23 Μαρτίου 2009

Είναι μια τρομαγμένη κυβέρνηση


Ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν ρωτήθηκε από Αθηναίο δημοσιογράφο (σε συνέντευξή του προς «Το Βήμα») τι έκανε τα χρήματα που πήρε μαζί με το Νόμπελ. «Τα έχω βάλει να κάθονται σε έναν πολύ ασφαλή τραπεζικό λογαριασμό, γιατί υπάρχει ένας πολύ τρομακτικός κόσμος εκεί έξω», απάντησε.

«Υπάρχει ένας πολύ τρομακτικός κόσμος εκεί έξω»! Προφανώς, ο κ. Νόμπελ Οικονομίας δεν εννοούσε τον δικό μας κόσμο των… κουκουλοφόρων. Ούτε βέβαια τον κόσμο των Εξαρχείων που, δίπλα στον κόσμο των κουκουλοφόρων, τείνει να ποινικοποιηθεί . Άλλωστε, ο κόσμος των κουκουλοφόρων έγινε τρομακτικός εντελώς προσφάτως, όταν άρχισε να τα σπάει Σταδίου-Πανεπιστημίου, ως βίαιο παρακολούθημα της νεανικής εξέγερσης του Δεκέμβρη 2008. Και πιο τρομακτικός τώρα, που… αναβαθμίστηκε στο επίπεδο του Κολωνακίου. Προηγουμένως, ο κόσμος των κουκουλοφόρων δεν ήταν παρά ένας τρελός-τρελός κόσμος που, σε επετείους και πανηγύρεις, έπαιζε πετροπόλεμο με έναν άλλο τρελό κόσμο, τον κόσμο των ΜΑΤ. Στο τέλος, οι δυο κόσμοι, κουρασμένοι μα ευχαριστημένοι, αποσύρονταν. Και ούτε γάτα, ούτε ζημιά…

Λοιπόν, όταν ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν έλεγε «υπάρχει ένας πολύ τρομακτικός κόσμος εκεί έξω», εννοούσε τον δικό του κόσμο, τον κόσμο της οικονομίας. Τον ευρισκόμενο σε κρίση κόσμο της οικονομίας που, πράγματι, είναι πιο τρομακτικός, πιο εγκληματικός, από τον κόσμο των κουκουλοφόρων: «Μπόνους εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων, με χρήματα των φορολογούμενων πολιτών, –τα δισεκατομμύρια των κρατικών επιδοτήσεων– μοιράζουν σε υψηλόβαθμα στελέχη τους («golden boys») η AIG, η Citigroup και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, επιβραβεύοντας με αδρά αμοιβή αυτούς που έφεραν ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα στο χείλος της καταστροφής». Δεν είναι τρομακτικό; Δεν είναι ποινικά κολάσιμο; Δεν είναι έγκλημα;

Οι πολιτικοί, ο Μπάρακ Ομπάμα, ο Γκόρντον Μπράουν, ο Σαρκοζί, η κ. Μέρκελ, θα έπρεπε να ασχολούνται με την προστασία μας, την προστασία των εργαζομένων πολιτών, από αυτόν τον «τρομακτικό κόσμο εκεί έξω». Αντ’ αυτού, με δικά μας χρήματα, επιδιώκουν τη διάσωση και αναβίωσή του «τρομακτικού κόσμου εκεί έξω», του κόσμου του ακραίου οικονομικού φιλελευθερισμού. Οι δε δικοί μας, (Κώστας Καραμανλής & Σία) ακόμη χειρότερα˙ δραπετεύουν από τον «τρομακτικό κόσμο εκεί έξω» και ροκανίζουν τον χρόνο τους με την ποινικοποίηση της κουκούλας! Με κίνδυνο να αναβιώσουν τον δικό τους τρομακτικό κόσμο εκεί έξω; Το κράτος της Δεξιάς!


Νίκος Τσαγκρής

3 Μαρτίου 2009

Η φήμη ως ελιξίριο Αθανασίας


Κάθισα να δω την εκπομπή «Μεγάλοι Έλληνες», του ΣΚΑΪ, με την ελπίδα να δω τον εαυτό μου μέσα. Έλληνας είμαι, και μεγάλος. Υπό την έννοια ότι από τότε που επικράτησε η κουλτούρα ΠΑΣΟΚ, «ρε μεγάλε» και «ρε μεγάλε» με προσφωνούν οι πάντες. Από τον μανάβη και τον περιπτερά της γειτονιάς ως τον βουλευτή και τον υπουργό, που λέει ο λόγος. Υπό την ίδια ποσοτική έννοια, όλοι χωράνε μέσα στους «Μεγάλους Έλληνες» του ΣΚΑΪ, και κάθε ΣΚAΪ: Κανένας δεν οφείλει να αισθάνεται «μικρός»…

Ούτε «μεγάλος». Εκείνο που μετράει (και μετριέται) είναι η φήμη και το μέγεθός της, στη διάρκεια του χρόνου. Η φήμη ως ελιξίριο αθανασίας: οι δημοσιογράφοι στοχεύουν στην άμεση επιτυχία, οι καλλιτέχνες στην αιώνια ζωή, σημειώνει ο Φερνάντο Πεσσόα. Και οι επιστήμονες, και οι στοχαστές, και οι πολιτικοί, συμπληρώνω. Οι πάντες. Ο φόβος του θανάτου αναγάγει σε κορυφαία… επιστήμη την αναζήτηση της αθανασίας: μέσω δεκάδων θρησκειών και δογμάτων που προσφέρουν αιώνια ζωή! Με τη διαφορά ότι οι πλέον ευφυείς (οι καλλιτέχνες κατά συνθήκη) δεν μασάνε, αναζητούν την αθανασία στη φήμη…

Ή στην κακοφημία. Ο Ηρόστρατος, ας πούμε, παραμένει «αθάνατος» από το 356 π.Χ. μέχρι σήμερα, ως ο εμπρηστής του ναού της Αρτέμιδος, ενός εκ των «θαυμάτων» του κλασικού κόσμου. Έβαλε τη φωτιά για να τον θυμούνται οι μεταγενέστεροι , όπως είπε (ισχυρίσθηκε ότι με την πράξη του αυτή φιλοδοξούσε να κερδίσει την αθανασία). Και τα κατάφερε. Απορώ λοιπόν πως δεν είναι ανάμεσα στους «μεγάλους Έλληνες» του ΣΚΑΪ. Δίπλα στους τυραννίσκους Μεταξά και Παπαδόπουλο, να πούμε, που είναι μέσα!..

Λοιπόν, όχι «Μεγάλοι Έλληνες». Έλληνες που, ηθελημένα ή μοιραία, κέρδισαν την «αθανασία» δια της φήμης. Και να πούμε πως φημίζεται, η φήμη, ως στοιχείο ματαιοδοξίας. Ή αλαζονείας κατά τον Πεσσόα: «…Πρόκειται για μια απόλαυση αλαζονείας που όμοιά της δεν μπορεί να προσφέρει καμιά υλική κτήση…». Σήμερα η φήμη, μεταλλαγμένη από τον τηλεοπτικό πολιτισμό σε «αναγνωρισιμότητα», τείνει να καθιερωθεί ως η βασικότερη αξία των Ελλήνων, μεγαλύτερη ακόμα και από τη μέγιστη αξία της εποχής, το χρήμα. Ίσως επειδή υποδεικνύεται (από τον τηλεοπτικό πολιτισμό και πάλι) ως η υπόσχεση μιας εύκολης ευτυχίας. Της ευτυχίας του να είσαι «μεγάλος»!..

Νίκος Τσαγκρής