8 Ιουλίου 2015

Ο Αλέξης έχει το καρπούζι και το μαχαίρι


Μνημόνιο ή «grexit»; Μετά το συντριπτικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, η απόφαση βαραίνει τον Έλληνα πρωθυπουργό  

Σε μια αντικειμενική θεώρηση των πραγμάτων, εξέχει η άποψη που υποστηρίζει ότι, είτε με «συμφωνία» είτε με «grexit», ζούμε την αρχή του τέλους της ευρωζώνης. Με τη διαφορά ότι μια συμφωνία θα παρατείνει την διάρκεια της γερμανικής ηγεμονίας επί της Ευρωπαϊκής Ένωσης• ενώ ένα grexit, πέρα απ’ την αρχή του τέλους της ευρωζώνης θα σημάνει και την αρχή του τέλους της Γερμανικής Ευρώπης. 

Αλλά, ας είμαστε ειλικρινείς, ας σταματήσουμε να μιλάμε για συμφωνία, ας μιλάμε για μνημόνιο. Γιατί, οποιαδήποτε συμφωνία κι αν επιτευχθεί μέσα στις τρέχουσες συνθήκες ανωτέρας βίας, δεν μπορεί παρά να είναι το τρίτο μνημόνιο. Ένα μνημόνιο που η κυβέρνηση πάσχισε επί πεντάμηνο να αποφύγει και (τι ειρωνεία;) μπορεί να καταγραφεί στην ιστορία ως το «μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ». 

Μη με ρωτήσετε αν είμαι υπέρ της υπογραφής ενός τρίτου μνημονίου ή ενός grexit. Είναι το ίδιο εύκολο να επιχειρηματολογήσω υπέρ του ενός ή του άλλου, να είμαι αρκούντως πειστικός και για το ένα και για το άλλο: δεν είμαι παρά ένας πολιτικός σχολιαστής εξασκημένος στις σοφιστείες και σοφίσματα. Εξάλλου, η απόφασή μου ούτε δράμι δεν βαραίνει το δημόσιο συμφέρον, το παρόν και το μέλλον των Ελλήνων. Το βάρος πέφτει στον πρωθυπουργό της χώρας, τον Αλέξη Τσίπρα, που μόλις πριν μια εβδομάδα αξιώθηκε με την εμπιστοσύνη της συντριπτικής πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος. 

 Μάθημα Δημοκρατίας 

Πάμε πάλι απ’ την αρχή: είτε με «συμφωνία» είτε με «grexit» ζούμε την αρχή του τέλους της ευρωζώνης – την αρχή του τέλους της Γερμανικής Ευρώπης. Και, ό,τι απ’ τα δυό κι αν συμβεί, θα είναι αποτέλεσμα του κλονισμού που προκάλεσε το ελληνικό δημοψήφισμα. Κατ’ αρχήν, με την πολιτική δύναμή του (ως βασικό εργαλείο της δημοκρατίας) τάραξε την τεχνοκρατική ραστώνη της ευρωζώνης. Κυρίως όμως με το αποτέλεσμά του, μια καθαρή επιβεβαίωση της εθνικής μας αξιοπρέπειας απέναντι στους εκβιασμούς της χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας που κυβερνά την Ευρώπη και τον πλανήτη: ένα αποτέλεσμα που «υπερβαίνει τα σύνορα της Ελλάδας και αντιπροσωπεύει ένα μάθημα δημοκρατίας στη γηραιά μας ήπειρο», όπως σχολίασε ο Ιταλός καθηγητής ιστορίας Έντσο Τραβέρσο. 

Φάνηκε, ωστόσο, πως το ελληνικό μάθημα Δημοκρατίας δεν πέρασε τα σύνορα της Γερμανίας, και πάντως η κ. Μέρκελ (το βασικό αντικείμενο του συγκεκριμένου μαθήματος), δεν πήρε χαμπάρι. Αντίθετα, κατά τη σύνοδο κορυφής που ακολούθησε του δημοψηφίσματος, εμφανίστηκε πιο δεσποτική και αυταρχική παρά ποτέ: ή τρίτο μνημόνιο ή grexit!.. 

 Μάταια ο Έλληνας πρωθυπουργός εξηγούσε ότι το ΟΧΙ δεν ήταν μια ψήφος εναντίον της Ευρώπης, ήταν μια ψήφος για διαφορετική Ευρώπη, η οποία δεν νοείται πλέον ως μια αγορά και ένας οικονομικός χώρος, αλλά ως ένα κοινό σπίτι για τους πολίτες της… 

 Εμπιστοσύνη στον Τσίπρα 

 Μάταια, για την Μέρκελ και τους πιστούς υποτακτικούς της γερμανικής ηγεμονίας. Ο σεισμός που προκάλεσε το ελληνικό ΟΧΙ άνοιξε ρωγμές στο… «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι», αποκαλύπτοντας την παρωδία δημοκρατίας που διέπει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς: μια «δημοκρατία» η οποία συνηγορεί στην διαρκή υποβάθμιση των κοινωνικών συνθηκών που υπαγορεύει η δικτατορία του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ρωγμές ανεπανόρθωτες, που θεμελιώνουν την αίσθηση πως είτε με συμφωνία είτε με «grexit» ζούμε την αρχή του τέλους της ευρωζώνης. Με τη διαφορά ότι μια συμφωνία θα παρατείνει την διάρκεια της γερμανικής ηγεμονίας επί της Ευρωπαϊκής Ένωσης• ενώ ένα grexit, μαζί με την αρχή του τέλους της ευρωζώνης θα σημάνει και την αρχή του τέλους της Γερμανικής Ευρώπης. 

Προσωπικά, ως παλαιός των (μαρξιστικών) ημερών, θα προτιμούσα το grexit που, «μαζί με την αρχή του τέλους της ευρωζώνης, θα σημάνει και την αρχή του τέλους της Γερμανικής Ευρώπης», από μια «συμφωνία» που θα παρατείνει την διάρκεια της γερμανικής ηγεμονίας επί της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και όχι μόνο επειδή θα παρατείνει την διάρκεια της γερμανικής ηγεμονίας, αλλά επειδή μια «συμφωνία» δεν θα είναι πια η «συμφωνία – λύση» που διεκδικούσαμε πριν το δημοψήφισμα – και με το δημοψήφισμα, μα ένα τρίτο μνημόνιο: το μνημόνιο που η κυβέρνηση πάσχισε επί πεντάμηνο να αποφύγει και (τι ειρωνεία;), από Δευτέρα μπορεί να καταγραφεί στην ιστορία ως το «μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ». 

Ωστόσο, η προσωπική μου γνώμη ούτε δράμι δεν βαραίνει ως προς το δημόσιο συμφέρον, το παρόν και το μέλλον των Ελληνίδων και των Ελλήνων. Το βάρος πέφτει στον πρωθυπουργό της χώρας, τον Αλέξη Τσίπρα, που μόλις πριν μια εβδομάδα αξιώθηκε με την εμπιστοσύνη της συντριπτικής πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος. Την δική μου, ούτως ή άλλως την είχε. Και την έχει: ό,τι αποφασίσει ο Τσίπρας…

Νίκος Τσαγκρής

1 Ιουλίου 2015

Το ΟΧΙ «παραλύει» την φράξια Σόϊμπλε


Τούτες οι κάλπες μπορούν να αποδειχτούν πιο ιστορικές από τις κάλπες της 25ης Ιανουαρίου 

 «Ο ελληνικός λαός έχει το δικαίωμα να αποφασίζει για το μέλλον του. Η Άνγκελα Μέρκελ πρέπει να σταματήσει αυτή την τεχνοκρατική τρέλα της ευρωζώνης. Σε περίπτωση που δεν το πράξει τότε αυτό θα είναι το μεγαλύτερό της λάθος, αλλά και η αρχή μιας συνεχούς κρίσης για τους ανθρώπους στην Γερμανία, αλλά και το σύνολο της Ευρώπης», προειδοποιούσαν οι ηγέτες της γερμανικής αντιπολίτευσης όταν άκουσαν την Γερμανίδα καγκελάριο να διαστρέφει το ερώτημα του δημοψηφίσματος• από «ΝΑΙ ή ΟΧΙ στην πρόταση των Θεσμών», σε «ΝΑΙ ή ΟΧΙ στο ευρώ». Αντίθετα, οι ηγέτες της ελληνικής αντιπολίτευσης κινήθηκαν στη γραμμή Μέρκελ. Και υπερέβαλαν αυτήν, χαρακτηρίζοντας το δημοψήφισμα (το δεύτερο μετά τις εκλογές εργαλείο λειτουργίας της Δημοκρατίας) «πραξικόπημα»!.. 

Λίγο πριν στηθούν οι κάλπες των εκλογών της 25ης του Γενάρη, έγραφα ότι «οι εκλογές έχουν απαξιωθεί απολύτως στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην περιοχή της ευρωζώνης». Και στήριζα την άποψή μου στο θεώρημα του Νόαμ Τσόμσκι που υποστηρίζει ότι «στις ευρωπαϊκές χώρες της κρίσης οι εκλογές δεν παίζουν πια σχεδόν κανένα ρόλο, ακριβώς όπως και στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, που διοικούνται από διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα» 

«Έ, λοιπόν, τούτες οι κάλπες μπορούν να διαψεύσουν το θεώρημά του Τσόμσκι για την απαξίωση των εκλογών», εξέφραζα, ακολούθως, την καλοθρεμμένη από τα προγνωστικά των δημοσκοπήσεων ελπίδα μου για θεαματική επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ. Και παρέθετα τη βάση του συγκεκριμένου «θεωρήματος» του αμερικανού σοφού: Η κατάρρευση της Δημοκρατίας στην Ευρώπη, είναι ένα οριστικό γεγονός• η οικονομία έχει επιβληθεί της πολιτικής δράσης που έχει ξεθωριάσει. Το κέντρο βάρους στην ευρωπαϊκή ήπειρο έχει μετατοπιστεί ανεπιστρεπτί από την πολιτική στην οικονομία… 

 Το «θεώρημα» επανέρχεται 

Τελικά οι ελληνικές κάλπες της 25ης του Γενάρη διέψευσαν θεαματικά το «θεώρημα» του Τσόμσκι για την απαξίωση των εκλογών, αναδεικνύοντας τον Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς στην κυβερνητική εξουσία. Ωστόσο, πέντε μήνες μετά, μέσα από την επική ιστορία διαπραγμάτευσης (που όλοι, με κομμένη την ανάσα παρακολουθούσαμε), και τον συστηματικό τορπιλισμό, εκ μέρους της σκληροπυρηνικής φράξιας Σόϊμπλε, κάθε ρεαλιστικής απόπειρας της ελληνικής κυβέρνησης για λύση, στοιχειώνει και πάλι το «θεώρημα» του Τσόμσκι. Με το δημοψήφισμα στη θέση των εκλογών: στην περιοχή της ευρωζώνης το δημοψήφισμα αποτελεί casus belli, δεδομένου ότι δίνει τον λόγο στους λαούς των χωρών – μελών της. Που, όπως και οι χώρες του Τρίτου Κόσμου, διοικούνται από διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. 

Ωστόσο η ιδέα της σκληροπυρηνικής φράξιας Σόϊμπλε, (του σκληρού υπό γερμανική ηγεμονία συστημικού πυρήνα της ευρωζώνης, για να είμαστε ακριβείς,) ήταν εξ’ αρχής διαφανής: η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να ανατραπεί γιατί είναι αδέσμευτη, ανεξάρτητη, ανυπότακτη, ανυποχώρητα αριστερή. Μας είναι αδύνατον να την μεταλλάξουμε, όπως κάναμε με τους σοσιαλδημοκράτες. Αντίθετα, επιχειρεί εκείνη να μας αλλάξει, να ανατρέψει τις συστημικές ισορροπίες, τους κανόνες, να διαταράξει τη «γερμανική τάξη των ευρωπαϊκών πραγμάτων… 

 Ο ανθελληνικός τους στόχος 

 Είναι πια κοινός ευρωπαϊκός τόπος: επιθυμία του διευθυντηρίου της Ε.Ε., στόχος της φράξιας Σόιμπλε, είναι η καθίζηση της «αριστερής κυβέρνησης», η ανατροπή και η πτώση της, η προσωπική ήττα του Αλέξη Τσίπρα. Όλες οι συστημικές αντιδράσεις στο δημοψήφισμα και βέβαια η διαστροφή του χαρακτήρα του ερωτήματος που τίθεται στον ελληνικό λαό, αυτή την επιθυμία, αυτό το στόχο υπηρετούν. 

"Κάποιοι θέλουν να αποδεχτούμε να διορίζονται οι υπουργοί και οι πρωθυπουργοί από τους θεσμούς και οι πολίτες να αποστερούνται από το δικαίωμα του εκλέγειν μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος. Κάτι τέτοιο σημαίνει την ολοκληρωτική κατάργηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη, το τέλος κάθε προσχήματος και την αρχή μιας διάσπασης και ενός απαράδεκτου διχασμού της Ενωμένης Ευρώπης. Σημαίνει, εν τέλει, την αρχή για τη δημιουργία ενός τεχνοκρατικού τερατουργήματος, που θα οδηγήσει σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες", προειδοποιούσε μόλις ένα μήνα πριν ο Αλέξης Τσίπρας με την περίφημη συνέντευξή του στη γαλλική Le Monde: «υπάρχει στρατηγική που επιδιώκει τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης και συνακόλουθα της ΕΕ», προσέθετε… 

Αυτήν, ακριβώς τη στρατηγική υπηρετεί η μηδενιστική και αντιδημοκρατική στάση της κ. Μέρκελ, της φράξιας Σόϊμπλε, των «θεσμών» απέναντι στις ρεαλιστικές προτάσεις λύσεις της κυβέρνησης Τσίπρα και, εν τέλει, απέναντι στο δημοψήφισμα. 

Ας πούμε, λοιπόν, το μεγάλο ΟΧΙ σ’ αυτή την ανθελληνική στρατηγική: τούτες οι κάλπες θα αποδειχτούν – μπορούν να αποδειχτούν περισσότερο ιστορικές από τις κάλπες της 25ης Γενάρη, αφού θα αποδώσουν μια οριστική, βιώσιμη λύση, για την Ελλάδα και τους Έλληνες…

Νίκος Τσαγκρής

24 Ιουνίου 2015

Στόχος του Σόϊμπλε η ήττα του Τσίπρα


Ενώ η κυβέρνηση συνεχίζει να μάχεται στα χαρακώματα της διαπραγμάτευσης, κάποιοι τροφοδοτούν τις παγίδες που της στήνει ο σκληροπυρηνικός Γερμανός  

Με το αριστερόμετρο του Αλέξη Μητρόπουλου τα μέτρα βρέθηκαν «ακραία και αντικοινωνικά». Ο άλλος, ο απεργός πείνας με τα παξιμάδια, τα μέτρησε (με το… πασοκόμετρό του, προφανώς) και τα βρήκε «εγκληματικά». Ένας τρίτος, τα ζύγισε αντί να τα μετρήσει και τα βρήκε «ετεροβαρή» (!), ένας τέταρτος «εμπροσθοβαρή» (!), ένας πέμπτος «αντιλαϊκά» κ.ο.κ. 

Αντίθετα, ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι βασικό κριτήριο των μέτρων που περιέχονται στην κυβερνητική πρόταση είναι η κοινωνική δικαιοσύνη, υπονοώντας ότι τα μέτρα είναι φιλολαϊκά και επομένως «αριστερά». Ότι προστατεύουν τους μισθούς, τις συντάξεις και τη μέση λαϊκή οικογένεια, και ότι τα βάρη («για να φύγουμε οριστικά από την κρίση») τα επωμίζονται οι έχοντες και κατέχοντες. 

«Καλά, ο Μητρόπουλος είναι πιο αριστερός απ’ τον Τσίπρα;», με πικάρισε αρχαίος συνάδελφος, που γνωρίζει την αδυναμία μου για τον Τσίπρα. Έλα μου, ντε!.. Φαίνεται ότι στο Γυμνάσιο του Πύργου Ηλείας, όπου έμαθε τα βασικά ο Αλέξης Μητρόπουλος, το «παν μέτρον άριστον» ήταν εκτός διδακτέας ύλης… 

Αλλά δεν είναι μόνο ο Μητρόπουλος, ο Μιχελογιαννάκης, ο Λεουτσάκος και οι άλλοι, διάσημοι πια, αριστερίζοντες διακαναλικοί ρήτορες και προφήτες. Οι πρώτες αντιδράσεις (στα μέτρα που περιελάμβανε το ελληνικό σχέδιο συμφωνίας) από διαδικτυακούς φίλους και συντρόφους ήταν τόσο δραματικές που έκαναν την δεκαεξάχρονη κόρη μου να τραγουδάει ολημερίς ένα παραφρασμένο στίχο του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα: δεν είναι κόμμα αυτό που ζούμε, είναι σου λέω πανικός, ένας μικρός Τιτανικός και θα `ναι θαύμα αν σωθούμε… 

Στην παγίδα του Σόϊμπλε 

Την επόμενη μέρα, τα γερμανικά (και τα διαπλεκόμενα ελληνικά) μέσα ενημέρωσης γέμισαν με δημοσιεύματα που σπεκουλάριζαν πάνω στις συγκεκριμένες δημόσιες αντιδράσεις βουλευτών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, στήνοντας σενάρια διάσπασης της κοινοβουλευτικής ομάδας του κυβερνώντος κόμματος, ανατροπή της κυβέρνησης και εκλογές. Ή μετάλλαξης του σημερινού κυβερνητικού σχήματος μέσω ανασχηματισμού, με αποχώρηση των ΑΝΕΛ και συμμετοχή του Ποταμιού: «Ένα τέτοιο φιάσκο της ελληνικής κυβέρνησης θα ήταν, βέβαια, εντελώς στο πνεύμα του κ. Σόιμπλε, παρόλο που ο ίδιος θα προτιμούσε την άμεση καθίζησή της» σχολιάζει τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα ο εξαίρετος Νίκος Χειλάς του Βήματος.

 Ένα τέτοιο φιάσκο της ελληνικής κυβέρνησης δεν θα ήταν απλά «στο πνεύμα του Σόϊμπλε», προσθέτω εγώ, αλλά θα καθιστούσε άκρως αποτελεσματική την τελευταία παγίδα του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, στην «αριστερή κυβέρνηση Τσίπρα», όπως απαξιωτικά την αποκαλεί. Και δυστυχώς, αυτή τη φορά, το τυράκι στην παγίδα ήταν φέτα. Ελληνικής κατασκευής. Και προελεύσεως ΣΥΡΙΖΑ. Κι όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει… 

Ωστόσο, σε πείσμα των (διάσημων ή άσημων,) αριστεριζόντων ρητόρων και προφητών, επαναλαμβάνω κάτι χιλιοειπωμένα δικά μου: Υπάρχει ακόμα καιρός να συμφωνήσουμε ότι ο ελληνικός λαός «ανύψωσε» στην κυβερνητική εξουσία τον ΣΥΡΙΖΑ όχι για να εγκαθιδρύσει τον σοσιαλισμό, αλλά (εντός της καπιταλιστικής – «αστικής» ζώνης του ευρώ) να διαπραγματευθεί με την παραδοσιακή μαχητικότητα και αξιοπιστία της Αριστεράς για «να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται» που λέει και το τραγούδι. Και η έσχατη κυβερνητική πρόταση που έγινε, κατ’ αρχήν, αποδεκτή ως βάση συζήτησης από τους «εταίρους» επιχειρούσε αυτό ακριβώς. 

«Να τελειώνουμε με τον Τσίπρα» 

 Κατ’ αρχήν… Ύστερα ήρθε ο σκληροπυρηνικός Γερμανός με την πολυθρόνα: «Ο Σόιμπλε δεν μπορεί να χωνέψει ότι μια αριστερή κυβέρνηση μπορεί να έχει έστω και μικρή επιτυχία και δεν αποκλείεται να επιχειρήσει τον τορπιλισμό της συνεδρίασης στο Eurogroup προβάλλοντας νέες απαιτήσεις που είναι αδύνατον να γίνουν αποδεκτές από τους Έλληνες διαπραγματευτές», προέβλεπε, την προηγούμενη Τρίτη ανώτατος αξιωματούχος του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος*. 

Πριν αλέκτωρ φωνήσαι, ο Ζαν Κλόντ Γιούνγκερ καλούσε εσπευσμένα τον Αλέξη Τσίπρα στις Βρυξέλες γιατί «έχουμε πρόβλημα με την Κριστίν». Που πάει να πει ότι ο Σόϊμπλε ξαναείδε εκείνον τον εφιάλτη με τον Τσίπρα και τον Ιγκλέσιας και το «κόκκινο σάντουιτς».** Και πετάχτηκε απ’ το προσκεφάλι του ουρλιάζοντας ότι «η Ευρώπη δεν θα γίνει κόκκινη – καιρός να τελειώνουμε με τον Τσιπρα!..». Ακολούθως πήρε τηλέφωνο την κ. Λαγκάρντ, για να μάθουμε ότι η γηραιά κυρία του Δ.Ν.Τ. δεν θέλει να πληρώσουν οι έχοντες, (επιχειρηματίες, διαπλεκόμενοι και άλλοι "πάση θυσία στο ευρώ" συμπατριώτες μας) και ότι επιμένει σε περικοπές δαπανών, μισθών και συντάξεων… 

«Είτε δεν θέλουν συμφωνία είτε εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα», φημολογείται ότι μονολογούσε ο Αλέξης Τσίπρας, καθώς την επομένη πετούσε για Βρυξέλες. ‘Ε, λοιπόν, σας διαβεβαιώνω πως ισχύουν και τα δύο. Και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι, ακόμα και σήμερα που μιλάμε, η συμφωνία είναι στον «αέρα». 

 *Ρεπορτάζ του Νίκου Χειλά στο ΒΗΜΑ. 

 **Σκωπτική αναφορά στην αλήστου μνήμης ρήση του Ρίτσαρντ Νίξον για τον κομμουνιστικό κίνδυνο από το «κόκκινο σάντουιτς» των Κάστρο – Αλιέντε.

Νίκος Τσαγκρής

17 Ιουνίου 2015

Πολιτική λύση, κι όχι drafts ευθανασίας


Μια ματιά στη στρατηγική της διαπραγμάτευσης, καθώς περιμένουμε το «μεγάλο ΝΑΙ» ή το «μεγάλο ΌΧΙ»  

Περιμένοντας το οριστικό αποτέλεσμα αυτής της ιστορικής διαπραγματευτικής Οδύσσειας (στην οποία όλοι οι Έλληνες, ο καθένας με τον τρόπο του, συμμετέχουμε,) οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι οι επιλογές είναι τρείς: ή «Συμφωνία – συμβιβασμός» στο πλαίσιο των θεσμών, ή «πολιτική λύση» με τους όρους του ΣΥΡΙΖΑ, ή «ρήξη» και ταξίδι στο άγνωστο με… βάρκα την ελπίδα. Και ότι η δικιά μας «Ιθάκη» βρίσκεται στην περιοχή της πολιτικής λύσης, καθώς μια πολιτική λύση δεν μπορεί παρά να περιέχει μια συμφωνία με τους όρους του ΣΥΡΙΖΑ. Και όχι μόνον… 

Από τις πρώτες μέρες αριστερής διακυβέρνησης της χώρας, εκτιμώντας εκείνη την σουρεαλιστική συνάντηση Βαρουφάκη – Ντάϊσελμπλουμ και την άλλη, την ανατρεπτική συνάντηση με τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε (μ’ εκείνη «την αξιοθαύμαστη διπλωματική πλαγιοκόπηση – απομόνωση του Γερμανού γκαουλάϊτερ της ευρωζώνης από τον Έλληνα ομόλογό του», όπως σημειώναμε τότε), καταγράψαμε την αρχή μιας νέας διαπραγματευτικής τακτικής. Μιας τακτικής έμπρακτης αμφισβήτηση της γερμανικής ηγεμονίας εντός και εκτός διαπραγμάτευσης με στόχο την αποκατάσταση της πολιτικής ισοτιμίας Ελλάδας – Γερμανίας… 

Προσθέταμε ότι η κυβέρνηση, μέσω της διαπραγμάτευσης, (με εργαλείο τη διαπραγμάτευση, αν θέλετε) «αναπτύσσοντας μια περίτεχνη, πολυδιάστατη – απρόβλεπτη και απροσδόκητη για το ελληνικό και το ευρωπαϊκό κατεστημένο – πολιτική διπλωματία, επιχειρούσε κάτι που, τηρουμένων των αναλογιών, είναι μια σύγχρονη επανάσταση εν εξελίξει: αντί να χτυπάει το κεφάλι της στον νεοφιλελεύθερο τοίχο για να τον σπάσει, σκάβει σ’ αυτόν μια πόρτα και τον διασχίζει»… 

Η μισαλλόδοξη δύναμη 


Από τη στιγμή που «άνοιξε η πόρτα» και η ελληνική ομάδα διαπραγμάτευσης τη διέσχισε και άρχισε να ξεδιπλώνει τα χαρτιά της, η στρατηγική της κυβέρνησης έγινε σαφής: διαπραγμάτευση για μια συμφωνία που θα κινείται στο πλαίσιο των προγραμματικών δεσμεύσεων της κυβέρνησης. Ένας «έντιμος συμβιβασμός», όπως τον αποκάλεσε ο Αλέξης Τσίπρας, που δεν θα παραβιάζει τις «κόκκινες γραμμές» προστασίας του έσχατου εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων, θα επαναφέρει τα απολεσθέντα εργασιακά και ασφαλιστικά κεκτημένα, το κοινωνικό κράτος και, κυρίως, θα απομειώνει, σε βαθμό βιωσιμότητας, το χρέος… 

Και πέρασαν μέρες πολλές μέσα σε λίγες ώρες και άρχισαν τα μαφιόζικα «take it or live it» και τα εξουσιαστικά «grexit», αυτό το πανευρωπαϊκό πανδαιμόνιο παραπληροφόρησης γύρω απ’ το «ελληνικό ζήτημα», ένα όργιο θεσμικών και παραθεσμικών εκβιασμών με την ελληνική κυβέρνηση στο στόχαστρο• να απαντά με εκείνο το περήφανο «δεν εκβιάζουμε – δεν εκβιαζόμαστε. Και τον Αλέξη Τσίπρα να διεκδικεί πια, ξεκάθαρα, πολιτική λύση. 

Τι τα θέλετε, η «ελληνική απόπειρα δημοκρατίας», όπως εκδηλώθηκε μέσω της διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαίους «εταίρους», απασχόλησε βασανιστικά την ντόπια και ξένη ελίτ, την διέστρεψε σε μια μισαλλόδοξη εξουσιαστική δύναμη που αποστρέφεται και πολεμά λυσσαλέα την πολιτική λύση στο ελληνικό ζήτημα: τα έδωσαν και τα δίνουν όλα για να οδηγήσουν σε αποτυχία την «ελληνική απόπειρα δημοκρατίας» και σε συνθηκολόγηση τον ΣΥΡΙΖΑ, να μη γίνει παράδειγμα για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, ιδίως για τους Ισπανούς στην τωρινή συγκυρία… 

Η ανατρεπτική συμφωνία 

«Εντάξει, να υποχωρήσουμε, αλλά όχι και να μας κάνει κουμάντο ο Τσίπρας», λέει τώρα ο αυτοπροσδιοριζόμενος και ως φιλέλλην θεσμικός κυριούλης και μας στέλνει αδιάβαστα drafts οικονομικής ευθανασίας. Ο άλλος στρίβει δια του… γάμου πετώντας το μπαλάκι στους Έλληνες, κι ο τρίτος στρουθοκαμηλίζει χωμένος στο θησαυροφυλάκιο της Euro bank. Η Μέρκελ φοβάται το grexit όσο και ο Σταύρος, και υπόσχεται όμως να κρατήσει την Ελλάδα στο ευρώ όπως κι ο Σταύρος, με την προϋπόθεση «να υπογράψει ο Τσίπρας μια συμφωνία», που λέει κι ο Σταύρος… 

 «Μια συμφωνία», σου λέει. Αλλά τι συμφωνία, σύντροφε της απέναντι όχθης του…ποταμιού; Μια συμφωνία στο πλαίσιο «της πολιτικής των θεσμών» ή μια συμφωνία στο πλαίσιο της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ; 

 Μάθε λοιπόν, ότι η πολιτική των θεσμών είναι μια «επανάσταση από τα πάνω*», μια προληπτική αντεπανάσταση για να εξουδετερωθούν από πριν οι λαϊκές αντιδράσεις. Ενώ η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, είναι «μια επανάσταση από τα κάτω*», η πολιτική και κυβερνητική έκφραση των ελληνικών και των ευρωπαϊκών λαϊκών αντιδράσεων στους θεσμούς και την πολιτική τους. 

Και μάθε ότι μια συμφωνία που θα φέρει την υπογραφή αυτής της κυβέρνησης δεν μπορεί παρά να είναι μια πολιτική συμφωνία: μια πολιτική λύση του «ελληνικού ζητήματος» που θα δικαιώνει τη στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης, αφού θα ανατρέπει τη στρατηγική του διευθυντηρίου των Βρυξελλών, θα παρακάμπτει τους «κανόνες», θα υπερβαίνει την τρόικα και τα «τεχνικά κλιμάκια», θα αμφισβητεί την ηγεμονία της Μέρκελ, θα ανατρέπει τον νεοφιλελεύθερο μύθο της λιτότητας. 

*Φράσεις του Μπαλιμπάρ

Νίκος Τσαγκρής

10 Ιουνίου 2015

Ακόμα ονειρεύονται διάσπαση ΣΥΡΙΖΑ!..


Ενώ οι επιλογές του σκληρού πυρήνα των πιστωτών περιορίζονται μεταξύ ήττας ή καταστροφής, το σχέδιο με τον κωδικό «Εθνική Συνεννόηση» παραμένει ενεργό…  

Παρατηρώντας με ανθρωπολογική διάθεση τον αέναο δημόσιο διάλογο για την διαπραγμάτευση (στη Βουλή, στα κανάλια, στον Τύπο, στα social media), βλέπω τους ηττημένους να ζωντανεύουν, να σηκώνουν κεφάλι. Και να μιλούν, να βγάζουν γλώσσα, να αγορεύουν σαν τιμητές των νικητών: είδα τον ηττημένο σφαγέα μισθωτών και συνταξιούχων, Γιάννη Βρούτση, ας πούμε, να στηλιτεύει τον νικητή και λυτρωτή χιλιάδων απολυμένων του Δημοσίου, Γιώργο Κατρούγκαλο.

 Ένας άλλος, κατά κράτος ηττημένος αυτός (κορυφαίος αξιωματούχος πασών των μνημονιακών κυβερνήσεων, που βαρύνεται με αναρίθμητες πολιτικές πράξεις κινούμενες στο πεδίο της εσχάτης προδοσίας), καθώς αγόρευε στη Βουλή έμοιαζε σαν χοντρό φίδι που το πατούν στο κεφάλι και χύνει από τη διχαλωτή γλώσσα του το τελευταίο δηλητήριο κατά του, οριστικού πια, νικητή του… 

Η τελευταία αυτή παρατήρηση που, υπερβαίνοντας την πολιτική ανθρωπολογία, φαντασιώνεται ερπετά της πολιτικής ζωολογίας, μου έφερε στο νου μια πρωτόγονη ανάλυση για το δέον των νικητών: «όταν νικάς έναν εχθρό, του τρως την καρδιά. Έτσι οι Θεοί κατακυρώνουν τη νίκη σου. Έτσι οι Θεοί εξασφαλίζουν τη συνέχιση της διασκέδασής τους: καταναλώνεις την καρδιά του εχθρού σου, έτσι ώστε να μην μπορεί να ειπωθεί ότι ο εχθρός σου υπάρχει». «Εκτός απ' το βαθμό όπου εκείνος υπάρχει μέσα σου», σημειώνει εν κατακλείδι με φροϋδική σοφία ο… πρωτόγονος αναλυτής. 

Σενάρια διάσπασης 

Η αλήθεια είναι ότι, προς το παρόν τουλάχιστον, ελάχιστα είναι τα συμπτώματα ανθρωποφαγίας στις τάξεις των «νικητών». Και ίσως αυτός είναι ο λόγος που οι «ηττημένοι» ζουν και ευδοκιμούν και σηκώνουν κεφάλι. Και μιλούν, και βγάζουν γλώσσα, και αγορεύουν σαν τιμητές των «νικητών». Και παίζουν παιγνίδια με τον ΣΥΡΙΖΑ, και στήνουν παγίδες στην κυβέρνηση, και υπονομεύουν με χίλιους δυό τρόπους τη διαπραγμάτευση. Και απεργάζονται σχέδια αποδόμησης του Αλέξη Τσίπρα, ακόμα και διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ: «στο εσωτερικό της γερμανικής κυβέρνησης και του ΔΝΤ εκπονήθηκε σχέδιο διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ», αποκαλύπτει ο δημοσιογράφος του Channel 4, Πολ Μέισον. 

 «Σιγά μη χρειάζεται σχέδιο της γερμανικής κυβέρνησης και του ΔΝΤ για να ανακατευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ», σκεφτόμουν καθώς διάβαζα την συγκεκριμένη «αποκάλυψη». Μόλις προχτές, άλλωστε, σε κείμενό μου (σε αριστερόστροφο blog) για τις ενδοκυβερνητικές και εσωκομματικές φουσκοθαλασσιές γύρω απ’ τη διαπραγμάτευση, έγραφα τα εξής: πολλοί δεν έχουν το προτέρημα της ατομικής αυτογνωσίας και, καταλαβαίνετε, είναι αδύνατον να συμβάλλουν στην κατάκτηση της συλλογικής πολιτικής αυτογνωσίας Ιδιαίτερα σε ένα «κόμμα» που δεν έστερξε να γίνει κόμμα πριν κυβερνήσει – βρέθηκε να κυβερνά με ένα κορμό πολιτικά συντεταγμένων δυνάμεων στηριζόμενο σε ασταθή άκρα• αποτελούμενα από ένα συνονθύλευμα ασύντακτων ιδεολογικών αποκλίσεων, ανήμπορων να κατανοήσουν και να αναλύσουν την παρούσα κοινωνική πραγματικότητα: να προσλάβουν το συλλογικό πολιτικό «θέλω» των Ελλήνων, το πλειοψηφικό κοινωνικό «θέλω», να το εκφράσουν στο επίπεδο της κυβερνητικής πολιτικής, της εφαρμοσμένης, δηλαδή, πολιτικής… 

Κι αυτοί… «καρφώνονται» 

Αλλά αυτά είναι εσωστρεφή πράγματα, πολυτελείς παρατηρήσεις που περισσεύουν εκεί έξω, στα χαρακώματα της εμπόλεμης euro – ζώνης. Εκεί, η «εκπόνηση σχεδίου διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ στο εσωτερικό της γερμανικής κυβέρνησης και του ΔΝΤ» δεν είναι θεωρία συνωμοσίας, αλλά γεγονός: «στόχος τους, να καταστήσουν τον Τσίπρα επικεφαλής μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας με ένα κομμάτι της Νέας Δημοκρατίας που, όπως ένας από αυτούς μου είπε, θα ήθελε να βοηθήσει τον Αλέξη», ολοκληρώνει την αποκάλυψή του, ο Πολ Μέισον (Αυγή 8/6/2015). 

«Το σενάριο αυτό τέλειωσε αυτή την εβδομάδα», ευελπιστεί, εν κατακλείδι, ο ξένος συνάδελφος, αλλά επιτρέψτε μου να αμφιβάλλω. Όχι μόνον με βάση εισαγόμενες πληροφορίες που θέλουν τον σκληρό πυρήνα του γερμανικού διευθυντηρίου να υποστηρίζει το συγκεκριμένο σενάριο ως «τη μόνη συνταγή προστασίας της ευρωζώνης από τον ιό του ΣΥΡΙΖΑ», αλλά και με ανοιχτές εντόπιες, προφορικές (Σαμαράς – Στ. Θεοδωράκης) και γραπτές, αιτιάσεις: μετά τη συναινετική στάση Σαμαρά στη Βουλή «δεν πρέπει η Εθνική Συνεννόηση να θεωρείται άπιαστος στόχος», «καρφώνεται» ο Σταύρος Ψυχάρης στο τελευταίο άρθρο του στο Βήμα της Κυριακής… 

Ε, λοιπόν, η… «Εθνική Συνεννόηση», δηλαδή το «σχέδιο διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ» που, σύμφωνα με τον Πολ Μέισον εκπονήθηκε στο εσωτερικό της γερμανικής κυβέρνησης και του ΔΝΤ με στόχο, κλπ. κλπ. κλπ.» πρέπει να θεωρείται άπιαστος στόχος, λέω εγώ. Και λέω ότι τις προηγούμενες δυο – τρεις μέρες παρακολουθήσαμε τις τελευταίες πράξεις του συγκεκριμένου… δράματος 

Τώρα ο συνωμοτικός τους χρόνος τελειώνει – οι επιλογές τους περιορίζονται ανάμεσα στην ήττα ή στην καταστροφή: μια υποχώρησή τους (το πιθανότερο) μπρος στην Αθήνα θα είναι μια πολιτική ήττα – μια ώθηση προς ένα Grexit θα είναι καταστροφή»…

Του Νίκου Τσαγκρή

7 Ιουνίου 2015

Μαλβίνα: Καλά, δεν ντρέπεσαι; Το δικό σου βιβλίο που είναι;


Η Μαλβίνα ήρθε εκείνη και με βρήκε. Ήρθε στο ΕΘΝΟΣ μια μέρα του ’97, εκεί έγραφα τότε. Με συνάντησε στο διάδρομο του πρώτου ορόφου, το πρόσωπό της, πρόσωπο χρωματιστό, έλαμπε, τα μάτια της λαμπίριζαν χαρούμενα: «εσύ είσαι; άρχοντας, όπως σε φανταζόμουν. Στάσου να σε φιλήσω»… 
Στάθηκα, και της είπα ότι τη θεωρούσα μοναδική, ότι γούσταρα τα κείμενά της από το ’80, εκείνα τα υπέροχα μικρά δοκίμια αισθητικής της ζωής, (έτσι τα αξιολογώ και τώρα) που έγραφε στη «Γυναίκα».Τα ζήλευα πραγματικά εκείνα τα «κομμάτια» και της το είπα και εκείνη μου είπε για τα δικά μου γραπτά, είπαμε πολλά - τίποτα δεν είπαμε… 
Πρόλαβε, ωστόσο, και μου έγραψε τα δικά της σε ένα σημείωμα* (το χρησιμοποίησα σαν πρόλογο στο μοναδικό βιβλίο με χρονογραφήματά μου που κυκλοφόρησε) που μ’ έκανε περήφανο. Κι εγώ της είπα με τον τρόπο μου ότι τη θεωρώ μια από τις ελληνικότερες δημόσιες «φωνές» της μεταπολίτευσης, μια πραγματική πασιονάρια της δημοσιογραφίας, εξαιρετική συγγραφέα και ανατρεπτική τηλεοπτική περσόνα… 
Αργότερα έλαβα το μικρό βιβλιαράκι της για την Αλίκη (εκδόσεις Αστάρτη) τυλιγμένο, κυριολεκτικά, σε μια κόλλα χαρτί. Στο εσωτερικό αυτού του περιτυλίγματος, μου θύμιζε, με τον αμίμητο χειρόγραφο τρόπο της, πως είχα ξεχάσει να της στείλω το δικό μου βιβλίο (με τον πρόλογό της!..) που είχε κυκλοφορήσει πολύ καιρό πριν…



(Καλά, δεν ντρέπεσαι; Το δικό σου βιβλίο που είναι;
Σου στέλνω εγώ λοιπόν αυτό για να μου στείλεις εσύ εκείνο
Η πιο φαν που γίνεται
Μαλβίνα)


Ύστερα ήρθαν καιροί… εκσυγχρονιστικοί και το σύστημα… Τάπερμαν δεν άντεχε τη Μαλβίνα, την καθάρισαν. Και σε λίγο καθάρισαν και τον φίλο της – και φίλο μου – Βασίλη Ραφαηλίδη απ’ το ΕΘΝΟΣ, επειδή την στήριζε με μια σειρά κειμένων του, υψηλής κριτικής ευκρίνειας…

Το τηλεφώνημα 


Δεν είχαμε τηλεφωνική επικοινωνία, αλλά τις μέρες της αρρώστιας δέχτηκα ένα τηλεφώνημά της. Ψαρωμένος εγώ, δεν θέλησα να θίξω το θέμα της υγείας της, να ξύσω την πληγή, ποτέ δεν το κάνω – δεν έχω ίχνος γενναιότητας σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν αντέχω το ψυχικό κόστος… Εκείνη ήρεμη, σχεδόν σαν να μη έτρεχε τίποτα: «Καλά είμαι, πες μου κάτι για τον Βασίλη, (τον Ραφαηλίδη) είναι δυνατόν; Μου είπε πως δεν τον υποστήριξε κανείς, ότι μόνο εσύ, ... πολύ λυπήθηκα…». Τέτοια πράγματα… Μόνο που στο τέλος της μικρής κουβεντούλας άρχισε να κομπιάζει, έτσι μου φάνηκε, λες κι ήθελε να μου πει κάτι και δεν της έβγαινε – λες και ήθελε κάτι να ακούσει που δεν της είπα… Μετά με χαιρέτησε και, καμιά αμφιβολία δεν έχω πια γι αυτό, ο χαιρετισμός της ήταν αποχαιρετισμός…


 *Για το Νίκο Τσαγκρή (Από τη Μαλβίνα με αγάπη)


Δεν αγαπώ καθόλου την δημοσιογραφίστικη ευεξία. 
Αυτός είναι ο ο λόγος που αγαπώ – ή μάλλον που αγαπάω (ασυναίρετα) – τη γραφή του Νίκου Τσαγκρή. Και δεν λέω τα κείμενα. Διαμορφώνει άποψη, αλλά δεν είναι απλώς οπίνιον λίντερ. Διότι στο γραπτό του υπάρχει η ηδονή του κειμένου με έναν τρόπο πολύ ιδιαίτερο και σύμφυτο- όπως αρμόζει σε «οριστικές» γραφές.

Εντρυφώ καθημερινώς. Δεν αντιλήφθηκα ποτέ να χάνει το περιεχόμενο 'ψάχνοντας τη φόρμα. (Αν βαριέμαι κάτι, είναι οι ντιλετάντες αρθρογράφοι, αυτών που, καταπώς θα 'λεγε και ο Μπρεχτ, «βλέποντας τη φόρμα, παύει να σε ενδιαφέρει το περιεχόμενο».)

Η απόλαυση του κειμένου του επαυξάνεται από την πλήρη απουσία «ψαλιδοκώλικων» εκφράσεων. Άφαντο το οπλοστάσιο των «διανοούμενων τρίτου τύπου». Ούτε ένα «συμπίλημα», ένας «αποσυνάγωγος», μια «ετερογένεια» και άλλα που παραπέμπουν στο αμλετικό «λέξεις... λέξεις... λέξεις...»

Δεν δοκίμασα καμιά έκπληξη όταν, κάποτε, τηλεφώνησα στον Ν. Τ. και εξημμένη από ένα γραπτό του πρότεινα να βγει στην τηλεόραση και να το συζητήσουμε διεξοδικότερα.
Δέχτηκα την άρνησή του με τον ίδιο ενθουσιασμό με τον οποίο δύο λεπτά πριν επεδίωκα τη συγκατάβαση του. Προφορικώς διατυπώνονται μόνο οι ιδέες, σκέτες, οι οποίες μάλιστα αυτή την εποχή, της εικονολογίας, κατά τους σημειολόγους, είναι εντελώς αναποτελεσματικές.

Ο συγγραφέας τα λέει όλα στο χαρτί. Έτσι-επιτρέψτε μου-διαβάζω τα κείμενά του όχι σαν «δίστηλα» ή «τρίστηλα» αλλά σαν συνοπτική λογοτεχνία.

Και για να συνοψίσω: Ήταν περίπου πέντε και στις επτά έπρεπε να είμαι στον «αέρα». Μέσα στην αίθουσα Συντάξεως διάφοροι άνθρωποι, με ρολόγια, περίμεναν να γράψουν δελτίο ειδήσεων στον μοναδικό υπολογιστή. Με έβριζαν από μέσα τους γιατί αργούσα. 

Αρπάχτηκα με έναν από αυτούς, κάποιον Ψύλλια.«Εσύ δεν ήσουν που βιαζόσουν; Τι κάθεσαι και διαβάζεις εφημερίδες και μας έχεις στην ουρά να περιμένουμε;» Είδα αίμα. «Αν δεν διαβάσω, αγόρι μου, αυτό εδώ, να γεμίσω τις μπαταρίες μου, δεν θα μπορέσω να αντιμετωπίσω ούτε τους ημιεπαγγελματίες σαν κι εσένα ούτε την ασχήμια της αίθουσας... Διαβάζω το κείμενο ακριβώς επειδή βιάζομαι και πρέπει να φτιαχτώ».

Σαν να γλύκανε ο ημιάγριος όταν έσκυψε πάνω από τη σελίδα του Έθνους να δει τι διάβαζα: «Ο Νίκος...είναι φίλος μου... Αστέρι... Ε, τώρα θα τον πάρω να του το πω... Θα χαρεί...»
Δεν του τηλεφώνησε ποτέ. Είχε να γράψει δελτίο.

Μαλβινα Χαριτοπουλου



© 1999 Νίκος Τσαγκρής. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση χωρίς την άδεια του συγγραφέα 


3 Ιουνίου 2015

Η τακτική «Take it or… άντε γεια!»


Η συστημική «στρατηγική της θηλιάς» και η σύγκρουσή της με την ελληνική «στρατηγική της ισοτιμίας» 

Take it or leave it, σημαίνει πάρ’το ή άσ’το. Αλλά όχι ακριβώς. Στη διπλωματική διάλεκτο, αυτό το μικρό εγγλέζικο συμπίλημα είναι άκρως αντιδιπλωματικό. Είναι το ultimatum, το έσχατο (τελεσίγραφο), μια ενέργεια μονομερής και εχθρική. Το αντίθετο του consensus, που είναι η συναίνεση (συναπόφαση) – ο δημοκρατικός τρόπος στις διεθνείς διαπραγματεύσεις. 

Όλα αυτά τα κουραστικά, που μέσες – άκρες τα γνωρίζετε υποθέτω, τα γράφω προκειμένου να εμπεδώσουμε… όλοι μαζί το μέγεθος της πολιτικής αναισθησίας (τον βαθμό απουσίας πολιτικού πατριωτισμού, εάν θέλετε) που χαρακτηρίζει εκείνους που αγάπησαν αυτό το επαναλαμβανόμενο, κατά τη διάρκεια της μνημονιακής πενταετίας, «μικρό εγγλέζικο συμπίλημα», αυτόν τον έσχατο «διπλωματικό» εκβιασμό. 

Να εμπεδώσουμε το πως και το γιατί οι μνημονιακές κυβερνήσεις λάτρεψαν το τροϊκανό «take it or leave it». Να θυμηθούμε ότι, καθώς με το πρόσχημα του εκβιασμού («or leave it») έπαιρναν τα εξοντωτικά, για τον ελληνικό λαό, μέτρα λιτότητας, (υπογράφοντας τα μνημόνια, υπηρετούσαν τα συμφέροντα του διευθυντηρίου των Βρυξελών και, ταυτόχρονα, τα δικά τους, τα εντόπια διαπλεκόμενα συμφέροντα) έπαιρναν ως αντάλλαγμα τη συντήρησή τους στην κυβέρνηση. Την εναλλαγή τους στη νομή της κυβερνητικής εξουσίας. Να εμπεδώσουμε ακόμα ότι εξακολουθούν να λατρεύουν το «take it or leave it», τρέφοντας την ελπίδα ότι αργά ή γρήγορα θα το… πάρει και ο Τσίπρας• ότι θα επιβιώσει ως καθεστωτική διπλωματία, εξοστρακίζοντας το αξιοπρεπές «δεν εκβιάζουμε – δεν εκβιαζόμαστε» της νέας Ελληνικής κυβέρνησης. 

Take it or bye – bye! 

Η λατρεία του εκβιαστικού αυτού συστημικού «εργαλείου», του «take it or leave it», αφυπνίστηκε και πάλι μεσοβδόμαδα από το επικοινωνιακό σύμπαν της μείζονος και ελάσσονος μνημονιακής αντιπολίτευσης και τύλιξε χαιρέκακα την φήμη για ένα (ανύπαρκτο, εν τέλει,) έσχατο σχέδιο συμφωνίας των δανειστών που «αποστέλλεται υπό την μορφή τελεσιγράφου»: «είναι take it or leave it!», πανηγύριζαν τα παπαγαλάκια των καναλιών. «Η τελευταία ευκαιρία του Τσίπρα!..». 

Την περασμένη Τετάρτη, 3 Ιουνίου, καθώς ο Έλληνας πρωθυπουργός (με το ελληνικό σχέδιο υπό μάλης) ταξίδευε στις Βρυξέλες. ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση του προέδρου της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ένας δικός μου ραδιοφωνικός παραγωγός (ονόματα δεν λέμε) σχολίαζε με πικρόχολο σαρκασμό: «Η ελληνική πρόταση που μεταφέρει ο Αλέξης Τσίπρα στον Πρόεδρο της Κομισιόν μπορεί να μην είναι «take it or leave it» αλλά take it or bye – bye! Που σημαίνει, πάρ’το ή άντε γεια!..».

Έτσι είναι. Το «take it or leave it» είναι το μότο της «στρατηγικής της θηλιάς» που αντέταξαν οι «θεσμοί» (και, πίσω τους, οι Μέρκελ και Σόϊμπλε) στην ελληνική «στρατηγική της ισοτιμίας» που, απ’ την αρχή της διαπραγμάτευσης, οικοδόμησαν οι Τσίπρας – Βαρουφάκης• με μότο, εάν θέλετε, το ελληνικότατο «δεν εκβιάζουμε – δεν εκβιαζόμαστε» και εκείνο το πολυσυζητημένο ιδεολόγημα του Έλληνα υπουργού Οικονομικών «δεν κάνεις διαπραγμάτευση αν δεν διανοείσαι τη ρήξη»… 

Σύγκρουση δυο στρατηγικών 

 Η «στρατηγική της ισοτιμίας» του ΣΥΡΙΖΑ, με αφετηρία την ιστορική, κατά τη γνώμη μου, «συμφωνία» της 20ης Φεβρουαρίου, αναπτυσσόμενη σταθερά και συστηματικά, συγκρούεται επί τετράμηνο με τη συστημική «στρατηγική της θηλιάς» (στο πεδίο της διαπραγμάτευσης) και, στα σημεία τουλάχιστον, κερδίζει: «ο Αλέξης Τσίπρας έδωσε ένα ωραίο μάθημα στρατηγικής σε όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ότι είναι δυνατό να αντισταθεί κανείς στην Άνγκελα Μέρκελ. Για ορισμένους, όπως για τον Φρανσουά Ολάντ, το μάθημα είναι σίγουρα σκληρό...», έγραφε προ ημερών ο αρχισυντάκτης της οικονομικής εφημερίδας La Tribune Ρομαρίκ Γκοντέν, αναλύοντας τις θέσεις του Έλληνα πρωθυπουργού, όπως διατυπώνονταν στο περίφημο άρθρο του στην εφημερίδα Le Monde. 

Πράγματι, ο Αλέξης Τσίπρας, η ελληνική κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ, απέδειξαν έμπρακτα και σε πείσμα του νεοφιλελεύθερου ευρωζωνικού σύμπαντος πως μπορεί κανείς να αντισταθεί σ’ αυτό ακριβώς το νεοφιλελεύθερο σύμπαν, και πράγματι, έδωσαν «ένα ωραίο μάθημα στρατηγικής» σε όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις: ένα μάθημα αντίστασης σε όλους τους λαούς, ιδιαίτερα στους λαούς του ευρωπαϊκού «τρίτου κόσμου», στα κόμματα και στους λαούς των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου. Τώρα είναι η ελληνική κυβέρνηση, ο Αλέξης Τσίπρας αυτός που έχει τον πρώτο λόγο, «αυτός που βάζει τους κανόνες του παιγνιδιού», παραδέχονται οι πλέον σοβαροί Ευρωπαίοι αναλυτές. 

«Τώρα, ο χρόνος λειτουργεί κατά των πιστωτών που υποχρεούνται να επιλέξουν και που έτσι κι αλλιώς έχουν χάσει»: «μια υποχώρηση μπρος στην Αθήνα θα είναι μια πολιτική ήττα – μια ώθηση προς ένα Grexit θα είναι καταστροφή»… 

Ακριβώς: «Ρεαλισμός ή διαίρεση της Ευρώπης» είναι το τελικό δίλημμα που έθεσε ο Έλληνας πρωθυπουργός στους δανειστές. Δηλαδή, «take it or leave it», αλα Ελληνικά. Σε πλήρη… μετάφραση, «ή συμφωνία με τους όρους του ΣΥΡΙΖΑ, ή άντε γειά!..»

Νίκος Τσαγκρής

27 Μαΐου 2015

«Βρείτε τα γιατί χανόμαστε»!


Το πάζλ των διεθνών συνθέσεων και αντιθέσεων, με επίκεντρο το «Ελληνικό ζήτημα»  


Τι δουλειά έχουν οι G7 με την Ελλαδίτσα; Τι ζόρι τραβάνε οι ζάπλουτοι του κόσμου τούτου (Ηνωμένες Πολιτείες, Καναδάς, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία) και ασχολούνται με την πτωχευμένη «Ψωροκώσταινα»; 

 «Δεν τους βγαίνει το πείραμα, αλλά μη νομίζετε ότι νοιάζονται για την τύχη του πειραματόζωου», ήταν η πιο σταράτη απάντηση που εισέπραξα, καθώς ερευνούσα τα πολιτικά και διπλωματικά δρώμενα της συνόδου της Δρέσδης: οι ΗΠΑ επιθυμούν άμεση επίλυση του «ελληνικού ζητήματος», υποστηρίζουν οι ειδικοί αναλυτές. Φοβούνται ότι η δογματική εμμονή του Βερολίνου στην τιμωρητική εφαρμογή των μνημονιακών όρων «ξεπερνά τα όρια του τοπικού (σ. σ : του ευρωπαϊκού) πολιτικού ρίσκου και προοιωνίζεται παγκόσμια οικονομική και γεωπολιτική καταστροφή»… 

 «Βρείτε τα με τους Έλληνες γιατί χανόμαστε», φημολογείται ότι είπε στον ζόρικο Γερμανό ομόλογό του ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιού, στη συνάντηση της Δρέσδης. Ύστερα είπε το ποίημα που, τις τελευταίες μέρες, απαγγέλει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί: «η αποτυχία επίτευξης συμφωνίας άμεσα θα επιφέρει δυσκολίες στην Ελλάδα και αβεβαιότητες στην Ευρώπη και την παγκόσμια οικονομία…». 

Φημολογείται ακόμα ότι ο κ. Λιού, στο περιθώριο της συνάντησης, διάβασε τον Κώδικα της Δρέσδης*. Και επηρεασμένος, λέει, από το εσχατολογικό του περιεχόμενο πίεσε τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε να ξορκίσει το κακό (το υπέρογκο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ), «πυροδοτώντας έναν ενάρετο (!) κύκλο ανάπτυξης με ενίσχυση των δημοσίων επενδύσεων και τόνωση των ευρωπαϊκών εισαγωγών…». 

Αυτόπτες μάρτυρες επιβεβαίωναν το περιστατικό και πρόσθεταν ότι ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε απάντησε στον Αμερικάνο κραδαίνοντας το «Βιβλίο της Ομόνοιας» (Concordia**) με τους λουθηρανικούς δογματικούς του κανόνες: «εδώ είναι η Δρέσδη και πρέπει να λειτουργήσει περαιτέρω η πειθώ: οι γερμανικοί κανόνες για λιτότητα και ισχυρούς προϋπολογισμούς είναι απαράβατοι!.. 

Καπιταλιστικά ζόρια… 

 Η αλήθεια είναι πως ο κόσμος είναι ζόρικος κι εμείς ασθενικοί, όπως έλεγε ο Διονύσης Σαββόπουλος, αλλά αυτή είναι μια αλήθεια που αναβοσβήνει, ανάλογα με τα καπιταλιστικά ζόρια• που, με τη σειρά τους, αυξομειώνονται ανάλογα με την ένταση της σύγκρουση συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων. Απ’ αυτή την άποψη, κάθε σύνοδος των G 7 είναι μια συγκρουσιακή σύνοδος – η σύνοδος της Δρέσδης ακόμα περισσότερο: η σύγκρουση «των δυνάμεων της «ζήτησης» (ΗΠΑ, Βρετανία, κ.α.) με τις δυνάμεις της «λιτότητας» (Γερμανία – Ευρωζώνη ) φτάνει στα όρια της ρήξης, με αιχμή των δοράτων, ένθεν – κακείθεν, το Ελληνικό ζήτημα. 

 Με δυό λόγια, η δογματική εμμονή Σόϊμπλε στη στρατηγική της λιτότητας και τον περιορισμό δαπανών (για την έξοδο, υποτίθεται, της Ελλάδας και της Ευρωζώνης απ’ την κρίση) καθηλώνει σε μηδενικά μεγέθη την ανάπτυξη στην Ευρώπη, ενώ μειώνει απελπιστικά τη «ζήτηση» (τις εισαγωγές από ΗΠΑ, κλπ. κλπ.) αυξάνοντας, απελπιστικά επίσης, το αμερικανικό εμπορικό έλλειμμα. Και είναι αυτή η διπλή απελπισία, που κάνει τον μίστερ Λιού να την πέφτει στον Σόϊμπλε και να του λέει «βρείτε τα με τους Έλληνες». Που πάει να πει «χαλαρώστε τα μέτρα λιτότητας, αυξήστε τη ρευστότητα, την ανάπτυξη και τη ζήτηση γιατί χανόμαστε»…

 Ένα επίτευγμα ΣΥΡΙΖΑ 

 «Βρείτε τα με τους Έλληνες», που πάει να πει «προχωρήστε σε συμφωνία με τους Έλληνες γιατί χανόμαστε». Μιλάμε για μια κοσμογονική, πραγματικά, παραδοχή: οι G7, οι ζάπλουτοι του κόσμου τούτου δηλαδή, ομολογούν ότι «χάνονται», αν δεν τα βρουν με τους Έλληνες, αν δεν αποδεχτούν, δηλαδή, τους βασικούς όρους της ελληνικής κυβέρνησης, αν συνεχίσουν να επιμένουν στις τρόικες, στα μνημόνια, στη λιτότητα, στον περιορισμό των δαπανών, στην οικονομική ασφυξία, στην υφεσιακή παλινδρόμηση… 

Ε, λοιπόν, ας το πούμε, κι ας μοιάζει με «λιβανωτό», καθώς γράφουμε σε μια εφημερίδα φιλική προς τον ΣΥΡΙΖΑ: αυτή η «κοσμογονική ομολογία», αυτό το «βρείτε τα με τους Έλληνες γιατί χανόμαστε», είναι έργο ΣΥΡΙΖΑ. Ένα επίτευγμα των Ελλήνων, της ελληνικής κυβέρνησης, του Έλληνα πρωθυπουργού, της ελληνικής ομάδας διαπραγμάτευσης… 

 Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, στη συνάντηση της Δρέσδης άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά μια συμμαχία μεταξύ Γαλλίας – Ιταλίας – ΗΠΑ. Συμμαχία «αντιγερμανική», υπό την έννοια ότι οι τρεις χώρες που την συνθέτουν θεωρούν ότι η γερμανική πολιτική υπέρ της λιτότητας περιορίζει την ανάπτυξη στην Ευρώπη και, γι’ αυτό, πρέπει να αλλάξει. 

 Αν σ’ αυτό το διεθνές συγκρουσιακό περιβάλλον προσθέσουμε την ενδοκυβερνητική αντίθεση Μέρκελ – Σόϊμπλε και την «ενδοαμερικανική», ας την πούμε, σύγκρουση συμφερόντων, μεταξύ κυβέρνησης και Δ.Ν.Τ., έχουμε ανάγλυφο μπροστά μας το πάζλ που συνθέτει τα μεγάλα καπιταλιστικά… ζόρια των καιρών. Με την Ελλάδα στο επίκεντρο ως μόνη σταθερή θέση εν μέσω ασταθών αντιθέσεων.

 *Κρυπτογραφημένο εσχατολογικό ημερολόγιο των Μάγια που φυλάσσεται στο Μουσείο τα Δρέσδης ** Ο ιστορικός δογματικός κανόνας της Λουθηρανικής Εκκλησίας

20 Μαΐου 2015

Ο Βαρουφάκης ως σάκος του μποξ


Ο επικοινωνιακός τραγέλαφος, οι βλαβερές του συνέπειες στην κυβέρνηση και η συνευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ 

 Ήταν μια μικρή (διπλωματικής φύσεως, ας δεχτούμε) αναδιάρθρωση για τον καλύτερο, υποτίθεται, συντονισμό της ομάδας διαπραγμάτευσης. Όμως, μέσα από έναν καταιγισμό αλλοπρόσαλλων αντιδράσεων επικοινωνιακού (διάβαζε «προπαγανδιστικού») χαρακτήρα ένθεν κακείθεν, πέρασε στην ελληνική και διεθνή κοινή γνώμη ως η «απομάκρυνση», ή ο «εξοστρακισμός», ή ακόμα και ο «αποκεφαλισμός» (!) του Γιάνη Βαρουφάκη από τη διαπραγμάτευση. Κι αυτό, παρά την άμεση διάψευση της «είδησης» από την κυβέρνηση και παρά την φυσική παρουσία του διάσημου Έλληνα υπουργού, με την ιδιότητα του επικεφαλής της ελληνικής ομάδας διαπραγμάτευσης, στo Eurogroup, λίγα εικοσιτετράωρα μετά τον… αποκεφαλισμό του, με το ξυρισμένο κεφάλι στη θέση του. 

Καταλαβαίνετε, μιλάμε για μια «μη είδηση» που έγινε είδηση και ακολούθως σταθεροποιήθηκε στο χρόνο ως πραγματικότητα. Μια «πραγματικότητα» τόσο στέρεα που έγινε ακόμα και ερώτημα σε σφυγμομέτρηση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας που διενεργήθηκε για λογαριασμό του ΣΚΑΪ: «Σας έκανε καλή ή κακή εντύπωση ο περιορισμός του Βαρουφάκη κατά τη διαπραγμάτευση;», ρωτούσαν οι ερευνητές τους επιλεγμένους «πελάτες» της εν λόγω σφυγμομέτρησης. 

 Έ, λοιπόν, το 51,5% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι ο «περιορισμός» του Βαρουφάκη τους έκανε κακή εντύπωση, πράγμα που σημαίνει ότι οι μισοί και πλέον Έλληνες έχουν απομνημονεύσει ως αντικειμενική αλήθεια μια «μη είδηση». Και σημαίνει ακόμα ότι το αρνητικό φορτίο αυτής της «μη είδησης», που οι μισοί και πλέον Έλληνες έχουν απομνημονεύσει ως αντικειμενική αλήθεια (τον «περιορισμό» Βαρουφάκη απ’ τη διαπραγμάτευση), το φορτώνουν στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ: «προφανώς εκείνος (ποιος άλλος;) τον περιόρισε και αυτό μας έκανε κακή εντύπωση…» 

 Η αλήθεια να λέγεται 

Θα μπορούσαμε να αποδώσουμε αυτόν τον επικοινωνιακό τραγέλαφο (και τις βλαβερές του συνέπειες για τον Τσίπρα, τον Βαρουφάκη, την ελληνική κυβέρνηση και, εν τέλει, τη χώρα) σε μια αντί – ΣΥΡΙΖΑ συνομωσία του μιντιακού σύμπαντος, στην λυσσαλέα αντίδραση των διαπλεκομένων, στην «τρόικα εσωτερικού», στην εκδικητική μανία του Σόϊμπλε κατά του αμφισβητία Έλληνα ομολόγου του. 

 Θα μπορούσαμε, ακόμα, να ξορκίσουμε το «θέμα» με τον αφορισμό του Ουμπέρτο Έκο για τη «μη αντικειμενικότητα της είδησης», γράφοντας ένα δοκίμιο του τύπου «ο μύθος της αντικειμενικότητας είναι μια ψευτοιδεολογία που κρύβει την είδηση, μια θεωρητική υπερδομή κατασκευασμένη για να καλύψει άλλα πράγματα…»• καταλήγοντας σε κάτι σωστό, ότι «το καθήκον του δημοσιογράφου δεν είναι να πείσει το κοινό ότι αυτός λέει την αλήθεια, αλλά να το προειδοποιήσει ότι αυτός λέει τη «δική του» αλήθεια, ότι υπάρχουν όμως κι άλλες αλήθειες…». 

 Εντάξει. Η δική μου δημοσιογραφική (και όχι μόνον) αλήθεια αδυνατεί να κρύψει ότι σ’ αυτόν τον επικοινωνιακό τραγέλαφο (με τις βλαβερές συνέπειές του για τον Τσίπρα, τον Βαρουφάκη, την ελληνική κυβέρνηση και, εν τέλει. τη χώρα) συμβάλλει – ηθελημένα ή αθέλητα, σκόπιμα ή… άσκοπα – και ο ΣΥΡΙΖΑ. Για την ακρίβεια, επί μέρους πρόσωπα και πράγματα της κυβέρνησης, της κοινοβουλευτικής ομάδας, της κομματικής και παρακομματικής ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ… 

 Η «αντισυνέντευξη» 

Συνεχίζοντας, αναπόφευκτα, στο ταμπλό Βαρουφάκη (είναι ο σούπερ ήρωας στο τετράμηνο κυβερνητικό αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ, πως να το κάνουμε;) θα ήταν δημοσιογραφική – και κομματική, θα έλεγα – αμαρτία να αποκρύψουμε την αλήθεια «Λαπαβίτσας». Το γεγονός, δηλαδή, ότι την ώρα που ο υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης έδινε συνέντευξη σε ένα πανελλαδικής εμβέλειας κανάλι για την αναγκαιότητα μιας συμφωνίας με τους όρους του ΣΥΡΙΖΑ, εκείνος (ο οικονομολόγος και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Λαπαβίτσας) έδινε αντισυνέντευξη σε ένα άλλο «κανάλι» («The Press Project») λέγοντας τα γνωστά δικά του. Που αντικειμενικά, (σύμφωνα με την κατά Ουμπέρτο Έκο δημοσιογραφική «αλήθεια») λόγω του χρόνου και της φύσης της συνέντευξης, λειτούργησαν ως συνήθως αντικυβερνητικά και, στην προκειμένη περίπτωση, σκοπίμως «αντιβαρουφικά»… 

«Ο Βαρουφάκης αποτελεί κεφάλαιο για τον ΣΥΡΙΖΑ», είχε πει ο Αλέξης Τσίπρας (τότε που έπαιζε η «μη είδηση» που πέρασε σαν είδηση), διαψεύδοντας για μια ακόμα φορά τα περί απομάκρυνσής του από την ομάδα διαπραγμάτευσης. Αυτή είναι και η δική μου αλήθεια για τον Έλληνα υπουργό οικονομικών. Το έλεγα προχτές σε μια σύναξη «μπαρουτοκαπνισμένων» συντρόφων και νεότερων συριζαίων, οικονομολόγων ή μη, κάθε απόκλισης: «Εντάξει, ο Βαρουφάκης δεν είναι ένας από εμάς αλλά είναι με εμάς, δουλεύει για εμάς και κάνει αυτή τη δουλειά καλύτερα απ' οιονδήποτε εξ ημών και υμών». 

«Σιγά την αλήθεια», θα μου πείτε• και θα ‘χετε δίκιο, αφού μιλάμε για μια αλήθεια αυταπόδεικτη: μόνο και μόνο από το γεγονός ότι η θητεία του Γιάνη Βαρουφάκη δεν είναι παρά ένα χρονικό αποτυχημένων προσπαθειών αποδόμησής του από κάθε πολέμιο του «πειράματος ΣΥΡΙΖΑ», της «Ελληνικής απόπειρας δημοκρατίας», όπως ωραιότερα προσδιορίζεται από τον Ετιέν Μπαλιμπάρ.

Νίκος Τσαγκρής

13 Μαΐου 2015

Πολιτική λύση με τους όρους του ΣΥΡΙΖΑ


Μια λύση με τους όρους της Ελληνικής κυβέρνησης θα είναι νίκη της Πολιτικής κατά της Οικονομίας, νίκη των Ανθρώπων ενάντια στους Αριθμούς. 

 Το γνωρίζουμε και το θέλουμε και το περιμένουμε όλοι, όχι μόνο εμείς εδώ στον ΣΥΡΙΖΑ και στα πέριξ αλλά και η κοινωνία ολόκληρη, ότι μια συμφωνία που θα κινείται στο πλαίσιο των προγραμματικών δεσμεύσεων της κυβέρνησης, (ένας «έντιμος συμβιβασμός», όπως τον λέει ο Αλέξης Τσίπρας, που δεν θα παραβιάζει τις «κόκκινες γραμμές» προστασίας του έσχατου εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων, θα επαναφέρει τα απολεσθέντα εργασιακά και ασφαλιστικά κεκτημένα, το κοινωνικό κράτος) δεν μπορεί παρά να είναι μια συμφωνία Πολιτική• μια συμφωνία που θα παραβιάζει τους «κανόνες», θα υπερβαίνει τους «θεσμούς», θα ξεπερνά το διευθυντήριο των Βρυξελών, θα αμφισβητεί την «ηγεμονία»της Μέρκελ, θα ανατρέπει τον νεοφιλελεύθερο μύθο της λιτότητας. Και ως εκ τούτου, θα είναι μια συμφωνία Πολιτική με το Π κεφαλαίο… 

Φυσικά, αυτό το τελευταίο, ο πολιτικός χαρακτήρας της συμφωνίας δηλαδή, ελάχιστα απασχολεί τον μέσο Έλληνα – μια λυτρωτική για την προσωπική του ζωή συμφωνία (το εισόδημά του, την αξιοπρέπειά του) περιμένει εκείνος• απασχολεί ωστόσο, βασανιστικά, την ντόπια και ξένη οικονομική ελίτ, το «σύστημα», όπως το λέμε εμείς. Και τους μηχανισμούς του, τα παπαγαλάκια του: όσες και όσοι αντέχουν ακόμα να παρακολουθούν τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, θα έχουν, ασφαλώς, παρατηρήσει την αγχωμένη ρητορεία των συστημικών σχολιαστών – ρητορεία απαξίωσης δια της γελοιοποίησης, συνήθως, κάθε πολιτικού στοιχείου που εξ ευωνύμων εισάγεται στη διαπραγμάτευση• ειδικά όταν αυτό γίνεται αποδεκτό από τους «εταίρους» και τους «θεσμούς». 

Αλήθεια, ποιος δεν διασκέδασε με την υστερική απόπειρα της αυτού Γελοιότητος του MEGA – σχολιαστή Πρετεντέρη να απαξιώσει την εισαγωγή του δημοψηφίσματος (ενός κατ’ εξοχήν πολιτικού εργαλείου) στο τραπέζι της διαπραγματεύσεων του euro group της περασμένης Δευτέρας – την αποδοχή του, εν τέλει, από αρκετούς ομόλογους του κ. Βαρουφάκη υπουργούς, ακόμα κι απ’ τον… σκληρό κ. Σόϊμπλε… 

Το όπλο «διαπραγμάτευση» 

 Η απόπειρα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για μια «συμφωνία» με τους εταίρους ήταν εξ αρχής πολιτική: μια απόπειρα πολιτικής διαπραγμάτευσης για μια πολιτική συμφωνία με τους εταίρους. Ακόμα καλύτερα, μια απόπειρα πολιτικής εξόδου από την κρίση που δεν είναι κρίση ελληνική αλλά κρίση ευρωπαϊκή, και δεν είναι κρίση οικονομική αλλά κρίση πολιτική, κρίση των θεσμών που διέπουν την ευρωπαϊκή Ένωση, την ευρωζώνη και το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα. 

Η απόπειρα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ διεξήχθη με βασικό όπλο τη «διαπραγμάτευση». Ένα συστημικό εφεύρημα για την οικονομική καταστολή των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας, που, στα χέρια του Έλληνα υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη, μεταλλάχθηκε σε ένα υπερσύγχρονο πολιτικό όπλο αποσταθεροποίησης των συστημικών «θεσμών» (τον εξοστρακισμό της τρόικας και δι’ αυτού την απαξίωση των τεχνικών της εξουσίας του Σόϊμπλε), και στα χέρια του Αλέξη Τσίπρα μετεξελίχθηκε σε εφόδιο πολιτικής διπλωματίας υψηλού επιπέδου που απέδωσε την πολιτική ισοτιμία Ελλάδας – Γερμανίας – Γαλλίας στην πράξη, τη διεθνοποίηση του ελληνικού ζητήματος, ενώ απεργάζεται, με μεγάλη πιθανότητα επιτυχίας, μια πολιτική συμφωνία εξόδου της χώρας από την κρίση. 

Η «απόπειρα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ» είναι αποδεκτή από τους σπουδαιότερους σύγχρονους πολιτικούς και διανοούμενος ως μια Πολιτική απόπειρα με το Π κεφαλαίο, που ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα και καταγράφεται ως «Η ελληνική απόπειρα δημοκρατίας»… 

Πολιτική λύση 

Η «ελληνική απόπειρα δημοκρατίας», λοιπόν, όπως εκδηλώνεται μέσω της διαπραγμάτευσης με τους ευρωπαίους εταίρους, απασχολεί βασανιστικά την ντόπια και ξένη ελίτ, την κάνει να αποστρέφεται και να πολεμά λυσσαλέα την πολιτική λύση στο ελληνικό ζήτημα: τα δίνουν όλα για να οδηγήσουν σε αποτυχία την «ελληνική απόπειρα δημοκρατίας» και σε συνθηκολόγηση τον ΣΥΡΙΖΑ, να μη γίνει παράδειγμα για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, ιδίως για τους Ισπανούς στην τωρινή συγκυρία… 

 Η πολιτική των θεσμών είναι μια «επανάσταση από τα πάνω», όπως λέει και ο Μπαλιμπάρ, «μια προληπτική αντεπανάσταση για να εξουδετερωθούν από πριν οι λαϊκές αντιδράσεις». Ενώ η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, (η «ελληνική απόπειρα δημοκρατίας») είναι «μια επανάσταση από τα κάτω», η πολιτική και κυβερνητική έκφραση των ελληνικών και των ευρωπαϊκών λαϊκών αντιδράσεων στους θεσμούς και την πολιτική τους. 

 Απ’ αυτή την άποψη, μια πολιτική συμφωνία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τους ευρωπαίους εταίρους (η πολιτική συμφωνία – λύση που, εκτός απροόπτου, ολοκληρώνεται ως το τέλος του μήνα) δεν μπορεί παρά να παραβιάζει βάναυσα την πολιτική των θεσμών, αφού θα παρακάμπτει τους «κανόνες», θα υπερβαίνει την τρόικα, θα ξεπερνά το διευθυντήριο των Βρυξελών, θα αμφισβητεί την «ηγεμονία»της Μέρκελ, θα ανατρέπει τον νεοφιλελεύθερο μύθο της λιτότητας… 

 Εν κατακλείδι, μια συμφωνία με τους όρους της Ελληνικής κυβέρνησης θα είναι νίκη της Πολιτικής κατά της Οικονομίας, νίκη των Ανθρώπων ενάντια στους Αριθμούς.

Νίκος Τσαγκρής

6 Μαΐου 2015

Ο Σάμουελ Μπέκετ βλέπει συμφωνία!..


Περιμένοντας το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης οι Έλληνες θυμίζουν τους πρωταγωνιστές του θεατρικού έργου «Περιμένοντας τον Γκοντό», 

 Δύο γερασμένοι αλήτες περιμένουν σ' έναν έρημο δρόμο, δίπλα στο μοναδικό δέντρο που υπάρχει εκεί. Δεν βρίσκονται σε κανένα συγκεκριμένο τόπο ή χρόνο - είναι παντού και πουθενά. Επί δύο μέρες καβγαδίζουν, βαριούνται, κάνουν καραγκιοζιλίκια, αυτοεπαναλαμβάνονται, απειλούν να αυτοκτονήσουν και περιμένουν. Περιμένουν κάποιον που μπορεί να μην έρθει ποτέ. Περιμένουν τον Γκοντό… 

Σε μια διόλου αταίριαστη αλληγορία, οι «γερασμένοι αλήτες» του Σάμουελ Μπέκετ είμαστε εμείς! Οι χρεοκοπημένοι, απαξιωμένοι και ταπεινωμένοι από τους «ευρωπαϊκούς θεσμούς» Έλληνες. Που, σαν τους διαχρονικούς γερασμένους αλήτες του Μπέκετ, τον Βλαντιμίρ και τον Εστραγκόν, καθόμαστε σε μια ερημωμένη χώρα περιμένοντας τη συμφωνία. 

Η διαφορά είναι ότι, σε αντίθεση με τους ήρωες του Μπέκετ που «είναι παντού και πουθενά», εμείς βρισκόμαστε σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, είμαστε «εδώ» και «τώρα». Και, τρείς και κάτι μήνες, καμαρώνουμε, ελπίζουμε, καβγαδίζουμε, απειλούμαστε και απειλούμε, περιμένοντας τη «συμφωνία». Αλλά ποια «συμφωνία»; 

 - Μια συμφωνία σαν ψάθινο καπέλο, να το φοράω και να μη με νοιάζει πια που είμαι κουρελής. Και να το αγοράσω, λέει, ολοκαίνουργιο, με το επίδομα αδείας. Και να το φορέσω και, με τον παρά στην τσέπη, να μπω σ’ ένα καράβι. Και να πάω, λέει, ίσαμε… ίσαμε τον Πόρο! 

-Μη μου το λες! Κι αυτούς που σε κατάντησαν κουρελή; Εγώ σ’ το λέω, Ντιντί, επίδομα-ξεεπίδομα θα τους πετούσα το καπέλο στη μούρη… 

 Στωικότητα και αισιοδοξία 

 Γράφω αυτό το κείμενο ως θεατής των θεατών της διαπραγμάτευσης και, πραγματικά, τους βλέπω σαν εκατομμύρια ψηφιακά πολλαπλάσια των κωμικοτραγικών πρωταγωνιστών του θεατρικού έργου του Μπέκετ, τού Βλαντιμίρ και του Εστραγκόν. Και σκέφτομαι πως έχουν δίκιο όσοι υποστηρίζουν ότι το «Περιμένοντας τον Γκοντό» έχει ιδιαίτερη απήχηση σε καιρούς κοινωνικής και πολιτικής κρίσης και ότι «ως νεωτερικός υπαρξιακός στοχασμός, το έργο μπορεί αρχικά να φανεί θλιβερό, είναι όμως και αστείο και ποιητικό και αποκαλύπτει το ανθρώπινο ταλέντο για στωικότητα, συντροφικότητα και αισιοδοξία»*. 

 Στωικότητα ίσως όχι, αλλά συντροφικότητα και αισιοδοξία μπόλικη. Και πίστη αξιοθαύμαστη. Είναι, πραγματικά, πρωτόγνωρη η αμείωτη λαϊκή πίστη στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, στον Έλληνα πρωθυπουργό, στους υπουργούς, στην ομάδα διαπραγμάτευσης, μέσα σ’ αυτό το απολύτως εχθρικό, εσωτερικό και εξωτερικό οικονομικό και μιντιακό περιβάλλον• σ’ αυτή την παλινδρομική κίνηση από το φως στο σκοτάδι και πάλι πίσω… 

Προσωπικά, ως θεατής των θεατών της διαπραγμάτευσης βλέπω τους Έλληνες να περιμένουν υπομονετικά τη «συμφωνία», όπως ο Πότζο (ένας περαστικός ήρωας – σχολιαστής στο έργο του Μπέκετ) τους αναμένοντες τον «Γκοντό», Βλαντιμίρ και Εστραγκόν: «Γεννούν πάνω από έναν τάφο», λέει ο Πότζο. Και αμέσως προσθέτει: «Το φως λάμπει για μια στιγμή και ύστερα έρχεται πάλι η νύχτα». 

 Τι είδε ο Μπαλιμπάρ 

 Είναι θλιβερό, αλλά ταυτόχρονα εντυπωσιακό και αισιόδοξο, αυτό που συμβαίνει: οι Έλληνες του παρόντος «γεννούν πάνω από έναν τάφο», τον τάφο του πολιτικού συστήματος που οι ίδιοι ενταφίασαν υψώνοντας την Αριστερά στην κυβερνητική εξουσία. Και αυτό που γεννούν είναι η Πολιτική: σαν πρωτοπόροι της ανάγκης για αναγέννησή της πολιτικής στην Ευρώπη μέσα από την κρίση του ευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού… 

 «Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μια τεράστια ελπίδα για την Ελλάδα και ένα παράδειγμα για την Ευρώπη», εξηγεί ο σπουδαίος Γάλλος φιλόσοφος Ετιέν Μπαλιμπάρ (Γαλλικό Ινστιτούτο, Τρίτη 5 Μαΐου). «Η επιτυχία του», προσθέτει, «οφείλεται στο ότι υπερασπίζεται το έθνος, χωρίς να υιοθετεί αντιευρωπαϊκές ή ξενοφοβικές θέσεις. Γι αυτό θέλουν να οδηγήσουν σε αποτυχία την ελληνική απόπειρα δημοκρατίας και σε συνθηκολόγηση τον ΣΥΡΙΖΑ, να μη γίνει παράδειγμα για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, ιδίως για τους Ισπανούς». 

Ψέματα; Αυτός είναι ο βασικός λόγος που οδηγεί τις διαπραγματεύσεις σ’ εκείνη την παλινδρομική κίνηση, που λέγαμε, από το φως στο σκοτάδι και πάλι πίσω. Και εμάς να βλέπουμε τους αναμένοντες τη «συμφωνία» Έλληνες με τις φωτοσκιάσεις που ο Σάμουελ Μπέκετ «έριχνε» στους αναμένοντες τον Γκοντό ήρωές του: «Το φως λάμπει για μια στιγμή και ύστερα έρχεται πάλι η νύχτα». 

Και πάλι φώς: Την ώρα που γράφεται αυτό το κείμενο. Ακόμα και η πιο χυδαία αντικυβερνητική φυλλάδα** καταγράφει «Κλίμα αισιοδοξίας για συμφωνία με τους δανειστές». 

- Αυτό περιμέναμε, Ντιντί, λίγο παραδάκι, ένα ταξίδι κατάστρωμα, ένα ψάθινο καπέλο. Το λένε, το λένε να δεις, …έντιμο συμβιβασμό. Έτσι το λένε! 

- Μια συμφωνία είναι, Γκογκό, τι κάνεις έτσι; Μόνο να, δεν θα ‘μαστε εμείς τώρα αυτοί που θα κρεμαστούν στα κλαριά τούτου εδώ του δέντρου! Οι άλλοι, οι σαμαροβενιζέλοι, θα τραμπαλίζονται από αύριο στο δεντράκι μας, πέρα-δώθε, πέρα δώθε… Και, ξέρεις κάτι; Είναι κιόλας αύριο! 

* «The Observer» – Καθημερινή, 29/03/2009
** Η εφημερίδα Το ΘΕΜΑ

Νίκος Τσαγκρής