30 Νοεμβρίου 2016

Ο φόβος που οδηγεί ακροδεξιά


Η «εναλλακτική αριστερά» (ούτε καν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα) δεν καταφέρνει να ακολουθήσει μια πειστική πολιτική πράξη στον παρόντα χρόνο.


Γράφει ο
Νίκος Τσαγκρής
Η Ελλάδα είναι στο μάτι του ευρωπαϊκού κυκλώνα, αλλά έχει, τουλάχιστον, μια κυβέρνηση που το παλεύει από την πλευρά του λαού και υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να τα καταφέρει. Να περάσει επιτυχώς τη δεύτερη αξιολόγηση, να αποσπάσει ικανή ελάφρυνση του χρέους, να επιτύχει τη δημοσιονομική εξομάλυνση, να βγει στις αγορές και… Και μετά τι;  
«Μετά να γλεντήσουμε την επανένταξή μας στους κόλπους της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας κανονικότητας», είναι η νεοφιλελεύθερη προσέγγιση. Προσλαμβάνοντας ως «κανονικότητα» το γεωπολιτικό vertigo που μαστίζει τον κόσμο του 21ου αιώνα – αυτή την διαρκώς ανακυκλούμενη αλληλουχία οικονομικών, γεωπολιτικών και πολιτισμικών κλονισμών, που κατατέμνουν τον πλανήτη προκαλώντας φυγόκεντρες δυνάμεις και σταδιακή υπερίσχυση των νόμων του Χάους: η βαθειά κρίση του καπιταλιστικού συστήματος στο επίπεδο της πολιτικής και της οικονομίας, η θεσμική και γεωπολιτική διάσπαση και αποσύνθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κατάρρευση του ευρώ και της ευρωζώνης με τις φυγόκεντρες τάσεις να αυξάνονται και να πληθύνονται, η ακραία φτωχοποίηση των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου και των Βαλκανίων εν ονόματι του… ενάρετου θεσμικού οικονομισμού, είναι η κανονικότητα του νεωτερικού φιλελευθερισμού… 

«Μετά περνάμε στην αριστερή διακυβέρνηση», λέμε εμείς. «Πολύ ωραία, και τι ακριβώς σημαίνει αριστερή διακυβέρνηση; Τι ακριβώς θα κάνετε;» μας ρωτούν. «Θα διαμορφώσουμε πολιτικές στήριξης της κοινωνίας και ιδιαίτερα των κατώτερων κοινωνικών τάξεων, που θα βρίσκονται στον κεντρικό πυρήνα της κυβερνητικής πολιτικής», απαντάμε. «Τι ακριβώς εννοείτε, μπορείτε να γίνετε πιο συγκεκριμένοι;», συνεχίζουν οι διαπορόντες… 

Υπάρχει εναλλακτική; 

Όχι, δεν μπορούμε να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι. «Δεν ξέρουμε καν τι είναι αριστερή διακυβέρνηση», όπως λέει και ο καθηγητής Δουζίνας… «Δεν υπάρχει συνταγή ή τυφλοσούρτης, και γι’ αυτό μας παρακολουθεί με αγωνία η παγκόσμια Αριστερά. Δεν ξέρουμε τι είναι (σ.σ: αριστερή διακυβέρνηση), αλλά σε τι αποσκοπεί: να αλλάζει συνεχώς τους συσχετισμούς δύναμης, μεταφέροντας πόρους και αρμοδιότητες από το κράτος στους πολίτες»… Πολύ ωραία, αλλά γίνεται αυτό, ως πολιτική πράξη, στο ασφυκτικά νεοφιλελευθερο θεσμικό -συστημικό περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Και αν γίνεται πώς γίνεται; 

Εδώ ακολουθεί η «αμηχανία της Δημοκρατίας», θα έλεγε ο Ιταλός εξπέρ της πολιτικής θεωρίας Κάρλο Γκάλι, «το συναίσθημα ότι έχουμε εξαπατηθεί, ότι οι υποσχέσεις δεν έχουν τηρηθεί». Κάτι που εδραιώνει μιαν αντίληψη ότι δεν υπάρχει Εναλλακτική, μιαν αντίληψη που αλλάζει χαρακτήρα σε πολλά μέρη της Δύσης : «παρά τις καθησυχαστικές αφηγήσεις ή τους τρομοκρατικούς εκφοβισμούς, οι πολίτες κατακτούν την αυτονομία τους από το νεοφιλελεύθερο σύστημα, τις αντιφάσεις του οποίου βιώνουν με όρους ανασφάλειας, ανισότητας και έλλειψης προοπτικής» 

«Ωστόσο, αυτή η εξέγερση παίρνει συχνά μια «λαϊκίστικη» ή «δεξιά» μορφή», σημειώνει ο Κ.Γ. Και το αιτιολογεί: «επειδή οι αριστερές κυβερνήσεις» έγιναν το βασικό όχημα του νεοφιλελευθερισμού, ενώ η «εναλλακτική αριστερά (σ. σ: ούτε καν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, θα μπορούσε να προσθέσει κανείς) δεν κατάφερε να ακολουθήσει μια πειστική πολιτική πράξη»… 

Φόβος και ελπίδα 

Κάπως έτσι: το Brexit και το πιθανολογούμενο Italexit, ο Τραμπ στις ΗΠΑ, ο Γκρίλο στην Ιταλία, τα δίδυμα Φιγιόν – Λεπέν στη Γαλλία, Φράουκε Πέτρι – Σόιμπλε στη Γερμανία και, εάν θέλετε, το δίδυμο Μιχαλολιάκου – Μητσοτάκη στην Ελλάδα, είναι προϊόντα της παγκοσμιοποιημένης περιρρέουσας αντίληψης ότι «δεν υπάρχει δημοκρατική (σ. σ: ούτε καν αριστερή) εναλλακτική. Μιας αντίληψης που κλονίζει ακόμα και την «εύθραυστη ελπίδα ότι η ανθρωπότητα είναι ικανή να θεσπίσει η ίδια τους νόμους που θα διασφαλίσουν την αξιοπρέπεια και την ελευθερία όλων*». Και παράγει τη «διεθνοποιημένη κοινωνική αντίδραση» που περιγράφαμε στο προηγούμενο άρθρο μας ως αντίδραση – αποτέλεσμα ενός εγκατεστημένου, στην ψυχολογία των μαζών, φόβου για το μέλλον». 

Όμως ο φόβος δεν είναι απαραίτητα κακός σύμβουλος. Αντίθετα, μπορεί να συμβάλλει και στη συντήρηση της ελπίδας. Διαβάστε αυτή την ιστοριούλα και θα καταλάβετε τι εννοώ: 

 Η Ναντέζτνα Μαντελστάμ, (σύζυγος του σπουδαίου Ρώσου ποιητή Όσιπ Μαντελστάμ (πέθανε το 1938 σε στρατόπεδο συγκέντρωσης με τη σταλινική στάμπα «εχθρός του λαού») και φίλη της μεγάλης Άννας Αχμάτοβα, πέρασε τη ζωή της παρέα με τον φόβο και την ελπίδα, δυο συναισθήματα τα οποία ευφυώς, σε ένα σημείο του βιβλίου της «Ελπίδα στα χρόνια της Απελπισίας», ορίζει ως εξής: Ο φόβος είναι φως, είναι η θέληση για ζωή, είναι αυτοπεποίθηση. Είναι ένα βαθιά ευρωπαϊκό συναίσθημα. Τρέφεται από τον αυτοσεβασμό, την αίσθηση της προσωπικής αξιοπρέπειας, των προσωπικών δικαιωμάτων, των αναγκών, των απαιτήσεων και των επιθυμιών. Ο άνθρωπος υπερασπίζεται ό,τι κατέχει, και φοβάται μην το χάσει. Ο φόβος και η ελπίδα είναι στοιχεία αλληλένδετα. Χάνοντας την ελπίδα, χάνουμε και τον φόβο – δεν έχουμε πια λόγο να φοβόμαστε… 

*Τα εντός εισαγωγικών αποφθέγματα του Κάρλο Γκάλι είναι αποσπασμένα από τη συνέντευξή του στον Τάσο Τσακίρογλου (efsyn.gr)

23 Νοεμβρίου 2016

Τρελαμένοι σαμποτέρ δημοσκοπήσεων


Μια ανάλυση των αιτίων του φαινομένου με αφορμή τον δημοσκοπικό χρησμό ενός σημαίνοντος προσώπου  

Γράφει ο
 Νίκος Τσαγκρής

«Όταν μια κυβέρνηση παίρνει την δημοσκοπική κατηφόρα, η πορεία είναι μη αναστρέψιμη», φημολογείται ότι είπε ο Κώστας Καραμανλής. Γράφω «φημολογείται», διότι στο ρεπορτάζ του Βήματος απ’ το οποίο απέσπασα την συγκεκριμένη (εντός εισαγωγικών) φράση, τίποτε δεν ήταν τεκμηριωμένο∙ ούτε καν τα εισαγωγικά. Θέλω να πω, όλα φημολογούνται στη δημοσιογραφία και, εν γένει, στην επικοινωνία της σήμερον, τίποτε δεν πιστοποιείται ως πληροφορία, ως είδηση, ως γεγονός. Ούτε καν η δήλωση ενός σημαίνοντος πολιτικού προσώπου όπως ο Κώστας Καραμανλής. Η οποία δήλωση, σε μια δημοσκοπική φημολογία, επίσης, στηρίζεται. Tη φημολογία που θέλει την κυβέρνηση «να παίρνει την δημοσκοπική κατηφόρα»… 

Γράφω ότι η εν λόγω φημολογούμενη δήλωση του Κώστα Καραμανλή «είναι μια δημοσκοπική φημολογία», διότι η ελληνική και η παγκόσμια δημοσκοπική εμπειρία του παρόντος πιστοποιεί ως αδήριτη πραγματικότητα το γεγονός ότι τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων έχουν υποβαθμιστεί στην αξιότητα της φημολογίας. Μιας φημολογίας που όλο και σπανιότερα επιβεβαιώνεται – συνήθως διαψεύδεται, πράγμα που οφείλει να γνωρίζει ένα τόσο σημαίνον πολιτικό πρόσωπο όπως ο Κώστας Καραμανλής. Και να μη… διασπείρει δημοκοπικές φημολογίες, (όπως από του Βήματος εντός εισαγωγικών… φημολογείται) τουτέστιν αναξιόπιστα δημοκοπικά αποτελέσματα. Και μάλιστα υπό τύπον χρησμού, του τύπου «Όταν μια κυβέρνηση παίρνει την δημοσκοπική κατηφόρα, η πορεία είναι μη αναστρέψιμη». Kάτι που προϋποθέτει πίστη του χρησμοδότη στην περιρρέουσα παγκοσμίως, δημοσκοπική αναξιοπιστία του παρόντος. Και τον καθιστά αναξιόπιστο. Τον… χρησμοδότη…

Μια μαζική αντίδραση 

Αφήνουμε στην ησυχία του τον… χρησμοδότη Κώστα Καραμανλή, ευχαριστώντας τον για την αφορμή που ο «χρησμός» του μας έδωσε, να ασχοληθούμε με ένα φαινόμενο των καιρών μας που συντρίβει την, ούτως ή άλλως, ρηξικέλευθη επιστήμη του κ. Γκάλοπ. Και την καθιστά έωλη, αναξιόπιστη, ανυπόληπτη… 

Ελλάδα – Ιταλία – Ισπανία – Βρετανία – ΗΠΑ, είναι ο… οδικός χάρτης της αναξιοπιστίας των εκλογικών σφυγμομετρήσεων: οι χαώδεις διαφορές μεταξύ δημοσκοπικών και εκλογικών αποτελεσμάτων στις τρείς τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις στη χώρα μας, η «έκπληξη» Μπέπε Γκρίλο στην Ιταλία, οι ανατροπές (Ποδέμος κλπ.) στην Ισπανία, η περίπτωση με το Brexit στη Βρετανία και η φάρσα Τραμπ στο βασίλειο των δημοσκοπήσεων, τiς ΗΠΑ… 

Και προχτές η Γαλλία. Η θεαματική ανατροπή όλων των δημοσκοπικών προβλέψεων από τον Φρανσουά Βιγιόν, που έβγαλε απ’ το παιγνίδι της προεδρίας τον δημοσκοπικά πρώτο Νικολά Σαρκοζί. Παγιώνοντας την πεποίθηση ότι η γενικευμένη αποτυχία των πολιτικών σφυγμομετρήσεων δεν οφείλεται μόνο σε πολιτικά χαλκεία και αστάθμητους στατιστικούς παράγοντες αλλά σε μια διεθνοποιημένη κοινωνική αντίδραση: μια αντίδραση φοβική, ενστικτωδώς υπαρξιακή, ανοργάνωτα αγανακτισμένη, ανακλαστικά αντισυστημική. Μια μαζική άρνηση διαλόγου και επικοινωνίας με τα μέσα χειραγώγησης της κοινής γνώμης – όπως αντιλαμβάνονται τις εταιρίες δημοσκοπήσεων και εν γένει τα media οι αντιδρώσες «αντισυστημικές» μάζες…

Ο μηδενιστικός κίνδυνος 

 Ουσιαστικά πρόκειται περί ενός ανοργάνωτου μεν – μαζικού δε «σαμποτάζ» των «λαϊκιστών» (όπως συλλήβδην ονομάζουν οι νεοφιλελεύθεροι ταγοί της παγκοσμιοποίησης τους σκεπτικιστές – αμφισβητίες του συστήματος που υπηρετούν, ανεξαρτήτως πολιτικής, ιδεολογικής και ταξικής προέλευσης) κατά των δημοσκοπήσεων και εν γένει των μίντια. Κι ακόμα περί ενός «σαμποτάζ» τρελαμένων (τους λένε και ψεκασμένους κάποιοι εξυπνάκηδες) ανθρώπων, από το οικονομικό και το γεωπολιτικό χάος γύρω τους: να καταστρέψουμε τα συστημικά εργαλεία χειραγώγησης της κοινής γνώμης, αχρηστεύοντάς τα, καθιστώντας τα αναξιόπιστα… 

Φυσικά, όταν το «σαμποτάζ» είναι αντιδραστικό, ενστικτώδες, ανοργάνωτο, φοβικό, οδηγεί σε αναπόφευκτα, σε μηδενιστικές καταστάσεις: ο πολιτικός θάνατος του Σαρκοζί, να πούμε, θα μπορούσε να είναι και ένας ανακουφιστικός άντι - Τράμπ συμβολισμός, δεδομένου ότι ο… μακαρίτης μαζί με τον Ιταλό Σίλβιο Μπερλουσκόνι υπήρξαν οι ευρωπαίοι φορείς της πολιτικής κουλτούρας Τραμπ. Μιας πλευράς της κουλτούρας της παγκοσμιοποίησης, που θέλει τους πολιτικούς ηγέτες να ανταποκρίνονται απολύτως στον πολιτισμό της μιντιοκρατίας και, ταυτόχρονα, να τον διαμορφώνουν: να κυβερνούν υιοθετώντας μιαν υποτιθέμενη διαφάνεια, η πολιτική και η προσωπική τους ζωή να συνυπάρχουν πλάι-πλάι στο προσκήνιο της επικαιρότητας, το look τους, ο ενδυματολογικός τους κώδικας, να είναι εξίσου σημαντικός με έναν νέο νόμο του κράτους… 

 Όμως όχι, ο νικητής του Σαρκοζί Φρανσουά Βιγιόν μόνο αισθητικά απέχει από την κουλτούρα Τραμπ. Αυτός ο 62χρονος «μετριοπαθής», (κατά τους… μετριοπαθείς Ευρωπαίους αναλυτές) Γάλλος πολιτικός, έχει εκδηλώσει τις προθέσεις του για την εφαρμογή ενός σουπερ – Τραμπ, να πούμε, σχεδίου: την κατάργηση μισού εκατομμυρίου θέσεων στον δημόσιο τομέα, την περικοπή των κοινωνικών επιδομάτων, τον ορισμό ετήσιων ανώτατων ορίων εισόδου μεταναστών, την τροποποίηση του νόμου για τον γάμο των ομοφυλοφίλων, κλπ, κλπ. Ένας «ακροδεξιός» με τα όλα του. Τύφλα να ‘χει η Μαρίν Λεπέν.

21 Νοεμβρίου 2016

Ένας Φιγιόν, τύφλα να ‘χει η Μαρίν…




Του Νίκου Τσαγκρή

Ο πολιτικός θάνατος του Σαρκοζί, (στη φωτογραφία όπως τον «εικονογραφεί» η Λιμπερασιόν) θα μπορούσε να είναι και ένας ανακουφιστικός άντι - Τράμπ συμβολισμός, δεδομένου ότι ο… μακαρίτης μαζί με τον Ιταλό Σίλβιο Μπερλουσκόνι υπήρξαν οι ευρωπαίοι φορείς, τα γονίδια ας πούμε, της κουλτούρας Τραμπ. Μιας κουλτούρας που θέλει τους πολιτικούς ηγέτες να ανταποκρίνονται απολύτως στον πολιτισμό της μιντιοκρατίας και, ταυτόχρονα, να τον διαμορφώνουν: να κυβερνούν υιοθετώντας μιαν υποτιθέμενη διαφάνεια, η πολιτική και η προσωπική τους ζωή να συνυπάρχουν πλάι-πλάι στο προσκήνιο της επικαιρότητας, το look τους, ο ενδυματολογικός τους κώδικας, να είναι εξίσου σημαντικός με έναν νέο νόμο του κράτους… 

 Όμως όχι, ο νικητής του Σαρκοζί Φρανσουά Βιγιόν μόνο αισθητικά απέχει από την κουλτούρα Τραμπ: αυτός ο 62χρονος «μετριοπαθής», (κατά τους… μετριοπαθείς Ευρωπαίους αναλυτές) Γάλλος πολιτικός, έχει εκδηλώσει τις προθέσεις του για την εφαρμογή ενός σουπερ – Τραμπ, να πούμε, σχεδίου: την κατάργηση μισού εκατομμυρίου θέσεων στον δημόσιο τομέα, την περικοπή των κοινωνικών επιδομάτων, την αφαίρεση της γαλλικής υπηκοότητας από τους Γάλλους που έφυγαν για να συμμετάσχουν στον τζιχάντ, τον ορισμό ετήσιων ανώτατων ορίων εισόδου μεταναστών, την τροποποίηση του νόμου για τον γάμο των ομοφυλοφίλων, κλπ, κλπ… Τύφλα να ‘χει η Μαρίν…

16 Νοεμβρίου 2016

Η κατασκευή πολιτικών μάρκας Τραμπ


Αδίστακτοι σφετεριστές ενός μεταμοντέρνου εθνικισμού που αναδύθηκε στην φάση της «παγκοσμιοποίησης» και γιγαντώθηκε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης


 Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής

O «τρελοφάρατζ» (ο Νάιτζελ Φάρατζ του βρετανικού UKIP), ο πιο γνήσιος εκφραστής της πολιτικής κουλτούρας Τραμπ στην Ευρώπη, κάλεσε τον νεοεκλεγέντα στην προεδρία των ΗΠΑ μεγιστάνα του real estate να κατεδαφίσει «τη σιχαμερή πολιτική του Μπάρακ Ομπάμα και να μετατρέψει τη σχέση των ΗΠΑ με τη Βρετανία σε πρώτη προτεραιότητά του»… Ο Νάϊτζελ Φάρατζ διόλου τρελός δεν είναι, χαρακτηριστικός εκπρόσωπος μιας εγκατεστημένης, εδώ και χρόνια, κατάστασης πραγμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι. Μιας κατάστασης που, τώρα, μοιάζει να αναπτύσσεται και να απειλεί με κατεδάφιση τη «σιχαμερή πολιτική της Μέρκελ και του διευθυντηρίου των Βρυξελλών» στην Ευρώπη… 

Εδώ προκύπτει μια εξίσωση που δεν είναι.. εντελώς πραγματική, αλλά ούτε και εντελώς φαινομενική, αφού η κατάσταση των αμερικανικών πραγμάτων εξισώνεται με την κατάσταση των ευρωπαϊκών αντιστοίχων, χωρίς να είναι εντελώς όμοια και χωρίς να είναι εντελώς διαφορετική. Άλλωστε οι δυο καταστάσεις συνδέονται γεωπολιτικά, κι ας τις χωρίζει ολόκληρος… Ατλαντικός: έστω, κατόπιν εορτής, οι σπουδαιότεροι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αναλυτές συμφωνούν ότι το Brexit ήταν προάγγελος της επικράτησης του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ. Και ότι «η νέα εποχή που εγκαινιάζει σήμερα ο πρόεδρος Τραμπ δεν είναι καθόλου νέα, αποτελεί μεταμοντέρνα παραλλαγή της δεκαετίας του 1930, με τον αποπληθωρισμό, την ξενοφοβία και πολιτικές τού διαίρει και βασίλευε σε πρωταγωνιστικό ρόλο…*» Και επισημαίνουν την ανάδυση «μιας απανταχού ανερχόμενης Εθνικιστικής Διεθνούς»!.. 

 Ένας νέος «εθνικισμός» 

 Κατόπιν εορτής… Προσωπικά, έγκαιρα, στη φάση της κορύφωσης των κινημάτων της αντί – παγκοσμιοποίησης, διέκρινα την ανάδυση ενός «μεταμοντέρνου», όπως τον αποκαλούσα εθνικισμού: «Στην εποχή μας, εποχή κατά τη διάρκεια της οποίας ο όρος «παγκοσμιοποίηση» συνοδεύεται με το γκρέμισμα των εθνικών - πολιτισμικών ταυτοτήτων, ένας νέος, μεταμοντέρνος εθνικισμός επανέρχεται, ανακλαστικά, σαν ένστικτο πολιτισμικής αυτοσυντήρησης, παντού στον κόσμο. 

»Αυτή τη φορά μάλιστα, δεν συνδέεται προνομιακά με την συντηρητική δεξιά και την ακροδεξιά, αλλά ευδοκιμεί ατομικά ή και συλλογικά σε κάθε γεωγραφικό, ταξικό και ιδεολογικό μήκος και πλάτος – από την ακροδεξιά και την συντηρητική δεξιά έως την κομμουνιστική αριστερά και την άκρα αριστερά 

»Αυτός ο νέος «εθνικισμός», συμπλήρωνα τότε, «δεν είναι απαραίτητα αρνητικός, ούτε, βέβαια, θετικός: επαφίεται στην ποιότητα των πολιτικών διαχειριστών – χειραγωγών του, ατόμων, ομάδων, κομμάτων, κινήσεων, κινημάτων…" 

Έχω την αίσθηση (όχι τη βεβαιότητα) ότι ο Τράμπ και, πριν απ’ αυτόν, ο Γκρίλο και ο Φάρατζ και πολλά ακόμα πολιτικά «μούτρα» παρόμοιας ιδιοσυγκρασίας, διαχειρίστηκαν, χειραγώγησαν, εξέφρασαν, εν πάση περιπτώσει, τμήματα λαϊκών μαζών εμφορούμενα από τα φοβικά σύνδρομα αυτού τον ιδιότυπου «μεταμοντέρνου εθνικισμού»: απομονωτισμός, φράκτες, κλειστά σύνορα, εθνικά νομίσματα, πατρίς – θρησκεία – οικογένεια… Άλλα τμήματα ιδίων μαζών με εγγενείς εθνικιστικές τάσεις πλαισίωσαν και γιγάντωσαν τα παραδοσιακά εθνικιστικά και ακροδεξιά μορφώματα και σχήματα. Η συγγένεια του «μεταμοντέρνου», ας πούμε, «εθνικισμού» και του παραδοσιακού ομοιώματός του εμφαίνεται στις σχέσεις Μαρί Λεπέν – Ντόναλντ Τράμπ κλπ, κλπ. 

Τράμπ όπως Μπερλουσκόνι 

 Αλλά είναι και θέμα κουλτούρας, και η κουλτούρα Τράμπ είναι, αναμφισβήτητα, γέννημα της κουλτούρας που έσπειρε τον Μπερλουσκόνι και τον «μπερλουσκονισμό»: πρόκειται περί μας κατηγορίας απολιτικών πολιτικών, που ανταποκρίνονται απολύτως στον πολιτισμό της μιντιοκρατίας και, ταυτόχρονα, τον διαμορφώνουν. Εμφορούνται από μια αρρωστημένη μανία για φήμη και δόξα. Λατρεύουν επιδεικτικά το χρήμα, τις γυναίκες, την τηλεόραση, το ποδόσφαιρο, τα λίφτινγκ, τις εμφυτεύσεις μαλλιών, τους διάσημους φίλους, το καλό φαγητό. Δοξάζουν την Εκκλησία το πρωί, τις οικογενειακές αξίες το απόγευμα και τα όμορφα κορίτσια το βράδυ! 

 «Κυβερνούν υιοθετώντας μιαν υποτιθέμενη διαφάνεια», έγραφε προ ετών, αναφερόμενος στους Μπερλουσκόνι και Σαρκοζί, ο διευθυντής της Λα Ρεπούμπλικα Ezio Mauro: δεν έχουν κανένα μυστικό από μας, η πολιτική και η προσωπική τους ζωή συνυπάρχουν πλάι-πλάι στο προσκήνιο της επικαιρότητας. Η πολιτική τους διέπεται από καινούργιους κανόνες: το look τους, ο ενδυματολογικός τους κώδικας, είναι εξίσου σημαντικός με έναν νέο νόμο του κράτους**… 

 Λοιπόν, είναι θέμα κουλτούρας. Και μιλάμε για μια κουλτούρα που έχει τις ρίζες της στους Καίσαρες και στους Μουσολίνι του παλαιού κόσμου. και παράγει τους Μπερλουσκόνι, τους Φάρατζ και τους Τραμπ του κόσμου τούτου. Και τις… σιχαμερές πολιτικές του Ομπάμα και της Μέρκελ, τις οποίες καλείται (απ’ τον «τρελοφάρατζ») να κατεδαφίσει ο Ντόναλντ Τραμπ. 

Μακάρι, θα εύχονταν εκατομμύρια Έλληνες όσον αφορά την κατεδάφιση της «σιχαμερής» πολιτικής Μέρκελ. Αλλά δεν νομίζω ότι θα πιάσει η ευχή τους: «Δεν θα μπλέξω με το ελληνικό ζήτημα», είναι η δεδηλωμένη πρόθεση του Τραμπ: «έχω αρκετά προβλήματα… Η Γερμανία θα το επιλύσει… Κι αν δεν το κάνει η Μέρκελ, ο Πούτιν θα σώσει την κατάσταση»! 
Χέσε ψηλά κι αγνάντευε, που έλεγε κι ο πατέρας μου.



*Ο Γιάννης Βαρουφάκης στην Εφημερίδα των Συντακτών
** ( http://www.ethnos.gr/ethnos_gnomi/arthro/metamonternos_ethnikismos-107550/)


9 Νοεμβρίου 2016

Ο κόουτς Τσίπρας αλλάζει σύστημα


Η κυβέρνηση Τσίπρα δείχνει να εγκαταλείπει (οριστικά;) τη στρατηγική των ρήξεων και των ανατροπών και να στρέφεται προς έναν αριστερό πραγματισμό 


 Γράφει ο
Νίκος Τσαγκρής
Οι ανασχηματισμοί των κυβερνήσεων είναι όπως το ροτέϊσον στο ποδόσφαιρο. «Φύγε εσύ – έλα εσύ». Για να φρεσκάρεις ενίοτε την ομάδα∙ όταν όλα πάνε καλά και το μοναδικό πρόβλημα είναι η κόπωση. Άλλοτε για να αλλάξεις τακτική. Να την διορθώσεις με συστήματα που δεν μπορούν να εφαρμόσουν οι παίχτες που αλλάζεις - μπορούν καλύτερα εκείνοι που τους αντικαθιστούν: μπορεί καλύτερα ο Γαβρόγλου από τον Φίλη και ο Παπαδημητρίου από τον Σταθάκη; Και μπορεί καλύτερα ο Σταθάκης από τον Σκουρλέτη, η Αχτσιόγλου από τον Κατρούγκαλο, η Κονιόρδου από τον Μπαλτά, Ο Πιτσιόρλας από την Τζάκρη και ο Ζουράρης από τον Ξυδάκη; 

Ο κόουτς ξέρει . Και στην περίπτωσή μας ο κόουτς (ο Αλέξης Τσίπρας) ελπίζει ότι με το συγκεκριμένο κυβερνητικό ροτέϊσον θα διορθωθούν δυσλειτουργίες, θα αλλάξουν νοοτροπίες, θα επιταχυνθούν «όλες εκείνες οι απαραίτητες ενέργειες που θα βγάλουν τη χώρα μας απ’ την πολυετή κρίση»: «έχουμε την ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα, για να πάρουμε την απαραίτητη ώθηση, προκειμένου να διανύσουμε τα τελευταία κρίσιμα μέτρα ενός μαραθωνίου που όμως ο τερματισμός του θα μας βγάλει σε ένα ξέφωτο, το ξέφωτο της ανάπτυξης»… 

Μάλιστα. Αυτή τη φορά ο πρωθυπουργός ήταν ειλικρινής. Ξεκαθάρισε τον στόχο, να βγούμε στο ξέφωτο της ανάπτυξης, και έκανε τις δέουσες αλλαγές ώστε να αλλάξουν οι νοοτροπίες και να διορθωθούν οι δυσλειτουργίες. Προκειμένου η ομάδα να αποκτήσει ταχύτητα και ορμή και να ανταποκριθεί στο στόχο… 

Η πολιτική διαφάνεια 

Ειλικρινής ναι, διαφανής όχι. Και πώς μπορεί ένας πολιτικός, πολύ περισσότερο ένας πρωθυπουργός να είναι διαφανής; Η κόλαση μπορεί να βρίσκεται στην πλήρη διαφάνεια: «Τι ευτυχία που δεν είμαστε απόλυτα εκτεθειμένοι και ο καθένας έχει τη μικρή έρημό του. Θα θέλατε οι φίλοι σας, οι σύντροφοί σας, η γυναίκα και τα παιδιά σας να γνώριζαν ακριβώς ποιος είστε, τι σκέφτεστε, τι, ακριβώς, αξίζετε;» μας ψυχαναλύει , απ’ τα βάθη του 19ου αιώνα, ο δοκιμιογράφος και μυθιστοριογράφος Ουίλιαμ Μέικπις Θάκερεϊ. 

Η διαφάνεια των πολιτικών, η απόπειρα της προσέγγισής της έστω, (η πιθανή αποκάλυψη των «κολάσεων» που κρύβονται στις μικρές ερήμους των πολιτικών υποκειμένων) είναι δουλειά του πολιτικού αναλυτή που βλέπει, σκέφτεται, κρίνει, εκτιμά, προβλέπει: ο Γάλλος υπουργός Μισέλ Σαπέν, ερωτηθείς αν ο ανασχηματισμός της ελληνικής κυβέρνησης αντιμετωπίστηκε θετικά από τις άλλες χώρες της ευρωζώνης, απάντησε θετικά λέγοντας πως «ερμηνεύτηκε ως ένδειξη της πολιτικής βούλησης της Ελλάδας να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται»… 

Εδώ ο αναλυτής βλέπει έναν διαφανή πολιτικό που δεν έχει να κρύψει τίποτα: ο κ. Σαπέν μάς λέει ότι η κυβέρνηση ανασχηματίστηκε με πρόθυμους μεταρρυθμιστές (εφαρμοστές μνημονιακών απαιτήσεων) στη θέση απροθύμων τοιούτων, και ότι οι απρόθυμοι είτε αποσχηματίστηκαν, είτε φυγαδευτήκαν καλυπτόμενοι σε «ασφαλή» υπουργεία∙ πράγμα που εκτιμάται «ως ένδειξη της πολιτικής βούλησης της Ελλάδας να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται». 

«Αλλά τότε γιατί δεν καλύφθηκε, δεν φυγαδεύτηκε και ο Φίλης;», εγκύπτει αυθόρμητα το ερώτημα: Έγινε απόπειρα, αλλά… 

Από τον Φίλη στον Τράμπ 

Ο Φίλης είναι μια κατηγορία μόνος του. Η απομάκρυνσή του (ο λόγος, ο τρόπος, οι ένθεν – κακείθεν αντιδράσεις ) αχρηστεύουν τον αναλυτή, καθιστούν διαφανή την ανάλυση: ο ανασχηματισμός σηματοδοτεί ένα ακόμα κυβερνητικό βήμα προς την ιδεολογική απενοχοποίηση (αποριζοσπαστικοποίηση), τον πολιτικό πραγματισμό: η κυβέρνηση Τσίπρα δείχνει να αφήνει πίσω της την «ήττα που δεν ήταν ήττα, αλλά εξαναγκαστικός συμβιβασμός» και να προσγειώνεται (οριστικά;) στην πραγματικότητα. Την πολιτική και οικονομική πραγματικότητα μιας βίαια φτωχοποιημένης πολιτικά και οικονομικά χώρας, την οποία, από τη θέση του κυβερνώντος κόμματος, με εντολή του ελληνικού λαού, οφείλει να αναστρέψει – όχι να ανατρέψει: αυτό που προέχει δεν είναι να βγούμε από τον καπιταλισμό, αλλά από τον οικονομισμό. Τα μνημόνια, τον φαύλο κύκλο της λιτότητας, το χρέος… 

ΥΓ: Ντόναλντ Τραμπ, το όνομα της Αβύσσου: Ο Ντόναλντ Τράμπ είναι όλα τα κακά της μοίρας του προοδευτικού κόσμου και είναι όλα τα καλά της μοίρας του συντηρητικού κόσμου. Όμως, πάνω απ' όλα, είναι ο εκφραστής μιας παγκόσμιας κοινωνικής πραγματικότητας – ενός κόσμου που, ανακλαστικά, σε συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο και χρόνο, επικράτησε του κόσμου μας, και αυτό μας φοβίζει και μας σοκάρει... Αλλά ο κόσμος δεν είναι ο "κόσμος μας", όπως άσκεφτα νομίζουμε, είναι ο κόσμος μας και ο κόσμος των άλλων, ολόκληρος ο ανθρώπινος κόσμος: "εμείς" ( η αλήθεια μας) και οι "άλλοι" (η αλήθεια τους) αλληλοσυγκρουόμενοι σε μιαν κοινωνική άβυσσο που πάντα υπήρχε, και πάντα επιβιώναμε εντός της. Συνεχίζουμε: αρκεί να γνωρίζουμε ότι η άβυσσος είναι πιο βαθιά από τον όλεθρο. Ότι πρόκειται για το άλλο όνομα του αρχέγονου χάους. .

Ντόναλντ Τραμπ. το όνομα του χάους





Του Νίκου Τσαγκρή

Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι όλα τα κακά της μοίρας του προοδευτικού κόσμου και είναι όλα τα καλά της μοίρας του συντηρητικού κόσμου. Όμως πάνω απ' όλα είναι ο εκφραστής μιας παγκόσμιας κοινωνικής πραγματικότητας – ενός κόσμου που, ανακλαστικά, σε συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο και χρόνο, επικράτησε του κόσμου μας, και αυτό μας φοβίζει και μας σοκάρει... 

 Αλλά ο κόσμος δεν είναι ο "κόσμος μας", όπως άσκεφτα νομίζουμε, είναι ο κόσμος μας και ο κόσμος των άλλων, ολόκληρος ο ανθρώπινος κόσμος: "εμείς" ( η αλήθεια μας) και οι "άλλοι" (η αλήθεια τους) αλληλοσυγκρουόμενοι σε μιαν κοινωνική άβυσσο που πάντα υπήρχε, και πάντα επιβιώναμε εντός της. 

Συνεχίζουμε: αρκεί να γνωρίζουμε ότι η άβυσσος είναι πιο βαθιά από τον όλεθρο. Ότι πρόκειται για το άλλο όνομα του αρχέγονου χάους. .

5 Νοεμβρίου 2016

Με μια λέξη, αποριζοσπαστικοποίηση




Του Νίκου Τσαγκρή

Αναμφισβήτητα ο ανασχηματισμός σηματοδοτεί ένα ακόμα κυβερνητικό βήμα προς την ιδεολογική απενοχοποίηση, (αποριζοσπαστικοποίηση) τον πολιτικό πραγματισμό: η κυβέρνηση Τσίπρα δείχνει να αφήνει πίσω της την «ήττα που δεν ήταν ήττα αλλά εξαναγκαστικός συμβιβασμός» και να προσγειώνεται (οριστικά;) στην πραγματικότητα. Την πολιτική και οικονομική πραγματικότητα μιας βίαια φτωχοποιημένης πολιτικά και οικονομικά χώρας, την οποία, από τη θέση του κυβερνώντος κόμματος, με εντολή του ελληνικού λαού, οφείλει να αναστρέψει – όχι να ανατρέψει: αυτό που προέχει δεν είναι να βγούμε από τον καπιταλισμό, αλλά από τον οικονομισμό. Τα μνημόνια, τον φαύλο κύκλο της λιτότητας, το δυσβάσταχτο χρέος…

2 Νοεμβρίου 2016

Στη διαδρομή Μαξίμου - Βύρωνας


Γράφει ο
 Νίκος Τσαγκρής

Από μια άποψη, το εξάμηνο του κυβερνητικού «πολέμου» με τους διαπλεκόμενους καναλάρχες (μιλάμε για την περίοδο πριν, κατά και μετά τον διαγωνισμό για την αδειοδότηση) μοιάζει με το πρώτο εξάμηνο της «πρώτη φορά Αριστεράς», τον «πόλεμο» του Αλέξη Τσίπρα και των βασικών υπουργών της κυβέρνησής του κατά του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου: και στις δύο περιπτώσεις, η τακτική που ακολουθήθηκε για τη διεκδίκηση των στρατηγικών στόχων ήταν γενναία μεν, ανατρεπτική δε, σαν γέννημα νεανικού ενθουσιασμού: και στις δύο περιπτώσεις, οι «στρατηγοί» έμοιαζαν με ανθρώπους που χτυπούν το κεφάλι τους στον τοίχο για να τον σπάσουν, αντί να σκάψουν σ’ αυτόν μια πόρτα και να τον διασχίσουν… 

Από μια άποψη (πάντα από μια άποψη!), η ομοιότητα αυτή είναι μια ομοιότητα που αρέσει και μια ομοιότητα που πληγώνει: 

- Αρέσει, διότι εντελώς ανέξοδα, αναίμακτα ας πούμε καλύτερα, σε συνθήκες καπιταλισμού, κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, ζωντανεύει και απελευθερώνει τα στοιβαγμένα στις αποθήκες απωθημένων των αριστερών, συγκρουσιακά - ανατρεπτικά αισθήματα… 

- Πληγώνει γιατί, αναπόφευκτα, οδηγεί στην «ήττα» για ορισμένους - για άλλους στη «συνθηκολόγηση». Που δεν είναι ούτε ήττα ούτε συνθηκολόγηση, αλλά επιστροφή στην πραγματικότητα. Την πολιτική και οικονομική πραγματικότητα μιας πτωχευμένης πολιτικά και οικονομικά χώρας. Την οποία, από τη θέση του κυβερνώντος κόμματος, με εντολή του ελληνικού λαού, οφείλεις να αναστρέψεις - όχι να ανατρέψεις… 

 Ασυνείδητοι ρόλοι 

 Από μια άποψη, παρά την ομοιότητα που προαναφέραμε, η κυβερνητική αντίδραση στην απόφαση του ΣτΕ (που έβγαλε εκτός παιδιάς την κυβερνητική τακτική για την αδειοδότηση των καναλιών) απείχε παρασάγγας από την πολιτικά και θεσμικά ορθή αντίδραση του Αλέξη Τσίπρα και των συνεργατών του μετά τη «συνθηκολόγηση» εκείνης της νύχτας του Ιούλη του 2015: όσο απέχει η Κουμουνδούρου απ’ τον… Βύρωνα… 

Θέλω να πω (εξαρχής αυτό θέλω να πω), ότι σπασμωδικές κυβερνητικές αντιδράσεις μετά την απόφαση του ΣτΕ, από τις δηλώσεις των αρμοδίων κυβερνητικών στελεχών ως την πρόταση Πολύδωρα, έδειξαν ότι κάποιοι εκεί, στο Μέγαρο Μαξίμου, εξακολουθούν να συμπεριφέρονται σαν να μην έχουν συνείδηση ότι έχουν συνείδηση της πολιτικής πραγματικότητάς τους. Του ρόλου και της αποστολής που, στον παρόντα χρόνο, εντέλλονται από τον ελληνικό λαό (απ’ τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, αν θέλετε) να υπηρετήσουν: «αυτό που προέχει δεν είναι να βγούμε από τον καπιταλισμό, αλλά από τον οικονομισμό. Από την θεοποίηση ενός συστήματος που θέλει να μας μεταμορφώσει σε φιλόπονα χάμστερ, περιορισμένα στον ρόλο του καταναλωτή… 

 Αυτά στο γενικό, πολιτικό – κοσμοθεωρητικό επίπεδο. Στο δικό μας χρονικό – πολιτικό επίπεδο, στο επίπεδο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή, οφείλουμε να βγούμε το συντομότερο δυνατόν από τη μιζέρια της φτώχειας, την φτωχοποίηση αν θέλετε, τον βραχνά των μνημονίων. Να βγούμε (το ξέρουμε, το έχουμε εμπεδώσει μετά την «ήττα» που δεν ήταν ήττα ούτε συνθηκολόγηση, αλλά επιστροφή στην πραγματικότητα) απ’ τα μνημόνια μέσα από το δικό μας, το… αριστερό μας μνημόνιο… 

Στην… εξοχή 

 Αλλά ότι θα βγούμε από τον φαύλο κύκλο της 27χρονης διαπλεκόμενης ανομίας των μιντιαρχών (μετά την απόφαση του ΣτΕ ) μέσω… Βύρωνα, έλεος: «κάποιοι στην κυβέρνηση προσπαθούν να διορθώσουν τα λάθη με λάθη!.. Εφοδιάστε με κοινό νου την περιοχή των συμβούλων σας», ήταν η αντίδρασή μου και έμοιαζε ήπια και λίγη μέσα στο πλήθος των κριτικών αντιδράσεων που πλημμύρισαν τα social media. Για μένα ήταν απλό, η «ήττα του νόμου Παππά στο ΣτΕ» δεν ήταν ήττα, αλλά αναγκαστική επιστροφή των… επαναστατικών δυνάμεων στην πολιτική και θεσμική πραγματικότητα. Ακριβώς όπως, σκωπτικά, τα λέει μέσω Facebook η διαδικτυακή φίλη και συντρόφισσα Μαρία Μπαλάφα: 

«Μετά το ωραίο τριήμερο στην εξοχή,
 α) Οι θεσμοί δεν είναι κομματικά όργανα ή αμφιθέατρα. Απαιτούν τον προσήκοντα σεβασμό (και αυτό δεν είναι υποχρέωση μόνο της αντιπολίτευσης). 
β) Οι λεονταρισμοί δεν πήγαν ποτέ κανέναν και πουθενά, ειδικά όταν θα πρέπει να τους πάρεις πίσω πριν μάλιστα λαλήσουν τα κοκόρια. 
γ) Η ιεράρχηση της κυβερνητικής ατζέντας θα πρέπει να γίνεται με βάση την κοινωνική αναγκαιότητα και όχι την επικοινωνία ή άλλες επιδιώξεις. 
δ) Και όταν κάτι επιλέγεται ως μητέρα των μαχών κάποιοι θα πρέπει να παρακολουθούν το πεδίο της σύγκρουσης γιατί στις καθυστερήσεις κοιμάσαι αγκαλιά με τον Κοέλιο και συνωμοτείς με το σύμπαν ώστε να κάνεις όλα τα πιθανά λάθη. Και μετά να σου αλλάζει το ρόστερ ο Λοβέρδος που χειρότερο δεν έχω…» 

Στο φινάλε, για εμάς τους απ’ έξω, η διακομματική προσυνεννόηση για την συγκρότηση του ΕΡΣ ήταν μονόδρομος. Αλλά γι’ αυτούς… Πολύδωρας!..

26 Οκτωβρίου 2016

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν χωράει στο τρίγωνο...




Παρά τους αδέξιους κυβερνητικούς χειρισμούς και την αρνητική απόφαση του ΣτΕ η αλλαγή του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας είναι μονόδρομος… 



Γράφει ο
Νίκος Τσαγκρής
Καμιά ορμέμφυτη διάθεση να υπερασπιστώ τους πολιτικά και νομικά αδέξιους κυβερνητικούς χειρισμούς στον τομέα της ρύθμισης του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας, ωστόσο δύο βασικές μου ιδιότητες μού επιβάλλουν να το κάνω. Πρώτη, η ιδιότητα του Έλληνα πολίτη και, δεύτερη, αυτή του δημοσιογράφου: ως Έλληνας πολίτης δικαιούμαι να διεκδικώ ενημέρωση στο πλαίσιο μιας ευνομούμενης πολιτείας που υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και, σύμφωνα με ρητή απόφαση του ΣτΕ (2010), «η μη ρύθμισή του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας δεν συνάδει με τις αρχές μιας ευνομούμενης Πολιτείας και ζημιώνει το δημόσιο συμφέρον». 

Έξι χρόνια μετά, με τον νόμο Παππά, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ επιχειρεί την αδειοδότηση των καναλιών πανελλαδικής εμβέλειας με στόχο τη ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας ώστε «να συνάδει με τις αρχές μιας ευνομούμενης Πολιτείας, προάγοντας το δημόσιο συμφέρον»: να βάλουμε τέλος στην 27χρονη “αεροπειρατεία” των τηλεοπτικών συχνοτήτων από ένα κλειστό κλαμπ επιχειρηματιών, όπως ο υπουργός Επικρατείας, στην κοινοβουλευτική καθομιλουμένη, διαρκώς επαναλάμβανε. Και να ο διαγωνισμός, και το μιντιακό πραξικόπημα και τα «χτυπήματα», πάνω, κάτω και… πλαγίως απ’ τις ζώνες των υποψηφίων υπερθεματιστών. Και, βροχή τα γκολ (και τα αυτογκόλ) και τα… εκατομμύρια: 254,9 εκατομμύρια ευρώ στον δημόσιο κορβανά κι ένα βήμα προς την αποκατάσταση της νομιμότητας στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο της χώρας. Με τα διαπλεκόμενα σκυλιά να γαυγίζουν ένα γύρω, αλλά με το καραβάνι, κουτσά – στραβά, να προχωρά. Και με μόνο τρείς ψήφους του ΣτΕ να φράζουν το μονόδρομο προς την αλλαγή του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας… 

Τα «καρέ» που κάηκαν 

Με την ιδιότητα του δημοσιογράφου τώρα, οφείλω να διερευνήσω την αξιοπιστία των γαυγισμάτων των – αδειούχων ή μη – σκυλιών (συγνώμη, καναλαρχών ήθελα να πω), που συνεχίζονται και, εντελώς… τυχαία, συμπίπτουν με τα γαυγίσματα των ηγετών των κομμάτων της αντιπολίτευσης περί περί απόπειρας αντικατάστασης της δικής τους… πολυφωνικής διαπλοκής με την μονοφωνική με 4 τυριά (συγνώμη, με 4 κανάλια ήθελα να πω) «ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ» διαπλοκή. 

Διερεύνησα λοιπόν, και ναι, βρήκα ότι το κυβερνητικό φιλμάκι για τη ρύθμισης του τηλεοπτικού τοπίου της χώρας, («να βάλουμε τέλος στην 27χρονη “αεροπειρατεία” των τηλεοπτικών συχνοτήτων από ένα κλειστό κλαμπ επιχειρηματιών») περιείχε και συμφεροντολογικά καρέ (του τύπου «να κοιτάξουμε μήπως με την ευκαιρία φτιάξουμε και κάνα δικό μας κανάλι»), αλλά η επεξεργασία τους ήταν τόσο αδέξια που το φιλμ πήρε φως: τα καρέ της «ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ διαπλοκής» κάηκαν, δεν εμφανίστηκαν ποτέ… 

Ας μιλήσουμε δημοσιογραφικά, όχι κομματικά. Ειλικρινά, έξω απ’ τα δόντια… Κάθε κυβέρνηση με εξουσιαστική συνείδηση, είτε «αριστερή» είτε «δεξιά», την επομένη της εκλογής της δεν θα επεδίωκε τη νομοθετική ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας (την αδειοδότηση των καναλιών κλπ, κλπ., αλλά τον έλεγχό του, την συνήθη (απ’ το 1989 μέχρι σήμερα) αλλαγή φρουράς στην πολιτική γωνία του τριγώνου της διαπλοκής: ένα απ’ τα πρώτα μελήματα κάθε κυβέρνησης από συστάσεως του «ελεύθερου» ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας είναι το deal με τους καναλάρχες, αυτό που δεν έκανε ποτέ η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. 

Θα μπορούσε να… 

Με την ιδιότητα του δημοσιογράφου – αυτόπτη μάρτυρα αλλαγών φρουράς στην μιντιακή γωνία του τριγώνου της διαπλοκής, είμαι σε θέση να σας διαβεβαιώσω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε άνετα να εξασφαλίσει τον έλεγχο (την υποστήριξη) των καναλιών και των μίντια, εν γένει, αν έκανε ό,τι οι προηγούμενοι και κάτι παραπάνω. Αν, δηλαδή, σε συναντήσεις… καλής θέλησης με τους μιντιάρχες έμπαινε στην κενή θέση της πολιτικής γωνίας του τριγώνου της διαπλοκής (τη θέση της απερχόμενης κυβέρνησης Σαμαρά) με αντάλλαγμα τη διασφάλιση των κεκτημένων(!) προνομίων τους: θαλασσοδάνεια, χαριστικές αναθέσεις έργων και προμηθειών του δημοσίου, κλπ. κλπ. 

 Όσο για το «κάτι παραπάνω», αναφέρομαι στο άλλοθι μιας κάποιας – για τα μάτια του κόσμου – κυβερνητικής αριστεροσύνης που, άνετα, θα μπορούσε να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο του… deal. Με μια συμφωνημένη ρύθμιση – μαϊμού, ας πούμε, όπως η χορήγηση άδειας με ετήσια ανανέωση μόνο στους υπαρκτούς πανελλαδικάριους καναλάρχες∙ με μοναδική υποχρέωση την καταβολή τού αξιοσέβαστο ποσού των τριών εκατομμυρίων ευρώ ετησίως, ας πούμε. Εύκολα… Και με τη βούλα του ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου… Της «ανεξάρτητης αρχής»!.. 

 Όμως όχι, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν το έκανε και δεν το κάνει ούτε μετά την οπισθοδρομική (απόφαση του ΣτΕ. Αντίθετα επιμένει στη νομοθετική ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου της χώρας με νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες: «να βάλουμε τέλος στην 27χρονη “αεροπειρατεία” των τηλεοπτικών συχνοτήτων από ένα κλειστό κλαμπ επιχειρηματιών». Με νέους, πιο επιδέξιους ελπίζω, πολιτικά και νομικά επαρκείς χειρισμούς. Λοιπόν τι λέτε, να μην τους υπερασπιστώ;

25 Οκτωβρίου 2016

Υπάρχει τεχνοκρατική και Open βαρεμάρα;


Ο μόνος λόγος για να δει κανείς τις ειδήσεις στην ΕΡΤ μετά το «μαύρο», ήταν (και είναι) ο ενημερωτικός χαρακτήρας του δελτίου και ο πολιτικός του πλουραλισμός, στοιχεία που έλειπαν (και λείπουν) απελπιστικά από τα δελτία των ιδιωτικών καναλιών στα χρόνια της μιντιακής χολέρας. Κατά τα λοιπά, και κατά γενική ομολογία, (και των συριζαίων τηλεθεατών) ήταν (και είναι) ένα από τα πλέον βαρετά δελτία ειδήσεων όλων των εποχών της δημόσιας τηλεόρασης. 

Λοιπόν, προς τί το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός των βασικών συντελεστών (φωτογραφία) αυτής της δημόσιας τηλεοπτικής βαρεμάρας; Και προς τί οι κραυγές υποστήριξης προς τη μία ή την άλλη πλευρά των σπαρασσομένων πολιτικών υπαλλήλων της ΕΡΤ; 

Υπάρχει αλήθεια αριστερή και δεξιά βαρεμάρα, βαρεμάρα Open και βαρεμάρα Μαξίμου, βαρεμάρα Αυγής και βαρεμάρα αστικού Τύπου ή βαρεμάρα τεχνοκρατική και βαρεμάρα ιδεολογική; Ίσως ναι, αλλά στην προκειμένη περίπτωση, οι σπαρασσόμενοι συντελεστές της βαρεμάρας ΕΡΤ καθώς και οι… αλληλέγγυοι ακόλουθοί τους στον αλληλοσπαραγμό είναι παιδιά μιας αβάσταχτης κυβερνοκομματικής ελαφρότητας. Και αυτογελοιοποιούνται, γελοιοποιώντας και την αριστερή δημοσιογραφική κουλτούρα την οποία ασμένως επικαλούνται... 

Νίκος Τσαγκρής.

19 Οκτωβρίου 2016

«Ρε φίλε, τρώγεται ο μετασχηματισμός;»


Ένα τραγικά σκωπτικό ερώτημα και η απάντησή του: όχι, δεν τρώγεται με τίποτα, ειδικά όταν επιχειρείται μηχανιστικά… 

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής
Δεν είχα συνειδητοποιήσει την αβυσσαλέα θεωρητικότητα του πράγματος, μέχρι που άκουσα την ανατρεπτική ατάκα ενός πτωχευμένου μικρομεσαίου φίλου – θύματος της μνημονιακής λαίλαπας: «ρε φίλε, τι είναι αυτός ο κοινωνικός μετασχηματισμός που τσαμπουνάτε; Τρώγεται;». 

Αλήθεια, «τρώγεται» ο κοινωνικός μετασχηματισμός, έχει ενεργειακή αξία, δηλαδή παραγωγική και οικονομική αξία και υπεραξία, μπορεί να οδηγήσει άμεσα μια κοινωνία του σύγχρονου καπιταλιστικού κόσμου από την ανέχεια στην ευημερία, από την φτώχεια στον πλούτο; Και αν όχι, γιατί «φοριέται» τόσο πολύ από την σύγχρονη Αριστερά, γιατί ο όρος «κοινωνικός μετασχηματισμός» υπήρχε σε κάθε ομιλία κάθε συνέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί «φορέθηκε» τόσο πολύ από τον Πρόεδρο, τον Γραμματέα και τα στελέχη του κόμματος; 

Γνωρίζουν, άραγε, όλοι όσοι χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν τον συγκεκριμένο όρο ως σοσιαλιστική πανάκεια, την απόσταση της θεωρίας του απ’ την πράξη του; Τις δυνατότητες, δηλαδή, πρακτικής εφαρμογής ενός κοινωνικού μετασχηματισμού στις «συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες», με τους «συγκεκριμένους συσχετισμούς δυνάμεων» και τη «συγκεκριμένη κοινωνική διαστρωμάτωση», σε έναν χρόνο που ούτε οι κοινωνικές συνθήκες, ούτε οι συσχετισμοί των δυνάμεων, ούτε η κοινωνική διαστρωμάτωση είναι συγκεκριμένες; Υπάρχει, τέλος, σχέδιο του κυβερνώντος κόμματος για έναν – κάποιο κοινωνικό μετασχηματισμό, προς μια – κάποια συστημική κατεύθυνση, και ποιο είναι αυτό; 

Στις συνεδριακές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ διακρίνονται θραύσματα ενός θολού οράματος για τον «κοινωνικό μετασχηματισμό προς έναν σοσιαλισμό με δημοκρατία, ελευθερία και κοινωνική αλληλεγγύη, μέσα από συνεχείς ρήξεις και επίγνωση του εκάστοτε υπάρχοντος συσχετισμού δυνάμεων στις σύγχρονες συνθήκες κυριαρχίας του παγκοσμιοποιημένου νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού». Αλλά είναι αυτό το σχέδιο, η στρατηγική του μοναδικού κυβερνώντος κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ευρώπη για τον κοινωνικό μετασχηματισμό; 

Αυτοψία στην κοινωνία 

Το να υπόσχεσαι έναν σοσιαλισμό με δημοκρατία, ελευθερία και κοινωνική αλληλεγγύη είναι πανεύκολο. Όμως, ακόμα και στην σημερινή πολιτική πραγματικότητα αποτελεί ζητούμενο ένας θετικός ορισμός του σοσιαλισμού, καθώς εκκρεμεί διαρκώς η αποσαφήνιση των κύριων εννοιών του. Ενώ, τα ερωτήματα για την ποιότητα της δημοκρατίας και της ελευθερίας που προϋποτίθενται ώστε ο «σοσιαλισμός» να είναι ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ, παραμένουν εκκρεμή. Αλλά αυτό είναι το λιγότερο: για να μετασχηματίσεις μια κοινωνία πρέπει να την γνωρίζεις ποσοτικά και ποιοτικά, να γνωρίζεις την ταξική – οικονομική – πολιτιστική διαστρωμάτωσή της και τα πολιτικά «θέλω» της. Τα γνωρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ; 

Έγραφα στο προηγούμενο άρθρο μου ότι το συνέδριο θα έπρεπε να εστιάσει το βλέμμα στην μετασχηματισμένη από τα μνημόνια ελληνική κοινωνία: «και δεν εννοώ τον μειονοτικό κόσμο της κοινωνίας των καταφρονεμένων, που ο ΣΥΡΙΖΑ (κυβέρνηση και κόμμα) ονομάζει «χαμηλά εισοδήματα» και τον εξαντλεί σε μισθωτούς και συνταξιούχους των εξακοσίων -επτακοσίων ευρώ. Εννοώ τον πλειοψηφικό κόσμο της ρημαγμένης μεσαίας τάξης. Της οποίας το πλαφόν εισοδηματικού μεγέθους ορίζεται από τον (αυτοπροσδιοριζόμενο ως κομμουνιστή) υπουργό Κατρούγκαλο στο… ιλιγγιώδες ποσό των 1300 ευρώ*, όταν ο μέσος όρος των άμεσων και έμμεσων φόρων που τους χρεώνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνά τα 600 ευρώ. Με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος της πάλαι – ποτέ «μεγάλης – μεσαίας τάξης» να εκπίπτει στην κατηγορία «χαμηλά εισοδήματα»: άνθρωποι που λυγίζουν υπό το κράτος της απογοήτευσής τους από την «πρώτη φορά Αριστερά», υπό το κράτος της άγονης προσμονής τους για μια κάποια βελτίωση της βίαια απαξιωμένης καθημερινής τους ζωής…»

Η φτωχοποίηση 

Εδώ επανέρχεται το τραγικά σκωπτικό ερώτημα του πτωχευμένου μικρομεσαίου φίλου μου: Αλήθεια, «τρώγεται» ο κοινωνικός μετασχηματισμός; Φυσικά, η απάντηση είναι ότι δεν τρώγεται με τίποτα, ειδικά όταν επιχειρείται μηχανιστικά, με βάση τις θεωρητικές προσεγγίσεις των μαρξιστικών και μεταμαρξιστικών δοκιμίων. Ωστόσο, ο κοινωνικός μετασχηματισμός ως αναζήτηση του «καλύτερου κόσμου» παραμένει το μεγάλο ζητούμενο της πολιτικής φιλοσοφίας. Και μπορεί ή να επιβάλλεται, με προϋπόθεση την αριθμητική, οικονομική, πολιτική, στρατιωτική ισχύ του επιβολέα ή του (επαναστατικού, κινηματικού, κυβερνητικού) φορέα του, ή να προκύπτει ως κάτι «νομοτελειακό» και «αναπότρεπτο», υπό το κράτος βίαιων πολιτικών, οικονομικών, πολιτισμικών κρίσεων.  

Στην προκειμένη περίπτωση (στο ελληνικό παρόν) συμβαίνει το δεύτερο: βιώνουμε έναν αρνητικό κοινωνικό μετασχηματισμό – με βασικό χαρακτηριστικό τη φτωχοποίηση των μεσαίων στρωμάτων, τον υποβιβασμό τους στην κατηγορία «ασθενέστερες οικονομικές τάξεις» – υπό το κράτος «βίαιων πολιτικών, οικονομικών και πολιτισμικών κρίσεων». Υπό το κράτος της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων. Μπορούμε, μάλιστα, να υποστηρίξουμε την άποψη ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι απότοκο προϊόν του εν λόγω «ταξικού ανασχηματισμού». Με λαϊκή εντολή να τον «γλυκάνει», επιχειρώντας έναν κοινωνικό μετασχηματισμό που να… τρώγεται, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ. 

Βασική προϋπόθεση μια προγραμματική ανακατεύθυνση επικεντρωμένη στην εισοδηματική ανάκαμψη των εκατομμυρίων νεόπτωχων της «μεσαίας τάξης». Που φυτοζωούν στην κατηγορία «ασθενέστερα λαϊκά στρώματα», χωρίς να το «βλέπει» ο ΣΥΡΙΖΑ.

17 Οκτωβρίου 2016

Εσύ είσαι δημοσιογράφος;


Αν είσαι δημοσιογράφος και αρχίσεις τα κολλητιλίκια με τους πολιτικούς και τους εκδότες, να συχνάζεις στα στέκια τους, να ζυμώνεσαι μαζί τους, το πιθανότερο είναι να προσεγγίζεις τα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα με τον τρόπο που τα προσεγγίζουν εκείνοι, με την ελαφρότητα, δηλαδή, και την αλαζονεία, και τον συμφεροντολογικό κυνισμό, την ανηθικότητα εν τέλει, του επαγγελματία πολιτικού και του εκδότη – που δεν είναι εκδότης, εργολάβος ή προμηθευτής του Δημοσίου είναι– τότε… 

Τότε, θα χάσεις την επαφή σου με την πεμπτουσία της Πολιτικής, (την αέναη ανθρώπινη δράση για την αριστοτελική «αγαθή κοινωνία» στην εξέλιξή της) και της δημοσιογραφίας, (την συνείδηση ότι η ενημέρωση είναι η ψυχή της δικαιοσύνης) και θα αρχίσεις να μοιάζεις με τους επαγγελματίες πολιτικούς: να ασκείσαι κι εσύ, όπως εκείνοι, στην κατεργασία παραπολιτικών στοιχείων που συνθέτουν μικροπολιτικά σενάρια τόνωσης και επιβίωσης του συστήματός που τους βολεύει. Σενάρια που καταλήγουν στα ηλεκτρονικά και έντυπα πρωτοσέλιδα καθώς και στα δελτία των οκτώ ως πολιτικές εξελίξεις. Να κάνεις, εν τέλει, ό,τι κάνουν οι πολιτικοί και οι εκδότες ενώ εξακολουθείς να δηλώνεις «δημοσιογράφος, μέλος της ΕΣΗΕΑ»...

Νίκος Τσαγκρής

12 Οκτωβρίου 2016

Για μιαν αριστερή διακυβέρνηση...


 «Τι να κάνουμε ώστε να «γοητεύσουμε» και πάλι τον κόσμο που μας εμπιστεύτηκε για δεύτερη φορά τη διακυβέρνηση της χώρας»  

Κάποιοι αισιοδοξούν ότι το 2ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ θα λειτουργήσει «προωθητικά» (!) για το κόμμα και την κυβέρνηση, άλλοι ελπίζουν ότι η «αποσαφήνιση του πολιτικού – ιδεολογικού σχεδίου θα συμβάλλει στην… κοινωνικοποίησή του κόμματος – το περίφημο «άνοιγμα στην κοινωνία» – κι άλλοι ευελπιστούν να επιδράσει τρόπον τινά θεραπευτικά, ως «Συνέδριο αναστοχασμού και υπέρβασης υστερήσεων και λαθών». 

Υπάρχουν και αρκετοί (σίγουρα περισσότεροι απ’ τους συνέδρους και τα μέλη του κόμματος – σίγουρα λιγότεροι από τους ψηφοφόρους του στις εκλογές της 20 / 9 / 2015), που λένε πως ελάχιστα είναι αυτά που περιμένουν πια από την κυβέρνηση, πόσο μάλλον απ’ το κόμμα και το Συνέδριό του. Μιλώ για τους δεκάδες χιλιάδες ψηφοφόρους, ανένταχτους κομμουνιστές, σοσιαλιστές και κεντρώους, που έδωσαν και πάλι, στον ΣΥΡΙΖΑ, τη «νίκη μετά το συμβιβασμό», με την ελπίδα να βγάλει τη χώρα απ’ τα μνημόνια με την «κοινωνία όρθια». Γι’ αυτούς που σήμερα, ένα χρόνο μετά, αποδέκτες των κυβερνητικών στερήσεων και λαθών, έχουν μπει στον ντορβά της απογοήτευσης. Και αποσύρονται από το κοινωνικό προσκήνιο, οχυρωμένοι στο δημοσκοπικό τείχος της κοινωνικής ήττας που αποκαλείται «δεν ξέρω – δεν απαντώ»… 

Δεν είναι αριθμοί. Είναι άνθρωποι που λυγίζουν υπό το κράτος της απογοήτευσής τους από την «πρώτη φορά Αριστερά». Υπό την κόπωση της άγονης προσμονής τους για μια κάποια βελτίωση της βίαια απαξιωμένης καθημερινής τους ζωής… 

Η ρημαγμένη «μεσαία τάξη» 

Με το βλέμμα σ’ αυτόν τον ρημαγμένο κόσμο θα έπρεπε να γίνει το συνέδριο. Και δεν εννοώ τον μειονοτικό κόσμο της κοινωνίας των καταφρονεμένων, που ο ΣΥΡΙΖΑ (κυβέρνηση και κόμμα) ονομάζει «χαμηλά εισοδήματα» και τον εξαντλεί σε μισθωτούς και συνταξιούχους των εξακοσίων -επτακοσίων ευρώ. Εννοώ τον πλειοψηφικό κόσμο της ρημαγμένης μεσαίας τάξης. Της οποίας το πλαφόν εισοδηματικού μεγέθους ορίζεται από τον (αυτοπροσδιοριζόμενο ως κομμουνιστή) υπουργό Κατρούγκαλο στο… ιλιγγιώδες ποσό των 1300 ευρώ*, όταν ο μέσος όρος των άμεσων και έμμεσων φόρων που τους χρεώνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ξεπερνά τα 600 ευρώ. Με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος της πάλαι – ποτέ «μεγάλης – μεσαίας τάξης» να εκπίπτει στην κατηγορία «χαμηλά εισοδήματα»: άνθρωποι που λυγίζουν υπό το κράτος της απογοήτευσής τους από την «πρώτη φορά Αριστερά», υπό το κράτος της άγονης προσμονής τους για μια κάποια βελτίωση της βίαια απαξιωμένης καθημερινής τους ζωής… 

«Τι να κάνουμε ώστε να γοητεύσουμε και πάλι τον κόσμο που μας εμπιστεύτηκε για δεύτερη φορά την διακυβέρνησή του, τη διακυβέρνηση της χώρας;» είναι το ερώτημα για τον ΣΥΡΙΖΑ (κόμμα και κυβέρνηση), και αυτό είναι ένα ερώτημα – μέλημα που υπερβαίνει το συνέδριο∙ υπό την έννοια ότι εκκρεμούσε πριν και εκκρεμεί και τώρα, μετά το συνέδριο… 

 Μια απάντηση 

Βλέπω πολλούς που ψιθυρίζουν ήδη ότι αυτό είναι ένα λαϊκίστικο ερώτημα – μέλημα, αλλά θα τους απαντήσω πως ζουν στον κόσμο του «ποτέ – ποτέ». Γιατί ποτέ δεν κατάλαβαν ότι ο τωρινός ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ο δικός τους (και δικός μου, αν θέλετε) ρομαντικός τόπος του 3 – 5%, αλλά μετεξέλιξή του, ένα κόμμα – γέννημα της οργής κατά του σάπιου πολιτικού συστήματος και της ανάγκης για απαλλαγή από τον φαύλο κύκλο της λιτότητας: ένα «αυτοδημιούργητο» δημοκρατικό – σοσιαλιστικό κίνημα με βασικό εκφραστή τον Αλέξη Τσίπρα και την παρέα του που, κυκλωμένο από παντού, το πάλεψε γενναία, συμβιβάστηκε (επίσης γενναία!) και, χάρις σ’ αυτή τη γενναιότητα ίσως, κέρδισε τρείς εκλογικές αναμετρήσεις μέσα σε δύο χρόνια - την τρίτη μετά το συμβιβασμό.** 

Λοιπόν, στον παρόντα χρόνο, στο «μετά το συνέδριο» οφείλουμε να απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα – μέλημα που υπερέβη το συνέδριο και εκκρεμεί ακόμα αναπάντητο: «τι να κάνουμε ώστε να γοητεύσουμε και πάλι τον κόσμο που μας εμπιστεύτηκε για δεύτερη φορά την διακυβέρνησή του, τη διακυβέρνηση της χώρας;» 

Προσωπικά εδώ και καιρό γράφω και ξαναγράφω ότι το βασικό κυβερνητικό - κομματικό μέλημά οφείλει να στραφεί από την παρένθεση (τη μνημονιακή παρένθεση της "πρώτη φορά Αριστεράς") στο "αφήγημα" (το καθ' εαυτού αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ). Το άμεσο πέρασμα στον περίφημο «δεύτερο κυβερνητικό χρονισμό»: τον μεσοπρόθεσμο κύκλο κατά τη διάρκεια του οποίου ο ΣΥΡΙΖΑ (κυβέρνηση και κόμμα) θα επιχειρήσει πια την αριστερή διακυβέρνηση. Με ένα πρόγραμμα εφικτών μεταρρυθμίσεων, επικεντρωμένο στην εισοδηματική ανάκαμψη των εκατομμυρίων νεόπτωχων της «μεσαίας τάξης»∙ με τους… ιλιγγιώδεις μισθούς και τις συντάξεις των 1300 ευρώ: αυτούς που έχουν μπει στον ντορβά της απογοήτευσης, αποσύρονται από το κοινωνικό προσκήνιο και χάνονται πίσω απ’ το δημοσκοπικό πέπλο της κοινωνικής ήττας που αποκαλείται «δεν ξέρω – δεν απαντώ».

*Το πλαφόν – κριτήριο για την περικοπή των επικουρικών συντάξεων 
** Υπήρξε διαπραγμάτευση και υπήρξε συμβιβασμός. Ούτε ήττα ούτε νίκη...

Νίκος Τσαγκρής

6 Οκτωβρίου 2016

Το μίσος για τον Τσίπρα τους ενώνει


Νεοκομμουνιστής ο ένας, κεντρώος ο άλλος-τους χωρίζει ιδεολογική άβυσσος δηλαδή- ωστόσο συμφωνούν ότι έχουμε μια κυβέρνηση που αντιγράφει τη χούντα.

Του Τάσου Παππά 
(Εφημερίδσ των Συντσκτών)

• «Σε μερικά σημεία, στην οικονομική της πολιτική για παράδειγμα, η κυβέρνηση ξεπέρασε τη χούντα» (Αλέκος Αλαβάνος, πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ).

• «Η συγκρότηση της επιτροπής αναθεώρησης του Συντάγματος είναι παράνομη. Μόνο η χούντα έκανε επιτροπές δήθεν κοινωνικού διαλόγου. Δεν έχουν γίνει τέτοιου είδους θεσμικές αθλιότητες ποτέ στα χρόνια της μεταπολίτευσης» (Ευάγγελος Βενιζέλος πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ). 

Να τι μπορούν να πάθουν έξυπνοι άνθρωποι και ικανοί πολιτικοί όταν τους τυφλώνει το μίσος. Χάνουν το μέτρο. 

Μισούν τον Τσίπρα, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους. 

Νεοκομμουνιστής ο ένας, κεντρώος ο άλλος-τους χωρίζει ιδεολογική άβυσσος δηλαδή- ωστόσο συμφωνούν ότι έχουμε μια κυβέρνηση που αντιγράφει τη χούντα. 

Τα τανκς μόνο λείπουν από το αφήγημα, αλλά κάντε λίγη υπομονή, θα εμφανιστούν κι αυτά κάποιο βροχερό πρωινό (για το μήνα δεν ξέρω, πάντως πρωί θα είναι και θα βρέχει για να γλιστράνε καλύτερα οι ερπύστριες στην άσφαλτο). 

Στη συνέχεια όλα θα πάρουν το δρόμο τους. 

Μαζικές συλλήψεις πολιτικών, συνδικαλιστών και γενικώς αντισυριζαίων. Στη ΓΑΔΑ θα πέφτει το ξύλο της αρκούδας. 

Η Γυάρος και η Μακρόνησος θα γνωρίσουν ξανά μέρες εθνικού μεγαλείου. 

Θα επιστρέψει στους δέκτες μας η ΥΕΝΕΔ-ένα κανάλι αντί για τέσσερα. 

Οι εφημερίδες θα κλείσουν, εκτός αν δεχθούν να συνεργαστούν με το στρατιωτικό καθεστώς (μερικές γνωρίζουν το κόλπο από την κατοχή και την εποχή της προηγούμενης χούντας). 

Ο Τσίπρας θα κυκλοφορεί με στολή συνταγματάρχη, θα εκφωνεί ακατάληπτους λόγους δολοφονώντας την ελληνική γλώσσα, θα χορεύει τσάμικους στα στρατόπεδα το Πάσχα, θα ακούμε Deutsche Welle και BBC σε χαμηλή ένταση για να μην εντοπιστούμε από τους χαφιέδες που θα υπάρχουν παντού, ενώ Αλαβάνος και Βενιζέλος θα βγουν στην ένοπλη παρανομία, αν και φαντάζομαι πώς θα έχουν συλληφθεί από τους πρώτους. 

Πάντως κουράγιο πατριώτες χούντα είναι, θα περάσε

5 Οκτωβρίου 2016

Ο ψεκασμός και το όργιο υποκρισίας


Ένα όργιο υποκριτικών αντιδράσεων που δηλοί (σκοπίμως ή μη) άγνοια της έννοιας «κράτος» και της ουσίας της ύπαρξης και λειτουργίας του 

 Γράφει ο
 Νίκος Τσαγκρής
Είδα τη γηραιά κυρία να ψεκάζεται με χημικά από τους άνδρες των ΜΑΤ, στις αστυνομικές επιχειρήσεις κατά των συνταξιούχων, στην Ηρώδου του Αττικού. Καλοστεκούμενη, κομψή, αξιοπρεπής, βρισκόταν στην πρώτη γραμμή του μπλοκ των συνταξιούχων, καθώς δέχτηκε έκπληκτη μια ριπή χημικών στο πρόσωπο. Σήκωσε με ολύμπια ψυχραιμία το φυλλάδιο που κρατούσε στο χέρι της για να προφυλαχτεί απ’ τα τοξικά σταγονίδια και, στο πρόσωπό της, σχηματίστηκε μια γκριμάτσα επιτίμησης των ασπιδοφόρων φρουρών του κράτους: είδα από τη μια τη βαρβαρότητα, τον πρωτογονισμό. Κι από την άλλη, τον πολιτισμό, την κουλτούρα. Από τη μια το κακό, από την άλλη το καλό... 

Υποτίθεται ότι η Αστυνομία είναι ένας μηχανισμός κατά του κακού, αλλά δεν είναι παρά ένας μηχανισμός στην υπηρεσία του κράτους: «υπάρχει περίσσεια κακού στον κόσμο, και μία από τις όψεις της είναι το Κράτος», λέει ο Ευγένιος Ιονέσκο σ' ένα σημείωμα για την κουλτούρα και την πολιτική: «...το Κράτος έχει γίνει παντού, και αλλού ακόμη περισσότερο, μια τεράστια μηχανή που συντρίβει τα άτομα. Το Κράτος είναι ο θάνατος... Δεν είναι δυνατή μια δίκαιη τάξη χωρίς την αλληλεγγύη και την αγάπη». 

Για να μειωθούν οι ιδεολογικές παρερμηνείες, διευκρινίζω ότι ο Ιονέσκο δεν αναφέρεται «στο φιλελεύθερο» ή «στο σοσιαλιστικό» ή «στο κομμουνιστικό» κράτος, αλλά στο οριστικό Κράτος: το κράτος ως επιβεβλημένο κοινωνικό «θεσμό», πέρα από την Αριστερά και τη Δεξιά, πέρα και πάνω από κοινωνικά συστήματα. 

Το κράτος είναι… 

Ο διαλεκτικός θόρυβος που ξεσηκώθηκε γύρω από το «αποτρόπαιο γεγονός» (που πράγματι ήταν αποτρόπαιο γεγονός) της επίθεσης των ΜΑΤ με χημικά κατά των συνταξιούχων ήταν ξετσίπωτα υποκριτικός από την πλευρά της αντιπολίτευσης, ενοχικά υποκριτικός από την πλευρά της κυβέρνησης και θυμικός, ανακλαστικός, ενστικτώδης, από τα αγριεμένα πλήθη των σχολιαστών της κοινωνίας των media. 

Εν πολλοίς δε, σε όλα τα επίπεδα, θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ο ασύγγνωστος θόρυβος, καθώς δηλοί (σκοπίμως ή όχι) άγνοια της έννοιας «κράτος» και της ουσίας της: το Κράτος είναι μια τεθωρακισμένη (από το στρατό και τα σώματα ασφαλείας) πολιτική οντότητα που κατέχει «το μονοπώλιο της χρήσης νόμιμης εξουσίας». Δουλειά του είναι να προστατεύει τα προνόμια και την εξουσία της εκάστοτε άρχουσας τάξης και να επιβάλλει την «κοινωνική ειρήνη» ώστε να διευκολύνει την αναπαραγωγή του εκάστοτε κατεστημένου ταξικού κοινωνικού συστήματος. 

Επιμένοντας μαρξιστικά, το κράτος είναι «προϊόν της κοινωνίας, σε ορισμένη βαθμίδα εξέλιξης: είναι η "...ομολογία ότι η κοινωνία αυτή μπερδεύτηκε σε μια αξεδιάλυτη αντίφαση με τον ίδιο τον εαυτό της, ότι διασπάστηκε σε ασυμφιλίωτες αντιθέσεις που είναι ανήμπορη να παραμερίσει. Και για να μη φθείρουν αυτές οι αντιθέσεις, οι τάξεις και τα αντιμαχόμενα οικονομικά συμφέροντα τον εαυτό τους και την κοινωνία σε έναν άκαρπο αγώνα, έγινε αναγκαία μια δύναμη που φαινομενικά στέκεται πάνω από την κοινωνία, για να μετριάζει τη σύγκρουση, για να την κρατάει μέσα στα όρια της «τάξης»… 

Ρωτήστε τη Φωτίου… 

Έ, λοιπόν, η δύναμη αυτή «που βγήκε από την κοινωνία, αλλά που τοποθετήθηκε πάνω απ’ αυτήν», που όλο και περισσότερο αποξενώνεται, και αποξενώνεται, απ’ αυτήν, και (δικαίως!) ταυτοποιείται απ’ αυτήν ως το κακό, είναι το κράτος. Και η αστυνομία, που υποτίθεται πως είναι ένας μηχανισμός κατά του κακού, δεν είναι παρά ένας μηχανισμός στην υπηρεσία του κακού, στην υπηρεσία του κράτους. Ένας μηχανισμός που, όπως έλεγε ο Ιονέσκο, «εφαρμόζεται στους ζωντανούς, αλλά με τέτοια δύναμη, ώστε καταλήγει στην ισοπέδωση, στην οπισθοδρόμηση, στον θάνατο»… 

Στον ψεκασμό των συνταξιούχων με χημικά, στην περίπτωση μας. Και το όργιο πολιτικής και μιντιακής υποκρισίας που, εκ δεξιών και εξ ευωνύμων, ακολούθησε το «αποτρόπαιο γεγονός». Που πράγματι ήταν αποτρόπαιο, όπως και κάθε προηγούμενο, τώρα και πάντα: οι ψεκασμοί, ή οι ξυλοδαρμοί, ή οι ένοπλες επιθέσεις των κρατικών δυνάμεων καταστολής (του «μηχανισμού κατά του κακού» που δεν είναι παρά ένας μηχανισμός στην υπηρεσία του κακού – στην υπηρεσία του κράτους) κατά συνταξιούχων ή μη διαδηλωτών κάθε εποχής, κάθε κοινωνικού συστήματος, με κάθε κυβέρνηση… 

Ας μην κοροϊδευόμαστε. Οι μπάτσοι έκαναν τη δουλειά τους, ως όφειλαν, ως συνεπής μηχανισμός στην υπηρεσία του κράτους – προκειμένου («επιβάλλοντας την κοινωνική ειρήνη») να προστατεύσουν τα προνόμια και την εξουσία της άρχουσας τάξης. Το μόνο που μπορεί να προσθέσει ή να αφαιρέσει σ΄αυτό μια αριστερή κυβέρνηση του παρόντος πολιτικού συστήματος, έχει να κάνει με ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά της καταστολής. Αλλά ακόμα κι αυτό, για να το κάνει, πρέπει να ελέγχει το κράτος. Το ελέγχει ο ΣΥΡΙΖΑ; Ρωτήστε την καλλίστη συντρόφισσα Φωτίου…