29 Μαρτίου 2017

Το Survivor και η αριστερή κουλτούρα…


Μια αυτοσαρκαστική απόπειρα προσέγγισης των παραμέτρων που αποδίδουν την τερατώδη τηλεθέαση στο reality του ΣΚΑΙ 

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής   

Χωράει το «Survivor» σε μια εφημερίδα της Αριστεράς; Η ερώτηση τέθηκε σε μια κουβεντούλα μεταξύ αριστερών δημοσιογράφων και η απάντηση ήταν μια σειρά αμήχανα και περιπαιχτικά χαμόγελα. Όμως, αλήθεια, χωράει ένα θέμα, ένα άρθρο έστω, για το «Survivor», την reality σειρά που προβάλλει ο ΣΚΑΙ και μονοπωλεί την τηλεοπτική θεαματικότητα, σε μια εφημερίδα που δηλώνει «εφημερίδα της Αριστεράς»; Όπως η «Εποχή» ας πούμε. Ή η Αυγή… 

Φοβάμαι ότι ακόμα και η ερώτηση φαντάζει ανούσια για κάθε παραδοσιακό - στρατευμένο αριστερό, ενώ αμφιβάλλω αν θα γλύτωνα την περιφρονητική καζούρα στην περίπτωση που θα έκανα την ερώτηση πιο προσωπική. Στην περίπτωση, θέλω να πω, που θα ρωτούσα κάποιον από τους παλαιούς αριστερούς μου φίλους αν βλέπει Survivor: «η Αριστερά δεν βλέπει Survivor», είναι το στερεότυπο∙ δεν βλέπει Big Brother, Fame Story, «Φάρμα», X-Factor , Super Idol… 

Η Αριστερά, σε… προέκταση, δεν βλέπει ποδόσφαιρο, δεν ακούει «σκυλάδικα», δεν διαβάζει παραλογοτεχνία και trash media – βλέπει ταινίες τέχνης, ακούει κλασσική μουσική και τζαζ και διαβάζει Monde diplomatique, είναι ο αστικός μύθος. Και, παρ’ ότι… αστικός, είναι ένας μύθος που δεν απέχει πολύ απ’ την πραγματικότητα. Θυμάμαι πάντα την (δικαιολογημένη, λόγω χουντικής… εντοπιότητας) απέχθεια της Αριστεράς για τηλεοπτικά προϊόντα μαζικής κουλτούρας όπως ο περίφημος «Άγνωστος Πόλεμος», αλλά και αργότερα, για τα εξαιρετικά δημοφιλή λαϊκά σήριαλ τύπου «Λάμψης» και «Δυναστείας». Και θυμάμαι την επαναλαμβανόμενη ρήση μέλους της παρέας των ρεμπετολόγων φίλων μου: «αν δεν ήταν ο Γεραμάνης, στο ΚΚΕ το ρεμπέτικο θα ήταν ακόμα απαγορευμένο… 

Ρεκόρ τηλεθέασης 

Χωράει – δεν χωράει στην υπαρκτή αριστερή κουλτούρα, το «Survivor» χωράει και παραχωράει στην κουλτούρα του μέσου Έλληνα της εποχής μας. Αποδεδειγμένα. Με στοιχεία που κόβουν την ανάσα των ανταγωνιστών του ΣΚΑΙ: σύμφωνα με τις μετρήσεις της Nielsen, για το διάστημα 13/2 έως και 13/3/2017, το ελληνικό «Survivor» παρακολουθούσαν, κατά μέσον όρο, 1.487.000 τηλεθεατές ημερησίως, γράφει η Εφημερίδα των Συντακτών, σε μια εξαιρετική, έρευνά της για το φαινόμενο Survivor και τις πρωτοφανείς επιδόσεις του στο επίπεδο της τηλεθέασης. «Τη μεγαλύτερη τηλεθέαση», συνεχίζει η έρευνα της «Εφ.Συν, «την έκανε στις 13/3 (1.878.000 τηλεθεατές), ενώ την ίδια μέρα, έστω για ένα λεπτό, το ριαλιτοπαίχνιδο παρακολούθησαν 2.429.126 τηλεθεατές με το νεανικό κοινό (15-44 ετών) να φτάνει το 57,7%, ενώ άγγιξε κάποια στιγμή ακόμα και το 66,9%! 

Τα στοιχεία είναι συγκλονιστικά. Γιατί, σύμφωνα με τους ειδήμονες των τηλεοπτικών μετρήσεων, μας αποκαλύπτουν ότι το 80%, περίπου των ελλήνων τηλεθεατών παρακολουθούν - συστηματικά ή περιστασιακά – το συγκεκριμένο reality, ενώ και το υπόλοιπο 20% το έχει… «πάρει μάτι». Και αυτό το τελευταίο (το 20% που… «παίρνει μάτι» από Survivor), δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει το κοινό αριστερής κουλτούρας: αυτό που, σύμφωνα με τον αστικό μύθο, βλέπει μόνο ταινίες τέχνης, ακούει κλασσική μουσική και τζαζ και διαβάζει Monde diplomatique. Ή μέρος αυτού… 

Οι επιζώντες 

Δεν είναι κακό. Το κοινό αριστερής κουλτούρας, αυτό που απέμεινε ή αναπλήρωσε, εν μέρει, το ένδοξο και υπερπολλαπλάσιο αντίστοιχο των δεκαετιών 1950 – 1980, είναι άξιο… ασυλίας. Mονιμότερης και απείρως πιο ποιοτικής απ’ αυτήν που απολαμβάνουν τα παιδιά του Survivor όταν κερδίζουν τις καθημερινές μάχες επιβίωσης στο πλαίσιο του συγκεκριμένου reality: Survivor είναι ο επιζών, και όσοι απέμειναν να διατηρούν και να εξελίσσουν την «αριστερή κουλτούρα», την καλλιέργεια του ποιοτικού ελληνικού και παγκόσμιου πολιτισμού δηλαδή, είναι οι επιζώντες αλλεπάλληλων μαχών διαρκείας με δεκάδες πολιτισμικά σημεία και τέρατα. Και τηλεοπτικά σκουπίδια, μπροστά στα οποία το «Survivor» φαντάζει… αριστούργημα. 

Χαριτολογώντας, μπορούμε να πούμε ότι οι… επιζώντες της αριστερής κουλτούρας δικαιούνται να «παίρνουν μάτι» από «Survivor», προκειμένου να διασκεδάζουν με τους «επιζώντες» του δημοφιλούς reality. Και να μην απομονώνονται από την πλειονότητα της ελληνικής κοινωνία (να κλείνονται στο κέλυφος ενός αμφίβολου ελιτισμού), όπως οι «διάσημοι» από τους «μαχητές» του “Survivor”. 

Κατά τα λοιπά, οφείλουμε να αποδώσουμε την εντυπωσιακή τηλεθέαση του «Survivor» του ΣΚΑΙ και στο χρόνο που προβάλλεται, μια εποχή οριακής ένδειας και ανεργίας που κλείνει στα σπίτια τους Έλληνες. Επίσης, στο γεγονός ότι η τηλεόραση είναι τόσο πολιτιστικά πτωχευμένη, που δεν προβάλλει σχεδόν τίποτα πιο ελκυστικό από το συγκεκριμένο reality. 

Και στην ψυχολογία του μαζανθρώπου – αυτό, λόγω… αριστερής κουλτούρας οφείλουμε, εν κατακλείδι να το σημειώσουμε: Ο Φρόυντ έλεγε πως, στον ψυχισμό της μάζας, εκδιπλώνεται το υποσυνείδητο με τρόπο πρωτόγονο, όπως αρμόζει σ’ αυτή την αποθήκη των ψυχικών αποβλήτων, που πρέπει να τα αδειάζουμε κάπου κάπου, αν θέλουμε να μην πνιγούμε απ’ τη βρώμα…

21 Μαρτίου 2017

Ο Ευκλείδης, ο Πιερ κι ο Γερούν: τρεις ξένοι στην ίδια πόλη


Ένα φωτογραφικό στιγμιότυπο στο περιθώριο της συνεχιζόμενης διαπραγμάτευσης, ως αφορμή κρίσεως των ευρωπαϊκών πραγμάτων 



Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής 

Καθώς η διαπραγμάτευση τραβά την… ανηφόρα, το μάτι μου πέφτει σε μια φωτογραφία που δεσπόζει στις πρωτοσέλιδες αναφορές των ελληνικών και ξένων ΜΜΕ στο ελληνικό ζήτημα: ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών, Ευ. Τσακαλώτος, με τον επίτροπο της Κομισιόν, Π. Μοσκοβισί, και τον επικεφαλής του Eurogroup, Γ. Ντάισελμπλουμ, συνομιλούν off the record. Χωρίς τις μάσκες της πολιτικής διπλωματίας. Κάτι που σου επιτρέπει να βλέπεις καθαρά τα τεντωμένα νεύρα διαβάζοντας τη «γλώσσα του σώματος» των συνομιλητών. Στη γλώσσα του πνεύματος, η κόπωση των ευρωπαϊκών ιδεών. Η σύγκρουση τριών αντιλήψεων, που την λες και σύγκρουση συμφερόντων… 

Η σαρκαστική συγκατάβαση με την οποία ο Ευκλείδης Τσακαλώτος αντιμετωπίζει τον συστημικό αυταρχισμό του Γερούν Ντάϊσεμπλουμ παραπέμπει και στα αγανακτισμένα λόγια του Νόαμ Τσόμσκι, στη συνέντευξή του στο περιοδικό «Jacobinmag»: «H πραγματική τραγωδία της Ελλάδας είναι ότι – πέραν της κτηνωδίας της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών και των τραπεζών των βορειοευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες υπήρξαν πραγματικά κτηνώδεις, θα μπορούσε να μην ξεσπάσει καν, να είχε αντιμετωπιστεί σχετικά εύκολα στην αρχή». Ότι σήμερα οι Έλληνες εξακολουθούν να πληρώνουν το μεγάλο ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του 2015. «Συνέπεια αυτής της… εγκληματικής πράξης (να ρωτά κανείς τους πολίτες!..) ήταν να τιμωρηθεί η Ελλάδα ακόμα περισσότερο», σαρκάζει ο Τσόμσκι: οι απαιτήσεις της τρόικας έγιναν ακόμα σκληρότερες. Φοβήθηκαν ότι θα προκληθεί ντόμινο αν ληφθεί υπόψη η ένδεια των πολιτών, διότι θα μπορούσαν και άλλοι να κάνουν την ίδια σκέψη και θα διαδοθεί η επιδημία της δημοκρατίας. Έπρεπε, λοιπόν, να την ξεριζώσουν εν τη γενέσει της… Την «επιδημία της δημοκρατίας»… 

Τιμωρήθηκε, αλλά μένει 

Ο δεύτερος της φωτογραφίας, ο Γερούν Ντάϊσεμπλουμ, είναι ολόιδιος με τον θρασύ και αλαζόνα συστημικό υπηρέτη που όλοι… αγαπήσαμε. Με μόνο τις αυλακιές της κακίας να χαράζουν, ακόμα πιο βαθειά, το πρόσωπό του. Λόγω της συντριπτικής εκλογικής ήττας του κόμματός του, προφανώς: ο πρόεδρος του Eurogroup «τιμωρήθηκε τόσο βάναυσα από τους ψηφοφόρους, ώστε να πρέπει να εκτιμά ότι θα χάσει τη δουλειά του», σημείωνε η γερμανική Süddeutsche Zeitung, μεταφέροντας το κλίμα από την παρατεταμένη διαπραγμάτευση στις Βρυξέλες. Αλλά όχι, ο Ντάϊσεμπλουμ μοιάζει να μην συμμερίζεται την άποψη ότι πρέπει να εκτιμά ότι θα χάσει «τη δουλειά του», επειδή τιμωρήθηκε «τόσο βάναυσα από τους ψηφοφόρους»… 

Ούτε μοιάζει να αντιλαμβάνεται ότι η «βάναυση» τιμωρία του απ’ τους ψηφοφόρους σχετίζεται με το γεγονός ότι, από πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Ολλανδίας, μεταλλάχθηκε σε μπάτλερ του Βόλφγκανκ Σόϊμπλε – σε ιδανικό εκπρόσωπο των συμφερόντων του σκληρού συστημικού πυρήνα, του οποίου ο εμμονικός Γερμανός υπουργός Οικονομικών ηγείται. Άλλωστε, είναι η γερμανική Süddeutsche Zeitung που σχολιάζει ότι, ενώ το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του Ολλανδού υπουργού Οικονομικών και επικεφαλής του Eurogroup απώλεσε στις εκλογές της προηγούμενης εβδομάδας τα τρίτα τέταρτα των εδρών του στη βουλή, αυτό το γεγονός δεν εμπόδισε τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Σόιμπλε και τον Γάλλο ομόλογό του Σαπέν να μιλήσουν με τα καλύτερα λόγια για τον Γερούν Ντάισελμπλουμ. «Με τα καλύτερα λόγια»!.. 

Ο αμφίθυμος Μοσχοβισί 

Ο τρίτος της φωτογραφίας, ο Πιέρ Μοσκοβισί, ατενίζει με αμφίθυμο πείσμα τον Γερούν Νταισεμπλουμ: έχε χάρη που έχουμε εκλογές στη Γαλλία, αλλιώς θα σού ‘λεγα, μοιάζει να σκέφτεται. Τι θα τού ‘λεγε; 

Ο Πιερ Μοσκοβισί είναι ο Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, υπεύθυνος για την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, καθώς και για την εξασφάλιση της οικονομικής ρεαλιστικότητας των προτάσεων της Επιτροπής και την εμβάθυνση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενώσεως των χωρών της Ε.Ε. – φέξε μου και γλίστρησα: ως εκ της θέσεώς του, οφείλει να κρατάει τα νεοφιλελεύθερα ζύγια του Συμφώνου Σταθερότητας και ταυτόχρονα τα ενάρετα δημοσιονομικά μπόσικα του Βόλγκφανγκ Σόϊμπλε. Αλλά είναι και κορυφαίο στέλεχος του Σοσιαλιστικού Κόμματος Γαλλίας και, «εκλογές έρχονται», οφείλει να το παίζει και σοσιαλιστής: και με τον Σόϊμπλε και με τον Τσίπρα. Να μην του ‘ρθει κι αυτουνού καμιά… βάναυση. Και να πρέπει να… εκτιμά ότι θα χάσει τη θέση του, όπως ο Ντάϊσεμπλουμ… 

Μια φωτογραφία - τρεις χαρακτήρες (παλαιότερα λέγαμε "κόψε φάτσα και βγάλε συμπέρασμα"). Φυσικά, προτιμώ... Ευκλείδη, αλλά το συμπέρασμα είναι αυτονόητο: πρόκειται για τρείς ξένους στην ίδια πόλη. Μιας ξένης πόλης (Βρυξέλες), μιας ξένης χώρας (Βέλγιο), μιας ξένης ηπείρου: η «Ευρωπαϊκή Ένωση» είναι πιθανότερο να διαλυθεί εις τα εξ’ ών συνετέθη, παρά να γίνει πραγματική Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς εισαγωγικά και αστερίσκους. Όπως φθέγγεται η σημερινή Διακήρυξης της Ρώμης

15 Μαρτίου 2017

ΜΜΕ στην πρωτοπορία των fake news


Τύπος και Τηλεόραση, συμπεριφέρονται, σχεδόν στο σύνολό τους, σαν κομματικά Μέσα της Νέας Δημοκρατίας 


Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής  

Ευρώπη. Ελλάδα. Εικοστός πρώτος αιώνας. Φεβρουάριος μήνας του έτους 2017. Στα social media γίνεται χαμός με το θέμα του πόθεν έσχες του Κυριάκου Μητσοτάκη (Μαρέβα - σπίτι του Βολτέρου στο Παρίσι κλπ,) που αποκάλυψε η κυριακάτικη "Documento". Καμιά εφημερίδα απ’ τις «μεγάλες» (ούτε αυτές που ζητούν τη συμπαράσταση του αναγνωστικού κοινού και της πολιτείας για να μην κλείσουν – γιατί κινδυνεύουν να κλείσουν κι ας είναι… μεγάλες) δεν ασχολείται με το συγκεκριμένο πολιτικό "σκάνδαλο", είτε θετικά, είτε αρνητικά: ΣΙΩΠΗ!... 

«Γιατί άραγε;», εγείρεται, αυθορμήτως το ερώτημα: Θεωρούν το δημοσίευμα της "Documento" αδιάφορο ή ασήμαντο ή κακόβουλο, ή ανυπόστατο; Ή μήπως συμφωνούν με τον πρίγκιπα της πολιτικής αμετροέπειας των καιρών (Σε κάθε εποχή της πολιτικής ιστορίας ευδοκιμούν αμετροεπείς πρίγκηπες) τον αντιπρόεδρο της Ν.Δ. Άδωνη Γεωργιάδη, ότι η νέα κυριακάτικη συνάδελφός τους είναι «μια... πατσαβούρα που διασπείρει ψευδείς ειδήσεις»; 

Φυσικά, οποιαδήποτε επί της ουσίας του θέματος απάντηση θα προκαλούσε τεράστια έκπληξη∙ καθώς θα διέψευδε το χυδαίο ψεύδος του πρίγκιπα της πολιτικής αμετροέπειας ότι το δημοσίευμα για το για το «πόθεν έσχες του Κυριάκου Μητσοτάκη, (Μαρέβα gate» κλπ, – σπίτι του Βολτέρου στο Παρίσι κλπ) είναι ψέμα, «το χυδαίο ψέμα μιας… «πατσαβούρας» που διασπείρει ψευδείς ειδήσεις». Ταυτόχρονα και παράλληλα, το γεγονός ότι καμιά εφημερίδα απ’ τις «μεγάλες», (ούτε αυτές που ζητούν τη συμπαράσταση του κοινού τους και της πολιτείας για να μην κλείσουν – γιατί κινδυνεύουν να κλείσουν κι ας είναι… μεγάλες) δεν ασχολήθηκε με το συγκεκριμένο πολιτικό "σκάνδαλο", είτε θετικά, είτε αρνητικά, τις καθιστά εφημερίδες κομματικές. Στην υπηρεσία του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας και του αρχηγού της, Κυριάκου Μητσοτάκη. 


Αυτό που βλέπουμε 

Αν αυτή είναι μια πραγματικότητα και δεν είναι ένα… χυδαίο (ή μη) ψέμα, τότε μας επιτρέπεται να συμπεράνουμε ότι ο Τύπος στη χώρα μας είναι κομματικός σχεδόν στο σύνολο του. Κι ας ξέρουμε ότι δεν είναι, αλλά ότι συμπεριφέρεται σαν να είναι: οι «μεγάλες» εφημερίδες, (και αυτές που ζητούν τη συμπαράσταση του αναγνωστικού κοινού και της πολιτείας για να μην κλείσουν - γιατί κινδυνεύουν να κλείσουν κι ας είναι… μεγάλες) δηλαδή Τα ΝΕΑ και Το ΒΗΜΑ, καθώς και Το ΘΕΜΑ, και η Καθημερινή, αλλά και οι μικρότερες, Ελεύθερος Τύπος, «δημοκρατία», ΕΣΤΙΑ κλπ, ανήκουν (ή συμπεριφέρονται σαν να ανήκουν) στην Νέα Δημοκρατία, ενώ Η ΑΥΓΗ ανήκει (ή συμπεριφέρεται σαν να ανήκει) στον ΣΥΡΙΖΑ. Και μόνο η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ των ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ και το ΕΘΝΟΣ δεν ανήκουν (ή φαίνεται να μην ανήκουν) σε κανένα κόμμα. Και η Documento, αλλά αυτή, προς το παρόν τουλάχιστον, συμπεριφέρεται σαν να θέλει να αποδείξει ότι κάπου ανήκει και ότι δεν ανήκει κάπου αλλού και... πουθενά… 

Φυσικά, όλο αυτό που περιγράψαμε είναι η φαινομενική πραγματικότητα και όπως κάθε φαινομενική πραγματικότητα είναι ένα αληθινό ψέμα ή μια ψεύτικη αλήθεια, Ή και τα δύο μαζί. Το σίγουρο είναι πως όταν βλέπεις αυτό που βλέπεις και όχι αυτό που θα ήθελες να βλέπεις, τότε βλέπεις κάτι που, προσωπικά, δεν θα ήθελα να βλέπω: οι «μεγάλες» εφημερίδες (πλην efsyn,, Έθνους και Documento) είναι πιο κομματικές (πιο ταυτισμένες με τη ΝΔ. και πιο αντισύριζα) από την «κομματική» ΑΥΓΗ και την Εποχή αν θέλετε. Εφημερίδες που στηρίζουν απροκάλυπτα μεν, κριτικά δε,την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά ελάχιστα είναι αντί - ΝΔ… 

Fake news 

Ευρώπη. Ελλάδα. Εικοστός πρώτος αιώνας. Φεβρουάριος μήνας του έτους 2017. Στα social media γίνεται χαμός με το θέμα του πόθεν έσχες του Κυριάκου Μητσοτάκη (Μαρέβα - σπίτι του Βολτέρου στο Παρίσι κλπ,) που αποκάλυψε η κυριακάτικη "Documento". Όμως κανένα κανάλι απ’ τα ιδιωτικά δεν ασχολείται με το συγκεκριμένο πολιτικό "σκάνδαλο" και αυτό είναι κάτι που μας διευκολύνει να προεκτείνουμε την «κατηγορία» της «κομματικοποίησης» από τον Τύπο στην τηλεόραση: τα κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας – πλην ΕΡΤ - ταυτίζονται με την Ν.Δ. εξωραΐζοντας το πολιτικό της προφίλ με χυδαία ψέματα. Και πολεμούν τον ΣΥΡΙΖΑ πιο δυναμικά από τον Τύπο. Με πιο χυδαία, απ’ αυτόν, ψέματα… 

Η Ελλάδα στην πρωτοπορία των fake news: το 70% των ειδήσεων που παρακολουθούμε στα τηλεοπτικά δελτία και διαβάζουμε στα πρωτοσέλιδα των ηλεκτρονικών, αλλά και των εντύπων εκδόσεων των πολιτικών εφημερίδων και των ειδησεογραφικών sites και blogs είναι fake news: κατασκευασμένα απολύτως, είτε μερικώς «ρεπορτάζ», με στόχο, κυρίως, την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά. Στο υπόλοιπο 30% συνωστίζονται τα λίγα ΜΜΕ που προσπαθούν να είναι αντικειμενικά, μαζί με τα ούτως ή άλλως υποκειμενικά και προπαγανδιστικά κομματικά αντίστοιχα, καθώς και τα ακραία Μέσα κάθε ιδεολογίας, ιδεοληψίας ή διαστροφής. Τέλος…

8 Μαρτίου 2017

Eγκλωβισμένοι στην κοινωνία του φόβου


Όπου οι ανθρώπινοι δεσμοί διαλύονται, ο χωρισμός και η απομόνωση παίρνουν τη θέση του διαλόγου και της συνεργασίας.

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής  

Καθώς παρατείνεται η διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, μαζί της μοιάζει να παρατείνεται αυξανόμενη η οικονομική ανασφάλεια και η υπαρξιακή αβεβαιότητα του μέσου Έλληνα και να μεγεθύνεται ο «κοινωνικός φόβος». Αυτό δεν σημαίνει ότι ο «κοινωνικός φόβος» συνδέεται απαραίτητα με την παράταση της διαπραγμάτευσης για την αξιολόγηση: ο φόβος φτάνει στο αποκορύφωμά του όταν είναι διάχυτος, διάσπαρτος, ασαφής, όταν δεν συνδέεται με κάτι, όταν παραμένει αποσπασμένος από την πραγματικότητα και αιωρείται ελεύθερα, χωρίς σαφή αναφορά ή αιτία — όταν μας στοιχειώνει χωρίς ορατό ειρμό ή λόγο, όταν η απειλή που θα έπρεπε να φοβόμαστε μπορεί να αναφανεί φευγαλέα παντού, δεν μπορούμε όμως να την αντικρίσουμε πουθενά… 

Ο Πολωνός κοινωνιολόγος Ζίγκμουντ Μπάουμαν είναι ακαταμάχητος καθώς αναλύει την ανθρωπολογία του φόβου: «Φόβος» είναι το όνομα που δίνουμε στην αβεβαιότητά μας∙ στην άγνοιά μας για την απειλή και για ό,τι πρέπει να κάνουμε – ό,τι μπορούμε και ό,τι δεν μπορούμε να κάνουμε – προκειμένου να τη σταματήσουμε καθ’οδόν – ή να της αντισταθούμε, αν η αναχαίτισή της ξεπερνά τις δυνάμεις μας*». 

Είναι κοινός τόπος ότι στις μέρες μας η ανθρωπότητα βιώνει μιαν αβάσταχτη αβεβαιότητα καθώς βαδίζει προς το άγνωστο. Και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την κρίση του καπιταλιστικού συστήματος και την οικονομική κρίση αλλά με μια σειρά ακαθόριστων και ασαφών γεωπολιτικών κλονισμών που διαταράσσουν τις ισορροπίες και συνιστούν την «άγνωστη απειλή»… 

Ο φόβος του Febvre 

Υπερβάλλοντας κομμάτι, θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε την εμπειρία ζωής στην Ευρώπη του 21ου αιώνα με τον θαυμαστό τρόπο που ο Γάλλος ιστορικός Lucien Febvre, συνόψιζε {σε τέσσερις λέξεις!) τη ζωή στην Ευρώπη του 16ου αιώνα: «Peur toujours, peur partout» («φόβος πάντα, φόβος παντού»). Ο Febvre , συνέδεσε την τοτεινή παρουσία του φόβου με το σκοτάδι, που άρχιζε έξω από την πόρτα μιας καλύβας και σκέπαζε τον κόσμο έξω από το φράκτη του αγροκτήματος. «Στο σκοτάδι μπορούν να συμβούν τα πάντα, ουδείς όμως γνωρίζει τι ακριβώς θα συμβεί τελικά… 

Μπαίνω στον πειρασμό να συνδέσω αυτή τη θαυμασια παραβολή του Lucien Febvre για τον φόβο με την Ελληνική πραγματικότητα. Να βάλω στη θέση της «καλύβας» την Γερμανία, να πούμε, και στη θέση του «αγροκτήματος» διάσπαρτες της χώρες της ευρωζώνης με την Ελλάδα έξω ακόμα κι απ’ τον φράχτη του «αγροκτήματος» να την σκεπάζει βαθύ σκοτάδι: το σκοτάδι δεν είναι η αιτία του φόβου, είναι όμως το φυσικό περιβάλλον της αβεβαιότητας – κι επομένως του φόβου. Και θα συμφωνήσετε, ελπίζω, ότι η χώρα μας, εδώ και επτά χρόνια, είναι το… φυσικό περιβάλλον της αβεβαιότητας στο χώρο της Ε.Ε. Και δη της ευρωζώνης. 

Στο απόλυτο παρόν, ο κοινωνικός φόβος στην Ελλάδα τρέφεται και απ’ τη διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Την αβεβαιότητα που εγείρουν οι καθυστερήσεις και οι ανθελληνικές παλινωδίες του ΔΝΤ αλλά, κυρίως, την απειλή του αγνώστου που επισείει κάθε ενδεχόμενη συμφωνία: ένας φόβος που μας στοιχειώνει χωρίς ορατό ειρμό ή λόγο καθώς η «απειλή» μπορεί να αναφαίνεται φευγαλέα παντού, δεν μπορούμε όμως να την αντικρίσουμε πουθενά… 

Ο «επικείμενος κίνδυνος» 

Εδώ είναι απαραίτητο να σημειώσουμε την καταλυτική επίδραση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και των social media στη δόμηση της «κοινωνίας του Φόβου»: οι πολιτικοί στη Δύση αξιοποιούν τον φόβο ως πολιτικό εργαλείο , δηλώνει απερίφραστα ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν σε συνέντευξη του στη «La Repubblica» με τίτλο Ο φόβος ως Εργαλείο Κυριαρχίας. «Ο πυρήνας της σύγχρονης στρατηγικής της κυριαρχίας έγκειται στο να ανάβεις και να κρατάς αναμμένο το φιτίλι της ανασφάλειας… » λέει. Και εξηγεί: ο φόβος είναι ένα μέσο πολύ ελκυστικό προκειμένου η δημαγωγία να αντικαταστήσει την έλλογη επιχειρηματολογία και η αυταρχική πολιτική τη δημοκρατία… 

Σαν να σκιτσάρει τον Σόιμπλε ή τον Τραμπ, τη Λεπέν, τον Μητσοτάκη, τους αρχιερείς του νεοφιλελευθερισμού και του λαϊκισμού και τα εξαπτέρυγά τους: «δηλώνουν ότι στόχος τους είναι να εγγυηθούν την ασφάλεια του πληθυσμού, αλλά ταυτόχρονα κάνουν ό,τι είναι δυνατό για να υποδαυλίζουν το αίσθημα ενός επικείμενου κινδύνου…» 

Ωστόσο ο καθηγητής Μπαουμαν παραλείπει να μας πει ότι όλο αυτό το σκεύασμα κοινωνικού φόβου διακινείται και εγκαθίσταται από το σύστημα των media της εφαρμοσμένης «μετά – αλήθειας» («Post-truth») ως διαρκής απειλή: μια συνεχής αίσθηση συναγερμού επηρεάζει αρνητικά την ιδέα της ιδιότητας του πολίτη, καθώς και τα καθήκοντα που συνδέονται με αυτήν. Με το φόβο οι ανθρώπινοι δεσμοί διαλύονται, το πνεύμα της αλληλεγγύης αποδυναμώνεται, ο χωρισμός και η απομόνωση παίρνουν τη θέση του διαλόγου και της συνεργασίας. 

* Από την εισαγωγή του Ζίγκμουντ Μπάουμαν, στο βιβλίο του Ρευστός Φόβος (Εκδόσεις Πολύτροπον)

1 Μαρτίου 2017

Αν έχεις Τύπο διάβαινε & ΜΜΕ περπάτει


Η πολιτική στις ΗΠΑ, και παντού στον κόσμο, ασκείται από τα Μέσα, μέσω των Μέσων για τα Μέσα 


Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής  

«Δείξε μου τον Τύπο σου, να σου πω ποιος είσαι»! Αυτό είναι το πιο… trendy κριτήριο για το status της πολιτικής εξουσίας κάθε χώρας του «πολιτισμένου κόσμου» που… σέβεται τον εαυτό της. Φυσικά, όταν λέμε «Δείξε μου τον Τύπο σου», εννοούμε τα Μέσα σου, το σύνολο, δηλαδή των ΜΜΕ (έντυπα, τηλεοπτικά, ραδιοφωνικά, διαδικτυακά) που ελέγχεις ή διαθέτεις: ο Ντόναλντ Τραμπ διαθέτει 3.643 ιστοσελίδες, πολλές εκ των οποίων δεν είναι παρά domain names (διευθύνσεις ή επωνυμίες τις οποίες δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιος άλλος), άλλες όμως τις αγόρασε λίγο πριν, αλλά και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του, για να μην τον… βρίζουν. Και να τα βρίζει εκείνος… 

Ωστόσο, οι τραμπιστές και οι ουδέτεροι υποστηρίζουν ότι ο Τραμπ δεν έχει και τόσο άδικο. Ότι η οικονομική ελίτ των ΗΠΑ εξακολουθεί να έχει τον έλεγχο των ΜΜΕ: διατηρεί τον απόλυτο έλεγχο του National Election Pool, λένε, της κοινοπραξίας Αμερικανικών ΜΜΕ που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και τα δίκτυα ABC News, Associated Press, CBS News, CNN, Fox News και NBC News, και τα χρησιμοποιεί για να υπονομεύει συστηματικά τον Τραμπ, επειδή αρνείται να φορέσει το παραδοσιακό προεδρικό κοστούμι. Και αυτό, σε συνδυασμό με όσα «χωριστικά» συμβαίνουν στην Ε.Ε., είναι κάτι που απειλεί σοβαρά το συστημικό οικοδόμημα. Την παγκοσμιοποίηση. Την εγκατεστημένη διαπλανητική οικονομική και γεωπολιτική ισορροπία… 

Ο συστημικός… τζούνιορ 

Η αλήθεια είναι ότι ο αμερικανικός Τύπος τρολάρει αλύπητα τον Τραμπ, επικρίνοντάς τον ταυτόχρονα για «απόλυτο χάος», «ασύστολη φαγωμάρα» και «εξωφρενική αταξία» κατά τον πρώτο μήνα διακυβέρνησης του. Αλλά και ο Τραμπ βρίζει αλύπητα τον Τύπο, ξεσπώντας σε απίστευτα παραληρήματα για «κατευθυνόμενα ΜΜΕ», «μεθοδευμένα ψεύδη» και «ξεπουλημένους δημοσιογράφους: «Δεν θα επιτρέψουμε στις πλαστές ειδήσεις να μας πούνε τι θα κάνουμε, πώς θα ζήσουμε ή τι να πιστέψουμε…» 

Το αστείο είναι ότι, προ ημερών, ο αλήστου μνήμης πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους Τζούνιορ, αισθάνθηκε την ανάγκη να βγει απ’ το χρονοντούλαπο της ιστορίας για να στηρίξει τα συστημικά ΜΜΕ. Στηλιτεύοντας τον Ντόναλντ Τραμπ που «κατηγορεί τα μεγαλύτερα αμερικανικά ΜΜΕ για μεροληψία και για διάδοση ψευδών ειδήσεων . Και τονίζοντας ότι «το να ασκείται συστηματικά κριτική σε βάρος των αμερικανικών ΜΜΕ υπονομεύει τις προσπάθειες των ΗΠΑ να προωθήσουν τη Δημοκρατία και την ελευθεροτυπία στο εξωτερικό…». 

Εδώ γελούν και οι… πέτρες, ενθυμούμενες τον τρόπο με τον οποίο οι ΗΠΑ του Τζορτζ Μπους Τζούνιορ προώθησαν την Δημοκρατία και την ελευθεροτυπία στο Αφγανιστάν, το Ιράκ και πάει λέγοντας. Όμως το θέμα μας δεν είναι ο Τραμπ και ο… τζούνιορ αλά ότι, όλα πια παίζονται στον καμβά της επικοινωνίας. Και ότι η πολιτική στις ΗΠΑ, και παντού στον κόσμο, ασκείται από τα Μέσα, μέσω των Μέσων για τα Μέσα: στον 21ο αιώνα, ο έλεγχος των ΜΜΕ είναι το κλειδί που οδηγεί στην αδιατάρακτη νομή της εξουσίας… 

Της Ελλάδας το… κάγκελο 

Είπαμε ότι το «Δείξε μου τον Τύπο σου, να σου πω ποιος είσαι» είναι το πιο… trendy κριτήριο για το status κάθε σύγχρονης πολιτικής εξουσίας, αλλά υπάρχει και το ελληνικότατο «αν έχεις… Τύπο διάβαινε», ένα σλόγκαν βγαλμένο μέσα απ’ τη… ζωή. Με το σλόγκαν αυτό, την εφαρμογή του στην πολιτική πράξη, δηλαδή, στην περίοδο της μεταπολίτευσης έγινε της Ελλάδας το κάγκελο. Το διαπλεκόμενο… κάγκελο, εννοώ – να μην τα λέμε και τα ξαναλέμε και γινόμαστε βαρετοί. Και εξακολουθεί να γίνεται, αφού η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, παρά την επί διετία εκπεφρασμένη (και νομοθετημένη ακόμα) πολιτική της βούληση, δεν κατάφερε να «σκοτώσει» τα διαπλεκόμενα τέρατα. 

Αντίθετα, αυτά εξακολουθούν, ακόμα και ημιθανή, να μηχανεύονται τον θάνατό της: «όπως κάποτε ο ΔΟΛ έριξε τον Γεώργιο Παπανδρέου, όπως μετά συνέχισε απτόητος την εκδοτική δραστηριότητα επί χούντας, όπως συνέβαλε στο βρώμικο '89, έτσι και σήμερα, στην πλάτη των εργαζομένων, αγωνίζεται να ανατρέψει τη σημερινή κυβέρνηση», γράφει για ένα εκ των «τεράτων» ο (ή η) Α.Ψ. στην efsyn.gr. 

Μιλάει, φυσικά, για το εκδοτικό «τέρας» που, ενώ έριξε στα βράχια τον ΔΟΛ και αντιμετωπίζει κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγή ύψους περίπου 48 εκατ. ευρώ, εξακολουθεί να πορεύεται επισείοντας το σλόγκαν «αν έχεις Τύπο διάβαινε», απειλώντας θεούς και δαίμονες: : «Θα τελειώσω τον Τσίπρα με όσα ψέματα κι αν χρειαστεί να πω. Εγώ δεν θα γίνω Τεγοπούλου!..» 

 *Το National Election Pool (NEP) αποτελεί κοινοπραξία Αμερικανικών ΜΜΕ και ιδρύθηκε το 2003 βάσει πρότασης του CNN

25 Φεβρουαρίου 2017

Ο Μάνος για τον Νίκο Κούνδουρο



Η ζωή μου δεν ήταν ή ζωή ενός μουσικού. Είτανε περισσότερο ή ζωή ενός επικίνδυνου και ανήσυχου νέου, πού ή Μουσική κατάφερε κάπως να τον ηρεμήσει και να τον κάνει «κατ’ επιφάνεια νόμιμον», αφηγείται ο Μάνος Χατζιδάκις σε ένα φωτογραφικό στην κυριολεξία, αυτοβιογραφικό κείμενο, που συνοδεύει την κασετίνα με τους δίσκους της Ρωμαϊκής Αγοράς του. Ο ίδιος το τιτλοφορεί ΕΝΑ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ ΜΕΣ’ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΡΩΜΑΪΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ και, σχεδόν απ’ την αρχή αναφέρεται στη φιλία του με τον Νίκο Κούνδουρο: Εγώ άρχισα από την Λά Γιάνα, πού χόρευε πάνω στους καθρέφτες μαγευτικά το «Πώς λάμπουν τ’ άστρα».



Εκείνη ήταν το μεγάλο άστρο κ’ εγώ ήμουν το μικρό. Μα, ξαφνικά, πέθανε ή Λά Γιάνα και ή Ελλάδα ξεμπέρδεψε βέβαια από τούς Γερμανούς, μα έμπλεξε χειρότερα με τούς δικούς της. Κι εγώ μεταπήδησα από την εφηβεία στην νεότητα… 




 'Ο φίλος μου ό Νίκος Κούνδουρος σπούδαζε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και ανακαλύπταμε μαζί τον Ραντιγκέ, τον Λόρκα, τον Μακρυγιάννη, τα χαμόσπιτα πίσω από τού ΦΙΞ, τα κορίτσια με τις σκιστές φούστες, τον Χάνς Άϊσλερ, τον Πανάίτ Ίστράτι, τον Μενόττι, τον Προκόφιεφ και τον Χαράλαμπο του «Βυζαντίου». Μα όλ’ αυτά ήσαν ύποπτα εκείνον τον καιρό και όποιο πρόσωπο δεν έμοιαζε με χαφιέ, με χαρτοκλέφτη και μπράβο, το επίσημο κράτος τον καταδίωκε και προσπαθούσε να τον εκμηδενίσει. ’Έτσι ό Νίκος Κούνδουρος βρέθηκε στην Μακρόνησο, σ’ αυτόν τον «Παρθενώνα» τού εικοστού αιώνα. Κ’ εγώ προσπαθούσα να δεχτώ την μαγεία της πόλης πού ζούσα, μες’ απ’ την τρομοκρατία και την καταδίωξη κάθε ζωντανού οργανισμού τού ’Έθνους, στο όνομα τού ’Έθνους, της Πατρίδος και της αθανάτου ημών ιστορίας. 
 (……..) 


Νίκος ό Κούνδουρος ξεμπέρδεψε με την «’Ακρόπολη» τού εικοστού αιώνα καί τον στρατό κι’ έτσι με πείσμα και με το σενάριο της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, γυρίζει την πρώτη του ταινία. Την «Μαγική Πόλη». Κ’ εγώ έγραψα την μουσική. Το θέμα της ταινίας το έκανα τραγούδι το 1963….

Ν.Τ.

21 Φεβρουαρίου 2017

Ο δεύτερος ΣΥΡΙΖΑ - συμβιβασμός


Και μια ανάρμοστη, για τον πολιτικό πολιτισμό της Αριστεράς, απόπειρα κοινωνικού «μασάζ», λίγο πριν τη "συμφωνία" στο Eurogroup 


 Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής      

Καθώς γράφω, στο περιθώριο των λέξεων κάνω σκέψεις που, συνήθως, είναι πιο σημαντικές ή πιο αληθινές από τις λέξεις που γράφω, τη σημασία τους, το νόημα που επιχειρούν να διατυπώσουν. Και, πολλές φορές, δίπλα στις σκέψεις που κάνω στο περιθώριο των λέξεων που γράφω, τρίτες σκέψεις έρχονται και σαρκάζουν ή σχολιάζουν ή αναιρούν ή μέμφονται τις σκέψεις που κάνω στο περιθώριο των λέξεων που, εν τέλει, γράφω κι εσείς διαβάζετε… 

Γράφω, ας πούμε, «το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ», δήλωσε ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτης Ρήγας. Στο περιθώριο των λέξεων, μια σκέψη μου λέει «ωχ, άρχισαν πάλι οι εκπτώσεις∙ o Γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ προαναγγέλλει κυβερνητική αποδοχή της μείωσης του αφορολόγητου ως «έκπτωση» στο παζάρι με τους δανειστές: τους δίνουμε το αφορολόγητο, μας δίνουν μείωση συντελεστών (ΕNΦΙΑ, ΦΠΑ στην εστίαση κλπ,) και … κλείσαμε». 

Την ίδια στιγμή, μια τρίτη σκέψη σχολιάζει τη δεύτερη: Τι πάει να πει «προαναγγέλλει κυβερνητική αποδοχή της μείωσης του αφορολόγητου∙ μια απόπειρα του κόμματος για κοινωνικό… μασάζ υπέρ της αποδοχής της μείωσης του αφορολόγητου, πριν τη μείωση του αφορολόγητου, είναι η δήλωση «το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ». Και, μάλιστα, με τον απεχθή επικοινωνιακό τρόπο της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου, τότε που οι ίδιοι και τα μιντιακά παπαγαλάκια τους μας υπέβαλαν σε τεστ… νομιμοφροσύνης του τύπου «είναι ή δεν είναι το ευρώ φετίχ»…

Έκφραση εκτός χρόνου 

Στο τέλος, σταματάω να γράφω, αφού αντιλαμβάνομαι ότι ξεκίνησα να σχολιάζω μια επικοινωνιακή φιοριτούρα, άσχετη με τον παραδοσιακό πολιτικό πολιτισμό της Αριστεράς (αυτόν που συνιστά το περίφημο «συγκριτικό πλεονέκτημα»), ένα ρητορικό τέχνασμα με το ήθος και την τεχνική των αστικών πολιτικών τεχνασμάτων: «το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ»! Είναι δυνατόν; 

 Αλλά, ακόμα κι αν συνέχιζα να γράφω, θα ήταν πιο σημαντικό να γράψω, να διατυπώσω δηλαδή, τη σκέψη που πέρασε στο περιθώριο των λέξεων που ξεκίνησα να γράφω, από το να γράψω τις λέξεις που ξεκίνησα να γράφω. Τότε θα έγραφα ότι, πράγματι, το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ διότι δεν είναι αντικείμενο, εισόδημα είναι. Ωστόσο μπορεί να λατρεύεται με το πάθος που λατρεύεται από τους φετιχιστές το φετίχ, αφού μπορεί να καθορίζει το βαθμό απόλαυσης της ζωής κάθε φορολογούμενου… 

Αλλά και πάλι, καθώς γράφω ότι «το αφορολόγητο μπορεί να καθορίζει το βαθμό απόλαυσης της ζωής του φορολογούμενου», στο περιθώριο των λέξεων σκέφτομαι ότι αυτή η έκφραση μπορεί να είναι εκτός χρόνου∙ ότι, στο μνημονιακό παρόν, δεν μπορεί το ύψος του αφορολόγητου να καθορίζει «το βαθμό απόλαυσης της ζωής», γιατί απόλαυση δεν υπάρχει – η απόλαυση της ζωής προϋποθέτει στοιχειώδη ευμάρεια και αυτή δεν υπάρχει πια. Με ή χωρίς αφορολόγητο… 

Μια επισφαλής υπόσχεση 

Παραθέτοντας, κάπως έτσι, τις σκέψεις που περνούν στο περιθώριο των λέξεων που γράφω με αφορμή τη δήλωση του Γραμματέα του ΣΥΡΙΖΑ ότι «το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ», και πως «αν μια μείωση διευκολύνει να κλείσει η αξιολόγηση, τότε να το συζητήσουμε», καθώς και τρίτες σκέψεις που την σχολιάζουν ή την σαρκάζουν ή την αναιρούν, θα μπορούσα να γράψω ένα σημαντικό κείμενο για ό,τι ακολούθησε τη συγκεκριμένη δήλωση: τη «συμφωνία» στο Eurogroup της περασμένης Δευτέρας που, σύμφωνα με την κυβέρνηση, «συνιστά το πλέον αποφασιστικό βήμα για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης». Τότε, ίσως έγραφα ότι η «συμφωνία» στο Eurogroup δεν ήταν συμφωνία, αλλά κοινοποίηση της πολιτικής βούλησης της ελληνικής κυβέρνησης για ποιοτικούς και ποσοτικούς συμβιβασμούς στο επίπεδο των φορολογικών, των εργασιακών και των συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων. Με βασικό αντάλλαγμα την ολοκλήρωση της αξιολόγησης (και τις αναμενόμενες θετικές συνέπειές της στην ελληνική οικονομία) και… μπόνους τις δεσμεύσεις των δανειστών για επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και για κανένα επιπλέον μέτρο το 2019. 

Φυσικά, θα ανέπτυσσα και μια ιδέα που έχω γύρω από την ομόφωνη υπόσχεση θεσμών και κυβέρνησης για μηδενικό δημοσιονομικό αντίκτυπο («ούτε ένα ευρώ επιπλέον λιτότητα») και την κοινωνική επισφάλεια που η εφαρμογή της εμπεριέχει. Αυτή η ιδέα, σε συνδυασμό με την δήλωση του Γραμματέα του κόμματος («το αφορολόγητο δεν είναι φετίχ» κλπ, κλπ.), θα μπορούσε να αρθρώσει ένα πραγματικά σημαντικό κείμενο, από την άποψη ότι θα απέδιδε τη βαθύτερη αλήθεια του συγγραφέα για την πολιτική και τον πολιτισμό της κυβερνώσας Αριστεράς. 

Αλλά, και αυτή η «αλήθεια» θα μπορούσε να είναι αλήθεια σχετική, ή και ψέμα. Εκτός κι αν πιστεύει κανείς ότι η αλήθεια κρύβεται στις λέξεις. Ή στις σκέψεις που περνούν στο περιθώριο των λέξεων, καθώς ο συγγραφέας γράφει…

15 Φεβρουαρίου 2017

Σόϊμπλε & ΣΙΑ σε αγαστή συνεργασία


Γερμανία, Ολλανδία και Γαλλία επιμένουν στη στρατηγική της γερμανικής δεξιάς για υπονόμευση μιας αξιολόγησης με θετικό, για την Ελλάδα, πρόσημο. 


Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής   

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να κλείσει τσακ – μπαμ η αξιολόγηση. Με τον τρόπο του Σόϊμπλε: «Ό,τι πει το ΔΝΤ, αρκεί να παραμείνει στο πρόγραμμα…». Που πάει να πεί να μην κλείσει, (ο Τσίπρας αποκλείεται να δεχτεί τέτοιο «κλείσιμο») ώστε να προκληθεί πολιτική κρίση. Και να επωφεληθεί: εκλογές, σχηματισμός δεξιόστροφης κυβέρνησης υπό την προεδρία του, και… τσακ – μπάμ κλείσιμο της αξιολόγησης με τον τρόπο του Σόϊμπλε. «Ό,τι πει το ΔΝΤ, αρκεί να παραμείνει στο πρόγραμμα. Άλλωστε, κατά πάσα πιθανότητα, το ίδιο θέλει και η Μέρκελ. Ή μήπως όχι; 

«Όχι», ελπίζει η Ελληνική κυβέρνηση: «Θέλει η Άνγκελα Μέρκελ να πάει στις γερμανικές εκλογές με το ελληνικό ζήτημα ανοιχτό; Δεν θέλει. Κάποια στιγμή θα παρέμβει», διαρρέει τις… ελπίδες του το Μέγαρο Μαξίμου. Ίδωμεν… Το σίγουρο πάντως είναι πως οι Γερμανοί, τρομοκρατημένοι από τη δημοσκοπική άνοδο της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» και της Φράουκε Πέτρι, επιχειρούν να χτυπήσουν μ’ ένα σμπάρο δυό τρυγόνια: σπρώχνοντας τον –συστημικότερο των συστημικών– σοσιαλδημοκράτη Μάρτιν Σούλτς στο πολιτικό προσκήνιο, φιλοδοξούν ότι και τις εκλογές θα κερδίσουν (οι συστημικοί) και θα εξοβελίσουν από το υπουργείο Οικονομικών τον κακό Νιμπελούγκεν της ευρωπαϊκής οικονομίας, τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Γιατί, τώρα τελευταία, φαίνεται πως δεν τον θέλουν ούτε οι συστημικοί ούτε οι (συστημικότεροι των συστημικών) αντι-συστημικοί. 

Ολλανδία και Γαλλία 

Φαίνεται. Αλλά είναι; Διότι πολλοί είναι εκείνοι που λένε ότι Μέρκελ και Σόϊμπλε είναι ένα σώμα – μια ψυχή. Και λένε ότι παίζουν το ασφαλίτικο έργο «ο καλός μπάτσος κι ο κακός μπάτσος» για το προεκλογικό θεαθήναι. Για το οποίο «προεκλογικό θεαθήναι», λέμε εμείς τώρα, γίνονται και λέγονται όλα όσα γίνονται και λέγονται γύρω από την αξιολόγηση του «προγράμματος», εντός και εκτός Ελλάδας, τους τελευταίους δυο – τρείς μήνες. Και μας μεταβάλουν σε μοιραίους και άβουλους θεατές (και κομπάρσους ταυτόχρονα) μιας υπερπαραγωγής πολιτικού θεάτρου του παραλόγου. ‘Όπου η αξιολόγηση (από την οποία εξαρτάται το παρόν και το μέλλον μας καθώς και το παρόν και το μέλλον της χώρας μας) υποτάσσεται στα εκλογικά συμφέροντα του Σοιμπλε. Και της Μέρκελ και του Σούλτς… 

Κι ακόμα, του Εμμανυέλ Μακρόν και του Μαρκ Ρούτε. Γιατί εκλογές δεν έχει μόνο η Γερμανία φέτος. Προηγείται η Ολλανδία, στις 15 Μαρτίου. Εκεί ο κεντροδεξιός Μαρκ Ρούτε κόβει το τιμόνι τέρμα δεξιά, να φτάσει τον ακροδεξιό Χέερ Βίλντερς. Σαν τον Σαμαρά, αν θυμάστε. Που φλέρταρε ανοιχτά με την ακροδεξιά για να δελεάσει το ακροατήριο της Χρυσής Αυγής. Ο Βίντερς όμως, έχει φύγει μπροστά στις δημοσκοπήσεις και οι… ομοϊδεάτες του ανά την Ευρώπη πιστεύουν ότι οι κάλπες θα αναδείξουν τον πρώτο ακροδεξιό πρωθυπουργό της Ευρωπαϊκής Ένωσης – και μάλιστα σε μια χώρα του σκληρού πυρήνα της. 

Οι Γάλλοι τώρα, που προσέρχονται στις κάλπες στις 23 Απριλίου για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, ψηφίζουν Μαρίν Λεπέν. Στον δεύτερο γύρο, όμως, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως οι ψηφοφόροι θα κλίνουν υπέρ της συστημικής αοριστολογίας του μεγαλοτραπεζίτη Εμμανυέλ Μακρόν, του (νέο)φιλελεύθερου κεντροαριστερού, που δεν έχει αποκαλύψει ακόμη ούτε το ιδεολογικό του στίγμα ούτε το πρόγραμμά του. Ίσως να φταίει και ονομασία του κόμματος του – En Marche!, Εμπρός!– που θυμίζει στρατιωτικό εμβατήριο ακροδεξιάς φιέστας… 

Συστημικός λαϊκισμός 

«…Δεν μπορεί ο κ. Σόιμπλε να κρατάει σε ομηρία την Ελλάδα και μια ολόκληρη ήπειρο για εκλογικούς λόγους», επαναλαμβάνει διαρκώς ο Τζιάνι Πιτέλα, και αυτό είναι κάτι που εκφράζει απολύτως την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Πολύ περισσότερο αν σ’ αυτούς που, για εκλογικούς λόγους, κρατούν σε ομηρία την Ελλάδα και μια ολόκληρη Ήπειρο προσθέσουμε και τους Μαρκ Ρούτε και Εμμανυέλ Μακρόν. 

Ας το πούμε πιο καθαρά: Γερμανία, Ολλανδία και Γαλλία, κινούνται στη στρατηγική Σόϊμπλε (που είναι η στρατηγική της γερμανικής δεξιάς) για την πολύτροπη υπονόμευση μιας άμεσης ολοκλήρωσης της αξιολόγησης με θετικό πρόσημο για την κυβέρνηση Τσίπρα, την Ελλάδα και τους Έλληνες: επιδιώκουν την επ’ αόριστον παράταση της μνημονιακής ομηρίας των Ελλήνων προκειμένου να την «πουλήσουν» ως ηγεμονικό λάφυρο στην εκλογική τους πελατεία: «Γερμανίδες και Γερμανοί, Ολλανδέζες και Ολλανδοί, Γαλλίδες και Γάλλοι είμαστε οι ηγεμόνες της Ευρώπης. Το «σύστημα» είμαστε, και δίνουμε τη μάχη να διατηρήσουμε τον πολιτικό και οικονομικό έλεγχο ώστε να παραμείνουν οι χώρες μας στην πρώτη ευρωζωνική ταχύτητα και σεις στην προνομιούχο ευμάρειά σας»… 

Κάπως έτσι… Και το τραγικό είναι ότι σ’ αυτή την τερατωδώς λαϊκιστική και άκρως αντιευρωπαϊκή και ανθελληνική στρατηγική, χωρίς περίσκεψη και αιδώ, κινείται και ένας Έλληνας: ο πρόεδρος της Ν.Δ. Κυριάκος Μητσοτάκης.

8 Φεβρουαρίου 2017

Απ' τον πολίτη Κέϊν στον Σταύρο Ψυχάρη


Το φαινόμενο της «συγκέντρωσης των Μέσων» και η εξέλιξή του, από τον πολίτη Κέϊν ως τον… Σταύρο Ψυχάρη 

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής   

Η αλήθεια είναι ότι η απρόσκοπτη «συγκέντρωση των Μέσων» στα χέρια μεγιστάνων ή τσαρλατάνων (χαρακτηρισμοί ταυτόσημοι, εν πολλοίς) της αγοραίας επιχειρηματικότητας, υπήρξε ο καταλύτης για τον έλεγχο της πολιτικής απ’ τα Μέσα, και των Μέσων απ’ την πολιτική. Για την περίφημη «διαπλοκή», δηλαδή. 

Ο Αμερικανός Γουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ ήταν ένας απ’ τους πρώτους διδάξαντες. Τον καθόριζε, λέει, μια ακατάσχετη δίψα για εξουσία, και αποφάσισε να … ξεδιψάσει μέσω της σκανδαλοθηρικής δημοσιογραφίας: στα 23 του ήταν ήδη διευθυντής της San Francisco Examiner, την οποία είχε κερδίσει ο πατέρας του στο στοίχημα, ή κάτι τέτοιο. Αμέσως την μετονόμασε σε Daily Examiner και, εισάγοντας στη δημοσιογραφία την τεχνική του εντυπωσιασμού (καλογραμμένα καυστικά άρθρα, με γερές δόσεις στυγνής μυθοπλασίας, γύρω από σκάνδαλα, εγκλήματα και σεξιστικά επεισόδια της εποχής), ανέβασε την κυκλοφορία της εφημερίδας του από τις 77.000 στο 1.000.000 φύλλα ημερησίως. Απέκτησε δε τέτοια επιρροή, που φημολογείται ότι «τα αναληθή και υπερπατριωτικά δημοσιεύματά του στάθηκαν αφορμή για το ξέσπασμα του ισπανοαμερικανικού πολέμου το 1898»…  
Το σίγουρο είναι ότι ο τύπος έγινε μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων (1902-1904) και ότι, στη δεκαετία του 1920, ήταν ιδιοκτήτης 20 καθημερινών και 11 κυριακάτικων εφημερίδων σε 13 πόλεις, έξι περιοδικών, ενός ειδησεογραφικού πρακτορείου και μιας εταιρείας παραγωγής κινηματογραφικών «επικαίρων». Κι ακόμα, ότι ήταν η ζωή του Γουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ που ενέπνευσε τον Όρσον Ουέλες να γράψει και να σκηνοθετήσει το κινηματογραφικό αριστούργημα «Πολίτης Κέϊν». 

Ο μικρός Μέρντοχ 

Η «συγκέντρωση των Μέσων» κλιμακώνεται στη διάρκεια του 20ου αιώνα και, μεταξύ άλλων, αποδίδει το φαινόμενο Μέρντοχ, το φαινόμενο Μπερλουσκόνι και… δέκα μικρούς Χιρστ, δέκα μικρούς Μέρντοχ και δέκα μικρούς Μπερλουσκόνι. Οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι… Έλληνες.

Υπερβάλλοντας, φυσικά, αναφέρομαι στην τερατωδώς δυσανάλογη προσφορά (έκδοση και κυκλοφορία) ΜΜΕ, σε σχέση με το πληθυσμιακό μέγεθος της χώρας και την προσδόκιμη – πόσο μάλλον την πραγματική – ζήτηση: ο μεγιστάνας των ΜΜΕ Ρούπερτ Μέρντοχ, πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της News Corporation, είναι ιδιοκτήτης μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας που περιλαμβάνει πολυάριθμους ιστοτόπους (IGN Entertainment, AskMen, Rotten Tomatoes κλπ. κλπ.) μεγάλο αριθμό εφημερίδων, όπως η New York Post στις ΗΠΑ και οι Times στην Αγγλία, ενώ κατέχει ένα πλήθος τηλεοπτικών σταθμών μεταξύ των οποίων το δίκτυο Fox News. Ο Μέρντοχ μπήκε τρεις φορές στην ετήσια λίστα του περιοδικού Time με τα 100 πρόσωπα που ασκούν τη μεγαλύτερη επιρροή παγκοσμίως, εκτιμήθηκε ως ο 13ος ισχυρότερος άνθρωπος στον κόσμο σύμφωνα με το περιοδικό Forbes . Ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Τόνι Μπλερ ήταν κολλητός φίλος του (υπάλληλός του, λένε οι Άγγλοι) και η περιουσία του εκτιμάται στα 6,3 δις δολάρια. 

Ένας απ’ τους Έλληνες… δέκα μικρούς Μέρντοχ, ο Σταύρος Ψυχάρης, πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΔΟΛ (Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη) είναι ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης από τις δεκάδες μικρές… αυτοκρατορίες Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης της χώρας μας. Αυτή περιλαμβάνει το ΒΗΜΑ της Κυριακής, ΤΑ ΝΕΑ, την ψηφιακή εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, πολλά περιοδικά, την διαδικτυακή πύλη in.gr., τον ραδιοσταθμό ΒΗΜΑ FM, συμμετοχή στην εκτυπωτική ΙΡΙΣ ΑΕΒΕ και στην εταιρία διανομής Τύπου ΑΡΓΟΣ ΑΕ. Και, βέβαια, στον τηλεοπτικό σταθμό MEGA CHANNEL και τα STUDIO ΑΤΑ AE… 

Το τείχος ΣΥΡΙΖΑ 

Δεν «είναι», ήταν… Και ήταν κολλητός του Αντώνη Σαμαρά, του Κυριάκου Μητσοτάκη και κάθε πολιτικού ηγέτη και τραπεζίτη που τού… καθόταν, στο απώτερο και στο πρόσφατο παρελθόν. Στο παρόν, έπεσε στο τείχος ΣΥΡΙΖΑ και έφαγε τα μούτρα του, που λέει ο λαός: έπρεπε να βρεθεί μια αριστερή κυβέρνηση, η κυβέρνηση Τσίπρα, σε μια μικρή χώρα του «πολιτισμένου κόσμου», την Ελλάδα, για να κλείσουν οι τραπεζικές κάνουλες που τροφοδοτούσαν με… «αέρα», δανεικό κι αγύριστο, τη φούσκα ΔΟΛ. Που δεν ήταν παρά μία από τις εκατοντάδες διαπλανητικές φούσκες «συγκέντρωσης ΜΜΕ» στα χέρια μεγιστάνων ή τσαρλατάνων (χαρακτηρισμοί ταυτόσημοι, εν πολλοίς) της αγοραίας επιχειρηματικότητας∙ οι οποίοι διαχρονικά απεργάζονται τον έλεγχο της πολιτικής απ’ τα Μέσα και τον έλεγχο των Μέσων απ’ την πολιτική, την περίφημη «διαπλοκή»… 

Έτσι η «αυτοκρατορία ΔΟΛ» (που δεν ήταν παρά η «φούσκα» ΔΟΨ) κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος, την ώρα που ο «μικρός Μέρντοχ» (ή Χίρστ ή Μπερλουσκόνι) Σταύρος Ψυχάρης, έστριβε δια της μεθόδου της εκκαθαρίσεως με… τραπεζική ομπρέλα. Αφήνοντας πίσω του ένδοξα και άδοξα δημοσιογραφικά συντρίμμια: πάνω από πεντακόσιοι υπέροχοι, ή καλοί, ή κακοί συνάδελφοι, ανεξόφλητοι, χωρίς αποζημίωση, στην κόλαση της ανεργίας. Καλή τύχη…

1 Φεβρουαρίου 2017

Ο Τσίπρας στον κόσμο της μετάαλήθειας


Όταν οι νεοφιλελεύθεροι «εφευρέτες» της "μετά - αλήθειας"   υποδύονται ότι την ανακαλύπτουν στην προπαγάνδα της διεθνούς των… λαϊκιστών 

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής

Λοιπόν, που λέτε, έκανα ένα τεστ μνήμης για να τσεκάρω τις εικόνες που εγγράφονται στη μνήμη των ανθρώπων από εβδομάδα σε εβδομάδα και μου πρόκυψε το χάος. Ένα άναρχο και τραγικά δυσεπίλυτο πάζλ έγχρωμων τηλεοπτικών και ιντερνετικών εικόνων (web TV, YouTube, Instagram, κλπ., κλπ.,) και λέξεων… Λέξεις ελληνικές, αγγλικές, ισπανικές, γερμανικές, σε μια χαοτική αλληλουχία ειδήσεων, ρεπορτάζ, άρθρων, αναλύσεων και σχολίων στις εφημερίδες και στα social media. 

Όλα αυτά μέσα σε ένα κομφούζιο ακατάσχετου προφορικού λόγου στα ραδιοφωνικά και τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, και στις ενημερωτικές εκπομπές: ένας φρικτός σκουπιδότοπος πολιτικών και κοινωνικών ψεμάτων, η χωματερή της «μετά – αλήθειας», παραγεμισμένη με πολτοποιημένα κομμάτια κι αποσπάσματα της ζωής μας – της ζωής των ανθρώπων γύρω μας, σε μια έκταση ίσαμε την περιφέρεια του Πλανήτη. «Αυτή είναι η ζωή μας;», ρώταγα στο τέλος... 

Ερώτηση μάλλον άλογη, συναισθηματική ίσως, καθώς θεωρούμε ή πιστεύουμε, ή θέλουμε να πιστεύουμε, πως η ζωή μας είναι διαφορετική: αυτό δα μας έλειπε, να κατοικούμε σ’ αυτόν τον εφιαλτικό ψηφιακό σκουπιδότοπο, να μην είμαστε παρά πολτοποιημένα πληροφορικά ράκη – απολειφάδια της κοινωνίας της πληροφορίας: η ψηφιοποίηση της πληροφορίας και η διάχυση της μέσω των ηλεκτρονικών δικτύων στον τελικό χρήστη την καθιστά ως το σημαντικότερο συστατικό στοιχείο του νέου μοντέλου κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης…  

Όμως εμείς, οι περισσότεροι εν πάση περιπτώσει από εμάς νομίζουμε –ή συνειδητά υποδυόμαστε– πως ζούμε τη ζωή που μας προσφέρθηκε: Γέννηση, βάπτιση, σχολείο, στρατός, εργασία, γάμος, παιδιά, σπίτι – δουλειά – σπίτι – δουλειά…. Κηδεία. 

 Διαδικτυακό χάος 

Σ' αυτό το άγραφο «πρωτόκολλο» ζωής, είχε δικαίωμα και υποχρέωση μαζί, καθένας από εμάς ξεχωριστά, να παρεμβαίνει αισθηματικά, «αισθητικά». Να χρωματίζει τη ζωή του -κι αν έχει απόθεμα «χρωμάτων - τη ζωή των άλλων, τη ζωή μας, τη ζωή… Κι αυτοί που παραδοσιακά χρωμάτιζαν τη ζωή μας ήταν οι ζωγράφοι, οι μουσικοί, οι τραγουδιστές, οι θεατρίνοι, οι χορευτές, οι λογοτέχνες, οι ποιητές της τέχνης, γενικώς. 

Μέχρι που μπήκε στο παιχνίδι των χρωμάτων η τηλεόραση και, με το φαύλο εκτόπισμά της, τους εκτόπισε, αρκούντως… Κι ύστερα το διαδίκτυο, ο «κυβερνοχώρος», η κοινωνία της πληροφορίας, ένα χαοτικό και άκρως δυσεπίλυτο πάζλ έγχρωμων τηλεοπτικών και ιντερνετικών εικόνων (web TV, YouTube, Instagram, κλπ, κλπ,) και λέξεων∙ στη θέση του «αγγελικού μεταϋλιστικού κόσμου» που επαγγέλονταν οι ήρωες και οι προφήτες του προοδευτικού κόσμου: «Από τη μια μεριά η επαγγελία ενός μεταϋλιστικού κόσμου δεν πραγματοποιήθηκε, για λόγους τελικά παρόμοιους με εκείνους που εξηγούσε ο Ρουσό. Οι ανάγκες είναι πάντοτε σχετικές. Επιθυμούμε διαρκώς να γίνουμε πλουσιότεροι, επειδή έτσι ελπίζουμε ότι θα βελτιωθεί η θέση μας στην κοινωνία. Στο πεδίο της παραγωγής, η ιδέα ότι η κάθετη οικονομική ιεραρχία θα εξαλειφόταν προς όφελος της κοινωνίας της πληροφορίας δεν επιβεβαιώθηκε όπως είχε προβλεφθεί» και… 

Πολιτική με tweets 

Καλώς ήλθατε στον κόσμο της «μετά – αλήθειας»: η κάθετη οικονομική ιεραρχία όχι μόνο δεν εξαλείφθηκε προς χάριν της κοινωνίας της πληροφορίας, αλλά την εξαχρείωσε. Και, ειδικά στο πεδίο της πολιτικής επικοινωνίας και της ενημέρωσης, την μετάλλαξε σε κοινωνία του ψέματος, την κοινωνία της «μετά – αλήθειας: η λέξη «μετά – αλήθεια» είναι η λέξη της χρονιάς, σύμφωνα με το Oxford Dictionary και σημαίνει την πολιτική ρητορική/πρακτική που αγνοεί την αλήθεια και βασίζεται σε μια προσωπική, ενίοτε εντελώς πλαστή, εκδοχή της πραγματικότητας. Σύμφωνα με το ίδιο πάντα λεξικό, η λέξη απηχεί την εξαιρετικά φορτισμένη διεθνή πολιτική ατμόσφαιρα που «κυρίως οφείλεται στη διχαστική προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ και στο δημοψήφισμα για το Brexit»… 

Εγκυκλοπαιδικές αποστασιοποιήσεις… Στην πραγματικότητα, ο όρος «μετά – αλήθεια» εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και συνδέθηκε εξαρχής με την πολιτική επικοινωνία και την ενημέρωση, ειδικά μέσω του Διαδικτύου. Σημαίνει τη διάλυση των γεγονότων και των ειδήσεων και την αυθαίρετη επιλογή και προβολή αποσπασμάτων τους, συνδεδεμένων με ανυπόστατες (κατασκευασμένες ή και εντελώς ψευδείς) θεωρίες, με τρόπο ώστε να στοιχειοθετούν ψυχολογικές βεβαιότητες στο επίπεδο της κοινής γνώμης. Και συμβαίνει (εφαρμόζεται από το διαπλεκόμενο μιντιακό σύστημα) στη χώρα μας, ως επικοινωνιακό παρακολούθημα στήριξης των μνημονιακών κυβερνήσεων, κλιμακούμενο από την περίοδο της κυβέρνησης Σαμαρά σε μια διαδικασία που τελείται προνομιακά απ’ τα social media (μονταζιέρες, μουρούτηδες, κλπ. κλπ.) κυρίως εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ. 

Τώρα, οι «εφευρέτες» και πρώτοι διδάξαντες το πολιτικό ψεύδος, οι συστημικοί – νεοφιλελεύθεροι Ευρωπαίοι, υποδύονται ότι ανακάλυψαν την «μετά – αλήθεια» στην προπαγάνδα της διεθνούς των… λαϊκιστών Τραμπ και Πούτιν. Να δεις που κάποτε θα μας πούνε και για… Τσίπρα.

25 Ιανουαρίου 2017

Κυριάκος - Αλέξης, σημειώσατε 2


Μια τυχαία φράση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης θέτει επί τάπητος το θέμα της πολιτικής αξιοπιστίας 

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής  

«Πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε ένα καλύτερο αύριο για τη χώρα μας», είπε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας σε εκδήλωση της Νέας Δημοκρατίας στο Περιστέρι. Δεν είπε «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους εξασφαλίσουμε ένα καλύτερο αύριο…». Είπε, «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε ένα καλύτερο αύριο…». Εάν αυτό το «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε» είναι ο ενσυνείδητος λόγος του αρχηγού της Ν.Δ. και όχι κάποια άσκεφτη ατάκα του λογογράφου του, συνιστά μια δραματική ομολογία πολιτικής αναξιοπιστίας: είμαστε τόσο αναξιόπιστοι που δεν μπορούμε ούτε καν να πείσουμε ότι μπορούμε (ότι είμαστε σε θέση) να υποσχεθούμε… 

Όχι δα… Μια δημόσια πολιτική ομολογία παρόμοιας αυτοκριτικής έντασης προϋποθέτει επίγνωση και αυτογνωσία υψηλού επιπέδου, αρετές που σπάνια ευδοκιμούν στην ιδιοσυγκρασία των πολιτικών εν γένει. Πόσο μάλλον σ’αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη∙ ενός «πολιτικού ηγέτη» κληρονομικώ δικαίω... 

Είναι προφανές ότι η εν λόγω «ομολογία αναξιοπιστίας» του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν προϊόν του, συνήθους, ασυνείδητου πολιτικού λόγου του, ή κάποια άσκεφτη ατάκα του λογογράφου του, την οποία, αφιλτράριστη, εκτόξευσε προς το ακροατήριό του… Το οποίο την εισέπραξε, υποθέτω, σαν μία ακόμα υπόσχεση, ενός ακόμα πολιτικού: Πιάσ’ τ’ αυγό και κούρευ’ το… 

Το δικαίωμα στην υπόσχεση… 

Ωστόσο, συνειδητή ή ασυνείδητη, η φράση του Κ.Μ. «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε…» θέτει επί τάπητος το θέμα της πολιτικής αξιοπιστίας: « η αναξιοπιστία μου είναι ολοκληρωτική και αβάσταχτη, μου στερεί ακόμα και τη δυνατότητα της υπόσχεσης», είπε ο αναξιόπιστος πολιτικός, διεκδικώντας, επί της ουσίας, το δικαίωμα στην υπόσχεση… 

Η πολιτική «υπόσχεση», το παραδοσιακό «Θα» των πολιτικών, είναι το βασικό εργαλείο της δουλειάς τους και εκτείνεται από τις περιοχές των ατομικών και των… συλλογικών ρουσφετιών, ως τις περιοχές των κυβερνητικών προγραμμάτων και των θεσμικών και πολιτειακών μεταρρυθμίσεων. Το πολιτικό (και όχι μόνον) «Θα», καθώς και η ποιότητα και ποσότητα της καρποφορίας του (ψήφοι, πολιτική - ιδεολογική επιρροή, δημοφιλία), εξαρτάται από την αξιοπιστία του πολιτικού που το εκφέρει. Εάν ο υποσχόμενος πολιτικός είναι αναξιόπιστος, τρώει… ντομάτες και αυγά. 

Στην εποχή μας, η πολιτική αναξιοπιστία είναι μια παγκοσμιοποιημένη, ας πούμε, κατάσταση. Θα τολμούσα, μάλιστα, να πω ότι η παγκόσμια άνοδος της ακροδεξιάς, καθώς και η εμφάνιση στο παγκόσμιο κοινωνικό στερέωμα πολιτικών φρούτων τύπου Τράμπ, Σόϊμπλε, Φάρατζ, Γκρίλο κλπ., σχετίζεται με ένα «ντόμινο» πολιτικής αναξιοπιστίας που άρχισε από τις ΗΠΑ, στην περίοδο του Τζορτζ Μπούς Τζούνιορ. Δίδυμοι Πύργοι, πόλεμος κατά της… τρομοκρατίας, Αφγανιστάν, Ιράκ, κλπ. Και κλιμακώθηκε στην περίοδο της οικονομικής και γεωπολιτικής κρίσης… 

«Δεν» αντί για «Θα» 

Στην Ελλάδα της κρίσης, η ούτως ή άλλως κουρελιασμένη από τη διαφθορά του μεταπολιτευτικού συστήματος πολιτική αξιοπιστία μηδενίζεται, και για τεχνικούς, ας τους πούμε, λόγους: καθώς η ανεξαρτησία της χώρας απαλλοτριώνεται με τα μνημόνια και την οικονομική επιτήρηση, οι πολιτικοί ηγέτες των κυβερνώντων κομμάτων μεταβάλλονται σε απλούς διαχειριστές των επιβεβλημένων μνημονιακών υποχρεώσεων. Κι έτσι χάνουν ακόμα και το «δικαίωμα στην υπόσχεση», το δικαίωμα στο «Θα». Γιατί, τι «Θα» να πεις, όταν όλοι γνωρίζουν ότι είσαι ανυπόστατος, ότι δεν μπορείς ούτε καν να διαπραγματευτείς, ότι δεν υπάρχεις; 

Στις 25 Ιανουαρίου του2015, ένας νεαρός πολιτικός ηγέτης με βασικό όπλο το ηθικό πλεονέκτημα της Ελληνικής Αριστεράς, (ΣΥΡΙΖΑ) ο Αλέξης Τσίπρας, άρχισε να γράφει ιστορία ως οδηγός όλων των Ελλήνων που είχαν εκφράσει μια γενναία διάθεση υπέρβασης του σάπιου πολιτισμικού, ελληνικού και ευρωπαϊκού περιβάλλοντος: «Στις επιλογές μου βάρυνε περισσότερο η ιστορική ευθύνη απέναντι στο λαό και στις κοινωνικές τάξεις που η Αριστερά εκπροσωπεί. Όχι ο φόβος απέναντι στην ευθύνη», λέει σήμερα, δύο χρόνια μετά την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας ο Έλληνας πρωθυπουργός. Και είναι αυτή μια δήλωση που προσθέτει πόντους στην αξιοπιστία του. 

Ακριβώς εδώ ήθελα να καταλήξω: αναμφίβολα, παρά τον αναγκαστικό συμβιβασμό του, ή και χάρις σ’ αυτόν, ο Αλέξης Τσίπρας παραμένει ο πλέον αξιόπιστος πολιτικός ηγέτης της χώρας και ένας απ τους πλέον αξιόπιστους στην Ευρώπη και στον κόσμο. Και την όποια αξιοπιστία του την έχει στερεώσει όχι στα «Θα», αλλά στα «Δεν»: «Δεν υπάρχει περίπτωση να νομοθετήσουμε ούτε ένα ευρώ επιπλέον μέτρα από όσα προβλέπει η συμφωνία…», δήλωνε προχθές. Ακριβώς την ώρα που ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πάσχιζε να ανακτήσει το… δικαίωμα στην υπόσχεση: «πρέπει να πείσουμε τα παιδιά μας ότι μπορούμε να τους υποσχεθούμε…»

18 Ιανουαρίου 2017

Η σωτηρία του ΔΟΛ που έγινε ΔΟΨ


Δυστυχώς, ο θάνατος ενός εκ των κορυφαίων συστημάτων διαπλοκής της χώρας δεν ολοκληρώθηκε. Διεκόπη βίαια από μια… αριστερή παρέμβαση… 


Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής  

Ο ΔΟΛ έπρεπε να έχει αλλάξει προ πολλού τα αρχικά του, να ονομάζεται ΔΟΨ∙ από τότε που απεβίωσε ο Χρήστος Λαμπράκης και απέμεινε ο Σταύρος Ψυχάρης να διαφεντεύει απολύτως το «συγκρότημα»…. 

Αυτά δεν τα λέω εγώ, τα λένε οι περισσότεροι απόμαχοι των εντύπων του «συγκροτήματος», επιφανείς δημοσιογράφοι που διέπρεψαν στις δεκαετίες ’70, ’80, ’90, διαμορφώνοντας την μεταπολιτευτική δημοσιογραφική φυσιογνωμία του Βήματος, των Νέων, του Ταχυδρόμου, του Οικονομικού Ταχυδρόμου: «η φυσιογνωμία των εφημερίδων επαφίεται στη φυσιογνωμία των συντακτών της», έλεγε ένας σοφός εκλιπών δημοσιογράφος, διευθυντής ιστορικής εφημερίδας. Ευτυχώς δεν έζησε την εποχή της δημοσιογραφικής παρακμής, όταν το κριτήριο επιλογής των διευθυντών μετατέθηκε από την προεξέχουσα δημοσιογραφική επάρκεια στην αφοσίωση προς τα εκδοτικά συμφέροντα – από την αποτελεσματική διαχείριση του ενημερωτικού προϊόντος, στην αποδοτική διαχείριση των διαπλεκομένων συμφερόντων του ιδιοκτήτη… 

Οι δημοσιογράφοι, είτε πέρασαν είτε δεν πέρασαν από τον ΔΟΛ, που σήμερα θα έπρεπε να λέγεται ΔΟΨ, ανησυχούν για την τύχη του όσο και οι εν ενεργεία (απλήρωτοι εδώ και πολλούς μήνες) δημοσιογράφοι των Νέων, του Βήματος και των άλλων Μέσων του «συγκροτήματος». Και μιλούν πολύ, γεμίζουν με μικρές ιστορίες και φήμες και θρύλους ΔΟΛ και ΔΟΨ την ζοφερή περιρρέουσα δημοσιογραφική ατμόσφαιρα: «θυμάσαι πότε άρχισε να βουτάει το δάχτυλο στο μέλι ο Ψυχάρης; Τότε με την αλλαγή της τεχνολογίας. Όταν έψησε τον Λαμπράκη να…»… 

Όταν «έφυγε» ο Λαμπράκης 

Θυμάμαι. Και θυμάμαι πώς ακριβώς καθάρισε (στην κυριολεξία – σε λίγο πέθανε από καρκίνο ο άνθρωπος) τον σπουδαίο δημοσιογράφο Πέτρο Πολίτη από τη διεύθυνση της «Εβδομάδας» και, λίγο αργότερα, τον Χάρη Μπουσμπουρέλη απ’ το ΒΗΜΑ της Κυριακής. Για να πάρει τη θέση του… 

Θυμάμαι (είτε ως αυτόπτης –είτε ως αυτήκοος μάρτυρας) τόσα πολλά που δεν χωρούν και δεν γράφονται σε μια στήλη εφημερίδας, ειδικά αυτής της εφημερίδας. Μου επιτρέπουν όμως, όσα θυμάμαι, να υποστηρίζω μετά βεβαιότητας ότι από τότε, απ’ τα μέσα της δεκαετίας του ’80, ο Ψυχάρης άρχισε να διαφεντεύει και να νέμεται το «συγκρότημα». Και όχι «από τότε που απεβίωσε ο Χρήστος Λαμπράκης», όπως λένε νεότεροι συνάδελφοι με θητεία στον ΔΟΛ, « έπρεπε να έχει αλλάξει τα αρχικά του, από ΔΟΛ να λέγεται ΔΟΨ». 

Το σίγουρο είναι ότι, μετά τον θάνατο του Χ. Λαμπράκη, μια άνευ προηγουμένου πολιτική και δημοσιογραφική αμετροέπεια πλημυρίζει τον ΔΟΛ και χύνεται στα πρωτοσέλιδα, του Βήματος κατ’ αρχήν, και των Νέων σε λίγο: «ο τελευταίος διευθυντής των ΝΕΩΝ ήταν ο Λέων Καραπαναγιώτης. Ό,τι ακολουθεί είναι το τέλος της ιστορίας...», έγραφα όταν, μετά το ΒΗΜΑ, και η ιστορική εφημερίδα της «Δημοκρατικής Παράταξης» άρχισε να στηρίζει ανοιχτά τον Σαμαρά και να υπονομεύει αδίστακτα την ανάδυση του ΣΥΡΙΖΑ και την ηγεμονία του στον κεντροαριστερό χώρο… 



Τραπεζικός αέρας 


Στο «τέλος της ιστορίας» είναι σαφές ότι στον ΔΟΛ δεν υπάρχουν διευθυντές με δημοσιογραφική αυτονομία, διευθυντικό λόγο και όραμα. Όλα τα ΜΜΕ του οργανισμού ελέγχονται απολύτως από τον Ψ του ΔΟΛ που έγινε ΔΟΨ. Και συνεχίζουν να εκδίδονται χάρις στον… αλληλέγγυα θανάσιμο εναγκαλισμό του Ψ και της οικογένειάς του με την πολιτική και οικονομική ελίτ. Εξασφαλίζοντας… αέρα από τις τράπεζες…
          
Κι ύστερα  ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ. Και ο «αέρας» κόπηκε με το μαχαίρι. Και ήρθαν οι «κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος για φοροδιαφυγή και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα σε βάρος του εκδότη Στ. Ψυχάρη για ποσό περίπου 45 εκατ. ευρώ, εν μέσω απεργίας στον ΔΟΛ». Και η «άσκηση δίωξης κακουργηματικού χαρακτήρα και η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα».  
          
Είναι η στιγμή που εκδηλώνεται η αποστολή… σωτηρίας του προέδρου του Δ.Σ. της Αυγής, πρώην βουλευτή και ταυτισμένου (στην κοινή πολιτική γνώμη) με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, δημοσιογράφου Μουλόπουλου: "Πάω να βοηθήσω τον κουμπάρο μου τον Ψυχάρη", καθησυχάζει τις… μάζες. "Δεν θα γίνει ο ΔΟΛ όργανο του ΣΥΡΙΖΑ"…

Εντάξει. Όπως και να’ χει, η εικόνα που σχηματίστηκε είναι αδιάψευστη. Ήταν η αποστολή σωτηρίας μιας   διαπλοκής: ο θανάσιμος εναγκαλισμός του ΔΟΛ, που έγινε ΔΟΨ, με την πολιτική και οικονομική ελίτ (ο θάνατος ενός εκ των κορυφαίων συστημάτων διαπλοκής της χώρας)  δεν ολοκληρώθηκε. Διεκόπη βίαια από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Για να συνεχίσει ο ΔΟΛ, που έγινε ΔΟΨ, τον ίδιο βίο (ζωή με… αέρα απ’ τις Τράπεζες κλπ.) και επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ; Και τότε, πώς θα ξεχωρίζουμε τη διαφορά αυτής της κυβέρνησης από τις άλλες; Από την κατεύθυνση των τραπεζικών ανέμων; Υπάρχουν άραγε ανεμολόγια διαπλοκής;


Υ Γ: Τα πτωχευμένα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι τους δεν σώζονται από παρακυβερνητικές αποστολές… σωτηρίας και κουμπαριές. Υπάρχουν περιθώρια άπειρων θεσμικών κρατικών  και επιχειρηματικών παρεμβάσεων σωτηρίας εντός και εκτός των «νόμων» της αγοράς.