1 Μαρτίου 2017

Αν έχεις Τύπο διάβαινε & ΜΜΕ περπάτει


Η πολιτική στις ΗΠΑ, και παντού στον κόσμο, ασκείται από τα Μέσα, μέσω των Μέσων για τα Μέσα 


Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής  

«Δείξε μου τον Τύπο σου, να σου πω ποιος είσαι»! Αυτό είναι το πιο… trendy κριτήριο για το status της πολιτικής εξουσίας κάθε χώρας του «πολιτισμένου κόσμου» που… σέβεται τον εαυτό της. Φυσικά, όταν λέμε «Δείξε μου τον Τύπο σου», εννοούμε τα Μέσα σου, το σύνολο, δηλαδή των ΜΜΕ (έντυπα, τηλεοπτικά, ραδιοφωνικά, διαδικτυακά) που ελέγχεις ή διαθέτεις: ο Ντόναλντ Τραμπ διαθέτει 3.643 ιστοσελίδες, πολλές εκ των οποίων δεν είναι παρά domain names (διευθύνσεις ή επωνυμίες τις οποίες δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιος άλλος), άλλες όμως τις αγόρασε λίγο πριν, αλλά και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του, για να μην τον… βρίζουν. Και να τα βρίζει εκείνος… 

Ωστόσο, οι τραμπιστές και οι ουδέτεροι υποστηρίζουν ότι ο Τραμπ δεν έχει και τόσο άδικο. Ότι η οικονομική ελίτ των ΗΠΑ εξακολουθεί να έχει τον έλεγχο των ΜΜΕ: διατηρεί τον απόλυτο έλεγχο του National Election Pool, λένε, της κοινοπραξίας Αμερικανικών ΜΜΕ που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και τα δίκτυα ABC News, Associated Press, CBS News, CNN, Fox News και NBC News, και τα χρησιμοποιεί για να υπονομεύει συστηματικά τον Τραμπ, επειδή αρνείται να φορέσει το παραδοσιακό προεδρικό κοστούμι. Και αυτό, σε συνδυασμό με όσα «χωριστικά» συμβαίνουν στην Ε.Ε., είναι κάτι που απειλεί σοβαρά το συστημικό οικοδόμημα. Την παγκοσμιοποίηση. Την εγκατεστημένη διαπλανητική οικονομική και γεωπολιτική ισορροπία… 

Ο συστημικός… τζούνιορ 

Η αλήθεια είναι ότι ο αμερικανικός Τύπος τρολάρει αλύπητα τον Τραμπ, επικρίνοντάς τον ταυτόχρονα για «απόλυτο χάος», «ασύστολη φαγωμάρα» και «εξωφρενική αταξία» κατά τον πρώτο μήνα διακυβέρνησης του. Αλλά και ο Τραμπ βρίζει αλύπητα τον Τύπο, ξεσπώντας σε απίστευτα παραληρήματα για «κατευθυνόμενα ΜΜΕ», «μεθοδευμένα ψεύδη» και «ξεπουλημένους δημοσιογράφους: «Δεν θα επιτρέψουμε στις πλαστές ειδήσεις να μας πούνε τι θα κάνουμε, πώς θα ζήσουμε ή τι να πιστέψουμε…» 

Το αστείο είναι ότι, προ ημερών, ο αλήστου μνήμης πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους Τζούνιορ, αισθάνθηκε την ανάγκη να βγει απ’ το χρονοντούλαπο της ιστορίας για να στηρίξει τα συστημικά ΜΜΕ. Στηλιτεύοντας τον Ντόναλντ Τραμπ που «κατηγορεί τα μεγαλύτερα αμερικανικά ΜΜΕ για μεροληψία και για διάδοση ψευδών ειδήσεων . Και τονίζοντας ότι «το να ασκείται συστηματικά κριτική σε βάρος των αμερικανικών ΜΜΕ υπονομεύει τις προσπάθειες των ΗΠΑ να προωθήσουν τη Δημοκρατία και την ελευθεροτυπία στο εξωτερικό…». 

Εδώ γελούν και οι… πέτρες, ενθυμούμενες τον τρόπο με τον οποίο οι ΗΠΑ του Τζορτζ Μπους Τζούνιορ προώθησαν την Δημοκρατία και την ελευθεροτυπία στο Αφγανιστάν, το Ιράκ και πάει λέγοντας. Όμως το θέμα μας δεν είναι ο Τραμπ και ο… τζούνιορ αλά ότι, όλα πια παίζονται στον καμβά της επικοινωνίας. Και ότι η πολιτική στις ΗΠΑ, και παντού στον κόσμο, ασκείται από τα Μέσα, μέσω των Μέσων για τα Μέσα: στον 21ο αιώνα, ο έλεγχος των ΜΜΕ είναι το κλειδί που οδηγεί στην αδιατάρακτη νομή της εξουσίας… 

Της Ελλάδας το… κάγκελο 

Είπαμε ότι το «Δείξε μου τον Τύπο σου, να σου πω ποιος είσαι» είναι το πιο… trendy κριτήριο για το status κάθε σύγχρονης πολιτικής εξουσίας, αλλά υπάρχει και το ελληνικότατο «αν έχεις… Τύπο διάβαινε», ένα σλόγκαν βγαλμένο μέσα απ’ τη… ζωή. Με το σλόγκαν αυτό, την εφαρμογή του στην πολιτική πράξη, δηλαδή, στην περίοδο της μεταπολίτευσης έγινε της Ελλάδας το κάγκελο. Το διαπλεκόμενο… κάγκελο, εννοώ – να μην τα λέμε και τα ξαναλέμε και γινόμαστε βαρετοί. Και εξακολουθεί να γίνεται, αφού η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, παρά την επί διετία εκπεφρασμένη (και νομοθετημένη ακόμα) πολιτική της βούληση, δεν κατάφερε να «σκοτώσει» τα διαπλεκόμενα τέρατα. 

Αντίθετα, αυτά εξακολουθούν, ακόμα και ημιθανή, να μηχανεύονται τον θάνατό της: «όπως κάποτε ο ΔΟΛ έριξε τον Γεώργιο Παπανδρέου, όπως μετά συνέχισε απτόητος την εκδοτική δραστηριότητα επί χούντας, όπως συνέβαλε στο βρώμικο '89, έτσι και σήμερα, στην πλάτη των εργαζομένων, αγωνίζεται να ανατρέψει τη σημερινή κυβέρνηση», γράφει για ένα εκ των «τεράτων» ο (ή η) Α.Ψ. στην efsyn.gr. 

Μιλάει, φυσικά, για το εκδοτικό «τέρας» που, ενώ έριξε στα βράχια τον ΔΟΛ και αντιμετωπίζει κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγή ύψους περίπου 48 εκατ. ευρώ, εξακολουθεί να πορεύεται επισείοντας το σλόγκαν «αν έχεις Τύπο διάβαινε», απειλώντας θεούς και δαίμονες: : «Θα τελειώσω τον Τσίπρα με όσα ψέματα κι αν χρειαστεί να πω. Εγώ δεν θα γίνω Τεγοπούλου!..» 

 *Το National Election Pool (NEP) αποτελεί κοινοπραξία Αμερικανικών ΜΜΕ και ιδρύθηκε το 2003 βάσει πρότασης του CNN

25 Φεβρουαρίου 2017

Ο Μάνος για τον Νίκο Κούνδουρο



Η ζωή μου δεν ήταν ή ζωή ενός μουσικού. Είτανε περισσότερο ή ζωή ενός επικίνδυνου και ανήσυχου νέου, πού ή Μουσική κατάφερε κάπως να τον ηρεμήσει και να τον κάνει «κατ’ επιφάνεια νόμιμον», αφηγείται ο Μάνος Χατζιδάκις σε ένα φωτογραφικό στην κυριολεξία, αυτοβιογραφικό κείμενο, που συνοδεύει την κασετίνα με τους δίσκους της Ρωμαϊκής Αγοράς του. Ο ίδιος το τιτλοφορεί ΕΝΑ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ ΜΕΣ’ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΡΩΜΑΪΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ και, σχεδόν απ’ την αρχή αναφέρεται στη φιλία του με τον Νίκο Κούνδουρο: Εγώ άρχισα από την Λά Γιάνα, πού χόρευε πάνω στους καθρέφτες μαγευτικά το «Πώς λάμπουν τ’ άστρα».



Εκείνη ήταν το μεγάλο άστρο κ’ εγώ ήμουν το μικρό. Μα, ξαφνικά, πέθανε ή Λά Γιάνα και ή Ελλάδα ξεμπέρδεψε βέβαια από τούς Γερμανούς, μα έμπλεξε χειρότερα με τούς δικούς της. Κι εγώ μεταπήδησα από την εφηβεία στην νεότητα… 




 'Ο φίλος μου ό Νίκος Κούνδουρος σπούδαζε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και ανακαλύπταμε μαζί τον Ραντιγκέ, τον Λόρκα, τον Μακρυγιάννη, τα χαμόσπιτα πίσω από τού ΦΙΞ, τα κορίτσια με τις σκιστές φούστες, τον Χάνς Άϊσλερ, τον Πανάίτ Ίστράτι, τον Μενόττι, τον Προκόφιεφ και τον Χαράλαμπο του «Βυζαντίου». Μα όλ’ αυτά ήσαν ύποπτα εκείνον τον καιρό και όποιο πρόσωπο δεν έμοιαζε με χαφιέ, με χαρτοκλέφτη και μπράβο, το επίσημο κράτος τον καταδίωκε και προσπαθούσε να τον εκμηδενίσει. ’Έτσι ό Νίκος Κούνδουρος βρέθηκε στην Μακρόνησο, σ’ αυτόν τον «Παρθενώνα» τού εικοστού αιώνα. Κ’ εγώ προσπαθούσα να δεχτώ την μαγεία της πόλης πού ζούσα, μες’ απ’ την τρομοκρατία και την καταδίωξη κάθε ζωντανού οργανισμού τού ’Έθνους, στο όνομα τού ’Έθνους, της Πατρίδος και της αθανάτου ημών ιστορίας. 
 (……..) 


Νίκος ό Κούνδουρος ξεμπέρδεψε με την «’Ακρόπολη» τού εικοστού αιώνα καί τον στρατό κι’ έτσι με πείσμα και με το σενάριο της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, γυρίζει την πρώτη του ταινία. Την «Μαγική Πόλη». Κ’ εγώ έγραψα την μουσική. Το θέμα της ταινίας το έκανα τραγούδι το 1963….

Ν.Τ.

21 Φεβρουαρίου 2017

Ο δεύτερος ΣΥΡΙΖΑ - συμβιβασμός


Και μια ανάρμοστη, για τον πολιτικό πολιτισμό της Αριστεράς, απόπειρα κοινωνικού «μασάζ», λίγο πριν τη "συμφωνία" στο Eurogroup 


 Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής      

Καθώς γράφω, στο περιθώριο των λέξεων κάνω σκέψεις που, συνήθως, είναι πιο σημαντικές ή πιο αληθινές από τις λέξεις που γράφω, τη σημασία τους, το νόημα που επιχειρούν να διατυπώσουν. Και, πολλές φορές, δίπλα στις σκέψεις που κάνω στο περιθώριο των λέξεων που γράφω, τρίτες σκέψεις έρχονται και σαρκάζουν ή σχολιάζουν ή αναιρούν ή μέμφονται τις σκέψεις που κάνω στο περιθώριο των λέξεων που, εν τέλει, γράφω κι εσείς διαβάζετε… 

Γράφω, ας πούμε, «το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ», δήλωσε ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτης Ρήγας. Στο περιθώριο των λέξεων, μια σκέψη μου λέει «ωχ, άρχισαν πάλι οι εκπτώσεις∙ o Γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ προαναγγέλλει κυβερνητική αποδοχή της μείωσης του αφορολόγητου ως «έκπτωση» στο παζάρι με τους δανειστές: τους δίνουμε το αφορολόγητο, μας δίνουν μείωση συντελεστών (ΕNΦΙΑ, ΦΠΑ στην εστίαση κλπ,) και … κλείσαμε». 

Την ίδια στιγμή, μια τρίτη σκέψη σχολιάζει τη δεύτερη: Τι πάει να πει «προαναγγέλλει κυβερνητική αποδοχή της μείωσης του αφορολόγητου∙ μια απόπειρα του κόμματος για κοινωνικό… μασάζ υπέρ της αποδοχής της μείωσης του αφορολόγητου, πριν τη μείωση του αφορολόγητου, είναι η δήλωση «το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ». Και, μάλιστα, με τον απεχθή επικοινωνιακό τρόπο της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου, τότε που οι ίδιοι και τα μιντιακά παπαγαλάκια τους μας υπέβαλαν σε τεστ… νομιμοφροσύνης του τύπου «είναι ή δεν είναι το ευρώ φετίχ»…

Έκφραση εκτός χρόνου 

Στο τέλος, σταματάω να γράφω, αφού αντιλαμβάνομαι ότι ξεκίνησα να σχολιάζω μια επικοινωνιακή φιοριτούρα, άσχετη με τον παραδοσιακό πολιτικό πολιτισμό της Αριστεράς (αυτόν που συνιστά το περίφημο «συγκριτικό πλεονέκτημα»), ένα ρητορικό τέχνασμα με το ήθος και την τεχνική των αστικών πολιτικών τεχνασμάτων: «το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ»! Είναι δυνατόν; 

 Αλλά, ακόμα κι αν συνέχιζα να γράφω, θα ήταν πιο σημαντικό να γράψω, να διατυπώσω δηλαδή, τη σκέψη που πέρασε στο περιθώριο των λέξεων που ξεκίνησα να γράφω, από το να γράψω τις λέξεις που ξεκίνησα να γράφω. Τότε θα έγραφα ότι, πράγματι, το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ διότι δεν είναι αντικείμενο, εισόδημα είναι. Ωστόσο μπορεί να λατρεύεται με το πάθος που λατρεύεται από τους φετιχιστές το φετίχ, αφού μπορεί να καθορίζει το βαθμό απόλαυσης της ζωής κάθε φορολογούμενου… 

Αλλά και πάλι, καθώς γράφω ότι «το αφορολόγητο μπορεί να καθορίζει το βαθμό απόλαυσης της ζωής του φορολογούμενου», στο περιθώριο των λέξεων σκέφτομαι ότι αυτή η έκφραση μπορεί να είναι εκτός χρόνου∙ ότι, στο μνημονιακό παρόν, δεν μπορεί το ύψος του αφορολόγητου να καθορίζει «το βαθμό απόλαυσης της ζωής», γιατί απόλαυση δεν υπάρχει – η απόλαυση της ζωής προϋποθέτει στοιχειώδη ευμάρεια και αυτή δεν υπάρχει πια. Με ή χωρίς αφορολόγητο… 

Μια επισφαλής υπόσχεση 

Παραθέτοντας, κάπως έτσι, τις σκέψεις που περνούν στο περιθώριο των λέξεων που γράφω με αφορμή τη δήλωση του Γραμματέα του ΣΥΡΙΖΑ ότι «το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ», και πως «αν μια μείωση διευκολύνει να κλείσει η αξιολόγηση, τότε να το συζητήσουμε», καθώς και τρίτες σκέψεις που την σχολιάζουν ή την σαρκάζουν ή την αναιρούν, θα μπορούσα να γράψω ένα σημαντικό κείμενο για ό,τι ακολούθησε τη συγκεκριμένη δήλωση: τη «συμφωνία» στο Eurogroup της περασμένης Δευτέρας που, σύμφωνα με την κυβέρνηση, «συνιστά το πλέον αποφασιστικό βήμα για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης». Τότε, ίσως έγραφα ότι η «συμφωνία» στο Eurogroup δεν ήταν συμφωνία, αλλά κοινοποίηση της πολιτικής βούλησης της ελληνικής κυβέρνησης για ποιοτικούς και ποσοτικούς συμβιβασμούς στο επίπεδο των φορολογικών, των εργασιακών και των συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων. Με βασικό αντάλλαγμα την ολοκλήρωση της αξιολόγησης (και τις αναμενόμενες θετικές συνέπειές της στην ελληνική οικονομία) και… μπόνους τις δεσμεύσεις των δανειστών για επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και για κανένα επιπλέον μέτρο το 2019. 

Φυσικά, θα ανέπτυσσα και μια ιδέα που έχω γύρω από την ομόφωνη υπόσχεση θεσμών και κυβέρνησης για μηδενικό δημοσιονομικό αντίκτυπο («ούτε ένα ευρώ επιπλέον λιτότητα») και την κοινωνική επισφάλεια που η εφαρμογή της εμπεριέχει. Αυτή η ιδέα, σε συνδυασμό με την δήλωση του Γραμματέα του κόμματος («το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ» κλπ, κλπ.), θα μπορούσε να αρθρώσει ένα πραγματικά σημαντικό κείμενο, από την άποψη ότι θα απέδιδε τη βαθύτερη αλήθεια του συγγραφέα για την πολιτική και τον πολιτισμό της κυβερνώσας Αριστεράς. 

Αλλά, και αυτή η «αλήθεια» θα μπορούσε να είναι αλήθεια σχετική, ή και ψέμα. Εκτός κι αν πιστεύει κανείς ότι η αλήθεια κρύβεται στις λέξεις. Ή στις σκέψεις που περνούν στο περιθώριο των λέξεων, καθώς ο συγγραφέας γράφει…

15 Φεβρουαρίου 2017

Σόϊμπλε & ΣΙΑ σε αγαστή συνεργασία


Γερμανία, Ολλανδία και Γαλλία επιμένουν στη στρατηγική της γερμανικής δεξιάς για υπονόμευση μιας αξιολόγησης με θετικό, για την Ελλάδα, πρόσημο. 


Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής   

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να κλείσει τσακ – μπαμ η αξιολόγηση. Με τον τρόπο του Σόϊμπλε: «Ό,τι πει το ΔΝΤ, αρκεί να παραμείνει στο πρόγραμμα…». Που πάει να πεί να μην κλείσει, (ο Τσίπρας αποκλείεται να δεχτεί τέτοιο «κλείσιμο») ώστε να προκληθεί πολιτική κρίση. Και να επωφεληθεί: εκλογές, σχηματισμός δεξιόστροφης κυβέρνησης υπό την προεδρία του, και… τσακ – μπάμ κλείσιμο της αξιολόγησης με τον τρόπο του Σόϊμπλε. «Ό,τι πει το ΔΝΤ, αρκεί να παραμείνει στο πρόγραμμα. Άλλωστε, κατά πάσα πιθανότητα, το ίδιο θέλει και η Μέρκελ. Ή μήπως όχι; 

«Όχι», ελπίζει η Ελληνική κυβέρνηση: «Θέλει η Άνγκελα Μέρκελ να πάει στις γερμανικές εκλογές με το ελληνικό ζήτημα ανοιχτό; Δεν θέλει. Κάποια στιγμή θα παρέμβει», διαρρέει τις… ελπίδες του το Μέγαρο Μαξίμου. Ίδωμεν… Το σίγουρο πάντως είναι πως οι Γερμανοί, τρομοκρατημένοι από τη δημοσκοπική άνοδο της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» και της Φράουκε Πέτρι, επιχειρούν να χτυπήσουν μ’ ένα σμπάρο δυό τρυγόνια: σπρώχνοντας τον –συστημικότερο των συστημικών– σοσιαλδημοκράτη Μάρτιν Σούλτς στο πολιτικό προσκήνιο, φιλοδοξούν ότι και τις εκλογές θα κερδίσουν (οι συστημικοί) και θα εξοβελίσουν από το υπουργείο Οικονομικών τον κακό Νιμπελούγκεν της ευρωπαϊκής οικονομίας, τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Γιατί, τώρα τελευταία, φαίνεται πως δεν τον θέλουν ούτε οι συστημικοί ούτε οι (συστημικότεροι των συστημικών) αντι-συστημικοί. 

Ολλανδία και Γαλλία 

Φαίνεται. Αλλά είναι; Διότι πολλοί είναι εκείνοι που λένε ότι Μέρκελ και Σόϊμπλε είναι ένα σώμα – μια ψυχή. Και λένε ότι παίζουν το ασφαλίτικο έργο «ο καλός μπάτσος κι ο κακός μπάτσος» για το προεκλογικό θεαθήναι. Για το οποίο «προεκλογικό θεαθήναι», λέμε εμείς τώρα, γίνονται και λέγονται όλα όσα γίνονται και λέγονται γύρω από την αξιολόγηση του «προγράμματος», εντός και εκτός Ελλάδας, τους τελευταίους δυο – τρείς μήνες. Και μας μεταβάλουν σε μοιραίους και άβουλους θεατές (και κομπάρσους ταυτόχρονα) μιας υπερπαραγωγής πολιτικού θεάτρου του παραλόγου. ‘Όπου η αξιολόγηση (από την οποία εξαρτάται το παρόν και το μέλλον μας καθώς και το παρόν και το μέλλον της χώρας μας) υποτάσσεται στα εκλογικά συμφέροντα του Σοιμπλε. Και της Μέρκελ και του Σούλτς… 

Κι ακόμα, του Εμμανυέλ Μακρόν και του Μαρκ Ρούτε. Γιατί εκλογές δεν έχει μόνο η Γερμανία φέτος. Προηγείται η Ολλανδία, στις 15 Μαρτίου. Εκεί ο κεντροδεξιός Μαρκ Ρούτε κόβει το τιμόνι τέρμα δεξιά, να φτάσει τον ακροδεξιό Χέερ Βίλντερς. Σαν τον Σαμαρά, αν θυμάστε. Που φλέρταρε ανοιχτά με την ακροδεξιά για να δελεάσει το ακροατήριο της Χρυσής Αυγής. Ο Βίντερς όμως, έχει φύγει μπροστά στις δημοσκοπήσεις και οι… ομοϊδεάτες του ανά την Ευρώπη πιστεύουν ότι οι κάλπες θα αναδείξουν τον πρώτο ακροδεξιό πρωθυπουργό της Ευρωπαϊκής Ένωσης – και μάλιστα σε μια χώρα του σκληρού πυρήνα της. 

Οι Γάλλοι τώρα, που προσέρχονται στις κάλπες στις 23 Απριλίου για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, ψηφίζουν Μαρίν Λεπέν. Στον δεύτερο γύρο, όμως, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως οι ψηφοφόροι θα κλίνουν υπέρ της συστημικής αοριστολογίας του μεγαλοτραπεζίτη Εμμανυέλ Μακρόν, του (νέο)φιλελεύθερου κεντροαριστερού, που δεν έχει αποκαλύψει ακόμη ούτε το ιδεολογικό του στίγμα ούτε το πρόγραμμά του. Ίσως να φταίει και ονομασία του κόμματος του – En Marche!, Εμπρός!– που θυμίζει στρατιωτικό εμβατήριο ακροδεξιάς φιέστας… 

Συστημικός λαϊκισμός 

«…Δεν μπορεί ο κ. Σόιμπλε να κρατάει σε ομηρία την Ελλάδα και μια ολόκληρη ήπειρο για εκλογικούς λόγους», επαναλαμβάνει διαρκώς ο Τζιάνι Πιτέλα, και αυτό είναι κάτι που εκφράζει απολύτως την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Πολύ περισσότερο αν σ’ αυτούς που, για εκλογικούς λόγους, κρατούν σε ομηρία την Ελλάδα και μια ολόκληρη Ήπειρο προσθέσουμε και τους Μαρκ Ρούτε και Εμμανυέλ Μακρόν. 

Ας το πούμε πιο καθαρά: Γερμανία, Ολλανδία και Γαλλία, κινούνται στη στρατηγική Σόϊμπλε (που είναι η στρατηγική της γερμανικής δεξιάς) για την πολύτροπη υπονόμευση μιας άμεσης ολοκλήρωσης της αξιολόγησης με θετικό πρόσημο για την κυβέρνηση Τσίπρα, την Ελλάδα και τους Έλληνες: επιδιώκουν την επ’ αόριστον παράταση της μνημονιακής ομηρίας των Ελλήνων προκειμένου να την «πουλήσουν» ως ηγεμονικό λάφυρο στην εκλογική τους πελατεία: «Γερμανίδες και Γερμανοί, Ολλανδέζες και Ολλανδοί, Γαλλίδες και Γάλλοι είμαστε οι ηγεμόνες της Ευρώπης. Το «σύστημα» είμαστε, και δίνουμε τη μάχη να διατηρήσουμε τον πολιτικό και οικονομικό έλεγχο ώστε να παραμείνουν οι χώρες μας στην πρώτη ευρωζωνική ταχύτητα και σεις στην προνομιούχο ευμάρειά σας»… 

Κάπως έτσι… Και το τραγικό είναι ότι σ’ αυτή την τερατωδώς λαϊκιστική και άκρως αντιευρωπαϊκή και ανθελληνική στρατηγική, χωρίς περίσκεψη και αιδώ, κινείται και ένας Έλληνας: ο πρόεδρος της Ν.Δ. Κυριάκος Μητσοτάκης.

8 Φεβρουαρίου 2017

Απ' τον πολίτη Κέϊν στον Σταύρο Ψυχάρη


Το φαινόμενο της «συγκέντρωσης των Μέσων» και η εξέλιξή του, από τον πολίτη Κέϊν ως τον… Σταύρο Ψυχάρη 

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής   

Η αλήθεια είναι ότι η απρόσκοπτη «συγκέντρωση των Μέσων» στα χέρια μεγιστάνων ή τσαρλατάνων (χαρακτηρισμοί ταυτόσημοι, εν πολλοίς) της αγοραίας επιχειρηματικότητας, υπήρξε ο καταλύτης για τον έλεγχο της πολιτικής απ’ τα Μέσα, και των Μέσων απ’ την πολιτική. Για την περίφημη «διαπλοκή», δηλαδή. 

Ο Αμερικανός Γουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ ήταν ένας απ’ τους πρώτους διδάξαντες. Τον καθόριζε, λέει, μια ακατάσχετη δίψα για εξουσία, και αποφάσισε να … ξεδιψάσει μέσω της σκανδαλοθηρικής δημοσιογραφίας: στα 23 του ήταν ήδη διευθυντής της San Francisco Examiner, την οποία είχε κερδίσει ο πατέρας του στο στοίχημα, ή κάτι τέτοιο. Αμέσως την μετονόμασε σε Daily Examiner και, εισάγοντας στη δημοσιογραφία την τεχνική του εντυπωσιασμού (καλογραμμένα καυστικά άρθρα, με γερές δόσεις στυγνής μυθοπλασίας, γύρω από σκάνδαλα, εγκλήματα και σεξιστικά επεισόδια της εποχής), ανέβασε την κυκλοφορία της εφημερίδας του από τις 77.000 στο 1.000.000 φύλλα ημερησίως. Απέκτησε δε τέτοια επιρροή, που φημολογείται ότι «τα αναληθή και υπερπατριωτικά δημοσιεύματά του στάθηκαν αφορμή για το ξέσπασμα του ισπανοαμερικανικού πολέμου το 1898»…  
Το σίγουρο είναι ότι ο τύπος έγινε μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων (1902-1904) και ότι, στη δεκαετία του 1920, ήταν ιδιοκτήτης 20 καθημερινών και 11 κυριακάτικων εφημερίδων σε 13 πόλεις, έξι περιοδικών, ενός ειδησεογραφικού πρακτορείου και μιας εταιρείας παραγωγής κινηματογραφικών «επικαίρων». Κι ακόμα, ότι ήταν η ζωή του Γουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ που ενέπνευσε τον Όρσον Ουέλες να γράψει και να σκηνοθετήσει το κινηματογραφικό αριστούργημα «Πολίτης Κέϊν». 

Ο μικρός Μέρντοχ 

Η «συγκέντρωση των Μέσων» κλιμακώνεται στη διάρκεια του 20ου αιώνα και, μεταξύ άλλων, αποδίδει το φαινόμενο Μέρντοχ, το φαινόμενο Μπερλουσκόνι και… δέκα μικρούς Χιρστ, δέκα μικρούς Μέρντοχ και δέκα μικρούς Μπερλουσκόνι. Οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι… Έλληνες.

Υπερβάλλοντας, φυσικά, αναφέρομαι στην τερατωδώς δυσανάλογη προσφορά (έκδοση και κυκλοφορία) ΜΜΕ, σε σχέση με το πληθυσμιακό μέγεθος της χώρας και την προσδόκιμη – πόσο μάλλον την πραγματική – ζήτηση: ο μεγιστάνας των ΜΜΕ Ρούπερτ Μέρντοχ, πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της News Corporation, είναι ιδιοκτήτης μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας που περιλαμβάνει πολυάριθμους ιστοτόπους (IGN Entertainment, AskMen, Rotten Tomatoes κλπ. κλπ.) μεγάλο αριθμό εφημερίδων, όπως η New York Post στις ΗΠΑ και οι Times στην Αγγλία, ενώ κατέχει ένα πλήθος τηλεοπτικών σταθμών μεταξύ των οποίων το δίκτυο Fox News. Ο Μέρντοχ μπήκε τρεις φορές στην ετήσια λίστα του περιοδικού Time με τα 100 πρόσωπα που ασκούν τη μεγαλύτερη επιρροή παγκοσμίως, εκτιμήθηκε ως ο 13ος ισχυρότερος άνθρωπος στον κόσμο σύμφωνα με το περιοδικό Forbes . Ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Τόνι Μπλερ ήταν κολλητός φίλος του (υπάλληλός του, λένε οι Άγγλοι) και η περιουσία του εκτιμάται στα 6,3 δις δολάρια. 

Ένας απ’ τους Έλληνες… δέκα μικρούς Μέρντοχ, ο Σταύρος Ψυχάρης, πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΔΟΛ (Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη) είναι ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης από τις δεκάδες μικρές… αυτοκρατορίες Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης της χώρας μας. Αυτή περιλαμβάνει το ΒΗΜΑ της Κυριακής, ΤΑ ΝΕΑ, την ψηφιακή εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, πολλά περιοδικά, την διαδικτυακή πύλη in.gr., τον ραδιοσταθμό ΒΗΜΑ FM, συμμετοχή στην εκτυπωτική ΙΡΙΣ ΑΕΒΕ και στην εταιρία διανομής Τύπου ΑΡΓΟΣ ΑΕ. Και, βέβαια, στον τηλεοπτικό σταθμό MEGA CHANNEL και τα STUDIO ΑΤΑ AE… 

Το τείχος ΣΥΡΙΖΑ 

Δεν «είναι», ήταν… Και ήταν κολλητός του Αντώνη Σαμαρά, του Κυριάκου Μητσοτάκη και κάθε πολιτικού ηγέτη και τραπεζίτη που τού… καθόταν, στο απώτερο και στο πρόσφατο παρελθόν. Στο παρόν, έπεσε στο τείχος ΣΥΡΙΖΑ και έφαγε τα μούτρα του, που λέει ο λαός: έπρεπε να βρεθεί μια αριστερή κυβέρνηση, η κυβέρνηση Τσίπρα, σε μια μικρή χώρα του «πολιτισμένου κόσμου», την Ελλάδα, για να κλείσουν οι τραπεζικές κάνουλες που τροφοδοτούσαν με… «αέρα», δανεικό κι αγύριστο, τη φούσκα ΔΟΛ. Που δεν ήταν παρά μία από τις εκατοντάδες διαπλανητικές φούσκες «συγκέντρωσης ΜΜΕ» στα χέρια μεγιστάνων ή τσαρλατάνων (χαρακτηρισμοί ταυτόσημοι, εν πολλοίς) της αγοραίας επιχειρηματικότητας∙ οι οποίοι διαχρονικά απεργάζονται τον έλεγχο της πολιτικής απ’ τα Μέσα και τον έλεγχο των Μέσων απ’ την πολιτική, την περίφημη «διαπλοκή»… 

Έτσι η «αυτοκρατορία ΔΟΛ» (που δεν ήταν παρά η «φούσκα» ΔΟΨ) κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος, την ώρα που ο «μικρός Μέρντοχ» (ή Χίρστ ή Μπερλουσκόνι) Σταύρος Ψυχάρης, έστριβε δια της μεθόδου της εκκαθαρίσεως με… τραπεζική ομπρέλα. Αφήνοντας πίσω του ένδοξα και άδοξα δημοσιογραφικά συντρίμμια: πάνω από πεντακόσιοι υπέροχοι, ή καλοί, ή κακοί συνάδελφοι, ανεξόφλητοι, χωρίς αποζημίωση, στην κόλαση της ανεργίας. Καλή τύχη…

1 Φεβρουαρίου 2017

Ο Τσίπρας στον κόσμο της μετάαλήθειας


Όταν οι νεοφιλελεύθεροι «εφευρέτες» της "μετά - αλήθειας"   υποδύονται ότι την ανακαλύπτουν στην προπαγάνδα της διεθνούς των… λαϊκιστών 

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής

Λοιπόν, που λέτε, έκανα ένα τεστ μνήμης για να τσεκάρω τις εικόνες που εγγράφονται στη μνήμη των ανθρώπων από εβδομάδα σε εβδομάδα και μου πρόκυψε το χάος. Ένα άναρχο και τραγικά δυσεπίλυτο πάζλ έγχρωμων τηλεοπτικών και ιντερνετικών εικόνων (web TV, YouTube, Instagram, κλπ., κλπ.,) και λέξεων… Λέξεις ελληνικές, αγγλικές, ισπανικές, γερμανικές, σε μια χαοτική αλληλουχία ειδήσεων, ρεπορτάζ, άρθρων, αναλύσεων και σχολίων στις εφημερίδες και στα social media. 

Όλα αυτά μέσα σε ένα κομφούζιο ακατάσχετου προφορικού λόγου στα ραδιοφωνικά και τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, και στις ενημερωτικές εκπομπές: ένας φρικτός σκουπιδότοπος πολιτικών και κοινωνικών ψεμάτων, η χωματερή της «μετά – αλήθειας», παραγεμισμένη με πολτοποιημένα κομμάτια κι αποσπάσματα της ζωής μας – της ζωής των ανθρώπων γύρω μας, σε μια έκταση ίσαμε την περιφέρεια του Πλανήτη. «Αυτή είναι η ζωή μας;», ρώταγα στο τέλος... 

Ερώτηση μάλλον άλογη, συναισθηματική ίσως, καθώς θεωρούμε ή πιστεύουμε, ή θέλουμε να πιστεύουμε, πως η ζωή μας είναι διαφορετική: αυτό δα μας έλειπε, να κατοικούμε σ’ αυτόν τον εφιαλτικό ψηφιακό σκουπιδότοπο, να μην είμαστε παρά πολτοποιημένα πληροφορικά ράκη – απολειφάδια της κοινωνίας της πληροφορίας: η ψηφιοποίηση της πληροφορίας και η διάχυση της μέσω των ηλεκτρονικών δικτύων στον τελικό χρήστη την καθιστά ως το σημαντικότερο συστατικό στοιχείο του νέου μοντέλου κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης…  

Όμως εμείς, οι περισσότεροι εν πάση περιπτώσει από εμάς νομίζουμε –ή συνειδητά υποδυόμαστε– πως ζούμε τη ζωή που μας προσφέρθηκε: Γέννηση, βάπτιση, σχολείο, στρατός, εργασία, γάμος, παιδιά, σπίτι – δουλειά – σπίτι – δουλειά…. Κηδεία. 

 Διαδικτυακό χάος 

Σ' αυτό το άγραφο «πρωτόκολλο» ζωής, είχε δικαίωμα και υποχρέωση μαζί, καθένας από εμάς ξεχωριστά, να παρεμβαίνει αισθηματικά, «αισθητικά». Να χρωματίζει τη ζωή του -κι αν έχει απόθεμα «χρωμάτων - τη ζωή των άλλων, τη ζωή μας, τη ζωή… Κι αυτοί που παραδοσιακά χρωμάτιζαν τη ζωή μας ήταν οι ζωγράφοι, οι μουσικοί, οι τραγουδιστές, οι θεατρίνοι, οι χορευτές, οι λογοτέχνες, οι ποιητές της τέχνης, γενικώς. 

Μέχρι που μπήκε στο παιχνίδι των χρωμάτων η τηλεόραση και, με το φαύλο εκτόπισμά της, τους εκτόπισε, αρκούντως… Κι ύστερα το διαδίκτυο, ο «κυβερνοχώρος», η κοινωνία της πληροφορίας, ένα χαοτικό και άκρως δυσεπίλυτο πάζλ έγχρωμων τηλεοπτικών και ιντερνετικών εικόνων (web TV, YouTube, Instagram, κλπ, κλπ,) και λέξεων∙ στη θέση του «αγγελικού μεταϋλιστικού κόσμου» που επαγγέλονταν οι ήρωες και οι προφήτες του προοδευτικού κόσμου: «Από τη μια μεριά η επαγγελία ενός μεταϋλιστικού κόσμου δεν πραγματοποιήθηκε, για λόγους τελικά παρόμοιους με εκείνους που εξηγούσε ο Ρουσό. Οι ανάγκες είναι πάντοτε σχετικές. Επιθυμούμε διαρκώς να γίνουμε πλουσιότεροι, επειδή έτσι ελπίζουμε ότι θα βελτιωθεί η θέση μας στην κοινωνία. Στο πεδίο της παραγωγής, η ιδέα ότι η κάθετη οικονομική ιεραρχία θα εξαλειφόταν προς όφελος της κοινωνίας της πληροφορίας δεν επιβεβαιώθηκε όπως είχε προβλεφθεί» και… 

Πολιτική με tweets 

Καλώς ήλθατε στον κόσμο της «μετά – αλήθειας»: η κάθετη οικονομική ιεραρχία όχι μόνο δεν εξαλείφθηκε προς χάριν της κοινωνίας της πληροφορίας, αλλά την εξαχρείωσε. Και, ειδικά στο πεδίο της πολιτικής επικοινωνίας και της ενημέρωσης, την μετάλλαξε σε κοινωνία του ψέματος, την κοινωνία της «μετά – αλήθειας: η λέξη «μετά – αλήθεια» είναι η λέξη της χρονιάς, σύμφωνα με το Oxford Dictionary και σημαίνει την πολιτική ρητορική/πρακτική που αγνοεί την αλήθεια και βασίζεται σε μια προσωπική, ενίοτε εντελώς πλαστή, εκδοχή της πραγματικότητας. Σύμφωνα με το ίδιο πάντα λεξικό, η λέξη απηχεί την εξαιρετικά φορτισμένη διεθνή πολιτική ατμόσφαιρα που «κυρίως οφείλεται στη διχαστική προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ και στο δημοψήφισμα για το Brexit»… 

Εγκυκλοπαιδικές αποστασιοποιήσεις… Στην πραγματικότητα, ο όρος «μετά – αλήθεια» εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και συνδέθηκε εξαρχής με την πολιτική επικοινωνία και την ενημέρωση, ειδικά μέσω του Διαδικτύου. Σημαίνει τη διάλυση των γεγονότων και των ειδήσεων και την αυθαίρετη επιλογή και προβολή αποσπασμάτων τους, συνδεδεμένων με ανυπόστατες (κατασκευασμένες ή και εντελώς ψευδείς) θεωρίες, με τρόπο ώστε να στοιχειοθετούν ψυχολογικές βεβαιότητες στο επίπεδο της κοινής γνώμης. Και συμβαίνει (εφαρμόζεται από το διαπλεκόμενο μιντιακό σύστημα) στη χώρα μας, ως επικοινωνιακό παρακολούθημα στήριξης των μνημονιακών κυβερνήσεων, κλιμακούμενο από την περίοδο της κυβέρνησης Σαμαρά σε μια διαδικασία που τελείται προνομιακά απ’ τα social media (μονταζιέρες, μουρούτηδες, κλπ. κλπ.) κυρίως εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ. 

Τώρα, οι «εφευρέτες» και πρώτοι διδάξαντες το πολιτικό ψεύδος, οι συστημικοί – νεοφιλελεύθεροι Ευρωπαίοι, υποδύονται ότι ανακάλυψαν την «μετά – αλήθεια» στην προπαγάνδα της διεθνούς των… λαϊκιστών Τραμπ και Πούτιν. Να δεις που κάποτε θα μας πούνε και για… Τσίπρα.

25 Ιανουαρίου 2017

Κυριάκος - Αλέξης, σημειώσατε 2


Μια τυχαία φράση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης θέτει επί τάπητος το θέμα της πολιτικής αξιοπιστίας 

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής  

«Πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε ένα καλύτερο αύριο για τη χώρα μας», είπε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας σε εκδήλωση της Νέας Δημοκρατίας στο Περιστέρι. Δεν είπε «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους εξασφαλίσουμε ένα καλύτερο αύριο…». Είπε, «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε ένα καλύτερο αύριο…». Εάν αυτό το «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε» είναι ο ενσυνείδητος λόγος του αρχηγού της Ν.Δ. και όχι κάποια άσκεφτη ατάκα του λογογράφου του, συνιστά μια δραματική ομολογία πολιτικής αναξιοπιστίας: είμαστε τόσο αναξιόπιστοι που δεν μπορούμε ούτε καν να πείσουμε ότι μπορούμε (ότι είμαστε σε θέση) να υποσχεθούμε… 

Όχι δα… Μια δημόσια πολιτική ομολογία παρόμοιας αυτοκριτικής έντασης προϋποθέτει επίγνωση και αυτογνωσία υψηλού επιπέδου, αρετές που σπάνια ευδοκιμούν στην ιδιοσυγκρασία των πολιτικών εν γένει. Πόσο μάλλον σ’αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη∙ ενός «πολιτικού ηγέτη» κληρονομικώ δικαίω... 

Είναι προφανές ότι η εν λόγω «ομολογία αναξιοπιστίας» του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν προϊόν του, συνήθους, ασυνείδητου πολιτικού λόγου του, ή κάποια άσκεφτη ατάκα του λογογράφου του, την οποία, αφιλτράριστη, εκτόξευσε προς το ακροατήριό του… Το οποίο την εισέπραξε, υποθέτω, σαν μία ακόμα υπόσχεση, ενός ακόμα πολιτικού: Πιάσ’ τ’ αυγό και κούρευ’ το… 

Το δικαίωμα στην υπόσχεση… 

Ωστόσο, συνειδητή ή ασυνείδητη, η φράση του Κ.Μ. «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε…» θέτει επί τάπητος το θέμα της πολιτικής αξιοπιστίας: « η αναξιοπιστία μου είναι ολοκληρωτική και αβάσταχτη, μου στερεί ακόμα και τη δυνατότητα της υπόσχεσης», είπε ο αναξιόπιστος πολιτικός, διεκδικώντας, επί της ουσίας, το δικαίωμα στην υπόσχεση… 

Η πολιτική «υπόσχεση», το παραδοσιακό «Θα» των πολιτικών, είναι το βασικό εργαλείο της δουλειάς τους και εκτείνεται από τις περιοχές των ατομικών και των… συλλογικών ρουσφετιών, ως τις περιοχές των κυβερνητικών προγραμμάτων και των θεσμικών και πολιτειακών μεταρρυθμίσεων. Το πολιτικό (και όχι μόνον) «Θα», καθώς και η ποιότητα και ποσότητα της καρποφορίας του (ψήφοι, πολιτική - ιδεολογική επιρροή, δημοφιλία), εξαρτάται από την αξιοπιστία του πολιτικού που το εκφέρει. Εάν ο υποσχόμενος πολιτικός είναι αναξιόπιστος, τρώει… ντομάτες και αυγά. 

Στην εποχή μας, η πολιτική αναξιοπιστία είναι μια παγκοσμιοποιημένη, ας πούμε, κατάσταση. Θα τολμούσα, μάλιστα, να πω ότι η παγκόσμια άνοδος της ακροδεξιάς, καθώς και η εμφάνιση στο παγκόσμιο κοινωνικό στερέωμα πολιτικών φρούτων τύπου Τράμπ, Σόϊμπλε, Φάρατζ, Γκρίλο κλπ., σχετίζεται με ένα «ντόμινο» πολιτικής αναξιοπιστίας που άρχισε από τις ΗΠΑ, στην περίοδο του Τζορτζ Μπούς Τζούνιορ. Δίδυμοι Πύργοι, πόλεμος κατά της… τρομοκρατίας, Αφγανιστάν, Ιράκ, κλπ. Και κλιμακώθηκε στην περίοδο της οικονομικής και γεωπολιτικής κρίσης… 

«Δεν» αντί για «Θα» 

Στην Ελλάδα της κρίσης, η ούτως ή άλλως κουρελιασμένη από τη διαφθορά του μεταπολιτευτικού συστήματος πολιτική αξιοπιστία μηδενίζεται, και για τεχνικούς, ας τους πούμε, λόγους: καθώς η ανεξαρτησία της χώρας απαλλοτριώνεται με τα μνημόνια και την οικονομική επιτήρηση, οι πολιτικοί ηγέτες των κυβερνώντων κομμάτων μεταβάλλονται σε απλούς διαχειριστές των επιβεβλημένων μνημονιακών υποχρεώσεων. Κι έτσι χάνουν ακόμα και το «δικαίωμα στην υπόσχεση», το δικαίωμα στο «Θα». Γιατί, τι «Θα» να πεις, όταν όλοι γνωρίζουν ότι είσαι ανυπόστατος, ότι δεν μπορείς ούτε καν να διαπραγματευτείς, ότι δεν υπάρχεις; 

Στις 25 Ιανουαρίου του2015, ένας νεαρός πολιτικός ηγέτης με βασικό όπλο το ηθικό πλεονέκτημα της Ελληνικής Αριστεράς, (ΣΥΡΙΖΑ) ο Αλέξης Τσίπρας, άρχισε να γράφει ιστορία ως οδηγός όλων των Ελλήνων που είχαν εκφράσει μια γενναία διάθεση υπέρβασης του σάπιου πολιτισμικού, ελληνικού και ευρωπαϊκού περιβάλλοντος: «Στις επιλογές μου βάρυνε περισσότερο η ιστορική ευθύνη απέναντι στο λαό και στις κοινωνικές τάξεις που η Αριστερά εκπροσωπεί. Όχι ο φόβος απέναντι στην ευθύνη», λέει σήμερα, δύο χρόνια μετά την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας ο Έλληνας πρωθυπουργός. Και είναι αυτή μια δήλωση που προσθέτει πόντους στην αξιοπιστία του. 

Ακριβώς εδώ ήθελα να καταλήξω: αναμφίβολα, παρά τον αναγκαστικό συμβιβασμό του, ή και χάρις σ’ αυτόν, ο Αλέξης Τσίπρας παραμένει ο πλέον αξιόπιστος πολιτικός ηγέτης της χώρας και ένας απ τους πλέον αξιόπιστους στην Ευρώπη και στον κόσμο. Και την όποια αξιοπιστία του την έχει στερεώσει όχι στα «Θα», αλλά στα «Δεν»: «Δεν υπάρχει περίπτωση να νομοθετήσουμε ούτε ένα ευρώ επιπλέον μέτρα από όσα προβλέπει η συμφωνία…», δήλωνε προχθές. Ακριβώς την ώρα που ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πάσχιζε να ανακτήσει το… δικαίωμα στην υπόσχεση: «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε…»

18 Ιανουαρίου 2017

Η σωτηρία του ΔΟΛ που έγινε ΔΟΨ


Δυστυχώς, ο θάνατος ενός εκ των κορυφαίων συστημάτων διαπλοκής της χώρας δεν ολοκληρώθηκε. Διεκόπη βίαια από μια… αριστερή παρέμβαση… 


Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής  

Ο ΔΟΛ έπρεπε να έχει αλλάξει προ πολλού τα αρχικά του, να ονομάζεται ΔΟΨ∙ από τότε που απεβίωσε ο Χρήστος Λαμπράκης και απέμεινε ο Σταύρος Ψυχάρης να διαφεντεύει απολύτως το «συγκρότημα»…. 

Αυτά δεν τα λέω εγώ, τα λένε οι περισσότεροι απόμαχοι των εντύπων του «συγκροτήματος», επιφανείς δημοσιογράφοι που διέπρεψαν στις δεκαετίες ’70, ’80, ’90, διαμορφώνοντας την μεταπολιτευτική δημοσιογραφική φυσιογνωμία του Βήματος, των Νέων, του Ταχυδρόμου, του Οικονομικού Ταχυδρόμου: «η φυσιογνωμία των εφημερίδων επαφίεται στη φυσιογνωμία των συντακτών της», έλεγε ένας σοφός εκλιπών δημοσιογράφος, διευθυντής ιστορικής εφημερίδας. Ευτυχώς δεν έζησε την εποχή της δημοσιογραφικής παρακμής, όταν το κριτήριο επιλογής των διευθυντών μετατέθηκε από την προεξέχουσα δημοσιογραφική επάρκεια στην αφοσίωση προς τα εκδοτικά συμφέροντα – από την αποτελεσματική διαχείριση του ενημερωτικού προϊόντος, στην αποδοτική διαχείριση των διαπλεκομένων συμφερόντων του ιδιοκτήτη… 

Οι δημοσιογράφοι, είτε πέρασαν είτε δεν πέρασαν από τον ΔΟΛ, που σήμερα θα έπρεπε να λέγεται ΔΟΨ, ανησυχούν για την τύχη του όσο και οι εν ενεργεία (απλήρωτοι εδώ και πολλούς μήνες) δημοσιογράφοι των Νέων, του Βήματος και των άλλων Μέσων του «συγκροτήματος». Και μιλούν πολύ, γεμίζουν με μικρές ιστορίες και φήμες και θρύλους ΔΟΛ και ΔΟΨ την ζοφερή περιρρέουσα δημοσιογραφική ατμόσφαιρα: «θυμάσαι πότε άρχισε να βουτάει το δάχτυλο στο μέλι ο Ψυχάρης; Τότε με την αλλαγή της τεχνολογίας. Όταν έψησε τον Λαμπράκη να…»… 

Όταν «έφυγε» ο Λαμπράκης 

Θυμάμαι. Και θυμάμαι πώς ακριβώς καθάρισε (στην κυριολεξία – σε λίγο πέθανε από καρκίνο ο άνθρωπος) τον σπουδαίο δημοσιογράφο Πέτρο Πολίτη από τη διεύθυνση της «Εβδομάδας» και, λίγο αργότερα, τον Χάρη Μπουσμπουρέλη απ’ το ΒΗΜΑ της Κυριακής. Για να πάρει τη θέση του… 

Θυμάμαι (είτε ως αυτόπτης –είτε ως αυτήκοος μάρτυρας) τόσα πολλά που δεν χωρούν και δεν γράφονται σε μια στήλη εφημερίδας, ειδικά αυτής της εφημερίδας. Μου επιτρέπουν όμως, όσα θυμάμαι, να υποστηρίζω μετά βεβαιότητας ότι από τότε, απ’ τα μέσα της δεκαετίας του ’80, ο Ψυχάρης άρχισε να διαφεντεύει και να νέμεται το «συγκρότημα». Και όχι «από τότε που απεβίωσε ο Χρήστος Λαμπράκης», όπως λένε νεότεροι συνάδελφοι με θητεία στον ΔΟΛ, « έπρεπε να έχει αλλάξει τα αρχικά του, από ΔΟΛ να λέγεται ΔΟΨ». 

Το σίγουρο είναι ότι, μετά τον θάνατο του Χ. Λαμπράκη, μια άνευ προηγουμένου πολιτική και δημοσιογραφική αμετροέπεια πλημυρίζει τον ΔΟΛ και χύνεται στα πρωτοσέλιδα, του Βήματος κατ’ αρχήν, και των Νέων σε λίγο: «ο τελευταίος διευθυντής των ΝΕΩΝ ήταν ο Λέων Καραπαναγιώτης. Ό,τι ακολουθεί είναι το τέλος της ιστορίας...», έγραφα όταν, μετά το ΒΗΜΑ, και η ιστορική εφημερίδα της «Δημοκρατικής Παράταξης» άρχισε να στηρίζει ανοιχτά τον Σαμαρά και να υπονομεύει αδίστακτα την ανάδυση του ΣΥΡΙΖΑ και την ηγεμονία του στον κεντροαριστερό χώρο… 



Τραπεζικός αέρας 


Στο «τέλος της ιστορίας» είναι σαφές ότι στον ΔΟΛ δεν υπάρχουν διευθυντές με δημοσιογραφική αυτονομία, διευθυντικό λόγο και όραμα. Όλα τα ΜΜΕ του οργανισμού ελέγχονται απολύτως από τον Ψ του ΔΟΛ που έγινε ΔΟΨ. Και συνεχίζουν να εκδίδονται χάρις στον… αλληλέγγυα θανάσιμο εναγκαλισμό του Ψ και της οικογένειάς του με την πολιτική και οικονομική ελίτ. Εξασφαλίζοντας… αέρα από τις τράπεζες…
          
Κι ύστερα  ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ. Και ο «αέρας» κόπηκε με το μαχαίρι. Και ήρθαν οι «κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος για φοροδιαφυγή και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα σε βάρος του εκδότη Στ. Ψυχάρη για ποσό περίπου 45 εκατ. ευρώ, εν μέσω απεργίας στον ΔΟΛ». Και η «άσκηση δίωξης κακουργηματικού χαρακτήρα και η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα».  
          
Είναι η στιγμή που εκδηλώνεται η αποστολή… σωτηρίας του προέδρου του Δ.Σ. της Αυγής, πρώην βουλευτή και ταυτισμένου (στην κοινή πολιτική γνώμη) με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, δημοσιογράφου Μουλόπουλου: "Πάω να βοηθήσω τον κουμπάρο μου τον Ψυχάρη", καθησυχάζει τις… μάζες. "Δεν θα γίνει ο ΔΟΛ όργανο του ΣΥΡΙΖΑ"…

Εντάξει. Όπως και να’ χει, η εικόνα που σχηματίστηκε είναι αδιάψευστη. Ήταν η αποστολή σωτηρίας μιας   διαπλοκής: ο θανάσιμος εναγκαλισμός του ΔΟΛ, που έγινε ΔΟΨ, με την πολιτική και οικονομική ελίτ (ο θάνατος ενός εκ των κορυφαίων συστημάτων διαπλοκής της χώρας)  δεν ολοκληρώθηκε. Διεκόπη βίαια από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Για να συνεχίσει ο ΔΟΛ, που έγινε ΔΟΨ, τον ίδιο βίο (ζωή με… αέρα απ’ τις Τράπεζες κλπ.) και επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ; Και τότε, πώς θα ξεχωρίζουμε τη διαφορά αυτής της κυβέρνησης από τις άλλες; Από την κατεύθυνση των τραπεζικών ανέμων; Υπάρχουν άραγε ανεμολόγια διαπλοκής;


Υ Γ: Τα πτωχευμένα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι τους δεν σώζονται από παρακυβερνητικές αποστολές… σωτηρίας και κουμπαριές. Υπάρχουν περιθώρια άπειρων θεσμικών κρατικών  και επιχειρηματικών παρεμβάσεων σωτηρίας εντός και εκτός των «νόμων» της αγοράς.

 

14 Ιανουαρίου 2017

Να ζεις (και να πεθαίνεις) με το χρόνο


Στους ψηφιακούς καιρούς μας, ο χρόνος γίνεται όλο και πιο γρήγορος, πιο πυκνός, πιο πολυδιάστατος. Ο πολιτικός χρόνος ακόμα περισσότερο, πράγμα που κάνει σχεδόν ακατόρθωτη τη συμβίωση μαζί του. Ωστόσο, «πρέπει να ζεις με τον χρόνο και να πεθαίνεις μαζί του ή να παραιτηθείς απ' αυτόν για χάρη της αιώνιας ζωής»!.. 

Αυτή η αρχή, που ήταν μια απ’ τις βασικές φιλοσοφικές αρχές του Αλμπέρ Καμύ, σήμερα είναι αναγκαία συνθήκη, ο εξέχων νόμος του παρόντος• αν όχι για τους πολίτες, για τους πολιτικούς ηγέτες και τα κόμματά των οποίων ηγούνται. Την Αριστερά του 21ου αιώνα κυρίως. Αν, βέβαια, επιθυμεί να επιβιώσει πολιτικά, να παίξει καθοριστικό ρόλο στο προτσές της ιστορίας, που λέγαμε κάποτε. Αν όχι, ας παραιτηθεί από τον χρόνο προς χάριν μιας αιώνιας ζωής στον κόσμο του φανταστικού: όπως έκανε μια αιωνιότητα το ΚΚΕ. Και μια μέρα του 2015 μ.Χ., κάτι συριζαίικα παλικάρια… 

Στην πραγματικότητα, δεν είναι ο χρόνος αλλά η μνήμη του, η πραγματικότητα, ο κυβερνητικός και ο πολιτικός συγχρονισμός με την πραγματικότητα. Που δεν είναι παρά η συνείδηση της πραγματικότητας, το κατόρθωμα του «να ζεις και να πεθαίνεις με τον χρόνο», να συγχρονίζεσαι. Κάτι που, καθώς ο χρόνος πυκνώνει ραγδαία, επιτυγχάνεται όλο και πιο σπάνια από τους πολιτικούς, όλο και πιο δύσκολα απ’ τους πολίτες. Και παράγει πολιτικές και κοινωνικές αβελτηρίες, αναχρονισμούς, καθυστερήσεις, αποπροσανατολισμούς, κενά πολιτικής και ιστορικής μνήμης. 

Αναφέρω ως παράδειγμα ένα φαινόμενο συλλογικής αμνησίας που μοιάζει εξωφρενικό αλλά εκδηλώνεται, συνειδητά ή ασυνείδητα, από πολιτικούς και πολίτες κάθε πολιτικής προέλευσης και απόχρωσης• αλλά, το γαμώτο είναι ότι εκδηλώνεται ακόμα και από στελέχη (ενίοτε και σε βουλευτές και υπουργούς) του ΣΥΡΙΖΑ. Μιλάμε για μια πραγματική μαύρη τρύπα πολιτικής μνήμης, ένα απίστευτο χρονικό άλμα από τις εκλογές του Γενάρη του 2015 σε εκείνες του Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου. Μια επτάμηνη πολιτική διάλειψη σε εκατοντάδες χιλιάδες εγκεφάλους που απαλείφει τη χρονική και σημασιολογική αλληλουχία των κυβερνητικών δράσεων της Αριστεράς στον διαλείποντα χρόνο, δημιουργώντας έναν κόσμο λωτοφάγων. 

Έναν κόσμο που ξεχνά ότι, μετά τον συμβιβασμό του Τσίπρα προκειμένου να αποφευχθεί το grexit, έγιναν εκλογές και ότι η επιλογή του (ο συμβιβασμός, η υπογραφή του τρίτου μνημονίου, η προεκλογικά δεδηλωμένη διάθεση εφαρμογής του συγκεκριμένου μνημονίου με συγκεκριμένο τρόπο και συγκεκριμένες παράλληλες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις και εφαρμογές) επιβραβεύτηκε από την πλειονότητα του εκλογικού σώματος με την επανεκλογή του… 

Είναι αυτός ένας κόσμος ασυνειδησίας και αμνημοσύνης ή ένας κόσμος που δεν αντέχει να «ζει με τον χρόνο και να πεθαίνει μαζί του», που έχει παραιτηθεί απ' τον χρόνο προς χάριν της «αιώνιας ζωής»; Πιθανόν και τα δύο, ή τίποτε απ’ τα δύο, ωστόσο είναι ένας κόσμος εκτός χρόνου και γι’αυτό εκτός πραγματικότητας. 

Νίκος Τσαγκρής

11 Ιανουαρίου 2017

Οι... κόκκινοι μισθοφόροι του διαδικτύου

  

Tο οπλοστάσιο της μυστικής διπλωματίας του 21ου αιώνα  και oi προθέσεις των «αμφίβολων υπερδυνάμεων» που την ασκούν… 


 Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής 

Συμβαίνει αυτό που γράφαμε και διαβάζαμε ότι συμβαίνει και, όταν το γράφαμε ή το διαβάζαμε, έμοιαζε, ακόμα και σε εμάς που το γράφαμε ή το διαβάζαμε, σαν μια δυσοίωνη προφητεία. Γράφαμε: Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, μια σειρά κοινωνικών ρωγμών (ρωγμές ιστορικές, πολιτικές, ιδεολογικές, θεσμικές, οικονομικές) κατατέμνουν τον πλανήτη προκαλώντας φυγόκεντρες δυνάμεις – έναν κόσμο με πολλούς αμφίβολους πόλους, του οποίου τα όρια είναι ακαθόριστα και ασαφή!.. 

 Τώρα, μέσα σ’ αυτό το χαώδες γεωπολιτικό τοπίο στήνονται τα new generation χαρακώματα της διεθνούς διπλωματίας, εξοπλισμένα με μια σειρά μεταμοντέρνων «όπλων», που κάνουν τα «μυστικά όπλα» των κινηματογραφικών πρακτόρων τύπου Τζέιμς Μποντ να φαντάζουν γελοία και αναχρονιστικά: η «εκστρατεία επιρροής» της Μόσχας ήταν μέρος μιας «επικοινωνιακής στρατηγικής» εμπνευσμένης από σοβιετικές μεθόδους, που περιελάμβανε «μυστικές επιχειρήσεις, κρατικά μέσα ενημέρωσης, συμμετοχή τρίτων και πληρωμένους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ή τρολ», αποσαφηνίζει η έκθεση των μυστικών υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ, για την περίφημη «κυβερνοεπίθεση» της Ρωσίας στις αμερικανικές εκλογές. 

 Η έκθεση, αν και αποχαρακτηρισμένη, χαρακτηρίζεται από ένα πλήθος σημείων που «φωτογραφίζουν» το οπλοστάσιο της μυστικής διπλωματίας του 21ου αιώνα. Και ακόμα, τις προθέσεις των «αμφίβολων υπερδυνάμεων» που την ασκούν…  

Σχιζοειδείς συγκρούσεις 

Στην έκθεση των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, η «κυβερνοεπίθεση» του Πούτιν χαρακτηρίζεται «εκστρατεία επιρροής». Ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός, συνήθης στη γλώσσα της μυστικής διπλωματίας, σημαίνει τη σχεδιασμένη, και συστηματικά οργανωμένη επίθεση, με στόχο τη χειραγώγηση («επιρροή») της κοινής γνώμης υπέρ του επιτιθέμενου. Ο ίδιος όρος χρησιμοποιείτο για «εκστρατείες» στο θέατρο των παραδοσιακών «σφαιρών επιρροής», κάτι που δεν είναι καθόλου τυχαίο. 

Είναι σαφές ότι, στο παρασκήνιο του χαώδους και αμφίβολου πολυπολικού γεωπολιτικού τοπίου του παρόντος, εξελίσσεται ένας «πόλεμος» αναδιάταξης και αναζωογόνησης των ασταθών «σφαιρών επιρροής» του παρόντος∙ η αποκάλυψη της «κυβερνοεπίθεσης» του Πούτιν στις αμερικανικές εκλογές, μέσω και της έκθεσης των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, καθώς και η ψυχροπολεμική ακολουθία αντεγκλήσεων των εμπλεκομένων στην υπόθεση κρατών και προσώπων, βοηθούν στην περαιτέρω ανάγνωση του «δράματος»: 

● Πίσω από τις αποκαλύψεις για την «εκστρατεία επιρροής» Πούτιν στις ΗΠΑ, φαίνεται ολοκάθαρα η σύγκρουση του αμερικανικού συστήματος εξουσίας (που είναι κραταιό μέλος του παγκόσμιου συστήματος εξουσίας) με τον σκοτεινό εαυτό του. Ένα αναδυόμενο, πιο τεχνοκρατικό, πιο εθνοκεντρικό, πιο οικονομίστικο, πιο αντιανθρώπινο και πολιτικά ανήθικο σύστημα εξουσίας, που εκφράζει ο Τραμπ και στηρίζει ο Πούτιν. 

● Η «σχιζοειδής» αυτή ενδοσυστημική σύγκρουση, δεν είναι αμερικανικό… προνόμιο. Πανομοιότυπες ή στο περίπου, εξελίσσονται ή υποφώσκουν στις «σφαίρες» και άλλων ασταθών και αμφίβολων πόλων που λέγαμε: Ευρώπη (Γερμανία – Γαλλία), Ρωσία, Κίνα, Μέση Ανατολή και, εσχάτως, Τουρκία!... 

 ΜΜΕ και… τρολ 

Κατά την έκθεση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, η ρωσική «κυβερνοεπίθεση» ήταν μέρος μιας επικοινωνιακής στρατηγικής εμπνευσμένης από σοβιετικές μεθόδους. Καμιά σχέση. Η αναφορά σε «σοβιετικές μεθόδους» είναι μια πρακτόρικη χοντροκοπιά για ξεκάρφωμα. Στην πραγματικότητα, η επικοινωνιακή στρατηγική της ρωσικής «κυβερνοεπίθεσης» είναι, αναμφίβολα, made in USA: «περιελάμβανε μυστικές επιχειρήσεις, κρατικά μέσα ενημέρωσης, συμμετοχή τρίτων και πληρωμένους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ή τρολ»! Χρειάζεται καλύτερη απόδειξη για την ταυτοποίηση της πατρότητας των «όπλων» που χρησιμοποιήθηκαν στην «εκστρατεία επιρροής»; 

Αντίθετα, αυτό που μπερδεύει κάπως τον αναλυτή της έκθεσης είναι η αναφορά σε «κρατικά μέσα ενημέρωσης». Αν και αμέσως καταλαβαίνεις ότι πρόκειται περί… αποχαρακτηρισμένου σοβιετολογικού σαρδάμ των συντακτών της. Εξάλλου, μια αντίστοιχη έκθεση των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών για αντίστοιχες «κυβερνοεπιθέσεις» των ΗΠΑ, θα μπορούσε, άνετα, να αναφέρεται σε κρατικά μέσα ενημέρωσης: «τα ΜΜΕ στις ΗΠΑ είναι, αν όχι «φερέφωνα», τουλάχιστον εκφραστές των συμφερόντων του κυρίαρχου πολιτικού και οικονομικού συστήματος», λέει ο Νόαμ Τσόμσκι. Κι ακόμα χειρότερα: «οι έλεγχοι τους οποίους ασκεί η οικονομική και η πολιτική εξουσία μέσω των ΜΜΕ στις Δημοκρατίες της Δύσης διαφέρουν από αυτούς των ολοκληρωτικών καθεστώτων, κι έτσι οι Τάιμς της Νέας Υόρκης δεν είναι η σοβιετική Πράβδα, ωστόσο, το τελικό αποτέλεσμα όσων αποτυπώνονται στο χαρτί είναι εφάμιλλης ομοιογένειας και συμμόρφωσης»… 

Ο συστημικός έλεγχος των ΜΜΕ και η συστηματική χρήση τους σε διεθνείς ή τοπικές «εκστρατείες επιρροής» είναι κοινός τόπος στις Δημοκρατίες (Δύσης και Ανατολής) του 21ου αιώνα. Κάτι που εμείς οι Έλληνες το έχουμε εμπεδώσει απολύτως και σε τοπικό επίπεδο (ως Έλληνες πολίτες) και σε διεθνές, ως Ευρωπαίοι. Και βέβαια, καμιά έκθεση, καμιάς μυστικής υπηρεσίας δεν χρειαζόμαστε, να μας συστήσει τους «πληρωμένους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και τα «τρολ». Είμαστε τα πειραματόζωα μιας απ’ τις πρώτες «εκστρατείες επιρροής», που επιβίωσαν… 

 ΥΓ: «Εκστρατεία επιρροής» χαρακτηρίζεται από τις μυστικές υπηρεσίες η επίθεση, με στόχο τη χειραγώγηση («επιρροή») της κοινής γνώμης υπέρ του επιτιθέμενου.

3 Ιανουαρίου 2017

Ένας... Σόιμπλε στην Ακαδημία Αθηνών


Μια… ιδεοληπτική προσέγγιση της εγκατάστασης Παπαδήμου στην προεδρία του κορυφαίου πνευματικού ιδρύματος της χώρας  

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής 

«Κατά την πρώτη δημόσια συνεδρία της Ακαδημίας Αθηνών του 2017, την Πέμπτη 12 Ιανουαρίου στις 7 το απόγευμα, θα πραγματοποιηθεί η τελετή εγκατάστασης του προέδρου του νέου έτους Λουκά Παπαδήμου…», διαβάζω σε μια από τις πολλές εφημερίδες που ξεφυλλίζω καθημερινά. «Ο Παπαδήμος πρόεδρος της Ακαδημίας; Από πού κι ως πού;», αναρωτιέμαι. Δεν θυμάμαι ότι ο τέως πρωθυπουργός είναι μέλος της Ακαδημίας και, κάτι η έκφραση «τελετή εγκατάστασης» στο δημοσιογραφικό κείμενο, κάτι η ευρωσυστημική αχλή που τυλίγει το πρόσωπο «Παπαδήμος», ο συνειρμός επήλθε αστραπιαίος: Τώρα καπελώνουν και τον πολιτισμό με τον οικονομισμό… 

Αναμφίβολα, ο συνειρμός είναι ιδεολογικός, θα μπορούσαμε δε να τον χαρακτηρίσουμε και ιδεοληπτικό, αλλά το αποφεύγουμε, λόγω υπερβολικής και , κυρίως, ακατάσχετης πολιτικής χρήσης του όρου. Άλλωστε, δεν πρόκειται ακριβώς περί συνειρμού, ένας αφορισμός είναι: Τώρα καπελώνουν και τον πολιτισμό με τον οικονομισμό… 

Ο συνειρμός προηγήθηκε του αφορισμού, και νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον να τον παρακολουθήσουμε: μόλις διάβασα ότι ο Παπαδήμος εγκαθίσταται ως πρόεδρος της Ακαδημίας για το 2017, στο μυαλό μου ήρθε η γνωστή φράση του Νόαμ Τσόμσκι για την κατάντια της Δημοκρατίας στην εποχή του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού: «Η Δημοκρατία είναι είδος υπό εξαφάνιση. Το κέντρο βάρους στην ευρωπαϊκή ήπειρο έχει μετατοπιστεί ανεπιστρεπτί από την πολιτική στην οικονομία, από το κοινοβούλιο στις αγορές…» 

Η εκλογίκευση 

Αυτομάτως έκανα το… ιδεοληπτικό άλμα: η εγκατάσταση του τεχνικού του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού Λουκά Παπαδήμου στην προεδρία του κορυφαίου πολιτισμικού οργανισμού της χώρας μετατοπίζει το κέντρο βάρους στην Ελλάδα από τον Πολιτισμό στην Οικονομία!.. 

«Καλά, και πότε το κέντρο βάρους, στη χώρα μας, έπεφτε στον πολιτισμό, ώστε (με την εγκατάσταση Παπαδήμου στην προεδρία της Ακαδημίας) να μετατοπιστεί στην οικονομία;», αρχίζει να εκλογικεύεται ο συνειρμός. Και ακολουθεί η γνωστική θεώρηση της νεοελληνικής ιστορίας, στη διαδρομή της οποίας το κέντρο βάρους στις σχέσεις Κουλτούρας – Πολιτικής (και όχι οικονομισμού) μετεωριζόταν ένθεν – κακείθεν. Και μόνο στη δεκαετία του ’60 ισορρόπησε στη χρυσή τομή, προς την πλευρά του πολιτισμού. 

Εδώ, ας θυμηθούμε ότι ο πολιτισμός είναι αναπόσπαστος από την πολιτική, ότι Κουλτούρα και Πολιτική είναι η ζωή μας, και ότι οι τέχνες, η φιλοσοφία και η μεταφυσική, η θρησκεία και άλλες μορφές πνευματικής ζωής, οι επιστήμες, συνιστούν την κουλτούρα. Όμως, «η πολιτική, η οποία οφείλει να είναι η επιστήμη ή η τέχνη της οργάνωσης των σχέσεων μας (για να γίνει δυνατή η εν κοινωνία ζωή που, κυρίως, είναι πολιτισμική ζωή) έχει πάρει, στην εποχή μας, το προβάδισμα σε σχέση με τις άλλες εκδηλώσεις του πνεύματος…»* 

Και αλλοίμονο, όχι η πολιτική αλλά η οικονομία. Ο νεοφιλελεύθερος οικονομισμός για την ακρίβεια, αυτή η νεοκαπιταλιστική βαρβαρότητα στην οποία μετατοπίστηκε το κέντρο βάρους της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας δημοκρατίας στις αρχές του 21ου αιώνα: ειρήσθω εν παρόδω, την τελετή εγκατάστασης του κ. Παπαδήμου ως προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών θα ακολουθήσει η ομιλία του, με θέμα «Οικονομική Ανάπτυξη και Δημοσιονομική Εξυγίανση: H διττή πρόκληση για την οικονομική πολιτική»… 

Η εποχή της ειρωνείας 

«Σαν να κάνουν πρόεδρο της Ακαδημίας Αθηνών τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε», σκέφτηκα… Ιδεοληψία ε; Μπορεί όμως και πηγαίος σαρκασμός, κάτι σαν ειρωνεία: «Θεωρώ πολύ πιθανόν η εποχή μας να ονομαστεί από τις γενιές που θα έρθουν εποχή της ειρωνείας. Όχι, βέβαια, εκείνης της ιδιοφυούς ειρωνείας που χαρακτήριζε τον δέκατο όγδοο αιώνα, αλλά μιας ειρωνείας η οποία έχει να κάνει με την επιβολή, τη διαστροφή και την ηλιθιότητα που χαρακτηρίζουν την άξεστη εποχή μας, μια εποχή κατά την οποία η τεχνολογική πρόοδος σήμανε το τέλος του πολιτισμού...»** 

Αν όχι το τέλος, ένα τεράστιο έλλειμμα Πολιτισμού, ακόμα και στον τόπο της κατ’ εξοχήν πολιτικής κατοικίας του κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, στον τόπο της Αριστεράς : «η πολιτική που είναι η οργάνωση κάθε πιθανής κοινωνίας σταδιακά γίνεται η οργάνωση για την οργάνωση, στην πραγματικότητα η αποδιοργάνωση του πολιτισμικού πλέγματος προς βλάβην των φυσικών και μεταφυσικών δυνάμεων που κατευθύνουν την τέχνη, την πνευματικότητα, ακόμα και την επιστήμη», προέβλεπε αρκετά χρόνια πριν ο Ευγένιος Ιονέσκο… 

Σήμερα ιδεολογία, φιλοσοφία, και τέχνη φυτοζωούν. ακόμα και η επιστήμη έχει υποταχθεί στην πολιτική που έχει υποταχτεί στην Οικονομία. Έτσι, στο επίπεδο του απλού συμβολισμού έστω, η τοποθέτηση του σημαδεμένου τεχνοκράτη Λουκά Παπαδήμου στην προεδρία της Ακαδημίας Αθηνών επαληθεύει τον συνειρμό μου όταν διάβασα την είδηση: τώρα καπελώνουν και τον πολιτισμό με τον οικονομισμό… 

*Απόσπασμα από ομιλία του Ιονέσκο με θέμα Κουλτούρα και Πολιτική 
** Ο Έριχ Μαρία Ρεμάρκ, στη «Νύχτα της Λισαβώνας» 

27 Δεκεμβρίου 2016

Όταν ο Αλέξης φωτογράφισε τον Σόϊμπλε


Ο Σόϊμπλε πήρε τη θέση «κατηγορούμενου» στο πρωθυπουργικό απόφθεγμα, γιατί στη συλλογική συνείδηση των Ελλήνων είναι, πράγματι, κατηγορούμενος.  

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής

Η αλήθεια είναι ότι θα ταίριαζε καλύτερα να το έχει πει ένας διακεκριμένος ψυχαναλυτής. Ο Σίγκμουντ Φρόυντ, ας πούμε, για τον Αδόλφο Χίτλερ. Ή ο Ζακ Λακάν, για κάποιους άφρονες μεταπολεμικούς Αμερικανούς προέδρους. Αυτούς που έκαιγαν τον κόσμο με βόμβες ναπάλμ. μεταβάλλοντας τις ΗΠΑ σ’ αυτό το απεχθές υπερατλαντικό «κράτος του κακού. Όμως το είπε ο Έλληνας πρωθυπουργός. Και ανεξάρτητα αν το είπε για τον Σόϊμπλε ή για τον… Χατζηπετρή, το απόφθεγμα πήρε την υπόσταση μιας γενναίας ελληνόφωνης λεζάντας, κάτω από μια φωτογραφία του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε: ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών στο αναπηρικό καροτσάκι του, με παγωμένη τη μάσκα του αυταρχικού μυαλοπώλη στη φάτσα, ως συνήθως. Κι από κάτω να γράφει: «Όσοι δεν είναι καλά στην ψυχή τους δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της χώρας τους, ούτε της Ευρώπης ούτε του κόσμου»… 

Ανεξάρτητα από όσα μικροπολιτικά και παραπολιτικά ή μικροθεσμικά και παραθεσμικά ακολούθησαν το εν λόγω απόφθεγμα του Αλέξη Τσίπρα εντός και εκτός της χώρας, η πεμπτουσία του έπεσε σαν μια σταγόνα βάλσαμο στις ψυχές των απλών Ελλήνων. Ακριβώς όπως το έκτακτο βοήθημα προς τους μικροσυνταξιούχους που προηγήθηκε. Ως εκ τούτου, στους αντιδρώντες Σοϊμπλόφιλους κάθε πολιτικής κατηγορίας και προέλευσης, θα ταίριαζε μια παράφραση του διάσημου πια, πρωθυπουργικού αποφθέγματος: «Όσοι δεν είναι καλά στην ψυχή τους δεν μπορούν να αντιληφθούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα τους, ούτε η Ευρώπη ούτε ο κόσμος»… 

 Η προσωποποίηση του κακού 

 Ο Σόϊμπλε πήρε τη θέση του «κατηγορούμενου» στο απόφθεγμα του Αλέξη Τσίπρα, γιατί στη συλλογική συνείδηση των Ελλήνων είναι ο κατηγορούμενος. Η προσωποποίηση του κακού που μας κατατρύχει και μας ταπεινώνει: «Βλέπουμε τον Σόϊμπλε σαν τον σκατόψυχο σαιξπηρικό δανειστή Σάϊλοκ», μου είχε πει παλαιότερα, ένας εξαίρετος Έλληνας ψυχαναλυτής: «θα σου δανείσω, αλλά θέλω ένα κομμάτι από τη σάρκα σου… Και τον σιχτιρίζουμε. Και τον περιγελούμε. Και τον οικτίρουμε…» 

Πράγματι, οι Έλληνες οικτίρουν τον Σόϊμπλε. Όχι (μόνο) για την σωματική αναπηρία του, αλλά για την ευκρινή ψυχική σκιά της. Που αδυνατεί να κρύψει τους λεκέδες του βίου και της πολιτείας του… Τότε που μια αυτοκτονία και μια συγνώμη σφράγισαν το σκάνδαλο του μαύρου χρήματος που εισέρρευσε στο ταμείο των Χριστιανοδημοκρατών, ας πούμε: τότε που ο υπεύθυνος οικονομικών και προϋπολογισμού της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, Βολφγκανγκ Χίλεν, βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του δίπλα σε μια επιστολή, στην οποία ο αυτοχειριασμός του αποδιδόταν σε οικογενειακούς λόγους. Και λίγο πριν, στο ιστορικό ημικύκλιο του Ραϊχσταγκ, ο ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, με τη φράση «λυπούμαι και ζητώ συγνώμη», αναγνώριζε ότι εψεύσθη όταν αρνήθηκε ότι είχε δεχθεί παράνομη «δωρεά» 100.000 μάρκων από έναν έμπορο όπλων… 

Θα μας… τιμωρήσει 

Ο Σόϊμπλε, επίσης, λυπάται τους Έλληνες. Μ’ εκείνη τη λύπη που είναι γέννημα και θρέμμα του γερμανικού προτεσταντισμού, προφανώς: ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε είναι γέννημα και θρέμμα της παραδοσιακής γερμανικής σκέψης, που είναι γέννημα και θρέμμα του γερμανικού προτεσταντισμού, του δόγματος των δογμάτων και, «το δόγμα δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μια ρητή απαγόρευση της σκέψης», εξηγεί ο Βαυαρός Λούντβιχ Φόιερμπαχ. Καταλάβαμε: ο Σόϊμπλε λυπάται τους Έλληνες γιατί σκέπτονται, παραβιάζοντας τους «κανόνες». Και είναι ανένδοτος! Θα τους τιμωρήσει… 

«Με την Ελλάδα, ο Σόιμπλε έχει μια εμμονή», επιβεβαιώνει ο Στέλιος Κούλογλου στο ΑΠΕ – ΜΠΕ: θέλει να την κάνει να υποφέρει, γιατί πιστεύει ότι «αν υποφέρεις, στο τέλος γίνεσαι πιο δυνατός». Αφ’ ετέρου, η ασυμφώνητη παροχή επιδόματος «του δίνει τη δυνατότητα να ξαναβάλει το θέμα του Grexit και της αναδιαμόρφωσης της ευρωζώνης σε ένα πιο κλειστό σύστημα πλουσίων χωρών του βορρά, με χώρες πρώτης και δεύτερης διαλογής. Οι τελευταίες θα έχουν ρόλο αποικίας με φτηνό εργατικό δυναμικό (…). Πιστεύω ότι ο Σόιμπλε θέλει να ανατρέψει την κυβέρνηση», καταλήγει ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. 

Πάλι; αναρωτιέσαι. Ναι, πάλι: «ιδιαίτερα, το θέμα του συνταξιοδοτικού επιδόματος που αποφάσισε η κυβέρνηση ενόχλησε το Βερολίνο, γιατί μπαίνει στον πυρήνα της αντίθεσης». Βλέπετε, ο Σόιμπλε επαναλαμβάνει συνεχώς ότι οι Έλληνες παίρνουν 800 και 1.000 ευρώ σύνταξη, ενώ οι Σλοβάκοι και οι Βούλγαροι 300 και 200... Εκεί θέλει να μας πάει κι εμάς. Ευτυχώς που στην τελευταία πράξη του euro – δράματος απομονώθηκε, έχασε τον έλεγχο. Και μόνο κάτι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι, κάτι βαριά διαταραγμένοι απέμειναν να τον στηρίζουν. Είπαμε: Όσοι δεν είναι καλά στην ψυχή τους δεν μπορούν να αντιληφθούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα τους, ούτε η Ευρώπη ούτε ο κόσμος»…