7 Οκτωβρίου 2015

«Πρώτη φορά αριστερά της αγοράς»!


Κάποιες σκέψεις με αφορμή έναν πρωτοσέλιδο τίτλο για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ  

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015. Στη Βουλή των Ελλήνων συζητούνται οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, τις οποίες, την προηγουμένη, είχε παρουσιάσει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Με πρωτοσέλιδο τίτλο «Πρώτη φορά αριστερά της αγοράς», η εφημερίδα «Τα Νέα» επιχειρεί να σαρκάσει τις εμποτισμένες με μνημονιακές εφαρμογές προγραμματικές δηλώσεις: «Νυν υπέρ πάντων η αξιολόγηση και μετά επενδύσεις και χρέος», σχολιάζει τον τίτλο ο υπότιτλος. Στον ίδιο χρόνο, μια άλλη εφημερίδα, η «Εφημερίδα των Συντακτών», βλέπει διαφορετικά τις προγραμματικές δηλώσεις στον πρωτοσέλιδο τίτλο της: Δέκα ισοδύναμα για πιο ήπιο μνημόνιο. Ενώ στον υπέρτιτλο της εξηγεί ότι «η κυβέρνηση σχεδιάζει να ρίξει τα βάρη της φορολογίας στους κατέχοντες». Ακολούθως, δίνει ένα – δυό παραδείγματα φορολογίας «κατεχόντων»: φόροι στις εταιρίες τζόγου και αυτοκινητοδρόμων… 

Η αναφορά μου στους τίτλους των συγκεκριμένων εφημερίδων της συγκεκριμένης ημέρας δεν είναι διόλου τυχαία: η συγκεκριμένη ημέρα είναι η ημέρα εκκίνησης της πραγματικής διακυβέρνησης μιας ευρωπαϊκής χώρας από αριστερή κυβέρνηση (η προηγούμενη περισσότερο διαπραγματευόταν παρά κυβερνούσε), ενώ οι συγκεκριμένοι τίτλοι, σε κοινή ανάγνωση και ανάλυση, συνοψίζουν το ακανθώδες πολιτικό -ιδεολογικό περίγραμμα αυτής της «πρώτης φοράς αριστερής διακυβέρνησης». Της κυβέρνησης Τσίπρα και του κόμματος πίσω της: του «εναπομείναντος» ΣΥΡΙΖΑ… 

Ποιάς αγοράς; 

Υπάρχει κάτι που, στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου, συνομολογήθηκε από τον Αλέξη Τσίπρα, τον «εναπομείναντα» ΣΥΡΙΖΑ και την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος: μετά τη νύχτα του μεγάλου εκβιασμού (13η Ιουλίου) και τον συμβιβασμό Τσίπρα προκειμένου να αποτρέψει το Grexit και την οριστική χρεοκοπία της χώρας, η έξοδος από το μνημόνιο μόνο μέσω της εφαρμογής του μπορεί να επιτευχθεί. 

Με βάση αυτή τη συνομολογημένη «συνθήκη», ο υπότιτλος «Νυν υπέρ πάντων η αξιολόγηση και μετά επενδύσεις και χρέος» στο πρωτοσέλιδο των «ΝΕΩΝ» της περασμένης Τρίτης καθρεφτίζει σωστά τις κυβερνητικές προτεραιότητες που είναι και εθνικές προτεραιότητες. Ενώ ο σαρκάζων τίτλος «Πρώτη φορά αριστερά της αγοράς», άθελά του, περιγράφει το πεδίο πολιτικής θεωρίας και πράξης, εντός του οποίου οφείλει να κινείται ο ΣΥΡΙΖΑ (ως κυβερνώσα ή μη Αριστερά) τώρα και μετά: ναι, «πρώτη φορά αριστερά της αγοράς», μα ποιάς αγοράς; Της αγοράς της αυτορρύθμισης, της πολιτικά ελεγχόμενης αγοράς, ή μιας κρατικοποιημένης «αγοράς»; 

 Εντάξει, οι απαντήσεις της σύγχρονης Αριστεράς στο συγκεκριμένο ζήτημα έχουν δοθεί προ πολλού: «Το επείγον είναι να εξαλείψουμε μια για πάντα την αυταπάτη ότι οι αγορές αυτορρυθμίζονται» και «μόνο ο πολιτικός έλεγχος μπορεί να καταπολεμήσει την ασυδοσία των αγορών και να αποκαταστήσει το κοινωνικό – δημοκρατικό τους προφίλ». Αλλά αυτές είναι απαντήσεις σε θεωρητικό επίπεδο. Στην πράξη, οφείλει μιαν απάντηση ο λεγόμενος «ευρωπαϊκός αριστερισμός» στην πρωτοπορία του οποίου βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας: «…αυτό που θέλω να υπογραμμίσω περισσότερο από ποτέ, υπερασπιζόμενος τον «αριστερό ευρωπαϊσμό», είναι πως, σήμερα, υπάρχουν δύο δρόμοι στην Ευρώπη και για την Ευρώπη». Αυτή είναι και η θέση που υπερασπίστηκε με περισσή ευφράδεια ο Αλέξης Τσίπρας, στο άρθρο του που δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 2017 στη Le Monde…», επιβεβαιώνει ο Ετιέν Μπαλιμπάρ στο περίφημο άρθρο του υπό τον τίτλο «Πως θα αλλάξουμε την Ευρώπη»*… 

 Ενέσεις αυτοπεποίθησης 

Φυσικά ο Ετιέν Μπαλιμπάρ εννοεί την αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στη «σύγκρουση δυό εκ διαμέτρου αντίθετων στρατηγικών (σ. σ: με επίκεντρο την Ελλάδα) όσον αφορά το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης: απ’ τη μια τη στρατηγική εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε ένα πλαίσιο ισότητας και αλληλεγγύης και, απ’ την άλλη, τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης, και συνακόλουθα της Ε.Ε., με πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση τη δημιουργία μιας Ευρωζώνης δύο ταχυτήτων»… 

Το βλέπω, ξεφύγαμε θεωρητικολογώντας εν ευτελεία, αλλά εμείς οι… εναπομείναντες, βιώνουμε μια συγκυρία που απαιτεί… ενέσεις ιδεολογικής αυτοπεποίθησης. Οι οποίες θα γίνουν έως και θεραπευτικές αν επαληθευτεί ο τίτλος του δεύτερου πρωτοσέλιδου που, προλογικά, αναφέρω, του πρωτοσέλιδου της Εφημερίδας των Συντακτών: Δέκα ισοδύναμα για πιο ήπιο μνημόνιο. Και, βέβαια, ο υπέρτιτλος, («η κυβέρνηση σχεδιάζει να ρίξει τα βάρη της φορολογίας στους κατέχοντες») τα παραδείγματα που παρατίθενται, («φόροι στις εταιρίες τζόγου και αυτοκινητοδρόμων») καθώς και το ρεπορτάζ που ακολουθεί: το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης καταρτίζει λίστα με αντίρροπα μέτρα σε αντικατάσταση του ΦΠΑ 23%. Στις προτάσεις που θα παρουσιαστούν στους δανειστές περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων μέτρα για έκτακτη εισφορά σε κερδοφόρες επιχειρήσεις, σε ενδοομιλικές συναλλαγές, σε ακίνητα στο εξωτερικό κλπ, κλπ… 

Αυτά τα ολίγα… θεραπευτικά, με την ελπίδα ότι θα μεταβληθούν σύντομα σε κυβερνητικές εφαρμογές και δεν θα απομείνουν ξεθωριασμένα αποτυπώματα αριστερόστροφων προθέσεων στην πρώτη σελίδα μιας φίλιας εφημερίδας

 *Εφημερίδα Εποχή, 20/9/ 2015 και 27/9/2015

Νίκος Τσαγκρής

30 Σεπτεμβρίου 2015

Ο μόνος αντιμνημονιακός πόλος; Όχι δα


Ένας «αστικός μύθος» και πως καταρρίπτεται δια της απλής μεθόδου της κοινής λογικής. 

 «Καθώς θα εφαρμόζονται οι μνημονιακές πολιτικές από την κυβέρνηση Τσίπρα, τα λαϊκά στρώματα θα φεύγουν απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ και θα έρχονται στη Λαϊκή Ενότητα.»… 

Δεν είναι πολιτική προφητεία ούτε αστρολογική πρόβλεψη, αλλά η μεγάλη μετεκλογική προσδοκία των στελεχών του σκληρού πυρήνα της Λαϊκής Ενότητας. Μια προσδοκία που αποκαλύπτει τη βασική ιδρυτική ιδέα του νεοσύστατου αυτού κόμματος. Την πολιτική θεωρία του, ίσως – τη στρατηγική του, εάν θέλετε: «Είμαστε ο φορέας πολιτικής υποδοχής της αντίστασης και της ελπίδας των λαϊκών στρωμάτων, που απομακρύνονται από τον ΣΥΡΙΖΑ λόγω εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών». 

Αρκεί, άραγε, μια σκέτη προσδοκία με ολίγη από αντιμνημονιακή θεωρία και… πράξη για τη μετεκλογική συντήρηση και την κοινοβουλευτική ευδοκίμηση του σχήματος που ονομάστηκε Λαϊκή Ενότητα; Γιατί όχι; Εδώ κοτζάμ ΚΚΕ συντηρείται, από τον εμφύλιο και μετά, με την προσδοκία της ταξικής ωρίμανσης και της κομμουνιστικής… αντεπίθεσης: «εμπρός / λαέ / μη σκύβεις το κεφάλι / ο μόνος δρόμος είναι / αντίσταση και πάλι». 

 Η διαφορά είναι ότι η μετεκλογική προσδοκία των στελεχών της Λαϊκής Ενότητας δεν είναι παρά η ηττημένη προεκλογική προσδοκία τους, σε μετεκλογική διασκευή: μια ακυρωμένη απ’ τη ζωή προσδοκία, που στηρίζεται σε μια φενάκη: «είμαστε ο μοναδικός αντιμνημονιακός πόλος, ο μόνος φορέας υποδοχής της αντιμνημονιακής ψήφου των λαϊκών στρωμάτων, που απομακρύνονται από τον, μνημονιακό, πια, ΣΥΡΙΖΑ»… 

Από το 80 ως το… 2,9% 

 Είναι; Όχι δα! Πέραν του μικρόκοσμου της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, μόνο κάποιοι δικοί μας (κάποιοι απόκοσμοι σύντροφοι του… εναπομείναντος ΣΥΡΙΖΑ), το πιστεύουν αυτό. Κατά τα λοιπά, η εντύπωση ότι η Λαϊκή Ενότητα είναι ο μοναδικός αντιμνημονιακός πόλος δεν είναι παρά ένας αστικός μύθος, που καταρρίπτεται με μια απλή λογική παρατήρηση: Η συντριπτική πλειοψηφία του εκλογικού σώματος (το 80% των Ελλήνων σύμφωνα με την πιο πρόσφατη μέτρηση) τάσσεται κατά των μνημονίων. Με βάση αυτόν τον συσχετισμό δυνάμεων (80 αντιμνημονιακοί – 20 μνημονιακοί), εάν η Λαϊκή Ενότητα ήταν πράγματι «ο μοναδικός αντιμνημονιακός πόλος», στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου θα συγκέντρωνε το 80% των ψήφων. Ή το 60, ή το 40, άντε το 36,34% που πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ. Και όχι το 2,9% που πήρε ο… «μοναδικός αντιμνημονιακός πόλος»… 

 Χωρίς αστεία, με βάση την απλή λογική, με βάση το γεγονός ότι το 80% των Ελλήνων είναι εναντίον των μνημονίων και το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα (για να καταλαβαινόμαστε!) πλειοψήφησε των άλλων κομμάτων, μ’ αυτό το 36,34% έστω, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι, αν όχι «ο… μοναδικός αντιμνημονιακός πόλος», το πιο αντιμνημονιακό κόμμα ανάμεσα στα κόμματα που πήραν μέρος στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου. 

Και είναι. Αλλά για να το δει κανείς δεν αρκεί η αγκυλωμένη αριστερή λογική, χρειάζεται καθαρή σκέψη, και λίγη περίσκεψη: Το 80% των Ελλήνων που είναι «αντιμνημονιακό», είναι ταυτόχρονα, κατά το ίδιο, περίπου, ποσοστό, υπέρ του ευρώ. Τουτέστιν υπέρ της παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη και, βέβαια στην ευρωπαϊκή Ένωση… 

Εντός ευρωζώνης 

 Αυτό σημαίνει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων θέλει απαγκίστρωση απ’ τα μνημόνια εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ευρωζώνης και του ευρώ. Με σκληρή διαπραγμάτευση, αλλά χωρίς ρήξη και Grexit και ολοκληρωτική χρεοκοπία, και οπισθοδρόμηση στο εθνικό νόμισμα και την οικονομική και γεωπολιτική απομόνωση. 

 Μ’ αυτή τη σκέψη – γνώση, και λίγη περίσκεψη, αιτιολογείται απολύτως ο εξοστρακισμός του… «μοναδικού αντιμνημονιακού πόλου» (εκ μέρους του αντιμνημονιακού εκλογικού σώματος) στην περιοχή της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Και, συνεπακόλουθα, αιτιολογείται και η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα (για να καταλαβαινόμαστε!) ως του μόνου εναπομείναντος αντιμνημονιακού φορέα – ικανού να εκφράσει τα δικά του αντιμνημονιακά και ταυτόχρονα φιλοευρωπαϊκά «θέλω», από τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης. 

Τέλος, χωρίς μεμψιμοιρίες και ιδεοληπτικές αναστολές, οφείλουμε να δεχτούμε ότι πρώτος μεταξύ όλων (και όχι μεταξύ… ίσων) ανίχνευσε, υιοθέτησε και, μέσω της αξιοθαύμαστης διαχείρισης του τρίπτυχου δημοψήφισμα – 17ωρη διαπραγμάτευση – εκλογές, εξέφρασε το πλειοψηφικό αντιμνημονιακό «θέλω» ο Αλέξης Τσίπρας. 

 Υ. Γ: Με την ίδια λογική και την ίδια γνώση – σκέψη καταρρίπτεται και ένας δεύτερος, κοινοβουλευτικός αυτή τη φορά, μύθος, που κυκλοφόρησε προεκλογικά από τους σκληρούς πυρήνες των διαπλεκομένων κομμάτων. Και επιχειρείται να στερεωθεί και μετεκλογικά. Μιλώ για τον μύθο «Όλοι μνημονιακοί είμαστε» που, για ευνόητους λόγους θέλει τον ΣΥΡΙΖΑ ίδιο με τα μούτρα τους. Είναι θλιβερό, αλλά πρωταγωνιστές σ’ αυτή την νεοφιλελεύθερη καμπάνια είναι τα κορυφαία στελέχη της Λαϊκής Ενότητας. Όπως ο… σύντροφος Λαφαζάνης: « Η προηγούμενη αντιμνημονιακή Βουλή μεταμορφώθηκε αιφνιδίως σε μια Βουλή στην οποία επικρατούν σαρωτικά παλιές και νέες μνημονιακές δυνάμεις…», κλπ, κλπ.

Νίκος Τσαγκρής

23 Σεπτεμβρίου 2015

Τέλος η σιωπή και η αυτολογοκρισία


Οι Έλληνες έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία στον Αλέξη Τσίπρα, αυτή τη φορά χωρίς περιθώρια χάριτος 

«Η πολιτική ζωή του ελληνικού λαού τελειώνει περίπου το 404 π. Χ.», συνήθιζε να λέει ο Κορνήλιος Καστοριάδης• υπό την έννοια ότι η σύγχρονη Ελλάδα δεν κατάφερε ποτέ να ανασυγκροτηθεί ως κοινωνία των πολιτών: «η συγκρότηση ενός λαού σε πολιτική κοινωνία δεν είναι δεδομένη, δεν είναι κάτι που χαρίζεται, αλλά κάτι που δημιουργείται… ». 

Απ’ αυτή την άποψη, η τριπλή προσφυγή του Αλέξη Τσίπρα στον ελληνικό λαό μέσα σε εννέα μήνες δημιουργεί, αν όχι την αίσθηση της ομοίωσης, εκείνη της προσομοίωσης με μια ιδιότυπη συνθήκη άμεσης δημοκρατίας. Την αίσθηση μιας απόπειρας συγκρότησης του λαού μας σε «πολιτική κοινωνία». Και μια «συναίσθηση», ότι η συγκεκριμένη, πειραματική ας την πούμε, πολιτική κοινωνία απεφάνθη τρις: «ο λαός στην κυβέρνηση – ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία». Ή μήπως «ο λαός στην κυβέρνηση – ο Τσίπρας στην εξουσία»; 

«Ο λαός στην κυβέρνηση – ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα στην εξουσία», είναι μια τρίτη, (η πιο κοντινή στο προφίλ του εκλογικού αποτελέσματος) καστοριάδεια, να πούμε, προσέγγιση• ενώ μια τέταρτη πετάει έξω από το κάδρο τον λαό, τον ΣΥΡΙΖΑ, την «κοινωνία των πολιτών» και τον… Καστοριάδη της. Και, σαρκάζοντας την αλληλουχία απατηλών αισθήσεων και συναισθήσεων που αρθρώσαμε ως εδώ, αποφαίνεται: ήταν ένας προσωπικός θρίαμβος του Αλέξη Τσίπρα!.. 

 Χιλιάδες μικροί Καμύ 

 «Χαίρω πολύ!» είναι η απάντησή μου στη τελευταία προσέγγιση. Την αναγνωρίζω, την κατανοώ, την σέβομαι περισσότερο από κάθε βαρετή ανάλυση κάθε βαρύγδουπου αναλυτή εκλογικών αποτελεσμάτων, αλλά ελάχιστα με συγκινεί, γιατί με αφήνει απ’ έξω. Για την ακρίβεια, αφήνει απ’ έξω την κοινωνία των πολιτών. Και μαζί της χιλιάδες – δεκάδες χιλιάδες, ίσως – μέλη της, που «ανήκουν» στην Αριστερά. Και γράφουν, ερήμην της, την ιστορία της: 

 «Κύριε Καμύ, ανήκετε στην Αριστερά»; 
 «Ναι, παρά τη θέλησή της και τη δική μου» 

Παρά τη θέλησή της και με τη δική μου τραυματισμένη, με μια πικρή γεύση στο στόμα όπως όταν μασάς πικραμύγδαλο, με μεγαλύτερη αγωνία από ποτέ για το αποτέλεσμα των εκλογών και κυρίως το αύριο, θα πάω να ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτήν τη φορά η ψήφος μου έχει μια ποιοτική διάφορα: είναι ψήφος μηδενικής ανοχής. Τέλος η σιωπή και η αυτολογοκρισία. 
Καλή ψήφο σύντροφοι. 

Μόλις διαβάσατε το σημείωμα ενός διαδικτυακού φίλου, του Κυριάκου Αγγελάκου, όπως αναρτήθηκε στο «προφίλ» του στο facebook, λίγο πριν ψηφίσει στις εκλογές της Κυριακής. Ο Κυριάκος είναι ένα μέλος της «κοινωνίας των πολιτών» (αν υπάρχει τέτοια) και, σίγουρα, ένα ξεχωριστό μέλος της εκτός των τειχών της Αριστεράς κοινωνίας της αριστεράς, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ: «Κύριε Καμύ, ανήκετε στην Αριστερά»; «Ναι, παρά τη θέλησή της και τη δική μου»… 

 Αγωνία για το αύριο 

Παραθέτω το «σημείωμα» του Κ. Α. ως τεκμήριο κουλτούρας των χιλιάδων μικρών Καμύ που συνιστούν την εκτός των τειχών της Αριστεράς κοινωνία της αριστεράς. Αλλά κυρίως, ως ποιοτικό αποτύπωμα των ενδόμυχων σκέψεων, των αισθημάτων και συναισθημάτων τους, της πολιτικής ψυχολογίας τους, στον δρόμο προς τις κάλπες της 20ης Σεπτεμβρίου: «Παρά τη θέλησή της (σ. σ: της Αριστεράς) και με τη δική μου τραυματισμένη, με μια πικρή γεύση στο στόμα όπως όταν μασάς πικραμύγδαλο, με μεγαλύτερη αγωνία από ποτέ για το αποτέλεσμα των εκλογών και κυρίως το αύριο, θα πάω να ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ». 

Μεγαλύτερης αξίας, ωστόσο, είναι η κατακλείδα του μικρού αυτού σημειώματος. Η οποία, πέρα από το γεγονός ότι προσφέρει πολύτιμη τροφή για τη σκέψη των αναλυτών εκλογικών αποτελεσμάτων, αποτελεί και ένα προαναγγελθέν σήμα κινδύνου – μια ευκρινή αποκωδικοποίηση των διαθέσεων της «κοινωνίας της Αριστεράς» απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και τη νεοσυσταθείσα κυβέρνησή του: αυτήν τη φορά η ψήφος μου έχει μια ποιοτική διάφορα, είναι ψήφος μηδενικής ανοχής. Τέλος η σιωπή και η αυτολογοκρισία… 

 Έχω τη βεβαιότητα ότι παρόμοια είναι και η γενικότερη (πέρα από ιδεολογίες) διάθεση του συνόλου των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία στην Αριστερά, μια δεύτερη ευκαιρία στον Τσίπρα, αλλά αυτή τη φορά η ανοχή είναι μηδενική, η περίοδος της κοινωνικής σιωπής τελειώνει: «Απλά οι Έλληνες ψήφισαν έξυπνα», αναλύει καλύτερα από κάθε Έλληνα «αναλυτή» ένας Γερμανός φίλος, ο Γκρέγκορ Γκίζι: ξέρουν ότι με μιαν άλλη κυβέρνηση θα υποφέρουν περισσότερο και ότι ο Τσίπρας πήρε όσα μπορούσε να πάρει και θα ξαναπάρει όσα περισσότερα μπορεί να πάρει… 

Ο Τσίπρας! Πάντα ο Τσίπρας!.. Ακόμα και ο Γερμανός κομμουνιστής τον τοποθετεί σε πρώτο πλάνο, στο κάδρο της ανάλυσής του: ήταν ένας προσωπικός θρίαμβος του Αλέξη Τσίπρα!..

Νίκος Τσαγκρής

16 Σεπτεμβρίου 2015

Αν όχι Τσίπρας, τότε… Σόϊμπλε!


Οφείλουμε να πάμε στις κάλπες με το βλέμμα στην πολιτική και όχι στις κενές ιδεολογικές αναφορές. 

 Εκλογές, δημοψήφισμα και πάλι εκλογές, μέσα σε εννέα μήνες. Και επειδή και οι τρείς εκλογικές διαδικασίες «κυοφορήθηκαν» σε χρόνο αντίστοιχο της ανθρώπινης κυοφορίας, μπορούμε να μιλάμε για εκλογές… τρίδυμες. Αρκεί το «παιδί» που θα γεννηθεί το βράδυ της Κυριακής να είναι κι αυτό συριζάκι! Όπως τα δυό προηγούμενα. Διαφορετικά… 

Διαφορετικά, κερδίζει ο Σόϊμπλε. Κι αυτό δεν το λέει ένας ταπεινός αρθρογράφος ενός πτωχού – πλην τίμιου εντύπου όπως η ΕΠΟΧΗ, αλλά σύσσωμη η ευρωπαϊκή Αριστερά: «Ο Σόιμπλε και όσοι τον στήριξαν έχασαν το πολιτικό παιχνίδι εξουσίας τους όταν προσπάθησαν να οδηγήσουν την Ελλάδα έξω από το ευρώ. Ένα Grexit θα ήταν μια καταστροφή, ιδίως για τους φτωχούς - όχι μόνο της Ελλάδας…» 

Είναι λόγια της Γκάμπι Τσίμερ αυτά, από την ομιλία της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η Γκάμπι Τσίμερ είναι η πρόεδρος της «Ευρωπαϊκής Αριστεράς» (ευρωομάδα GUE / NGL) και, στο δρόμο προς τις κάλπες, είναι ωφέλιμο θαρρώ, να τα αναπαράγουμε: μέσω εκπροσώπου έστω, να μάθουμε πώς μας βλέπουν και τι προσδοκούν από εμάς, εκατομμύρια Ευρωπαίοι – μέλη δεκάδων αριστερών και «πράσινων» κόμματων και κινημάτων. Να συνειδητοποιήσουμε, να αναλογιστούμε, τις ευθύνες μας, ως μέλη μιας πρωτοπόρου στο χώρο της σύγχρονης ευρωπαϊκής Αριστεράς, συλλογικότητας. Του ΣΥΡΙΖΑ. 

 Έτσι μας βλέπουν

 «Ο αγώνας μας συνεχίζεται!» διαμηνύει, δια στόματος Γκάμπι Τσίμερ, η ευρωαριστερά: «Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας χρειάζονται την πλήρη στήριξή μας για να έχουν περισσότερες δυνατότητες στις επόμενες διαπραγματεύσεις για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους και για την προώθηση ουσιαστικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων». 

Η ευρωπαϊκή Αριστερά – εκατομμύρια Ευρωπαίοι, μέλη δεκάδων σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων και κινημάτων – γνωρίζει ότι οι συνέπειες του «συμβιβασμού του ΣΥΡΙΖΑ» θα είναι σκληρές για εμάς τους Έλληνες και την οικονομία μας, αλλά έχει επίγνωση ότι «ο Σόιμπλε και όσοι τον στήριξαν έχασαν το πολιτικό παιχνίδι εξουσίας τους όταν προσπάθησαν να οδηγήσουν την Ελλάδα έξω από το ευρώ». Και συνεπίγνωση ότι «ένα Grexit θα ήταν μια καταστροφή, ιδίως για τους φτωχούς - όχι μόνο της Ελλάδας…» 

Η ευρωπαϊκή Αριστερά πλην… Λαφαζάνη: «η λύση είναι έξοδος από την ευρωζώνη» λέει τώρα, ανοιχτά, ο πρωτεργάτης της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ. Και με αξιοθαύμαστη… σαφήνεια εξηγεί: «το πέρασμα στο εθνικό νόμισμα για να εφαρμόσουμε ένα πρόγραμμα ανόρθωσης και ανασυγκρότησης της Ελλάδας». Στο τέλος, κλείνει με έναν αφασικό γρίφο: «Αν περιμένουμε από τρίτους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα είναι λάθος. Θα είναι δική μας επιλογή η έξοδος από την ευρωζώνη»… 

Ποιοι είναι, αλήθεια, οι «τρίτοι»; Ποιους αρνείται να περιμένει για να βγάλουν το φίδι (την Ελλάδα;) απ’ την τρύπα (την ευρωζώνη;) ο ποιητής; Τον Σόϊμπλε, προφανώς. Ή τον Μιχαλολιάκο. Γιατί ο «τρίτος»… διαφοροποιείται: με το ευρώ δεν έχει πρόβλημα, από την Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να μας βγάλει… 

 Να κερδίσουμε τον πόλεμο 

 «Ούτε ρήξη ούτε συνθηκολόγηση: η δεύτερη είναι εύκολη, η πρώτη ευκολότερη», έγραφα προ μηνών, όταν κάποιοι από τους τωρινούς διασπαστές άρχισαν να υψώνουν τα λάβαρα της ρήξης στα κανάλια της διαπλοκής. «Διαπραγμάτευση – διαπραγμάτευση – διαπραγμάτευση», πρότεινα εμφατικά: «αν όχι σαν μια μυθική ελληνική εκστρατεία για τον εξανθρωπισμό των βάρβαρων ευρωπαϊκών (γερμανικών) κανόνων…», ως αταλάντευτη επιχείρηση εκπροσώπησης και διεκδίκησης του συλλογικού «θέλω» της πλειονότητας των Ελλήνων που ανέδειξαν και στήριξαν (και στηρίζουν) αυτή την κυβέρνηση, αυτή τη διαπραγμάτευση…» 

Κι έτσι έγινε: «Η Ελλάδα έδωσε μια πρώτη μάχη – ο πόλεμος συνεχίζεται», περιγράφει ο καθηγητής και διανοούμενος τις ιταλικής Αριστεράς Μάρκο Ρεβέλι, αντανακλώντας σαν κρυστάλλινος καθρέφτης την συλλογική γνώμη της ευρωαριστεράς. «Αλλά για να κερδηθεί», συνεχίζει, θα πρέπει να κινητοποιηθούμε όλοι μας με στόχους που ενώνουν και κερδίζουν συναίνεση». Και, σαν να απαντά για λογαριασμό μας στους αντιευρωπαϊστές της «πλατφόρμας», προσθέτει: «Το εθνικό πεδίο δεν αποτελεί το χώρο όπου μπορείς να αντέξεις τη συγκεκριμένη σύγκρουση των καιρών μας. Πρέπει να αναμετρηθούμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο κερδίζοντας συναίνεση με ενωτικές, δημοκρατικές, κοινωνικά δίκαιες και αλληλέγγυες προτάσεις»… 

Λοιπόν, που λέτε, στο δρόμο προς τις κάλπες, οφείλουμε να είμαστε καθαροί, λυτρωμένοι από ψευδαισθήσεις και αυταπάτες, να πατάμε στο σήμερα, στο πολιτικό παρόν: ψηφίζουμε με το βλέμμα στην πολιτική και όχι στις κενές ιδεολογικές αναφορές. Μια νέα κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να φαίνεται και να είναι αριστερή. Προοδευτική, φιλολαϊκή, αντισυστημική. Να περιγράφει συγκεκριμένες κυβερνητικές εφαρμογές (μεταρρυθμίσεις) που θα αμφισβητούν και θα ακυρώνουν αντίστοιχες μνημονιακές. Κι ακόμα, οφείλει να γράφει (να καθαρογράφει, αν θέλετε) το «αφήγημα» της Ελληνικής Αριστεράς – που είναι το αφήγημα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς – για το ευρωπαϊκό μέλλον.

Νίκος Τσαγκρής

9 Σεπτεμβρίου 2015

Γι αυτούς που παραδέχονται την ήττα

 
Μια αναγκαία παραδοχή για τη σταθεροποίηση της πολιτικής αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της κυβερνώσας αριστεράς.

Αυτό που προέχει είναι η σταθεροποίηση της πολιτικής αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της κυβερνώσας αριστεράς. Κάτι που φαίνεται ευκολότερο τώρα, μετά την απαλλαγή του από τα αντιευρωπαϊκά βαρίδια, τα αντιευρωπαϊκά «κόμματα» εντός του κόμματος…

Αλλά δεν είναι: η προεκλογική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να κινείται στα όρια μιας εφικτής μετεκλογικής κυβερνητικής πολιτικής που πρέπει να φαίνεται και να είναι αριστερή. Προοδευτική, φιλολαϊκή, αντισυστημική. Να περιγράφει συγκεκριμένες κυβερνητικές εφαρμογές (μεταρρυθμίσεις) που θα αμφισβητούν και θα ακυρώνουν αντίστοιχες μνημονιακές. Κι ακόμα, οφείλει να γράφει (να καθαρογράφει, αν θέλετε) το «αφήγημα» της Ελληνικής Αριστεράς – που είναι το αφήγημα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς – για το ευρωπαϊκό μέλλον.

Εύκολο είναι; Ένα μεγάλο μέρος μελών και στελεχών του κόμματος, τα πιο ευαίσθητα ίσως – σύντροφοι αγαπημένοι, δοκιμασμένοι, ξεχωριστοί, – παραμένουν εγκλωβισμένοι σ’ εκείνο το συνειρμικό αίσθημα «ήττας» που αναδύθηκε το πρωινό της 13ης Ιουλίου μετά τη λήξη της 17ωρης διαπραγμάτευσης Τσίπρα – Μέρκελ – Ολάντ. Και, λίγες μέρες αργότερα, ενισχύθηκε από την μηδενιστική στάση του Λαφαζάνη και της παρέας του στη Βουλή. Την διάσπαση, εν τέλει, του ΣΥΡΙΖΑ.

Η παραδοχή της ήττας είναι μια θυμική, μια αστόχαστη παραδοχή, όχι επειδή δεν ταιριάζει στην Αριστερά («κι όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα»*), αλλά επειδή αδικεί κατάφορα την σκληρή μάχη που έδωσε εκείνη τη νύχτα ο Αλέξης Τσίπρας: με αξιοθαύμαστη γενναιότητα και ευθύνη εθνικού ηγέτη, έφερε σε πέρας την εν λευκώ εξουσιοδότηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων (61,3% μέσω του δημοψηφίσματος) να αποφύγει τη ρήξη (και το Grexit) και να διαπραγματευτεί για μια καλύτερη, απ’ αυτήν της τελικής πρότασης Γιούνκερ, συμφωνία…**

Η αλήθεια να λέγεται

Και την έφερε!.. Διότι, μνημόνιο – ξεμνημόνιο, η συμφωνία που απέσπασε εκείνη τη νύχτα ο Αλέξης Τσίπρας (με την αμέριστη συνδρομή του Ευκλείδη Τσακαλώτου), είναι ευκρινώς καλύτερη, ποιοτικά και ποσοτικά, από την απορριφθείσα μέσω του δημοψηφίσματος πρόταση Γιούνκερ, και αυτή είναι μια αδήριτη πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα, όμως, που χιλιάδες συριζαίοι αδυνατούν να αναγνωρίσουν, εγκλωβισμένοι σ’ εκείνο το συνειρμικό αίσθημα «ήττας» που λέγαμε: μα, «είναι μνημόνιο», θα μου πείτε. Και θα μου πείτε, «δεν υπάρχει καλό και κακό μνημόνιο»…

Αλήθεια; Όποιος το λέει αυτό, εκτός του ότι ανατρέπει τη θεωρία της… σχετικότητας, οφείλει να προτείνει μια εναλλακτική, ένα plan B, να πούμε. Και απ’ ότι ξέρω, μόνο ο Σόιμπλε κι ο Λαφαζάνης το έχουν: Grexit και επιστροφή στη δραχμή…

Είναι η αλήθεια. Την βλέπει, και την κάνει σημαία σύσσωμη η ευρωπαϊκή Αριστερά, την ενστερνίζονται εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ και, διάβολε, αρνούνται να την αποδεχτούν και να την κάνουν προεκλογική παντιέρα δεκάδες στελέχη – χιλιάδες μέλη του κόμματος: Δεν υπάρχει ήττα. Ούτε καν συνθηκολόγηση. Ήταν μια τακτική υποχώρηση σε συνθήκες ανοιχτού εκβιασμού με στόχο την άτακτη χρεοκοπία της Ελλάδας, μια σθεναρή αντίδραση για την αποτροπή ενός εξελισσόμενου πανευρωπαϊκού συστημικού πραξικοπήματος για την ανατροπή του Αλέξη Τσίπρα και της κυβέρνησής του, της κυβέρνησης της Αριστεράς…

Ήταν επικράτηση του Τσίπρα, νίκη της κυβερνώσας Αριστεράς. Και η νίκη αυτή θα ήταν οριστική εάν η «αριστερή πλατφόρμα» δεν λειτουργούσε σαν οπισθοφυλακή του Βόλφγκανκ Σόϊμπλε, αν δεν ανέτρεπε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Η εκλογική μάχη

Το τριγυρίζω τόση ώρα για να πω ότι προκειμένου να προχωρήσουμε μπροστά, θεωρώ ότι είναι εκ των ων ουκ άνευ για τον «όλον ΣΥΡΙΖΑ» μια αναγκαία παραδοχη: υπήρξαμε και παραμένουμε αντιμνημονιακοί, ενάντιοι ακόμα και στο… δικό μας μνημόνιο, αλλά αυτό το μνημόνιο είναι ότι καλύτερο μπόρεσε να αποσπάσει ο Αλέξης Τσίπρας μέσα απ’ τις ρωγμές που ο ίδιος και οι άμεσοι συνεργάτες του, κυβερνητικοί αξιωματούχοι και μέλη της διαπραγματευτικής ομάδας, άνοιγαν συστηματικά, στρατηγικά, από την πρώτη ως την τελευταία μέρα της διαπραγμάτευσης, στο σκληροπυρηνικό σύστημα ελέγχου της ευρωζώνης. Με κέρδος, πέρα από την αποτροπή της άτακτης χρεοκοπία της χώρας μας και την συνδεόμενη αποτροπή της «αριστερής παρένθεσης, την αναστολή των εργασιών Σόιμπλε για τη συγκρότηση εκείνου του «τεχνοκρατικού τερατουργήματος», όπως το είχε αποκαλέσει ο Τσίπρας, που φιλοδοξεί να οδηγήσει «σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες».

 Έτσι, μ’ αυτή την παραδοχή ως κοινό – ειλικρινή τόπο, μπορεί να προκύψει η σταθεροποίηση της πολιτικής αξιοπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της κυβερνώσας αριστεράς. Και μπορεί η προεκλογική μάχη να ολοκληρωθεί στα όρια μιας εφικτής μετεκλογικής κυβερνητικής πολιτικής που πρέπει να φαίνεται και να είναι αριστερή. Προοδευτική, φιλολαϊκή, αντισυστημική. Να περιγράφει συγκεκριμένες κυβερνητικές εφαρμογές (μεταρρυθμίσεις) που θα αμφισβητούν και θα ακυρώνουν αντίστοιχες μνημονιακές. Να γράφει (να καθαρογράφει αν θέλετε) το σύγχρονο «αφήγημα» της Ελληνικής για το ευρωπαϊκό μέλλον.

*Στίχος του Μανόλη Αναγνωστάκη
**Από παλαιότερο κείμενό μου στην ΕΠΟΧΗ
΄
Νίκος Τσαγκρής

2 Σεπτεμβρίου 2015

Μια ματιά στις «πίσω μας σελίδες»

 
Πριν γυρίσουμε οριστικά τη σελίδα με τις συνιστώσες, αξίζει τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά στις «πίσω μας σελίδες»

Γυρίζοντας σελίδα, η αποχώρηση του Λαφαζάνη και της παρέας του από τον ΣΥΡΙΖΑ διαβάζεται και ως θετική εξέλιξη. Αρκεί ο «αναγνώστης» να είναι απαλλαγμένος από κομματικές και ιδεολογικές αγκυλώσεις, από δογματικές εμμονές και ιδεοληψίες. Να ζει στο πολιτικό παρόν. Τότε θα μπορέσει να «διαβάσει» την αποχώρηση ως απόδραση από την πραγματικότητα, ως λιποταξία. Και εντέλει ως απαλλαγή από ένα ανώφελο βάρος: ως απελευθέρωση των «δυνάμεων του πραγματικού» (του ΣΥΡΙΖΑ που συνεχίζει) από τις «δυνάμεις του φανταστικού»* (του ΣΥΡΙΖΑ που απέδρασε).

Ωστόσο, πριν γυρίσουμε οριστικά τη σελίδα με τις συνιστώσες, αξίζει τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά στις «πίσω μας σελίδες», που λέει κι ο ποιητής. Να διαβάσουμε το λαϊκό δοκίμιο υπό τον τίτλο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που δεν υπήρξε ποτέ ως κόμμα:

Στη θεωρία, ο ΣΥΡΙΖΑ συστήθηκε ως ένα ευγενές πείραμα οργανωτικής συνύπαρξης των εκτός ΚΚΕ κοινοβουλευτικών και εξωκοινοβουλευτικών σχημάτων της Αριστεράς. Ως ένα «πολυτασικό» μεν, πολιτικά και οργανωτικά ενιαίο δε, κόμμα.

Στην πράξη, οι περισσότερες τάσεις μονιμοποίησαν τα σχήματά τους, λειτουργώντας ως μικρογραφίες κομμάτων εντός του κόμματος: με κάθετη οργανωτική δομή, ακόμα και με ημιπαράνομα διοικητικά όργανα και δική τους πειθαρχία…

 «Έτσι, μεγάλο μέρος του στελεχικού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ, όλα τα προηγούμενα χρόνια και όσο η κυβερνητική εξουσία ερχόταν πιο κοντά, είχε αποδυθεί σε μια προσπάθεια επικράτησης του μικρού μαγαζιού του καθενός. Όπου ο καθένας και η τάση του θεωρούσε ότι είχε την πιο έγκυρη προσέγγιση στο πώς κλίνεται το επίθετο «αριστερός». Αυτιστικά, εντός των τειχών και πολύ μακριά από την πραγματικότητα…»*.

Δυο βασικά κεφάλαια

Εντάξει, αν συνεχίσουμε, σε προεκλογική περίοδο, να διαβάζουμε τις «πίσω μας σελίδες», κινδυνεύουμε να ξυπνήσουμε την 21η του Σεπτέμβρη με κυβέρνηση… Μεϊμαράκη. Ωστόσο, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στους τίτλους δυό βασικών κεφαλαίων του δοκιμίου υπό τον τίτλο «ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα που δεν υπήρξε ποτέ ως κόμμα»:
1) Καμιά επαφή με την πραγματικότητα: τα στελέχη ορισμένων «τάσεων» (με πρώτη και καλύτερη την «Αριστερή Πλατφόρμα») δεν κατάφεραν ποτέ να σπάσουν το ιδεοφαντασιακό κέλυφος στο οποίο παρέμειναν περίκλειστοι από την εποχή της ΚΝΕ και του σοβιετικού μοντέλου, να βγουν στον 21ο αιώνα. Δεν απέκτησαν ποτέ το προτέρημα της ατομικής αυτογνωσίας και, καταλαβαίνετε, στάθηκε αδύνατον να συμβάλλουν στην κατάκτηση της συλλογικής πολιτικής αυτογνωσίας: να δουν την σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, που είναι πραγματικότητα ευρωπαϊκή και παγκόσμια, χωρίς παρωπίδες.
2) Η σχέση κόμματος – κυβέρνησης. Αχαρτογράφητη περιοχή: το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Τσίπρας και η παρέα του βρέθηκαν να κυβερνούν με την κριτική στήριξη (αυτό είναι το σωστό!) ενός αδύναμου κομματικού κορμού συντεταγμένων (πολιτικά – ιδεολογικά) δυνάμεων με ασταθή άκρα• αποτελούμενα από ένα συνονθύλευμα ασύντακτων ιδεολογικών αποκλίσεων.

Έτσι, ακόμα και οι βουλευτές, και οι υπουργοί οι προερχόμενοι απ’ αυτό το συνονθύλευμα, πολιτεύονταν ως αντιπολιτευόμενοι. Ανήμποροι να προσλάβουν το συλλογικό πολιτικό «θέλω» των Ελλήνων, το πλειοψηφικό κοινωνικό «θέλω», να το εκφράσουν στο επίπεδο της κυβερνητικής πολιτικής, της εφαρμοσμένης, δηλαδή, πολιτικής: γιατί η Αριστερά μπορεί να κυβερνήσει μόνον όταν οι συνθήκες είναι αυτές που τη βολεύουν – συνθήκες ιδεολογικού εργαστηρίου και επικοινωνιακής αντιπολίτευσης…**

Το κεφάλαιο Τσίπρας

Στις «πίσω μας σελίδες» παραμένει ένα ακόμα κεφάλαιο ανοιχτό: Το κεφάλαιο «Τσίπρας». Το μόνο χειροπιαστό πολιτικό κεφάλαιο του ΣΥΡΙΖΑ που, κατά κοινή ομολογία, αποτελεί πολιτικό κεφάλαιο και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη. Τίποτε άλλο…

Απλά επαναλαμβάνω τον τελευταίο, σχετικό, αφορισμό μου: ο Αλέξης Τσίπρας δεν έγινε ποτέ αποδεκτός από το σύνολο του ίδιου του κόμματός του, της ίδιας της κυβέρνησής του, ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης, ο αδιαμφισβήτητος πρωθυπουργός. Ήταν υπό διαρκή αμφισβήτηση από τις «ασυνεπείς μειοψηφίες», τις συνιστώσες, τα κόμματα εντός του κόμματος. Εγκλωβισμένος στην χαοτική λειτουργία ενός κόμματος παραδομένου στις κραυγές και τους ψιθύρους ασυνεπών μειοψηφιών.

Ε, λοιπόν, οφείλουμε ως «κυβερνώσα Αριστερά» που, θέλουν – δε θέλουν ορισμένοι, είμαστε (είσαστε, για την ακρίβεια – προσωπικά ένα απλό μέλος – ένας ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνω ως το τέλος), να δούμε τη σχέση του κόμματος με την ηγεσία του, τον πρόεδρό του, τον εν δυνάμει πρωθυπουργό. Εντάξει, όχι τώρα, στο συνέδριο, μετά τις εκλογές.

Τώρα είναι η ώρα να γυρίσουμε σελίδα: να «διαβάσουμε» την έξοδο των «διαφωνούντων» από τον ΣΥΡΙΖΑ ως απόδραση από την πραγματικότητα, ως λιποταξία. Ως απαλλαγή από ένα ανώφελο βάρος, ως απελευθέρωση των «δυνάμεων του πραγματικού»: του ΣΥΡΙΖΑ που συνεχίζει στο μέλλον. Για να μην περάσει η «αριστερή παρένθεση»

*Ρούλα Καϊμάκη, ΑΥΓΗ 18/8/2015
**Ρούλα Καϊμάκη, ΑΥΓΗ 18/8/2015

Νίκος Τσαγκρής

26 Αυγούστου 2015

Ο Τσίπρας ολιγώρησε ισορροπώντας!..


Μετά τη διάσπαση, το ερώτημα που εγείρεται είναι γιατί το κόμμα δεν έγινε ποτέ κόμμα και η κυβέρνηση δεν έγινε ποτέ κυβέρνηση…
 
Το χειρότερο είναι ότι η πολιτική - αισθηματική μου αγωγή δεν μου επιτρέπει να μιλήσω ανοιχτά, να δώσω την κατάθεσή μου, να διατυπώσω τους γνωστικούς αφορισμούς μου για πρόσωπα που γνωρίζω άπταιστα, από πρώτο και… δεύτερο χέρι, πρόσωπα που, προδίδοντας «το γελαστό παιδί», (όπως ωραία το είπε ό παιδικός μου φίλος και συναγωνιστής από τον καιρό των Λαμπράκηδων, Στέλιος Παππάς) προήχθησαν σε πρωταγωνιστές της… διαχρονικής συστημικής υπερπαραγωγής «Όλοι εναντίον Τσίπρα». Κάνοντας πασαρέλα στην… αριστερή πλατφόρμα των διαπλεκομένων media, κουρσεύοντας λαϊκές συνειδήσεις, ψήφους και μεγάλες προσδοκίες ανανέωσης των κομματικών, βουλευτικών και υπουργικών μισθών και επιμισθίων τους…
 
Όχι, δεν λέω κουβέντα, ενδύομαι μόνο, με σεβασμό και αισθήματα αλληλεγγύης, την βιωματική κρίση ενός απλού μέλους του ΣΥΡΙΖΑ (Ρούλα Καΐμάκη, αρχιτέκτων, μέλος της Ο. Μ. Χαλανδρίου) αποσπώντας την από τη συγκλονιστική επιστολή της προς την ΑΥΓΗ (18.08.2015 ), μια επιστολή – μαρτυρία, κατά τη γνώμη μου, για τα αισθήματα, τα συναισθήματα και τις ενδόμυχες σκέψεις που προκάλεσε η διάσπαση στην πλειονότητα των μελών και των ψηφοφόρων του κόμματος: «Αν το καλοσκεφτούμε, αυτή η κατάληξη (σ. σ: η ανεξαρτητοποίηση των βουλευτών της «πλατφόρμας» και ο συμφεροντολογικός μετασχηματισμός τους σε αντί – ΣΥΡΙΖΑ κόμμα) ήταν αναμενόμενη. Γιατί μεγάλο μέρος του στελεχικού δυναμικού του ΣΥΡΙΖΑ όλα τα προηγούμενα χρόνια και όσο η κυβερνητική εξουσία ερχόταν πιο κοντά, είχε αποδυθεί σε μια προσπάθεια επικράτησης του μικρού μαγαζιού του καθενός: ο καθένας και η τάση του θεωρούσε ότι είχε την πιο έγκυρη προσέγγιση στο πώς κλίνεται το επίθετο «αριστερός». Αυτιστικά, εντός των τειχών και πολύ μακριά από την πραγματικότητα. Όπου όλα, ακόμη και οι πολιτικές διαφωνίες, λυνόντουσαν «φραστικά» και όχι στην ουσία τους. Και τα αυτιά έμεναν κλειστά σε κάθε φωνή από τη «βάση» ή από «την κοινωνία» όταν δεν έμπαινε στα καλούπια τους. Και βέβαια σε αυτό το σπορ αρίστευσε η Αριστερή Πλατφόρμα (η προπαίδεια στο ΚΚΕ, βλέπετε)…

Η ευθύνη του Τσίπρα

»Μεγάλη σε αυτό και η ευθύνη του προέδρου που ολιγώρησε ισορροπώντας», υποστηρίζει ακολούθως η Ρ. Κ. Και αιτιολογεί: «Ποτέ δεν υπήρξε πολιτική συζήτηση και πολιτικές αποφάσεις που να πονάνε, κανείς δεν προπονήθηκε στο να είναι συνεπής μειοψηφία. Αφού το θέμα λυνόταν με την κατάθεση μιας «συμβολής»…
 
«Ολιγώρησε ισορροπώντας»! Μα τι άλλο μπορούσε να κάνει, διάβολε, έτσι όπως ήταν εγκλωβισμένος στην χαοτική λειτουργία ενός κόμματος παραδομένου στις κραυγές και τους ψιθύρους «ασυνεπών μειοψηφιών»: ο Αλέξης Τσίπρας, «το μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο της ευρωπαϊκής Αριστεράς», κατά τους μεγαλύτερους αριστερούς διανοούμενους και οικονομολόγους, ο Έλληνας πολιτικός που φιγουράρισε στους Times της Νέας Υόρκης ανάμεσα στους ηγέτες που ασκούν τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο (δίπλα στους Ομπάμα, Μέρκελ και Πούτιν), ο πλέον αξιόπιστος και πλέον δημοφιλής πολιτικός ηγέτης της χώρας, το «λιοντάρι της Ευρωπαϊκής Αριστεράς» κατά τον Πάμπλο Ιγκλέσιας των Podemos, δεν έγινε ποτέ αποδεκτός από το σύνολο του ίδιου του κόμματός του, της ίδιας της κυβέρνησής του, ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης, ο αδιαμφισβήτητος πρωθυπουργός. Ήταν υπό διαρκή αμφισβήτηση από τις «ασυνεπείς μειοψηφίες», τις συνιστώσες, τα κόμματα εντός του κόμματος: δεν ήταν πρωθυπουργός, αλλά απλά «πρώτος μεταξύ ίσων» σε ένα σύνθετο πολιτικό μηχανισμό», αποκαλύπτει ο Ζαν Κατρεμέρ της Γαλλικής Liberation, σε μια αποτίμηση της κυβερνητικής λειτουργίας κατά την περίοδο των διαπραγματεύσεων…
 
Τι είδε ο Μοσκοβισί
 
«Ολιγώρησε ισορροπώντας». Αυτή είναι η βασική ευθύνη του Αλέξη Τσίπρα (και της «προεδρικής», ας πούμε, πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ) στην πορεία προς τη διάσπαση:
- Ολιγώρησε ισορροπώντας, όταν αποδέχτηκε την άρνηση της αυτοδιάλυσης μιας σειράς συνιστωσών.
- Ολιγώρησε ισορροπώντας όταν αποδέχτηκε δεκάδες λανθασμένες επιλογές στα ψηφοδέλτια των εκλογών της 25ης Γενάρη.
- Ολιγώρησε ισορροπώντας όταν έκανε εξόφθαλμα λανθασμένες –έως και αυτοκαταστροφικές – επιλογές πολιτικού και κυβερνητικού προσωπικού.
- Ολιγώρησε ισορροπώντας όταν (στο επίπεδο της κυβέρνησης, τουλάχιστον) δεν έστερξε να επιβληθεί ως κανονικός πρωθυπουργός, ως φυσικός ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ έστω (που είναι, κι ας μην το… ξέρει), και να τιθασεύσει (ακόμα και με διαγραφές, γιατί όχι;) τα στελέχη της «ασυνεπούς μειοψηφίας» που ο ίδιος υπουργοποίησε.
- Ολιγώρησε ισορροπώντας με την αφόρητη δημοκρατικότητά του: «Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων», αποκαλύπτει ο Πιέρ Μοσκοβισί στη Liberation, «ο Τσίπρας αποχωρούσε συχνά από το τραπέζι για να ελέγχει αν ακόμα είχε την υποστήριξη των διαφόρων συνιστωσών του. Όταν διαπίστωνε ότι δεν την είχε, επέστρεφε στις διαπραγματεύσεις και ακόμη και αν μιλούσε με πολύ ασάφεια, όλοι παρατηρούσαν ότι είχε αναγκαστεί να αλλάξει θέση. Με λίγα λόγια, οι Ευρωπαίοι είχαν διαπραγματευτεί για έξι μήνες όχι με μία κλασική κυβέρνηση, αλλά με μια κεντρική επιτροπή»…
 
Εντάξει, βάζω στοίχημα ότι ακόμα και σήμερα, από το “βήμα” της εν εξελίξει Συνδιάσκεψης, κάποια κομματικά στελέχη θα συνεχίσουν να αναρωτιούνται αν το κόμμα κατέστρεψε την κυβέρνηση ή η κυβέρνηση το κόμμα. Ακριβώς την ώρα που το ερώτημα που εγείρεται είναι γιατί το κόμμα δεν έγινε ποτέ κόμμα και η κυβέρνηση δεν έγινε ποτέ κυβέρνηση…
 
Νίκος Τσαγκρής

22 Ιουλίου 2015

Η διάσπαση live στο θάλαμο στελεχών


Ταξίδι στα πέτρινα χρόνια της Ελληνικής Αριστεράς με αφορμή τα τραγικά εσωκομματικά δρώμενα των καιρών μας 

Είχα την τύχη (ή την ατυχία;) να παρακολουθήσω… live, όπως το λέμε τώρα, τη διάσπαση του ΚΚΕ. Μια χειμωνιάτικη νύχτα του ’68 στις φυλακές της Αίγινας, στην αχτίνα των πολιτικών κρατουμένων. Στον «θάλαμο των στελεχών», όπως τον λέγαμε, αφού φιλοξενούσε τα πλέον σημαίνοντα, μεταξύ όλων των κρατουμένων, στελέχη της ΕΔΑ και του ΚΚΕ. 

Πώς βρέθηκα εκεί; Με είχαν περιμαζέψει τα γερόντια (έτσι αποκαλούσαμε τότε τα κομματικά στελέχη) ανάμεσα από δεκάδες νεολαίους κρατούμενους (που ήσαν έγκλειστοι σε πλαϊνή αχτίνα), για λόγους που ουδέποτε κατάφερα να διευκρινίσω. Ίσως επειδή ήμουν ένας απ’ τους νεώτερους κρατούμενους (για κάτι μήνες γλύτωσα τις φυλακές ανηλίκων), ίσως επειδή με έβλεπαν ως… εύελπι κομμουνιστή. Το γεγονός είναι ότι βρέθηκα στον «θάλαμο των στελεχών». Να με φροντίζουν τα «γερόντια» σαν παιδί τους. 

Εκείνη, λοιπόν, τη νύχτα του Φλεβάρη, οι «γέροντες» ήσαν εξαιρετικά ανήσυχοι. Η ώρα περασμένη, αλλά ο ύπνος δεν ερχόταν. Μερικοί δεν είχαν καν ξαπλώσει. Ο Βασιλόπουλος, ο Παύλος Νεφελούδης, ο Καλογερογιάννης κι ο Παλιόπουλος είχανε στήσει «πηγαδάκια» ανταλλάσσοντας ψιθύρους συνωμοτικούς. Άλλοι, ο Καρανδινός θυμάμαι, και ο Στρατής ο Γιάννης και ο Τσουπαρόπουλος, και κάποιοι ακόμα, ξάπλα στα γιατάκια, σκεπασμένοι με τριπλές κουβέρτες να γλυτώσουνε το κρύο, πλαγιασμένοι ωστόσο πρόσωπο με πρόσωπο, υποτονθορύζοντας ακατανόητες κουβέντες… 

 Από ένα τρανζιστοράκι 

Με τα πολλά, τους είδα να σηκώνονται ένας – ένας, με τις πιζάμες, και να μαζεύονται κολλητά σε έναν τοίχο, ντυμένο με μια πολύχρωμη πάντα. Ένας απ’ αυτούς, ανασήκωσε την πάντα και αποκάλυψε ένα τρανζιστοράκι, κρυμμένο σε μια εσοχή του τοίχου. Γύρισε το κουμπί, έψαξε για λίγο τις συχνότητες και συντονίστηκε στην «Φωνή της Αλήθειας», τον παράνομο ραδιοφωνικό σταθμό του ΚΚΕ. Και τότε συνέβη αυτό που, στην αρχή, σας είπα: βρέθηκα να παρακολουθώ… live (μαζί με κορυφαία στελέχη του κόμματος, παρακαλώ) τη διάσπαση του ΚΚΕ. Την είδηση της διάσπασης εννοώ, βέβαια, συνοδευόμενη από το αυστηρά κατευθυνόμενο, όπως καταλαβαίνετε, ρεπορτάζ της περίφημης 12ης Ολομέλειας. 

Περιττό να σας πω ότι αυτό το ιστορικό «ρεπορτάζ» δεν ήταν παρά ένας λίβελος διάσπαρτος ακραίων πολιτικών ύβρεων («οι προδότες», «οι φραξιονιστές», «οι ρεφορμιστές», «οι αντικομμουνιστές», «οι υπονομευτές»), εκτοξευμένος από τη μισή ηγεσία του ΚΚΕ (το «γραφείο εξωτερικού») κατά της άλλης μισής (του «γραφείου εσωτερικού»). Ακόμα πιο περιττό, να σας θυμίσω το τείχος της μισαλλοδοξίας που ορθώθηκε μετά τη διάσπαση μεταξύ των πάλαι ποτέ συντρόφων (στη ζωή και στο θάνατο!) του ΚΚΕ «εσωτερικού» και του ΚΚΕ «εξωτερικού». Που, ακόμα και σήμερα, χωρίζει το ΚΚΕ από την ανανεωτική αριστερά. και τον ΣΥΡΙΖΑ, εν γένει. 

Βλέπω «σφαγές»… 

Στο προκείμενο τώρα: Οι δημόσιες και οι ιδιωτικές αντεγκλήσεις, οι συκοφαντίες, οι ύβρεις και οι ρετσινιές, που εκτοξεύονται αυτές τις μέρες από την πλευρά Λαφαζάνη (πώς να την πω αλλιώς, πλατφόρμα; παράταξη; πτέρυγα;) κατά της πλευράς του Τσίπρα και της κυβέρνησης – και τούμπαλιν – αρχίζουν να… υπερβαίνουν το επίπεδο πολιτικού πολιτισμού (!) που επικρατούσε στις φυλακές και της εξορίες μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ. Αλλά, πέραν αυτού, υψώνεται ήδη κι ένα τείχος μισαλλοδοξίας (σαν κι αυτό που χώρισε τους κομμουνιστές μετά τη διάσπαση) που χωρίζει ήδη στα δύο το σώμα των μελών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν λέω τίποτα. Απλά, βλέπω σφαγές… 

Υ. Γ: Προσωπικά απεύχομαι κάθε μορφής διάσπαση. Όχι μόνον επειδή νοιάζομαι για την επιβίωση του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά, κυρίως, επειδή νοιάζομαι – όπως η πλειοψηφία των Ελλήνων – για την επιβίωση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Την επιβίωση της «κυβέρνησης Τσίπρα», όπως την αποκαλούν πια, ακόμα και τέως υπουργοί της. Μιας κυβέρνησης που, ενώ απολαμβάνει την εμπιστοσύνη και την στήριξη της πλειονότητας των Ελλήνων, κινδυνεύει να μετατραπεί σε «αριστερή παρένθεση», όχι μόνον από το διευθυντήριο των Βρυξελλών, τη γερμανική φράξια Σόϊμπλε, και εντόπια διαπλεκόμενα συμφέροντα, αλλά και «από τις εσωκομματικές δυνάμεις του φανταστικού», όπως έγραφα στο προηγούμενο φύλλο της ΕΠΟΧΗΣ: εκείνους που επιμένουν να πολιτεύονται ως αντιπολιτευόμενοι, να μην προσφέρουν καμιά λύση πέρα από την κριτική, να μην σκιαγραφούν το σχήμα μιας διαφορετικής χώρας. Εκείνους που όφειλαν από καιρό «να σπάσουν το ιδεοφαντασιακό κέλυφος στο οποίο παραμένουν περίκλειστοι και να δουν την ελληνική και την ευρωπαϊκή πραγματικότητα χωρίς παρωπίδες. 

Ας ελπίσουμε ότι αυτό θα συμβεί τώρα, ότι η διάσπαση θα αποφευχθεί. Ότι όπως είπε ο Αλέξης Τσίπρας, ο «κομματικός» ΣΥΡΙΖΑ θα αντιστοιχηθεί με τον «κοινωνικό»: για να υποδεχθεί τις αγωνίες και τις προσδοκίες των δεκάδων χιλιάδων απλών ανθρώπων που στηρίζουν σε αυτόν τις ελπίδες του»…

Νίκος Τσαγκρής

15 Ιουλίου 2015

Ο Αλέξης και η ανταρσία του φανταστικού


Ορισμένα απ’ τα «παιδιά» που έγιναν βουλευτές και υπουργοί δεν κατάλαβαν ποτέ ότι είναι στην κυβέρνηση και όχι σε γκρουπούσκουλο 

Προσωπικά, βιώνω τα δραματικά εσωκομματικά δρώμενα ως το χρονικό ενός προδιαγεγραμμένου θανάτου του «φανταστικού» εντός του «πραγματικού»: "Το ιδεολογικό είναι το φανταστικό", έλεγε ο Μαρξ, καθώς περιέγραφε, μετά τον Φόιερμπαχ, τη θρησκευτική ιδεολογία: το ιδεολογικό είναι κατασκευασμένο από συνειδήσεις που, μην μπορώντας να υποφέρουν την πραγματική τους κατάσταση, της δυστυχίας και των αντιφάσεων, προβάλλουν σ' ένα ονειρεμένο μακρινό μέλλον (μέλλον θρησκευτικό, μέλλον αισθητικό, αλλά επίσης μέλλον ηθικό και πολιτικό) μια ιδεατή σύμπνοια – μια θρησκεία, μια ιδεολογία». Προσωπικά, λοιπόν, βιώνω τα εσωκομματικά δρώμενα ως το χρονικό ενός προδιαγεγραμμένου θανάτου του φανταστικού – που είναι το ιδεολογικό. Και είναι καταδικασμένο να «πεθάνει» εντός του πραγματικού, που στην περίπτωσή μας είναι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. 

Τολμώ να πω ότι στοιχεία του συγκεκριμένου «χρονικού» καταγράφονταν διαρκώς σ’ αυτήν εδώ τη στήλη ως ανησυχίες και αγωνίες του συγγραφέα της: ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εδώ και τρείς μήνες στην κυβέρνηση, αλλά κάποια στελέχη του, ανάμεσά τους και αρκετοί βουλευτές, ακόμα και ένας – δυό υπουργοί, εξακολουθούν να πολιτεύονται ως αντιπολιτευόμενοι, δεν προσφέρουν καμιά λύση, πέρα από την κριτική δεν σκιαγραφούν το σχήμα μιας διαφορετικής χώρας, έγραφα προ τριμήνου. «Οφείλουν», πρόσθετα, «το συντομότερο δυνατόν, να σπάσουν το ιδεοφαντασιακό κέλυφος στο οποίο παραμένουν περίκλειστοι, να δουν την πραγματικότητά χωρίς παρωπίδες, με το βλέμμα, έστω, της ξεχωριστής για την πολιτική σοφία της ένδοξης κομμουνίστριας Ρόζας Λούξεμπουργκ: στην αστική κοινωνία, ο ρόλος της Αριστεράς είναι ο ρόλος του κόμματος αντιπολίτευσης. Σε κόμμα εξουσίας επιτρέπεται να υψωθεί μόνο πάνω στα ερείπια του αστικού κράτους. 


Σαν γκρουπούσκουλο 

 Έτσι, κάθε φορά που το «φανταστικό» ζωντάνευε ως «ιδεολογικό» και οι διάσημοι πια, αριστερίζοντες διακαναλικοί ρήτορες και προφήτες ξεσάλωναν ενάντια στο «πραγματικό» (τον ίδιο τον εαυτό τους, στην πραγματικότητα, την κυβέρνησή τους), τους προέτρεπα να προσπαθήσουν να δουν ότι, στην ελληνική περίπτωση, η Αριστερά υψώθηκε σε κόμμα εξουσίας, όχι «πάνω στα ερείπια του αστικού κράτους», αλλά πάνω στις στάχτες των αστικών κομμάτων (ΠΑΣΟΚ – Ν.Δ.), που θυσιάστηκαν από τους ίδιους τους ηγέτες τους στον βωμό του ευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού». Να καταλάβουν ότι ο ελληνικός λαός «ανύψωσε» στην κυβερνητική εξουσία τον ΣΥΡΙΖΑ όχι για να εγκαθιδρύσει τον κομμουνισμό αλλά, εντός της καπιταλιστικής – «αστικής» ζώνης του ευρώ, να διαπραγματευθεί με την μαχητικότητα και την αξιοπιστία της Αριστεράς για την καλύτερη δυνατή συμφωνία με τους δανειστές. 

Εις μάτην. Το «χρονικό» συνέχισε να εξελίσσεται στο πεδίο του φανταστικού (που «είναι το ιδεολογικό»), καθώς ορισμένα απ’ τα «παιδιά» που έγιναν βουλευτές και υπουργοί δεν κατάλαβαν ποτέ ότι είναι στην κυβέρνηση και όχι σε γκρουπούσκουλο: πολλοί, εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ», έγραφα προ μηνός, «δεν έχουν το προτέρημα της ατομικής αυτογνωσίας και, καταλαβαίνετε, είναι αδύνατον να συμβάλλουν στην κατάκτηση της συλλογικής πολιτικής αυτογνωσίας. Ιδιαίτερα σε ένα «κόμμα» που δεν έστερξε να γίνει κόμμα πριν κυβερνήσει – βρέθηκε να κυβερνά με ένα κορμό πολιτικά συντεταγμένων δυνάμεων στηριζόμενο σε ασταθή άκρα• αποτελούμενα από ένα συνονθύλευμα ασύντακτων ιδεολογικών αποκλίσεων, ανήμπορων να κατανοήσουν και να αναλύσουν την παρούσα κοινωνική πραγματικότητα: να προσλάβουν το συλλογικό πολιτικό «θέλω» των Ελλήνων, το πλειοψηφικό κοινωνικό «θέλω», να το εκφράσουν στο επίπεδο της κυβερνητικής πολιτικής, της εφαρμοσμένης, δηλαδή, πολιτικής…». 

 Η υπέρβαση του Τσίπρα 

Στο επίπεδο της κυβερνητικής πολιτικής, της εφαρμοσμένης, δηλαδή, πολιτικής, οφείλεις να υπερβαίνεις το «ιδεολογικό που είναι το φανταστικό», να βλέπεις την πραγματικότητα γυμνή: 

- Το 70% των Ελλήνων είναι υπέρ της παραμονής της χώρας στη ζώνη του ευρώ. 

- Το συντριπτικό (61,31%) ΟΧΙ στο δημοψήφισμα ήταν εν λευκώ εξουσιοδότηση στον Έλληνα πρωθυπουργό να πάει και να διαπραγματευτεί για μια καλύτερη απ’ αυτήν της τελικής πρότασης Γιούνγκερ συμφωνία. 

 Αυτό έκανε ο Αλέξης Τσίπρας, και το έκανε με αξιοθαύμαστη γενναιότητα και ευθύνη, άκρως ελληνικά, όπως αρμόζει σε έναν εθνικό ηγέτη• σε συνθήκες ενός εξελισσόμενου πανευρωπαϊκού συστημικού πραξικοπήματος για την ανατροπή του ίδιου και της κυβέρνησής του, της ελληνικής κυβέρνησης. Με τις εσωκομματικές δυνάμεις του «φανταστικού» να ρίχνουν και πάλι νερό στο μύλο των σχεδιαστών της «αριστερής παρένθεσης»: να πολιτεύονται ως αντιπολιτευόμενοι, να μην προσφέρουν καμιά λύση, πέρα από την κριτική, να μην σκιαγραφούν το σχήμα μιας διαφορετικής χώρας – οι διάσημοι πια, αριστερίζοντες διακαναλικοί ρήτορες και προφήτες να ξεσαλώνουν ενάντια στο «πραγματικό», τον ίδιο τον εαυτό τους, την κυβέρνησή τους… 

Τίποτε άλλο από εμένα. Η επανάληψη, μόνο, μιας φράσης του εκπροσώπου των δυνάμεων του «πραγματικού» που σαρκάζει τις δυνάμεις του «φανταστικού»: «Ή όλοι μαζί ή αύριο πέφτει η κυβέρνηση της Αριστεράς»…

Νίκος Τσαγκρής

8 Ιουλίου 2015

Ο Αλέξης έχει το καρπούζι και το μαχαίρι


Μνημόνιο ή «grexit»; Μετά το συντριπτικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, η απόφαση βαραίνει τον Έλληνα πρωθυπουργό  

Σε μια αντικειμενική θεώρηση των πραγμάτων, εξέχει η άποψη που υποστηρίζει ότι, είτε με «συμφωνία» είτε με «grexit», ζούμε την αρχή του τέλους της ευρωζώνης. Με τη διαφορά ότι μια συμφωνία θα παρατείνει την διάρκεια της γερμανικής ηγεμονίας επί της Ευρωπαϊκής Ένωσης• ενώ ένα grexit, πέρα απ’ την αρχή του τέλους της ευρωζώνης θα σημάνει και την αρχή του τέλους της Γερμανικής Ευρώπης. 

Αλλά, ας είμαστε ειλικρινείς, ας σταματήσουμε να μιλάμε για συμφωνία, ας μιλάμε για μνημόνιο. Γιατί, οποιαδήποτε συμφωνία κι αν επιτευχθεί μέσα στις τρέχουσες συνθήκες ανωτέρας βίας, δεν μπορεί παρά να είναι το τρίτο μνημόνιο. Ένα μνημόνιο που η κυβέρνηση πάσχισε επί πεντάμηνο να αποφύγει και (τι ειρωνεία;) μπορεί να καταγραφεί στην ιστορία ως το «μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ». 

Μη με ρωτήσετε αν είμαι υπέρ της υπογραφής ενός τρίτου μνημονίου ή ενός grexit. Είναι το ίδιο εύκολο να επιχειρηματολογήσω υπέρ του ενός ή του άλλου, να είμαι αρκούντως πειστικός και για το ένα και για το άλλο: δεν είμαι παρά ένας πολιτικός σχολιαστής εξασκημένος στις σοφιστείες και σοφίσματα. Εξάλλου, η απόφασή μου ούτε δράμι δεν βαραίνει το δημόσιο συμφέρον, το παρόν και το μέλλον των Ελλήνων. Το βάρος πέφτει στον πρωθυπουργό της χώρας, τον Αλέξη Τσίπρα, που μόλις πριν μια εβδομάδα αξιώθηκε με την εμπιστοσύνη της συντριπτικής πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος. 

 Μάθημα Δημοκρατίας 

Πάμε πάλι απ’ την αρχή: είτε με «συμφωνία» είτε με «grexit» ζούμε την αρχή του τέλους της ευρωζώνης – την αρχή του τέλους της Γερμανικής Ευρώπης. Και, ό,τι απ’ τα δυό κι αν συμβεί, θα είναι αποτέλεσμα του κλονισμού που προκάλεσε το ελληνικό δημοψήφισμα. Κατ’ αρχήν, με την πολιτική δύναμή του (ως βασικό εργαλείο της δημοκρατίας) τάραξε την τεχνοκρατική ραστώνη της ευρωζώνης. Κυρίως όμως με το αποτέλεσμά του, μια καθαρή επιβεβαίωση της εθνικής μας αξιοπρέπειας απέναντι στους εκβιασμούς της χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας που κυβερνά την Ευρώπη και τον πλανήτη: ένα αποτέλεσμα που «υπερβαίνει τα σύνορα της Ελλάδας και αντιπροσωπεύει ένα μάθημα δημοκρατίας στη γηραιά μας ήπειρο», όπως σχολίασε ο Ιταλός καθηγητής ιστορίας Έντσο Τραβέρσο. 

Φάνηκε, ωστόσο, πως το ελληνικό μάθημα Δημοκρατίας δεν πέρασε τα σύνορα της Γερμανίας, και πάντως η κ. Μέρκελ (το βασικό αντικείμενο του συγκεκριμένου μαθήματος), δεν πήρε χαμπάρι. Αντίθετα, κατά τη σύνοδο κορυφής που ακολούθησε του δημοψηφίσματος, εμφανίστηκε πιο δεσποτική και αυταρχική παρά ποτέ: ή τρίτο μνημόνιο ή grexit!.. 

 Μάταια ο Έλληνας πρωθυπουργός εξηγούσε ότι το ΟΧΙ δεν ήταν μια ψήφος εναντίον της Ευρώπης, ήταν μια ψήφος για διαφορετική Ευρώπη, η οποία δεν νοείται πλέον ως μια αγορά και ένας οικονομικός χώρος, αλλά ως ένα κοινό σπίτι για τους πολίτες της… 

 Εμπιστοσύνη στον Τσίπρα 

 Μάταια, για την Μέρκελ και τους πιστούς υποτακτικούς της γερμανικής ηγεμονίας. Ο σεισμός που προκάλεσε το ελληνικό ΟΧΙ άνοιξε ρωγμές στο… «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι», αποκαλύπτοντας την παρωδία δημοκρατίας που διέπει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς: μια «δημοκρατία» η οποία συνηγορεί στην διαρκή υποβάθμιση των κοινωνικών συνθηκών που υπαγορεύει η δικτατορία του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ρωγμές ανεπανόρθωτες, που θεμελιώνουν την αίσθηση πως είτε με συμφωνία είτε με «grexit» ζούμε την αρχή του τέλους της ευρωζώνης. Με τη διαφορά ότι μια συμφωνία θα παρατείνει την διάρκεια της γερμανικής ηγεμονίας επί της Ευρωπαϊκής Ένωσης• ενώ ένα grexit, μαζί με την αρχή του τέλους της ευρωζώνης θα σημάνει και την αρχή του τέλους της Γερμανικής Ευρώπης. 

Προσωπικά, ως παλαιός των (μαρξιστικών) ημερών, θα προτιμούσα το grexit που, «μαζί με την αρχή του τέλους της ευρωζώνης, θα σημάνει και την αρχή του τέλους της Γερμανικής Ευρώπης», από μια «συμφωνία» που θα παρατείνει την διάρκεια της γερμανικής ηγεμονίας επί της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και όχι μόνο επειδή θα παρατείνει την διάρκεια της γερμανικής ηγεμονίας, αλλά επειδή μια «συμφωνία» δεν θα είναι πια η «συμφωνία – λύση» που διεκδικούσαμε πριν το δημοψήφισμα – και με το δημοψήφισμα, μα ένα τρίτο μνημόνιο: το μνημόνιο που η κυβέρνηση πάσχισε επί πεντάμηνο να αποφύγει και (τι ειρωνεία;), από Δευτέρα μπορεί να καταγραφεί στην ιστορία ως το «μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ». 

Ωστόσο, η προσωπική μου γνώμη ούτε δράμι δεν βαραίνει ως προς το δημόσιο συμφέρον, το παρόν και το μέλλον των Ελληνίδων και των Ελλήνων. Το βάρος πέφτει στον πρωθυπουργό της χώρας, τον Αλέξη Τσίπρα, που μόλις πριν μια εβδομάδα αξιώθηκε με την εμπιστοσύνη της συντριπτικής πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος. Την δική μου, ούτως ή άλλως την είχε. Και την έχει: ό,τι αποφασίσει ο Τσίπρας…

Νίκος Τσαγκρής

1 Ιουλίου 2015

Το ΟΧΙ «παραλύει» την φράξια Σόϊμπλε


Τούτες οι κάλπες μπορούν να αποδειχτούν πιο ιστορικές από τις κάλπες της 25ης Ιανουαρίου 

 «Ο ελληνικός λαός έχει το δικαίωμα να αποφασίζει για το μέλλον του. Η Άνγκελα Μέρκελ πρέπει να σταματήσει αυτή την τεχνοκρατική τρέλα της ευρωζώνης. Σε περίπτωση που δεν το πράξει τότε αυτό θα είναι το μεγαλύτερό της λάθος, αλλά και η αρχή μιας συνεχούς κρίσης για τους ανθρώπους στην Γερμανία, αλλά και το σύνολο της Ευρώπης», προειδοποιούσαν οι ηγέτες της γερμανικής αντιπολίτευσης όταν άκουσαν την Γερμανίδα καγκελάριο να διαστρέφει το ερώτημα του δημοψηφίσματος• από «ΝΑΙ ή ΟΧΙ στην πρόταση των Θεσμών», σε «ΝΑΙ ή ΟΧΙ στο ευρώ». Αντίθετα, οι ηγέτες της ελληνικής αντιπολίτευσης κινήθηκαν στη γραμμή Μέρκελ. Και υπερέβαλαν αυτήν, χαρακτηρίζοντας το δημοψήφισμα (το δεύτερο μετά τις εκλογές εργαλείο λειτουργίας της Δημοκρατίας) «πραξικόπημα»!.. 

Λίγο πριν στηθούν οι κάλπες των εκλογών της 25ης του Γενάρη, έγραφα ότι «οι εκλογές έχουν απαξιωθεί απολύτως στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην περιοχή της ευρωζώνης». Και στήριζα την άποψή μου στο θεώρημα του Νόαμ Τσόμσκι που υποστηρίζει ότι «στις ευρωπαϊκές χώρες της κρίσης οι εκλογές δεν παίζουν πια σχεδόν κανένα ρόλο, ακριβώς όπως και στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, που διοικούνται από διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα» 

«Έ, λοιπόν, τούτες οι κάλπες μπορούν να διαψεύσουν το θεώρημά του Τσόμσκι για την απαξίωση των εκλογών», εξέφραζα, ακολούθως, την καλοθρεμμένη από τα προγνωστικά των δημοσκοπήσεων ελπίδα μου για θεαματική επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ. Και παρέθετα τη βάση του συγκεκριμένου «θεωρήματος» του αμερικανού σοφού: Η κατάρρευση της Δημοκρατίας στην Ευρώπη, είναι ένα οριστικό γεγονός• η οικονομία έχει επιβληθεί της πολιτικής δράσης που έχει ξεθωριάσει. Το κέντρο βάρους στην ευρωπαϊκή ήπειρο έχει μετατοπιστεί ανεπιστρεπτί από την πολιτική στην οικονομία… 

 Το «θεώρημα» επανέρχεται 

Τελικά οι ελληνικές κάλπες της 25ης του Γενάρη διέψευσαν θεαματικά το «θεώρημα» του Τσόμσκι για την απαξίωση των εκλογών, αναδεικνύοντας τον Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς στην κυβερνητική εξουσία. Ωστόσο, πέντε μήνες μετά, μέσα από την επική ιστορία διαπραγμάτευσης (που όλοι, με κομμένη την ανάσα παρακολουθούσαμε), και τον συστηματικό τορπιλισμό, εκ μέρους της σκληροπυρηνικής φράξιας Σόϊμπλε, κάθε ρεαλιστικής απόπειρας της ελληνικής κυβέρνησης για λύση, στοιχειώνει και πάλι το «θεώρημα» του Τσόμσκι. Με το δημοψήφισμα στη θέση των εκλογών: στην περιοχή της ευρωζώνης το δημοψήφισμα αποτελεί casus belli, δεδομένου ότι δίνει τον λόγο στους λαούς των χωρών – μελών της. Που, όπως και οι χώρες του Τρίτου Κόσμου, διοικούνται από διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. 

Ωστόσο η ιδέα της σκληροπυρηνικής φράξιας Σόϊμπλε, (του σκληρού υπό γερμανική ηγεμονία συστημικού πυρήνα της ευρωζώνης, για να είμαστε ακριβείς,) ήταν εξ’ αρχής διαφανής: η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να ανατραπεί γιατί είναι αδέσμευτη, ανεξάρτητη, ανυπότακτη, ανυποχώρητα αριστερή. Μας είναι αδύνατον να την μεταλλάξουμε, όπως κάναμε με τους σοσιαλδημοκράτες. Αντίθετα, επιχειρεί εκείνη να μας αλλάξει, να ανατρέψει τις συστημικές ισορροπίες, τους κανόνες, να διαταράξει τη «γερμανική τάξη των ευρωπαϊκών πραγμάτων… 

 Ο ανθελληνικός τους στόχος 

 Είναι πια κοινός ευρωπαϊκός τόπος: επιθυμία του διευθυντηρίου της Ε.Ε., στόχος της φράξιας Σόιμπλε, είναι η καθίζηση της «αριστερής κυβέρνησης», η ανατροπή και η πτώση της, η προσωπική ήττα του Αλέξη Τσίπρα. Όλες οι συστημικές αντιδράσεις στο δημοψήφισμα και βέβαια η διαστροφή του χαρακτήρα του ερωτήματος που τίθεται στον ελληνικό λαό, αυτή την επιθυμία, αυτό το στόχο υπηρετούν. 

"Κάποιοι θέλουν να αποδεχτούμε να διορίζονται οι υπουργοί και οι πρωθυπουργοί από τους θεσμούς και οι πολίτες να αποστερούνται από το δικαίωμα του εκλέγειν μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος. Κάτι τέτοιο σημαίνει την ολοκληρωτική κατάργηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη, το τέλος κάθε προσχήματος και την αρχή μιας διάσπασης και ενός απαράδεκτου διχασμού της Ενωμένης Ευρώπης. Σημαίνει, εν τέλει, την αρχή για τη δημιουργία ενός τεχνοκρατικού τερατουργήματος, που θα οδηγήσει σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες", προειδοποιούσε μόλις ένα μήνα πριν ο Αλέξης Τσίπρας με την περίφημη συνέντευξή του στη γαλλική Le Monde: «υπάρχει στρατηγική που επιδιώκει τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης και συνακόλουθα της ΕΕ», προσέθετε… 

Αυτήν, ακριβώς τη στρατηγική υπηρετεί η μηδενιστική και αντιδημοκρατική στάση της κ. Μέρκελ, της φράξιας Σόϊμπλε, των «θεσμών» απέναντι στις ρεαλιστικές προτάσεις λύσεις της κυβέρνησης Τσίπρα και, εν τέλει, απέναντι στο δημοψήφισμα. 

Ας πούμε, λοιπόν, το μεγάλο ΟΧΙ σ’ αυτή την ανθελληνική στρατηγική: τούτες οι κάλπες θα αποδειχτούν – μπορούν να αποδειχτούν περισσότερο ιστορικές από τις κάλπες της 25ης Γενάρη, αφού θα αποδώσουν μια οριστική, βιώσιμη λύση, για την Ελλάδα και τους Έλληνες…

Νίκος Τσαγκρής

24 Ιουνίου 2015

Στόχος του Σόϊμπλε η ήττα του Τσίπρα


Ενώ η κυβέρνηση συνεχίζει να μάχεται στα χαρακώματα της διαπραγμάτευσης, κάποιοι τροφοδοτούν τις παγίδες που της στήνει ο σκληροπυρηνικός Γερμανός  

Με το αριστερόμετρο του Αλέξη Μητρόπουλου τα μέτρα βρέθηκαν «ακραία και αντικοινωνικά». Ο άλλος, ο απεργός πείνας με τα παξιμάδια, τα μέτρησε (με το… πασοκόμετρό του, προφανώς) και τα βρήκε «εγκληματικά». Ένας τρίτος, τα ζύγισε αντί να τα μετρήσει και τα βρήκε «ετεροβαρή» (!), ένας τέταρτος «εμπροσθοβαρή» (!), ένας πέμπτος «αντιλαϊκά» κ.ο.κ. 

Αντίθετα, ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι βασικό κριτήριο των μέτρων που περιέχονται στην κυβερνητική πρόταση είναι η κοινωνική δικαιοσύνη, υπονοώντας ότι τα μέτρα είναι φιλολαϊκά και επομένως «αριστερά». Ότι προστατεύουν τους μισθούς, τις συντάξεις και τη μέση λαϊκή οικογένεια, και ότι τα βάρη («για να φύγουμε οριστικά από την κρίση») τα επωμίζονται οι έχοντες και κατέχοντες. 

«Καλά, ο Μητρόπουλος είναι πιο αριστερός απ’ τον Τσίπρα;», με πικάρισε αρχαίος συνάδελφος, που γνωρίζει την αδυναμία μου για τον Τσίπρα. Έλα μου, ντε!.. Φαίνεται ότι στο Γυμνάσιο του Πύργου Ηλείας, όπου έμαθε τα βασικά ο Αλέξης Μητρόπουλος, το «παν μέτρον άριστον» ήταν εκτός διδακτέας ύλης… 

Αλλά δεν είναι μόνο ο Μητρόπουλος, ο Μιχελογιαννάκης, ο Λεουτσάκος και οι άλλοι, διάσημοι πια, αριστερίζοντες διακαναλικοί ρήτορες και προφήτες. Οι πρώτες αντιδράσεις (στα μέτρα που περιελάμβανε το ελληνικό σχέδιο συμφωνίας) από διαδικτυακούς φίλους και συντρόφους ήταν τόσο δραματικές που έκαναν την δεκαεξάχρονη κόρη μου να τραγουδάει ολημερίς ένα παραφρασμένο στίχο του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα: δεν είναι κόμμα αυτό που ζούμε, είναι σου λέω πανικός, ένας μικρός Τιτανικός και θα `ναι θαύμα αν σωθούμε… 

Στην παγίδα του Σόϊμπλε 

Την επόμενη μέρα, τα γερμανικά (και τα διαπλεκόμενα ελληνικά) μέσα ενημέρωσης γέμισαν με δημοσιεύματα που σπεκουλάριζαν πάνω στις συγκεκριμένες δημόσιες αντιδράσεις βουλευτών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, στήνοντας σενάρια διάσπασης της κοινοβουλευτικής ομάδας του κυβερνώντος κόμματος, ανατροπή της κυβέρνησης και εκλογές. Ή μετάλλαξης του σημερινού κυβερνητικού σχήματος μέσω ανασχηματισμού, με αποχώρηση των ΑΝΕΛ και συμμετοχή του Ποταμιού: «Ένα τέτοιο φιάσκο της ελληνικής κυβέρνησης θα ήταν, βέβαια, εντελώς στο πνεύμα του κ. Σόιμπλε, παρόλο που ο ίδιος θα προτιμούσε την άμεση καθίζησή της» σχολιάζει τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα ο εξαίρετος Νίκος Χειλάς του Βήματος.

 Ένα τέτοιο φιάσκο της ελληνικής κυβέρνησης δεν θα ήταν απλά «στο πνεύμα του Σόϊμπλε», προσθέτω εγώ, αλλά θα καθιστούσε άκρως αποτελεσματική την τελευταία παγίδα του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, στην «αριστερή κυβέρνηση Τσίπρα», όπως απαξιωτικά την αποκαλεί. Και δυστυχώς, αυτή τη φορά, το τυράκι στην παγίδα ήταν φέτα. Ελληνικής κατασκευής. Και προελεύσεως ΣΥΡΙΖΑ. Κι όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει… 

Ωστόσο, σε πείσμα των (διάσημων ή άσημων,) αριστεριζόντων ρητόρων και προφητών, επαναλαμβάνω κάτι χιλιοειπωμένα δικά μου: Υπάρχει ακόμα καιρός να συμφωνήσουμε ότι ο ελληνικός λαός «ανύψωσε» στην κυβερνητική εξουσία τον ΣΥΡΙΖΑ όχι για να εγκαθιδρύσει τον σοσιαλισμό, αλλά (εντός της καπιταλιστικής – «αστικής» ζώνης του ευρώ) να διαπραγματευθεί με την παραδοσιακή μαχητικότητα και αξιοπιστία της Αριστεράς για «να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται» που λέει και το τραγούδι. Και η έσχατη κυβερνητική πρόταση που έγινε, κατ’ αρχήν, αποδεκτή ως βάση συζήτησης από τους «εταίρους» επιχειρούσε αυτό ακριβώς. 

«Να τελειώνουμε με τον Τσίπρα» 

 Κατ’ αρχήν… Ύστερα ήρθε ο σκληροπυρηνικός Γερμανός με την πολυθρόνα: «Ο Σόιμπλε δεν μπορεί να χωνέψει ότι μια αριστερή κυβέρνηση μπορεί να έχει έστω και μικρή επιτυχία και δεν αποκλείεται να επιχειρήσει τον τορπιλισμό της συνεδρίασης στο Eurogroup προβάλλοντας νέες απαιτήσεις που είναι αδύνατον να γίνουν αποδεκτές από τους Έλληνες διαπραγματευτές», προέβλεπε, την προηγούμενη Τρίτη ανώτατος αξιωματούχος του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος*. 

Πριν αλέκτωρ φωνήσαι, ο Ζαν Κλόντ Γιούνγκερ καλούσε εσπευσμένα τον Αλέξη Τσίπρα στις Βρυξέλες γιατί «έχουμε πρόβλημα με την Κριστίν». Που πάει να πει ότι ο Σόϊμπλε ξαναείδε εκείνον τον εφιάλτη με τον Τσίπρα και τον Ιγκλέσιας και το «κόκκινο σάντουιτς».** Και πετάχτηκε απ’ το προσκεφάλι του ουρλιάζοντας ότι «η Ευρώπη δεν θα γίνει κόκκινη – καιρός να τελειώνουμε με τον Τσιπρα!..». Ακολούθως πήρε τηλέφωνο την κ. Λαγκάρντ, για να μάθουμε ότι η γηραιά κυρία του Δ.Ν.Τ. δεν θέλει να πληρώσουν οι έχοντες, (επιχειρηματίες, διαπλεκόμενοι και άλλοι "πάση θυσία στο ευρώ" συμπατριώτες μας) και ότι επιμένει σε περικοπές δαπανών, μισθών και συντάξεων… 

«Είτε δεν θέλουν συμφωνία είτε εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα», φημολογείται ότι μονολογούσε ο Αλέξης Τσίπρας, καθώς την επομένη πετούσε για Βρυξέλες. ‘Ε, λοιπόν, σας διαβεβαιώνω πως ισχύουν και τα δύο. Και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι, ακόμα και σήμερα που μιλάμε, η συμφωνία είναι στον «αέρα». 

 *Ρεπορτάζ του Νίκου Χειλά στο ΒΗΜΑ. 

 **Σκωπτική αναφορά στην αλήστου μνήμης ρήση του Ρίτσαρντ Νίξον για τον κομμουνιστικό κίνδυνο από το «κόκκινο σάντουιτς» των Κάστρο – Αλιέντε.

Νίκος Τσαγκρής

17 Ιουνίου 2015

Πολιτική λύση, κι όχι drafts ευθανασίας


Μια ματιά στη στρατηγική της διαπραγμάτευσης, καθώς περιμένουμε το «μεγάλο ΝΑΙ» ή το «μεγάλο ΌΧΙ»  

Περιμένοντας το οριστικό αποτέλεσμα αυτής της ιστορικής διαπραγματευτικής Οδύσσειας (στην οποία όλοι οι Έλληνες, ο καθένας με τον τρόπο του, συμμετέχουμε,) οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι οι επιλογές είναι τρείς: ή «Συμφωνία – συμβιβασμός» στο πλαίσιο των θεσμών, ή «πολιτική λύση» με τους όρους του ΣΥΡΙΖΑ, ή «ρήξη» και ταξίδι στο άγνωστο με… βάρκα την ελπίδα. Και ότι η δικιά μας «Ιθάκη» βρίσκεται στην περιοχή της πολιτικής λύσης, καθώς μια πολιτική λύση δεν μπορεί παρά να περιέχει μια συμφωνία με τους όρους του ΣΥΡΙΖΑ. Και όχι μόνον… 

Από τις πρώτες μέρες αριστερής διακυβέρνησης της χώρας, εκτιμώντας εκείνη την σουρεαλιστική συνάντηση Βαρουφάκη – Ντάϊσελμπλουμ και την άλλη, την ανατρεπτική συνάντηση με τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε (μ’ εκείνη «την αξιοθαύμαστη διπλωματική πλαγιοκόπηση – απομόνωση του Γερμανού γκαουλάϊτερ της ευρωζώνης από τον Έλληνα ομόλογό του», όπως σημειώναμε τότε), καταγράψαμε την αρχή μιας νέας διαπραγματευτικής τακτικής. Μιας τακτικής έμπρακτης αμφισβήτηση της γερμανικής ηγεμονίας εντός και εκτός διαπραγμάτευσης με στόχο την αποκατάσταση της πολιτικής ισοτιμίας Ελλάδας – Γερμανίας… 

Προσθέταμε ότι η κυβέρνηση, μέσω της διαπραγμάτευσης, (με εργαλείο τη διαπραγμάτευση, αν θέλετε) «αναπτύσσοντας μια περίτεχνη, πολυδιάστατη – απρόβλεπτη και απροσδόκητη για το ελληνικό και το ευρωπαϊκό κατεστημένο – πολιτική διπλωματία, επιχειρούσε κάτι που, τηρουμένων των αναλογιών, είναι μια σύγχρονη επανάσταση εν εξελίξει: αντί να χτυπάει το κεφάλι της στον νεοφιλελεύθερο τοίχο για να τον σπάσει, σκάβει σ’ αυτόν μια πόρτα και τον διασχίζει»… 

Η μισαλλόδοξη δύναμη 


Από τη στιγμή που «άνοιξε η πόρτα» και η ελληνική ομάδα διαπραγμάτευσης τη διέσχισε και άρχισε να ξεδιπλώνει τα χαρτιά της, η στρατηγική της κυβέρνησης έγινε σαφής: διαπραγμάτευση για μια συμφωνία που θα κινείται στο πλαίσιο των προγραμματικών δεσμεύσεων της κυβέρνησης. Ένας «έντιμος συμβιβασμός», όπως τον αποκάλεσε ο Αλέξης Τσίπρας, που δεν θα παραβιάζει τις «κόκκινες γραμμές» προστασίας του έσχατου εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων, θα επαναφέρει τα απολεσθέντα εργασιακά και ασφαλιστικά κεκτημένα, το κοινωνικό κράτος και, κυρίως, θα απομειώνει, σε βαθμό βιωσιμότητας, το χρέος… 

Και πέρασαν μέρες πολλές μέσα σε λίγες ώρες και άρχισαν τα μαφιόζικα «take it or live it» και τα εξουσιαστικά «grexit», αυτό το πανευρωπαϊκό πανδαιμόνιο παραπληροφόρησης γύρω απ’ το «ελληνικό ζήτημα», ένα όργιο θεσμικών και παραθεσμικών εκβιασμών με την ελληνική κυβέρνηση στο στόχαστρο• να απαντά με εκείνο το περήφανο «δεν εκβιάζουμε – δεν εκβιαζόμαστε. Και τον Αλέξη Τσίπρα να διεκδικεί πια, ξεκάθαρα, πολιτική λύση. 

Τι τα θέλετε, η «ελληνική απόπειρα δημοκρατίας», όπως εκδηλώθηκε μέσω της διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαίους «εταίρους», απασχόλησε βασανιστικά την ντόπια και ξένη ελίτ, την διέστρεψε σε μια μισαλλόδοξη εξουσιαστική δύναμη που αποστρέφεται και πολεμά λυσσαλέα την πολιτική λύση στο ελληνικό ζήτημα: τα έδωσαν και τα δίνουν όλα για να οδηγήσουν σε αποτυχία την «ελληνική απόπειρα δημοκρατίας» και σε συνθηκολόγηση τον ΣΥΡΙΖΑ, να μη γίνει παράδειγμα για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, ιδίως για τους Ισπανούς στην τωρινή συγκυρία… 

Η ανατρεπτική συμφωνία 

«Εντάξει, να υποχωρήσουμε, αλλά όχι και να μας κάνει κουμάντο ο Τσίπρας», λέει τώρα ο αυτοπροσδιοριζόμενος και ως φιλέλλην θεσμικός κυριούλης και μας στέλνει αδιάβαστα drafts οικονομικής ευθανασίας. Ο άλλος στρίβει δια του… γάμου πετώντας το μπαλάκι στους Έλληνες, κι ο τρίτος στρουθοκαμηλίζει χωμένος στο θησαυροφυλάκιο της Euro bank. Η Μέρκελ φοβάται το grexit όσο και ο Σταύρος, και υπόσχεται όμως να κρατήσει την Ελλάδα στο ευρώ όπως κι ο Σταύρος, με την προϋπόθεση «να υπογράψει ο Τσίπρας μια συμφωνία», που λέει κι ο Σταύρος… 

 «Μια συμφωνία», σου λέει. Αλλά τι συμφωνία, σύντροφε της απέναντι όχθης του…ποταμιού; Μια συμφωνία στο πλαίσιο «της πολιτικής των θεσμών» ή μια συμφωνία στο πλαίσιο της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ; 

 Μάθε λοιπόν, ότι η πολιτική των θεσμών είναι μια «επανάσταση από τα πάνω*», μια προληπτική αντεπανάσταση για να εξουδετερωθούν από πριν οι λαϊκές αντιδράσεις. Ενώ η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, είναι «μια επανάσταση από τα κάτω*», η πολιτική και κυβερνητική έκφραση των ελληνικών και των ευρωπαϊκών λαϊκών αντιδράσεων στους θεσμούς και την πολιτική τους. 

Και μάθε ότι μια συμφωνία που θα φέρει την υπογραφή αυτής της κυβέρνησης δεν μπορεί παρά να είναι μια πολιτική συμφωνία: μια πολιτική λύση του «ελληνικού ζητήματος» που θα δικαιώνει τη στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης, αφού θα ανατρέπει τη στρατηγική του διευθυντηρίου των Βρυξελλών, θα παρακάμπτει τους «κανόνες», θα υπερβαίνει την τρόικα και τα «τεχνικά κλιμάκια», θα αμφισβητεί την ηγεμονία της Μέρκελ, θα ανατρέπει τον νεοφιλελεύθερο μύθο της λιτότητας. 

*Φράσεις του Μπαλιμπάρ

Νίκος Τσαγκρής