19 Απριλίου 2011

Βασικά ένστικτα... Βρυξελλών



Η οικονομική κρίση ανέδειξε τους «ναούς» του ευρωπαϊκού οικονομισμού και τους «ιερείς» του μεσσιανισμού των αγορών

Καθώς η κρίση ξέφτισε την κουρτίνα που χώριζε τους Έλληνες πολίτες από τα παρασκήνια των Βρυξελών, αποκαλύφθηκε το σκοτεινό τοπίο των μηχανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ένα τοπίο αισθηματικής ξηρασίας όπου ευδοκιμούν τα βασικά ένστικτα του οικονομισμού: ο πολιτικός κυνισμός, ο μεσσιανισμός των αγορών, η αλαζονεία του πλούτου.
Ο ευρωπαϊκός νεοφιλελευθερισμός αυτοπροσώπως, ταυτοποιημένος σε πρόσωπα και μηχανισμούς: Αλμούνια – Kομισιόν – Zαν Κλοντ Γιούνγκερ – Εurogroup – Zαν Κλοντ Τρισέ – Eυρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα… Να έχουν καταλύσει την εθνική μας ανεξαρτησία. Να υποκαθιστούν την ελληνική κυβέρνηση ως κυβέρνηση Κατοχής. Να μας απειλούν καθημερινά με μέτρα πάνω στα μέτρα, προκαλώντας σε άλλους φόβο, σε άλλους μίσος και σε άλλους ιερή αγανάκτηση…
Οικονομικός νεοφιλελευθερισμός! Εδώ συμβαίνουν πράγματα περίεργα, πράγματα σχεδόν μεταφυσικά, για τα οποία μας προειδοποιούσε ο μέγας οικονομοσκόπος Τζωρτζ Σόρος, τον καιρό της κερδοσκοπικής του φάσης: «Οι αγορές ψηφίζουν κάθε μέρα και τιμωρούν τα αλαζονικά κράτη»! Και η Ελλάδα είναι κράτος αλαζονικό, παραπλανά τις αγορές, δανείζεται με χαμηλά spread, γλεντοκοπά και τρωγοπίνει εις υγείαν των ευρωκορόιδων!..
Είμαι πεπεισμένος ότι οι αξιωματούχοι των ευρωμηχανισμών, οι Αλμούνια, Γιούνγκερ, Όλι Ρεν, Τρισέ και οι λοιποί τεχνικοί του συστήματος, εμφορούνται από τον ψυχισμό των φανατικών νεοφιλελεύθερων όπως τους περιγράφει ο Πασκάλ Μπρικνέρ: αρνούνται να βγουν από τον κύκλο, τον οικονομικό χώρο, όπου τους είχε κλείσει η μάχη ενάντια στον μπολσεβικισμό και, ορφανοί από εκείνον τον μεγάλο εχθρό, βλέπουν στον αγώνα ενάντια  σοσιαλισμό και τον κρατισμό τη συνέχεια του χθεσινού πολέμου ενάντια στον Σύμφωνο της Βαρσοβίας…
Έτσι κηρύσσουν παρωχημένο τον –εκάστοτε– φόρο εισοδήματος, αρχαϊκή τη μισθωτή εργασία, προκατακλυσμιαίο τον δέκατο τρίτο μισθό και ασύδοτο τον δέκατο τέταρτο, ανθυγιεινή την πρόωρη σύνταξη, ανόητο το συνδικάτο και ανάρμοστο τον συνδικαλισμό, ανυπόστατα τα επιδόματα ανθυγιεινής εργασίας, γελοία ακόμα και την ιδέα μιας κοινωνικής ασφάλισης ή μιας δημόσιας υπηρεσίας.
Για τους πιο εξημμένους, αρκεί να προστεθεί σε κάθε πρόβλημα ο πληθυντικός «αγορές» και τα πάντα λύνονται. Ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, να πούμε, όταν προέτρεπε τον Γιώργο Παπανδρέου να… φτύσει τις ευρωπαϊκές αγορές και να ζητήσει βοήθεια από απo τις άλλες! Κινεζικές, Ρωσικές, Παγκόσμια Τράπεζα, κλπ. Μακάρι να το ‘κανε, έτσι, για σπάσιμο! Να μπορούμε, έστω για πλάκα, να δηλώνουμε εθνικά ανεξάρτητοι!...

Νίκος Τσαγκρής (άρθρο δημοσιευμένο στην εφημερίδα Εθνος και στο περιοδικό Γαλέρα) 




13 Απριλίου 2011

Δελτίο εσωτερικών υποθέσεων

Θυμάστε την υπόθεση διαφθοράς στην οποία ενεπλάκη... διαπλεκόμενος με το Μέγαρο Μαξίμου ο Θέμος του Θέματος; Τότε, κάποιοι… φοβεροί ρεπόρτερ αξίας εκατοµµυρίων ευρώ, έστρεψαν τους προβολείς στη δηµοσιογραφική πιάτσα προς αναζήτηση του διεφθαρµένου δηµοσιογράφου-κοµιστή και είδαν να φωτίζονται τα οµοιώµατά τους. Ένας εξ αυτών µάλιστα, ο πλέον… φοβερός, είδε το άλλο του µισό. Για την ακρίβεια το 60% τού εαυτού του. Και τι έκανε; Πήρε το υπόλοιπο 40% και ούτε γάτα ούτε ζηµιά. Κονοµηµένος και αδιάφθορος! Με ανανεωµένο το δικαίωµα να στηλιτεύει της Γης τους… διεφθαρµένους. Τον βουλευτή Δείνα, ας πούµε, επειδή δεν γνώριζε ότι ο κουµπάρος τού Τάδε «τα πιάνει». Ή τον πρωθυπουργό Βήτα, επειδή δεν γνώριζε ότι ο συνεργάτης του Ζήτα, ας πούµε, επεδείκνυε ανάρµοστη σεξουαλική (και πολιτική ίσως;) συµπεριφορά. Κατά τη διάρκεια της οποίας τον προσέβαλε, επιπροσθέτως, τον πρωθυπουργό Βήτα ο συνεργάτης του Ζήτα· «λόγω και έργω», που λένε και οι νοµικοί…

Τώρα οι προβολείς στρέφονται στη δηµοσιογραφία γενικώς. Να φωτίσουν τη διαφθορά µέσα της: τους διαφθορείς, τους διαφθειρόμενους, τους διεφθαρμένους. Μα, αυτοί που στρέφουν τους προβολείς στη δηµοσιογραφία για να φωτίσουν τη διαφθορά µέσα της (τους διαφθορείς, τους διαφθειρόµενους, τους διεφθαρµένους,) είναι δηµοσιογράφοι. Και τι πιο φυσικό: οι προβολείς φωτίζουν εαυτούς και αλλήλους.

Διότι η διαφθορά είναι παντού: κυοφορείται και γεννιέται µαζί µε τον άνθρωπο· στα παιδικά της χρόνια είναι αθώα, σαν παιδί. Μα, καθώς µεγαλώνει γίνεται ακραία φιλοχρήµατη και φιλόδοξη, ανατρέφεται και εκφράζεται τέλεια δίπλα στο χρήµα, τη δόξα, τη φήµη, την εξουσία. Ως εκ τούτου, ναι, στη δηµοσιογραφία βρίσκει στάδιο δόξης λαµπρό. Μα δεν είναι απαραίτητο να είσαι δηµοσιογράφος ή πολιτικός ή δικαστικός ή γιατρός για να είσαι διεφθαρµένος. Όπως δεν αρκεί να είσαι επιστήμων, καλλιτέχνης, υδραυλικός, ζαχαροπλάστης ή οδοκαθαριστής για να µην είσαι…

Ακόµα κι όταν περνούν τη µέση τής ζωής τους, λίγοι άνθρωποι ξέρουν πώς έφτασαν στον εαυτό τους, στις διασκεδάσεις τους, στην κοσµοθεωρία τους, στη γυναίκα τους, στον χαρακτήρα, στο επάγγελµα και στις επιτυχίες τους. Και, βέβαια, οι διεφθαρµένοι στη διαφθορά τους.

Άλλωστε, σαν τον «άνθρωπο χωρίς ιδιότητες» του Ρόµπερτ Μούζιλ, διεφθαρµένοι ή µη, οι περισσότεροι των ανθρώπων έχουν την αίσθηση πως «τώρα τα πράγµατα είναι αδύνατον πλέον να αλλάξουν ουσιαστικά». Θα µπορούσε µάλιστα να ειπωθεί ότι εξαπατήθηκαν. Πως δεν µπορεί ποτέ να ανακαλύψει κανείς κάποιον αποχρώντα λόγο που να εξηγεί γιατί τα πράγµατα ήρθαν ακριβώς όπως ήρθαν. Θα µπορούσαν να έχουν έρθει και διαφορετικά· διότι τα συµβάντα προκλήθηκαν σε ελάχιστο βαθµό από τους ίδιους, συνήθως εξαρτήθηκαν από κάθε λογής περιστάσεις, από τις διαθέσεις, τη ζωή, τον έρωτα, τον θάνατο τελείως διαφορετικών ανθρώπων, κι απλώς τη δεδοµένη στιγµή έσπευσαν καταπάνω τους. Και τους διέφθειραν!..
Νίκος Τσαγκρής













9 Απριλίου 2011

Aνωφελείς πολιτικοί κώνωπες



Διαβάσατε στις απεργοσπαστικές σελίδες του διαδικτύου ότι κάτι Βασούλες και κάτι… Γείτονες μαζί με κάποια ακόμα σιτεμένα παλικάρια της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ την πέσανε στον Παπακωνσταντίνου; Κι ότι εκείνος μάζεψε το νομοσχέδιο για τα φρουτάκια και πήγε να κλάψει στην αγκαλιά του Γιωργάκη; Μήπως νοιώσατε κι ένα σκίρτημα πολιτικής ελπίδας ότι ίσως, ποιος ξέρει, μπορεί; Καλύτερα να το ξεχάσετε, να αξιολογήσετε τις αντιδράσεις αυτές ως ανώφελες: τελευταίοι σπασμοί της ηττημένης από την οικονομία πολιτικής. Ή τελευταίες εκλάμψεις της δημοκρατίας στον θανάσιμο εναγκαλισμό της με τον καπιταλισμό…

Μια άλλη εκδοχή είναι ότι τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που, σπασμωδικά, αντιδρούν στην πλήρη παράδοση της δημοκρατίας στον καπιταλισμό “διότι περί αυτού πρόκειται” δεν εκφράζουν παρά το μεταμοντέρνο αντικαπιταλιστικό πάθος που περιγράφει ο Πασκάλ Μπρυκνέρ στη «Μιζέρια του Πλούτου»: πρόκειται για ένα ένθερμο πάθος, μια σχεδόν θρησκευτική μέθη, που αποτελεί τη μαύρη λειτουργία σε μια λατρεία στην οποία οι αντιδρώντες, πολιτικοί ή πολίτες, συμμετέχουν, έστω κι αν θέλουν να την ανατρέψουν.

Έτσι και οι «αντιδρώντες» του ΠΑΣΟΚ: είδαν τα ψέματα και την προπαγάνδα – τα δικά τους ψέματα, τη δική τους προπαγάνδα – για το υποτιθέμενο «αλάνθαστο» της «ελεύθερης αγοράς» να γκρεμίζονται σαν χάρτινοι πύργοι. Τώρα, μέσα στη βούλησή τους να εξορκίσουν τους δαίμονες της αγοράς, φοράνε ακόμα τα στολίδια της ευσέβειας απέναντί της, έστω κι αν η ευσέβεια αυτή είναι αρνητική. Μπορεί το καπιταλιστικό είδωλο να ενθουσιάζει τους μεν και να προκαλεί το μένος των δε, όμως παραμένει είδωλο. Ένα… είδωλο παντρεμένο με τη γριά Δημοκρατία.

Πέρα από τα αστεία, ο υπεραιωνόβιος γάμος της δημοκρατίας με τον καπιταλισμό έχει εκφυλισθεί: η δημοκρατία αδυνατεί πια να επιβάλει στον καπιταλισμό τη μέριμνα για το γενικό συμφέρον, το κοινωνικό κράτος. Δεν τον τιθασεύει, δεν τον συγκρατεί, δεν τον περιορίζει, τον αφήνει να κερδοσκοπεί ασύδοτος. Εν ονόματι της «δημοκρατίας της αγοράς». Αλλά, πάλι με τα λόγια του Πασκάλ Μπρυκνέρ, «η δημοκρατία της αγοράς επιφέρει τη διαφθορά της ίδιας της δημοκρατίας, επειδή τοποθετεί την έδρα της νομιμότητας στην επιχείρηση και όχι πια στο κοινοβούλιο». Και προωθεί, προσθέτουμε εμείς, έναν τύπο πολιτικού, τον πολιτικό – μέτοχο. Να φροντίζει μόνο για την ικανοποίηση των ορέξεών του εν ονόματι της αρχής: «Δεν πάει να χαθεί ο κόσμος όλος, αρκεί να δουλεύει το μαγαζί»…

Νίκος Τσαγκρής









4 Απριλίου 2011

Η ανεργία ως εργαλείο της καπιταλιστικής ανακύκλωσης...

Εντελώς τυχαία μάθαμε ότι το μέσο ημερήσιο εισόδημα του Νοτιοαφρικανού εργαζόμενου είναι 7 ευρώ.

Με τις τελευταίες ευρωπαπανδρεϊκές ρυθμίσεις, το μέσο ημερήσιο εισόδημα κάθε νέου Έλληνα εργαζόμενου, είναι διπλάσιο. Και κάτι παραπάνω. Πόσο κάνει μια φραντζόλα ψωμί στην Ελλάδα και πόσο στη Νότια Αφρική; Κάντε τον λογαριασμό και θα βρείτε την διαφορά της αγοραστικής δύναμης μεταξύ Ελλήνων και... Ζουλού.

Ωστόσο, βασική προϋπόθεση για να γίνει αυτός ο… λογαριασμός είναι η τύχη που χρειάζεται κάθε νεαρός Έλληνας για να περάσει την πύλη της ευρωπαπανδρεϊκής αγοράς εργασίας˙ να μπει μέσα και, πολύ περισσότερο, να παραμείνει εντός. Αφού, η εφαρμογή των ρυθμίσεων για εύκολες απολύσεις με αστείες αποζημιώσεις, θα απογειώσουν τον, ήδη τραγικό, στις ηλικίες από 20 – 25, δείκτη ανεργίας. Πράγμα που ενδέχεται να καθορίζει ως κωλόφαρδους (στην κυριολεξία) τους ελληνόπαιδες που, εφεξής, θα βρίσκουν δουλειά σε συνθήκες Ζουλού: ημερήσιο εισόδημα 7 ευρώ…

Η ανεργία, το γνωρίζουμε όλοι, είναι αναπόφευκτο παρακολούθημα των μεγάλων οικονομικών κρίσεων. Την κρίση του 1929, ας πούμε, ακολούθησε μια άνευ προηγουμένου έξαρση ανεργίας: 12 εκατομμύρια άνεργοι στις ΗΠΑ, 10 εκατομμύρια στη Γερμανία, 3 στην Αγγλία, συνολικά πάνω από 30 εκατομμύρια εντελώς άνεργοι. Και πολλά εκατομμύρια εργάτες να υποαπασχολούνται, να δουλεύουν δέκα ή είκοσι ώρες τη βδομάδα.

Το εκπληκτικό είναι ότι οι αριθμοί της ανεργίας στη δικιά μας κρίση, την κρίση του 2007, είναι πανομοιότυποι με αυτούς της κρίσης του ’29: οι άνεργοι στις ΗΠΑ είναι πάλι γύρω στα 12 εκατομμύρια, ενώ το σύνολο των ανέργων στα 27 κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αγγίζει τα 23 εκατομμύρια. Συνολικά, όπως το ’29, πάνω από 30 εκατομμύρια άνεργοι. Και πολλά, όπως τότε, εκατομμύρια εργαζομένων, να υποαπασχολούνται σε συνθήκες Νότιας Αφρικής.

Αυτή η τραγική ομοιότητα, στην οποία εμείς οι Έλληνες πρωταγωνιστούμε, κάνει επίκαιρη την άποψη του Μάρξ ότι ο καπιταλισμός, «μη δίνοντας στον εργάτη παρά μόνο τα αυστηρώς απαραίτητα για τη ζωή, μειώνει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και αυξάνει την συχνότητα των κρίσεων. Με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός εφεδρικού στρατού φθηνών εργατικών χεριών». Σαν τον εφεδρικό στρατό φθηνών εργατικών χεριών Νεοελλήνων που δημιουργείται με τη φροντίδα της ευρωπαπανδρεϊκής αγοράς εργασίας, ας πούμε…

Νίκος Τσαγκρής





21 Μαρτίου 2011

ΛΙΒΥΗ: Ένα βρώμικο δίλημμα


 Πριν, όπως οι περισσότεροι «κανονικοί» άνθρωποι, ήμουν κι εγώ υπέρ των επαναστατημένων Λιβύων πολιτών και ενάντια στον δικτάτορα Καντάφι και το καθεστώς του. Παρακολουθούσα την εξέλιξη της εξέγερσης με την ελπίδα να κερδίσουν οι επαναστατημένοι: να απαλλαγούν από τον Καντάφι και τη χούντα του, να προχωρήσουν στην αυτοδιάθεση της Λιβύης, την δημοκρατική "επανίδρυση" της χώρας τους, εάν θέλετε.
Ωστόσο, ακόμα και στα δύσκολα, όταν άρχισαν να σηκώνουν κεφάλι οι καθεστωτικοί και να βάζουν χέρι στις «απελευθερωμένες" πόλεις, απευχόμουν έξωθεν επεμβάσεις. Με εμπειρικά, παγιωμένη τη γνώση ότι εάν επέμβουν οι "πολιτισμένοι" (αμερικανοί και ευρωπαίοι), μπορεί μεν να απαλλάξουν τους Λίβυους από τον Καντάφι, αλλά θα χειραγωγήσουν το πολιτικό και πολιτιστικό μέλλον των Λιβύων. Εγκαθιστώντας κυβέρνηση της αρεσκείας τους και του χεριού τους, όπως κάνουν πάντα σε παρόμοιες περιστάσεις. Ακόμα, με την βεβαιότητα ότι θα λαφυραγωγήσουν τη χώρα άμεσα και αλύπητα - πράγμα που και μέχρι σήμερα έκαναν, όμως πιο ήπια και πιο έμμεσα.
Μετά, οι "πολιτισμένοι", προεξαρχόντων των - παραδοσιακά αποικιοκρατών - Γάλλων, Βρετανών και Αμερικανών, άρχισαν να βομβαρδίζουν την Λιβύη σκορπώντας τον γενικό τρόμο και τον θάνατο - καταγγέλλονται ήδη δεκάδες θάνατοι αμάχων πολιτών.
Λοιπόν, με ποιον είμαι – με ποιόν είμαστε σήμερα; Για εμάς τους «κανονικούς» ανθρώπους μιλάω, που πριν είμαστε υπέρ των επαναστατημένων Λιβύων πολιτών. Με ποιόν είμαστε τώρα; Με τον Καντάφι ή με τους «πολιτισμένους»;
Ιδού το δίλημμα  που τίθεται (από τους «πολιτισμένους» τίθεται, από την ίδια την απρόσκλητη επέμβασή τους) και είναι ένα δίλημμα - παγίδα . Ένα βρώμικο, ένα πρακτόρικο δίλημμα, που σ’ εμάς τους απέξω υποβάλλεται αντανακλαστικά. Στους επαναστατημένους Λίβυους, όμως, επιβάλλεται βίαια, δραματικά, καταλυτικά. Τους χτυπά στο ψαχνό, για να τραυματίσει τον εξεγερμένο ψυχισμό τους, να τον σκοτώσει: Να αποδομήσει το επαναστατικό τους όραμα (απελευθέρωση από τον δικτάτορα, ελευθερία, ανεξαρτησία, πολιτική αυτοδιάθεση…). Να τους συσπειρώσει γύρω από τον Δυτικό εξ’ ουρανού Σύμμαχο και Προστάτη!..
Όχι, δεν μασάμε! Ούτε με τον Καντάφι – ούτε με τους «πολιτισμένους». Με τους επαναστατημένους Λίβυους, όσους κι αν απομείνουν, όσους κι αν απέμειναν. Με την εξέγερσή τους, με τα κουρέλια της ουτοπίας τους: απελευθέρωση από τον δικτάτορα, ελευθερία, ανεξαρτησία, πολιτική αυτοδιάθεση…

Νίκος Τσαγκρής

15 Μαρτίου 2011

Μιλούν και πάλι για εκλογές!..


Πήραν την… επιμήκυνση και συζητούν, πάλι, για εκλογές. Πάντα οι πολιτικοί συζητούν για εκλογές. Περισσότερο εκείνοι που µένουν εκτός κυβερνητικής εξουσίας, επειδή θεωρούν ότι αξίζουν περισσότερο από τους άλλους να είναι εντός της κυβερνητικής εξουσίας.

Όλοι οι πολιτικοί κυβερνητικών κοµµάτων θεωρούν ότι αξίζουν να κυβερνούν περισσότερο από τους «άλλους». Έτσι, οι «άλλοι» είναι πανοµοιότυποι µ’ «αυτούς». Όπως οι πολιτικοί τού ΠΑΣΟΚ µε τους πολιτικούς τής Νέας Δηµοκρατίας, ας πούµε.

Οι πολιτικοί των µη κυβερνητικών κοµµάτων µόνο µέσα τους θέλουν να κυβερνήσουν. Έξω τους, αρκούνται να συµπεριφέρονται διαφορετικά από τους κυβερνητικούς συναδέλφους τους. Να διατηρούν γένια πολλών ηµερών, να µην φορούν γραβάτες, να δείχνουν θυµωµένοι και επικριτικοί. Συζητούν κι αυτοί για εκλογές και απαιτούν από τον λαό να τους ψηφίσει, όμως όχι για να κυβερνήσουν, αλλά για να ξαναµπούν στη Βουλή. Επειδή, λέει, είναι απαραίτητο για τη Δηµοκρατία να είναι παρόντες στη Βουλή. Απλά να είναι παρόντες…

Αυτό είναι ακατανόητο για τους απλούς πολίτες. Το καταλαβαίνουµε µόνο εµείς οι αριστεροί, που µάλλον είµαστε πιο… σύνθετοι. Έτσι φαίνεται, αφού κάθε φορά τους ψηφίζουµε. Για να είναι απλά παρόντες. Και να καταγγέλλουν. Τους άλλους.

Οι εν γένει, τώρα, πολίτες, είναι κουρασµένοι. Απηυδισµένοι απ’ την πολιτική και τους πολιτικούς. Το µόνο που µπορεί να τους στρατεύσει είναι τα παραπάνω ευρώ, το σπίτι που χτίζεται, το εξοχικό, το αυτοκίνητο, η τηλεόραση και το σόπινγκ, όπως έγραφε προ µηνός ο φίλος µου ο Κοροβέσης. Και οι εκλογές, λέω εγώ: για να ψηφίσουν το κυβερνητικό κόµµα που συντηρεί τα µικρά τους προνόµια. Όταν διαισθάνονται ότι κινδυνεύει να χάσει τις εκλογές.

 Τα τελευταία χρόνια οι πολιτικοί αναδεικνύονται µέσω της τηλεόρασης, όπως τα μοντέλα, οι τραγουδιστες και οι σέφ! Λες και θέλουν να εκλεγούν µόνο για να εξασφαλίσουν τη φήµη τού πολιτικού. Που, τοιουτοτρόπως, είναι η κακοφηµία τής πολιτικής.

Έτσι, σαν τους «βάρβαρους καλλιτέχνες» τού Φερνάντο Πεσσόα, εισβάλλουν στην πολιτική απ’ έξω. Ανήκουν σ’ αυτήν µόνο και µόνο επειδή η πόρτα τού σπιτιού τους έχει αριθµό και κουδούνι που γράφει «Βουλευτής». Χωρίς να µπορούν να καταλάβουν πώς φτιάχτηκαν οι δρόµοι και γιατί στην πόρτα τού σπιτιού τους υπάρχει διαφορετικός αριθµός από το σπίτι τού γείτονα.

Διασχίζουν την πολιτική διαγωνίως. Μπαίνουν από το παράθυρο, όχι από την κανονική είσοδο, και βγαίνουν από ένα άλλο παράθυρο. Θεωρούν την πράξη τους σπουδαία µόνο και µόνο επειδή, σαν άνεµος, παρασύρουν στο πέρασµά τους αντικείµενα της πολιτικής: «πορτραίτα πολιτικών ηγετών, έντυπες διακηρύξεις και ιδεολογικά µανιφέστα». Και τα σκορπάνε στο πάτωµα…

Ναι, οι πολιτικοί τρελαίνονται για εκλογές. Ιδιαίτερα οι πολιτικοί των κυβερνητικών κοµµάτων που µένουν εκτός κυβερνητικής εξουσίας. Επειδή θεωρούν ότι αξίζουν δια να κυβερνούν περισσότερο απ’ τους «άλλους». Άλλοι µπαίνουν απ’ το παράθυρο. Να εκλεγούν για να εξασφαλίσουν τη φήµη τού πολιτικού. Που, τοιουτοτρόπως, είναι η κακοφηµία των εκλογών…

  Νίκος Τσαγκρής

8 Μαρτίου 2011

Η αυτοκριτική ως τέχνασμα...


Η αυτοκριτική των πολιτικών μοιάζει σαν την εξομολόγηση στη Θρησκεία. Όπως η εξομολόγηση εξασφαλίζει την παραμονή του θρησκευόμενου στους κόλπους της Εκκλησίας, έτσι και η αυτοκριτική εξασφαλίζει την παραμονή του πολιτικού στους κόλπους της πολιτικής.

«Μην ομολογείτε, μην ομολογείτε ποτέ», έλεγε ο Μπατάιγ, γνωρίζοντας προφανώς ότι η δια της ομολογίας «άφεση των αμαρτιών» απελευθερώνει τον «αμαρτωλό», του επιτρέπει να επιστρέφει ανενδοίαστα στα αλώνια της αμαρτίας…

Καθώς, τις τελευταίες μέρες, εκδηλώνεται και πάλι έκείνο το… ρεύμα εσωκομματικής αντιπολίτευσης στο ΠΑΣΟΚ, δεν είναι λίγοι εκείνοι που, μεταξύ των άλλων, θέτουν θέμα αυτοκριτικής: μέμφονται τον Γιώργο Παπανδρέου επειδή, από την εν γένει ρητορική του, απουσιάζει η αυτοκριτική. Πολλοί, μάλιστα, δεν διστάζουν να αποδίδουν την αδυναμία του σημερινού πρωθυπουργού να εξασφαλίσει την περίφημη συναίνεση (προκειμένου να… εθνικοποιήσει την οριστική παράδοση της χώρας στην τρόϊκα ) στην «απουσία μιας καταλυτικής αυτοκριτικής. Όχι μόνο για τους ατυχείς χειρισμούς της κρίσης από τον ίδιο και τον υπουργό Παπακωνσταντίνου, αλλά και για το καθεστώς Σημίτη». Αυτοκριτική που υποτίθεται ότι θα «ξέπλενε» και τον ίδιο και το ΠΑΣΟΚ από το στίγμα του νεοφιλελεύθερου «εκσυγχρονισμού» που, από την εποχή Σημίτη το συνοδεύει.

Προσωπικά, θεωρώ ότι η έλλειψη αυτοκριτικής από την ρητορική του Γ. Παπανδρέου αποτελεί θετικό σημείο, ένδειξη πολιτικής ειλικρίνειας: ότι δεν καταφεύγει σε τεχνάσματα, προκειμένου να παραπλανήσει το εκλογικό σώμα. Ότι δεν προδίδει τις πολιτικές ιδέες του, την προσπάθειά του να εφαρμόσει τις «εκσυγχρονιστικού τύπου» πολιτικές και επικοινωνιακές επιλογές του. Ανεξάρτητα αν για κάποιους είναι επιλογές λανθασμένες που… «αποδομούν το σοσιαλιστικό προφίλ του προέδρου αλλά και τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα του κινήματος»

Γενικότερα, ένας πολιτικός ηγέτης, ένα καθεστώς, δεν μπορούν να «κλείνουν» τους λογαριασμούς τους με μια αυτοκριτική. Δεν πάνε έτσι μπροστά, σε περίπτωση δυστυχίας. Μεταφέρουν τη δυστυχία τους στον μαυροπίνακα. Δεν συντελούν στο να προληφθεί κανένα κατοπινό ατύχημα.
Γιατί; Διότι, όπως και η κακολογία, έτσι και η αυτοκριτική θρέφεται από το παρελθόν και, προπαντός, δεν της γυρεύει κανείς να περιγράψει το μέλλον…

Φυσικά, ο Γιώργος Παπανδρέου δεν αποφεύγει κάποιες αναφορές στο παρελθόν. Αλλά, ευτυχώς (!) όχι για αυτοκριτική, μα για να «θρέψει» την πικρία κάποιων συντρόφων του που αυτοπροσδιορίζονται ως ιστορικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Ή την δική του πικρία από τα καμώματα κάποιων… ανίερων στελεχών της Αριστεράς. Που τον τοποθετούν σε ίση απόσταση με τον ηγέτη της Δεξιάς.

Ωστόσο, αυτό που θέλω να πω σ’ αυτό το σημείωμα είναι ότι η αυτοκριτική χρησιμοποιείται συνήθως από τους πολιτικούς ως κυνικό άλλοθι προκειμένου να παρατείνουν την πολιτική τους καριέρα ή την παραμονή τους στην εξουσία.

Απ’ αυτή την άποψη, θεωρώ ως θετικό σημείο την απουσία αυτοκριτικών αναφορών από την ρητορική του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ. Όμως,ελάχιστα ελπιδοφόρο για το μέλλον της κυβέρνησής και, κυρίως, για το ελληνικό μέλλον…

Νίκος Τσαγκρής

28 Φεβρουαρίου 2011

Το New Deal ως πανάκεια...

Αν φανταζόμαστε τη μεγάλη δεξαμενή ιδεών του οικονομικού φιλελευθερισμού σαν μίξερ, και πατούσαμε το κουμπί προκειμένου να προκύψει ένα γιατρικό για τη σωτηρία του τραπεζικού μοντέλου του νεοφιλελευθερισμού (των αυτόνομων, δηλαδή, επενδυτικών τραπεζών τύπου Goldman Sachs και Morgan Stanley), θα προέκυπτε ένα… μαντζούνι τύπου Γκόρντον Μπράουν: κρατική εγγύηση για την εξασφάλιση ρευστότητας στη διατραπεζική αγορά, κρατικοποίηση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, κλπ., κλπ. Το ίδιο, περίπου, γιατρικό θα συνιστούσαν και ως… ανεξάρτητοι-μεμονωμένοι οι θεωρητικοί του οικονομικού φιλελευθερισμού παντός τόπου, χρόνου και τύπου: Οι Φρίντριχ Χάϊεκ, Άνταμ Σμίθ, Τζον Κέινς, Μίλτον Φρίντμαν, Άλαν Γκρίνσπαν, ο τωρινός Πολ Κρούγκμαν και άλλοι… τωρινότεροι, τύπου Ανδριανόπουλου, Αλογοσκούφη και Ανδρουλάκη…

Ο Άνταμ Σμίθ, ας πούμε, θα άλλαζε πρόθυμα την περίφημη ρήση του «Δεν περιμένουμε το φαγητό μας να προέλθει από την καλοσύνη του χασάπη, του ζυθοποιού, ή του φούρναρη, αλλά από μέριμνα για το προσωπικό τους συμφέρον», προσθέτοντας τη λέξη «κρατική» μπροστά απ’ τη λέξη «μέριμνα». Ο Τζον Κέινς θα πρότεινε, ασφαλώς, κάποιο πακέτο θεσμοθετημένων κρατικών παρεμβάσεων σαν αυτό που είχε προτείνει στον Ρούσβελτ κατά την περίοδο της κρίσης του 1930˙το οποίο έμεινε στην ιστορία ως New Deal. Εντάξει, για τον «προοδευτικό» Πολ Κρούγκμαν δεν λέμε τίποτα. Λίγο πριν παραλάβει το Νόμπελ ευλόγησε τον Βρετανό…μάγο Γκόρντον Μπράουν: «ευτυχώς για την παγκόσμια οικονομία, που ο Γκόρντον Μπράουν και οι αξιωματούχοι του έχουν λογικές προτάσεις. Και μπορούν να μας υποδείξουν τον δρόμο για την έξοδο από την κρίση»…

Φυσικά, ο Μίλτον Φρίντμαν θα έβγαινε, δημοσίως, να διαχωρίσει τη θέση του αφού μέχρις εσχάτων, λίγο πριν αποχαιρετήσει τα εγκόσμια, δήλωνε (στο ιστολόγιο «e-rooster) ότι ο σύγχρονος φιλελευθερισμός βρίσκεται μπροστά σε απειλές που εκπορεύονται από την υπερβολική δράση του κράτους: «…εκπορεύονται, από κάποια άτομα εντός της κοινότητας τα οποία προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την συγκεντρωμένη εξουσία του κράτους προκειμένου να ωφεληθούν οι ίδιοι και να παράσχουν στους εαυτούς τους ειδικά προνόμια και μονοπώλια…»! Και κατέληγε με έναν εξαιρετικά άβολο για τις τωρινές συνθήκες αφορισμό: «Η κρατική παρεμβατικότητα είναι η θεμελιακή απειλή στην ανθρώπινη ελευθερία»!.. »!.. Μα και ο Άλαν Γκρίνσπαν μέχρις εσχάτων επέμενε να διαδηλώνει την ακλόνητη πίστη του στα «τοξικά» παράγωγα: «Αλίμονο, το πρόβλημα δεν είναι η κατάρρευση των προϊόντων, αλλά η απληστία που κυρίευσε τους ανθρώπους»! Και αμέσως, «ναι, ο κρατικός παρεμβατισμός σκλαβώνει τις αγορές, αλλά η κρίση, βλέπετε, βαθαίνει. Ας δώσουμε τόπο στην οργή μόνο με κρατικό χρήμα μπορούν να τραφούν οι ανοιχτές πληγές του συστήματος»!..

Μόνο με κρατικό χρήμα! Κάθε φορά που ο καπιταλισμός, (το οικοδόμημά τους), κινδυνεύει, οι θεωρητικοί του οικονομικού φιλελευθερισμού και τα πολιτικά παπαγαλάκια τους θυμούνται το κρατικό χρήμα. Και ανακυκλώνουν εκείνο το πακέτο θεσμοθετημένων κρατικών παρεμβάσεων που, ο γκουρού τους, ο Τζον Κέινς, πρότεινε στον Ρούσβελτ κατά την περίοδο της κρίσης του 1930 και έμεινε στην ιστορία ως New Deal. Σήμερα το ανακυκλώνουν οι νεοφιλελεύθεροι εγγονοί του: «κρατική εγγύηση» λένε, εννοώντας κρατικό χρήμα, Δημόσιο, δηλαδή, χρήμα (το δικό μας, στην τελική, χρήμα) για την εξασφάλιση ρευστότητας στη διατραπεζική αγορά, κλπ., κλπ.

Τι κάνουν όμως οι «προοδευτικοί» οικονομολόγοι, οι θεωρητικοί του «οικονομικού σοσιαλισμού»; Σιωπούν ως ηττημένοι. Αρθρογραφούν χαιρέκακα, προσλαμβάνοντας το χρηματοπιστωτικό πατατράκ των καιρών ως προσωπική δικαίωση. Επιδίδονται σε αγανακτισμένες φωνασκίες ντουμπλάροντας την Αλέκα Παπαρήγα: «Να πληρώσουν το μάρμαρο της κρίσης οι τράπεζες και τα μονοπώλια και όχι ο λαός»! «Είναι ψέμα ότι οι τράπεζες έχουν πρόβλημα ρευστότητας, απλώς δεν μπορούν να κερδοσκοπήσουν»! Άλλοι, το χειρότερο, επικροτούν την ανακύκλωση του κεϊνσιανού New Deal από τους τεχνικούς της ευρωπαϊκής εξουσίας. Που «θα διασφαλίσει τα συμφέροντα των επενδυτών και των καταθετών, την εργασία, την κοινωνική ευημερία». Παραβλέποντας ότι το πρώτο που επιδιώκεται να διασφαλιστεί είναι το «σύστημα»: Η διάσωση του τραπεζικού μοντέλου του νεοφιλελευθερισμού, των αυτόνομων, δηλαδή, επενδυτικών τραπεζών τύπου Goldman Sachs και Morgan Stanley, που γέννησαν την κρίση…

Ακόμα και ο πολύς Τζότζεφ Στίγκλιτζ περιορίστηκε σε απαισιόδοξες προβλέψεις: «… η τρέχουσα οικονομική κρίση είναι η χειρότερη παγκοσμίως μετά την ύφεση του 1930, ενώ η κίνηση της αμερικανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης να μειώσει τα επιτόκια δεν θα έχει ουσιαστικές επιπτώσεις Η κίνηση της Fed δεν αντιμετωπίζει τα θεμελιώδη προβλήματα που θέτει η κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού τομέα…» Ούτε μια διορθωτική, για την κερδοσκοπική δομή των αγορών, πρόταση. Mόνο μια ενδιαφέρουσα, κοινωνικού χαρακτήρα, παρέμβαση: «… η αμερικανική κυβέρνηση να παραγράψει τα δάνεια έως και του 90% της αξίας τους, ώστε οι δανειολήπτες που αγόρασαν κατοικίες να μπορέσουν να τις διατηρήσουν»…

ΥΓ: Εν’ τέλει, μόνο ο Γάλλος οικονομολόγος Νικολά Μπαβερέζ (στο βιβλίο του «Καθ’ οδόν προς το άγνωστο») λέει ξεκάθαρα ότι εν όψει της κρίσης «το επείγον είναι να εξαλείψουμε μια για πάντα την αυταπάτη ότι οι αγορές αυτό-ρυθμίζονται». Αλλά κι αυτός σπεύδει να προσθέσει, «χωρίς όμως να ξεριζώσουμε κάθε μορφή αστάθειας, ενός παράγοντα απαραίτητου για την ελευθερία και την οικονομική ανάπτυξη». Λες και μίλησε κανείς, ούτε η Παπαρήγα δεν το ‘κανε, για επιστροφή στον απόλυτο κρατισμό…

Νίκος Τσαγκρής (κείμενο δημοσιεμένο στο Έθνος της Κυριακής)

21 Φεβρουαρίου 2011

Ο Μαρινάκης και οι άλλοι...

Ας μη θολώνουμε από τα οπαδικά μας αισθήματα. Η διαπλοκή των μεγαλοπαραγόντων του ποδοσφαίρου - ανεξαρτήτως χρώματος - με το πολιτικό και δημοσιογραφικό σύστημα, είναι διαχρονική. Όσα γράφτηκαν και γράφονται, ελέχθησαν και λέγονται, από πολιτικούς, δημοσιογράφους και ποδοσφαιρικούς παράγοντες μετά τους χουλιγκανισμούς στο γήπεδο Γεώργιος Καραϊσκάκης, ας τα δούμε σαν μια φωτογραφία των αλλαγών που εξελίσσονται στο πεδίο των συγκεκριμένων διαπλεκομένων συμφερόντων. Θα μας βοηθούσε ιδιαίτερα ένα ριπλέι στον τρόπο που μετέδωσαν και σχολίασαν τα θλιβερά – αλλά διόλου πρωτόγνωρα για το ελληνικό ποδόσφαιρο – γεγονότα, τα κανάλια MEGA, STAR, ANT1 και ΣΚΑΙ. Στον οποίο, υπενθυμίζω, ο κ. Μαρινάκης είναι μέτοχος…

9 Φεβρουαρίου 2011

Η Φήμη ως ελιξίριο αθανασίας



Φερνάντο Πεσσόα: οι δημοσιογράφοι στοχεύουν
στην άμεση επιτυχία, οι καλλιτέχνες στην αιώνια ζωή…

Ένας, απροσδιόριστης ηλικίας, άνθρωπος που υποστηρίζει ότι έγραψε ένα μυθιστόρημα επειδή το γραπτό του εξεδόθη ως μυθιστόρημα από έναν εκδοτικό οίκο που διατίθεται να «εκδίδει» οτιδήποτε, ακόμα και την ίδια τη λογοτεχνία, επί χρήμασι, με πιέζει εδώ και καιρό να γράψω κάτι για το βιβλίο του. Με πραγματικό άγχος, λες και αν γράψω γι’ αυτό, ο… συγγραφέας θα περάσει στην αθανασία. Ή θα εξασφαλίσει φήμη και υστεροφημία…
Η φήμη ευδοκιμούσε πάντοτε, ανάμεσα στους πλέον δημοφιλείς ανθρώπινους πόθους. Σήμερα, τείνει να μεταβληθεί σε αξία μεγαλύτερη και από τη μέγιστη αξία της εποχής, το χρήμα. Ίσως επειδή υποδεικνύεται από τον τηλεοπτικό πολιτισμό ως το μέσον που οδηγεί με ξεχωριστή ευκολία στη μέγιστη αξία της εποχής: χιλιάδες, εκατομμύρια άνθρωποι γύρω μας, προθυμοποιούνται να κοινοποιήσουν την ύπαρξή τους με κάθε τρόπο, να υποστούν κάθε συνέπεια, προκειμένου να διεκδικήσουν ένα μερίδιο φήμης.
Αυτούς οφείλουμε να τους σεβαστούμε, είναι οι στερημένες μάζες των καιρών, τα θύματα της δεσπόζουσας τηλεοπτικής ιδεολογίας της φήμης. Της αναγνωρισιμότητας, όπως οι ίματζ μέικερς την ονομάζουν…
Εκείνοι που ενοχλούν είναι εκείνοι που ενοχλούσαν πάντα, εκείνοι που διαθέτουν λίγο ταλέντο, κάποια στοιχεία ιδιοφυίας, ένα ακαλλιέργητο χάρισμα και, μόνο γι’ αυτό, επιδιώκουν και εκβιάζουν άμεση αναγνώριση, φήμη, υστεροφημία.
Μιλώ για τους εκατοντάδες καλλιτέχνες και ψευτοκαλλιτέχνες του συρμού, κάποιους πολιτικούς και κάποιους επιστήμονες και ψευτοεπιστήμονες και, ιδιαίτερα, δεκάδες νέους – όχι από πλευράς ηλικίας – που αυτοαποκαλούνται συγγραφείς, ή λογοτέχνες, ή τραγουδιστές, ηθοποιοί και τα λοιπά, επειδή έβγαλαν ένα βιβλίο, ένα CD, ή έπαιξαν σε ένα σήριαλ. Για όλους εκείνους που ασχολούνται περισσότερο με τις δημόσιες σχέσεις και τις δημόσιες πόζες, παρά με την καλλιέργεια των όποιων ταλέντων ή χαρισμάτων τους. Πιστεύοντας ότι η φήμη – και όχι το ιδιοφυές έργο, η ιδιοφυής λειτουργία τους στον ενιαίο ιστορικά χώρο των γραμμάτων και των τεχνών, της πολιτικής και των επιστημών – θα τους εξασφαλίσει την αναγνώριση, την υστεροφημία, την «αθανασία» ακόμα…
Συνιστώ, σε όλους αυτούς, την ανάγνωση του βιβλίου «Ηρόστρατος, ή η αναζήτηση της αθανασίας» του Φερνάντο Πεσσόα. Η φήμη του οποίου είναι, πιθανολογώ, ασήμαντη στους κύκλους των κυνηγών της ματαιόδοξης εποχικής φήμης. Ωστόσο, σας διαβεβαιώνω, ο Φ. Π. είναι ένας πραγματικά φημισμένος ποιητής που, ογδόντα και πλέον χρόνια από τον θάνατό του, απολαμβάνει την αθανασία ανάμεσα στους αθάνατους καλλιτέχνες όλων των αιώνων…

Νίκος Τσαγκρής

2 Φεβρουαρίου 2011

Στο γκέτο της Πλατείας Βάθη...


Μια κλινική στην Πλατεία Βάθη είναι πρόβλημα. Παρκάρεις απέναντι και καμιά δεκαριά ζευγάρια μάτια, καρφωμένα σε ταλαίπωρα πρόσωπα, σε περιεργάζονται σαν λέιζερ θλίψης- φθόνου. Είναι άνεργοι οικονομικοί μετανάστες του «γκέτο» που, με επίκεντρο τη μικρή πλατεία, εκτείνεται ως την Ομόνοια, το Μεταξουργείο, τον Σταθμό Λαρίσης, τον Κολωνό. Και ύστερα σκαρφαλώνει μέχρι την Πλατεία Αττικής, και την Κυψέλη…

Ο θυρωρός της κλινικής με σταματάει: «Μην αφήσεις το αμάξι εκεί», μου λέει, «σε δέκα λεπτά μπορεί να μη βρεις ούτε τις ζάντες!». Το ρισκάρω. «Θύμα της ξενοφοβίας», σκέφτομαι. Είναι σαφές ότι υπερβάλλει. Διαβάζω, άλλωστε, την απέχθειά του για τους «ξένους» στο θολό του βλέμμα, στον φόβο που κρυφοκοιτάζει πίσω απ’ τις εκφράσεις του: «Πέντε λεπτά», του λέω, «θα τ’ αφήσω! Ρίχνε καμιά ματιά αν θέλεις»…

«Αδερφέ, είσαι τρελός», γκρινιάζει. «Κοίτα τουλάχιστον μήπως έχεις κάνα μπουφάν, καμιά σακούλα μέσα! Θα στο σπάσουνε! Μπορούν να σου κλέψουν οτιδήποτε! Ακόμα και τη δουλειά σου»!...


Αυτό είναι! Σε μια εποχή κατά την οποία η ανεργία παίρνει διαστάσεις επιδημίας, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προβλέπει για το 2011 περίπου 3,5 εκατομμύρια επιπλέον ανέργους, «οι ξένοι μπορούν να σου κλέψουν ακόμα και τη δουλειά σου»! Δεν είναι ο φόβος ενός Έλληνα θυρωρού κλινικής στην πλατεία Βάθη. Είναι ο φόβος που, στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης, προστίθεται στον ανασφαλή ψυχισμό εκατομμυρίων Ευρωπαίων εργαζομένων. Και με λίγη πολιτική… βοήθεια γίνεται μια εφιαλτική ιδεοληψία: η εκόλαψη, η γέννηση του φιδιού...

Στην Αγγλία, το ακροδεξιό BNP κυκλοφορεί αφίσες με συνθήματα όπως «Βρετανικές δουλειές για Βρετανούς εργάτες – Ήρθε η ώρα της αντεπίθεσης!» Οι υπερεθνικιστές ηγέτες του BNP, μάλιστα, «καρφώνουν» τους «Εργατικούς» ότι, ενώ έχουν παρεμφερείς ιδέες, «δεν έχουν τα περιθώρια να εγγυηθούν βρετανικές δουλειές για Βρετανούς εργάτες χωρίς να έρθουν σε σύγκρουση με τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Ευτυχώς!...

Δεν λέω τίποτα. Απλά θυμίζω ότι ο Χίτλερ και το ναζιστικό κόμμα πάτησαν πάνω στη μνησικακία και τη βιαιότητα των άνεργων μαζών που ήσαν προσκολλημένες στο «λαϊκό πιάτο σούπας» και στις ατέλειωτες ουρές μπροστά στα γραφεία ανεργίας. Καθώς και στον φόβο και την ανασφάλεια των εκατομμυρίων εργαζομένων απέναντι «σ’ αυτές τις αγριεμένες μάζες, σ’ αυτές τις ουρές ανέργων»: αυτοί μπορούν να σου κλέψουν οτιδήποτε! Ακόμα και τη δουλειά σου»!...

Νίκος Τσαγκρής (Το κείμενο αυτό γράφτηκε και δημοσιεύτηκε το 2010)

31 Ιανουαρίου 2011

Κατακερματισμός, διάλυση...


 «To ιδεολογικό είναι το φανταστικό», έλεγε ο Μαρξ καθώς περιέγραφε, μετά τον Φόϋερμπαχ, τη θρησκευτική ιδεολογία: To ιδεολογικό είναι κατασκευασμένο από συνειδήσεις που, μην μπορώντας να υποφέρουν την πραγματική τους κατάσταση, της δυστυχίας και των αντιφάσεων, προβάλλουν σ' ένα ονειρεμένο μακρινό μέλλον (μέλλον θρησκευτικό, μέλλον αισθητικό, αλλά επίσης μέλλον ηθικό και πολιτικό) μια ιδεατή επανασυμφιλίωση. Αυτό που στην εποχή μας λέμε ομοψυχία, συστράτευση, εθνική συνεννόηση.

Εθνική συνεννόηση αναζητούν όλο και πιό συχνα οι θεσμικοί παράγοντες του τόπου, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το Εθνικό, όπως το βαφτίζουν, θέμα της οικονομικής κρίσης. Αλλά, για να υπάρξει συστράτευση και ομοψυχία, συνθήκες, πράγματι αναγκαίες,για την αντιμετώπιση εθνικών θεμάτων, χρειάζονται κατ' αρχήν ιδέες. Ιδέες, κατά προτίμηση κοινά αποδεκτές. Ακόμα καλύτερα θα ήταν, οι συγκεκριμένες, κοινές ιδέες, να προέκυπταν ως απαύγασμα μιας γενικότερης κοινής ιδεολογίας. Τότε, η συστράτευση και η ομοψυχία δεν θα ήταν αιτούμενα. Θα ήσαν συνθήκες δεδομένες. Και τότε ναι, θα απελευθερώνονταν πολιτικές προβολές σε ένα ονειρεμένο μακρινό μέλλον. Έστω στο επίπεδο του φανταστικού!..

Όμως οι ιδεολογίες έμειναν πίσω και οι ιδέες απουσιάζουν. Απουσιάζουν και οι ηγέτες που θα τις προέβαλλαν με τρόπο πειστικό, ώστε να εξασφαλίσουν τη συστράτευση και την ομοψυχία γύρω τους. Έτσι, φτάσαμε σε σημείο η πολιτική να είναι ανίδεη. Το ίδιο και οι πολίτες! Και αυτό που απέμεινε, είναι οι επαγγελματίες πολιτικοί. Να κρατούν ψηλά τη σημαία της μόνης... ιδεολογίας της νέας εποχής: της ιδεολογίας του κέρδους!

Πάμε πάλι απ’ την αρχή: ιδεολογία είναι ένα σύστημα ιδεών και αξιών, χάρη στο οποίο οι κοινωνίες οργανώνουν ένα κοινό όραμα, μια συναντίληψη του κόσμου. Πιστεύει κανείς ότι η κρατούσα «ιδεολογία» του κέρδους είναι σε θέση να οδηγήσει σε κοινό όραμα, σε συστράτευση, σε εθνική συνεννόηση; To μόνο που μπορεί να επιφέρει η συγκεκριμένη «ιδεολογία», είναι η διάλυση: Ο άκρατος ατομισμός, ο φιλοτομαρισμός, ο κοινωνικός κατακερματισμός. Το δράμα της φτώχειας – η μιζέρια του πλούτου. Η ζούγκλα των «αγορών».

25 Ιανουαρίου 2011

Διεφθαρμένη χώρα...



Ναι, η διαφθορά είναι αγαπημένο θέμα. Ειδικά όταν εκδηλώνεται σε αντικρινές όχθες, όταν προσωποποιείται σε διακεκριμένους αντιπάλους, όταν πλήττει διασημότητες της πεντάρας. Τότε η αδρεναλίνη ανεβαίνει, η έξαψη κορυφώνεται. Μα και όταν δεν εκδηλώνεται, όταν δεν προσωποποιείται, η διαφθορά παραμένει αγαπημένο θέμα: τρέφεται με φήμες στα καφέ του Κολωνακίου, με «εμπιστευτικές πληροφορίες» στα δημοσιογραφικά γραφεία, με σχόλια και αναθέματα στις οικογενειακές συγκεντρώσεις.

Ακολούθως, η διαφθορά ξαναγίνεται μια γνώριμη και έξυπνη αμαρτία που φωλιάζει μέσα μας, έτοιμη να ξεμυτίσει στην πρώτη ευκαιρία: στην κοινωνία του χρήματος, ένας άνθρωπος θεωρείται τελείως ανόητος αν δεν κλέβει. Αυτή η στάση εικονογραφείται θαυμάσια από τον ετήσιο εθνικό διαγωνισμό για το ποιός θα εξαπατήσει περισσότερο την Ψωροκώσταινα σε απόκρυψη φόρων. Για να τους βάλει στην τσέπη…

«Θα ήταν ηλίθιος αν δεν τα ‘παιρνε!..» Είναι μια φράση που ακούγονταν όλο και πιο συχνά στη μικρή μας χώρα. Ακόμα και από κορυφαίους πολιτικούς παράγοντες, ακόμα και για μιζαδόρους της πολιτικής τύπου Siemens. Είναι η φράση που τοποθετεί την κοινωνική ηθική στον πάτο των εθνικών μας, να πούμε, αρετών και την πολιτική ηθική κάτω απ’ τον πάτο των αντίστοιχων πολιτικών. Μια φράση που οριοθετεί την χώρα μας ως διεφθαρμένη χώρα…

Μας συνέβη, όπως συνέβη πριν από πολλά χρόνια στις ΗΠΑ. Να πως το περιέγραφε (1951) ο αμερικανός κοινωνιολόγος, καθηγητής του Κολούμπια και συγγραφέας του « Μίντλ-Τάουν» Ρόμπερτ Σ. Λύντ: «Σήμερα οι ελέφαντες (σ.σ: εννοεί τα νέα οικονομικά τζάκια), ημιεξημερωμένοι και απατεώνες, έχουν αναπτυχθεί και… ευημερούν πολυτελώς μέσα στα πράσινα βοσκοτόπια ισχύος που άφησε ελεύθερα η δημοκρατία. Σήμερα εμείς, σαν έθνος, η Γερουσία μας, τα ιδρύματά μας, φοβόμαστε και στεκόμαστε με δέος μπροστά σ’ αυτές τις μυστικές δυνάμεις– που λέγονται οργανωμένες επιχειρήσεις, οργανωμένα επαγγέλματα, οργανωμένη εργασία, οργανωμένος πατριωτισμός και οργανωμένη θρησκεία. Με αποτέλεσμα την ανάπτυξη μιας κοινωνίας εκβιασμού, που δίνει το παράδειγμα σε κάθε άνθρωπο να επιδιώκει να αρπάζει ό, τι μπορεί για τον εαυτό του…»…

Λοιπόν, σήμερα κι εμείς ως έθνος, η Βουλή μας, οι πολιτικοί ηγέτες μας, οι βουλευτές μας, οι δικαστικοί μας, οι δημοσιογράφοι μας, φοβόμαστε και στεκόμαστε με δέος μπροστά σ’ αυτές τις «μυστικές δυνάμεις που λέγονται οργανωμένες επιχειρήσεις», κεντρικές τράπεζες, πολυεθνικές, καρτέλ, μονοπώλια. Κάνουμε τα στραβά μάτια στις παρανομίες τους, με την «απουσία» μας διευκολύνουμε τα ασύδοτα deal τους. Ούτως ή άλλως, είμαστε μέρη αυτής της τάξεως πραγμάτων, μέλη της «κοινωνίας του εκβιασμού» που οι ίδιοι δημιουργήσαμε ή ανεχτήκαμε. Και, άμα λάχει, όταν μας τα δίνουν, τα παίρνουμε˙ αφού… «θα ήμασταν ηλίθιοι αν δεν τα παίρναμε»!..

Μην ακούτε τους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους υποκριτές: Το χρήμα μπορούσε πάντα να διατάζει τις εξουσίες. Και το έκανε. Απλά, στις μέρες μας τό ‘χει παρακάνει…

Νίκος Τσαγκρής



8 Ιανουαρίου 2011

Ο καπιταλισμός που βολεύει...


«Θα προτιμούσα να βρισκόμουν κάτω απ’ το ζυγό του Κόκκινου Στρατού παρά να πρέπει να τρώω χάμπουργκερ» έλεγε ο θεωρητικός του μεταμοντέρνου εθνικισμού Αλαίν Ντε Μπενουά, για να τονίσει την απέχθειά του στον μεταψυχροπολεμικό αμερικανικό ηγεμονισμό˙ τον ολοκληρωτικό καπιταλισμό με το «άνοιγμα των συνόρων», την «παγκοσμιοποίηση», την «οικονομία της αγοράς».

Λίγο αργότερα, επί της προεδρίας Μπους, ο αντιαμερικανισμός των Ευρωπαίων εθνικιστών άγγιξε και, σε πολλές περιπτώσεις, ξεπέρασε ακόμα και τον παραδοσιακό αντιαμερικανισμό των κομμουνιστών. Μέχρι που φτάσαμε στην οικονομική κρίση και καταντήσαμε – ποιοι, εμείς οι Έλληνες, που διδάξαμε αντιαμερικανισμό – να τρώμε μόνο… χάμπουργκερ. Άντε, και σουβλάκια, όταν θέλουμε να διαφοροποιηθούμε ιδεολογικά (είτε ως κομμουνιστές είτε ως… απλοί αριστεροί) από τους μεταμοντέρνους εθνικιστές…

Κανένα πρόβλημα. Προσωπικά, παραφράζοντας τη ρήση του Αλέν Ντε Μπενουά, είμαι έτοιμος να δηλώσω ότι θα προτιμούσα να τρώω μια ζωή… σουβλάκια παρά να βρίσκομαι (μια ζωή, επίσης) κάτω από τον ζυγό της Κομισιόν. Ο οποίος ζυγός μάς πέφτει πιο βαρύς, ειδικά σ’ εμάς τους μισθωτούς και συνταξιούχους, απ’ ότι ο ζυγός του Κόκκινου Στρατού στον Αλαίν Ντε Μπενουά και τους ομοϊδεάτες του.

Από την άλλη, ο «ζυγός της Κομισιόν» δεν είναι παρά ο ζυγός του καπιταλισμού με τον οποίο οικειοθελώς δεθήκαμε, τον αγαπήσαμε και συνεχίζουμε να τον αγαπάμε και να τον δοξάζουμε καθημερινά, είτε είμαστε δεξιοί είτε αριστεροί, είτε κομμουνιστές είτε εθνικιστές, ακόμα και αναρχικοί. Αίφνης, ακόμα και την παραμονή των Φώτων, μέρα κλεφτής αργίας και οικονομικής ένδειας, υποτίθεται, ένα από τα άντρα του καπιταλιστικού life style στην λεωφόρο Κηφισίας, το επονομαζόμενο και Golden Hall, ήταν φίσκα από… δεξιούς, αριστερούς, κομμουνιστές, εθνικιστές, ακόμα και αναρχικούς πατριώτες μας. Που δόξαζαν τον καπιταλισμό απολαμβάνοντας τα αγαθά του…

Θέλω να πω ότι ζούμε σε ένα λαβύρινθο πολιτικών, ιδεολογικών, πολιτιστικών και αισθητικών αντιφάσεων: δηλώνουμε σοσιαλιστές αλλά ανάβουμε κεριά πίστης στους αρχιερείς του καπιταλισμού, τους τεχνοκράτες της Κομισιόν. Προκειμένου να διασφαλίσουμε τον καπιταλισμό που μας βολεύει υπηρετούμε τους καπιταλιστές που μας… βολεύουν. Εν τέλει, μόνο οι καπιταλιστές δεν πιστεύουν στον καπιταλισμό. Όπως λέει ο Μάικλ Μουρ, πιστεύουν στο σοσιαλισμό για τους πλούσιους: θέλουν να είναι σίγουροι ότι η κυβέρνηση θα μεριμνά μόνο γι’ αυτούς δίχως οι άλλοι να το αντιλαμβάνονται.

Νίκος Τσαγκρής

27 Δεκεμβρίου 2010


Νίκος Τσαγκρής, δημοσιογράφος 
Γεννήθηκε στον Πύργο Ηλείας. Το 1962 μετοικεί στην Αθήνα, όπου επιβιώνει ως εργαζόμενος μαθητής. Γίνεται μέλος της Νεολαίας Λαμπράκη και συμμετέχει ενεργά στο μαθητικό κίνημα της εποχής (αντιπρόεδρος του ΣΕΜΜΕ – Σύλλογος Εργαζομένων Μαθητών Μέσης Εκπαιδεύσεως), ενώ ταυτόχρονα ασχολείται με το θέατρο και τη μουσική.
Στην περίοδο της δικτατορίας συλλαμβάνεται και φυλακίζεται ως μέλος του Πατριωτικού Αντιδικτατορικού Μετώπου. Από το 1971 ως το 1975 σπουδάζει ζωγραφική και γραφικές τέχνες ενώ παράλληλα δουλεύει στο θέατρο (σκηνογραφία) και στη διαφήμιση. Συμμετέχει στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, συλλαμβάνεται και κρατείται για ένα μακρύ διάστημα. Το 1976 προσλαμβάνεται στην εφημερίδα Αυγή ως εικονογράφος των διηγημάτων που τότε δημοσίευε η εφημερίδα και ως γραφίστας. Σταδιακά εγκαταλείπει τη ζωγραφική και ασχολείται αποκλειστικά με τη δημοσιογραφία. Από το 1979 ως το 1985 εργάζεται ως επιτελικό στέλεχος (συντάκτης ύλης και αρχισυντάκτης) στο Βήμα της Κυριακής και αργότερα στα Νέα. Το 1985 προσλαμβάνεται ως διευθυντής σύνταξης στην εφημερίδα Η Πρώτη. Το 1986 γίνεται διευθυντής της Πρώτης, την ανασχεδιάζει και την διευθύνει μέχρι το 1990. Παράλληλα παρουσιάζει μουσικές εκπομπές στο ραδιόφωνο (Αθήνα 9.84 και αργότερα Flash 96). Τα έτη 1990-1992 υπήρξε διευθυντής σύνταξης της Καθημερινής, διευθυντής ειδήσεων του ραδιοσταθμού ΤOP FM και διευθυντής του περιοδικού Επτάμισι. Το 2002 προσλαμβάνεται ως διευθυντής του πολιτικού ρεπορτάζ στην εφημερίδα Έθνοςαλλά αμέσως γίνεται αρχισυντάκτης της εφημερίδας ενώ από το 1995 γράφει, παράλληλα το χρονογράφημα της εφημερίδας καθώς και πολιτικά άρθρα. Το 1997 κυκλοφορεί επιλογή χρονογραφημάτων του (Εκδόσεις Καστανιώτης) υπό τον τίτλο "Εγώ, Εμείς, Αυτοί Είμαστε". Το 2004 παραιτείται από το Έθνος για πολιτικούς λόγους. Ιδρύει και διευθύνει τον Εκδοτικό Οίκο Ηλέκτρα, ενώ παράλληλα αρθρογραφεί στο Έθνος της Κυριακής και στο περιοδικό Γαλέρα. Από το 2013 συνεργάζεται ως πολιτικός αναλυτής με την εβδομαδιαία εφημερίδα Η Εποχή (☀http://www.epohi.gr/). Από τον Αύγουστο του 2017 συνεργάζεται ως αρθρογράφος - χρονογράφος με την εφημερίδα Η ΑΥΓΗ της Κυριακής. (http://www.avgi.gr/editor/8407061) Υπήρξε μέλος του Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ.και μέλος της Επιτροπής Δεοντολογίας της ΕΡΤ(2015). Είναι μέλος του Συλλόγου Φυλακισθέντων και εξορισθέντων 1967-1974,  

13 Δεκεμβρίου 2010

Ευρώπη, η ανυπόστατη

Από την ίδρυσή της η Ε.Ε. ήταν ένα εμπορικό εγχείρημα. ‘Ένας οικονομικός «συνεταιρισμός» στο προσκήνιο, ένα κερδοσκοπικό deal στο παρασκήνιο

Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι σαθρό. Και αυτό δεν έχει να κάνει με τη φύση των Ελλήνων, των Γερμανών ή των Γάλλων, αλλά με τη φύση του ίδιου του οικοδομήματος, τη φιλοσοφία πάνω στην οποία θεμελιώθηκε: «Υπάρχουν ελάχιστοι πιο αθώοι τρόποι για να περνάει κανείς τον καιρό του πέρα από το να κερδίζει χρήματα»!... 

 Είναι η φιλοσοφία των πιονέρων των «αγορών», στην ουσία η φιλοσοφία της κερδοσκοπίας. Στην οποία ο Άνταμ Σμιθ απένειμε πιστοποιητικό ευγενείας μέσω ενός διάσημου κειμένου του: «…Δεν περιμένουμε από την καλοσύνη του χασάπη, του ζυθοπώλη και του φούρναρη το γεύμα μας, αλλά από τη μέριμνά τους για το συμφέρον τους. Δεν απευθυνόμαστε ποτέ στην ανθρωπιά τους, αλλά στον εγωισμό τους και δεν τους μιλάμε ποτέ για τις ανάγκες μας, αλλά για το κέρδος τους…» 

 Η Ελλάδα, στην ανάγκη της, έκανε το λάθος να απευθυνθεί στην καλοσύνη του Γάλλου χασάπη, του Γερμανού ζυθοπώλη, του Ιταλού φούρναρη: ζήτησε πολιτική στήριξη, αλληλεγγύη, ανθρωπιά, από το διευθυντήριο μιας κερδοσκοπικής εταιρίας – της οποίας είναι και μικρομέτοχος – της «Euro Group». Η οποία έχει ως βασική καταστατική αρχή (συνθήκη της Λισσαβόνας) την αρχή των πιονέρων του κέρδους, που λέγαμε: απαγορεύεται η πτώχευση. «Απαγορεύεται η διάσωση κάθε κράτους – μέλους που πτωχεύει»!.. 

Το οικοδόμημα ήταν σαθρό από τη γέννησή του, από τότε που το λέγαμε ΕΟΚ. Ένα αγοραίο εγχείρημα ήταν. ‘Ένας οικονομικός «συνεταιρισμός» στο προσκήνιο, ένα κερδοσκοπικό deal στο παρασκήνιο: ένα συνονθύλευμα κρατών με διαφορετικές οικονομικές ποιότητες και ποσότητες, διαφορετικές γλώσσες, θρησκείες και πολιτισμούς, δίχως ίχνος πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής συνοχής. Απλά, να σμίξουμε τους… καπιταλισμούς μας! Γίνεται; 

Θυμάμαι τις απονενοημένες απόπειρες κάποιων ρομαντικών Ευρωπαίων πολιτικών για ένα ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Και θυμάμαι με θλίψη εκείνο το στομφώδες και αφελές «χθες αποκτήσαμε μια καινούρια πατρίδα», του προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, μετά την παρουσίαση του δύσμοιρου «σχεδίου Ευρωπαϊκού Συντάγματος» (Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2003) από τον Ζισκάρ Ντ’ Εστέν… 

«Μια καινούρια πατρίδα»! Πολιτειακά ανυπόστατη, με κατοχυρωμένη την ανισοτιμία, την δικτατορία των «μεγάλων» επί των «μικρών», με θεσμοθετημένο τον οικονομισμό, με την ασυδοσία των «αγορών» προστατευμένη, με θωρακισμένη την κερδοσκοπία. Με εκτυφλωτική, τώρα πια, για όσους διαθέτουν στοιχειώδη πολιτική ορατότητα, τη σαθρότητα του εγχειρήματος της «ευρωζώνης»… 

Νίκος Τσαγκρής

6 Δεκεμβρίου 2010

Γυρίσαμε πλάτες στο μέλλον!..


Σε μια εποχή που δεσπόζει η «ιδεολογία» του κέρδους είναι μάταιη η αναζήτηση συστράτευσης και ομοψυχίας.
To ιδεολογικό είναι το φανταστικό», έλεγε ο Μαρξ καθώς περιέγραφε, μετά τον Φόϋερμπαχ, τη θρησκευτική ιδεολογία: To ιδεολογικό είναι κατασκευασμένο από συνειδήσεις που, μην μπορώντας να υποφέρουν την πραγματική τους κατάσταση, της δυστυχίας και των αντιφάσεων, προβάλλουν σ' ένα ονειρεμένο μακρινό μέλλον (μέλλον θρησκευτικό, μέλλον αισθητικό, αλλά επίσης μέλλον ηθικό και πολιτικό) μια ιδεατή επανασυμφιλίωση. Αυτό που στην εποχή μας λέμε ομοψυχία, συστράτευση, εθνική σύμπνοια.

Εθνική συνεννόηση αναζητούν όλο και πιό συχνα οι θεσμικοί παράγοντες του τόπου, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το Εθνικό, όπως το βαφτίζουν, θέμα της οικονομικής κρίσης. Αλλά, για να υπάρξει συστράτευση και ομοψυχία, συνθήκες, πράγματι αναγκαίες,για την αντιμετώπιση εθνικών θεμάτων, χρειάζονται κατ' αρχήν ιδέες. Ιδέες, κατά προτίμηση κοινά αποδεκτές. Ακόμα καλύτερα θα ήταν, οι συγκεκριμένες, κοινές ιδέες, να προέκυπταν ως απαύγασμα μιας γενικότερης κοινής ιδεολογίας. Τότε, η συστράτευση και η ομοψυχία δεν θα ήταν αιτούμενα. Θα ήσαν συνθήκες δεδομένες. Και τότε ναι, θα απελευθερώνονταν πολιτικές προβολές σε ένα ονειρεμένο μακρινό μέλλον. Έστω στο επίπεδο του φανταστικού!..

Όμως οι ιδεολογίες έμειναν πίσω και οι ιδέες απουσιάζουν. Απουσιάζουν και οι ηγέτες που θα τις πρόβαλλαν με τρόπο πειστικό, ώστε να εξασφαλίσουν τη συστράτευση και την ομοψυχία γύρω τους. Έτσι, φτάσαμε σε σημείο η πολιτική να είναι ανίδεη. Το ίδιο και οι πολίτες! Και αυτό που απέμεινε, είναι οι επαγγελματίες πολιτικοί. Να κρατούν ψηλά τη σημαία της μόνης... ιδεολογίας της νέας εποχής: της ιδεολογίας του κέρδους!
Πάμε πάλι απ’ την αρχή: ιδεολογία είναι ένα σύστημα ιδεών και αξιών, χάρη στο οποίο οι κοινωνίες οργανώνουν ένα κοινό όραμα, μια συναντίληψη του κόσμου. Πιστεύει κανείς ότι η κρατούσα «ιδεολογία» του κέρδους είναι σε θέση να οδηγήσει σε κοινό όραμα, σε συστράτευση, σε εθνική συνεννόηση; To μόνο που μπορεί να επιφέρει η συγκεκριμένη «ιδεολογία», είναι η διάλυση: Ο άκρατος ατομισμός, ο φιλοτομαρισμός, ο κοινωνικός κατακερματισμός. Το δράμα της φτώχειας – η μιζέρια του πλούτου. Η ζούγκλα των «αγορών».

«Κινδυνεύει η εθνική μας ανεξαρτησία», είπε ο πρωθυπουργός, αναφερόμενος στον ασφυκτικό – πολιτικό στην ουσία – έλεγχο, που μας ασκεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Προσωπικά, έχω την αίσθηση ότι πάει καιρός που η εθνική μας ανεξαρτησία χάθηκε: έπεσε θύμα της «ιδεολογίας» του κέρδους, προ πολλού…

22 Νοεμβρίου 2010

Η Ντόρα και το... πανωσήκωμα


Αν αρχίσεις να συναναστρέφεσαι πολιτικούς, να συχνάζεις στα στέκια τους, να συζητάς καθημερινά μαζί τους, να προσεγγίζεις τα πολιτικά πράγματα με τον τρόπο που τα προσεγγίζουν αυτοί, με την ελαφρότητα, δηλαδή, και την αλαζονεία, και τον κυνισμό, και την πολιτική ανευθυνότητα, εν τέλει, του σύγχρονου Έλληνα (και Ευρωπαίου, υποθέτω) επαγγελματία πολιτικού, τότε…

Τότε, το πιθανότερο είναι να χάσεις την επαφή σου με την πεμπτουσία της Πολιτικής: τον ουμανισμό, τον αλτρουισμό, τον ιδεαλισμό. Και να αρχίσεις να μοιάζεις με τους σύγχρονους Έλληνες (και τους Ευρωπαίους, υποθέτω) επαγγελματίες πολιτικούς. Να μην ασκείς πολιτική, αλλά να ασκείσαι καθημερινά στην επεξεργασία παραπολιτικών στοιχείων που συνθέτουν μικροπολιτικές ίντριγκες. Οι οποίες προβάλλονται στα δελτία των οκτώ ως σενάρια πολιτικών εξελίξεων. Να κάνεις, εν τέλει, ό, τι κάνουν οι πολιτικοί. Κι ας είσαι δημοσιογράφος!

Ένα παραπολιτικό σενάριο των ημερών, ας πούμε, θέλει τον Αντώνη Σαμαρά να έχει απώλειες από τον χώρο των κεντρώων της «παράταξης». Τις οποίες, λέει, ενσωματώνει η Ντόρα στο Κεντρώο, όπως η ίδια το βάφτισε, νεοϊδρυθέν κόμμα της. Ωστόσο είναι ηλίου φαεινότερο ότι το συγκεκριμένο σενάριο δεν είναι παρά μια επικοινωνιακή ίντριγκα, δουλεμένη από επαγγελματίες … συντρόφους της κ. Μπακογιάννη δημοσιογράφους, προκειμένου να αποκτήσει κεντρώο… πανωσήκωμα το νεόδμητο πολιτικό περίπτερο του Μητσοτακέϊκου.

Μα ούτως ή άλλως το Κέντρο δεν είναι παρά το μηδέν της πολιτικής. Μια θεωρητική κατασκευή που, στην πράξη, μεταβάλλεται σε καμουφλάζ πότε της Δεξιάς, πότε της Αριστεράς, δίκην πολιτικού σωσιβίου. Άλλωστε, οι πλέον σύγχρονοι πολιτικοί στοχαστές διατυπώνουν την άποψη ότι, ακόμα και ο διαχωρισμός Δεξιά – Αριστερά, με το παραδοσιακό περιεχόμενο των εννοιών (συντήρηση, απ’ τη μια, και πρόοδος απ’ την άλλη) έχει οριστικά εκλείψει.

Προσωπικά, ταλαντεύομαι μεταξύ αυτής της άποψης και μιας βεβαιότητας ότι αυτό που λέμε κόσμος (και εννοούμε την ανθρωπότητα, τις κοινωνίες των πολιτών, τους λαούς – χωρίς τις πολιτικές και οικονομικές ιντελιγκέντσιες), είναι και θα είναι Αριστερά, ανεξάρτητα αν κατά καιρούς συμβάλλει καθοριστικά στην ανάδειξη απάνθρωπων κυβερνήσεων και καθεστώτων.
Νίκος Τσαγκρής

18 Νοεμβρίου 2010

Ένας αδρανής κόσμος


Τρελαίνομαι με τα αισιόδοξα άρθρα κάποιων καλόπαιδων της δημοσιογραφίας που βλέπουν, και καλά, διέξοδο στο βάθος του τούνελ. Κάποιων φωστήρων του επικοινωνιακού αριβισμού που, προσφέροντας τις καλές τους υπηρεσίες στα ευαγή ιδρύματα όπου απασχολούνται, εισπράττουν δέκα και είκοσι και τριάντα χιλιάρικα μηνιαίως˙ και αυτά, προφανώς, τους φωτίζουν, να βλέπουν διέξοδο!

Μέσα στο απόλυτο, το απελπιστικό σκοτάδι, που τυλίγει την Ελλάδα, τους Έλληνες. Ειδικά τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους! Βλέπουν διέξοδο! Ακριβώς την ώρα που η «σοσιαλιστική» κυβέρνηση, το «κράτος – πρόνοιας» του ΠΑΣΟΚ, έγινε μια τεράστια μηχανή που μας συντρίβει: «Το Κράτος, σοσιαλιστικό ή καπιταλιστικό, είναι ο θάνατος», έλεγε ο Ευγένιος Ιονέσκο. Κι αυτό το Κράτος – η Ελληνική κυβέρνηση, η Κομισιόν, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Νομισματικό Ταμείο μαζί – το ευρωπαϊκό οικονομικό κράτος, εν τέλει, δεν θα υποκύψει εάν δεν εξεγερθούν οι αδικημένοι. Στην προκειμένη περίπτωση, όλοι οι Έλληνες εργαζόμενοι, οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, μα κυρίως η νεολαία…

Ο Ιονέσκο, ο Καμύ, ο Καύκα, ο Μπρέχτ, ο Σαρτρ, ο Μίκης… Οι διανοούμενοι! Κάποτε ήσαν δίπλα στους αδικημένους, τους ενέπνεαν, τους ξεσήκωναν. Σήμερα, ενσωματωμένοι στο πολιτικό σύστημα οι περισσότεροι, κρύβονται ή σιωπούν. Άλλοι, γοητευμένοι από τον τηλεοπτικό πολιτισμό, ακκίζονται ξεδιάντροπα πλάι στους Ψινάκηδες του – γυάλινου – κόσμου τούτου.

Μα ακόμα και οι… καλοί, όταν δεν αυτοφυγαδεύονται σε – ενδιαφέρουσες, πολλές φορές –συμπαντοκοσμολογικές εξερευνήσεις, επιστρέφουν στην αφρόκρεμα της σκέψης των ιστορικών, ποιητών και φιλοσόφων και αρκούνται να τη μηρυκάζουν, βάζοντας τον προκύπτοντα «πολτό» σε ωραία αμπαλάζ με την υπογραφή τους. Κατά τα άλλα, όταν – σπάνια – παρεμβαίνουν στα δρώμενα του αβέβαιου παρόντος, περιορίζονται σε αυτονόητες παρατηρήσεις και ενίοτε σε απελπιστικά κοινότοπες υποδείξεις.

Προσωπικά, δεν τα κατάφερα να συγκρατήσω μέσα μου την ειρωνεία που αυθόρμητα μου βγήκε, καθώς διάβαζα μια ακόμα συνέντευξη ενός ακόμα εκ των «σοφών» των καιρών μας, ιδιαίτερα στο σημείο που πρότεινε την επιστροφή στην πολιτική (την αναγκαιότητα πολιτικών παρεμβάσεων) ως αντίδοτο στην κρίση του καπιταλισμού, της «παγκοσμιοποίησης»…

Καταλαβαίνετε, ένας ακόμα «σοφός» έλεγε πράγματα που όλοι εμείς τα λέμε και τα γράφουμε χρόνια τώρα, ενώ την ίδια στιγμή (τα ίδια χρόνια) κι εμείς, φαντάζομαι και οι «σοφοί», παίζουμε σαν ανόητα μωρά με τα νέα «παιχνίδια» που μας προσφέρει η παγκόσμια αγορά της «οικονομίας» και της «πολιτικής». Εξαγοράζοντας την αδράνειά μας. Δημιουργώντας μια νέα, παράλληλη παγκοσμιότητα: την παγκόσμια κοινωνία της αδράνειας…
Νίκος Τσαγκρής

15 Νοεμβρίου 2010

Η Ελευθερία σε κλοιό...

Σε αστυνομικό κλοιό με 7.500 αστυνομικούς, 11 εισαγγελείς και τις πρυτανικές αρχές επί ποδός πολέμου θα βρίσκεται το Σάββατο η πρωτεύουσα για τον εορτασμό του Πολυτεχνείου...Κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες, μια παρόμοια είδηση παίρνει τη θέση της στον Τύπο. Η«είδηση» είναι, πια, τόσο συνηθισμένη που δεν αποτελεί είδηση. Ωστόσο, από μια ψυχαναλυτική θεώρηση της κοινωνίας μας είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είδηση: Γιατί σε «αστυνομικό κλοιό»; Προς τι τα δρακόντεια μέτρα; Γιατί χρειάζεται περιφρούρηση η στοιχειώδης πολιτική ελευθερία μερικών χιλιάδων πολιτών που θεωρούν (ακόμα!) ως υποχρέωσή τους τη συμμετοχή στις εκδηλώσεις μνήμης του Πολυτεχνείου; Πόσο ελεύθερη είναι μια πολιτική ελευθερία που χρειάζεται, αστυνομική περιφρούρηση; Ποιά είναι η ποιότητα της πολιτικής ελευθερίας που βιώνουμε σήμερα σε σχέση με την ελευθερία που διεκδικούσαμε τότε, στο Πολυτεχνείο;

Όσοι έζησαν από μέσα την εξέγερση του Πολυτεχνείου μόνο γνωρίζουν ότι η ελευθερία που διεκδικούσαν ήταν μια ελευθερία δίχως όρια! Στην ουσία, τα «παιδιά του Πολυτεχνείου» γνώριζαν ότι η ελευθερία που διεκδικούσαν δεν υπήρχε πουθενά, παρά μόνο εντός του Πολυτεχνείου! Ήταν η ελευθερία που βίωναν, από στιγμή σε στιγμή, από ώρα σε ώρα, από μέρα σε νύχτα και από νύχτα σε μέρα, τα λίγα εικοσιτετράωρα που κράτησε η εξέγερσή τους: ήταν η ελευθερία της εξέγερσης! Η ελευθερία του εξεγερμένου!..Κατά τα λοιπά, συνειδητά ή υποσυνείδητα, τα «παιδιά του Πολυτεχνείου», όπως και όλα τα παιδιά που εξεγείρονται διεκδικώντας ελευθερία, γνωρίζουν ότι δεν είναι κανείς, δεν μπορεί πια κανείς να είναι, σκέτα ελεύθερος. Είναι ελεύθερος από… Ελεύθερος από κάτι. Ελεύθερος από κάτι, από κάποια, απ' όλα εκείνα τα χιλιάδες καταναγκαστικά που συναντά ο άνθρωπος από τη στιγμή που γεννιέται και καλείται να ζήσει.

Στην πραγματικότητα ο άνθρωπος γεννιέται σε συνθήκες δουλείας και καλείται από τη στιγμή της γέννησής του να επιδίδεται σε διαδοχικές «εξεγέρσεις», προκειμένου να νοιώσει ελεύθερος από κάτι και από κάτι άλλο, κι από κάτι άλλο ...

Στο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, η ελευθερία ήταν και είναι μια παραδρομή της εξουσίας. Εκεί όπου υπάρχει, υπάρχει χάρη σε ένα κενό εξουσίας. Εν τέλει, στις μέρες μας, η πολιτική ελευθερία είναι μια μακρά, συγκινητική μεν, άτυχη δε περιπέτεια, που συντελεί στη διαμόρφωση καταναλωτών και μακάριων θεατών της τηλεόρασης. Πολίτες που τους διαμορφώνουν τα μονοπώλια της πληροφορίας και οι νόμοι της «ανάπτυξης». Σε ορισμένους απ' αυτούς η πραγματική ελευθερία φυτοζωεί στην κατάσταση της νοσταλγίας. Σε άλλους υπάρχει σαν είδος ενός τρελού σχεδίου, που το υπερασπίζονται άγρια ενάντια στην πραγματικότητα.
Νίκος Τσαγκρής