28 Φεβρουαρίου 2013

Η Μέρκελ και οι Μερκελιστές


«Η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο», εκτίμησε ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σε συνέντευξή που έδωσε, προ ημερών, προς την Stuttgarter Zeitung. Αλλά, «δεν έχει ξεπεράσει ακόμα τον κίνδυνο», πρόσθεσε…
Ακριβώς – ή περίπου – το ίδιο εκτίμησε, προ ημερών επίσης, και ο Έλληνας πρωθυπουργός, ο κ. Σαμαράς. Μόνο που εκείνος το είπε με… δικά του λόγια: «αν βγάλουμε τον Ιούνιο καθαρίσαμε, από το Σεπτέμβρη απογειωνόμαστε»…
Και καρφώθηκε: διότι, αφού «θα καθαρίσουμε τον Ιούνιο», γιατί να μην απογειωθούμε τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο και να περιμένουμε να απογειωθούμε το Σεπτέμβρη κ. πρόεδρε; Και πότε ακριβώς τον Σεπτέμβρη λέτε να απογειωθούμε πρωθυπουργέ μου; Πριν ή μετά τις 22 του μηνός;


Ό,τι θέλει η Μέρκελ


Στις 22 Σεπτεμβρίου του τρέχοντος έτους διεξάγονται οι Γερμανικές εκλογές Και μέχρι τότε η προεκλογική στρατηγική της καγκελαρίου Μέρκελ απαιτεί απ’ την Ελλάδα «να βρίσκεται μεν σε καλό δρόμο αλλά να μην έχει ξεπεράσει ακόμα τον κίνδυνο».
Στην ίδια, περίπου, κατάσταση, (να είναι, δηλαδή, σε καλό δρόμο αλλά να μην έχουν ξεπεράσει τον… κίνδυνο) απαιτείται να συντηρούνται και οι άλλες χώρες της ευρωζώνης που βρίσκονται «σε πρόγραμμα», όπως το λέει η Κομισιόν – απ’ όλες τις χώρες στις οποίες εφαρμόζεται το γερμανικό πείραμα οικονομικής κατοχής, όπως λέω εγώ.
Πράγμα που σημαίνει ότι μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου, από την Ελλάδα και τις άλλες κατεχόμενες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, απαιτείται να συνεχίσουν την εφαρμογή των μέτρων οικονομικής και πολιτικής γενοκτονίας των λαών τους: αδιαμαρτύρητα, εν μέσω επιβεβλημένης (με τους κρατικούς μηχανισμούς αστυνομικής και νομοθετικής καταστολής) κοινωνικής σιωπής.




Οι μερκελιστές

Αυτή την απαίτηση, που είναι η εκλογική στρατηγική της Άνγκελα Μέρκελ, καλούνται τώρα να υπηρετήσουν – και την υπηρετούν – οι απανταχού μερκελιστές, με κεντρικό «καθοδηγητή» τον αρχιμερκελιστή, ας τον πούμε, Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε. Αλλά ποιοι είναι οι… «μερκελιστές»;
Πρώτοι και… καλύτεροι μερκελιστές – το αποκτήσαμε κι αυτό το θλιβερό προνόμιο – υπήρξαν οι Έλληνες Γιώργος Παπανδρέου και Λουκάς Παπαδήμος και οι επί των οικονομικών υπουργοί των κυβερνήσεών τους Γιώργος Παπακωνσταντίνου και Ευάγγελος Βενιζέλος. Έπεσαν και οι τέσσερις, μαζί με τις ελεγχόμενες από την δικτατορία των αγορών κυβερνήσεις τους. Τους έριξε η λαϊκή αγανάκτηση και η κοινωνική κατακραυγή.
Αντίστοιχη τύχη είχαν και άλλοι μερκελιστές – ηγέτες χωρών του ευρωπαϊκού Νότου. Αλλά το «μερκελικό» λόμπι της ευρωζώνης δεν δυσκολεύτηκε να τους αντικαταστήσει με…καλύτερους: στην Ιταλία με έναν κορυφαίο ιερέα της θρησκείας των αγορών τον Μάριο Μόντι. Στην Ελλάδα με τους Σαμαρά, Βορίδη, Δένδια και άλλα ακροδεξιά υβρίδια της μετακαραμανλικής Δεξιάς. Αυτοί, οι αχρείοι, αφού εξαπάτησαν τον ελληνικό λαό παίζοντας τους «αντιμερκελιστές», να πούμε, και υπέκλεψαν την ψήφο του, επανέκαμψαν στην υπηρεσία του Γερμανικού πειράματος ανασκολόπισης του ελληνικού Έθνους. Μαζί τους επανήλθε, ως τσαλακωμένο δεκανίκι αυτή τη φορά, ο δις ανατραπείς (με τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Παπαδήμου) Ευάγγελος Βενιζέλος. Ως ο έχων το «μερκελικό» know how…


Σιωπή ως τον…Σεπτέμβρη


Πριν μια εβδομάδα οι Ιταλοί έκαναν ζημιά στο σύστημα που αντιπροσωπεύει η Μέρκελ: μαύρισαν τον εκλεκτό μερκελιστή Μάριο Μόντι, που έκανε τη…δουλειά στην Ιταλία. Γενικότερα δε, οι κάλπες στη γειτονική χώρα, αντί να βγάλουν μερκελική κυβέρνηση έβγαλαν λαϊκή αγανάκτηση και κοινωνική κατακραυγή ενάντια στη βαρβαρότητα του ευρωπαϊκού οικονομισμού.
Τώρα η Μέρκελ ψάχνεται να βρει τον επόμενο μερκελιστή, να στηθεί μια ελεγχόμενη κυβέρνηση, τσάτρα – πάτρα η Ιταλία να κυβερνηθεί: στις 22 Σεπτεμβρίου είναι οι γερμανικές εκλογές και μέχρι τότε η Ιταλία, όπως και η Ελλάδα και οι άλλες κατεχόμενες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οφείλουν να συνεχίσουν την εφαρμογή των μέτρων οικονομικής και πολιτικής γενοκτονίας των λαών τους αδιαμαρτύρητα. Εν μέσω επιβεβλημένης (με τους κρατικούς μηχανισμούς αστυνομικής και νομοθετικής καταστολής) κοινωνικής σιωπής.

Η Μέρκελ πρέπει να κερδίσει τις εκλογές, να παραμείνει καγκελάριος της Ευρωζώνης. Είναι η μόνη εγγύηση για μια Ευρώπη πολιτικά και πολιτειακά ανυπόστατη, με κατοχυρωμένη την ανισοτιμία, τη δικτατορία των «μεγάλων» επί των «μικρών», με θεσμοθετημένο τον οικονομισμό, με την ασυδοσία των «αγορών» προστατευμένη, με θωρακισμένη την κερδοσκοπία...
Με εκτυφλωτική, για όσους διαθέτουν στοιχειώδη πολιτική ορατότητα, την σαθρότητα του εγχειρήματος της ευρωζώνης...

Νίκος Τσαγκρής 

24 Φεβρουαρίου 2013

Ο Μάικλ, Ο Σίλβιο και τα ζόμπι



Φήμη και χρήμα: oι απόλυτες αξίες μιας εποχής

Ο Mάικλ Tζάκσον, με το παραμορφωμένο πρόσωπο, τη λεπτή -γαμψή... προς τα πάνω- ασπρουλιάρικη μύτη, να κρυφοκοιτάζει πίσω από μια γυαλιστερή μαύρη φράντζα περούκας, ήταν εκεί. Στη μέση του ξενοδοχειακού πρωινού, ανάμεσα σε κάτι διαφανείς φέτες ζαμπόν και ένα μπολ με θλιβερά κορνφλέικς στο ξενέρωτο γάλα.

Θρίλερ! O μεταλλαγμένος σούπερ σταρ, οι μεταλλαγμένες Κυριακές, οι μεταλλαγμένοι Eλληνες.Mιλούσαν πρωί πρωί για τον πεθαμένο σουπερσταρ. Oχι για τον Mάικλ, το μαυράκι που μπήκε από τα παιδικά του χρόνια στον μύλο του αμερικανικού life style και αλέστηκε και βγήκε κάτασπρο σαν αλεύρι και λιώμα σαν ζόμπι. Για το «οικονομικό πακέτο Mάικλ Tζάκσον» μιλούσαν:

- Mιλάμε για φοβερό οικονομικό μέγεθος!
- 700 εκατομμύρια δίσκοι και βάλε!
- Eσβησε μεγέθη σαν τον Σινάτρα και τον Πρίσλεϊ αυτό το τέρας!
- Aσύλληπτο χρήμα, ασύλληπτη φήμη!
- Pε συ, ........ αν ήμουν κληρονόμος του θα ήμουν πιο κονομημένος κι απ’ τον Σισέ, να πούμε!
- Kι απ’ τον Kακά, κι απ’ τον Pονάλντο, ρε καρντάση!...

Φήμη και χρήμα! Oι απόλυτες αξίες μιας εποχής, που ενώ μοιάζει virtual reality, είναι πιο ρεαλιστική από τον ίδιο τον ρεαλισμό, πιο βάρβαρη από την ίδια τη βαρβαρότητα. Φήμη και χρήμα! Tο life style μιας ανθρώπινης φουρνιάς, μιας ράτσας μεταλλαγμένης μέσω του «πολιτισμού της εικόνας», του «πολιτισμού της πληροφορίας», του «τηλεοπτικού πολιτισμού». Mια ανθρώπινη συνομοταξία έτοιμη να βουτήξει στη διαφθορά, προκειμένου να αποκτήσει φήμη και χρήμα. Kι όταν δεν τα καταφέρνει, αρέσκεται να επιδοκιμάζει τα πλούσια και φημισμένα είδωλα της εποχής. Aδιαφορώντας αν βούτηξαν στα σκάνδαλα και στη διαφθορά για να... διακριθούν.
 
Δυστυχώς, οι πολιτικοί δεν εξαιρούνται. O Σίλβιο Mπερλουσκόνι, ας πούμε, εκτιμάται ότι ψηφίζεται από μια κατηγορία Iταλών που εμφορούνται από την αρρωστημένη μεγαλομανία του για φήμη και δόξα. Eίναι το πρότυπό τους, ένας σούπερ σόουμαν: αγαπάει το χρήμα, τις γυναίκες, την τηλεόραση, το ποδόσφαιρο, τα λίφτινγκ, τις εμφυτεύ­σεις μαλλιών, τους διάσημους φίλους, το καλό φαγητό. «Δοξάζει την Eκκλησία το πρωί, τις οικογενειακές αξίες το απόγευμα και τα όμορφα κορίτσια το βράδυ»! Mιλάμε για εκατομμύρια Eυρω­παίων που θεωρούν ότι ο Mπερλουσκόνι είναι κάτι ανάμεσα σε Xουάν Περόν, Φρανκ Σινάτρα, Eλβις Πρίσλεϊ και... Mάικλ Tζάκσον! Πάμε καλά;
 
Νίκος Τσαγκρής

22 Φεβρουαρίου 2013

Ο Μάρκος με πήγε στον Χατζιδάκι...

Κάποιες λακωνικές αναφορές του σπουδαίου μουσικοσυνθέτη και τραγουδοποιού Νίκου Μαμαγκάκη στις σχέσεις του με τους ρεμπέτες και το ρεμπέτικο ( σταχυολογημένες από μια συνέντευξή του στην Ελευθεροτυπία*) ρίχνουν γλυκό φώς στην ατελείωτη ρεμπέτικη ιστορία: Αμέσως μετά την κατοχή συνδέθηκα με τους ρεμπέτες – έγραφα τις μελωδίες τους για χαρτζιλίκι - δίπλα τους έμαθα πολλά - αγαπηθήκαμε πολύ – ήταν Άγιοι – όταν ακούω τραγούδια τους παλαβώνω – έσωσαν τον ελληνισμό δύο φορές – Βαμβακάρης και Τσιτσάνης ήταν φίλοι μου – ο Μάρκος με πήγε στον Χατζιδάκι – ο Χιώτης ήταν ιδιοφυής και κύριος – έκανα τέσσερις ενορχηστρώσεις της Μπέλου…

 


 Νίκος Μαμαγκάκης: Τα ρεμπέτικα έσωσαν τον Ελληνισμό δυό φορές

Στα πρώτα σας βήματα συνδεθήκατε με ρεμπέτες…
Ναι, ήταν αμέσως μετά την Κατοχή το ’48 – ’49. Είχα έρθει από την Κρήτη, σπούδαζα στο ωδείο και για χαρτζιλίκι έγραφα τις μελωδίες τους για να τις καταθέσουν στην λογοκρισία. Δίπλα τους έμαθα πολλά.

Με ποιους συνεργαστήκατε;
Με όλους, κι αγαπηθήκαμε πολύ. Ήταν ένα μπουκέτο ανθρώπων που ήταν άγιοι! Αρχάγγελοι της μουσικής αυτού του είδους που καλλιέργησαν, γι’ αυτό επιβιώνουν ακόμα και σήμερα τα τραγούδια τους και μας συγκινούν. Εγώ όταν ακούω ένα τους τραγούδι, παλαβώνω.

Μπορούμε να τα χαρακτηρίσουμε «εθνική κληρονομιά»;
Σαφώς. Όχι μόνο κληρονομιά, έσωσαν τον ελληνισμό δύο φορές. Μια το ’22 με την προσφυγιά και μια δεύτερη στον Εμφύλιο. Τρομακτικό πράγμα.

Εννοείτε ότι εξύψωσαν ψυχικά έναν λαό;
Γιάνανε ανθρώπινες πληγές. Η ατμόσφαιρα εκείνο τον καιρό ήταν διάχυτη από τις επιτυχίες των ρεμπέτικων. Ακουγόντουσαν από τα πικ απ σε όλα τα καφενεία και τα μαγαζιά.

Επειδή ο αδελφός μου ήταν στη Μακρόνησο η ασφάλεια δεν μ’ άφηνε σε χλωρό κλαρί. Με είχαν από πίσω όπου πήγαινα, και μια μέρα που τους ξέφυγα με κυνήγησαν κι όταν μ’ έπιασαν είδα στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων την απόφαση για την εκτέλεση του Μπελογιάννη. Ήταν τόσο διάχυτη η ατμόσφαιρα από τα ρεμπέτικα, που το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι» λες και ήταν ειδικά καμωμένο για την μουσική υπόκρουση των σκληρών γεγονότων.


Συνδεθήκατε και με τον Βαμβακάρη και τον Τσιτσάνη ;
Υπήρξαν φίλοι μου και οι δύο. Ο Βαμβακάρης με γνώρισε στον Χατζιδάκι. Δούλεψα και με τον Χιώτη. Ιδιοφυής μουσικός και καθόλα κύριος. Τυραννισμένο παιδί, του σκότωσαν τον πατέρα μπροστά στα μάτια του. Επειδή ήξερα μουσική, όλοι προσπαθούσαν να με απορροφήσουν στον χώρο τους.

Με την Μπέλλου πως συνδεθήκατε;
Της έκανα τις ενορχηστρώσεις για τέσσερεις δίσκους της. Και ένα τραγούδι, που έγινε επιτυχία «Κτυπάει η καμπάνα». Αυτή έλεγε ότι της έγραψα δύο, αλλά δεν το θυμάμαι…

Πως είναι δυνατόν να μην θυμάστε;
Πριν πέντε χρόνια με επισκέφτηκε ένας παλιός ρεμπέτης ο Κώστας Καπλάνης, αυτός που έγραψε το «Μινόρε της Αυγής». Έλειπε χρόνια στην Αμερική και ήρθε να με δει με τον ρεμπετολόγο Τσεκούρα, ο οποίος οργάνωνε το αρχείο του και βρήκε τραγούδια με το όνομα μου που τα είχα πληρωθεί τότε 25 δραχμές. Δεν το θυμόμουν!

Είπατε ότι έγραψε το «Μινόρε της αυγής» ο Καπλάνης;
Ναι, δεν ήθελε να του το βγάλει η εταιρία που το είχε πάει και ο στιχουργός τους αφού το διόρθωσε, ανέλαβε ο Περιστέρης την ενορχήστρωση, κι εντέλει καταχωρήθηκε σ’ αυτούς.

Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που οι πραγματικοί δημιουργοί είναι άλλοι από αυτούς που ξέρουμε;
Λένε για σπουδαίο στιχουργό που σήκωσε ολόκληρη την τσάντα της Ευτυχίας Παπαγιανοπούλου...

* Η συνέντευξη έγινε με τον ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗ για το λογοτεχνικό ένθετο της Ελευθεροτυπίας, Βιβλιοθήκη. Δημοσιεύτηκε στις 22 Ιανουαρίου του 2011

20 Φεβρουαρίου 2013

Η ευρωζώνη, η κρίση και ο ΣΥΡΙΖΑ


                                                                           Τηλεόραση φτηνή, ψυγεία, δόσεις, γιωταχί
                                                                            και οικοδομές.
                                                                            Πριζουνίκ, πρατήρια και χρηματιστήρια
                                                                            και διακοπές.
 
Οι στίχοι αυτοί, σαν μια δυσοίωνη μικρή προφητεία, περνούν μέσα από ένα περίφημο, για μας τους «εκδρομείς του ’60», τραγούδι του Διονύση Σαββόπουλου. Μια «προφητεία» για την «παγίδα της κατανάλωσης», που από τότε είχε αρχίσει να στήνεται και εμείς να τσιμπάμε το δόλωμα. Και μια προειδοποίηση για μια νέα θρησκεία που μας την είχε στημένη στη στροφή προς τον εικοστό πρώτο αιώνα, τη θρησκεία της αγοράς.
 
Σήμερα, 40 χρόνια μετά, η πραγματικότητα έχει υπερβεί κατά πολύ τη μικρή αυτή «προφητεία». Η κατανάλωση είναι η πρέζα μας, η θρησκεία της αγοράς μάς δυναστεύει, η μιζέρια του «πλούτου» είναι ο πολιτισμός μας.
 
Στην ευρωζώνη
 
Από τότε που μπήκαμε στην ευρωζώνη, αρχίσαμε να τσαλαβουτάμε σε ένα διεθνές περιβάλλον, περισσότερο παρά ποτέ οικονομικό. Ένα περιβάλλον στο οποίο ο καπιταλισμός είχε επικρατήσει ως αδιαμφισβήτητος μονόδρομος και το μόνο δίλημμα είχε να κάνει με την πολιτική ποιότητα του καπιταλισμού: νεοφιλελευθερισμός ή σοσιαλδημοκρατία; Τότε, θυμάστε, η ευρωπαϊκή απάντηση ήταν σοσιαλδημοκρατία και ήταν απάντηση ενστικτώδης, που διάλεγε το μη χείρον ως βέλτιστον: αφού ο καπιταλισμός είναι μονόδρομος, αφού ο ριζοσπαστικός σοσιαλισμός δεν χωράει στο διεθνές περιβάλλον, ας πάρουμε σοσιαλδημοκρατία, μήπως διασώσουμε αυτό το έρημο το «κοινωνικό κράτος»...
 
Η φούσκα έσκασε
 
Κάπως έτσι λειτούργησαν την περασμένη δεκαετία οι κοινωνίες των Ευρωπαίων πολιτών και... πήραν σοσιαλδημοκρατία. Πράγμα που διευκόλυνε, στον συγκεκριμένο χρόνο, την αλματώδη απελευθέρωση της αγοράς, την βάρβαρη καπιταλιστική «αντεπίθεση»: οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις λειτούργησαν περισσότερο σαν... τριτεγγυητές της οικονομίας της αγοράς παρά ως σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Δηλαδή, σαν αυτό που στο τέλος κατέληξαν, σαν νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις με σοσιαλιστικά ψευδώνυμα. Έτσι, η μεταψυχροπολεμική ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία έφαγε τα ψωμιά της, ακόμη και σαν κυβερνητικός μανδύας, για τη διευκόλυνση της ελευθέριας οικονομίας και της τερατώδους καπιταλιστικής φούσκας που γέννησε. Και έσκασε τον Σεπτέμβριο του 2008 στα χρηματοκιβώτια της LEHMAN BROTHERS…
 
Γερμανικός δάκτυλος
 
Το 2008 το έμφραγμα εκδηλώθηκε στην καρδιά του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, θέτοντας σε αμφισβήτηση την ανάπτυξη και τον έλεγχό του: η κρίση γεννήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, στο επίκεντρο του συστήματος διεθνούς εμπορίου και όχι στις παρυφές του. Πήρε διάσταση διαπλανητική και όχι τοπική ή εθνική, όπως συνέβη με την ασιατική κρίση του 1997 ή με τα κραχ της Ρωσίας και της Αργεντινής το 1998 και το 2001. Είχε ως βασικό άξονα την οικονομία, την εμπροσθοφυλακή της αλληλοσύνδεσης και της ανανέωσης, που αποτελούν ίδιον μιας ανοιχτής κοινωνίας. Έτσι, αψηφώντας τις μεθόδους της πολιτικής οικονομίας που στάθηκαν ανίκανες να τη συγκρατήσουν, πέρασε τον Ατλαντικό. Εγκαταστάθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην περιοχή της Ευρωζώνης, απ’ όπου ο γερμανικός δάκτυλος την έσπρωξε προς τις χώρες του Νότου. Με ξεχωριστό στόχο τη μικρή μας χώρα, ιδανικό τόπο διεξαγωγής ιμπεριαλιστικών ασκήσεων και καπιταλιστικών πειραμάτων. Διαχρονικά: Άγγλοι, Αμερικανοί και, τώρα οι Γερμανοί…
 
Τις συνέπειες τις γνωρίζουν καλά όλοι οι εργαζόμενοι Έλληνες, οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, οι επιστήμονες, οι αγρότες οι εργάτες. Όλοι οι πολίτες των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, καθώς τις βιώνουν καθημερινά ως έγκλειστοι σε μια παγκόσμια φυλακή για πτωχεύοντες, φτωχούς, άνεργους, άστεγους και πένητες. Μια φυλακή χτισμένη με τα υλικά του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού και με δεσμοφύλακες τους ίδιους τους κυβερνήτες των χωρών τους!..
 
Η ελπίδα είναι Αριστερά
 
Ωστόσο η θρησκεία της αγοράς εξακολουθεί να είναι η συστημική θρησκεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ελευθέρια οικονομία, με απόλυτο θεό της τον Μεγάλο Τοκογλύφο Αδελφό (το χρηματοπιστωτικό σύστημα) είναι το διεθνές και το ευρωπαϊκό συστημικό περιβάλλον. Και σ' αυτό δεν χωρούν ούτε κατ' όνομα σοσιαλιστικές κυβερνήσεις, ούτε καν η Δημοκρατία. Ενώ ακόμη και ο διαχωρισμός Δεξιά - Αριστερά, με το παραδοσιακό περιεχόμενο (συντήρηση από τη μία και πρόοδος από την άλλη) των εννοιών, έχει οριστικά εκλείψει αν πάρουμε στα σοβαρά κάποιους νεότοκους πολιτικούς στοχαστές…
 

Προσωπικά, μένω εκτός, επιμένω να τρέφομαι με τη λυτρωτική βεβαιότητα ότι αυτό που λέμε κόσμος - και είναι η ανθρωπότητα, οι κοινωνίες των πολιτών, οι λαοί - είναι και θα είναι η Αριστερά, ανεξάρτητα εάν είναι ο ίδιος κόσμος που συμβάλλει καθοριστικά στην ανάδειξη «δεξιών» ή «αριστερών» συστημικών κυβερνήσεων και καθεστώτων.
 

Υ.Γ: Στη χώρα μας, εξάλλου, ο «κόσμος» φαίνεται ότι στρέφεται προς την ριζοσπαστική αριστερά και, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλει ως η μόνη πολιτική δύναμη με πρόθεση και δυνατότητα ανατροπής του γερμανικού οικονομισμού, της στρατηγικής της λιτότητας και τη «δημοσιονομικής τρομοκρατίας» (και ακόμα την επαναφορά του πολιτικού ελέγχου με Δημοκρατία και εθνική ανεξαρτησία καθώς και την εξάλειψη μια για πάντα της αυταπάτης ότι οι αγορές αυτορυθμίζονται) συσπειρώνεται γύρω του. Με την ελπίδα της πολιτικής «αποφυλάκισης», της εργασιακής απελευθέρωσης, της επιστροφής στην πολιτική και κοινωνική αξιοπρέπεια….

Νίκος Τσαγκρής

15 Φεβρουαρίου 2013

Η καταλυτική δύναμη της απεργίας...

 
Σύγκρουση απεργών ναυτεργατών με ΜΑΤ στον Πειραιά. 20013

Το «πείραμα» Βρούτση προοιωνίζεται την οριστική επιχείρηση ακρωτηριασμού των κεκτημένων απεργιακών δικαιωμάτων

«Γίνονται απεργίες σε σάς; Καλά, αστυνομία δεν έχετε;» έλεγε ο Στάλιν στον Χάρυ Χόπκινς (σύμβουλο του Ρούσβελτ) το 1942. Ο ίδιος δεν είχε ανάγκη την αστυνομία. Τα ενσωματωμένα στο σοβιετικό κράτος συνδικάτα είχαν ως βασικό καθήκον την παρεμπόδιση όχι μόνο των απεργιών αλλά και των απεργιακών… σκέψεων. Το αυτό συνέβαινε σε όλο το βασίλειο της απολυταρχίας: από την Πορτογαλία του Σαλαζάρ και την Ισπανία του Φράνκο ως την Βολιβία του Μπαριέντος και το Πουάντ α Πιτρ της Γουαδελούπης το δικαίωμα στην απεργία ήταν στον γύψο…

Κάτι παρόμοιο, ωστόσο, συμβαίνει και στις σύγχρονες δημοκρατίες της Δύσης. Στην προχθεσινή δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή, να πούμε, ή τη χθεσινή του Γιωργάκη Παπανδρέου και τη σημερινή, της μνημονικής συγκυβέρνησης: τα χειραγωγημένα από τα κυβερνητικά κόμματα ομοσπονδιακά συνδικάτα, υπονομεύουν, ή παρεμποδίζουν, ή σπάνε τις απεργίες…

Η δύναμη της απεργίας

Ωστόσο η δύναμη της απεργίας, αυτού του όπλου που ενώνει τους εργαζόμενους πέρα από τα ατομικά τους συμφέροντα, είναι τέτοια που, δίκαια, από τους κρατικούς γραφειοκράτες όλων των εποχών, θεωρείται ύψιστη απειλή κατά της ασφάλειας κάθε κράτους, κάθε καθεστώτος, κάθε κυβέρνησης: απεργούν οι Ρώσοι προλετάριοι το 1917; «Πνίξτε τους στο αίμα!». Απεργούν οι Ούγγροι εργάτες το 1956; Η κυβέρνηση Καντάρ μιλάει για πληρωμένη με δολάρια προδοσία του έθνους! Απεργούν οι μεταλλωρύχοι κασσίτερου στη Βολιβία; Ο δικτάτορας στέλνει επειγόντως τεθωρακισμένο τρένο στον τόπο του εγκλήματος: 40 νεκροί!.. Ιδίως οι κατ’ επίφαση «δημοκρατικές» κυβερνήσεις, φοβούνται τις απεργίες όπως ο διάβολος το λιβάνι. Και προκειμένου να τις ξορκίσουν, ειδικά όταν εκδηλώνονται στον εργασιακό χώρο που θεωρούν ως τσιφλίκι τους, (το κράτος, τις δημόσιες υπηρεσίες) τις ονομάζουν «πολιτικές απεργίες». Και επιβάλλουν την πολιτική επιστράτευση των απεργών. Τι γίνεται όμως όταν και το ακραία αντιδημοκρατικό μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης δεν αρκεί για να τιθασεύσει τους απεργούς;

Βρούτσης α λα Γαλλικά

Απεργοι στο υδροηλεκτρικό εργοστάσιο Πτολεμαίδας 
Όταν τον Φεβρουάριο του 1963 οι Γάλλοι μεταλλωρύχοι απάντησαν με απεριόριστης διαρκείας απεργία στη διαταγή επιστράτευσής τους πού είχε εκδώσει ο Ζωρζ Πομπιντού, κλόνισαν το κύρος του πρωθυπουργού, του αρχηγού του κράτους και της κυβέρνησής του, πού επί έξι εβδομάδες έπεσαν στη σιωπή. Τότε, ο Μαρσέλ Βαλίν, μέλος τού Συνταγματικού Συμβουλίου της Γαλλίας και σύμβουλος του Πομπιντού επί εργασιακών… ζητημάτων, σήκωσε την παντιέρα του κρατικού ελέγχου των απεργιών. Με ένα μανιφέστο πανομοιότυπο με το «μανιφέστο» Βρούτση για την «αναγκαιότητα νομοθετικής παρέμβασης προς εκσυγχρονισμόν (!) των απεργιών». Το οποίο εν κατακλείδι υποστήριζε τα εξής:

«…H απεργία πού το Σύνταγμα αναγνωρίζει ως δικαίωμα δεν είναι κάθε ομαδική ή προμελετημένη διακοπή της Εργασίας. Πρέπει, επιπλέον, να έχει ως σκοπό της την υπεράσπιση επαγγελματικών συμφερόντων. Συνεπώς ή πολιτική απεργία δεν προστατεύεται απ' αυτή τη συνταγματική διάταξη. Το Συμβούλιο τού Κράτους νομίζει ότι ή αναγνώριση του δικαιώματος στις απεργίες δεν επιτρέπει την κατάχρηση αυτού του δικαιώματος και πιστεύει ότι αυτή ή αρχή πρέπει να αποτελεί τη βάση ενός πιθανού περιορισμού της ασκήσεως του. Ή κατάχρηση του δικαιώματος μπορεί να είναι αποτέλεσμα του «αιφνιδιασμού» και του «μη αναμενόμενου χαρακτήρος» μιας απεργιακής αποφάσεως. Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να θεωρήσει την έννοια της καταχρήσεως του Δικαιώματος της απεργίας ως αρχή πού καθορίζει την καταδίκη απεργίας χωρίς προειδοποίηση και χωρίς διαπραγματεύσεις…».

 

Το «πείραμα» θα γίνει σχέδιο

 Απεργοί ναυτεργάτες στο Λίβερπουλ. 1959
Θέλω να πω ότι η παρέμβαση Βρούτση (κατ’ εντολήν του Σαμαρά και των κυβερνητικών εταίρων του βεβαίως) επιχειρούσε να «ζυμώσει» τις προθέσεις της μνημονιακής συγκυβέρνησης για μια επιχείρηση πλήρους ακρωτηριασμού των συνδικαλιστικών κατακτήσεων των Ελλήνων εργαζομένων. Στοχεύοντας, όπως ο Μαρσέλ Βαλίν, ο συνταγματολόγος σύμβουλος του Πομπιντού το 1962, στην αφαίρεση της απεργιακής δύναμης του αιφνιδιασμού (με νομοθετημένο τον χρόνο προειδοποίησης, και συμφωνημένο τον χαρακτήρα κάθε απεργίας). Ουσιαστικά μιλάμε για απαγόρευση κάθε απεργίας στον Δημόσιο και επίσης για την επαναφορά του εργοδοτικού δικαιώματος της ανταπεργίας (λοκ άουτ). Την επαναφορά δηλαδή αντεργατικών νόμων που καταργήθηκαν μετά από μακροχρόνιους μεγάλους αγώνες των εργαζομένων Ελλήνων.
Φυσικά, η «πειραματική» αυτή απόπειρα κατάλυσης της δύναμης της Απεργίας προκάλεσε την οργή των εργαζομένων και τις αντιδράσεις των κοινωνικών οργανώσεων και των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Και, υποτίθεται, ανεστάλη μετά και από τις μαϊμουδίστικες αντιδράσεις των κυβερνητικών συνεταίρων της Ν.Δ. Αλλά εν όψει μιας επερχόμενης (και μάλλον αναπόφευκτης) κλιμάκωσης της κοινωνικής αναταραχής το «πείραμα» θα επανέλθει με τη μορφή οριστικού σχεδίου. Και τότε, με τους ισχύοντες πολιτικούς συσχετισμούς, μόνο μια γενική απεργία διαρκείας θα μπορούσε να το προλάβει. Και να το ανατρέψει…

Νίκος Τσαγκρής

5 Φεβρουαρίου 2013

Η Νύχτα των Πυρήνων της Φωτιάς...

«Όλα από εκεί ξεκίνησαν», απάντησε η μητέρα του 20χρονου Νίκου Ρωμανού, ενός εκ’ των κατηγορουμένων γα τη «ληστεία με τα καλάσνικοφ», στον δημοσιογράφο που την ρώτησε αν ο γιός της επηρεάστηκε από την υπόθεση του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Μα χρειαζόταν αυτή η ερώτηση;
Όλα ξεκίνησαν εκεί: από εκείνη τη νύχτα της 6ης Δεκεμβρίου του έτους 2008, στα πολιορκημένα Εξάρχεια. Όταν ο τωρινός «ληστής» και «τρομοκράτης» Ρωμανός είδε τον Αλέξανδρο, να πέφτει νεκρός από την σφαίρα του μπάτσου Κορκονέα…
Όλα ξεκίνησαν από εκεί: από τους πυρήνες της φωτιάς που άναψε στις άγουρες συνειδήσεις των μαθητών και των φοιτητών της εποχής αυτή η ακραία πράξη κρατικής βίας, η απάνθρωπα άδικη και αναίτια δολοφονία του Αλέξανδρου. Και τους οδήγησε στην μεγαλειώδη νεανική εξέγερση που πέρασε στην ιστορία ως «η εξέγερση του Δεκέμβρη»…
Το χρονογράφημα που ακολουθεί γράφτηκε τότε που ξεκίνησαν όλα. Δημοσιεύτηκε δύο – τρία εικοσιτετράωρα μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου (εν μέσω της μεγαλειώδους εξέγερσης που ακολούθησε) στην εφημερίδα Έθνος και σε άλλα έντυπα. Και αποτυπώνει την πλήρη τύφλωση και κώφωση της πολιτικής και μιντιακής εξουσίας, την αφασία της πολιτείας: έβλεπαν «κουκουλοφόρους», όχι εξεγερμένους. Έβλεπαν φωτιές σε κάδους σκουπιδιών, όχι τις φλεγόμενες συνειδήσεις των νέων που αντιδρούσαν στην τερατώδη ασχήμια του κράτους.
Τώρα, πέντε χρόνια μετά ευρισκόμενοι σε εμπόλεμη κατάσταση με τους εκατοντάδες εικοσάχρονους… «τρομοκράτες» των Πυρήνων της Φωτιάς, παραμένουν τυφλοί: αδυνατούν να δουν ότι «όλα από εκεί ξεκίνησαν»… 
 

Η εξέγερση του Δεκέμβρη και οι αναίσθητες εξουσίες

Το εκπληκτικό (και ενδεικτικό της έκπτωσης της ελληνικής δημοσιογραφίας) είναι ότι τα διεθνή μέσα ενημέρωσης κατάλαβαν καλύτερα απ’ τα δικά μας τα αίτια αυτού του ξεσηκωμού. Καλύτερα κι από τους ίδιους τους πατεράδες και τις μανάδες των εξεγερμένων παιδιών και, ασφαλώς, καλύτερα από τους περισσότερους Έλληνες πολιτικούς. Έτσι, χρειάστηκε το CNN για να μάθουμε ότι «ο φόνος του μαθητή από τον αστυνομικό ήταν μόνο η αφορμή για την εξέγερση των νέων». Χρειάστηκε η Λιμπερασιόν για να μάθουμε ότι «οι εξεγερμένοι είναι τα παιδιά της μεσαίας τάξης που βιώνουν την οικονομική κρίση σε συνθήκες αστυνομικής, πολιτικής, οικονομικής και θρησκευτικής διαφθοράς, που καίνε και σπάνε τον εφιάλτη ενός φρικτού μέλλοντος». Και χρειάστηκε το BBC για να μάθουμε ότι «οι εξεγερμένοι εξέφρασαν την έντονη δυσφορία τους εναντίον της κυβέρνησης Καραμανλή».
 Τα δικά μας μέσα ενημέρωσης, σε μια ταπεινωτική σύμπλευση με την κυβερνητική αντίληψη των γεγονότων έβλεπαν μόνο «κουκουλοφόρους», «ταραξίες», και «κατεστραμμένες περιουσίες»! Τίποτε άλλο. Μόνο λίγα δημόσια «δάκρυα» για τον «Αλέξανδρο». Τι ειρωνεία; Για κάθε κάπηλο δημοσιογράφο, για κάθε λαϊκιστή πολιτικό, ακόμα και για τον ευθυνόμενο υπουργό Παυλόπουλο, το δολοφονημένο από κρατικό χέρι παιδί του αλλουνού έγινε, και καλά, «ο Αλέξανδρος!...»
Ιδιαίτερη έκπληξη προκάλεσε και ο πρωθυπουργός καθώς αποκάλυπτε, πέρα από το μέγεθος της ανευθυνότητάς του (δεν λέω αυτό που πιστεύω, ότι θα ‘πρεπε να παραιτηθεί προτείνοντας κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» και εκλογές, αλλά ότι έπρεπε να κάνει το δεοντολογικά αυτονόητο, την παύση του αρχηγού της ΕΛΑΣ και των πολιτικών προϊσταμένων του), το μέγεθος της πολιτικής του αφέλειας, αποστέλλοντας εκείνες τις ανεκδιήγητες επιστολές προς τους συνδικαλιστές της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ: «Αναστείλατε την απεργία για να σωθούμε από τους ταραξίες»! Γι’ αυτόν, τα χιλιάδες εξεγερμένα Ελληνάκια δεν ήσαν παρά «κουκουλοφόροι», «ταραξίες»˙ και «η πολιτεία αγανακτεί μαζί τους» !.. 
Η πολιτεία αγανακτεί επειδή υπάρχουν μερικά ζωντανά της κύτταρα που αντιδρούν άτεχνα, ανοργάνωτα, ίσως μ' αφέλεια, σ' όλην αυτή την οργανωμένη κρατική ασχήμια, αντί να βλογάμε τον Θεό που βρίσκονται ακόμη μερικοί που δεν συνήθισαν στην «παρουσία του τέρατος…», θα σχολίαζε ο φίλος του θείου του, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο σπουδαίος Έλληνας Μάνος Χατζιδάκις. Μα, σόι πάει το βασίλειο˙ ούτε εκείνος κατάλαβε…
                                                                                                 Νίκος Τσαγκρής

31 Ιανουαρίου 2013

Στρούντελ και… Δημοκρατία


«Θα προτιμούσα να βρισκόμουν κάτω απ' το ζυγό του Κόκκινου Στρατού παρά να πρέπει να τρώω χάμπουργκερ» έλεγε ο θεωρητικός του μεταμοντέρνου εθνικισμού Αλαίν Ντε Μπενουά, για να τονίσει την απέχθειά του στον μεταψυχροπολεμικό αμερικανικό ηγεμονισμό, τον ολοκληρωτικό καπιταλισμό με το «άνοιγμα των συνόρων», την «παγκοσμιοποίηση», την «πολιτισμική ισοπέδωση» την «οικονομία της αγοράς».

Λίγο αργότερα, επί της προεδρίας Μπους, ο αντιαμερικανισμός των Ευρωπαίων εθνικιστών άγγιξε και, σε πολλές περιπτώσεις, ξεπέρασε ακόμα και τον παραδοσιακό αντιαμερικανισμό των Ευρωπαίων κομμουνιστών. Μέχρι που φτάσαμε στην οικονομική κρίση βιώνοντας τις συνέπειες της μετανάστευσης του αρρωστημένου οικονομισμού από την Ουάσιγκτον στο Βερολίνο. Κι από εκεί, με τη μορφή ενός μεταμοντέρνου λιμού (με συμπτώματα σκληρής λιτότητας, ανεργίας, φτώχειας) στον ευρωπαϊκό Νότο: Ελλάδα, Πορτογαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Κύπρος. Στις κοινωνίες των εργαζομένων του Νότου εν γένει, (από την άκρα αριστερά ως την άκρα δεξιά) τη θέση του παραδοσιακού αντιαμερικανισμού κατέλαβαν ο ευρωσκεπτικισμός και ο «αντιγερμανισμός».

Προσωπικά δε, εκφράζοντας και την πλειονότητα των Ελλήνων εργαζομένων φαντάζομαι, και παραφράζοντας τη ρήση του Αλέν Ντε Μπενουά, είμαι έτοιμος να δηλώσω ότι θα προτιμούσα να τρώω μια ζωή σουβλάκια παρά γερμανικά… στρούντελ υπό τον ζυγό της Κομισιόν. Ο οποίος ζυγός πέφτει πιο βαρύς στους εργάτες, τους αγρότες, τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους των χωρών – μελών της ευρωζώνης, απ' ότι ο «ζυγός του Κόκκινου Στρατού» στον Αλαίν Ντε Μπενουά και τους ομοϊδεάτες του…

***
Ας σοβαρευτούμε: ο «ζυγός της Κομισιόν» δεν είναι παρά ένας εσμός χρυσοπληρωμένων τεχνικών της εξουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης: ο συστημικός μηχανισμός εφαρμογής και ελέγχου της πολιτικής της Λιτότητας και της Δημοσιονομικής Τάξης, πολιτικής που αποφασίζεται και διατάσσεται από μια γερμανοκρατούμενη «χούντα» πολιτικών και τεχνοκρατών. Και πριμοδοτείται πιστά από τις αλλοτριωμένες κυβερνήσεις των χωρών – μελών του ευρωπαϊκού Νότου.

Είναι η πολιτική που υπηρετεί τον ολοκληρωτικό καπιταλισμό, τη δικτατορία των αγορών. Για να επιβληθεί, προϋποθέτει ένα βαθύ κούρεμα της εθνικής ανεξαρτησίας των χωρών - μελών της Ε.Ε.: τον ευνουχισμό των δικαιωμάτων πολιτικού ελέγχου των εθνικών κυβερνήσεων μέσω της χειραγώγησης των εθνικών νομοθετικών και εκτελεστικών εξουσιών. Έτσι οι Δημοκρατίες αποδυναμώνονται, αδυνατούν να επιβάλουν στον επιθετικό καπιταλισμό τη μέριμνα για το γενικό συμφέρον, το κοινωνικό κράτος. Δεν τον τιθασεύουν, δεν τον συγκρατούν, δεν τον περιορίζουν, τον αφήνουν – άλλοτε τον διευκολύνουν – να κερδοσκοπεί ασύδοτος, εν ονόματι της "Δημοκρατίας των Αγορών"…

***
Λοιπόν, που λέτε, είναι η "Δημοκρατία των Αγορών" που επιφέρει τη διαφθορά του Δημοκρατικού πολιτεύματος, αφού τοποθετεί την έδρα της νομιμότητας στην οικονομία και όχι στην πολιτική. Στην περίπτωσή μας στη Deutsche Bank και όχι στα εθνικά Κοινοβούλια. Με συνέπεια, την επιβολή ενός γερμανοτραφούς προσχηματικού κανόνα, του κανόνα της «δημοσιονομικής τάξης». Και ακολούθως την πολιτική των μνημονίων: την κατεδάφιση των εθνικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, την απαλλοτρίωση ακόμα και των στοιχειωδών εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων υπέρ των εργοδοτών, τον εργασιακό και κοινωνικό μεσαίωνα που, πρώτοι απ’ όλους τους Ευρωπαίους, βιώσαμε – και εξακολουθούμε να βιώνουμε - εμείς, οι Έλληνες.

Να γιατί στον ευρωπαϊκό Νότο, (από την άκρα αριστερά ως την άκρα δεξιά) στα «χωράφια» του παραδοσιακού αντιαμερικανισμού, τώρα ευδοκιμούν ο ευρωσκεπτικισμός και ο «αντιγερμανισμός.

Νίκος Τσαγκρής

23 Ιανουαρίου 2013

Η Ευρώπη της Υπεύθυνης Αριστεράς


Από τον Ζοσπέν ως τον Ολάντ και από τον Σημίτη ως τον Κουβέλη 


Η οικονομική κρίση δεν είναι μια οικονομολογική περίπτωση, αλλά απότοκο μιας σύνθετης και ασταθούς ακολουθίας πολιτικών πραγμάτων που, σταδιακά, μετά την πτώση του τείχους, οδήγησαν στην ελαχιστοποίηση του πολιτικού ελέγχου και, εν τέλει, στην οριστική επικράτηση της οικονομίας επί της πολιτικής. 

Σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την «ανατροπή» είχε η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία που, την τελευταία δεκαετία του εικοστού αιώνα, «κυβερνούσε» την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θυμίζω την παραίτηση του Όσκαρ Λαφονταίν (1999) από την κυβέρνηση Σρέντερ (όταν ο τελευταίος τα έδινε όλα στους τραπεζίτες και τους βιομήχανους) και την περίφημη ρήση του «Υπάρχει κάτι που δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ. Η καρδιά δεν παζαρεύεται ακόμα στα χρηματιστήρια. Έχει σπίτι. Και χτυπάει αριστερά»… 

 Είχε εγκαθιδρυθεί ήδη ένα διεθνές περιβάλλον περισσότερο παρά ποτέ οικονομικό στο οποίο ο καπιταλισμός ήταν ο αδιαμφισβήτητος μονόδρομος και το μόνο δίλημμα, πλέον, είχε να κάνει μόνο με την καπιταλιστική ποιότητα: Πλήρης ηγεμονία των αγορών με αυτορύθμιση ή πολιτικός έλεγχος με στόχο την διάσωση του κοινωνικού κράτους;

Μέχρι χθες, το δίλημμα αυτό, μεταφερόμενο στην εφαρμοσμένη πολιτική οδηγούσε σε δύο καταναγκαστικές επιλογές: νεοφιλελευθερισμός ή σοσιαλδημοκρατία. Και για τον «κόσμο» (τις κοινωνίες των πολιτών, τους «εργαζομένους», τους λαούς) η απάντηση ήταν «σοσιαλδημοκρατία». Ήταν απάντηση ενστικτώδης, επιλογή αναγκαστική, που διάλεγε το μη χείρον ως βέλτιστον: «Αφού ο καπιταλισμός είναι μονόδρομος, αφού ο ριζοσπαστικός σοσιαλισμός δεν χωράει στο διεθνές περιβάλλον, ας πάρουμε σοσιαλδημοκρατία, μήπως διασώσουμε αυτό το έρημο το κοινωνικό κράτος»... 

Κάπως έτσι λειτούργησαν την περασμένη εικοσαετία οι κοινωνίες των Ευρωπαίων πολιτών και... πήραν σοσιαλδημοκρατία: με τις «σοσιαλδημοκρατικές» κυβερνήσεις (τις κυβερνήσεις των Ζοσπέν, Σρέντερ, Σημίτη κ.α.) να λειτουργούν περισσότερο ως τριτεγγυήτριες των συμφερόντων των «αγορών» παρά ως εγγυήτριες του κοινωνικού κράτους. Διευκολύνοντας την ανάπτυξη του τερατώδους καπιταλισμού πού βιώνουμε σήμερα, με την ακραία ασυδοσία της αγοράς και τη δικτατορία των χρηματαγορών. Και τις διάδοχές τους κυβερνήσεις, αυτές των Γιωργάκη Παπανδρέου, Ζοζέ Σόκρατες, Χοσέ Λουίς Ροντρίγκεθ Θαπατέρο κ.α., να εκφυλίζονται οριστικά, μεταλλασσόμενες σε νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις με σοσιαλιστικά ψευδώνυμα, πανομοιότυπες με τις κυβερνήσεις της ευρωπαϊκής Δεξιάς…   

Το 2007, στην Εθνική Συνδιάσκεψη του ΠΑΣΟΚ, εν τη ρύμη του εσωκομματικού λόγου ξέφυγε από τον, δαχτυλιδάτο ήδη, Γιωργάκη Παπανδρέου μια ομολογία: «κυβερνούσαμε με πλαστή σοσιαλιστική ταυτότητα». Και μια αφοπλιστική παραδοχή: «το εκσυγχρονιστικό» ΠΑΣΟΚ δυσφήμισε τον σοσιαλισμό και την Αριστερά». Ήταν η μοναδική ομολογία μετάλλαξης ενός ευρωσοσιαλιστικού κόμματος σε συστημικό κόμμα του ευρωπαϊκού νεοφιλελευθερισμού. 

Κατά τα λοιπά, οι ευρωπαίοι ηγέτες των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων φοράνε ακόμα και στον ύπνο τους τη μάσκα του αριστερού: «Είμαστε η υπεύθυνη αριστερά, η αριστερά που προσπαθεί να κάνει τα ιδανικά της πράξη», επέμενε λίγο πριν την πρωθυπουργική εκπνοή του ο Κώστας Σημίτης, ως ο αίρων… τις αμαρτίες του δικού του κυβερνητικού κόσμου, αλλά και των κυβερνήσεων Μπλερ και Σρέντερ. Και της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας εν γένει. 

«Είναι η υπεύθυνη αριστερά»! Καμιά αντίρρηση εάν δεχτούμε ότι αριστερή υπευθυνότητα είναι η τέχνη της πολιτικής προσαρμογής. Έτσι ναι, μπορούμε να δεχτούμε ως αριστερή υπευθυνότητα την προσαρμογή των κυβερνητικών επιλογών των Μπλερ - Σρέντερ - Σημίτη, στο νεοφιλελεύθερο διεθνές πολιτικό περιβάλλον, στις επιταγές του μεταμοντέρνου επιθετικού καπιταλισμού. 

«Είμαστε οι υπεύθυνη αριστερά», δηλώνει τώρα, μιμούμενος τον Σημίτη, ο αρχηγός της συγκυβερνητικής ΔΗΜΑΡ Φώτης Κουβέλης. Κι εμείς, συνεχίζοντας τις στρεβλώσεις, πρέπει να δεχτούμε ότι υπεύθυνη αριστερά είναι η αριστερά που προσαρμόζεται τέλεια στις, όποιες, δοσμένες πολιτικοοικονομικές συνθήκες, προκειμένου να επιβιώσει κυβερνητικά στο περιβάλλον της Γερμανοκρατούμενης ευρωζώνης, στο δεσπόζον διεθνές περιβάλλον του καπιταλιστικού ολοκληρωτισμού. Να δεχτούμε, δηλαδή ότι ο οπορτουνισμός είναι το Α και το Ω μιας υπεύθυνης Αριστεράς. 

Μα την αλήθεια και εις το όνομα της τραυματικής ΠΑΣΟΚ - εμπειρίας που, ως λαός - πειραματόζωο, βιώνουμε τα τελευταία χρόνια: υπάρχουν άραγε ακόμα Έλληνες, τόσο αφελείς ή και τόσο ηλίθιοι που θα προσεγγίζουν το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου ή τη ΔΗΜΑΡ του Κουβέλη με… ιδεολογικά κριτήρια, δηλαδή ως σοσιαλιστικά κόμματα; Θου κύριε φυλακήν…

Νίκος Τσαγκρής

14 Ιανουαρίου 2013

Άκης Πάνου, περί της αναρχίας...



Καθώς η συγκυβέρνηση των εκποιητών της Ελλάδας και των Ελλήνων έφερνε στο πολιτικό προσκήνιο τους αντιεξουσιαστές και τα γκαζάκια για να κρύψει τις πομπές της, θυμήθηκα τα λόγια του Άκη Πάνου, όταν μια βραδιά του ’89, στο Επειγόντως, (φωτογραφία), όταν τον ρώτησα για ποιους έγραψε το τραγούδι του «αδιόρθω αναρχί».
"Για όλους εμάς, τους απλούς Έλληνες", μου απάντησε: ‘Εμείς είμαστε οι αναρχικοί. Από παράδοση, από παιδεία, από ιστορία. Οι κουκουλοφόροι, οι τρομοκράτες, οι «αναρχικοί», είναι είτε το θέλουν είτε όχι οι φρουροί της εξουσίας….


Αδιόρθω Αναρχί (οι στίχοι)



Μαθημέ στις κακουχί

άντε φτου κι απ' την αρχή
τις κουβέ και πειθαρχί
αδιόρθω αναρχί


Δεν προσκύ ποτέ κανέ
λένε όχι λέω ναι
στην κρεμά έχω ανέ
με κηδέ και ζωντανέ

Τι με νοιά αν θα πεθά
θα πεθάπου θα πεθά
δεν τρομά ο μελλοθά
με σταυρό και γολγοθά

10 Ιανουαρίου 2013

Κιμούλης εγκαλεί Θεοδωρόπουλον...


Μου αρέσουν οι άνθρωποι που «τα λένε». Tους προτιμώ απ αυτούς που «κρύβουν λόγια», αυτούς που, όταν δημοσίως ομιλούν, φροντίζουν να μεταλλάσσουν τις ενδόμυχες σκέψεις τους, τις πραγματικές απόψεις τους, σε σκέψεις, απόψεις, συνάδουσες με το σύστημα αξιών που εκάστοτε υπηρετούν, το σύστημα που τους εκτρέφει.
Φυσικά, καθώς η διαδικασία μετάλλαξης επαναλαμβάνεται, αυτοματοποιείται. Eτσι, κάποτε, ο... κρυψίνους δεν έχει τίποτα να κρύψει: η ενδόμυχη, η προσωπική σκέψη, η διαδικασία που την παράγει, ατροφεί. Kαι ο «κρυψίνους» απομένει με τη μεταλλαγμένη σκέψη. Στο τέλος, την υιοθετεί, την υποστηρίζει, την κηρύσσει, σαν να είναι η δική του ενδόμυχη σκέψη...
Aναφέρομαι, κυρίως, στους ανθρώπους των οποίων ο λόγος είναι δημόσιος, διαμορφώνει γνώμη. Kαι ειδικά στους δημοσιογράφους και τους πνευματικούς ανθρώπους.
Αυτές τις μέρες είχα την ευκαιρία να απολαύσω έναν απ' αυτους που "τα λένε", τον ηθοποιό Γιώργο Κιμούλη, να τα λέει - πραγματικά έξω απ' τα δόντια μιλάμε, στον Τάκη Θεοδωρόπουλο. Ο οποίος, από τη στήλη του στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ (http://www.tanea.gr/gnomes/?aid=4780385) , κανοναρχούσε με σχόλια συνάδοντα με το σύστημα αξιών του συγκροτήματος Τύπου που υπηρετεί τον Γιώργο Κιμούλη, για τις απόψεις που είχε εκφράσει στην εκπομπή του MEGA "Ανατροπή". Αναδημοσιεύω λοιπόν με χαρά, επιδοκιμάζοντας μετ' ενθουσιασμού, την απάντηση του κ. Κιμούλη...


 "Άν είστε με το λιοντάρι, τουλάχιστον μη βελάζετε!"

Αγαπητέ κύριε Θεοδωρόπουλε, με αφορμή το χθεσινό ειρωνικό σας σχόλιο για μένα στη στήλη της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ – Γνώμες» θέλω να σας πω μερικά πράγματα, τα οποία ίσως να μην τα έχετε σκεφτεί ποτέ, δηλώνοντάς σας όμως, πως εγώ ποτέ δε σχολιάζω γνώμες άλλων, αν δε με έχουν προκαλέσει πρώτα αυτοί. Αλλά αν με προκαλέσουν απαντώ με τον δικό μου τρόπο, ο οποίος πολλές φορές δεν είναι κι ο καλύτερος για τον άλλον. Και καλά εσείς δεν ξέρατε - δε ρωτούσατε;

Ξεκινώ λέγοντάς σας κατ’ αρχάς, πως είναι κρίμα να μη γνωρίζετε, ως πνευματικός άνθρωπος που είστε, όπως τουλάχιστον δηλώνετε, ότι η διεκδίκηση της «ουτοπίας», ως μηχανισμός υπεράσπισης ανθρωπίνων αξιών, δεν εντοπίζεται στη «νεότητα» και δεν αντιβαίνει την «ωριμότητα». Αντιθέτως, αν χαρακτηρίζει κάτι την «ωριμότητα» είναι η διαχείριση της «ήττας». Άρα, όταν η «ήττα», κύριε Θεοδωρόπουλε, εντοπίζεται στη διάψευση μιας συλλογικής ουτοπίας, το άτομο δύναται να διατηρεί τον ουτοπικό του λόγο και να εμμένει στις αξίες και τα αιτήματα, που διαμορφώνουν την εκάστοτε «ουτοπία», αναδιατάσσοντας την «τακτική» του με βάση την νέα πραγματικότητα.

Με απλά λόγια, για να το καταλάβετε κι εσείς, δεν αλλάζουμε τις αξίες μας ανάλογα με την εποχή ή ανάλογα με το τι μας συμφέρει κάθε εποχή. Αν είχα έστω και το ελάχιστο δείγμα από εσάς, πως κάποτε, έστω και στο πολύ μακρινό παρελθόν σας, σας είχε απασχολήσει αυτό το θέμα, θα σας συμβούλευα, να μη χρησιμοποιείτε ποτέ τη συλλογική διάψευση για ναδικαιολογήσετε την απομάκρυνσή σας από τις βασικές σας αξίες, γιατί τότε η «ήττα» καθίσταται ατομική κι έτσι αυτοχαρακτηρίζεστε αποτυχημένος και δε σας σώζει τίποτα, ούτε καν η φράση σας: «έχω πάψει προ πολλού να αισθάνομαι αειθαλής πιονιέρος».

Πολύ φοβάμαι όμως, πως όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα για εσάς κι αν κάτι σας ενόχλησε στην ουσία, όπως αφήνετε, ως σοφός ώριμος ρεαλιστής, να νοηθεί στο άρθρο σας, δεν ήταν ο «πολιτικός παλιμπαιδισμός» μου και η αναφορά μου στον καπιταλισμό (χωρίς την προσφώνηση του κ. Μπογιόπουλου, αν και θα σας άξιζε), όσο τα σχόλια μου μου για το «σουλάτσο πολλών επαγγελματιών διανοουμένων στον κονφορμισμό» και την «εθελούσια δουλεία τους στην πολιτική καμαρίλα». Σχόλια που νομίζω, τα πήρατε προσωπικά. Λάθος σας, κύριε Θεοδωρόπουλε.

Σας δηλώνω ευθαρσώς λοιπόν - για να μην ανησυχείτε -, πως όταν μίλησα περί εθελούσιας δουλείας στην πολιτική καμαρίλα, δεν αναφερόμουν σ’ εσάς! Ούτε καν σας είχα στο μυαλό μου. Δε σας ήξερα και δε σας ξέρω. Μόλις πριν από λίγο και εντελώς τυχαία έμαθα, πως είχατε αναλάβει – αμισθί, όπως ο ίδιος τονίζετε παντού - τη θέση του προέδρου του Δ.Σ. του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού κ. Γερουλάνου και στη συνέχεια, μετά από ενάμιση χρόνο υποβάλλατε την παραίτησή σας, όχι για λόγους πολιτικούς βέβαια, αλλά για λόγους προσωπικούς, όπως εσείς ο ίδιος πάλι γράφετε στην επιστολή παραίτησής σας. Επίσης μόλις τώρα ανακάλυψα, πως την τελευταία εικοσαετία έχετε συγγράψει πάνω εικοσιπέντε έργα! Σας ζητώ συγγνώμη, αλλά δεν έχω διαβάσει ούτε ένα απ’ αυτά, όπως και πολλοί άλλοι φαντάζομαι. Άρα το να θεωρείτε, πως τη σκέψη μου την απασχολεί η προσωπικότητά σας είναι μία απλή φαντασίωση σας, που αποδεικνύει πως τελικά όντως πολλές φορές η μύγα μυγιάζεται.

Εδώ όμως, μ’ αυτήν την επιστολή μου, δε σας εγκαλώ για σχοινοβασία ενός μυαλού μεταξύ κενότητας και ανοησίας, ούτε για διακονία σ’ έναν ακραίο νεοσυντηρητισμό, πράγμα που είναι εμφανές σε όσα άρθρα σας άντεξα να διαβάσω στο διαδίκτυο, ούτε για την εμφανή προστασία που παρέχετε στο ίδιο σαθρό πολιτικό σύστημα, που σας συντηρούσε μέχρι τώρα (αυτό το τελευταίο το αναφέρω ορμώμενος από την αυτοκριτική, που κάνατε κάποτε αναφερόμενος στην περίπτωση Λαυρεντιάδη. Γράψατε: «Δεν ξέρω αν όλοι μαζί τα φάγαμε. Όμως από τα σπλάγχνα μας τους βγάλαμε». Αυτή τη φράση σας την εξέλαβα στη κυριολεξία της, αλλά αν την κατάλαβα λανθασμένα, σας ζητώ εκ των προτέρων συγνώμη). Ούτε επίσης σας εγκαλώ για την αιθαλομίχλη της πολιτικής σας σκέψης, αφού ακόμη και τότε στα νεανικά σας ντουζένια, όταν προσπαθούσατε να βρείτε την ευτυχία στο Παρίσι μέσω της μαρκουζιανής σκέψης, ερμηνεύατε ποίηση του Μάο και στίχους του Μαγιακόφσκι, μόνο και μόνο για να βρείτε κάποια γκόμενα, όπως εσείς ο ίδιος εξομολογείστε στο άρθρο σας. Ήθελα να ‘ξερα ειλικρινά, αν κάτι τέτοιο το καταφέρατε ποτέ; Μάλλον όχι και μάλλον μπακούρης φεύγατε κάθε βράδυ μετά από εκείνες τις ολονύχτιες συζητήσεις. Κατανοώ πλήρως αυτό, που σας συμβαίνει. Τα τραύματα σ’ αυτήν την ηλικία μένουν ανεξίτηλα. Έτσι εξηγείται άλλωστε κι όλο αυτό το σύμπλεγμα περί αποτυχίας, που διαφαίνεται στη γεμάτη πικρία διαπίστωσή σας, πως οι «επιτυχημένοι είναι είδος».

Δε σας εγκαλώ όμως γι’ αυτά. Σας εγκαλώ για κάτι άλλο πολύ πιο σοβαρό: πώς γίνεται εσείς, ο ώριμος είρων, ο ανανήψας πλέον απ’ το ανώριμο παρελθόν του, ο λάτρης του μπισμαρκικού «εφικτού της πολιτικής και αυτόκλητος μάρτυρας υπεράσπισης της τωρινής πολιτικής κατάστασης», πώς γίνεται να επιλέγει τον ειρωνικό σχολιασμό της φράσης «κατάργηση των μνημονιακών νόμων», ξεχνώντας (;) και αποσιωπώντας – κοινώς: κάνοντας γαργάρα - το γεγονός, πως δίπλα του, στον ίδιο χώρο της εφημερίδας που αρθρογραφεί, λόγω της εθελουσίας εξόδου (σύγχρονος όρος της μνημονιακής πολιτικής, ο οποίος περιγράφει «κομψά» την ψυχρή απόλυση) έχουν βρεθεί ξαφνικά στον δρόμο, πάνω από 15 εργαζόμενοι δημοσιογράφοι, μεταξύ των οποίων και γνωστές υπογραφές, όπως Γιώργος Παπαχρήστος (πολιτικό ρεπορτάζ), Κώστας Γεωργουσόπουλος (θεατρικός κριτικός), Δημήτρης Δανίκας (κριτικός κινηματογράφου και αρθρογράφος), Μικέλα Χαρτουλάρη (αρχισυντάκτρια στο ένθετο βιβλίου), Πόπη Διαμαντάκου (τηλεκρικτικός), Χάρις Ποντίδα (πολιτιστικά ), Νίκος Αμανίτης (επικεφαλής ενθέτων) κ.α. Είναι δυνατόν να ειρωνεύεστε εσείς το σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου;

Θα ήθελα, όμως ειλικρινά να μάθω, πολυγραφότατε κύριε Θεοδωρόπουλε, το ψιλοκομμένο αυτό τουμπεκί, που κάνετε είναι γιατί, όπως εσείς γράφετε περιγράφοντας τον εαυτό σας, χαριεντιζόμενος ως άλλος «εκπεπτωκός νάρκισσος», «η σκέψη σας έχει χάσει προ πολλού τη φρεσκάδα και δε σας επιτρέπει να επαναλαμβάνετε ωραίες κοινοτοπίες με τη σεμνότητα του ανθρώπου που νομίζει πως εφηύρε την πυρίτιδα», αφού «η ορμή της νεότητάς σας, αυτή που σας έκανε να γεύεστε το bouquet των ιδεών, σας έχουν εγκαταλείψει προ πολλού;» Ή κρατάτε το στόμα σας κλειστό και περί άλλα τυρβάζετε, γιατί η «πολιτική ωριμότητα», που σας διακατέχει, έχει ξυπνήσει μέσα σας το τερατάκι μίας νέας «πεφωτισμένης δεξιάς», η οποία βάσει της περίφημης πολιτικής ορθότητας διατυμπανίζει την πιο ακραία αντιδραστική θέση: «κάποια στιγμή πρέπει επιτέλους αυτή χώρα να γίνει χώρα!»; Τα άρθρα σας βασίζονται σ’ αυτήν την αντίληψη.

Αγαπητέ ώριμε σοφέ ρεαλιστή επιμελητή εκδόσεων συγγραφέα και αρθρογράφε, δεν καταλαβαίνετε πως με το να ενδύεστε το φθαρμένο ένδυμα του Σαβοναρόλα και να μιμείστε τους υστερικούς Αμερικάνους ιεροκήρυκες, σκαρφαλωμένος στον άμβωνα με τεντωμένο το δάχτυλο νουθετώντας τ’ απολωλότα πρόβατα για αριστερό παλιμπαιδισμό, στηρίζετε μια πολιτική κατάσταση, που οδηγεί αυτόν τον τόπο σε πλήρη εξαθλίωση; Δεν καταλαβαίνετε, πως αυτή η στάση εγείρει ευλόγως, αν όχι υπόνοιες διατεταγμένης αποστολής, εγείρει σκέψεις του τύπου «γλύφουμε αυτούς μέχρι τώρα μας έκαναν να φαινόμαστε στα μάτια μας σημαντικοί». Σταματήστε όσο είναι καιρός αυτήν την επωδό που λέει, πως όλο αυτό που μας συμβαίνει πρέπει να το αντιμετωπίσουμε με τη φαταλιστική αποδοχή του μονόδρομου («η κατάσταση πλέον είναι μη αναστρέψιμη», είχατε γράψει πριν από κάποιους μήνες, αν θυμάστε) και να το δούμε «ως αναγκαίο κακό, που μπορεί να μας βγει και σε καλό, γιατί ούτως ή άλλως χρειαζόταν ένα σοκ η ελληνική κοινωνία!». Κι αν δε θέλετε να σταματήσετε αυτήν την κατρακύλα, γιατί ίσως να μην υπάρχει πλέον ίχνος αισχύνης για ό,τι γίνεται σ’ αυτή τη χώρα, ας μας απαντήσετε όλες εσείς οι Μαρίες Αντουανέτες και οι Αντωνίες Ραφαέλες με τα παντεσπάνια και τα μπριος τύπου «θα βγει σε καλό, χρειαζόταν ένα σοκ!», με ποιον είστε; Με το πρόβατο ή με το λιοντάρι; Γιατί αν είστε με το λιοντάρι, τουλάχιστον μη βελάζετε!

Με τις υγείες σας, κύριε Θεοδωρόπουλε
και αν χρειαστεί θα επανέλθω γιατί έχω κι άλλα να σας πω.

Γιώργος Κιμούλης

30 Δεκεμβρίου 2012

Η διαδρομή της λίστας Λαγκάρντ δείχνει τον Ευάγγελο Βενιζέλο...


Ποιος είναι ο υπ’ αριθμόν ένα ύποπτος στην υπόθεση της Λίστας Λαγκάρντ; Ο Παπακωνσταντίνου ή ο Βενιζέλος; Η περιπετειώδης διαδρομή της λίστας και τα αυτονόητα ερωτήματα που προκαλεί η πλημμελής – ή και κακουργηματική – διαχείρισή της από τους υπουργούς Οικονομικών των κυβερνήσεων Παπανδρέου και Παπαδήμου (θυμίζουμε ότι στη δεύτερη συμμετείχε ο Αντ. Σαμαράς) δίνουν απαντήσεις που συγκρούονται με την εσπευσμένη στοχοποίηση ενός προσώπου (του Γ. Παπακωνσταντίνου) ως μοναδικού υπεύθυνου για την απόκρυψη και την αλλοίωση της λίστας. Και την αστραπιαία συγκυβερνητική συναπόφαση για σύσταση προανακριτικής επιτροπής στρεφόμενης αποκλειστικά και μόνο κατά του προκατόχου του Ευ. Βενιζέλου στο υπουργείο Οικονομικών.

Ή διαδρομή της λίστας

1. Τον Οκτώβριο του 2010 η λίστα παρελήφθη σε μορφή CD από τον υπουργό Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου. Η παραλαβή της δεν πρωτοκολλήθηκε. Δεν υπήρξε καμία ανακοίνωση για την ύπαρξη της συγκεκριμένης λίστας ούτε για κάποιες πιθανές ενέργειες του υπουργού για την διερεύνηση του περιεχομένου της.

Τα Ερωτήματα:
-Γιατί δεν πρωτοκολλήθηκε η λίστα Λαγκάρντ κατά την παραλαβή της;
-Γιατί δεν δόθηκε, αμέσως, εντολή προς τις αρμόδιες οικονομικές και δικαστικές υπηρεσίες για τη διερεύνηση και τον οικονομικό έλεγχο όλων των προσώπων της λίστας;
-Ποιοι είδαν το περιεχόμενο της λίστας και ποια από τα ονόματα που περιλαμβάνονται σ’ αυτήν ενημερώθηκαν - και από ποιους - κατά τη διάρκεια των επτά μηνών (10/2010 – 6/2011) που διήρκεσε η απόκρυψη της λίστας και η σιωπή;
-Ο Γ. Παπακωνσταντίνου είδε τα ονόματα των συγγενών του στη λίστα. Την παρακράτησε για να καλύψει μόνο τους συγγενείς του - και την αλλοίωσε γι αυτό - ή για να καλύψει άλλα ονόματα της οικονομικής ελίτ που περιείχε;

2.Τον Ιούνιο του 2011 (μετά την μετακίνηση του Γ. Παπακωνσταντίνου από το υπουργείο Οικονομικών), μαθαίνουμε ότι ενημερώθηκε ο τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ Ι. Διώτης για τη λίστα και την προέλευσή της και ότιτου παραδόθηκε με τη μορφή USB.

Τα Ερωτήματα:
-Γιατί ο Ι. Διώτης παρέλαβε τη λίστα σε μορφή USB; Τι απέγινε το αρχικό CD που παρέλαβε ο Γ. Παπακωνσταντίνου;
-Η λίστα που παρέλαβε ο Ι. Διώτης με τη μορφή USB πόσα ονόματα περιείχε; Περιλαμβάνονταν σ’ αυτά οι συγγενείς του Γ. Παπακωνσταντίνου ή είχαν ήδη «σβηστεί»;

3. Τον Αύγουστο του 2011 παραδόθηκε η λίστα Λαγκάρντ στον τότε υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης Παπαδήμου, Ε. Βενιζέλο. Τότε ο Ι. Διώτης, κατά μεταγενέστερη δήλωσή του Ε. Βενιζέλου, προέβαλλε κάποιες νομικές ενστάσεις όσον αφορά την αξιοποίηση της λίστας από τις οικονομικές υπηρεσίες και ο Ε. Βενιζέλος πέταξε τη λίστα στα «αζήτητα» του γραφείου του.

Τα Ερωτήματα:
-Πιστεύει κανείς ότι ο Ι. Διώτης μετέφερε νομικές απόψεις για την αξιοποίηση ή μη της λίστας στον αρχιτέκτονα του νόμου για τη χρήση των προϊόντων υποκλοπών; Μήπως ο ίδιος ο Βενιζέλος του είπε «υπάρχει πρόβλημα, άσ’ το καλύτερα»;
-Πιστεύει κανείς ότι ο Βενιζέλος δεν «άνοιξε» τη λίστα, δεν είδε τα ονόματα που περιείχε και ότι, πέρα από τα «βαριά ονόματα» του οικονομικού συστήματος που περιλαμβάνονται σ’ αυτή, δεν παρατήρησε ότι υπήρχαν μεταξύ αυτών και συγγενείς του Γ. Παπακωνσταντίνου;

4. Στις 2 Οκτωβρίου του 2012, ο Ε. Βενιζέλος, κυβερνητικός εταίρος της κυβέρνησης Α. Σαμαρά, διαβίβασε στο πρωθυπουργικό γραφείο το USB που περιείχε τη λίστα Λαγκάρντ. Ακολούθως η λίστα παραδόθηκε ιδιοχείρως στον επικεφαλής του ΣΔΟΕ Στασινόπουλο, ο οποίος την ίδια μέρα ενημέρωσε επί του θέματος τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ν. Παντελή, ο οποίος την παρέδωσε στον οικονομικό εισαγγελέα Γρ. Πεπόνη. Μετά από 17 μέρες, στις 19 Οκτωβρίου, ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας ενημερώνει τους εισαγγελείς ότι δεν υπήρχε πρωτόκολλο καταχώρησης της λίστας.

Τα Ερωτήματα:
-Τι συνέβη και, μετά από δεκατρείς μήνες, ο Ευ. Βενιζέλος θυμήθηκε ότι ο ίδιος είχε πετάξει το στικάκι με τη λίστα σε κάποιο συρτάρι κάποιου γραφείου του;
-Ποιοι και για πόσες ώρες χρειάστηκε να ψάξουν τα γραφεία του προέδρου του ΠΑΣΟΚ μέχρι να βρεθεί η λίστα;
-Γιατί θυμήθηκε την ύπαρξή της και αποφάσισε να την παραδώσει εν μέσω δημόσιας κατακραυγής και μόνο μετά την ανακοίνωση του Ι. Διώτη ότι είχε επιστρέψει τη λίστα (ως νομικά ‘άχρηστη’) στον Ευ. Βενιζέλο;
-Πιστεύει κανείς ότι ο Ευ. Βενιζέλος, διαχειριζόμενος επί ένα χρόνο και ένα μήνα τη λίστα Λαγκάρντ, δεν γνώριζε τα τρανταχτά ονόματα της οικονομικής ελίτ που περιλάμβανε (μεταξύ αυτών, και των συγγενών του Γ. Παπακωνσταντίνου;
-Πιστεύει κανείς ότι, πριν ο Ευ. Βενιζέλος παραδώσει τη λίστα στον κυβερνητικό του (συν)εταίρο Α. Σαμαρά, δεν είχε την δυνατότητα να την «πειράξει», αφαιρώντας τα ονόματα της οικογένειας του προκατόχου του, προκειμένου να δείξει τον Γ. Παπακωνσταντίνου ως μοναδικό ύποπτο για την αλλοίωση και την απόκρυψη της λίστας Λαγκάρντ;  Πιστεύοντας ότι έτσι θα βγει ο ίδιος (και η κυβέρνηση Σαμαρά) από το «κάδρο» των ενόχων για την απόκρυψη της λίστας και τη συγκάλυψη των προσώπων της οικονομικής ελιτ που αυτή εμπεριέχει;

27 Δεκεμβρίου 2012

Οι ορχήστρες της ασφάλτου...


Κάποιες βραχνές κραυγές βιολιού διεμβόλισαν τον θόρυβο των διερχομένων αυτοκινήτων και γρατσούνισαν τα αυτιά των κουρασμένων μετοίκων της Ομόνοιας. Ακολούθησε μια τσιγγάνικη μελωδία ντυμένη με την αλήτικη γοητεία της Κάρμεν. Αμέσως ένα αεράκι φύσηξε και παραμέρισε το νέφος, καθαρίζοντας οριστικά την εικόνα: ένας Αρμένιος δεξιοτέχνης βιολιστής σε ένα ρεσιτάλ ευαισθησίας, οχτώ το πρωί στην Ομόνοια. Δίπλα του ένα τεράστιο πιάνο με ουρά και ο πιανίστας που άρχισε να πατά τα πλήκτρα γεμίζοντας με μπάσες συγχορδίες τα κενά... Σε λίγο στην Πλάκα οι κιθαρίστες έπαιζαν και τραγουδούσαν αθηναϊκές καντάδες και στο Θησείο ένα jazz - group αυτοσχεδίαζε αρμονικές αντιφάσεις. Ενώ αργότερα η Τραβιάτα του Βέρντι, εκτελεσμένη άψογα από μια μικρή συμφωνική ορχήστρα, μετέτρεψε την πλατεία Κολωνακίου σε μια ανοιχτή καφέ – όπερα...

******
Απομεσήμερο στη Βουκουρεστίου. Ένα κουαρτέτο (βιολί, βιολοντσέλο, όμποε, κλαρινέτο) γεμίζει τον πεζόδρομο με κομψές μελωδικές πιρουέτες. Οι περαστικοί έχουν σχηματίσει κυκλικό ακροατήριο. Ένας μπόμπιρας, τεσσάρων πέντε ετών έχει ξεφύγει απ' το χέρι του μπαμπά και πλησιάζει σοβαρός προς τα μπαγκάζια της ορχήστρας. Σκύβει, σηκώνει μια μικρή φλογέρα κι αρχίζει να φυσά, φτιάχνοντας με τα παιδικά του δάχτυλα μικρές αδέσποτες φευγάτες νότες... Έτσι ακριβώς αρχίζει η μουσική να βγαίνει στον αέρα. Με σκόρπιους ήχους, που αν τους βάλεις σε κάποια σειρά, αποτελούν μια φράση μουσική, μια μελωδία. Και αν συνεχίσει, να ταιριάζεις νότες, φράσεις, μελωδίες, τότε μπορείς να φτιάξεις μόνος σου μια μουσική εικόνα, ένα «έργο».

******
Πιστεύω πως οι άνθρωποι, γεννιούνται μουσικοί. Και ποιητές, ζωγράφοι, γλύπτες, χορευτές και συγγραφείς και θεατρίνοι. Όμως οι πιο πολλοί, νοθεύουν τις αισθήσεις τους νωρίς, καθώς εθίζονται από μωρά στην αθλιότητα που είναι γύρω τους και λέγεται «ανθρώπινη ζωή» και «κόσμος». Στο τέλος γίνονται απλοί ακροατές και θεατές των λίγων που κατάφεραν να μείνουν καλλιτέχνες. Όπως οι Αθηναίοι αυτές τις χριστουγεννιάτικες μέρες. Που έγιναν ακροατές δεκάδων καλόγουστων μουσικών χάπενινγκ σε διάφορα σημεία της πόλης. Όσοι τυχαία βρέθηκαν εκεί στάθηκαν, στ' αλήθεια, τυχεροί ακροατές.


Νίκος Τσαγκρής.1996

21 Δεκεμβρίου 2012

Η επιστροφή των Χριστουγέννων



Aπό τότε τα Χριστούγεννα δεν ξαναήρθαν. Δεν θυμάται πόσα χρόνια πέρασαν. Στην αρχή τα περίμενε. Σχεδόν αρρώσταινε όταν πέρναγαν δίπλα του, τα έβλεπε, μα δεν μπορούσε να τα αγγίξει. Αργότερα, με το χρόνο, τα Χριστούγεννα απέφευγαν να τον επισκεφθούν, γιατί τον έβλεπαν αδιάφορο και ξεχασμένο. Ύστερα τα ξέχασε αυτός. Κάθε χρονιά, σαν έφταναν γιορτές, έπαιρνε στα παιδιά τα δώρα μηχανικά, από συνήθεια. Έπλενε το γυαλιστερό αυτοκίνητο, φόρτωνε την οικογένεια και χανόταν...


Μια δυο φορές βαθιά στη μνήμη του, μέσα από την πάχνη της λήθης, πρόβαλαν ντροπαλά κάποιες εικόνες των τελευταίων Χριστουγέννων: το μικρό τύμπανο με το τενεκεδένιο πλαϊνό περίβλημα χρωματιστό, κόκκινα, μπλε και κίτρινα τριγωνάκια, το ένα μέσα στ' άλλο. Τα δύο ξυλάκια που χτυπούσαν τα παιδιά τα αδέξια μαρς. Ήταν το πιο πολύτιμο δώρο της μαμάς. Ακόμα οι φρέσκοι κουραμπιέδες και το «μελαχρίνάκι», το πιο πλούσιο φτωχό γλυκό, με ζάχαρη άχνη από πάνω. Και τα παιχνίδια στην αυλή, οι παιδικές φωνούλες μέσα από τις κατάλευκες νιφάδες του χιονιού…


Και φέτος, ξαφνικά, χωρίς καμιά προειδοποίηση εκτός από ένα χαμόγελο γυναίκας – δύο φρέσκα χείλια σ' ένα ροζ χαμόγελο – έφεραν πίσω τα Χριστούγεννα. Αυτός ξανάγινε παιδί, πέταξε τα αντρικά παιχνίδια, πολιτική, καριέρα και αυτοκίνητα και μπήκε στην κουζίνα μυρίζοντας με ευγνωμοσύνη το άρωμα απ' τα μελομακάρονα. Ύστερα άνοιξε τα κουτιά με τα πολύχρωμα λαμπιόνια κι έπιασε να στολίζει όμορφα το δένδρο. Στο τέλος έγραψε με παιδικά κραγιόνια στο θολωμένο από τη θαλπωρή τζάμι «Καλά Χριστούγεννα». Και το εννοούσε...
 *Από τη συλλογή χρονογραφημάτων του Νίκου Τσαγκρή "Εγώ, Εμείς, Αυτοί είμαστε"  Εκδόσεις Καστανιώτης 

20 Δεκεμβρίου 2012

Η επιστροφή των Χριστουγέννων...

Από τότε τα Χριστούγεννα δεν ξαναήρθαν. Δεν θυμάται πόσα χρόνια πέρασαν. Στην αρχή τα περίμενε. Σχεδόν αρρώσταινε όταν πέρναγαν δίπλα του, τα έβλεπε, μα δεν μπορούσε να τα αγγίξει. Αργότερα, με το χρόνο, τα Χριστούγεννα απέφευγαν να τον επισκεφθούν, γιατί τον έβλεπαν αδιάφορο και ξεχασμένο. Ύστερα τα ξέχασε εκείνος. Κάθε χρονιά, σαν έφταναν γιορτές, έπαιρνε στα παιδιά τα δώρα μηχανικά, από συνήθεια. Έπλενε το γυαλιστερό αυτοκίνητο, φόρτωνε την οικογένεια και χανόταν...

Μια δυο φορές βαθιά στη μνήμη του, μέσα από την πάχνη της λήθης, πρόβαλαν ντροπαλά κάποιες εικόνες των τελευταίων Χριστουγέννων: το μικρό τύμπανο με το τενεκεδένιο πλαϊνό περίβλημα χρωματιστό, κόκκινα, μπλε και κίτρινα τριγωνάκια, το ένα μέσα στ' άλλο. Τις δύο μπακέτες που έπαιζαν τα παιδικά αδέξια μαρς. Ήταν το πιο πολύτιμο δώρο της μαμάς. Ακόμα οι φρέσκοι κουραμπιέδες και το «μελαχροινάκι», το πιο πλούσιο – φτωχό γλυκό, πασπαλισμένο με ζάχαρη άχνη. Και τα παιχνίδια στην αυλή, οι παιδικές φωνούλες μέσα από τις κατάλευκες νιφάδες του χιονιού…

Μα να που φέτος, ξαφνικά, χωρίς καμιά προειδοποίηση, ένα χαμόγελο γυναίκας – δύο χείλη σ' ένα ροζ χαμόγελο – έφεραν πίσω τα Χριστούγεννα. Αυτός ξανάγινε παιδί, πέταξε τα αντρικά παιχνίδια, πολιτική, καριέρα και αυτοκίνητα και μπήκε στην κουζίνα, μυρίζοντας με ευγνωμοσύνη το άρωμα απ' τα μελομακάρονα. Ύστερα άνοιξε τα κουτιά με τα πολύχρωμα λαμπιόνια κι έπιασε να στολίζει όμορφα το δένδρο. Στο τέλος έγραψε με παιδικά κραγιόνια στο θολωμένο από τη θαλπωρή τζάμι «Καλά Χριστούγεννα». Και το εννοούσε...
Νίκος Τσαγκρής: Από τη συλλογή χρονογραφημάτων Εγώ, Εμείς, Αυτοί είμαστε (Εκδόσεις Καστανιώτης)