημερίδας μεγάλης κυκλοφορίας και να «πουληθεί» ως δημοσιογραφία; Ως «συγκλονιστικό ρεπορτάζ» που αποκαλύπτει ότι «κυβερνητικοί πολιτικοί που έχουν σχέση με τρομοκράτες απειλούν τη ζωή ενός υπουργού της κυβέρνησής τους»; 

Το πραγματικό ρεπορτάζ 

Για τις απαντήσεις σας παραπέμπω στο «Εγχειρίδιο κακής δημοσιογραφίας» του Ουμπέρτο Έκο. Και στο πρόσφατο άρθρο της «Εποχής» για το μιντιακό χάος, ( 25/10/2015), όπου περιγράφω τη «μούφα δημοσιογραφία» ως εμπεδωμένη πραγματικότητα: «το 70% των ειδήσεων (…..) είναι μερικώς ή απολύτως κατασκευασμένες, με συνήθη στόχο την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά…». 

Σ’ αυτό το άρθρο είχα παραλείψει να σας υποδείξω ως ναυαρχίδα της «μούφα δημοσιογραφίας» στη χώρα μας, την εφημερίδα που διάλεξε ο εγκληματολόγος – τέως υπουργός για να διαπραγματευτεί την διαφημιστική καμπάνια του. Γιατί, σύμφωνα με ασφαλείς, αυτή τη φορά, δημοσιογραφικές πληροφορίες τον διάλεξε τον τόπο του εγκλήματος (τη συγκεκριμένη εφημερίδα) ο εγκληματολόγος. Και διαπραγματεύτηκε μαζί της: 

«O ίδιος ο υπουργός μάς προσέγγισε», μου αποκάλυψε άνθρωπος του στενού περιβάλλοντος του αφεντικού της… μούφα – ναυαρχίδας, του αποκαλούμενου και Κομιστή. Και, «φυσικά και διαπραγματεύτηκε την θεαματική προβολή του βιβλίου του, ως αντάλλαγμα των γαρνιρισμένων με πολιτική τρομοκρατία αντικυβερνητικών αποκαλύψεων», συμπλήρωσε. Αντάλλαγμα που πήρε, συμπληρώνω εγώ, με μια τεράστια βιβλιοπαρουσίαση στο καπάκι της δημοσιογραφικής μούφας υπό τον τίτλο «Πολιτικοί που έχουν σχέση με τρομοκράτες απειλούν τη ζωή μου»… 

 Έχω κι άλλο «ρεπορτάζ» για το θέμα του Θέματος, και τη μετεξέλιξή του (μέσω των συγγενών με την ναυαρχίδα της μούφα δημοσιογραφίας MEGAφώνων) σε κυρίαρχο γεγονός της εβδομάδας που πέρασε. Μα είναι «ρεπορτάζ» που δεν τεκμηριώνει παρά κάτι που ήδη γράψαμε: όταν πρόκειται για δημοσιότητα, ο συγκεκριμένος… επιστήμων τα δίνει όλα, αρκεί να πάρει κάτι. Σε δημοσιότητα εννοούμε, και αφήστε τα υπονοούμενα…

Νίκος Τσαγκρής

4 Νοεμβρίου 2015

Οι μοχλευτές και το καταραμένο φίδι…


Το τερατώδες άνοιγμα της ρωγμής μεταξύ του ισλαμικού και του Δυτικού κόσμου και η τραγική κατάληξή του   

Πως προέκυψε ο συριακός εμφύλιος και η έξοδος των μυρίων, τα μιλιούνια των Συρίων προσφύγων που διασχίζουν βουνά και θάλασσες για να αντικρύσουν τους φράκτες της ευρωπαϊκής καθαρότητας; Η πλέον αληθοφανής εκδοχή παραπέμπει στην ανισόρροπη αντίδραση ενός ανισόρροπου αμερικανού προέδρου, σε ένα γεγονός που συγκλόνισε τον κόσμο του 21ου αιώνα: την τρομοκρατική επίθεση των ισλαμιστών της Αλ Κάϊντα στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης: Κηρύσσω τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας – καλώ τους δυτικούς συμμάχους σε σταυροφορία για την εξάλειψη της, ήταν η αντίδραση… 

«Ήταν μια παρανοϊκή αντίδραση», υποστηρίζουν, έκτοτε, οι ιστορικοί αναλυτές, διαπορώντας: Αλήθεια, πώς διεξάγεται ένας πόλεμος ενάντια σε μια απρόσωπη έννοια όπως η τρομοκρατία – μια «σταυροφορία» για την εξάλειψή της; 

Αλλά ο «ανισόρροπος πρόεδρος», δεν κολλάει σε σχήματα της λογικής. Εντοπίζει την τρομοκρατία στην Ανατολή, διατυμπανίζει τη χριστιανική ανωτερότητα απέναντι στο οπισθοδρομικό Ισλάμ, διεγείρει την συμμαχία των μεγάλων κατά του κοινού εχθρού: Κράτη όλου του πολιτισμένου κόσμου ενωθείτε!... 

Περισσότερο από ανοησία ή αμετροέπεια, παραπάνω και από ατόπημα που οφείλεται στον ανισόρροπο ψυχισμό του, ο George W. Bush Jr, φανερώνει εδώ μια προκατάληψη τόσο παλιά όσο η συνθήκη της Βεστφαλίας (1648): Το Κράτος είναι εχθρός της τρομοκρατίας, ο τρομοκράτης είναι εχθρός του Κράτους, άρα κανένα Κράτος δεν θα μπορούσε να είναι τρομοκράτης, άρα… 

 Χαοτικές ρωγμές 

Άρα, αφανίζοντας τα… μη κράτη (Αφγανιστάν, Ιράκ), εξαφανίζουμε την τρομοκρατία; Αλλοίμονο, η τρομοκρατία είναι το πιο χρήσιμο γεωπολιτικό εργαλείο της νέας τάξης πραγμάτων, πιο χρήσιμο από… χίλιες πλατφόρμες εξόρυξης πετρελαίου. Άρα, προσθέτουμε στη λίστα των υπόπτων για τρομοκρατία νέα κοιτασματούχα κράτη: το Πακιστάν που υποθάλπει την Αλ Κάϊντα. Και το Ιράν, το Λίβανο και τη Συρία… 

Συρία. Ο μοιραίος τόπος αποκάλυψης του οικονομικού και γεωπολιτικού χάους που επικρατεί στις αρχές του 21ου αιώνα, όμως πιο εφιαλτικό, πιο τραγικό, πιο ματωμένο απ’ αυτό που είχαμε προβλέψει: μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου και τη φενάκη της μιας υπερδύναμης, αναδύονται αλλεπάλληλες κοινωνικές ρωγμές που κατατέμνουν τον πλανήτη και προκαλούν φυγόκεντρες δυνάμεις και την «υπερίσχυση των νόμων του Χάους, «προφητεύαμε» τότε που ξέσπασε η οικονομική κρίση, ως μέρος της δυσλειτουργίας της «παγκοσμιοποίησης». Λίγο πριν, ο Γάλλος στοχαστής Νικολά Μπαβερέζ, στο βιβλίο του «Καθ' οδόν προς το άγνωστο» όριζε τις αναδυόμενες «χαοτικές ρωγμές»: 
- Ρωγμές ιστορικές μεταξύ του παρακμάζοντος Βορρά και του αναπτυσσόμενου Νότου. 
- Ρωγμές πολιτικές μεταξύ των Δημοκρατιών και των πολιτευμάτων που αμφισβητούν τον πλουραλισμό και τις ατομικές ελευθερίες. 
- Ρωγμές ιδεολογικές ανάμεσα σ’ αυτούς που υποστηρίζουν μια κοινωνία ανοιχτή σε όλους και σ’ εκείνους που εκθειάζουν τα πλεονεκτήματα του έθνους… 
- Ρωγμές οικονομικές ανάμεσα στους υπέρμαχους του κινδύνου της αγοράς κι εκείνους της σταθερότητας του κράτους. 
- Ρωγμές θρησκευτικές και πολιτισμικές μεταξύ του ισλαμικού και του Δυτικού κόσμου… 

Να πέσει ο φράχτης 

Είναι γνωστό ποιοι και πώς μοχλεύουν, τις θρησκευτικές και πολιτιστικές ρωγμές μεταξύ του ισλαμικού και του Δυτικού κόσμου ώστε να επωφελούνται γεωπολιτικά από το άνοιγμά τους και να επιβεβαιώνουν την κυριαρχία τους. Αυτό που παραμένει σχετικά άγνωστο, ανεπαρκώς κεκαλυμμένο από την αμήχανη διπλωματία των «μοχλευτών», είναι το πώς μοχλεύτηκε ο εμφύλιος στη Συρία• ασφαλώς τερατωδώς, αφού κατέληξε σ’ αυτό το καταραμένο ανθρώπινο φίδι που, με την ουρά στη Μέση Ανατολή και το κεφάλι στην κεντρική Ευρώπη, να απειλεί να πνίξει τον Δυτικό κόσμο: όπως πνίγονται τα προσφυγόπουλα και οι προσφυγοπούλες στο πέρασμα του Αιγαίου…. 

Το τραγικό είναι ότι οι βασικοί μοχλευτές εξακολουθούν να μοχλεύουν τερατωδώς τον εμφύλιο στη Συρία: με προκάλυψη την CIA, ο Μπαράκ Ομπάμα τροφοδοτεί με πυρομαχικά και όπλα τους αντάρτες , ενώ Ρωσία και Κίνα στηρίζουν ποικιλότροπα το καθεστώς του Μπασάρ Αλ Άσαντ, με τον μοχλευτή Πούτιν να εμπλέκεται και παραπολεμικά. Στον ίδιο χρόνο, εμμένοντας στις συνήθεις – παραπληρωματικές των ΗΠΑ – μοχλεύσεις της, η Ευρωπαϊκή Ένωση απαλλάσσει Ομπάμα και Πούτιν από «τις ευθύνες για τη μεταναστευτική κρίση στην Ευρώπη». Και υψώνει φράκτες στο «καταραμένο φίδι»… 

Ναι, να πέσει ο φράκτης του Έβρου, όλοι οι φράκτες της Ευρώπης να πέσουν, οι πρόσφυγες να διασχίζουν πεζή τα Ελληνοτουρκικά σύνορα, να μπαίνουν ελεύθερα στην Ευρώπη, να βρουν ασφαλείς πατρίδες. Να γίνεται στην Τουρκία το τσεκ, να προωθούνται από εκεί, θεσμικά, στην Ευρώπη, να πάρει τέλος το έγκλημα στο Αιγαίο. Να σταματήσουν, όμως, εδώ και τώρα ΗΠΑ και Ρωσία και Κίνα και Ευρώπη να μοχλεύουν εμφυλίους και γεωπολιτικούς πολέμους. Διαφορετικά μας περιμένουν μαύρες μέρες: προτιμάτε μια αιωνιότητα πνιγμένη ή στραγγαλισμένη;

Νίκος Τσαγκρής

28 Οκτωβρίου 2015

Η ανατομία μιας υπουργικής ατάκας


Η κυβερνητική αλήθεια είναι απαραίτητη συνθήκη για την επιβίωση του ΣΥΡΙΖΑ. Αρκεί να μην είναι αλήθεια… ετεροχρονισμένη 

Αν υπήρχε βραβείο κυβερνητικής αλήθειας, θα το διεκδικούσε δικαιωματικά ο υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης, ειδικά μετά την ακομπλεξάριστη αναφορά του στην οικονομική κατάσταση του πρωθυπουργού, την ώρα που απαντούσε στην προκλητική ερώτηση του προκλητικού, τέως mega – δημοσιογράφου: «Φτωχός είναι; Ο πρωθυπουργός της χώρας δεν είναι εύπορος; Τι ερώτηση είναι αυτή που μου κάνετε; Με μία έννοια, είναι στους προνομιούχους οικονομικά. Έχει εισόδημα 70 – 80.000 ευρώ τον χρόνο. Δουλεύει και η γυναίκα του. Ένας που έχει 60.000 και 70.000 εισόδημα τον χρόνο, δεν είναι φτωχός. Μπορεί να δίνει 7.000, 10.000-17.000 ευρώ τον χρόνο στα ιδιωτικά….» 

Αναμφισβήτητα, αυτή είναι μία απάντηση πρωτοφανούς πολιτικής ειλικρίνειας, αποκαλυπτική της ρεαλιστικής ιδιοσυγκρασίας του υπουργού Παιδείας. Όμως το θέμα μας εδώ δεν είναι ο Νίκος και η ιδιοσυγκρασία του, μα η ουσία της τολμηρής απάντησής του, η κοινωνιολογική της «ανάγνωση»: «ο πρωθυπουργός της χώρας είναι εύπορος». Και αμέσως μετά, «με μια έννοια ανήκει στους οικονομικά προνομιούχους»… 

Με αυτές τις δυό προτάσεις, ο υπουργός τοποθετεί, κατά κάποιον τρόπο, ταξικά τον πρωθυπουργό. Και τον «τοποθετεί» στη μεσαία τάξη. Κατά πάσα πιθανότητα, βέβαια, και δια της μεθόδου της «εις άτοπον υπαγωγής», το συμπέρασμα• υπό την έννοια ότι θα ήταν απίθανο ένας τόσο «διαβασμένος» αριστερός, όπως ο εν λόγω υπουργός, να τοποθετούσε τον Αλέξη Τσίπρα στην τάξη των μεγαλοαστών. Την οικονομική ελίτ, όπως την λέμε σήμερα… 

Μια απούσα προϋπόθεση 

 Συνεχίζοντας την ανάλυση, παρατηρούμε ότι ο υπουργός, στη συνέχεια της απάντησής του, προσδιορίζει το ετήσιο εισόδημα του πρωθυπουργού (60 – 70 – 80. 000 το χρόνο), κάτι που ενισχύει την βεβαιότητα του αναλυτή ότι η τάξη στην οποία ο υπουργός «τοποθετεί» τον πρωθυπουργό είναι, πράγματι, η μεσαία τάξη. Και ότι αυτό το κάνει για να καταλήξει στην αριστερή, υπό τη έννοια της κοινωνικά δίκαιης, θέση, ότι αυτοί που, κυρίως, στέλνουν τα παιδιά τους στα ιδιωτικά σχολεία είναι – ναι, όπως και ο πρωθυπουργός! – εύποροι, οικονομικά προνομιούχοι, μέλη της μεσαίας τάξης: παίρνουν 60 – 70 – 80.000 ευρώ το χρόνο και γι’ αυτό μπορούν να ανταποκριθούν στην αύξηση των διδάκτρων που επιφέρει η επιβολή ΦΠΑ 23% στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια. 

 Όλα αυτά θα ήσαν υπέροχα, κοινωνικά δίκαια και επομένως «αριστερά», με μια προϋπόθεση: να λέγονταν και να πράττονταν σε παρελθόντα χρόνο. Και μάλιστα, προ εξαετίας, τουλάχιστον: στον παρόντα χρόνο, το γεγονός ότι ένας Έλληνας της μεσαίας τάξης καταφέρνει να έχει ετήσιο εισόδημα «60 – 70 – 80.000», μοιάζει απορίας άξιον, ακόμα και αν αυτός είναι ο πρωθυπουργός. Κατά την ίδια, δε, υπερβολή, είναι απορίας άξιον το ότι εξακολουθεί να «τοποθετείται», ένα έστω, άτομο, στη μεσαία τάξη. Μια τάξη που, άλλωστε, είναι αμφίβολο αν υπάρχει πια. 

Δεν υπάρχει! Και δεν μας χρειάζεται πια ούτε ο Βαλερστάϊν, ούτε ο Τσόμσκι, ούτε ο… Τσουκαλάς για να το τεκμηριώσουμε: πέρα από την επιστημονικά ομολογημένη «επίθεση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού κατά της παγκόσμιας μεσαίας τάξης με στόχο τη συρρίκνωσή της - τη συρρίκνωση της καταναλωτικής της δυναμικής», η οικονομική κρίση και οι μνημονιακές εφαρμογές διέλυσαν στην κυριολεξία τη μεσαία τάξη της χώρας μας, επαναφέροντας την κοινωνική διαστρωμάτωση στο θλιβερό προπολεμικό δίπολο «πλούσιοι και φτωχοί»*… 

Ο αφανισμός της μεσαίας τάξης 

 Αποκαλυπτική για τη συντριβή της ελληνικής μεσαίας τάξης στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, είναι η φρέσκια έκθεση, (Οκτώβρης 2015) του ελβετικού χρηματοπιστωτικού οίκου Credit Suisse: η σημερινή αξία των περιουσιακών στοιχείων της μεσαίας τάξης στην Ελλάδα αγγίζει τα 678 δισ. δολάρια, τη στιγμή που στο pick του 2007 άγγιζε τα 1,2 τρισεκατομμύρια. Μιλάμε για μείωση της τάξεως του 43% και άνω, σημειώνει εμφατικά ο…οίκος. Και εξηγεί: αιτίες του αφανισμού της ελληνικής μεσαίας τάξης είναι η κατάρρευση της αξίας των ακινήτων, η βουτιά του χρηματιστηρίου και η κεφαλαιοποίηση των μετοχών, καθώς και το σημαντικό έδαφος που έχασε το ευρώ. Καμιά αναφορά βέβαια σε μνημόνια, PSI, περικοπές δαπανών, και μισθών και συντάξεων ο… οίκος. 

Ωστόσο, ο αφανισμός της μεσαίας τάξης είναι μια καταγεγραμμένη πραγματικότητα. Και είναι απορίας άξιον πως ο «διαβασμένος» υπουργός Φίλης δεν την υπολόγισε, όταν τοποθέτησε τον πρωθυπουργό εντός της, χρίζοντάς τον μέλος μιας ανύπαρκτης εισοδηματικά, (επομένως και κοινωνικά) τάξης. Από την οποία δεν απέμειναν παρά ελάχιστες χιλιάδες προνομιούχων μελών με μέσο εισόδημα… πρωθυπουργικής τάξεως. Ενώ οι υπόλοιποι, οι εκατοντάδες χιλιάδες των Ελλήνων της πάλαι ποτέ «μεγάλης μεσαίας τάξης», βιώνουν τον εφιάλτη μιας ακραία άδικης και βασανιστικής επαγγελματικής, περιουσιακής και εισοδηματικής απαξίωσης. Και ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ, γιατί δεν βρίσκουν τίποτε άλλο να ακουμπήσουν την ανάπηρη ελπίδα τους…

Νίκος Τσαγκρής

21 Οκτωβρίου 2015

Το μιντιακό χάος είναι συστημικό…


Ο νόμος για την αδειοδότηση των ΜΜΕ δεν αρκεί για την άλωση του συστήματος των διαπλεκομένων 

Ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχτηκε, έγινε συστημικό κόμμα, ψήφισε και εφαρμόζει μνημόνιο, αλλά τα αδελφά συστημικά κόμματα, η ΝΔ, η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, δεν το κατάλαβαν, συνεχίζουν να τον υπονομεύουν να τον πολεμούν και να τον βρίζουν. Το ίδιο ακριβώς κάνουν και τα συστημικά Μέσα Ενημέρωσης, πράγμα που σημαίνει ότι κι αυτά δεν κατάλαβαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχτηκε, έγινε συστημικό κόμμα, ψήφισε και εφαρμόζει μνημόνιο. Έτσι, η μεγάλη πολιτική εικόνα της χώρας μοιάζει με ρωμαϊκή αρένα, στην οποία δεν υπάρχει θήραμα και τα συστημικά λιοντάρια τρώγονται μεταξύ τους. 

 Από την άλλη, μπορεί να πει κανείς, δικαιούται να το πει, ότι «ποια συστημικά κόμματα και ποια συστημικά Μέσα Ενημέρωσης, το σύστημα τώρα πια είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και τα συστημικά Μέσα τον υποστ…» Εντάξει, ως εδώ και μη παρέκει: κανένας δεν μπορεί να πει, δεν δικαιούται να πει, ότι στην παρούσα κατάσταση τα συστημικά Μέσα Ενημέρωσης υποστηρίζουν ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό σημαίνει δυό πράγματα. Ή τα Μέσα Ενημέρωσης δεν είναι συστημικά ή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι το «σύστημα». Και ότι παρ’ όλο που ψήφισε και εφαρμόζει μνημόνιο, δεν μεταλλάχτηκε, δεν έγινε συστημικό κόμμα, πράγμα που γνωρίζουν τα συστημικά κόμματα, η ΝΔ, η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, γι’ αυτό και συνεχίζουν να τον υπονομεύουν και να τον βρίζουν. Ακριβώς το ίδιο, άλλωστε, κάνουν και τα συστημικά Μέσα Ενημέρωσης, πράγμα που σημαίνει πως κι αυτά γνωρίζουν ότι, παρ’ όλο που ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε και εφαρμόζει μνημόνιο, ούτε μεταλλάχτηκε, ούτε συστημικό κόμμα έγινε… 

Το πληροφοριακό χάος 

 Ω άνδρες… συριζαίοι, (και οι γυναίκες βέβαια) ως ένας από τους πλέον έμπειρους σε ζητήματα σημειολογίας της διαπλοκής αριστερούς δημοσιογράφους, σας εμπιστεύομαι ένα αδιάψευστο σημάδι: αν δείτε αγάπες και λουλούδια στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και στα τηλεοπτικά δελτία ανησυχείτε! Ήγγικεν γαρ η… μετάλλαξη. Η αλλοτρίωση, η απαλλοτρίωση, η διαπλοκή. 

Προς το παρόν, πάμε… περίφημα: το 70% των ειδήσεων που παρακολουθούμε στα τηλεοπτικά δελτία και διαβάζουμε στα πρωτοσέλιδα των ηλεκτρονικών, αλλά και των εντύπων εκδόσεων των πολιτικών εφημερίδων και των ειδησεογραφικών sites και blogs είναι… μούφες: κατασκευασμένα απολύτως, είτε μερικώς (δια της μεθόδου του διαστρεβλωτικού editing) «ρεπορτάζ», με στόχο, κυρίως, την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά. Στο υπόλοιπο 30% συνωστίζονται τα λίγα ΜΜΕ που προσπαθούν να είναι αντικειμενικά, μαζί με τα ούτως ή άλλως υποκειμενικά και προπαγανδιστικά κομματικά αντίστοιχα, καθώς και τα ακραία Μέσα κάθε ιδεολογίας, ιδεοληψίας ή διαστροφής. 

Αυτή είναι μια εμπεδωμένη πραγματικότητα που τη γνωρίζουν - οφείλουν να την γνωρίζουν, θαρρώ, όχι μόνο οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι που διατηρούν «προφίλ» στα social media, αλλά και οι διανοούμενοι, και οι επιστήμονες, και οι καλλιτέχνες της… «μεγάλης διαδικτυακής παρέας μας» που λέει κι ο Ουμπέρτο Έκο. Ωστόσο πολλοί, πάρα πολλοί, εξ υμών αναπαράγουν και κοινοποιούν καθημερινά δεκάδες απ’ αυτές τις δημοσιογραφικές μούφες και τις σχολιάζουν κι από πάνω. Συμβάλλοντας, με την υποτιθέμενη αυθεντία τους, στον καθαγιασμό, την ευδοκίμηση και την εμπέδωση της «μούφα δημοσιογραφίας» ως κυρίαρχης… 

Δεν αρκεί το νομοσχέδιο 

Μιλάμε για ένα απίστευτα χαώδες και αναξιόπιστο πληροφοριακό κομφούζιο μέσα σε ένα απίστευτα χαώδες και ανεξέλεγκτο μιντιακό τοπίο: ένα εφιαλτικό σύστημα επικοινωνίας και πληροφόρησης που, αντί να ενημερώνει και να διαμορφώνει κοινή γνώμη, παραπληροφορεί και διαμορφώνει κοινή άγνοια. 

Τον σκληρό πυρήνα αυτού του συστήματος (τους καναλάρχες) επιχειρεί να «τιθασεύσει» η κυβέρνηση με την κατάθεση, την ψήφιση και την εφαρμογή του νομοσχεδίου για τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Οι δε αναταράξεις που προκάλεσε η συζήτησή του στη Βουλή, τα συντονισμένα ουρλιαχτά, οι κατάρες, και τα αναθέματα από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι κατά του… εισαγωγέα του νομοσχεδίου και του σύμπαντος ΣΥΡΙΖΑ, αποτελούν τεκμήριο επιτυχίας του εγχειρήματος. Και, σε συνδυασμό με τις πανομοιότυπες αντιδράσεις που εκφράστηκαν στα πρωτοσέλιδα των ηλεκτρονικών και εντύπων ιδιοκτησιών των μιντιαρχών (ίδια ουρλιαχτά, ίδιες κατάρες, ίδια αναθέματα) , αποδεικνύουν του λόγου το αληθές: «ΣΥΣΤΗΜΑ» είναι οι μιντιάρχες, οι ολιγάρχες χορηγοί τους και τα διαπλεκόμενα με αυτούς και… αλλήλους κόμματα, η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι… 

Ωστόσο, οφείλουμε να τονίσουμε ότι ο νόμος για την αδειοδότηση των ΜΜΕ, κάθε άλλο παρά αρκεί για την… τιθάσευση του συστήματος των διαπλεκομένων. Πόσο μάλλον για τον έλεγχο του χαοτικού τοπίου των μίντια και τον περιορισμό της «μούφα δημοσιογραφίας»: κανείς δεν ξέρει αν θα ξαναδούμε τις πραγματικές ειδήσεις τυπωμένες στις εφημερίδες. Και στα δελτία δημοσιογράφους που θα δίνουν χώρο στην κοινωνική αλήθεια. Κι όχι στην αλήθεια των αφεντικών τους…

Νίκος Τσαγκρής

14 Οκτωβρίου 2015

Ο Ιονέσκο στην πλατεία Κουμουνδούρου


Μια παραβολή από τη δεκαετία του ’70 που προβάλει στο παρόν το πιθανό μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ   

Γύρω στο 1978, ίσως λίγο αργότερα, στον καιρό της εξέγερσης και της φυλάκιση των Πολωνών εργατών (ένα – δυό χρόνια πριν την ίδρυση της «Αλληλεγγύης» του Λεχ Βαλέσα), ο Ζαν Ντανιέλ* βρισκόταν στην Ιταλία και απηύθυνε μια παράξενη έκκληση στους Ιταλούς κομμουνιστές: «Βιασθείτε να υπερασπιστείτε τους Πολωνούς εργάτες, διαφορετικά θα τους υπερασπισθεί η Δεξιά». 

«Οι αριστεροί προσπαθούν να ανακτήσουν τα πάντα, μεταξύ άλλων και τους σοβιετικούς αντιφρονούντες», σχολίαζε τότε ο Παριζιάνος πια, Ευγένιος Ιονέσκο στο περιοδικό Nouvelle Revue Française. 

 «Ο Ιονέσκο ήταν αντικομμουνιστής τότε», θα μπορούσε να πει κανείς και, πράγματι, κατά κάποιο τρόπο, ήταν: κατά τον τρόπο των κομμουνιστών και των σοσιαλιστών της Δυτικής Ευρώπης, των ευρωκομμουνιστών, όλων όσων απέρριπταν και καταδίκαζαν ήδη ως βάρβαρο και απάνθρωπο το «σοβιετικό μοντέλο». Όμως ακριβώς αυτούς, τους «αντισοβιετικούς» Ευρωπαίους αριστερούς, σάρκαζε ο μεγάλος Ρουμάνος: «οι αριστεροί προσπαθούν να ανακτήσουν τα πάντα, μεταξύ άλλων και τους σοβιετικούς αντιφρονούντες: τα κίνητρα τους είναι κομματικά, πολιτικά, απάνθρωπα, ευτελή. Δεν μισούν τη δεξιά, μισούν τους δεξιούς. Αν έπρεπε, για να σώσουν την ανθρωπότητα μαζί με τον εαυτό τους, να δώσουν το χέρι στους φύσει και θέσει εχθρούς τους, θα άφηναν την ανθρωπότητα να χαθεί…»!.. 

Είναι σαφές ότι πρόκειται περί ενός θυμικού αντικομματικού και αντιπολιτικού «παραληρήματος», μπορείς να το δεις όμως και σαν απογοητευμένη από τα κόμματα και τους πολιτικούς θέση, παντός καιρού: «Όσο προχωρώ τόσο δεν καταλαβαίνω», έλεγε καθώς γερνούσε ο Ιονέσκο, εκδηλώνοντας τον έντονο πολιτικό σκεπτικισμό του• που ξεπερνούσε ενίοτε, τα όρια του πεσιμισμού… 

 Το «πελατειακό» ήθος 

 «Βιασθείτε να υπερασπιστείτε τους αγρότες, διαφορετικά θα τους υπερασπιστεί η δεξιά», με εγκαλούσε τις προάλλες γνωστός δημοσιογράφος και συγγραφέας, θυμίζοντάς μου τον Ιονέσκο και το περιστατικό με τον Ζαν Ντανιέλ και τους Ιταλούς ευρωκομμουνιστές που σας διηγήθηκα. Και όχι μόνο η δεξιά, αλλά «και ο Ποτάμης, και η Φώφη και οι άλλοι», πρόσθεσε απειλητικά ο δικός μου... Ζαν Ντανιέλ. Υπάρχει η παρεξήγηση, βλέπετε, που μας «εγγράφει» στην χορεία των κομματικών και των κυβερνητικών παραγόντων, επειδή γράφουμε ένα άρθρο στην Εποχή. 

 Εν πάση περιπτώσει, του εξήγησα ότι το μόνο που μπορώ να κάνω για την περίπτωσή του είναι να γράψω. Να μεταφέρω, δηλαδή την έκκλησή του προς το κόμμα και την κυβέρνηση μέσω του εβδομαδιαίου άρθρου μου στην Εποχή. Κι αυτό κάνω: λοιπόν, ακούτε εσείς εκεί στο κόμμα και στην κυβέρνηση; «Βιασθείτε να υπερασπιστείτε τους αγρότες, (και τους συνταξιούχους – προπαντός τους συνταξιούχους!..) διαφορετικά θα τους υπερασπιστεί η δεξιά»!.. 

 Μήπως όχι; Καμιά διάθεση να υποστηρίξω τις αντιπολιτικές και αντικομματικές αιτιάσεις τού, ούτως ή άλλως, αντιφατικού και «παράλογου» Ιονέσκο. Είμαι υποχρεωμένος όμως να δεχτώ ότι τα κίνητρα της έκκλησης «Βιασθείτε να υπερασπιστείτε τους αγρότες διαφορετικά θα τους υπερασπιστεί η δεξιά», είναι «κομματικά», «πολιτικά, «απάνθρωπα» και ευτελή. Αν όχι με την ηθική σήμανση των χαρακτηρισμών του Ιονέσκο (στην περίπτωση της Έκκλησης του Ζαν Ντανιέλ προς την Ιταλική αριστερά του ’78), με την τρέχουσα πελατειακή πολιτική ηθική: Βιασθείτε να υπερασπιστείτε τούς αγρότες, ώστε να μην φορολογούνται με τον τρόπο που φορολογούνται οι υπόλοιποι εργαζόμενοι, διαφορετικά θα τους υπερασπιστεί η δεξιά και θα χάσετε τις ψήφους τους!.. 

 Επανάκτηση του κόμματος 

 Αυτή η αντίληψη των πολιτικών πραγμάτων, που δεν είναι αντίληψη αλλά νοοτροπία που γίνεται ήθος, και διαβρώνει και σαπίζει το πολιτικό σύστημα, δεν έχει – δεν πρέπει να έχει, την παραμικρή σχέση με τη σύγχρονη αριστερά, και μάλιστα την κυβερνώσα αριστερά, τον ΣΥΡΙΖΑ: δεν είμαστε «οι αριστεροί που προσπαθούν να ανακτήσουν τα πάντα», όπως θα ‘λεγε ο Ιονέσκο – άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το πρώτο ευρωπαϊκό κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς που έχει… ανακτήσει τα πάντα. Αυτό που απομένει είναι να ανακτήσει το ίδιο του το κόμμα, και να είναι αυτό ένα κόμμα η σκέψη του οποίου δεν θα είναι δογματική – ιδεοληπτική. Και τα κίνητρά του δεν θα γίνονται «κομματικά», «απάνθρωπα» και «ευτελή», ούτε καν με τη σήμανση του Ευγένιου Ιονέσκο: 

 «Μιλάμε για ένα κόμμα που δεν επαναπαύεται στις εκλογικές δάφνες ούτε αρκείται στο να στελεχώσει τον κυβερνητικό μηχανισμό ή να ακολουθεί το ρυθμό του κυβερνητικού έργου, αλλά για ένα κόμμα που έχει πλήρη συνείδηση ης σχετικής αυτοτέλειας του ρόλου του ως μετασχηματιστή της κοινωνίας»** 

 Και μιλάμε για μια κυβέρνηση τα μέλη της οποίας θα λειτουργούν απαρέγκλιτα στο πλαίσιο ενός θεσμοθετημένου αναδιανεμητικού στάτους, που θα μετασχηματίζει την ισχύουσα συστημική βαρβαρότητα σε κοινωνικό κράτος Δικαίου. 

 *Γάλλοαλγερινός μαρξιστής συγγραφέας και δημοσιογράφος, της παρέας των Καμύ και Σάρτρ 

**Από το άρθρο του Χ. Γεωργούλα με τον τίτλο «Για την κυβέρνηση λέμε πολλά, για το κόμμα θα πούμε τίποτα;» (ΕΠΟΧΗ, Κυριακή 04 Οκτωβρίου 2015)

Νίκος Τσαγκρής

7 Οκτωβρίου 2015

«Πρώτη φορά αριστερά της αγοράς»!


Κάποιες σκέψεις με αφορμή έναν πρωτοσέλιδο τίτλο για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ  

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015. Στη Βουλή των Ελλήνων συζητούνται οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, τις οποίες, την προηγουμένη, είχε παρουσιάσει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Με πρωτοσέλιδο τίτλο «Πρώτη φορά αριστερά της αγοράς», η εφημερίδα «Τα Νέα» επιχειρεί να σαρκάσει τις εμποτισμένες με μνημονιακές εφαρμογές προγραμματικές δηλώσεις: «Νυν υπέρ πάντων η αξιολόγηση και μετά επενδύσεις και χρέος», σχολιάζει τον τίτλο ο υπότιτλος. Στον ίδιο χρόνο, μια άλλη εφημερίδα, η «Εφημερίδα των Συντακτών», βλέπει διαφορετικά τις προγραμματικές δηλώσεις στον πρωτοσέλιδο τίτλο της: Δέκα ισοδύναμα για πιο ήπιο μνημόνιο. Ενώ στον υπέρτιτλο της εξηγεί ότι «η κυβέρνηση σχεδιάζει να ρίξει τα βάρη της φορολογίας στους κατέχοντες». Ακολούθως, δίνει ένα – δυό παραδείγματα φορολογίας «κατεχόντων»: φόροι στις εταιρίες τζόγου και αυτοκινητοδρόμων… 

Η αναφορά μου στους τίτλους των συγκεκριμένων εφημερίδων της συγκεκριμένης ημέρας δεν είναι διόλου τυχαία: η συγκεκριμένη ημέρα είναι η ημέρα εκκίνησης της πραγματικής διακυβέρνησης μιας ευρωπαϊκής χώρας από αριστερή κυβέρνηση (η προηγούμενη περισσότερο διαπραγματευόταν παρά κυβερνούσε), ενώ οι συγκεκριμένοι τίτλοι, σε κοινή ανάγνωση και ανάλυση, συνοψίζουν το ακανθώδες πολιτικό -ιδεολογικό περίγραμμα αυτής της «πρώτης φοράς αριστερής διακυβέρνησης». Της κυβέρνησης Τσίπρα και του κόμματος πίσω της: του «εναπομείναντος» ΣΥΡΙΖΑ… 

Ποιάς αγοράς; 

Υπάρχει κάτι που, στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου, συνομολογήθηκε από τον Αλέξη Τσίπρα, τον «εναπομείναντα» ΣΥΡΙΖΑ και την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος: μετά τη νύχτα του μεγάλου εκβιασμού (13η Ιουλίου) και τον συμβιβασμό Τσίπρα προκειμένου να αποτρέψει το Grexit και την οριστική χρεοκοπία της χώρας, η έξοδος από το μνημόνιο μόνο μέσω της εφαρμογής του μπορεί να επιτευχθεί. 

Με βάση αυτή τη συνομολογημένη «συνθήκη», ο υπότιτλος «Νυν υπέρ πάντων η αξιολόγηση και μετά επενδύσεις και χρέος» στο πρωτοσέλιδο των «ΝΕΩΝ» της περασμένης Τρίτης καθρεφτίζει σωστά τις κυβερνητικές προτεραιότητες που είναι και εθνικές προτεραιότητες. Ενώ ο σαρκάζων τίτλος «Πρώτη φορά αριστερά της αγοράς», άθελά του, περιγράφει το πεδίο πολιτικής θεωρίας και πράξης, εντός του οποίου οφείλει να κινείται ο ΣΥΡΙΖΑ (ως κυβερνώσα ή μη Αριστερά) τώρα και μετά: ναι, «πρώτη φορά αριστερά της αγοράς», μα ποιάς αγοράς; Της αγοράς της αυτορρύθμισης, της πολιτικά ελεγχόμενης αγοράς, ή μιας κρατικοποιημένης «αγοράς»; 

 Εντάξει, οι απαντήσεις της σύγχρονης Αριστεράς στο συγκεκριμένο ζήτημα έχουν δοθεί προ πολλού: «Το επείγον είναι να εξαλείψουμε μια για πάντα την αυταπάτη ότι οι αγορές αυτορρυθμίζονται» και «μόνο ο πολιτικός έλεγχος μπορεί να καταπολεμήσει την ασυδοσία των αγορών και να αποκαταστήσει το κοινωνικό – δημοκρατικό τους προφίλ». Αλλά αυτές είναι απαντήσεις σε θεωρητικό επίπεδο. Στην πράξη, οφείλει μιαν απάντηση ο λεγόμενος «ευρωπαϊκός αριστερισμός» στην πρωτοπορία του οποίου βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας: «…αυτό που θέλω να υπογραμμίσω περισσότερο από ποτέ, υπερασπιζόμενος τον «αριστερό ευρωπαϊσμό», είναι πως, σήμερα, υπάρχουν δύο δρόμοι στην Ευρώπη και για την Ευρώπη». Αυτή είναι και η θέση που υπερασπίστηκε με περισσή ευφράδεια ο Αλέξης Τσίπρας, στο άρθρο του που δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 2017 στη Le Monde…», επιβεβαιώνει ο Ετιέν Μπαλιμπάρ στο περίφημο άρθρο του υπό τον τίτλο «Πως θα αλλάξουμε την Ευρώπη»*… 

 Ενέσεις αυτοπεποίθησης 

Φυσικά ο Ετιέν Μπαλιμπάρ εννοεί την αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στη «σύγκρουση δυό εκ διαμέτρου αντίθετων στρατηγικών (σ. σ: με επίκεντρο την Ελλάδα) όσον αφορά το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης: απ’ τη μια τη στρατηγική εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε ένα πλαίσιο ισότητας και αλληλεγγύης και, απ’ την άλλη, τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης, και συνακόλουθα της Ε.Ε., με πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση τη δημιουργία μιας Ευρωζώνης δύο ταχυτήτων»… 

Το βλέπω, ξεφύγαμε θεωρητικολογώντας εν ευτελεία, αλλά εμείς οι… εναπομείναντες, βιώνουμε μια συγκυρία που απαιτεί… ενέσεις ιδεολογικής αυτοπεποίθησης. Οι οποίες θα γίνουν έως και θεραπευτικές αν επαληθευτεί ο τίτλος του δεύτερου πρωτοσέλιδου που, προλογικά, αναφέρω, του πρωτοσέλιδου της Εφημερίδας των Συντακτών: Δέκα ισοδύναμα για πιο ήπιο μνημόνιο. Και, βέβαια, ο υπέρτιτλος, («η κυβέρνηση σχεδιάζει να ρίξει τα βάρη της φορολογίας στους κατέχοντες») τα παραδείγματα που παρατίθενται, («φόροι στις εταιρίες τζόγου και αυτοκινητοδρόμων») καθώς και το ρεπορτάζ που ακολουθεί: το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης καταρτίζει λίστα με αντίρροπα μέτρα σε αντικατάσταση του ΦΠΑ 23%. Στις προτάσεις που θα παρουσιαστούν στους δανειστές περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων μέτρα για έκτακτη εισφορά σε κερδοφόρες επιχειρήσεις, σε ενδοομιλικές συναλλαγές, σε ακίνητα στο εξωτερικό κλπ, κλπ… 

Αυτά τα ολίγα… θεραπευτικά, με την ελπίδα ότι θα μεταβληθούν σύντομα σε κυβερνητικές εφαρμογές και δεν θα απομείνουν ξεθωριασμένα αποτυπώματα αριστερόστροφων προθέσεων στην πρώτη σελίδα μιας φίλιας εφημερίδας

 *Εφημερίδα Εποχή, 20/9/ 2015 και 27/9/2015

Νίκος Τσαγκρής

30 Σεπτεμβρίου 2015

Ο μόνος αντιμνημονιακός πόλος; Όχι δα


Ένας «αστικός μύθος» και πως καταρρίπτεται δια της απλής μεθόδου της κοινής λογικής. 

 «Καθώς θα εφαρμόζονται οι μνημονιακές πολιτικές από την κυβέρνηση Τσίπρα, τα λαϊκά στρώματα θα φεύγουν απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ και θα έρχονται στη Λαϊκή Ενότητα.»… 

Δεν είναι πολιτική προφητεία ούτε αστρολογική πρόβλεψη, αλλά η μεγάλη μετεκλογική προσδοκία των στελεχών του σκληρού πυρήνα της Λαϊκής Ενότητας. Μια προσδοκία που αποκαλύπτει τη βασική ιδρυτική ιδέα του νεοσύστατου αυτού κόμματος. Την πολιτική θεωρία του, ίσως – τη στρατηγική του, εάν θέλετε: «Είμαστε ο φορέας πολιτικής υποδοχής της αντίστασης και της ελπίδας των λαϊκών στρωμάτων, που απομακρύνονται από τον ΣΥΡΙΖΑ λόγω εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών». 

Αρκεί, άραγε, μια σκέτη προσδοκία με ολίγη από αντιμνημονιακή θεωρία και… πράξη για τη μετεκλογική συντήρηση και την κοινοβουλευτική ευδοκίμηση του σχήματος που ονομάστηκε Λαϊκή Ενότητα; Γιατί όχι; Εδώ κοτζάμ ΚΚΕ συντηρείται, από τον εμφύλιο και μετά, με την προσδοκία της ταξικής ωρίμανσης και της κομμουνιστικής… αντεπίθεσης: «εμπρός / λαέ / μη σκύβεις το κεφάλι / ο μόνος δρόμος είναι / αντίσταση και πάλι». 

 Η διαφορά είναι ότι η μετεκλογική προσδοκία των στελεχών της Λαϊκής Ενότητας δεν είναι παρά η ηττημένη προεκλογική προσδοκία τους, σε μετεκλογική διασκευή: μια ακυρωμένη απ’ τη ζωή προσδοκία, που στηρίζεται σε μια φενάκη: «είμαστε ο μοναδικός αντιμνημονιακός πόλος, ο μόνος φορέας υποδοχής της αντιμνημονιακής ψήφου των λαϊκών στρωμάτων, που απομακρύνονται από τον, μνημονιακό, πια, ΣΥΡΙΖΑ»… 

Από το 80 ως το… 2,9% 

 Είναι; Όχι δα! Πέραν του μικρόκοσμου της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, μόνο κάποιοι δικοί μας (κάποιοι απόκοσμοι σύντροφοι του… εναπομείναντος ΣΥΡΙΖΑ), το πιστεύουν αυτό. Κατά τα λοιπά, η εντύπωση ότι η Λαϊκή Ενότητα είναι ο μοναδικός αντιμνημονιακός πόλος δεν είναι παρά ένας αστικός μύθος, που καταρρίπτεται με μια απλή λογική παρατήρηση: Η συντριπτική πλειοψηφία του εκλογικού σώματος (το 80% των Ελλήνων σύμφωνα με την πιο πρόσφατη μέτρηση) τάσσεται κατά των μνημονίων. Με βάση αυτόν τον συσχετισμό δυνάμεων (80 αντιμνημονιακοί – 20 μνημονιακοί), εάν η Λαϊκή Ενότητα ήταν πράγματι «ο μοναδικός αντιμνημονιακός πόλος», στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου θα συγκέντρωνε το 80% των ψήφων. Ή το 60, ή το 40, άντε το 36,34% που πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ. Και όχι το 2,9% που πήρε ο… «μοναδικός αντιμνημονιακός πόλος»… 

 Χωρίς αστεία, με βάση την απλή λογική, με βάση το γεγονός ότι το 80% των Ελλήνων είναι εναντίον των μνημονίων και το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα (για να καταλαβαινόμαστε!) πλειοψήφησε των άλλων κομμάτων, μ’ αυτό το 36,34% έστω, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι, αν όχι «ο… μοναδικός αντιμνημονιακός πόλος», το πιο αντιμνημονιακό κόμμα ανάμεσα στα κόμματα που πήραν μέρος στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου. 

Και είναι. Αλλά για να το δει κανείς δεν αρκεί η αγκυλωμένη αριστερή λογική, χρειάζεται καθαρή σκέψη, και λίγη περίσκεψη: Το 80% των Ελλήνων που είναι «αντιμνημονιακό», είναι ταυτόχρονα, κατά το ίδιο, περίπου, ποσοστό, υπέρ του ευρώ. Τουτέστιν υπέρ της παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη και, βέβαια στην ευρωπαϊκή Ένωση… 

Εντός ευρωζώνης 

 Αυτό σημαίνει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων θέλει απαγκίστρωση απ’ τα μνημόνια εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ευρωζώνης και του ευρώ. Με σκληρή διαπραγμάτευση, αλλά χωρίς ρήξη και Grexit και ολοκληρωτική χρεοκοπία, και οπισθοδρόμηση στο εθνικό νόμισμα και την οικονομική και γεωπολιτική απομόνωση. 

 Μ’ αυτή τη σκέψη – γνώση, και λίγη περίσκεψη, αιτιολογείται απολύτως ο εξοστρακισμός του… «μοναδικού αντιμνημονιακού πόλου» (εκ μέρους του αντιμνημονιακού εκλογικού σώματος) στην περιοχή της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Και, συνεπακόλουθα, αιτιολογείται και η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα (για να καταλαβαινόμαστε!) ως του μόνου εναπομείναντος αντιμνημονιακού φορέα – ικανού να εκφράσει τα δικά του αντιμνημονιακά και ταυτόχρονα φιλοευρωπαϊκά «θέλω», από τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης. 

Τέλος, χωρίς μεμψιμοιρίες και ιδεοληπτικές αναστολές, οφείλουμε να δεχτούμε ότι πρώτος μεταξύ όλων (και όχι μεταξύ… ίσων) ανίχνευσε, υιοθέτησε και, μέσω της αξιοθαύμαστης διαχείρισης του τρίπτυχου δημοψήφισμα – 17ωρη διαπραγμάτευση – εκλογές, εξέφρασε το πλειοψηφικό αντιμνημονιακό «θέλω» ο Αλέξης Τσίπρας. 

 Υ. Γ: Με την ίδια λογική και την ίδια γνώση – σκέψη καταρρίπτεται και ένας δεύτερος, κοινοβουλευτικός αυτή τη φορά, μύθος, που κυκλοφόρησε προεκλογικά από τους σκληρούς πυρήνες των διαπλεκομένων κομμάτων. Και επιχειρείται να στερεωθεί και μετεκλογικά. Μιλώ για τον μύθο «Όλοι μνημονιακοί είμαστε» που, για ευνόητους λόγους θέλει τον ΣΥΡΙΖΑ ίδιο με τα μούτρα τους. Είναι θλιβερό, αλλά πρωταγωνιστές σ’ αυτή την νεοφιλελεύθερη καμπάνια είναι τα κορυφαία στελέχη της Λαϊκής Ενότητας. Όπως ο… σύντροφος Λαφαζάνης: « Η προηγούμενη αντιμνημονιακή Βουλή μεταμορφώθηκε αιφνιδίως σε μια Βουλή στην οποία επικρατούν σαρωτικά παλιές και νέες μνημονιακές δυνάμεις…», κλπ, κλπ.

Νίκος Τσαγκρής

23 Σεπτεμβρίου 2015

Τέλος η σιωπή και η αυτολογοκρισία


Οι Έλληνες έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία στον Αλέξη Τσίπρα, αυτή τη φορά χωρίς περιθώρια χάριτος 

«Η πολιτική ζωή του ελληνικού λαού τελειώνει περίπου το 404 π. Χ.», συνήθιζε να λέει ο Κορνήλιος Καστοριάδης• υπό την έννοια ότι η σύγχρονη Ελλάδα δεν κατάφερε ποτέ να ανασυγκροτηθεί ως κοινωνία των πολιτών: «η συγκρότηση ενός λαού σε πολιτική κοινωνία δεν είναι δεδομένη, δεν είναι κάτι που χαρίζεται, αλλά κάτι που δημιουργείται… ». 

Απ’ αυτή την άποψη, η τριπλή προσφυγή του Αλέξη Τσίπρα στον ελληνικό λαό μέσα σε εννέα μήνες δημιουργεί, αν όχι την αίσθηση της ομοίωσης, εκείνη της προσομοίωσης με μια ιδιότυπη συνθήκη άμεσης δημοκρατίας. Την αίσθηση μιας απόπειρας συγκρότησης του λαού μας σε «πολιτική κοινωνία». Και μια «συναίσθηση», ότι η συγκεκριμένη, πειραματική ας την πούμε, πολιτική κοινωνία απεφάνθη τρις: «ο λαός στην κυβέρνηση – ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία». Ή μήπως «ο λαός στην κυβέρνηση – ο Τσίπρας στην εξουσία»; 

«Ο λαός στην κυβέρνηση – ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα στην εξουσία», είναι μια τρίτη, (η πιο κοντινή στο προφίλ του εκλογικού αποτελέσματος) καστοριάδεια, να πούμε, προσέγγιση• ενώ μια τέταρτη πετάει έξω από το κάδρο τον λαό, τον ΣΥΡΙΖΑ, την «κοινωνία των πολιτών» και τον… Καστοριάδη της. Και, σαρκάζοντας την αλληλουχία απατηλών αισθήσεων και συναισθήσεων που αρθρώσαμε ως εδώ, αποφαίνεται: ήταν ένας προσωπικός θρίαμβος του Αλέξη Τσίπρα!.. 

 Χιλιάδες μικροί Καμύ 

 «Χαίρω πολύ!» είναι η απάντησή μου στη τελευταία προσέγγιση. Την αναγνωρίζω, την κατανοώ, την σέβομαι περισσότερο από κάθε βαρετή ανάλυση κάθε βαρύγδουπου αναλυτή εκλογικών αποτελεσμάτων, αλλά ελάχιστα με συγκινεί, γιατί με αφήνει απ’ έξω. Για την ακρίβεια, αφήνει απ’ έξω την κοινωνία των πολιτών. Και μαζί της χιλιάδες – δεκάδες χιλιάδες, ίσως – μέλη της, που «ανήκουν» στην Αριστερά. Και γράφουν, ερήμην της, την ιστορία της: 

 «Κύριε Καμύ, ανήκετε στην Αριστερά»; 
 «Ναι, παρά τη θέλησή της και τη δική μου» 

Παρά τη θέλησή της και με τη δική μου τραυματισμένη, με μια πικρή γεύση στο στόμα όπως όταν μασάς πικραμύγδαλο, με μεγαλύτερη αγωνία από ποτέ για το αποτέλεσμα των εκλογών και κυρίως το αύριο, θα πάω να ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτήν τη φορά η ψήφος μου έχει μια ποιοτική διάφορα: είναι ψήφος μηδενικής ανοχής. Τέλος η σιωπή και η αυτολογοκρισία. 
Καλή ψήφο σύντροφοι. 

Μόλις διαβάσατε το σημείωμα ενός διαδικτυακού φίλου, του Κυριάκου Αγγελάκου, όπως αναρτήθηκε στο «προφίλ» του στο facebook, λίγο πριν ψηφίσει στις εκλογές της Κυριακής. Ο Κυριάκος είναι ένα μέλος της «κοινωνίας των πολιτών» (αν υπάρχει τέτοια) και, σίγουρα, ένα ξεχωριστό μέλος της εκτός των τειχών της Αριστεράς κοινωνίας της αριστεράς, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ: «Κύριε Καμύ, ανήκετε στην Αριστερά»; «Ναι, παρά τη θέλησή της και τη δική μου»… 

 Αγωνία για το αύριο 

Παραθέτω το «σημείωμα» του Κ. Α. ως τεκμήριο κουλτούρας των χιλιάδων μικρών Καμύ που συνιστούν την εκτός των τειχών της Αριστεράς κοινωνία της αριστεράς. Αλλά κυρίως, ως ποιοτικό αποτύπωμα των ενδόμυχων σκέψεων, των αισθημάτων και συναισθημάτων τους, της πολιτικής ψυχολογίας τους, στον δρόμο προς τις κάλπες της 20ης Σεπτεμβρίου: «Παρά τη θέλησή της (σ. σ: της Αριστεράς) και με τη δική μου τραυματισμένη, με μια πικρή γεύση στο στόμα όπως όταν μασάς πικραμύγδαλο, με μεγαλύτερη αγωνία από ποτέ για το αποτέλεσμα των εκλογών και κυρίως το αύριο, θα πάω να ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ». 

Μεγαλύτερης αξίας, ωστόσο, είναι η κατακλείδα του μικρού αυτού σημειώματος. Η οποία, πέρα από το γεγονός ότι προσφέρει πολύτιμη τροφή για τη σκέψη των αναλυτών εκλογικών αποτελεσμάτων, αποτελεί και ένα προαναγγελθέν σήμα κινδύνου – μια ευκρινή αποκωδικοποίηση των διαθέσεων της «κοινωνίας της Αριστεράς» απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και τη νεοσυσταθείσα κυβέρνησή του: αυτήν τη φορά η ψήφος μου έχει μια ποιοτική διάφορα, είναι ψήφος μηδενικής ανοχής. Τέλος η σιωπή και η αυτολογοκρισία… 

 Έχω τη βεβαιότητα ότι παρόμοια είναι και η γενικότερη (πέρα από ιδεολογίες) διάθεση του συνόλου των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία στην Αριστερά, μια δεύτερη ευκαιρία στον Τσίπρα, αλλά αυτή τη φορά η ανοχή είναι μηδενική, η περίοδος της κοινωνικής σιωπής τελειώνει: «Απλά οι Έλληνες ψήφισαν έξυπνα», αναλύει καλύτερα από κάθε Έλληνα «αναλυτή» ένας Γερμανός φίλος, ο Γκρέγκορ Γκίζι: ξέρουν ότι με μιαν άλλη κυβέρνηση θα υποφέρουν περισσότερο και ότι ο Τσίπρας πήρε όσα μπορούσε να πάρει και θα ξαναπάρει όσα περισσότερα μπορεί να πάρει… 

Ο Τσίπρας! Πάντα ο Τσίπρας!.. Ακόμα και ο Γερμανός κομμουνιστής τον τοποθετεί σε πρώτο πλάνο, στο κάδρο της ανάλυσής του: ήταν ένας προσωπικός θρίαμβος του Αλέξη Τσίπρα!..

Νίκος Τσαγκρής

16 Σεπτεμβρίου 2015

Αν όχι Τσίπρας, τότε… Σόϊμπλε!


Οφείλουμε να πάμε στις κάλπες με το βλέμμα στην πολιτική και όχι στις κενές ιδεολογικές αναφορές. 

 Εκλογές, δημοψήφισμα και πάλι εκλογές, μέσα σε εννέα μήνες. Και επειδή και οι τρείς εκλογικές διαδικασίες «κυοφορήθηκαν» σε χρόνο αντίστοιχο της ανθρώπινης κυοφορίας, μπορούμε να μιλάμε για εκλογές… τρίδυμες. Αρκεί το «παιδί» που θα γεννηθεί το βράδυ της Κυριακής να είναι κι αυτό συριζάκι! Όπως τα δυό προηγούμενα. Διαφορετικά… 

Διαφορετικά, κερδίζει ο Σόϊμπλε. Κι αυτό δεν το λέει ένας ταπεινός αρθρογράφος ενός πτωχού – πλην τίμιου εντύπου όπως η ΕΠΟΧΗ, αλλά σύσσωμη η ευρωπαϊκή Αριστερά: «Ο Σόιμπλε και όσοι τον στήριξαν έχασαν το πολιτικό παιχνίδι εξουσίας τους όταν προσπάθησαν να οδηγήσουν την Ελλάδα έξω από το ευρώ. Ένα Grexit θα ήταν μια καταστροφή, ιδίως για τους φτωχούς - όχι μόνο της Ελλάδας…» 

Είναι λόγια της Γκάμπι Τσίμερ αυτά, από την ομιλία της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η Γκάμπι Τσίμερ είναι η πρόεδρος της «Ευρωπαϊκής Αριστεράς» (ευρωομάδα GUE / NGL) και, στο δρόμο προς τις κάλπες, είναι ωφέλιμο θαρρώ, να τα αναπαράγουμε: μέσω εκπροσώπου έστω, να μάθουμε πώς μας βλέπουν και τι προσδοκούν από εμάς, εκατομμύρια Ευρωπαίοι – μέλη δεκάδων αριστερών και «πράσινων» κόμματων και κινημάτων. Να συνειδητοποιήσουμε, να αναλογιστούμε, τις ευθύνες μας, ως μέλη μιας πρωτοπόρου στο χώρο της σύγχρονης ευρωπαϊκής Αριστεράς, συλλογικότητας. Του ΣΥΡΙΖΑ. 

 Έτσι μας βλέπουν

 «Ο αγώνας μας συνεχίζεται!» διαμηνύει, δια στόματος Γκάμπι Τσίμερ, η ευρωαριστερά: «Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας χρειάζονται την πλήρη στήριξή μας για να έχουν περισσότερες δυνατότητες στις επόμενες διαπραγματεύσεις για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους και για την προώθηση ουσιαστικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων». 

Η ευρωπαϊκή Αριστερά – εκατομμύρια Ευρωπαίοι, μέλη δεκάδων σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων και κινημάτων – γνωρίζει ότι οι συνέπειες του «συμβιβασμού του ΣΥΡΙΖΑ» θα είναι σκληρές για εμάς τους Έλληνες και την οικονομία μας, αλλά έχει επίγνωση ότι «ο Σόιμπλε και όσοι τον στήριξαν έχασαν το πολιτικό παιχνίδι εξουσίας τους όταν προσπάθησαν να οδηγήσουν την Ελλάδα έξω από το ευρώ». Και συνεπίγνωση ότι «ένα Grexit θα ήταν μια καταστροφή, ιδίως για τους φτωχούς - όχι μόνο της Ελλάδας…» 

Η ευρωπαϊκή Αριστερά πλην… Λαφαζάνη: «η λύση είναι έξοδος από την ευρωζώνη» λέει τώρα, ανοιχτά, ο πρωτεργάτης της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ. Και με αξιοθαύμαστη… σαφήνεια εξηγεί: «το πέρασμα στο εθνικό νόμισμα για να εφαρμόσουμε ένα πρόγραμμα ανόρθωσης και ανασυγκρότησης της Ελλάδας». Στο τέλος, κλείνει με έναν αφασικό γρίφο: «Αν περιμένουμε από τρίτους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα είναι λάθος. Θα είναι δική μας επιλογή η έξοδος από την ευρωζώνη»… 

Ποιοι είναι, αλήθεια, οι «τρίτοι»; Ποιους αρνείται να περιμένει για να βγάλουν το φίδι (την Ελλάδα;) απ’ την τρύπα (την ευρωζώνη;) ο ποιητής; Τον Σόϊμπλε, προφανώς. Ή τον Μιχαλολιάκο. Γιατί ο «τρίτος»… διαφοροποιείται: με το ευρώ δεν έχει πρόβλημα, από την Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να μας βγάλει… 

 Να κερδίσουμε τον πόλεμο 

 «Ούτε ρήξη ούτε συνθηκολόγηση: η δεύτερη είναι εύκολη, η πρώτη ευκολότερη», έγραφα προ μηνών, όταν κάποιοι από τους τωρινούς διασπαστές άρχισαν να υψώνουν τα λάβαρα της ρήξης στα κανάλια της διαπλοκής. «Διαπραγμάτευση – διαπραγμάτευση – διαπραγμάτευση», πρότεινα εμφατικά: «αν όχι σαν μια μυθική ελληνική εκστρατεία για τον εξανθρωπισμό των βάρβαρων ευρωπαϊκών (γερμανικών) κανόνων…», ως αταλάντευτη επιχείρηση εκπροσώπησης και διεκδίκησης του συλλογικού «θέλω» της πλειονότητας των Ελλήνων που ανέδειξαν και στήριξαν (και στηρίζουν) αυτή την κυβέρνηση, αυτή τη διαπραγμάτευση…» 

Κι έτσι έγινε: «Η Ελλάδα έδωσε μια πρώτη μάχη – ο πόλεμος συνεχίζεται», περιγράφει ο καθηγητής και διανοούμενος τις ιταλικής Αριστεράς Μάρκο Ρεβέλι, αντανακλώντας σαν κρυστάλλινος καθρέφτης την συλλογική γνώμη της ευρωαριστεράς. «Αλλά για να κερδηθεί», συνεχίζει, θα πρέπει να κινητοποιηθούμε όλοι μας με στόχους που ενώνουν και κερδίζουν συναίνεση». Και, σαν να απαντά για λογαριασμό μας στους αντιευρωπαϊστές της «πλατφόρμας», προσθέτει: «Το εθνικό πεδίο δεν αποτελεί το χώρο όπου μπορείς να αντέξεις τη συγκεκριμένη σύγκρουση των καιρών μας. Πρέπει να αναμετρηθούμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο κερδίζοντας συναίνεση με ενωτικές, δημοκρατικές, κοινωνικά δίκαιες και αλληλέγγυες προτάσεις»… 

Λοιπόν, που λέτε, στο δρόμο προς τις κάλπες, οφείλουμε να είμαστε καθαροί, λυτρωμένοι από ψευδαισθήσεις και αυταπάτες, να πατάμε στο σήμερα, στο πολιτικό παρόν: ψηφίζουμε με το βλέμμα στην πολιτική και όχι στις κενές ιδεολογικές αναφορές. Μια νέα κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να φαίνεται και να είναι αριστερή. Προοδευτική, φιλολαϊκή, αντισυστημική. Να περιγράφει συγκεκριμένες κυβερνητικές εφαρμογές (μεταρρυθμίσεις) που θα αμφισβητούν και θα ακυρώνουν αντίστοιχες μνημονιακές. Κι ακόμα, οφείλει να γράφει (να καθαρογράφει, αν θέλετε) το «αφήγημα» της Ελληνικής Αριστεράς – που είναι το αφήγημα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς – για το ευρωπαϊκό μέλλον.

Νίκος Τσαγκρής

9 Σεπτεμβρίου 2015

Γι αυτούς που παραδέχονται την ήττα

 
Μια αναγκαία παραδοχή για τη σταθεροποίηση της πολιτικής αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της κυβερνώσας αριστεράς.

Αυτό που προέχει είναι η σταθεροποίηση της πολιτικής αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της κυβερνώσας αριστεράς. Κάτι που φαίνεται ευκολότερο τώρα, μετά την απαλλαγή του από τα αντιευρωπαϊκά βαρίδια, τα αντιευρωπαϊκά «κόμματα» εντός του κόμματος…

Αλλά δεν είναι: η προεκλογική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να κινείται στα όρια μιας εφικτής μετεκλογικής κυβερνητικής πολιτικής που πρέπει να φαίνεται και να είναι αριστερή. Προοδευτική, φιλολαϊκή, αντισυστημική. Να περιγράφει συγκεκριμένες κυβερνητικές εφαρμογές (μεταρρυθμίσεις) που θα αμφισβητούν και θα ακυρώνουν αντίστοιχες μνημονιακές. Κι ακόμα, οφείλει να γράφει (να καθαρογράφει, αν θέλετε) το «αφήγημα» της Ελληνικής Αριστεράς – που είναι το αφήγημα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς – για το ευρωπαϊκό μέλλον.

Εύκολο είναι; Ένα μεγάλο μέρος μελών και στελεχών του κόμματος, τα πιο ευαίσθητα ίσως – σύντροφοι αγαπημένοι, δοκιμασμένοι, ξεχωριστοί, – παραμένουν εγκλωβισμένοι σ’ εκείνο το συνειρμικό αίσθημα «ήττας» που αναδύθηκε το πρωινό της 13ης Ιουλίου μετά τη λήξη της 17ωρης διαπραγμάτευσης Τσίπρα – Μέρκελ – Ολάντ. Και, λίγες μέρες αργότερα, ενισχύθηκε από την μηδενιστική στάση του Λαφαζάνη και της παρέας του στη Βουλή. Την διάσπαση, εν τέλει, του ΣΥΡΙΖΑ.

Η παραδοχή της ήττας είναι μια θυμική, μια αστόχαστη παραδοχή, όχι επειδή δεν ταιριάζει στην Αριστερά («κι όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα»*), αλλά επειδή αδικεί κατάφορα την σκληρή μάχη που έδωσε εκείνη τη νύχτα ο Αλέξης Τσίπρας: με αξιοθαύμαστη γενναιότητα και ευθύνη εθνικού ηγέτη, έφερε σε πέρας την εν λευκώ εξουσιοδότηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων (61,3% μέσω του δημοψηφίσματος) να αποφύγει τη ρήξη (και το Grexit) και να διαπραγματευτεί για μια καλύτερη, απ’ αυτήν της τελικής πρότασης Γιούνκερ, συμφωνία…**

Η αλήθεια να λέγεται

Και την έφερε!.. Διότι, μνημόνιο – ξεμνημόνιο, η συμφωνία που απέσπασε εκείνη τη νύχτα ο Αλέξης Τσίπρας (με την αμέριστη συνδρομή του Ευκλείδη Τσακαλώτου), είναι ευκρινώς καλύτερη, ποιοτικά και ποσοτικά, από την απορριφθείσα μέσω του δημοψηφίσματος πρόταση Γιούνκερ, και αυτή είναι μια αδήριτη πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα, όμως, που χιλιάδες συριζαίοι αδυνατούν να αναγνωρίσουν, εγκλωβισμένοι σ’ εκείνο το συνειρμικό αίσθημα «ήττας» που λέγαμε: μα, «είναι μνημόνιο», θα μου πείτε. Και θα μου πείτε, «δεν υπάρχει καλό και κακό μνημόνιο»…

Αλήθεια; Όποιος το λέει αυτό, εκτός του ότι ανατρέπει τη θεωρία της… σχετικότητας, οφείλει να προτείνει μια εναλλακτική, ένα plan B, να πούμε. Και απ’ ότι ξέρω, μόνο ο Σόιμπλε κι ο Λαφαζάνης το έχουν: Grexit και επιστροφή στη δραχμή…

Είναι η αλήθεια. Την βλέπει, και την κάνει σημαία σύσσωμη η ευρωπαϊκή Αριστερά, την ενστερνίζονται εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ και, διάβολε, αρνούνται να την αποδεχτούν και να την κάνουν προεκλογική παντιέρα δεκάδες στελέχη – χιλιάδες μέλη του κόμματος: Δεν υπάρχει ήττα. Ούτε καν συνθηκολόγηση. Ήταν μια τακτική υποχώρηση σε συνθήκες ανοιχτού εκβιασμού με στόχο την άτακτη χρεοκοπία της Ελλάδας, μια σθεναρή αντίδραση για την αποτροπή ενός εξελισσόμενου πανευρωπαϊκού συστημικού πραξικοπήματος για την ανατροπή του Αλέξη Τσίπρα και της κυβέρνησής του, της κυβέρνησης της Αριστεράς…

Ήταν επικράτηση του Τσίπρα, νίκη της κυβερνώσας Αριστεράς. Και η νίκη αυτή θα ήταν οριστική εάν η «αριστερή πλατφόρμα» δεν λειτουργούσε σαν οπισθοφυλακή του Βόλφγκανκ Σόϊμπλε, αν δεν ανέτρεπε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Η εκλογική μάχη

Το τριγυρίζω τόση ώρα για να πω ότι προκειμένου να προχωρήσουμε μπροστά, θεωρώ ότι είναι εκ των ων ουκ άνευ για τον «όλον ΣΥΡΙΖΑ» μια αναγκαία παραδοχη: υπήρξαμε και παραμένουμε αντιμνημονιακοί, ενάντιοι ακόμα και στο… δικό μας μνημόνιο, αλλά αυτό το μνημόνιο είναι ότι καλύτερο μπόρεσε να αποσπάσει ο Αλέξης Τσίπρας μέσα απ’ τις ρωγμές που ο ίδιος και οι άμεσοι συνεργάτες του, κυβερνητικοί αξιωματούχοι και μέλη της διαπραγματευτικής ομάδας, άνοιγαν συστηματικά, στρατηγικά, από την πρώτη ως την τελευταία μέρα της διαπραγμάτευσης, στο σκληροπυρηνικό σύστημα ελέγχου της ευρωζώνης. Με κέρδος, πέρα από την αποτροπή της άτακτης χρεοκοπία της χώρας μας και την συνδεόμενη αποτροπή της «αριστερής παρένθεσης, την αναστολή των εργασιών Σόιμπλε για τη συγκρότηση εκείνου του «τεχνοκρατικού τερατουργήματος», όπως το είχε αποκαλέσει ο Τσίπρας, που φιλοδοξεί να οδηγήσει «σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες».

 Έτσι, μ’ αυτή την παραδοχή ως κοινό – ειλικρινή τόπο, μπορεί να προκύψει η σταθεροποίηση της πολιτικής αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της κυβερνώσας αριστεράς. Και μπορεί η προεκλογική μάχη να ολοκληρωθεί στα όρια μιας εφικτής μετεκλογικής κυβερνητικής πολιτικής που πρέπει να φαίνεται και να είναι αριστερή. Προοδευτική, φιλολαϊκή, αντισυστημική. Να περιγράφει συγκεκριμένες κυβερνητικές εφαρμογές (μεταρρυθμίσεις) που θα αμφισβητούν και θα ακυρώνουν αντίστοιχες μνημονιακές. Να γράφει (να καθαρογράφει αν θέλετε) το σύγχρονο «αφήγημα» της Ελληνικής για το ευρωπαϊκό μέλλον.

*Στίχος του Μανόλη Αναγνωστάκη
**Από παλαιότερο κείμενό μου στην ΕΠΟΧΗ
΄
Νίκος Τσαγκρής

2 Σεπτεμβρίου 2015

Μια ματιά στις «πίσω μας σελίδες»

 
Πριν γυρίσουμε οριστικά τη σελίδα με τις συνιστώσες, αξίζει τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά στις «πίσω μας σελίδες»

Γυρίζοντας σελίδα, η αποχώρηση του Λαφαζάνη και της παρέας του από τον ΣΥΡΙΖΑ διαβάζεται και ως θετική εξέλιξη. Αρκεί ο «αναγνώστης» να είναι απαλλαγμένος από κομματικές και ιδεολογικές αγκυλώσεις, από δογματικές εμμονές και ιδεοληψίες. Να ζει στο πολιτικό παρόν. Τότε θα μπορέσει να «διαβάσει» την αποχώρηση ως απόδραση από την πραγματικότητα, ως λιποταξία. Και εντέλει ως απαλλαγή από ένα ανώφελο βάρος: ως απελευθέρωση των «δυνάμεων του πραγματικού» (του ΣΥΡΙΖΑ που συνεχίζει) από τις «δυνάμεις του φανταστικού»* (του ΣΥΡΙΖΑ που απέδρασε).

Ωστόσο, πριν γυρίσουμε οριστικά τη σελίδα με τις συνιστώσες, αξίζει τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά στις «πίσω μας σελίδες», που λέει κι ο ποιητής. Να διαβάσουμε το λαϊκό δοκίμιο υπό τον τίτλο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που δεν υπήρξε ποτέ ως κόμμα:

Στη θεωρία, ο ΣΥΡΙΖΑ συστήθηκε ως ένα ευγενές πείραμα οργανωτικής συνύπαρξης των εκτός ΚΚΕ κοινοβουλευτικών και εξωκοινοβουλευτικών σχημάτων της Αριστεράς. Ως ένα «πολυτασικό» μεν, πολιτικά και οργανωτικά ενιαίο δε, κόμμα.

Στην πράξη, οι περισσότερες τάσεις μονιμοποίησαν τα σχήματά τους, λειτουργώντας ως μικρογραφίες κομμάτων εντός του κόμματος: με κάθετη οργανωτική δομή, ακόμα και με ημιπαράνομα διοικητικά όργανα και δική τους πειθαρχία…

 «Έτσι, μεγάλο μέρος του στελεχικού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ, όλα τα προηγούμενα χρόνια και όσο η κυβερνητική εξουσία ερχόταν πιο κοντά, είχε αποδυθεί σε μια προσπάθεια επικράτησης του μικρού μαγαζιού του καθενός. Όπου ο καθένας και η τάση του θεωρούσε ότι είχε την πιο έγκυρη προσέγγιση στο πώς κλίνεται το επίθετο «αριστερός». Αυτιστικά, εντός των τειχών και πολύ μακριά από την πραγματικότητα…»*.

Δυο βασικά κεφάλαια

Εντάξει, αν συνεχίσουμε, σε προεκλογική περίοδο, να διαβάζουμε τις «πίσω μας σελίδες», κινδυνεύουμε να ξυπνήσουμε την 21η του Σεπτέμβρη με κυβέρνηση… Μεϊμαράκη. Ωστόσο, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στους τίτλους δυό βασικών κεφαλαίων του δοκιμίου υπό τον τίτλο «ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα που δεν υπήρξε ποτέ ως κόμμα»:
1) Καμιά επαφή με την πραγματικότητα: τα στελέχη ορισμένων «τάσεων» (με πρώτη και καλύτερη την «Αριστερή Πλατφόρμα») δεν κατάφεραν ποτέ να σπάσουν το ιδεοφαντασιακό κέλυφος στο οποίο παρέμειναν περίκλειστοι από την εποχή της ΚΝΕ και του σοβιετικού μοντέλου, να βγουν στον 21ο αιώνα. Δεν απέκτησαν ποτέ το προτέρημα της ατομικής αυτογνωσίας και, καταλαβαίνετε, στάθηκε αδύνατον να συμβάλλουν στην κατάκτηση της συλλογικής πολιτικής αυτογνωσίας: να δουν την σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, που είναι πραγματικότητα ευρωπαϊκή και παγκόσμια, χωρίς παρωπίδες.
2) Η σχέση κόμματος – κυβέρνησης. Αχαρτογράφητη περιοχή: το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Τσίπρας και η παρέα του βρέθηκαν να κυβερνούν με την κριτική στήριξη (αυτό είναι το σωστό!) ενός αδύναμου κομματικού κορμού συντεταγμένων (πολιτικά – ιδεολογικά) δυνάμεων με ασταθή άκρα• αποτελούμενα από ένα συνονθύλευμα ασύντακτων ιδεολογικών αποκλίσεων.

Έτσι, ακόμα και οι βουλευτές, και οι υπουργοί οι προερχόμενοι απ’ αυτό το συνονθύλευμα, πολιτεύονταν ως αντιπολιτευόμενοι. Ανήμποροι να προσλάβουν το συλλογικό πολιτικό «θέλω» των Ελλήνων, το πλειοψηφικό κοινωνικό «θέλω», να το εκφράσουν στο επίπεδο της κυβερνητικής πολιτικής, της εφαρμοσμένης, δηλαδή, πολιτικής: γιατί η Αριστερά μπορεί να κυβερνήσει μόνον όταν οι συνθήκες είναι αυτές που τη βολεύουν – συνθήκες ιδεολογικού εργαστηρίου και επικοινωνιακής αντιπολίτευσης…**

Το κεφάλαιο Τσίπρας

Στις «πίσω μας σελίδες» παραμένει ένα ακόμα κεφάλαιο ανοιχτό: Το κεφάλαιο «Τσίπρας». Το μόνο χειροπιαστό πολιτικό κεφάλαιο του ΣΥΡΙΖΑ που, κατά κοινή ομολογία, αποτελεί πολιτικό κεφάλαιο και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη. Τίποτε άλλο…

Απλά επαναλαμβάνω τον τελευταίο, σχετικό, αφορισμό μου: ο Αλέξης Τσίπρας δεν έγινε ποτέ αποδεκτός από το σύνολο του ίδιου του κόμματός του, της ίδιας της κυβέρνησής του, ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης, ο αδιαμφισβήτητος πρωθυπουργός. Ήταν υπό διαρκή αμφισβήτηση από τις «ασυνεπείς μειοψηφίες», τις συνιστώσες, τα κόμματα εντός του κόμματος. Εγκλωβισμένος στην χαοτική λειτουργία ενός κόμματος παραδομένου στις κραυγές και τους ψιθύρους ασυνεπών μειοψηφιών.

Ε, λοιπόν, οφείλουμε ως «κυβερνώσα Αριστερά» που, θέλουν – δε θέλουν ορισμένοι, είμαστε (είσαστε, για την ακρίβεια – προσωπικά ένα απλό μέλος – ένας ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνω ως το τέλος), να δούμε τη σχέση του κόμματος με την ηγεσία του, τον πρόεδρό του, τον εν δυνάμει πρωθυπουργό. Εντάξει, όχι τώρα, στο συνέδριο, μετά τις εκλογές.

Τώρα είναι η ώρα να γυρίσουμε σελίδα: να «διαβάσουμε» την έξοδο των «διαφωνούντων» από τον ΣΥΡΙΖΑ ως απόδραση από την πραγματικότητα, ως λιποταξία. Ως απαλλαγή από ένα ανώφελο βάρος, ως απελευθέρωση των «δυνάμεων του πραγματικού»: του ΣΥΡΙΖΑ που συνεχίζει στο μέλλον. Για να μην περάσει η «αριστερή παρένθεση»

*Ρούλα Καϊμάκη, ΑΥΓΗ 18/8/2015
**Ρούλα Καϊμάκη, ΑΥΓΗ 18/8/2015

Νίκος Τσαγκρής

26 Αυγούστου 2015

Ο Τσίπρας ολιγώρησε ισορροπώντας!..


Μετά τη διάσπαση, το ερώτημα που εγείρεται είναι γιατί το κόμμα δεν έγινε ποτέ κόμμα και η κυβέρνηση δεν έγινε ποτέ κυβέρνηση…
 
Το χειρότερο είναι ότι η πολιτική - αισθηματική μου αγωγή δεν μου επιτρέπει να μιλήσω ανοιχτά, να δώσω την κατάθεσή μου, να διατυπώσω τους γνωστικούς αφορισμούς μου για πρόσωπα που γνωρίζω άπταιστα, από πρώτο και… δεύτερο χέρι, πρόσωπα που, προδίδοντας «το γελαστό παιδί», (όπως ωραία το είπε ό παιδικός μου φίλος και συναγωνιστής από τον καιρό των Λαμπράκηδων, Στέλιος Παππάς) προήχθησαν σε πρωταγωνιστές της… διαχρονικής συστημικής υπερπαραγωγής «Όλοι εναντίον Τσίπρα». Κάνοντας πασαρέλα στην… αριστερή πλατφόρμα των διαπλεκομένων media, κουρσεύοντας λαϊκές συνειδήσεις, ψήφους και μεγάλες προσδοκίες ανανέωσης των κομματικών, βουλευτικών και υπουργικών μισθών και επιμισθίων τους…
 
Όχι, δεν λέω κουβέντα, ενδύομαι μόνο, με σεβασμό και αισθήματα αλληλεγγύης, την βιωματική κρίση ενός απλού μέλους του ΣΥΡΙΖΑ (Ρούλα Καΐμάκη, αρχιτέκτων, μέλος της Ο. Μ. Χαλανδρίου) αποσπώντας την από τη συγκλονιστική επιστολή της προς την ΑΥΓΗ (18.08.2015 ), μια επιστολή – μαρτυρία, κατά τη γνώμη μου, για τα αισθήματα, τα συναισθήματα και τις ενδόμυχες σκέψεις που προκάλεσε η διάσπαση στην πλειονότητα των μελών και των ψηφοφόρων του κόμματος: «Αν το καλοσκεφτούμε, αυτή η κατάληξη (σ. σ: η ανεξαρτητοποίηση των βουλευτών της «πλατφόρμας» και ο συμφεροντολογικός μετασχηματισμός τους σε αντί – ΣΥΡΙΖΑ κόμμα) ήταν αναμενόμενη. Γιατί μεγάλο μέρος του στελεχικού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ όλα τα προηγούμενα χρόνια και όσο η κυβερνητική εξουσία ερχόταν πιο κοντά, είχε αποδυθεί σε μια προσπάθεια επικράτησης του μικρού μαγαζιού του καθενός: ο καθένας και η τάση του θεωρούσε ότι είχε την πιο έγκυρη προσέγγιση στο πώς κλίνεται το επίθετο «αριστερός». Αυτιστικά, εντός των τειχών και πολύ μακριά από την πραγματικότητα. Όπου όλα, ακόμη και οι πολιτικές διαφωνίες, λυνόντουσαν «φραστικά» και όχι στην ουσία τους. Και τα αυτιά έμεναν κλειστά σε κάθε φωνή από τη «βάση» ή από «την κοινωνία» όταν δεν έμπαινε στα καλούπια τους. Και βέβαια σε αυτό το σπορ αρίστευσε η Αριστερή Πλατφόρμα (η προπαίδεια στο ΚΚΕ, βλέπετε)…

Η ευθύνη του Τσίπρα

»Μεγάλη σε αυτό και η ευθύνη του προέδρου που ολιγώρησε ισορροπώντας», υποστηρίζει ακολούθως η Ρ. Κ. Και αιτιολογεί: «Ποτέ δεν υπήρξε πολιτική συζήτηση και πολιτικές αποφάσεις που να πονάνε, κανείς δεν προπονήθηκε στο να είναι συνεπής μειοψηφία. Αφού το θέμα λυνόταν με την κατάθεση μιας «συμβολής»…
 
«Ολιγώρησε ισορροπώντας»! Μα τι άλλο μπορούσε να κάνει, διάβολε, έτσι όπως ήταν εγκλωβισμένος στην χαοτική λειτουργία ενός κόμματος παραδομένου στις κραυγές και τους ψιθύρους «ασυνεπών μειοψηφιών»: ο Αλέξης Τσίπρας, «το μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο της ευρωπαϊκής Αριστεράς», κατά τους μεγαλύτερους αριστερούς διανοούμενους και οικονομολόγους, ο Έλληνας πολιτικός που φιγουράρισε στους Times της Νέας Υόρκης ανάμεσα στους ηγέτες που ασκούν τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο (δίπλα στους Ομπάμα, Μέρκελ και Πούτιν), ο πλέον αξιόπιστος και πλέον δημοφιλής πολιτικός ηγέτης της χώρας, το «λιοντάρι της Ευρωπαϊκής Αριστεράς» κατά τον Πάμπλο Ιγκλέσιας των Podemos, δεν έγινε ποτέ αποδεκτός από το σύνολο του ίδιου του κόμματός του, της ίδιας της κυβέρνησής του, ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης, ο αδιαμφισβήτητος πρωθυπουργός. Ήταν υπό διαρκή αμφισβήτηση από τις «ασυνεπείς μειοψηφίες», τις συνιστώσες, τα κόμματα εντός του κόμματος: δεν ήταν πρωθυπουργός, αλλά απλά «πρώτος μεταξύ ίσων» σε ένα σύνθετο πολιτικό μηχανισμό», αποκαλύπτει ο Ζαν Κατρεμέρ της Γαλλικής Liberation, σε μια αποτίμηση της κυβερνητικής λειτουργίας κατά την περίοδο των διαπραγματεύσεων…
 
Τι είδε ο Μοσκοβισί
 
«Ολιγώρησε ισορροπώντας». Αυτή είναι η βασική ευθύνη του Αλέξη Τσίπρα (και της «προεδρικής», ας πούμε, πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ) στην πορεία προς τη διάσπαση:
- Ολιγώρησε ισορροπώντας, όταν αποδέχτηκε την άρνηση της αυτοδιάλυσης μιας σειράς συνιστωσών.
- Ολιγώρησε ισορροπώντας όταν αποδέχτηκε δεκάδες λανθασμένες επιλογές στα ψηφοδέλτια των εκλογών της 25ης Γενάρη.
- Ολιγώρησε ισορροπώντας όταν έκανε εξόφθαλμα λανθασμένες –έως και αυτοκαταστροφικές – επιλογές πολιτικού και κυβερνητικού προσωπικού.
- Ολιγώρησε ισορροπώντας όταν (στο επίπεδο της κυβέρνησης, τουλάχιστον) δεν έστερξε να επιβληθεί ως κανονικός πρωθυπουργός, ως φυσικός ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ έστω (που είναι, κι ας μην το… ξέρει), και να τιθασεύσει (ακόμα και με διαγραφές, γιατί όχι;) τα στελέχη της «ασυνεπούς μειοψηφίας» που ο ίδιος υπουργοποίησε.
- Ολιγώρησε ισορροπώντας με την αφόρητη δημοκρατικότητά του: «Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων», αποκαλύπτει ο Πιέρ Μοσκοβισί στη Liberation, «ο Τσίπρας αποχωρούσε συχνά από το τραπέζι για να ελέγχει αν ακόμα είχε την υποστήριξη των διαφόρων συνιστωσών του. Όταν διαπίστωνε ότι δεν την είχε, επέστρεφε στις διαπραγματεύσεις και ακόμη και αν μιλούσε με πολύ ασάφεια, όλοι παρατηρούσαν ότι είχε αναγκαστεί να αλλάξει θέση. Με λίγα λόγια, οι Ευρωπαίοι είχαν διαπραγματευτεί για έξι μήνες όχι με μία κλασική κυβέρνηση, αλλά με μια κεντρική επιτροπή»…
 
Εντάξει, βάζω στοίχημα ότι ακόμα και σήμερα, από το “βήμα” της εν εξελίξει Συνδιάσκεψης, κάποια κομματικά στελέχη θα συνεχίσουν να αναρωτιούνται αν το κόμμα κατέστρεψε την κυβέρνηση ή η κυβέρνηση το κόμμα. Ακριβώς την ώρα που το ερώτημα που εγείρεται είναι γιατί το κόμμα δεν έγινε ποτέ κόμμα και η κυβέρνηση δεν έγινε ποτέ κυβέρνηση…
 
Νίκος Τσαγκρής