5 Νοεμβρίου 2007

Υπερβολική Χρήση Καρατζαφέρη!

Είναι καιρός να τα πούμε για αυτή την -πολιτικά επικίνδυνη- ελαφρότητα με την οποία , το τελευταίο διάστημα, περιβάλλεται ο Γιώργος Καρατζαφέρης και το κόμμα του, ο ΛΑ.Ο.Σ. Απροκάλυπτα, μιλάμε για ένα επικίνδυνο σπορ των καιρών, που εδώ θα το ονομάσουμε «υπερβολική χρήση Καρατζαφέρη». Από τη Νέα Δημοκρατία, αλλά περισσότερο από το ΠΑΣΟΚ και ακόμα περισσότερο από τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Μιλάμε, εντέλει, για το οφθαλμοφανές γεγονός ότι (και πριν και μετά τις εκλογές) και τα τρία αυτά κόμματα πολλάκις χρησιμοποίησαν ή αποπειράθηκαν να χρησιμοποιήσουν - και ακόμα χρησιμοποιούν- τον Καρατζαφέρη και το κόμμα του ως απειλή ή ως φόβητρο για το πολιτικό σύστημα, για το κοινοβούλιο, για τη Δημοκρατία: ως αίτιο και ως αιτιατό προκειμένου να επιτύχουν ψηφοθηρικούς εκβιασμούς και να στήσουν επικοινωνιακού χαρακτήρα ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα.

Το ίδιο αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι, σε όλο αυτό το διάστημα, ο τηλεοπτικός χρόνος τον οποίο απολαμβάνει ο Καρατζαφέρης και τα πρωτοπαλίκαρά του (κυρίως από κανάλια, η πολιτική σπέκουλα των οποίων είναι μια εκλεκτή… υπαρξιακή τροφή) είναι, ποσοτικά και ποιοτικά, πολλαπλάσιος απ’ αυτόν που διατίθεται στην Παπαρήγα, στον Αλαβάνο και στο σύνολο των στελεχών του ΚΚΕ και του ΣΥ.ΡΙΖ.Α μαζί.


Σε μια ισόρροπη, υγιή και αξιοκρατική πολιτική πραγματικότητα, ο Καρατζαφέρης δεν θα ήταν παρά αυτό που πραγματικά είναι: μια αμελητέα πολιτική ποσότητα। Κι ακόμα παρακάτω: μια αμελητέα εξωκοινοβουλευτική πολιτική ποσότητα. Σ’ αυτήν την πραγματικότητα, ο Καρατζαφέρης θα παρέμενε ο γραφικός κύριος «Χέρι-χέρι με τον Καρατζαφέρη», ένα από τα πολλά λούμπεν στοιχεία που εξέθρεψε η Ν.Δ. στα πέτρινα χρόνια της: ένας αριβίστας της ζωής (που πούλαγε ακόμα και γυμνές φωτογραφίες της Μιμής για να επιβιώσει), ο οποίος μετεξελίχθηκε σε έναν αριβίστα της πολιτικής, που πουλάει εθνικιστικά φύκια για πατριωτικές κορδέλες.

Ωστόσο, στην πολιτικά ισοπεδωμένη και ιδεολογικά απονευρωμένη προεκλογική πραγματικότητα, η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α, ανακάλυψαν επιτέλους έναν… επικίνδυνο αντίπαλο: τον «ακραίο», τον «εθνικιστή» τον «ξενοφοβικό» Καρατζαφέρη και το… «επικίνδυνο» κόμμα του! Ό, τι πρέπει για ψηφοθηρική σπέκουλα Και, με την επικούρηση των media άρχισαν την «υπερβολική χρήση Καρατζαφέρη». Προσφέροντας απλόχερα την υπόσταση του θεσμικού πολιτικού ηγέτη στον Καρατζαφέρη και έναν εικονικό γιγαντισμό στον ΛΑ.Ο.Σ.

Στην πραγματικότητα και ο μετεκλογικός ΛΑ.Ο.Σ παραμένει μια αμελητέα πολιτική ποσότητα που συντίθεται κατά το ένα τρίτο από δυσαρεστημένους πασόκους και νεοδημοκράτες και, κατά τα υπόλοιπα δυο τρίτα, από αντιαμερικανούς «εθνιστές» (όχι εθνικιστές) και άλλους πολιτικά συγχυσμένους πατριώτες. Όμως η «υπερβολική χρήση Καρατζαφέρη» συνεχίζεται και μετεκλογικά. Ειδικά από τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α, που αντιμετωπίζει τον ΛΑ.Ο.Σ λες και είναι ο μεγάλος του κομματικός αντίπαλος. Ή μια κυβερνητικής διάστασης εθνικιστική απειλή! Καλά, ντιπ μυαλό σύντροφοι;
Νίκος Τσαγκρής

30 Οκτωβρίου 2007

Από το μέτρον στο μέτριον...

Μες στον διάχυτο πρωινό εκνευρισμό της πόλης (μέγα μέρος του οποίου εκδηλώνεται για μια χούφτα... παρκάρισμα ή για δυο δάχτυλα προτεραιότητα...), η δροσιά της λαϊκής αγοράς. Ορεξη να 'χεις ν' ακούς και μυαλό ν' απομνημονεύεις κουβέντες, που πηγάζουν απ' αυτά τα αδιάκοπα «εκτροφεία» και «αναψυκτήρια» της γλώσσας μας, που μπορεί να μας ρίχνουν στις τιμές, όμως μας μαθαίνουν γράμματα ζωντανά και μας δείχνουν (αυτό δυστυχώς δεν μαθαίνεται...) τι θα πει πλάκα, καλαμπούρι, αλλά και πιο εκλεπτυσμένο σκώμμα: χιούμορ...

Ο μανάβης, νεαρός, ευδιάθετος, σπιρτόζος, διαλαλεί τη φτήνια -υπαρκτή είτε υποτιθέμενη...- του προϊόντος που πουλάει: «Μέτρον άριστον!» Ο πελάτης, σεβάσμιος, περιποιημένος, περιωπής φιλολογικής, χαμηλόφωνα: «Οχι "παν μέτρον"...» Ο μανάβης, πάντα ευδιάθετος, αλλά με προσποιητή ευθιξία -δικαίως, εδώ που τα λέμε- τονίζοντας τις λέξεις: «Είπα εγώ "παν";» Η ευθυμία μου απογειώθηκε. Πού να φανταστείς ότι συνηθέστατο σφάλμα κατά τη νεοελληνική απόδοση του -δημοφιλέστερου ίσως- αρχαίου γνωμικού, που το κάνουμε οι περισσότεροι, δεν το κάνει νεαρός μανάβης λαϊκής αγοράς, του οποίου -έχω παρατηρήσει- αιχμηροί υπαινιγμοί για αρχάριες, δεν φαίνεται να... παρενοχλούν... διατηρητέες της μεσαίας -ηλικιακής- τάξεως...

Φαίνεται ότι στις αγορές κάτι ανθρώπινο, κάτι ζεστό και οικείο σαλεύει ακόμα· δεν το 'χει πάρει κι αυτό -όπως τόσα άλλα- ο διάολος. Υπάρχει μαγιά στην ανθρώπινη επαφή, όταν δεν την παγιδεύουν η πονηριά, η απάτη και η ύπουλη... συμπάθεια. Τώρα, αν τα ψωμιά βγαίνουν -και βγαίνουν συχνά- μπατάλικα, είναι γιατί, σιγά σιγά, πέσαμε από το μέτρον στο... μέτριον άριστον, επειδή, με τον καιρό, σηκώσανε κεφάλι και μας διαφεντεύουν οι (επίχρυσες) μετριότητες...

Πέτρος Μανταίος

27 Οκτωβρίου 2007

Διάσπαση σε ζωντανή σύνδεση!



Είχα την τύχη (ή την ατυχία;) να παρακολουθήσω… live, όπως το λέμε τώρα, τη διάσπαση του ΚΚΕ. Ήταν μια χειμωνιάτικη νύχτα του ’68 στις φυλακές της Αίγινας, στην αχτίνα των πολιτικών κρατουμένων. Στον «θάλαμο των στελεχών», όπως τον λέγαμε, επειδή φιλοξενούσε τα υψηλότερα, μεταξύ όλων των κρατουμένων, στελέχη της ΕΔΑ και του ΚΚΕ.
Πώς βρέθηκα εκεί; Με είχαν περιμαζέψει τα γερόντια (έτσι αποκαλούσαμε τότε τα κομματικά στελέχη) ανάμεσα από τους δεκάδες νεολαίους κρατούμενους (που ήσαν έγκλειστοι σε πλαϊνή αχτίνα), για λόγους που ουδέποτε κατάφερα να διευκρινίσω. Ίσως επειδή ήμουν ο μικρότερος κρατούμενος (για κάτι μήνες γλύτωσα τις φυλακές ανηλίκων), ίσως επειδή με έβλεπαν ως… εύελπι κομμουνιστή. Το γεγονός είναι ότι βρέθηκα στον «θάλαμο των στελεχών». Να με φροντίζουν τα «γερόντια» σαν παιδί τους.

Λοιπόν, εκείνη τη νύχτα του Φλεβάρη οι «γέροντες» ήσαν εξαιρετικά ανήσυχοι. Η ώρα ήταν περασμένη, αλλά ο ύπνος δεν ερχόταν. Με τα πολλά, τους είδα να σηκώνονται ένας-ένας, με τις πιζάμες, και να μαζεύονται κολλητά σε έναν τοίχο, ντυμένο με μια πολύχρωμη πάντα. Ένας απ’ αυτούς, ανασήκωσε την πάντα και αποκάλυψε ένα τρανζιστοράκι κρυμμένο σε μια εσοχή του τοίχου. Γύρισε το κουμπί, έψαξε για λίγο τις συχνότητες και συντονίστηκε στην «Φωνή της Αλήθειας», τον παράνομο ραδιοφωνικό σταθμό του ΚΚΕ. Και τότε συνέβη αυτό που, στην αρχή, σας είπα: βρέθηκα να παρακολουθώ… live (μαζί με κορυφαία στελέχη του κόμματος, παρακαλώ) τη διάσπαση του ΚΚΕ. Την είδηση της διάσπασης εννοώ, βέβαια, συνοδευόμενη από το αυστηρά κατευθυνόμενο, όπως καταλαβαίνετε, ρεπορτάζ της περίφημης 12ης Ολομέλειας.

Περιττό να σας πω ότι αυτό το ιστορικό «ρεπορτάζ» δεν ήταν παρά ένας λίβελος διάσπαρτος ακραίων πολιτικών ύβρεων (του τύπου «οι προδότες», «οι φραξιονιστές», «οι ρεφορμιστές», «οι αντικομμουνιστές» «οι υπονομευτές»), εκτοξευμένος από τη μισή ηγεσία του ΚΚΕ (το «γραφείο εξωτερικού») κατά της άλλης μισής (του «γραφείου εσωτερικού»)। Ακόμα πιο περιττό, να σας θυμίσω το τείχος της μισαλλοδοξίας που ορθώθηκε μετά τη διάσπαση μεταξύ των πάλαι ποτέ συντρόφων (στη ζωή και στο θάνατο!) του ΚΚΕ «εσωτερικού» και του ΚΚΕ «εξωτερικού». Που, ακόμα και σήμερα, χωρίζει το ΚΚΕ από την ανανεωτική αριστερά.

Στο προκείμενο τώρα: Οι ύβρεις, οι συκοφαντίες, οι ρετσινιές, που εκτοξεύονται αυτές τις μέρες από την πλευρά του Γιώργου (πώς να την πω αλλιώς, παράταξη; πτέρυγα;) κατά της πλευράς του Ευάγγελου και τούμπαλιν, αρχίζουν να… υπερβαίνουν το επίπεδο πολιτικού πολιτισμού (!) που επικρατούσε κατά την διάσπαση του ΚΚΕ। Αλλά, πέραν αυτού, υψώνεται ένα τείχος μισαλλοδοξίας (σαν κι αυτό που χώρισε τους κομμουνιστές μετά τη διάσπαση) που χωρίζει ήδη στα δύο τον πυρήνα των μελών και στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Δεν λέω τίποτα. Απλά, βλέπω σφαγές…

Νίκος Τσαγκρής

21 Οκτωβρίου 2007

Σε στιλ Χίλαρι Κλίντον

«Έξι νέα όργανα πρότεινε ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Να δούμε τώρα πόσα θα προτείνει ο Γιώργος για να τον ταπώσει…» Είναι ένα σχόλιο που αλίευσα στο διαδίκτυο, ανάμεσα στα εκατοντάδες σχόλια των blogers για το πολιτικό σόου που, εντελώς δωρεάν, προσφέρει η διασπασμένη ηγεσία του μετεκλογικού ΠΑΣΟΚ στις Ελληνίδες και τους Έλληνες.

Το παραθέτω επειδή το θεωρώ αντιπροσωπευτικό δείγμα της πολιτικής ποιότητας που εκπέμπει αυτό το σόου, αυτή η δημόσια αντιπαράθεση (για να το πούμε πιο ευγενικά) των τριών υποψηφίων προέδρων και των εξαπτέρυγών τους: μια πολιτική ποιότητα με περίσσευμα ποσοτικών και έλλειμμα ποιοτικών χαρακτηριστικών। Πιο… σουρεαλιστικά, μια ποιότητα ποσοτική…


Αυτή η εικόνα, αυτή η προβολή πολιτικών ποσοτήτων (και όχι πολιτικών ποιοτήτων) είναι πρωτοφανής για τα ελληνικά πολιτικά δεδομένα. Επειδή δεν περιγράφει (μόνο) κάποια συμπτωματική ποιότητα πολιτικών πραγμάτων, μια παρακμιακή, ας πούμε, κομματική κατάσταση με φθαρμένες ιδέες και πρόσωπα. Αλλά, μια πρωτόγνωρη για την ελληνική κουλτούρα (και για την ευρωπαϊκή, αν εξαιρέσουμε την πρόσφατη διαδικασία εκλογής προέδρου του ιταλικού Δημοκρατικού Κόμματος) πολιτική λειτουργία. Που μεταβάλλει την, παραδοσιακά, εσωκομματική διαδικασία εκλογής προέδρου ενός ευρωπαϊκού κόμματος (εκλογή με πολιτικά και ιδεολογικά κριτήρια, μέσα από ένα συνέδριο αντιπροσώπων των πιστοποιημένων μελών του κόμματος) σε ένα δημόσιο σόου κατά τα αμερικανικά πρότυπα.

Έτσι, παρακολουθούμε κατάπληκτοι, εμείς οι… παραδοσιακοί, τους τρεις υποψήφιους προέδρους του ΠΑΣΟΚ να συμπεριφέρονται σαν Αμερικανοί γερουσιαστές που διεκδικούν το χρίσμα του δημοκρατικού, να πούμε, κόμματος: να έχουν στήσει προσωπικούς εκλογικούς μηχανισμούς πλήρεις, επαγγελματικούς. Με τους πολιτικούς και επικοινωνιακούς συμβούλους τους, με τις εταιρείες δημοσκοπήσεών τους, με τα όλα τους. Και να παίρνουν σβάρνα τις επαρχιακές περιφέρειες, όπως οι Αμερικανοί γερουσιαστές τις πολιτείες των ΗΠΑ: με την συνοδεία οπαδικών «στρατών», να τα ρίχνουν άγρια ο ένας στον άλλο, σε ταρατατζούμ εκδηλώσεις και συγκεντρώσεις από πόλη σε πόλη. Τα μόνα που λείπουν είναι οι φιλαρμονικές, οι τσιρ-λίντερς, οι σημαίες με τις φωτογραφίες του Γιώργου, του Ευάγγελου και του Κώστα (γιατί, άραγε, τους βάζουμε όλοι μ’ αυτή τη σειρά;) και αυτές οι τεράστιες κονκάρδες με τον φιόγκο να κρέμεται από κάτω.

Ασφαλώς πολλοί θα μιλήσουν για έξαρση δημοκρατικότητας, για πολιτική εξωστρέφεια, ακόμα και για…άμεση Δημοκρατία. Ένας άλλος μπορεί να ξανααρθρώσει εκείνο το… «συμμετοχική Δημοκρατία». Προσωπικά, μίλησα ήδη για μια παρακμιακή πολιτική κατάσταση που τοποθετεί την πολιτική ποσότητα στη θέση της παραδοσιακής ευρωπαϊκής πολιτικής ποιότητας: ένα σόου στη θέση μιας πολιτικής διαδικασίας. Σαν τα σόου που γεννούν πρόεδρους και πολιτικές τύπου Νίξον και Κάρτερ και Ρέιγκαν και Μπους.

Νίκος Τσαγκρής

16 Οκτωβρίου 2007

Η αυτοκριτική του Γιώργου

Να λοιπόν που η περίφημη αυτοκριτική του Γιώργου Παπανδρέου έγινε! Κατόπιν εορτής αλλά, έγινε! Και, απ’ ότι φάνηκε και στα γκάλοπ, έπιασε τόπο: τώρα, για ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ (και όχι μόνον αυτών) ο Γιώργος υπήρξε εξιλαστήριο θύμα του Σημιτικού εκσυγχρονισμού και, δέχτηκε το δαχτυλίδι του μαρτυρίου (!) θυσιαζόμενος υπέρ κομματικών βωμών και εστιών! Για να αποδειχτεί κάτι που, εδώ και χρόνια, έχω γράψει: η αυτοκριτική των πολιτικών μοιάζει με την εξομολόγηση στη Θρησκεία. Όπως η εξομολόγηση εξασφαλίζει την παραμονή του θρησκευόμενου στους κόλπους της Εκκλησίας, έτσι και η αυτοκριτική εξασφαλίζει την παραμονή του πολιτικού στους κόλπους της πολιτικής...

Αρκεί όμως η αυτοκριτική για να εξασφαλίσει την παραμονή του Γιώργου, όχι απλώς στους κόλπους της πολιτικής αλλά, στους κόλπους της προεδρίας του ΠΑΣΟΚ; Ελπίζω όχι. Γενικότερα, ένας πολιτικός ηγέτης, ένα καθεστώς, δεν μπορούν να «κλείνουν» τους λογαριασμούς τους με μια αυτοκριτική. Δεν πάνε έτσι μπροστά, σε περίπτωση δυστυχίας. Μεταφέρουν τη δυστυχία τους στον μαυροπίνακα. Δεν συντελούν στο να προληφθεί κανένα κατοπινό ατύχημα. Γιατί; Διότι, όπως και η κακολογία, έτσι και η αυτοκριτική θρέφεται από το παρελθόν και, προπαντός, δεν της γυρεύει κανείς να περιγράψει το μέλλον…

Νίκος Τσαγκρής

10 Οκτωβρίου 2007

Ο αξεθώριαστος επαναστάτης


Ξυριζόσουν στους «λουτήρες» (ένα υπόστεγο μπαζανέμι ελεεινό και τρισάθλιο) του παραρτήματος των φυλακών Αβέρωφ. Μπήκε και σε πλησίασε, βαρύς και κάτωχρος, ο Ανέστης Σουβατζόγλου, φίλος γκαρδιακός από τους Λαμπράκηδες. «Τι συμβαίνει;», ρώτησες ανήσυχος. «Δεν το πιστεύω...», προλόγισε και συνέχισε: «Είπαν στις ειδήσεις ότι φάγανε τον Τσε. Αλλά σίγουρα είναι αμερικάνικη προπαγάνδα!» -10 Οκτωβρίου 1967...

Τέσσερα χρόνια μετά, χειμώνας του '71, νιόπαντρος σε δυαράκι του Παγκρατίου, εισέβαλαν, περασμένα μεσάνυχτα και τσακιρωμένοι, οι άλλοι δύο της αξεχώριστης τριάδας, ο Αλέκος Αργυροκαστρίτης και ο Αντώνης Ταβάνης- μονίμως παρόντες πια στο ανθεστήριο της μνήμης. Είχαν μαζί τους -πιο σωστά, έσερναν...- έναν προπολεμικό ρεμπέτη, τον Βασίλη Ξενάκη, ταπωμένο ίσαμε τα μπατζάκια του τριμμένου παντελονιού του. Κουβαλούσε ένα αρχαίο τρίχορδο που το έφερνε γύρα -ζητιανόξυλο- στα κουτούκια των Αμπελοκήπων και το έγδερνε βγάζοντας μια περίληψη -δεν χρειαζόταν περισσότερο- από τραγούδι και χαρτζιλίκι. «Τι ωραίος Χριστός είν' αυτός, ρε μόρτες!», αναφώνησε, μόλις κάθησε και αντίκρισε στον τοίχο το πορτραίτο του νεκρού Τσε, όπως το είχε ανατυπώσει και μεγεθύνει στο φωτογραφείο του ο Αλέκος. Σκηνή αξεθώριαστη: να φεύγουν οι τρεις ξημερώματα, με τον Ξενάκη στη μέση να βαστά στη μία μασχάλη το μπουζούκι και στην άλλη, το πορτραίτο του Τσε...

Ετσι τους θέλαμε τότε -τους φυλάμε ακόμα- τους επαναστάτες: αδιάψευστους, ονειρώδεις, αξεθώριαστους, να παίρνουν κάτι από το φόβο, τη δειλία μας και να το κάνουν θάρρος, γενναιότητα. Σε μια στιγμή κρίνονται όλα: εκεί που ελκόμενος από μαγνήτες ανεξιχνίαστους -δεν μπορείς, σκύβεις και λες «ναι» ή που μπορείς, ορθώνεσαι και λες «όχι»- 9 Οκτωβρίου 1967-2007...

Πέτρος Μανταίος

6 Οκτωβρίου 2007

Κοροιδεύουν την κοινωνία

«Ποιος είναι ο καταλληλότερος ηγέτης για το ΠΑΣΟΚ;» Το ερώτημα που, μετά τις εκλογές, απασχολεί καθημερινά το ελληνικό πολιτικό σύμπαν είναι ένα ερώτημα περιττό, αφού από την πλειονότητα των μελών και ψηφοφόρων του κόμματος έχει απαντηθεί: καταλληλότερος ηγέτης για το ΠΑΣΟΚ θα ήταν ο «αριστερότερος», αυτός που θα ταίριαζε περισσότερο στο ΣΟ (σοσιαλιστικό) του ΠΑΣΟΚ.

Αλλά το ΠΑΣΟΚ, εδώ και πολλά χρόνια, δεν ενδιαφέρεται να είναι σοσιαλιστικό. Πρώτα απ’ όλα, είναι κόμμα εξουσίας και αυτή η προτεραιότητα περιορίζει τα όρια της πολιτικής και ιδεολογικής αυτονομίας του. Και καθορίζει τα βασικά χαρακτηριστικά του. Την πολιτική φυσιογνωμία του, τις πολιτικές επιλογές και το κυβερνητικό του πρόγραμμα, το προφίλ του ηγέτη. Που πρέπει να είναι συμβατά με το – νεοφιλελεύθερου χαρακτήρα– ευρωπαϊκό και διεθνές, οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον, προκειμένου να διατηρείται ανοιχτή η πρόσβαση στην κυβερνητική εξουσία.

Από την εποχή του Σημίτη και εντεύθεν, αυτή η ανάγκη εγκλωβίζει το κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ και την ηγεσία του σε μια εκούσια κεντροδεξιά πολιτική «ομηρία», που συνιστά απαγορευτική κάθε αριστερή στροφή. Αυτή την «ομηρία», εθελουσίως υφίστανται (προκειμένου να κυβερνήσουν) τα περισσότερα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Και βέβαια, οι τρεις μνηστήρες της προεδρίας και φερέλπιδες πρωθυπουργοί, ο Γιώργος, ο Ευάγγελος και ο Κώστας. Οι οποίοι κοροϊδεύουν την κοινωνία του ΠΑΣΟΚ και την κοινωνία εν γένει, όταν επαγγέλλονται (και οι τρεις το κάνουν) αριστερή στροφή.

Ε, λοιπόν, καταλληλότερος για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ είναι όποιος… το κάνει λιγότερο. Όποιος, δηλαδή, παίζει λιγότερο τον αριστερό. Μόνο και μόνο, επειδή κοροϊδεύει λιγότερο την κοινωνία του ΠΑΣΟΚ. Και την κοινωνία εν γένει.
Νίκος Τσαγκρής

28 Σεπτεμβρίου 2007

Φοριέται πολύ η Αριστερά!..


Να που η αριστερά ήρθε πάλι στη μόδα. Ας είναι καλά το… όλον ηττημένο ΠΑΣΟΚ πού την ξαναθυμήθηκε. Όπως θυμούνται οι γριπιασμένοι την ασπιρίνη: να ρίξουν τον πυρετό της ήττας.

Ακριβώς. Μόνο και μόνο για να ξορκίσουν τον πυρετό της ήττας, ορισμένα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, εισάγουν και πάλι στο ρητορικό τους ρεπερτόριο τη λέξη «αριστερά», αυτή την πασοκοφτυσμένη, τα τελευταία χρόνια, λέξη. Μα πάλι, σαν κενή λέξη την εισάγουν. Και όχι ως έννοια που υποδηλώνει την ανταγωνιστική της δεξιάς κοινωνική δύναμη που περιλαμβάνει όλους εκείνους που είναι αντίθετοι στην κατεστημένη τάξη και θέλουν να την ανατρέψουν και να την αντικαταστήσουν με μιαν άλλη, επειδή υποφέρουν απ’ αυτή.

Εντάξει, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, ο Γιώργος υποφέρει. Όμως, επειδή έχασε μιαν ακόμα ευκαιρία να διαχειριστεί την κατεστημένη τάξη και όχι επειδή θέλησε να την ανατρέψει και να την αντικαταστήσει με μιαν άλλη.

Τώρα, κατόπιν εορτής, μοιάζει να διαγωνίζεται σε αριστερισμό με τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Ο οποίος, τώρα επίσης, κατόπιν εορτής, πλασάρεται ως ο Λένιν τον Σεπτέμβρη. Προκειμένου να ανατρέψει τον ρεφορμιστή Γιώργο… Κερένσκι και να οδηγήσει νικηφόρα το κίνημα ενάντια στον τσάρο Κωνσταντίνο τον Καραμανλή, τον νεότερο. Ο οποίος, με τη σειρά του, τη βγήκε για δεύτερη φορά απ’ αριστερά στο ΠΑΣΟΚ, και ξανακέρδισε τις εκλογές.

Ναι, το αριστερό ρούχο φορέθηκε πολύ τελευταία. Και όχι μόνο στο ΠΑΣΟΚ. Εκεί με τα χίλια ζόρια και έτσι, για το θεαθήναι! Μήπως ταιριάξει, επιτέλους, το look του Γιώργου, με το «ΣΟ» (σοσιαλιστικό) του ΠΑΣΟΚ. Το αριστερό ρούχο φορέθηκε από κάθε πολιτικής καρυδιάς καρύδι (ακόμα κι απ’ το… καρύδι που ονομάζεται Καρατζαφέρης) ως το έντιμο ρούχο. Και φορέθηκε από δεκάδες χιλιάδες απογοητευμένους πολίτες. Που ψήφισαν το ΚΚΕ της Παπαρήγα, ας πούμε, μόνο και μόνο επειδή διαθέτει αυτό που εξέλειπε από τα δυο κόμματα εξουσίας, την πολιτική και ιδεολογική πίστη και αξιοπιστία. Και τον ΣΥΡΙΖΑ, επειδή αυτή τη φορά εξέφρασε μια ελκυστική, καθώς φάνηκε, πρόταση ριζοσπαστικού αριστερού εκσυγχρονισμού.

Τώρα επιχειρείται να ξαναφορεθεί από τους μνηστήρες της χηρεύουσας προεδρίας του ΠΑΣΟΚ. Προφανώς επειδή είναι το μόνο καθαρό πολιτικό ρούχο που απέμεινε στη χώρα μας: ένα καθαρό πουκάμισο που ο…φορέας του, νομίζει ότι αρκεί να το φορέσει για να ξεπλύνει όλες τις ιδεολογικές και πολιτικές βρωμιές που κουβαλάει.

Πλάνη οικτρά: η τριακονταετής μεταπολιτευτική πείρα έχει στερεώσει την γενική πεποίθηση ότι το αριστερό πουκάμισο ταιριάζει μόνο στο ΚΚΕ και στον Συνασπισμό. Και ότι κάθε που το φοράει το ΠΑΣΟΚ, δεν είναι παρά ένα πουκάμισο αδειανό…

Νίκος Τσαγκρής

25 Σεπτεμβρίου 2007

Να κάνεις το έγκλημα εφικτό...

Ένα ήθελα να ξέρω: η στάχτη που βγάζουνε από τις κάλπες πού προσμετράται; Στα λευκά ή στα άκυρα; Έτσι κι αλλιώς γκρίζα ψηφοδέλτια δεν υπάρχουν. Πού, λοιπόν, προσμετράται η στάχτη των καμένων σωμάτων και των καμένων ψυχών; Είναι ψήφος άραγε της διαμαρτυρίας που ωφελεί τα μικρά κόμματα; Ή μήπως είναι ψήφος της ανάγκης (προς το πρώτο κόμμα) και ώριμο τέκνο της οργής (προς το δεύτερο κόμμα). Πού να ξέρεις...

Η στάχτη είναι στάχτη και μόνο στάχτη. Οι κάλπες καπνίζουν ακόμα από τα αποκαϊδια των ψηφοδελτίων κι όμως ό,τι ήταν να αποφασιστεί αποφασίστηκε από την ιερή αγελάδα της πλειοψηφίας, προσκυνήθηκε αρκούντως και αρμοδίως και τα πράγματα πήραν και πάλι τον δρόμο τους βαθμηδόν. Κι εμένα εσχάτως μου αρέσει πολύ αυτό το βαθμηδόν. Κολλάει παντού γιατί δείχνει ότι τα πάντα είναι πολιτική βαθμηδόν και η πολιτική είναι η εξαίσια εκείνη τέχνη του εφικτού, όπου το εφικτό εκλαμβάνεται ως βαθμιαία καταβαράθρωση κάθε πράγματος που υπερβαίνει το ύψος μας με τέτοιο τρόπο ώστε το ύψος μας να καταστεί μέτρον και βάσει αυτού να καθοριστεί το είναι ανέφικτο. Μάλιστα.

Το καταλάβατε; Αν όχι, δεν πειράζει. Θα το καταλάβετε βαθμηδόν, καθώς το ίδιο βαθμηδόν η στάχτη θα παρασέρνεται από τον ελαφρύ φθινοπωρινό άνεμο των υπουργικών συμβουλίων και ενώ ο νέος υπουργός Πολιτισμού (τυχαίο, αν και όχι εντελώς, το υπόδειγμα ανδρός) Μιχάλης Λιάπης θα σκουπίζει διακριτικά ένα ξαφνικό δάκρυ ενθυμούμενος τη στάχτη της Αρχαίας Ολυμπίας, την οποία ο προκάτοχός του είχε θεωρήσει πταίσμα. Αυτό είναι το εφικτό. Αυτή είναι η στάχτη της κάλπης: να χαμηλώνεις το έγκλημα στο ύψος του εαυτού σου, να το δένεις με μιαν ωραία γραβάτα, ώστε να γίνεται τόσο πραγματικό, τόσο εφικτό που πια δεν είναι έγκλημα…


Κώστας Καναβούρης

21 Σεπτεμβρίου 2007

Εκλογικές απάτες, γενικώς.


«H δημοκρατία δεν δημιουργείται από κανένα γραπτό κείμενο. Αν, προτού να μπει στη νομοθεσία, δεν είναι ήδη ένας τρόπος και μια θέληση ζωής, μια μορφή κοινής ηθικής ενσαρκωμένη στην καθημερινή στάση της κοινότητας των ανθρώπων, τότε δεν αντιπροσωπεύει παρά μιαν απάτη της εξουσίας», σημειώνει ένας σπουδαίος Γάλλος στοχαστής.

Θυμήθηκα αυτό το απόφθεγμα την ώρα που βγήκαν στον τηλεοπτικό «αέρα» τα πρώτα exit polls. Ίσως ήταν τα πρώτα αποτελέσματα που θεμελίωσαν την προγενέστερη αίσθησή μου ότι αυτές οι εκλογές δεν ήταν παρά μια απάτη της εξουσίας. Μια ταχυδακτυλουργία, που έγινε για να αποδώσει παράταση ζωής στην καραμανλική κυβερνητική γραφειοκρατία. Και απέδωσε. Τα υπόλοιπα, το… «σοκ στο ΠΑΣΟΚ», η «άνοδος της αριστεράς» και το «πέμπτο κόμμα» ήσαν τα απόπαιδα του… δημοκρατικού εκλογικού συστήματος: στάχτη στα μάτια της Δημοκρατίας…

«Σοκ στο ΠΑΣΟΚ»; Αστεία πράγματα. Όλοι γνώριζαν ότι το ΠΑΣΟΚ θα χάσει με δυο-τρεις μονάδες και, το «σοκ στο ΠΑΣΟΚ» είναι αδύνατον να επήλθε επειδή οι μονάδες της ήττας έγιναν τέσσερις. Επομένως, εδώ είχαμε μιαν απάτη της εξουσίας του ΠΑΣΟΚ. Της ηγεσίας του, δηλαδή, που, ενώ γνώριζε ότι θα χάσει, έπαθε… σοκ όταν έχασε: το σοκ της ήττας είναι ό,τι πρέπει για να γεννήσει ήρωες και σωτήρες!

Και να που πρώτος ο Ευάγγελος ξεπέρασε(!) το σοκ. Και προέταξε τα στήθη αυτοπροσδιοριζόμενος ως ο επόμενος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Προκειμένου να σώσει(!) την παράταξη.

Και ο Κώστας Σημίτης. Αυτός προσφέρθηκε αμέσως να εγγυηθεί τις διαδικασίες. Ποιοί υπονομεύουν τις διαδικασίες, σύντροφε; Όλοι γνωρίζουμε ότι ήσουν ο υπέρτερος υπονομευτής των διαδικασιών στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ. Τότε που, εν είδει βυζαντινού αυτοκράτορα, έδωσες στον Γιώργο το στέμμα της προεδρίας του κινήματος.

Ύστερα, βγήκε ο πρόεδρος Γιώργος, ο χαμένος. Και μίλησε για εξωθεσμικά κέντρα που προσπαθούν να χειραγωγήσουν το ΠΑΣΟΚ. Και μας κούφανε: καλά, σοβαρά δεν γνωρίζεις, πρόεδρε, ότι δουλειά κάθε… καλού κέντρου, εξωθεσμικού ή… εσωθεσμικού, είναι η προσπάθεια χειραγώγησης του ΠΑΣΟΚ; Και της Νέας Δημοκρατίας, βέβαια. Και κάθε… αξιοπρεπούς πολιτικού κόμματος.

Ε, λοιπόν, εμείς το γνωρίζουμε. Και γνωρίζουμε ότι η ομπρέλα για την αποτροπή όποιας χειραγώγησης των κομμάτων (από εξωθεσμικά κέντρα και αυτόκλητους σωτήρες και πονηρούς εγγυητές των διαδικασιών) είναι όχι η «καταστατική λειτουργία του κόμματος», όπως με ξύλινη γλώσσα ρητορεύουν οι… «νομοταγείς» πονηροί πολιτευτές, αλλά η ουσιαστική δημοκρατική των κομμάτων.

Γιατί η εσωκομματική δημοκρατία δεν δημιουργείται από γραπτά κείμενα. Αν προτού μπει στα καταστατικά δεν είναι ήδη μια θέληση ζωής, μια κοινή ηθική ενσαρκωμένη στην καθημερινή στάση της κοινότητας των μελών, των στελεχών και, κυρίως, της ηγεσίας ενός κόμματος, τότε δεν αντιπροσωπεύει παρά μιαν απάτη της ηγεσίας του συγκεκριμένου κόμματος.


Νίκος Τσαγκρής

17 Σεπτεμβρίου 2007

Μέγιστο των πολιτών μέλημα...

Μόλις, τέσσερις ημέρες προ των εκλογών, άρχισα να υποψιάζομαι -ο αφελής!- το... άρρητον και άδηλον των δημοσκοπήσεων. Αρρητες και άδηλες μεν -που σημαίνει δεν ομολογούνται ούτε φανερώνονται, κατά τα συμπεφωνημένα...-, ο κόσμος το 'χει τούμπανο δε. Που θα πει: μια χαρά περπατάνε (κυλιόμενες, κουτρουβαληδόν ή πηδηχτές...) και στα μουλωχτά διοχετεύονται, από τους παραγγέλλοντες, όπου δει -στα ανά την επικράτεια και την ομογένεια της διασποράς «ηχεία»...- και σε «συσκευασία προτιμήσεως»...

Χάος και εδώ. Οπως χάος και με την εσπευσμένη (αδυνατώ να το χωνέψω!) προκήρυξη των εκλογών και την απνευστί προεκλογική περίοδο. Οπως χάος και με τις πυρκαγιές, που θέρισαν ζωές, δάση και καλλιέργειες, έκλεισαν σπίτια και άνοιξαν κρουνούς παροχών -και υποσχέσεων- στην αθλιότερη «επιχείρηση δωροδοκίας» που γνώρισε ο τόπος. Χάος λοιπόν και στις δημοσκοπήσεις. Και χάος -σε χοντρές γραμμές- σημαίνει απουσία κάθε θεσμισμένου ελέγχου. Να μη γνωρίζει δηλαδή -επισήμως και υπευθύνως- ο δήμος που σκοπείται, τι... εσκόπευσε. Αλλά να «μαθαίνει», τεχνηέντως, το «περίπου». Ωστε, όχι ως ενημερωμένος πολίτης, αλλά σαν παγιδευμένος πελάτης να άγεται εκ της «φήμης» του καταστήματος.

Γι' αυτό και θάλλουν κορυφούμενα (των... ασυμμέτρων το κάγκελο γίνεται!) τα στοιχήματα στις πολιτικής -όπως την καταντήσαμε- τον ιππόδρομο...Θα επιμείνω -πριν και μετά τις εκλογές- ότι όσα, πρωτοφανή, τουλάχιστον από τη μεταπολίτευση και εδώ, συμβαίνουν σήμερα -κύρια ευθύνη των οποίων φέρει ο πρωθυπουργός-, συνιστούν έκπτωση της πολιτικής και ασέβεια προς τη δημοκρατία.

Δεν ξέρω τι θα πράξουν οι επόμενοι που, εν τέλει, είναι οι ίδιοι. Ομως, η ανόρθωση της πολιτικής, πρέπει να είναι το μέγιστο των πολιτών μέλημα...

Πέτρος Μανταίος (από την Ελευθεροτυπία)

6 Σεπτεμβρίου 2007

Μια ψήφος δεν αρκεί...




Όλο και πιο αραιά συναντά κανείς, στον διεθνή Τύπο, κείμενα για το μέλλον της Αριστεράς Όσο για το παρόν της, αυτό εξαντλείται σε ενστικτώδεις προσπάθειες κοινοβουλευτικής αυτοσυντήρησης. Όπως οι τωρινές προσπάθειες του ΣΥ.ΡΙΖ.Α και του ΚΚΕ, εν όψει των εκλογών.

Έτσι, κάθε φορά που ψαρεύω ένα θεωρητικό αριστερό… απολειφάδι στις όχθες κάποιων «κεντροαριστερών» εφημερίδων, φαντασιώνω τα ανέλπιστα: «Να, λοιπόν, έφτασε η στιγμή που οι αριστεροί αφυπνίζονται, έφτασε ο χρόνος που (επιτέλους!) αναπτύσσονται ιδέες για την κοινωνική αναγέννηση, για την ανασυγκρότηση των σοσιαλιστικών ιδεών και οραμάτων, για τη δημιουργία του νέου, μεταμοντέρνου ουμανισμού»!

Μέχρι που, εντελώς τυχαία, ξαναδιάβασα εκείνο το κείμενο της Ρόζας Λούξεμπουργκ Γραμμένο στις φυλακές Μπρεσλάου, τον Δεκέμβριο του 1917: «Είμαι ξαπλωμένη μόνη και σιωπηλή, τυλιγμένη στις πολλαπλές μαύρες πτυχές του σκότους, της ανίας, της ανελευθερίας και του χειμώνα αλλά η καρδιά μου χτυπά με μιαν απέραντη και ασύλληπτη εσωτερική χαρά, λες και τριγυρίζω σε κάποιο ηλιόλουστο, λουλουδιασμένο λιβάδι…»

Και με προσγείωσε: υποτίθεται ότι η μεγάλη επαναστάτρια είναι κλεισμένη μέσα σ’ ένα γερμανικό μπουντρούμι, βιώνοντας έναν ακόμα βασανισμό για τις ανατρεπτικές, τότε, ιδέες της. Και, παρ’ όλα αυτά, βιώνει τη φυλακή σαν ένα ιδανικό τοπίο ελευθερίας!

Τι έχουμε εδώ; Τίποτα ιδιαίτερο. Είναι ένα βίωμα γνωστό στους Έλληνες κομμουνιστές, όμως τόσο ξεχασμένο… Και όταν το ξαναθυμόμαστε μας ξαφνιάζει: μια ιδεολογία, μια πίστη, που στην κοινωνία διώκεται ανελέητα, ενώ στη φυλακή ανθίζει, ελευθερώνεται. Και ο φορέας αυτών των ιδεών, αυτής της πίστης, νιώθει πρωτόγνωρα ελεύθερος όντας στη φυλακή. Απελευθερωμένος από μια σκλαβωμένη ζωή κι έναν σκλαβωμένο θάνατο!

Ο θάνατος που, πράγματι, δεν ήταν φυσικός για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, αφού δολοφονήθηκε από δυνάμεις της γερμανικής Δεξιάς στις 15 Ιανουαρίου του 1919…

Ωστόσο, οι ιδέες της επέζησαν «ελεύθερες», ακόμα και μετά τον θάνατό της. Και άνθισαν. Κι ακόμα δύνανται ν’ ανθίσουν. Πράγμα, όμως, αδύνατον στους τωρινούς καιρούς. Καθώς, ιδέες σαν της Ρόζας Λούξεμπουργκ, εν γένει οι ιδέες του σοσιαλισμού, καταναλώθηκαν, χωνεύτηκαν, έγιναν περιττώματα από «σώματα» εξουσιών και κυβερνήσεων μόνο κατ’ όνομα «σοσιαλιστικών». Κι εμείς, οι εναπομείναντες, «ρετάλια της αριστεράς» κατά τους βολεμένους εξουσιαστές της… «κεντροαριστεράς», να αλιεύουμε αριστερά απολειφάδια στις όχθες περιοδικών κι εφημερίδων.

Όπως αυτό που αλίευσα προ ημερών σε άρθρο αγαπημένου φίλου. Ο οποίος, ύστερα από μια τυπική ανάλυση για το «αβέβαιο καπιταλιστικό παρόν» μας καλούσε να ψηφίσουμε Συνασπισμό για να εξασφαλίσουμε το παρόν και το μέλλον της Ελληνικής Αριστεράς.

Εντάξει φίλε μου, να ξαναψηφίσουμε Συνασπισμό ή ΚΚΕ, μόνο και μόνο για να συντηρήσουμε το κοινοβουλευτικό παρόν της Ελληνικής Αριστεράς. Όμως, εάν το μέλλον της Ελληνικής (και της παγκόσμιας) Αριστεράς αφεθεί στην ανά τετραετίαν ψήφο ημών των αμετανόητων αριστερών, αλίμονο. Θα παραμείνει για πάντα… αόρατο.

Νίκος Τσαγκρής

3 Σεπτεμβρίου 2007

Τελειώσαμε!..

Ρε σεις, τελειώσαμε. Πάρτε το χαμπάρι, η Ελλάδα είναι μια τελειωμένη υπόθεση για να αποπατεί όποιο γουρούνι του γουστάρει. Βγαίνει από τη μια μεριά η Στρατηγός Μπακογιάννη για να υποστηρίξει το Στρατηγό Μαλάκα και δηλώνει στα σοβαρά ότι την Ελλάδα την καίνε τα Εξάρχεια. Και την σεγοντάρει ο Υποστράτηγος Μαλάκας, ο αδελφούλης της. Όλα αυτά στα σοβαρά και ως πολιτική θέση και ενώ ο Αρχιστράτηγος Πρωθυπουργός περιφέρεται ανά τας οδούς και τας ρύμας προσπαθώντας να καταλάβει ποιός είναι, πού βρίσκεται και πού πάει. Του βγάζουν τη γραβάτα, του βάζουν τη γραβάτα. Του βάζουν μπουφάν μέσα στον καύσωνα, του βγάζουν το μπουφάν. Αρκεί να δεις το ματάκι του με το βλεμματάκι του χάους και θα καταλάβεις ότι το πράγμα έχει τελειώσει...

Κι από την άλλη, το ΠΑΣΟΚ. Με τον άλλο τον Αρχιστράτηγο Μαλάκα. Που, μετά από τόσα και τόσα, την μόνη που βρήκε κατάλληλη για επικεφαλής στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ είναι η Φώφη. Η Φώφη, ντε। Η μετενσάρκωση της Πασιονάριας. Και τρόμαξε το σύστημα ολόκληρο. Και έκανε, λέει, δικαστικό πραξικόπημα για να κόψει τη Φώφη απ' το Επικρατείας. Ολόκληρα "Νέα" το κραυγάζουν: "Με πραξικόπημα έκοψαν την Φώφη". Κύριος τίτλος. Μωρέ, τι μας λες; Χλωμιάσανε οι Λάτσηδες και οι πολυεθνικές και συνταράχθηκαν τα θεμέλια του συστήματος. Κατεβαίνει η Στρατηγός Ασήμαντη με στρατιά από αποφασισμένους αντάρτες και κινδυνεύει η χώρα. Κόψτε την! Την τελευταία στιγμή απετράπη η επανάσταση και η έφοδος στα χειμερινά ανάκτορα. Είναι να μην αγανακτείς;

Γι' αυτό σου λέω. Τελειώσαμε.

Στρατηγός Μακρυγιάννης

31 Αυγούστου 2007

Κάηκε η μνήμη του χρόνου


Οι φωτιές είναι ό,τι πρέπει για να γράψει κανείς ωραία κείμενα. Ειδικά τούτες οι άτιμες, οι ανθρωποφάγες, οι ανίκητες φωτιές. Έτσι, τα τσουρουφλισμένα από την θλίψη μερόνυχτα της τραγωδίας, είχα την ευκαιρία να διαβάσω ωραία κείμενα για τις φωτιές που έκαψαν τους Ηλείους, τους Μεσσήνιους, τους Αρκάδες, τους Λάκωνες, τους Ευβοείς.

Όμως δεν είναι μόνο που «η μισή Ελλάδα κάηκε», έτσι γενικώς. Δεν είναι μόνο «η οικολογική ή η οικονομική καταστροφή». Δεν είναι που «χαθήκαν περιουσίες και παρθένα δάση και όμορφα χωριά». Ούτε που «κάηκαν και ξεσπιτώθηκαν εκατοντάδες άνθρωποι του μόχθου και της αγροτιάς». Είναι που η καταραμένη αυτή φωτιά έκανε στάχτη Θείες μνήμες, κι Άγια μυστικά.

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Πύργο Ηλείας. Το πατρικό μου κτήμα, στα όρια της πόλης, μια ανάσα από Λαμπέτι, Κολύρι, Βαρβάσαινα, το ‘γλυψε η φωτιά. Είχε κάψει πριν την Κουτσοχέρα, το χωριό του πατέρα μου. Τις φτέρες, τα πουρνάρια, τις γκορτσιές, τα πεύκα και τα κυπαρίσσια, που έντυναν το ηλιοδαρμένο σώμα του φτωχού χωριού. Τις κερασιές, τις αχλαδιές, τις καρυδιές των παιδικών μου χρόνων και τις λαχταριστές μαύρες σταφίδες που, κρυφά, τρυγούσαμε απ’ τ’ αμπέλια, τα αυγουστιάτικα ακοίμητα μεσημέρια μας, τις ώρες που οι μεγάλοι έπαιρναν αμέριμνοι τον δίκαιο ύπνο τους, κάτω απ’ τον ίσκιο της μεγάλης πλατανιάς.

Κάηκε και το πανηγύρι του Αηλιά. Με εκείνον τον λυτρωτικά απελπισμένο ήχο του ζουρνά. Που μ’ έμαθε να αισθάνομαι, μέχρι δακρύων, τα τραγούδια και τις μουσικές. Και κάηκε το αγαπημένο μου κουτσοχεραίικο γλυκό: φύλλο ανοιγμένο με τον πλάστη, σπιτικό. Μέλι, καρύδια, κανελογαρύφαλλα και πάλι απ’ την αρχή…

Καμμένο και το λατρευτό τοπίο των πρώτων σχολικών μας εκδρομών, το δάσος του Καϊάφα: αρχαία πεύκα με πανύψηλους καμαρωτούς κορμούς, να ξεφυτρώνουν μέσα από τεράστιους αμμόλοφους, χρυσούς. Και να μας υποδέχονται με γελαστές σκιές-χάδια δροσιάς, λίγο πριν πέσουμε με την ανείπωτη λαχτάρα των παιδιών στη χρυσοπράσινη αγκαλιά της θάλασσας.

Λέω, πως τούτη η καταραμένη η φωτιά, πάνω απ’ όλα, έκαψε μνήμες-ψυχές που σύχναζαν εκεί που τώρα, μαύρα και άραχλα αποκαϊδια έχουν απλωθεί. Μνήμες που κατοικούσαν στα καμμένα, τώρα, σπίτια του Ελαιώνα, της Μαγούλας και της Κουτσοχέρας και του Κάτω Σαμικού. Μνήμες του χρόνου, πού είχανε χτιστεί ξερολιθιά πάνω στα σπίτια των Ηλείων που καιγόντουσαν. Κι εκείνοι έμειναν μαζί τους. Να τις σώσουν απ’ τις φλόγες ή μαζί τους να καούν…


Και κάηκαν μαζί τους! Τώρα, ακόμα κι αν τα απανθρακωμένα δάση ξαναφυτευτούν, ακόμα κι αν τα σπίτια, που εξαφάνισαν οι φλόγες, τα χωριά, ξαναχτιστούν, ακόμα κι αν οι άνθρωποι που έγιναν παρανάλωμα αναστηθούν, τίποτα πια δεν θα ‘ναι όπως παλιά…

Νίκος Τσαγκρής

21 Αυγούστου 2007

Άνθρωποι και μύγες...


Όταν μπήκα στο γραφείο, δύο συνάδελφοι σκότωναν μύγες. Κρατούσαν στα χέρια τους από μια εφημερίδα ο καθένας και σκότωναν μύγες! Το θέαμα ήταν εξωπραγματικό. Σουρεαλιστικό. Σπάνιο…

Οι μύγες είναι πια σπάνιο είδος στην Αθήνα. Πιο σπάνιο είναι να δεις ανθρώπους να τις σκοτώνουν. Κι όταν οι άνθρωποι που τις σκοτώνουν είναι δυό δημοσιογράφοι σε ένα γραφείο εφημερίδας, το θέαμα είναι εξωπραγματικό, σουρεαλιστικό, σπάνιο…

Οι μύγες είναι ενοχλητικές। Ακόμα κι αν πρόκειται για τέσσερις μύγες που μπήκαν σ’ ένα δημοσιογραφικό γραφείο ένα αυγουστιάτικο μεσημέρι του 2007, σε μια πόλη όπου οι μύγες αποτελούν σπάνιο είδος.

Ακόμα και τότε είναι ενοχλητικές, και μπορείς να δεις δυό δημοσιογράφους με εφημερίδες στα χέρια να τις σκοτώνουν। Προσφέροντας ένα θέαμα εξωπραγματικό, σουρεαλιστικό, σπάνιο. Τόσο σπάνιο όσο και οι μύγες στην Αθήνα του 2002…

Υπάρχουν άνθρωποι που είναι ενοχλητικοί όσο και οι μύγες. Και άλλοι που είναι πολύ πιο ενοχλητικοί απ’ αυτές. Αλλά σπάνια τους σκοτώνουμε σαν τις μύγες, παρ’ όλο που δεν αποτελούν σπάνιο είδος, όπως οι μύγες, σε μια πόλη σαν την Αθήνα του 2002.

Αυτό αποδεικνύει τον σεβασμό που τρέφει ο άνθρωπος για τον άνθρωπο και, αν όχι αυτό, τον φόβο που έχει ο άνθρωπος για τον άνθρωπο σε σχέση με το φόβο που έχει ο άνθρωπος για τη μύγα.


Υπάρχουν κάποιοι που βλέπουν τους ανθρώπους σαν μύγες। Χαρακτηριστική περίπτωση, ο αμερικανός πρόεδρος Μπους. Ο οποίος απέδειξε πώς δεν έχει κανένα πρόβλημα να σκοτώνει ανθρώπους (αν συμφωνείτε μαζί μου ότι οι ιρακινοί είναι άνθρωποι) όπως οι άνθρωποι σκοτώνουν μύγες.

Ελάχιστοι είναι οι πολιτικοί ηγέτες που ενοχλούνται όταν άλλοι πολιτικοί ηγέτες σκοτώνουν ανθρώπους όπως οι άνθρωποι σκοτώνουν μύγες. Γενικά, οι πολιτικοί ηγέτες ενοχλούνται περισσότερο απ’ τις μύγες παρά από τους άλλους πολιτικούς ηγέτες. Ακόμα κι αν αυτοί σκοτώνουν ανθρώπους όπως οι άνθρωποι σκοτώνουν μύγες.

Όταν μπήκα στο γραφείο, δυο συνάδελφοι σκότωναν μύγες. Δεν τους ρώτησα γιατί τις σκοτώνουν. Ποτέ δεν ρωτάω τους δημοσιογράφους γιατί σκοτώνουν μύγες. Παρ’ όλο που γνωρίζω ότι οι μύγες τους ενοχλούν λιγότερο από τους πολιτικούς. Ιδιαίτερα τώρα, στην προεκλογική περίοδο.

Ναι, το θέαμα των δυο συναδέλφων (να κρατούν από μια εφημερίδα ο καθένας και να σκοτώνουν μύγες σ ’ένα δημοσιογραφικό γραφείο ένα προεκλογικό μεσημέρι του Αυγούστου) ήταν εξωπραγματικό. Αλλά και οικείο. Τόσο εξωπραγματικό, όσο το θέαμα ενός δημοσιογράφου που, προεκλογικά, «ενοχλεί» τους πολιτικούς περισσότερο από μια μύγα. Και τόσο οικείο όσο το θέαμα ενός πολιτικού που, προεκλογικά, «ενοχλεί»τους δημοσιογράφους λιγότερο από μια μύγα.

Νίκος Τσαγκρής

16 Αυγούστου 2007

Η εμπρηστική αλήθεια της ιστορικής αλήθειας και οι εκλογές

Μπροστά στη συμφορά, που έπληξε τη γη της Ελλάδας και τους ασθενέστερους οικονομικά κατοίκους της (αφού οι άλλοι θα κερδίσουν ακόμα κι απ’ τ’ αποκαΐδια), μπροστά στην εκλογική αναμέτρηση (άλλη συμφορά αυτή, αφού εν τέλει δεν πρόκειται να προκύψει παρά μια ακόμα αναδιανομή των σημείων του επικοινωνιακού σκυλοκαβγά ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα) το ζήτημα του βιβλίου Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού μοιάζει ασήμαντο, παρά την ανάκαμψη της δημοσιότητάς του, παρά το γεγονός πως η κυβέρνηση θέλει να προχωρήσει σε εκλογές κάτω από την «εθνοσωτήρια» σκιά του και όχι μέσα στην «τριτοκοσμική» υγρασία του σκανδάλου των ομολόγων, όπως επιθυμεί η αξιωματική αντιπολίτευση. Το Παρόν, θα έλεγε κανείς, είναι τόσο σκληρό, ώστε η ενασχόληση με το παρελθόν καταντά πολυτέλεια, μπροστά στο δυσοίωνο μέλλον που αποκαλύπτουν οι καπνοί των δένδρων και τη λαύρα της πολιτικής αχρειότητας.

Ωστόσο, επειδή κανένα παρελθόν δεν είναι παρελθόν παρά στον βαθμό που σημαίνει κάτι για το παρόν και το μέλλον, το κοινότοπο και εν πολλοίς αστείο ζήτημα των γλωσσικών διατυπώσεων των ιστορικών γεγονότων (κατά τα λοιπά, το εν λόγω θέμα αποτελεί σπουδαίο κεφάλαιο της θεωρίας της επιστήμης) παίρνει τη μορφή μιας ακόμα δοκιμασίας του τρόπου με τον οποίο διεξάγεται στην Ελλάδα ο διάλογος μεταξύ των κοινωνικών ομάδων, της αξιοπιστίας του κρατικού μηχανισμού και εν τέλει της ποιότητας της δημοκρατίας μας, που παρεμπιπτόντως γιόρτασε τριάντα τρία χρόνια. Τριάντα τρία χρόνια, που ήδη διαθέτουν ένα πολιτικό δικαστήριο, από το οποίο προέκυψε τελικά η -έστω και άτυπη- νομιμοποίηση της ατιμωρησίας.
Μια πρώτη αυτοψία στο καμένο τοπίο της δημοκρατίας μας, με βάση τον ανάπηρο διάλογο για το ιστορικό παρελθόν μας και μπροστά στις εκλογές δείχνει πως:

ΟΙ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΩΝ συμπεριλαμβανομένων των ΣΥΝΔΙΚΑΤΩΝ, αδυνατούν να διαχειριστούν -πόσο μάλλον να εκπροσωπήσουν- οποιοδήποτε αίτημα της κοινωνίας των πολιτών, αφού από καιρό συνωστίζονται έξω από τα κέντρα εξουσίας ζητιανεύοντας κάποιον ρόλο. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα κατάλαβαν την δύναμη των Μ.Μ.Ε. ενσωματώνοντας απολύτως τους ρόλους τους στο ρητορικά τεχνάσματα παραγωγής ειδήσεων.

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ δεν εννοεί να παραιτηθεί από το μερίδιο εξουσίας που απολαμβάνει μέχρι σήμερα και αφού συναντά αντιστάσεις στον χώρο της αμιγούς πολιτικής, στρέφεται ραγδαία προς τον χώρο των Μ.Μ.Ε. τα οποία καλωσορίζουν το θρησκευόμενο κοινό, έτοιμα να εκχωρήσουν -επικοινωνιακά προς το παρόν- εξουσία στους αρχιερείς.

Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ αδυνατεί να διαχειριστεί την εξουσία, που ούτως ή άλλως διαθέτει, αφού από καιρό φρόντισε να τη διευρύνει προς την κατεύθυνση του Τύπου και των πολιτικών οργανισμών. Αυτοί που έπρεπε να αποτελούν τον σταθερότερο παράγοντα υπεράσπισης της ουσίας της δημοκρατίας: της αντικειμενικής και ανεξάρτητης σκέψης, παρουσιάζονται ως απολογητές ιδεολογικών τάσεων, που διαμορφώνονται πότε από τα συγκροτήματα Τύπου, πότε από τα πολιτικά κόμματα και πότε από διάφορες επικοινωνιακές συμμαχίες.


ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ αδυνατεί πια να διαχειριστεί οτιδήποτε। Δεν μπορεί καν να παράγει την επικαιρική ιδεολογία που θα του επέτρεπε να διατηρήσει την ευκυβερνησία σ’ ένα στοιχειώδες επίπεδο। Λειτουργεί σαν ανάδοχος δημοσίων εικόνων, προσπαθώντας να καταστήσει τη δική του αρεστή στα target groups των Μ।Μ।Ε। Εξάλλου, δεν μπορεί να εισπράξει το παραμικρό από τη διεξαγωγή μιας σύγκρουσης ανάμεσα στην Εκκλησία και τις ακροδεξιές ομάδες από τη μια και στην επιστημονική κοινότητα και τους Νεοπολιτικούς παράγοντες από την άλλη. Έτσι, το πολιτικό τοπίο διαμορφώνεται αφενός από τις ομάδες που εμμένουν στις Παλαιοπολιτικές αξίες (έθνος, κράτος, λαός, πολιτική, κοινωνική πολιτική, συλλογική δράση), συμφύροντας στοιχεία χριστιανικά, σοσιαλιστικά, κομμουνιστικά και εθνικιστικά, και αφετέρου από τις ομάδες που προωθούν -χωρίς όμως να διαθέτουν ακόμα το απαραίτητο θάρρος ώστε να το δηλώσουν- Νεοπολιτικές αξίες (παγκόσμιος άνθρωπος, διαπλανητικό χωριό, διευρυμένος φιλελευθερισμός, πίστη στον αυτοματισμό της κοινωνικής ανάπτυξης μέσω της μαζικής επικοινωνίας) ωθώντας τις αρχές του Διαφωτισμού στα άκρα. Είναι φανερό πως πίσω από αυτή τη βουβή σύγκρουση κρύβεται η επιθετική τακτική μιας νέας τάξης επιχειρηματιών της επικοινωνίας, που ζητούν διεύρυνση της αγοράς και απελευθέρωση των παραγωγικών σχέσεων και δυνάμεων, οι οποίες περιορίζονται από τα εθνικά σύνορα και τις μεταπολεμικές πολιτικές επιλογές, που επέβαλε η λαϊκή πίεση. Σήμερα, δεν υπάρχει τίποτε πιο προφανές από την προσπάθεια των ανθρώπων της επικοινωνίας να διαβάλουν την πολιτική και τους πολιτικούς, να πείσουν τις μάζες πως οι ίδιοι μπορούν να διαχειριστούν καλύτερα τα κοινωνικά προβλήματα και εν τέλει να κυβερνήσουν.

Αν είναι, λοιπόν, να προσέλθουμε στις εκλογές -αποδεχόμενοι την πραγματικότητα- θα πρέπει τουλάχιστον να γνωρίζουμε πια είναι αυτή η πραγματικότητα. Οι ψεύτικοι όροι του πολιτικού παιχνιδιού, όπως τους θέτουν τα πολιτικά κόμματα -αρνούμενα να παραδεχθούν τον αυτοευνουχισμό τους- δημιουργούν ένα σκηνικό παλιάς καλής «αγωνιστικής θαλπωρής», αλλά ουσιαστικά τινάζουν στον αέρα κάθε έννοια χρησιμότητας της πολιτικής. Μετά τις εκλογές -όποιο από τα δύο μεγάλα κόμματα κι αν τις κερδίσει- θα αποδειχθεί πως οι εκλογές -αυτές καθαυτές- δεν μπορούν να λύσουν κανένα πρόβλημα. Το μόνο που θα έχει μείνει αλώβητο και εν πολλοίς ισχυροποιημένο θα είναι τα μέσα διεξαγωγής της πολιτικής επιλογής: οι εφημερίδες και οι τηλεοπτικοί σταθμοί, με την άψογη οργάνωση, τη μαχητική υπεράσπιση -έστω και τα λόγια- των λαϊκών συμφερόντων, τη συνέπεια στην παραγωγή εύπεπτης υποκουλτούρας και με μια λέξη τον άρτο και τα θεάματα που χρειάζεται ο λαός.

Αλλά αφού είμαστε πια πεπεισμένοι πως ό,τι γίνεται στην ανθρώπινη Ιστορία είναι αυτόματα καθαγιασμένο -κατά τη ρήση του Χέγκελ «Ό,τι είναι πραγματικό είναι λογικό και ό,τι είναι λογικό είναι πραγματικό», την οποία έθεσαν σε κριτική οι φιλόσοφοι πριν από 150 χρόνια- είναι ίσως μάταιο να αντιστεκόμαστε.

ΟΙ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΩΝ, τα ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ, η ΕΚΚΛΗΣΙΑ, η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ και το ΚΡΑΤΟΣ, οι ρυθμιστικοί παράγοντες της κοινωνικής ζωής από την εποχή της γαλλικής επανάστασης και εντεύθεν, αυτοκτόνησαν.

Κάποιος πρέπει να κυβερνήσει, έστω και άτυπα.

Αυτή είναι η πραγματική αλλοίωση της Ιστορίας του παρελθόντος του παρόντος και του μέλλοντος.

Οι εκλογές αυτές είναι ήδη μια κηδεία του θεσμού των εκλογών.

Αλλά δεν θα το συνειδητοποιήσουμε πριν αρχίσουν να επιτίθενται μέσα στη νύχτα οι πρώτοι βρικόλακες της Ιστορίας.

Γιώργος Μπλάνας.

9 Αυγούστου 2007

Ωχ! έρχονται πάλι οι πολιτικοί...



Οι πολιτικοί συζητούν για τις εκλογές. Πάντα οι πολιτικοί συζητούν για τις εκλογές. Περισσότερο εκείνοι που μένουν εκτός κυβερνητικής εξουσίας. Επειδή θεωρούν ότι αξίζουν περισσότερο από τους άλλους να είναι εντός της κυβερνητικής εξουσίας. Όλοι οι πολιτικοί κυβερνητικών κομμάτων θεωρούν ότι αξίζουν να κυβερνούν περισσότερο από τους «άλλους».Έτσι, οι «άλλοι» είναι πανομοιότυποι μ’ «αυτούς». Ακριβώς όπως οι πολιτικοί του ΠΑΣΟΚ με τους πολιτικούς της Νέας Δημοκρατίας, να πούμε.

Οι πολιτικοί των μη κυβερνητικών κομμάτων μόνο μέσα τους θέλουν να κυβερνήσουν. Έξω τους, αρκούνται να συμπεριφέρονται διαφορετικά από τους κυβερνητικούς συναδέλφους τους. Να διατηρούν γένια πολλών ημερών, να μην φορούν γραβάτες να δείχνουν θυμωμένοι και επικριτικοί. Συζητούν κι αυτοί για εκλογές και απαιτούν από το λαό να τους ψηφίσει. Όχι για να κυβερνήσουν αλλά για να ξαναμπούν στη βουλή. Επειδή, λέει, είναι απαραίτητο για τη Δημοκρατία να είναι παρόντες στη Βουλή. Απλά, να είναι παρόντες.
Αυτό είναι ακατανόητο για τους απλούς πολίτες. Το καταλαβαίνουμε μόνο εμείς οι αριστεροί, που μάλλον είμαστε πιο… σύνθετοι πολίτες. Έτσι φαίνεται. Αφού, κάθε φορά τους ψηφίζουμε. Για να είναι απλά παρόντες. Και να καταγγέλλουν. Τους άλλους.

Οι απλοί πολίτες είναι κουρασμένοι απ’ την πολιτική και τους πολιτικούς. Αδιαφορούν για τις εκλογές. Το μόνο που μπορεί να τους στρατεύσει είναι τα παραπάνω ευρώ, το σπίτι που χτίζεται, το εξοχικό, το αυτοκίνητο, η τηλεόραση και το σόπινγκ. Και οι εκλογές. Για να ψηφίσουν το κυβερνητικό κόμμα που συντηρεί τα μικρά τους προνόμια.

Τελευταία, οι πολιτικοί θέλουν να εκλεγούν μόνο για να εξασφαλίσουν το... μεροκάματο. Και τη φήμη του πολιτικού, που είναι η κακοφημία της πολιτικής. Έτσι, σαν τους «βάρβαρους καλλιτέχνες» του Φερνάντο Πεσσόα, εισβάλλουν στην πολιτική απ’ έξω: Ανήκουν σ’ αυτήν μόνο και μόνο επειδή η πόρτα του σπιτιού τους έχει αριθμό και κουδούνι που γράφει «Βουλευτής». Χωρίς να μπορούν να καταλάβουν πώς φτιάχτηκαν οι δρόμοι και γιατί στην πόρτα του σπιτιού τους υπάρχει διαφορετικός αριθμός από το σπίτι του γείτονα. Διασχίζουν την πολιτική διαγωνίως. Μπαίνουν από το παράθυρο, όχι από την κανονική είσοδο, και βγαίνουν από ένα άλλο παράθυρο. Θεωρούν την πράξη τους σπουδαία μόνο και μόνο επειδή, σαν άνεμος, παρασύρουν στο πέρασμά τους αντικείμενα, «πορτραίτα πολιτικών ηγετών, έντυπες διακηρύξεις και ιδεολογικά μανιφέστα», αντικείμενα της πολιτικής, και τα σκορπάνε στο πάτωμα…

Ναι, οι πολιτικοί τρελαίνονται για εκλογές. Ιδιαίτερα εκείνοι που μένουν εκτός κυβερνητικής εξουσίας. Επειδή θεωρούν ότι αξίζουν δια να κυβερνούν περισσότερο απ’ τους «άλλους». Άλλοι μπαίνουν απ’ το παράθυρο. Να εκλεγούν για να εξασφαλίσουν τη φήμη του πολιτικού. Που είναι η κακοφημία της πολιτικής.


Νίκος Τσαγκρής

5 Αυγούστου 2007

Οι φωνές των κολασμένων


Οι άνθρωποι έχουν μια τάση να αδιαφορούν και το μόνο που μπορεί να τους στρατεύσει είναι τα παραπάνω ευρώ, το σπίτι που χτίζεται, το εξοχικό, το αυτοκίνητο, η τηλεόραση και το σόπινγκ. Κλεισμένοι στο καταναλωτικό τους παραπέτασμα, προσπαθούν να περάσουν όσο καλύτερα μπορούν μέσα στην πολυτελή πλήξη τους. Και καμία ανθρώπινη φωνή που ζητάει βοήθεια δεν μπορεί να διακόψει τη ροή του σίριαλ.

Ο εικονικός κόσμος προϋποθέτει και εικονικούς ανθρώπους. Και έτσι στα μέσα του καλοκαιριού, οι φωνές των κρατουμένων από εννιά φυλακές δεν άγγιξαν την καθημερινή ραστώνη. Ιδού ποια είναι η καθημερινή τους ζωή:

Βρίσκονται σε παντελή απομόνωση. Ούτε πληροφορίες ούτε επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Χορήγηση χαπιών και ηρωίνης για καταστολή.Η φαρμακευτική περίθαλψη είναι ανύπαρκτη. Υποσιτισμός, αϋπνία, τηλέφωνο με το σταγονόμετρο. Ξαφνικές μεταγωγές αν κρατούμενος θεωρηθεί «ζωηρός», περικοπή αδειών, αναστολών, επισκεπτηρίων. Κατάργηση του δικαιώματος εργασίας. Και πάντα οι διοικήσεις των φυλακών αρνούνται να τους δεχτούν σε ακρόαση. Από αυτή την καθημερινή βαρβαρότητα δεν λείπουν οι απάνθρωπες και ταπεινωτικές συμπεριφορές των σωφρονιστικών υπαλλήλων, οι απειλές, οι ξυλοδαρμοί και τα βασανιστήρια. Ακόμη και οι θάνατοι.

Αυτές οι καταγγελίες είναι επώνυμες. Πράγμα που σημαίνει πως αν είναι ανακριβείς ή συκοφαντικές, οι υπογράφοντες έχουν ποινική ευθύνη. Υπάρχει φυλακισμένος που να θέλει να επιβαρύνει τη θέση του; Και το γεγονός πως αυτά διαδραματίζονται σε εννιά φυλακές σημαίνει πως γίνονται σε όλες. Και αυτό δείχνει πώς λειτουργεί συνολικά το σωφρονιστικό σύστημα. Και αυτό σημαίνει άμεσες πολιτικές ευθύνες που αποδίδονται στη σημερινή κυβέρνηση και ιδιαίτερα στον υπουργό Δικαιοσύνης.

Θα ερευνήσει αυτές τις καταγγελίες; Ασφαλώς και όχι. (Και μακάρι να τον αδικώ.) Αν και όλα αυτά που καταγγέλλουν οι κρατούμενοι είναι μορφές βασανιστηρίων, σύμφωνα με το Διεθνές και Εθνικό Δίκαιο, η κυβέρνηση της Ν.Δ. διά του κυβερνητικού της εκπροσώπου, κ. Αντώναρου, στο μπρίφινγκ της 3ης Ιουλίου 2007 είπε πως δεν υπάρχουν βασανιστήρια. Και αφού η κυβέρνηση αποφάσισε πως δεν γίνονται βασανιστήρια στην Ελλάδα, γιατί να κάνει έρευνα;
Περικλής Κοροβέσης

1 Αυγούστου 2007


Ε, ΝΑΙ, ΛΟΙΠΟΝ, ΕΙΜΑΙ ΠΕΡΗΦΑΝΟΣ!


Την κρίσιμη ετούτη στιγμή, στο κατώφλι των διακοπών, λίγο πριν τις εκλογές που θα ακολουθήσουν, εγώ, υπεύθυνος πολίτης του τόπου μου, θέλω να ευχαριστήσω:

*Την Κυβέρνηση για το ήθος που επέδειξε και έναν έναν τους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος για την ακεραιότητα, το δημοκρατικό πνεύμα και την αποποίηση του παραδοσιακού πελατειακού πνεύματος που τους χαρακτήρισε.

*Την Αντιπολίτευση για την εις βάθος, εμπεριστατωμένη κριτική που άσκησε, με πνεύμα αντικειμενικό και τακτική αρμόζουσα σε δημοκράτες, δίχως ύβρεις, ειρωνείες και δημοκοπίες.

*Την Αστυνομία για την ενότητα, την ομοψυχία και τον σεβασμό του Συντάγματος.

*Την Πυροσβεστική για τον άψογο συντονισμό και την ετοιμότητα, αποτελέσματα, ασφαλώς, της ιδιαίτερης αίσθησης αξιοπρέπειας που αποκλείει κάθε μικροπρεπή σύγκρουση στους κόλπους του Σώματος.

*Τους υπαλλήλους -ιδίως τους συνδικαλιστές- του Δημοσίου, των οποίων η διαρκής ετοιμότητα απέκλεισε κάθε περίπτωση απάτης.

*Τους συμπατριώτες μου εν γένει, για τη μαχητικότητα με την οποία περιφρουρούν τη δημοκρατία μας, απομονώνοντας τους ανεύθυνους, τους δημαγωγούς και τους ιδιοτελείς.

Ναι, αισθάνομαι υπερήφανος για την ιδιότητα του πολίτη της Αδάλλε, αυτού του αρχαίου και λαμπρού τόπου του πλανήτη Άρη.

Αισθάνομαι υπερήφανος και τυχερός, όταν σκέπτομαι τι τραβούν εκείνοι οι κάτοικοι του πλανήτη Γη, ιδίως οι Έλληνες.


Γιώργος Μπλάνας
Γραφέας Α΄

29 Ιουλίου 2007

Είναι μουγκό τούτο το καλοκαίρι

Ελλάδα δεν φεύγεις. Είσαι το όνομα, το έψιλον και το λάμδα, το δέλτα και το άλφα, η παίδευση και η γραφή.

Κατακαημένη μου πατρίδα και τούτο το κακό που σε βρήκε θα το ξεπεράσεις. Για σένα ένα τσουρούφλισμα είναι, θα έρθει η στιγμή ύστερα από χρόνια που δεν θα ζούμε εμείς, ούτε τα εγγόνια μας, να τα αναγεννήσεις και να τα ομορφαίνεις όλα. Και θα ξαναμιλήσουν οι βράχοι και τα χώματα θα βγάλουν χρώματα κι αρώματα και εκεί που ο ήλιος, η θάλασσα, η πέτρα και ο μακρινός ορίζοντας θα στέκουν, η μνήμη και τα ονόματα θα συνδέσουν την ιστορία και ο πολιτισμός θα ξαναπαραχθεί μέσα από την ομορφιά σου. Αλλά για να συμβεί αυτό τα παιδιά σου θα πρέπει να σε γνωρίσουν αληθινά και να σ' αγαπήσουν.

Δεν σ' αντέχω Ελλάδα, σ' αρμέγει η οικουμένη και σε περιφρονεί. Φαίνεσαι μια ξένη, γελάδα που περιμένει τη σφαγή. Αιμορραγείς συνεχώς, πέφτεις και σηκώνεσαι σαν τον σακάτη κι όρθια θέλεις να σταθείς, αλλά δεν σε αφήνουν όλοι αυτοί που θέλουν να σε μαδήσουν και να σε ξεπουλήσουν. Είναι χειρότεροι και πιο επικίνδυνοι από τους εχθρούς που επιβουλεύονται ακόμα και τη γεωγραφία σου, όχι μονάχα την ιστορία σου. Οι εμπρηστές του σώματός σου γεννιούνται από όλους αυτούς που σε απαξιώνουν και αλλοιώνουν την ιστορία σου, που δεν ταιριάζει και δεν βολεύει τους κάθε είδους νεοφιλελεύθερους εκσυγχρονιστές και μεταρρυθμιστές που έχουν στραμμένα τα μάτια τους στο χρηματιστήριο αξιών και νιώθουν παγκοσμιοποιημένοι.

Όσο κι αν το προσπαθήσουν, δεν θα μπορέσουν να σε κάψουν και να σε λυγίσουν εχθροί και φίλοι. Περισσότερο κινδυνεύεις από τα παιδιά σου, γι αυτό χρειάζεται η παίδευση και η πολιτική. Ακυβέρνητο καράβι είσαι που ταξιδεύει στα πέρατα και δεν χάνεται, γιατί υπάρχει έρμα και σε φοβούνται τα κύματα. Προχώρα Ελλάδα, είναι για γέλια και για κλάματα όλοι αυτοί που σ' έχουν αρνηθεί.

Τραγούδα και χόρεψε, πόνεσε και πες το, όποιος πονάει ζει κι αφήνει στους άλλους την ντροπή. Ελλάδα πονάω. Δεν σε αναγνωρίζω, πριν από σένα λες να είχα γεννηθεί; Γελάω Ελλάδα, γελάω, μ όλους αυτούς που σ' έχουν αρνηθεί. Είσαι μια τρυφεράδα, πηγή δοξαστική. Πηγή που αναβλύζει στους βράχους την πυράδα, δακρύζει ναι, του βράχου η σχισμάδα κυκλάμινο που ανθεί.

Είναι μουγκό το καλοκαίρι, δεν ακούγονται κελαϊδισμοί, αν δεν σοκαριστούμε και τώρα και δεν αφυπνιστούμε, εμείς θα την πληρώσουμε, η πατρίδα μας θα προχωρήσει και θα επιζήσει μαζί μ αυτούς που καθημερινά θα την αγαπούν και θα την υπερασπίζονται. Δεν είναι ξέφραγο αμπέλι, ούτε οικόπεδο για αντιπαροχή.


Δημήτρης Παπαχρήστος