31 Αυγούστου 2019

Τα Εξάρχεια ως ρατσιστικό πεδίο βολής


Η «επιχείρηση – σκούπα κατά κακοποιών στοιχείων» που κατέληξε σε ρατσιστικό πογκρόμ κατά ανύποπτων προσφύγων σήμανε την επιστροφή της ΕΛ.ΑΣ. στην υπηρεσία του κακού υπό το κράτος της Δεξιάς

 Γράφει ο
Νίκος Τσαγκρής
     
Η καλή μέρα απ’ το πρωί φαίνεται, συνηθίζουμε να λέμε οι Έλληνες. «Αλλά και η κακή επίσης», ακολουθεί η αναπόφευκτη περίσκεψη… Έ, λοιπόν, δεν πρόλαβε να ξημερώσει της Νέας Δημοκρατίας και μας χτύπησε την πόρτα ο… γαλατάς Χρυσοχοΐδης: κατάργηση ασύλου, απαγόρευση καπνίσματος, ενίσχυση των ΜΑΤ – αναδιοργάνωση της ομάδας ΔΙΑΣ, επανίδρυση της ομάδας ΔΕΛΤΑ!
«Μα αυτή δεν είναι πολιτική κυβέρνηση,  κυβέρνηση μπάτσων είναι», σιχτίρισα και… έφυγα διακοπές…  

Για να έρθει να με δικαιώσει – που να μην έσωνε – εκείνη η «επιχείρηση – σκούπα κατά κακοποιών στοιχείων» στα Εξάρχεια, που κατέληξε σε ρατσιστικό πογκρόμ κατά ανύποπτων προσφύγων . Κι εκείνο το post στο διαδικτυακό «προφίλ» της ξεχωριστής Έλενας Ακρίτα, που έδινε το μέτρο της απανθρωπιάς της συγκεκριμένης αστυνομικής πράξης και της κρατικής βαρβαρότητας πίσω της: «Όταν κάνουν κουμάντο οι χρυσοχοΐδηδες αυτού του κόσμου: η ΕΛΑΣ εκκενώνει τέσσερα κτίρια στα Εξάρχεια και διώχνει τα κακοποιά στοιχεία που βλέπουμε στη φωτογραφία*. Μπορούμε και απόψε να κοιμηθούμε με ανοιχτά παράθυρα».

«Καμιά έκπληξη...», ήταν η δική μου αντίδραση: απλά τα Εξάρχεια βίωσαν την επιστροφή της Αστυνομίας στην υπηρεσία του κακού υπό το κράτος της Δεξιάς, (κυβέρνηση Μητσοτάκη), μετά την τετραετή εγκλωβισμό της στο αμήχανο «κράτος της Αριστεράς» (κυβέρνηση Τσίπρα»).

«Το Κράτος είναι η εκτελεστική επιτροπή της άρχουσας τάξης», όριζε ο Κάρολος Μάρξ: «Μια δύναμη που «τοποθετήθηκε  πάνω απ’ την κοινωνία για να μετριάζει τη σύγκρουση (σ. σ.: την πάλη των τάξεων), να την κρατάει μέσα στα όρια της ‘τάξης’», συμπλήρωνε ο Φρ. Ένγκελς  

*******

Ο Στάλιν το είχε… εμπεδώσει πιο εμπειρικά: «το Κράτος με τους μηχανισμούς του (Σώματα Ασφαλείας, Αστυνομία πόλεων, κλπ.) είναι ένα όργανο στα χέρια της άρχουσας τάξης, που σκοπός του είναι να καταπολεμήσει την αντίσταση αυτών που είναι αντίθετοι σε αυτήν την τάξη».

«Αστυνομία είναι, πρώτα απ’ όλα, ένας μηχανισμός κατά του κακού», είναι ο αστικός αντίλογος. Ωστόσο το πρόβλημα είναι ότι η φύση του κακού επαφίεται στην πολιτική φιλοσοφία της εκάστοτε κρατικής – κυβερνητικής εξουσίας˙ στη διάθεση της οποίας, ωστόσο, βρίσκεται και ο «μηχανισμός κατά του κακού», η Αστυνομία! Έτσι, μοιραία, ο «μηχανισμός κατά του κακού» (η Αστυνομία) τίθεται στην υπηρεσία ενός κακού! Του κράτους…

Αλλά ποια είναι (κάθε φορά) η άρχουσα τάξη, ποια η κυβέρνηση που «δουλεύει» για λογαριασμό της και ποια η «φύση του κακού» που καλείται να αποτρέψει, να καταστείλει, να καταστρέψει, χρησιμοποιώντας το «όργανο της άρχουσας τάξης», το Κράτος και τους μηχανισμούς του, τα Σώματα Ασφαλείας και «τάξης», την Αστυνομία;  

Το ερώτημα αυτό, αποσπασμένο από την ιστορία, οφείλει να απασχολεί (ως ζήτημα θεμελιακό) τον «κυβερνητικό» ΣΥΡΙΖΑ, (την σύγχρονη Αριστερά, εν γένει) δίπλα και παράλληλα με το σχετικό, άκρως δραματικό ερώτημα - απάντηση του Νόαμ Τσόμσκι: "Ξέρετε εσείς να υπάρχει κάποιο κράτος που να είναι κράτος δικαίου; Τα κράτη δεν είναι οργανισμοί ήθους και ηθικής, είναι οργανισμοί ισχύος".

*******

 Πολλά χρόνια πριν, το κράτος της νεοκαραμανλικής δεξιάς εντόπισε τη φύση του κακού στα Εξάρχεια. Και διέταξε τον «μηχανισμό κατά του κακού» να περιπολεί μέρα – νύχτα στην περιοχή, προκειμένου να το αποκαλύψει και να το αποτρέψει. Μια νύχτα, ο «μηχανισμός» είδε το «κακό» στο πρόσωπο ενός δεκαεξάχρονου και επιχείρησε να το αποτρέψει πυροβολώντας στο ψαχνό!..

Φυσικός αυτουργός, βέβαια, ήταν ένας στρατιώτης του «μηχανισμού κατά του κακού», ένας αστυνομικός: Οι αστυνομικοί, ακόμα και όταν γνωρίζουν καλά τις αρμοδιότητές τους, δεν διστάζουν να τις ξεπερνούν από υπερβάλλοντα ζήλο, προκειμένου να πετύχουν, με κάθε μέσο, τον υποδεδειγμένο σκοπό: ενθαρρυμένοι, φυσικά, από μια διοίκηση που τους καλύπτει, από μια Δικαιοσύνη που δεν θέλει ποτέ να τους στενοχωρεί και, κυρίως, από την εκάστοτε κυβερνητική εξουσία που τους «καθοδηγεί», υποδεικνύοντάς τους το «κακό» που την… βολεύει…

Από τότε, τα Εξάρχεια (με εξαίρεση την τετραετή αμήχανη παρένθεση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ) εξακολουθούν να υποδεικνύονται ως o «τόπος του κακού» από κάθε κυβερνητική εξουσία, τώρα απ’ την ακραία αυταρχική και αντιδημοκρατική κυβερνητική εξουσία της ΝΔ, το… «επιτελικό κράτος» Μητσοτάκη. Που, για λογαριασμό της άρχουσας τάξης την οποία υπηρετεί, ανακάλυψε τη φύση του κακού στους πρόσφυγες των Εξαρχείων∙  και διά των μηχανισμών ασφαλείας του, το… κατέστειλε!...

Είπαμε, καμιά έκπληξη. Απλά τα Εξάρχεια βίωσαν την επιστροφή της Αστυνομίας στην υπηρεσία του κακού, υπό το κράτος της Δεξιάς,

*Η γνωστή φωτογραφία με την προσφυγοπούλα μωρομάνα (το μωρό αγκαλιά) να «προσάγεται»…



24 Αυγούστου 2019

Εσείς τι λέτε, είναι ωραίος ο Κούλης;




Μια μανία (η απαλλαγή του απ’ το παρωνύμιο  «Κούλης») και μια ψύχωση (η επιθυμία του για μια δημόσια εικόνα με στοιχεία ηγετικής λάμψης και ωραιότητας… «τύπου Τσίπρα») στοιχειώνουν τον πρόεδρο της ΝΔ


Γράφει ο 
Νίκος Τσαγκρής

Το ωραίο δεν είναι παρά η υπόσχεση της ευτυχίας, αποφαίνεται ο Σταντάλ. Όμως, τι είναι το ωραίο; Είναι ωραίος, ας πούμε, ο τραγουδιστής Αργυρός; Η δεκαεξάχρονη ανιψιά μου τον βλέπει σαν θεό! Θα ήταν ευτυχισμένη αν, απλώς, τον έβλεπε από κοντά να τραγουδάει «Λιώμα θα ’μαι λιώμα / Μα θα σκέφτομαι εσένα ακόμα / Το πρωί σε κώμα / θα γυρεύω το δικό σου στόμα»… 

Απ’ αυτήν την άποψη, ο Σταντάλ έχει δίκιο, το ωραίο δεν είναι παρά η υπόσχεση της ευτυχίας: ένας πίνακας του Άντυ Γουώρχολ, ένα κόσμημα του Καρτιέ, ο Ντάνος του Survivor, ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση (χθες), η ΝΔ στην... εξουσία (σήμερα), ένα ζευγάρι γόβες Louboutin,  μια βίλλα στην Εκάλη, ο Ολυμπιακός Πειραιώς, ο Μάρλον Μπράντο (κάποτε) ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο (τώρα) η… γυναίκα του γείτονα, μια Φεράρι, ένα πλυντήριο πιάτων, ο Γιάννης Αντετοκούμπο, μια θέση στο Δημόσιο, η Μόνικα Μπελούτσι (κάποτε), η Σκάρλετ Γιόχανσον (τώρα), ο Αλέξης Τσίπρας (χθές), ο Κυριάκος Μητσοτάκης (σήμερα), δεν είναι παρά υποσχέσεις ευτυχίας για εκείνους που βλέπουν «ωραία» αυτά τα υποκείμενα ή τα αντικείμενα…

Πολλοί βρίσκουν ωραία, έως και… φεγγαρόφωτη, την υπουργό της ΝΔ Δόμνα Μιχαηλίδου – άλλοι την τοποθετούν στο επίπεδο της γραφικής θρησκόληπτης κ. Ελένης Λουκά. Αλλά είναι ωραία η κ. Μιχαηλίδου; Και είναι ωραίο το πολιτικό τοπίο της χώρας μετά την αλλαγή κυβερνόντος κόμματος, κυβέρνησης, πρωθυπουργού;

*******
Λοιπόν, τι λέτε, είναι ωραίος ο… Κούλης; Μη γελάτε, κυρίες μου, κύριοι αφήστε κατά μέρος τα αμήχανα χαμόγελα∙ ναι, είμαι ένας σοβαρός, υποτίθεται, δημοσιογράφος, και πάντως όχι ένας απ’ αυτούς τους γιαλατζί σημερινούς, τους μισθοφόρους πληκτρολογίων τεχνητής νοημοσύνης - αν καταλαβαίνετε τι εννοώ. Και ναι, παρά το εγνωσμένο  του δεοντολογικού ύφους και ήθους μου, αποκαλώ τον «Κούλη», Κούλη!.. Με το αυτοκόλλητο κοινωνικό παρατσούκλι του δηλαδή, και ας είναι πια πρωθυπουργός.

Είναι; Προσωπικά αμφιβάλω, όσο και ο ίδιος υποθέτω∙ αφού, σύμφωνα με πληροφορίες προερχόμενες από πρόσωπα του… μετακλητού δημοσιογραφικού περιβάλλοντός του, «το γεγονός ότι ενάμιση μήνα μετά την ορκωμοσία του, το διεθνοποιημένο πια παρατσούκλι «Κούλης» («le petit «Koulis» est appelé au pouvoir») τον ακολουθεί ακατάπαυστα και ως πρωθυπουργό, τον στοιχειώνει…»

Εξηγούμαι… Πέρα από τα δεξιά μερεμέτια επικοινωνιακού χαρακτήρα σε βασικές φιλολαϊκές ρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης Τσίπρα καθώς και τα copy paste… ιδιοκτησιακού χαρακτήρα σε άλλες, πέρα από τις απολυταρχικές παρεμβάσεις στα Δημόσια ΜΜΕ και τις επείγουσες ρουσφετολογικές, υπέρ βιομηχάνων και μιντιαρχών φίλων και χορηγών, παρανομοθετικές διευθετήσεις, ο πρόεδρος της κυβέρνησης της ΝΔ τα δίνει όλα για να ξεφορτωθεί το παρατσούκλι του: «Η απαλλαγή του από το ταπεινωτικό παρωνύμιο  Κούλης παραμένει πρώτο θέμα στην πολιτική ατζέντα του Κυριάκου», με ενημερώνουν οι πηγές μου…

*******
Και με διαβεβαιώνουν πως ό,τι είδαμε, ό,τι ακούσαμε, ό,τι διαβάσαμε για Κυριάκο Μητσοτάκη τις πρώτες 50 μέρες της  πρωθυπουργίας του (● γαλάζιο πουκάμισο χωρίς γραβάτα, τα μανίκια  σηκωμένα, τα χέρια τεταμένα καθοδηγητικά προς τις χαμηλοβλεπούσες, μπρος στη σοφία του αρχηγού, ενάρετες υπουργίνες ● ανέμελες ημίγυμνες πόζες σε λαϊκές πλαζ ● αξύριστη θλίψη πίσω από γυαλιά – καθρέφτες με φόντο τα αποκαΐδια της Εύβοιας, κλπ, κλπ, κλπ…) δεν είναι παρά επί μέρους στοιχεία μιας υπερπαραγωγής του επικοινωνιακού επιτελείου του (ενός πραγματικού στρατού μισθοφόρων δημοσιογράφων, συμβούλων επικοινωνίας και μιντιακών εξαπτέρυγων), με στόχο την άμεση απαλλαγή του πρωθυπουργικού προφίλ του από το μειωτικό παρωνύμιο «Κούλης»: «Ο πρόεδρος επιθυμεί να αποκτήσει, το συντομότερο δυνατόν ένα επικοινωνιακό, έστω, αμπαλάζ, ηγετικής λάμψης   και ωραιότητας εφάμιλλης αυτής του Τσίπρα», καταλήγει ένας απ’ τους συνομιλητές μου…

 Αν θέλετε τη γνώμη μου, η επιθυμία του Κούλη  να απαλλαγεί από το παρατσούκλι του και να αποκτήσει ένα… περιτύλιγμα «ηγετικής λάμψης και ωραιότητας εφάμιλλης αυτής του Τσίπρα», δεν είναι παρά μια ψύχωση που «περιγράφει» τον φορέα της να συμπεριφέρεται περισσότερο σαν «Κούλης», («le petit «Koulis» est appelé au pouvoir») παρά σαν πρωθυπουργός, που υποτίθεται πως έγινε: να παραμένει εγκλωβισμένος στο παρατσούκλι του, για πάντα Κούλης!

ΥΓ: Παρατσούκλι, σύμφωνα με τον Νίκο Σαραντάκο  (sarantakos.wordpress.com) «λέμε το πρόσθετο όνομα που δίνεται σε κάποιον, συνήθως (αλλά όχι πάντοτε) σκωπτικό ή ειρωνικό, από τον κοινωνικό του περίγυρο: το χωριό, το σχολείο, τον επαγγελματικό χώρο, την πιάτσα. Και εκφράζει μιαν ιδιότητα του παρονομαζόμενου, σωματική, πνευματική ή ηθική, ή κάποιο χαρακτηριστικό του…».