16 Αυγούστου 2014

Η σονάτα του λυκόφωτος

 


Στην επιστροφή από τις καλοκαιρινές διακοπές, η εντύπωση έγινε έμμονη ιδέα: επιστρέφουμε σε µια ψευδαίσθηση ζωής, σε µια σονάτα θανάτου. 

Του Νίκου Τσαγκρή

Καθόμασταν σαν αλλοπαρμένοι. Η μικρή στρογγυλή κοιλάδα άλλαξε χρώμα καθώς ο ήλιος έδυε. Η ώχρα που την έβαφε απέκτησε τη λάμψη τού χρυσού, και οι διάσπαρτες ελιές γέμισαν το τοπίο µε ασημένιες ανταύγειες. Ο άγριος βράχος των Γερανείων, απέναντι, πήρε το χρώμα τού στιλπνού γρανίτη, δίνοντας στα φυτρωμένα πάνω του ευγενή πεύκα το πραγματικό τους χρώμα: βαθύ πράσινο. Το πραγματικό τους σώμα: νεανικό, φουντωτό, υγιές…

 Ένας ανήσυχος ψίθυρος ξεσηκώθηκε απ’ τα πεύκα τη στιγμή που ο ήλιος έπεσε στον γκρεμό και χάθηκε, βάφοντας τον ορίζοντα µε το αίμα του.Τότε ο ουρανός σκοτείνιασε, φάνηκε το φεγγάρι, και το ραδιόφωνο άρχισε να σκορπά κάτι μελαγχολικούς, ήρεμους, επιμένοντες ήχους πιάνου: η σονάτα του σεληνόφωτος... 

 Είδα τον φίλο µου να δακρύζει, κι εκείνος µε είδε που τον είδα. Ένιωσε άσχημα. Προσπάθησε να απολογηθεί: «Αυτή, πραγματικά, είναι η ζωή αυτοπροσώπως…». 

 Η ζωή αυτοπροσώπως! Ή μήπως το ξεχασμένο πρόσωπό της; Γιατί, μόλις προχθές, πριν να βρεθούμε –λόγω διακοπών– απέναντι σ’ αυτό το ξεχασμένο, φυσικό της πρόσωπο, η ζωή ήταν διαφορετική: θητεία σε μια σύμβαση καταναγκαστική, υποβεβλημένη από ανεξέλεγκτες δυνάμεις. Μια συμφωνία τρόμου, η σονάτα του λυκόφωτος… 

Προφανώς, ο φίλος µου υπαινίχθηκε την περιστασιακή επιστροφή στη ζωή. Την πραγματική, τη φυσική ζωή. Την ακατάβλητη ανθρώπινη επιθυμία απόδρασης από τη δοσμένη ζωή: να πάψει να λειτουργεί ως υποκείμενο μιας τυραννικής, μιας αφύσικης σύμβασης, να ξαναγεννηθεί ως μέρος τού φυσικού πολιτισμού· να βιώσει – έστω και για λίγο– φυσικά τη ζωή. Να ξαναγίνει στοιχείο τής φύσης. 

 Μα τα πράγματα είναι δύσκολα, όλο και πιο δύσκολα για τον σύγχρονο άνθρωπο, αφού, παρ’ όλο που ποτέ δεν έπαψε να είναι ερωτευμένος µε τη φύση, τη φυσική ζωή, όλο και περισσότερο βυθίζεται στη «σύμβαση. Κι όλο και περισσότερο παραμένει ερωτευμένος µε µια φύση απούσα, μιαν απουσία. Και μαθαίνει να αντέχει αυτή την απουσία. Όμως, η απουσία που αντέχεται είναι λησμονιά: «Γίνομαι κατά διαλείμματα άπιστος», μονολογεί ο ερωτευμένος ήρωας του Ρολάν Μπάρτ, «…και αυτό είναι απαραίτητο για την επιβίωσή µου. Γιατί, αν δεν ξεχνούσα, θα πέθαινα»… 

Στην επιστροφή από τις καλοκαιρινές διακοπές, η εντύπωση έγινε έμμονη ιδέα: επιστρέφουμε σε µια ψευδαίσθηση ζωής, σε µια σονάτα θανάτου. Ζωή υποταγμένη σε µια πανίσχυρη σύµβαση, µια αόρατη μέγγενη της οποίας ο άνθρωπος αποτελεί άβουλο υποκείμενο. Το τραγικό είναι ότι αυτή η σύµβαση, αυτή η ανθρωποπαγίδα, είναι το µέγα δημιούργημα του ίδιου του ανθρώπου, του ανθρώπινου πολιτισμού. Είναι ο ανθρώπινος πολιτισμός αυτοπροσώπως!… 

Ν.Τ. 16/9/2011